Jump to content

Write In July


Write In Ιουλίου 2019  

8 members have voted

  1. 1. Οι 3 ιστορίες που μου άρεσαν περισσότερο ήταν:

    • Σπάσε τον Κύκλο - Ballerond
    • Άβατον - Elgalla
    • Θάνατος στους Πολύπλευρους Χαρακτήρες - Elli Sketo
    • Κύριος Μηδέν - Nihilio
    • guest211 - Διγέλαδος
    • Η Αρτ Ρετρό Εισβάλλει στην Αθήνα - Myyst

This poll is closed to new votes


Recommended Posts

Νομίζω πως έχει από όλα, Αλλά θα περάσω απόψε μετά από τη δουλειά να βεβαιωθώ (και να κλείσω το μεγάλο τους τραπέζι  :) )

  • Like 2
  • Haha 1
Link to comment
Share on other sites

Μέσα για Κιμωλία, έχω πάει μια φορά το αγαπώ.

Τι ώρα είπαμε;

Link to comment
Share on other sites

Εϊπαμε να μαζευτούμε να γράψουμε και κουνήθηκε το σύμπαν

  • Like 1
  • Haha 1
Link to comment
Share on other sites

11 hours ago, Ballerond said:

Εϊπαμε να μαζευτούμε να γράψουμε και κουνήθηκε το σύμπαν

:selfcentered:

 

10 hours ago, Ιρμάντα said:

Ελάτε με σκόρδα. Θα μας φάει το μάτι.  το βαμπίρ.

 :8):

 

 

  • Haha 2
Link to comment
Share on other sites

Πέρασα από κιμωλία και είναι κλειστό για καλοκαίρι! Πάμε εδώ;

TOMS Flagship Athens (Mitropoleos Square 😎
Πλ. Μητροπόλεως 8, Athina 105 56
21 0322 6972
https://maps.google.com/?cid=12443313610798628382

Έχει μεγάλα τραπέζια, πρίζες και ησυχία 

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Εντάξει. Αλλά είμαστε γκαντέμηδες πρέπει να παραδεχτείτε.

  • Haha 3
Link to comment
Share on other sites

Στο τραπέζι έχουν πέσει διάφορες προσφορές:

  • Dark Web
  • Deep Web
  • Σκοτεινός Ιστός
  • Θάνατος στην Ειρήνη

Σε κάθε περίπτωση αποφασίσαμε ότι το word count ανάμεσα στους διαγωνιζόμενους (elgala, ballerond, elli, nihilio, myystt, διγέλαδος) εξελίσσεται εκθετικά (είμαι σίγουρη ότι κανένας δε θυμάται τι πραγματικά σημαίνει αυτός ο όρος) ξεκινώντας από τις 700 λέξεις, καταλήγοντας στις 20. Δεν έχουμε αποφασίσει ακόμα αν θα πρέπει να μετράμε τα άρθρα και αν το καθ'όλα είναι μία ή δύο λέξεις, όμως θα ακολουθήσει pit με μονομαχίες στη λάσπη από γυμνόστηθες εξωγήινες και όργιο το οποίο θα αποφασίσει τον νικητή ανάμεσα σε εκρήξεις και ακτινοβολίες με 7 συλλαβές.
Καταλάβατε ποιος αποφάσισα ότι θα είναι ο πρωταγωνιστής μου ελπίζω.
Λυπάμαι. Δε θα είναι καλό αλλά ελπίζω να διασκεδάσει τουλάχιστο! ;-)

  • Haha 2
  • Sad 1
Link to comment
Share on other sites

Και σαν κλασικός σπασοκλαμπάνιας, ανεβάζω πρώτος το τερατούργημά μου.

Τίτλος: Σπάσε τον κύκλο

Λέξεις: 3008

Είδος: Internet-horror.

 

                

Spoiler

 

Έσκυψε το κεφάλι και πάτησε το κουμπί. Ο ήχος που έβγαλε έμοιαζε με στραπατσαρισμένο αυτοκίνητο το οποίο τραβούσε στην ανηφόρα, με τον οδηγό να μην ξέρει πώς αλλάζει η ταχύτητα. Μετά από αρκετές Χριστοπαναγίες, χτυπήματα στο τραπέζι και κλωτσιές, ο υπολογιστής πήρε μπρος κι άνοιξε. Το πράσινο λιβάδι που εμφανίστηκε στην οθόνη καθυσήχασε τον Νότη, καλωσορίζοντάς τον στην επιφάνεια εργασίας. Στράγγιξε το μπουκάλι με το νερό από τις τελευταίες του σταγόνες και το πέταξε στον κάδο δίπλα του. Ακόμα ένα καλοκαιρινό μεσημέρι ξεκινούσε δυναμικά.

 

                Δύο ώρες αργότερα, έκλεινε την οθόνη ξεφυσώντας με δύναμη. Έπρεπε να αναβαθμισει το μηχάνημα επειγόντως, το αναθεματισμένο αργούσε περισσότερο κι από λεωφορείο σε ώρες αιχμής. Άραξε στο καναπέ του και ξεκίνησε την ταβανοθεραπεία. Καμία πρόοδος. Το μόνο που έβλεπε ήταν την μητέρα του να τον δείχνει με το δάχτυλο και να φωνάζει «πότε θα τελειώσεις την σχολή και θα βρεις καμία δουλειά;»   

                Γύρισε το βλέμμα του προς την πόρτα κι έγλειψε τα χείλη του. Έπρεπε να πίνει τουλάχιστον τρία λίτρα νερό την ημέρα. Τόσο του είχε πει ο διαιτολόγος. Μαζί με το κρύο νερό όμως, στο ψυγείο υπήρχε και παγωτό. Και καρπούζι. Και πράγματα που είχε πει στην μάνα του να μην αγοράζει αλλά εκείνη το χαβά της. Σηκώθηκε και πλησίασε νωχελικά την πόρτα του ψυγείου. Άπλωσε το χέρι να την ανοιξει αλλά ένα δευτερόλεπτο μετά κοντοστάθηκε. Ένα ίχνος σκιάς κάλυψε την πόρτα και δεν ήταν από το δικό του χέρι. Η σκιά απλώθηκε, έγινε σαν αγκαλιά που ήθελε να τον τυλίξει, ένιωθε ακόμα και τις τρίχες από το σβέρκο του να σηκώνονται.

                Γύρισε πίσω. Δεν υπήρχε κανείς. Ο ανεμιστήρας έκανε την επαναλαμβανόμενη κίνησή του στέλνοντας δείγματα δροσιάς προς το σαλόνι. Ο Νότης μειδίασε κι άρπαξε την πόρτα του ψυγείου. Με πολλή προσπάθεια, προσπέρασε παγωτό και καρπούζι κι άρπαξε ένα μπουκαλάκι νερό. Κατέβασε το μισό απευθείας. Σκούπισε τα χείλη του και τότε ένας απότομος βήχας τον έκανε να λυγίσει. Κάτι είχε σκαλώσει στον ουρανίσκο του. Έβηξε δυνατά, χτύπησε το στήθος του, ξανάβηξε. Έβαλε το χέρι του μέσα στο στόμα σε μία κίνηση απόγνωσης ψάχνοντας αυτό που είχε σκαλώσει. Γονάτισε στο μαρμάρινο πάτωμα, ήταν κρύο, παγωμένο, ο ανεμιστήρας συνέχισε να βουίζει δίπλα του. Έβηξε πάλι κι έβγαλε μία γερή γουλιά νερό μαζί με χολή. Μέσα στην μικρή, υδάτινη μάζα βρήκε δύο μεγάλες, χοντρές τρίχες. Τις έπιασε και τις έφερε μπροστά του.

                Τι στο διάολο;

                Ένας πονοκέφαλος ήρθε και στρογγυλοκάθισε πάνω του, απλώνοντας πόδια και χέρια, αρνούμενος να φύγει. Ο Νότης ήθελε καθαρό αέρα. Έριξε μία μπλούζα πάνω του, φόρεσε τα πέδιλά του και βγήκε από το σπίτι. Ο ήλιος ήταν απαγορευτικός τέτοια ώρα κι έτρεξε να βρει μία σκιά. Ο βήχας συνεχίστηκε για ακόμη λίγο και μετά ηρέμησε. Έπιασε το κινητό του κι έστειλε μήνυμα στην Ρίτα.

                «Πού σαι, μαρή; Που κωλοβαράς πάλι;»

                Τα λεπτά μέχρι να του απαντήσει πέρασαν βασανιστικά. Μόνο αυτή τον ηρεμούσε.

                «Γάμησέ με, μαγειρεύω για τη μάνα μου. Μέσα στην κωλόζεστη. Εσύ, όλα καλά;»

                «Ναι. Όχι. Δηλαδή, έχω πονοκέφαλο, νιώθω κάπως. Να τα πούμε σε μία ώρα στο Παρακεί;»

            «Εννοειται. Αφορμή ψάχνω να φύγω από ‘δω μέσα».

               

                Το Παρακεί, πέρα από το απαράδεκτο όνομά του, είχε κι απαράδεκτο καφέ. Αλλά ήταν φτηνό, σε δροσερό μέρος και με τζαμάτη μουσική. Ήταν το στέκι του Νότη και της Ρίτας όπως και της παρέας τους που – ένεκα καλοκαιριού – την είχαν κάνει για κοσμοπολίτικα και απείρως βαρετά μέρη. Ο Νότης στριφογύρισε το καλαμάκι που είχε βυθιστεί για τα καλά στο φραπέ, σκεπτόμενος το τελευταίο βίντεο που είχε δει στο Deep web πριν κλείσει τον υπολογιστή του.

                Έχουν σαλέψει πολύ, εκεί μέσα. Μωρά πεταμένα σε κάδους, εμετούς στη μάπα, αρρώστια και παράνοια.  

                Ήταν όμως και μία πολύ καλή πηγή εσόδων. Δύο-τρεις αν έβρισκες ανυποψίαστους που έμπαιναν για να ικανοποιήσουν την νοσηρή τους περιέργεια, μπορούσες να τους ξαφρίσεις κανονικότατα. Ένα απειλητικό mail ήταν αρκετό για να τους προειδοποιήσει πως, αν δεν σε πληρώσουν σε bitcoin ένα ικανοποιητικό ποσό, τα ανήλικα hard porn βίντεο που έβλεπαν θα δημοσιοποιούνταν παντού. Στο σπίτι τους, στο γραφείο τους, στην γυναίκα, στην γκόμενά τους. Πολλοί δεν τσιμπούσαν αλλά αυτοί που το έκαναν πλήρωναν το νοίκι και τα τσιγάρα του Νότη. Κι ενίοτε και κάτι παραπάνω.

                Η Ρίτα έφτασε καβαλώντας το σαραβαλάκι της. Δύο ρόδες, μια σέλα και ένα μάτσο παλιοσίδερα. Αδυνατούσε να θυμηθεί από πότε ειχε αυτό το παπάκι. Εκείνη το παράτησε σε μία γωνία κι έφτασε χοροπηδώντας προς το μέρος του.

                Κάποτε τη γούσταρε. Αυτό το συνονθύλευμα μαλλιών, ξεχειλωμένων τζιν και φακίδων τού ήταν αρκετό για να καυλώσει. Η Ρίτα όμως παραήταν… Ρίτα. Μετά από λίγα λεπτά μαζί της, καταλάβαινες ότι η σεξουαλική επαφή ήταν στις τελευταίες της προτεραιότητες.

                «Πού σαι, Νοτάκο. Ουφ, μαλάκα ευτυχώς που με πήρες τηλέφωνο, δεν άντεχα άλλο εκεί μέσα. Μου τα πρηξε η μάνα μου, έτσι τα φασολάκια, μην τα παραβράσεις, ρίξε τη σάλτσα, τώρα το κρεμμύδι, α’ γαμήσου μωρή! Φτιάξε τα μόνη σου!»

                Αν δεν έβαζες στοπ στην Ρίτα, μπορεί να μιλούσε για πάντα. Ο Νότης είχε βρει λέξεις κλειδιά που την έκαναν να ακούσει και μέχρι στιγμής δούλευαν.

                «Τουλάχιστον εσένα ασχολείται μαζί σου. Εμένα απλά ψωνίζει, πλένει δύο πιάτα και φεύγει. Ανταλλάζουμε να δεις την γλύκα;»

                Η Ρίτα παρήγγειλε καφέ και στράβωσε ελαφρώς το στόμα της.

                «Είσαι γνωστό μαμόθρεφτο εσύ. Λέγε, λοιπόν, τι συνέβη; Ακούστηκες κάπως».

                «Είχα μία περίεργη εμπειρία σπίτι. Πήγα να πιω νερό από το ψυγείο και μία μεγάλη σκιά με κάλυψε από το πουθενά. Δεν υπήρχε κανείς. Μετά όταν ήπια νερό, με έπιασε ένας γαμημένος βήχας που σχεδόν έβγαλα τα σωθικά μου. Και μέσα τους υπήρχαν και δύο μεγάλες, χοντρές τρίχες».

                Η Ρίτα ρουφούσε εκνευριστικά από το καλαμάκι της ρίχνοντας ειρωνικές ματιές προς το μέρος του.

                «Να σου πω, Νοτάκο, μήπως είδες πάλι αυτές τις ανωμαλίες που βλέπεις στο Ίντερνετ; Πότε θα το κόψεις αυτό το πράγμα;»

                «Βγάζω λεφτά, ρε Ρίτα. Δεν τα είδα στο όνειρό μου, έγιναν στ’ αλήθεια, πριν λίγο».

                «Ε θα είχες καταπιεί καμία τρίχα της μάνας σου, γι’ αυτό. Όσο για την σκιά, με την ηλίθια δίαιτα που κάνεις, λογικό να βλέπεις παλαβομάρες».

                «Ναι αλλά έχει αποτέλεσμα. Τρία κιλά σε μία βδομάδα».

                «Ναι και μετά θα πάρεις τα τριπλάσια σε δύο ημέρες. Τα ξέρω αυτά, τα έχω κάνει κι εγώ».

                Έριξε μία ματιά στο σώμα της. Αν όντως τα είχε κάνει μια χαρά της είχαν δουλέψει.

                «Τέλος πάντων, εγώ κάπως φοβήθηκα κι ήθελα λίγη παρέα να χαλαρώσω. Άσε που δεν μπορώ να κάνω και δουλειά πλέον με το κωλομηχάνημα. Να δω πού θα βρω λεφτά να το αλλάξω».

                «Λέγεται «δουλειά» και πληρώνει «κανονικό» μισθό. Το ξέχασες;»

                «Γιατί με αφήνεις να το ξεχάσω; Θα βρω, στο έχω πει, ό,τι κάνω τώρα είναι προσωρινό».

                Ο Νότης δαγκώθηκε με την τελευταία του λέξη γιατί ήξερε τι θα ακολουθήσει.

                «Ουδέν μονιμότερο από…».

                «Ναι, ναι, ξέρω! Μην λέμε τα ίδια πάλι», την έκοψε εκείνος.

                «Ψήνεσαι να μείνεις σε ‘μένα σήμερα; Θα αράξουμε να δούμε καμία ταινία, ποπκορν, γαριδάκια και παγωτά».

                «Ρίτα μου, κάνω δίαιτα, πώς…»

                «Καλά! Θα μασουλήσουμε μαρούλι και θα φάμε κινόα. Ξενέρωτε».

                Ο Νότης χαμογέλασε και της έδωσε μία τσιμπιά στο μπούτι. Ανταπέδωσε. Ήταν η μόνη που τον ηρεμούσε, αλήθεια. Τόσο πολύ που όταν είδε μία παρόμοια σκιά με εκείνη από το σπίτι του να καλύπτει και τους δύο, το απέδωσε ασυναίσθητα σε ένα σύννεφο που κάλυψε τον ήλιο.

 

                Είχαν απλώσει τα πόδια τους μπροστά, μπλεγμένα, το ένα πάνω στο άλλο και μασουλούσαν ποπκορν. Ο Νότης επέτρεψε στον εαυτό του μία ατασθαλία, στην τελική δεν θα τρελαινόταν για να χάσει κιλά. Φοβήθηκε να πιει πολύ νερό μην ξαναπάθει τα ίδια οπότε έβαζε δειλά δειλά το μπουκάλι στο στόμα του. Η ταινία ήταν μία μαλακία και μισή. Αλλά ήταν αυτό που χρειαζόταν. Έριξαν πολύ γέλιο με την Ρίτα, κάτι που τον έκανε να ξεχαστεί. Μετά το τέλος της ταινίας και με δύο μεγάλες σακούλες ποπκορν άδειες μπροστά τους, ξάπλωσαν στο πάτωμα και χάζεψαν το ταβάνι.

                «Παραλίες, μοχίτο, ξαπλώστρες, ήλιος. Μαλακίες. Το ταβάνι μου αξίζει πολύ περισσότερο», είπε εκείνη.

                «Σαφώς. Μη σου πω να βγάλουμε μία σέλφι και να τους τη στείλουμε για να ζηλέψουν».

                Η Ρίτα σήκωσε το κινητό και το κράτησε μπροστά τους.

                «Χαμογέλα, τρελό αγόρι».

                Ο Νότης την αγκάλιασε και χαμογέλασε. Μετά από δύο δευτερόλεπτα το χαμόγελο έφυγε από τα χείλη του κι ένιωθε το χέρι του να μουδιάζει. Ένα μήνυμα είχε έρθει στο κινητό της Ριτας από άγνωστο αριθμό.

                «Αν δεν θες να διαρρεύσουν τα βίντεο με παιδική πορνογραφία που βλέπεις καθημερινά, κατέθεσε 3,4 bitcoin στην παρακάτω κρυπτογραφημένη διεύθυνση. Μη με δοκιμάσεις».

                Ο Νότης κοίταξε την Ρίτα τόσο απότομα που ένιωσε ότι θα αποχωριστεί το κεφάλι από τον λαιμό του. Εκείνη τον κοίταξε με ένα σαστισμένο χαμόγελο και σηκώθηκε όρθια.

                «Ποιο μαλακιστήρι μου… μου κάνει πλάκα. Να σου πω, ρε ηλίθιε, εσύ το κάνεις αυτό; Φοβερό αστείο, τι να σου πω, γέλασα».

                Ο Νότης δεν απάντησε. Απομακρύνθηκε μηχανικά ένα βήμα από την Ρίτα η οποία κοιτούσε και ξανακοιτούσε το κινητό της.

                «Δεν έκανα τίποτα εγώ. Για ποιον λόγο; Μπορώ να δω το μήνυμα σε παρακαλώ;»

                Η Ρίτα δίστασε για μία στιγμή και μετά του έδωσε το κινητό. Το μήνυμα είχε έρθει σαν sms, με άγνωστο αποστολέα και χωρίς δυνατότητα απάντησης. Κλασικό κόλπο που εφάρμοζε κι ο ίδιος. Δύσκολα θα το ανίχνευε εκτός κι αν το συνέδεε με τον υπολογιστή του.

                «Ρίτα, θα κάνω μία ερώτηση που ελπίζω να μην μετανιώσω. Μήπως, λέω μήπως, καταλάθος, μπήκες σε κάποιο τέτοιο site έστω και για λίγα δευτερόλεπτα;»

                «Καλά, είσαι μαλάκας; Είναι δυνατόν εγώ να βλέπω παιδιά να γαμιούνται; Να τα βιάζουν;»

                Ο Νότης ύψωσε τα χέρια του στον αέρα σε ένδειξη άμυνας.

                «Ηρέμησε. Δεν είπα ότι το έκανες επίτηδες. Μπορεί να πάτησες ένα link, που να έμοιαζε άφοβο αλλά να σε έβγαλε σε μία σελίδα mirror που είναι βιτρίνα τέτοιων site. Εκεί υπάρχουν ίχνη που τα πιάνουμε εμείς, εννοώ τύποι σαν αυτόν που σε απειλεί, και βρίσκουμε ποιος μπήκε και τον εκβιάζουμε. Κάποια είναι μούφα γιατί πετάμε άδεια δίχτυα, αλλά κάποια ισχύουν. Κι αυτά που ισχύουν οι ένοχοι το ξέρουν. Και πληρώνουν».

                «Όχι, Νότη, δεν έχω και τις τέλειες γνώσεις τεχνολογίας, αλλά θα το ήξερα αν είχα μπει σε κάτι τέτοιο. Στο ορκίζομαι».

                Ο Νότης πήγε να απαντήσει αλλά ένιωσε πάλι κάτι να σκαλώνει στον λαιμό του. Του ήρθε ξανά σκοτοδίνη, πολύ πιο έντονα κι είδε το δωμάτιο να γυρίζει. Γονάτισε πάλι κι άκουγε από μακριά, σαν από πηγάδι, τη φωνή της Ρίτας να τον καλεί. Το κινητό τού έπεσε από τα χέρια, τα λόγια του εκβιαστή αντηχούσαν στο μυαλό του «στείλε μου… αλλιώς θα διαρρεύσουν… παιδική πορνογραφία», σκεφθηκε την Ρίτα να χαζεύει βίντεο με ανήλικα παιδιά που κακοποιούνταν και να γελάει, έδιωξε τις σκέψεις από το μυαλό του, προσπάθησε να κάνει εμετό αλλά δεν βγήκε τίποτα. Κοίταξε άλλη μία φορά προς το πάνω και μετά σκοτάδι.

 

                «Ξύπνα, ωραία κοιμωμένη».

                Ο Νότης άνοιξε τα μάτια του κι έβαλε το χέρι του μπροστά. Πολύ δυνατό φως. Ήλιος; Λάμπα; Δεν μπορούσε να καταλάβει. Ο λαιμός του ήταν στεγνός και μία απαίσια γεύση ανέβαινε στη γλώσσα του.

                «Τι συνέβη, πού είμαι;»

                «Σπίτι σου. Σε έφερε η μητέρα μου με το αμάξι της. Καλέσαμε τη δική σου κι έρχεται από τη δουλειά. Δικέ μου, τρόμαξα. Λιποθύμησες και πριν απ’ αυτό έβηχες διαολεμένα κι έβγαζες τρίχες από το στόμα σου».

                Ο Νότης πετάχτηκε πάνω κι ένας αβάσταχτος πόνος στο κεφάλι τον κατέβασε πάλι κάτω.

                «Τρι… τρίχες; Τις έχεις μαζί σου;»

                «Όχι, ρε φίλε, δεν σκέφθηκα να τις κρατήσω. Για όνομα. Νομίζω ότι θα πρέπει να κάνεις μία μαγνητική να δούμε τι συμβαίνει στο στομάχι σου. Ανησυχώ».

                «Ρίτα, μην απαντήσεις στον τύπο. Και να θες δηλαδή, δεν μπορείς. Άσε μου το κινητό σου να ψάξω να δω τι γίνεται, οκ;»

                «Χέσε με, με τον μαλάκα. Δεν θα κάνουμε τίποτα. Ένα κωλο τρολ είναι που βρήκε το νούμερό μου και κάνει μία απαίσια πλάκα. Εσύ να γίνεις καλά».

                Ο Νότης έκλεισε τα μάτια του και γύρισε το κεφάλι στο πλάι. Κάτι του γαργαλούσε το δεξί αυτί, σαν να περπατούσε μία μικροσκοπική σαρανταποδαρούσα στον λωβό του. Έβαλε το χέρι του, δεν έπιασε τίποτα. Άνοιξε τα μάτια κι όλο το δωμάτιο ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι. Η Ρίτα έλειπε, τα έπιπλα τριγύρω έλειπαν, μόνο αυτός ήταν και το κρεβάτι. Από την απέναντι γωνία, άκουσε τον ήχο του ανεμιστήρα του αλλά χωρίς να τον βλέπει. Σηκώθηκε δισταχτικά, φώναξε την Ρίτα, δεν πήρε απάντηση. Φώναξε την μητέρα του. Τϊποτα. Ο ήχος δυνάμωσε, κάποιος είχε βάλει τον ανεμιστήρα στο φουλ, κρύωνε διαολεμένα, έτρεμε ολόκληρος. Κάτι κουνήθηκε στο σκοτάδι, ήταν σίγουρος, κάτι που τον πλησίαζε. Άνοιξε το στόμα του να μιλήσει κι αισθάνθηκε κάτι να του φράζει τον φάρυγγα. Έβαλε το χέρι του κι έπιασε έναν μεγάλο σβώλο από τρίχες. Τον σήκωσε ψηλά κι οι τρίχες αιωρήθηκαν κι άρχισαν να απλώνονται, να τεντώνονται. Ο Νότης πεπεισμένος ότι βλέπει έναν καταραμένο εφιάλτη, αφέθηκε. Οι τρίχες άρχισαν να αποκτάνε σχήμα, ένας ιστός, ένας ιστός αράχνης που είχε καλύψει σχεδόν όλο το δωμάτιο. Και τότε τα χέρια του απέκτησαν τη δική τους βούληση, γράπωσαν τον ιστό, ακολούθησαν τα πόδια του κι άρχισε να σκαρφαλώνει. Το δωμάτιο δεν είχε ταβάνι, ο ιστός δεν είχε τέλος κι ο Νότης ανέβαινε. Ήθελε να βάλει τα γέλια, είχε γίνει μία κακή απομίμηση του Spiderman αλλά όσα είχε ζήσει νωρίτερα δεν του άφηναν και πολλά περιθώρια κωμωδίας.

                Ξαφνικά ο ιστός τελείωσε. Τα χέρια του αφέθηκαν στο κενό κι άρχισε να πέφτει. Έβγαλε μία κραυγή και ξύπνησε κάθιδρος και μούσκεμα.

                «Αγόρι μου! Ηρέμησε, όλα καλά, εδώ είμαι. Ηρέμησε».

                Πρώτη φορά χαιρόταν που άκουγε τόσο πολύ την φωνή της μητέρας του.

 

                Τις επόμενες ώρες, ο Νότης επανήλθε πλήρως. Ήπιε μία δυναμωτική σούπα και κατάφερε να κλείσει τα μάτια του χωρίς δυσοίωνα όνειρα. Αποφάσισε ότι θα έκοβε την δίαιτα για λίγο διάστημα μέχρι να συνέλθει. Κι ίσως μία εκδρομή στα βαρετά και κοσμοπολίτικα νησιά να τον βοηθούσε.

                Είπε και στην Ρίτα να τον ακολουθήσει αλλά εκείνη αρνήθηκε. Έπρεπε να δουλέψει διπλοβάρδιες στο μαγαζί γιατί είχαν φύγει ξαφνικά δύο συνάδελφοι κι εκείνη είχε φάει το αγγούρι. Ο Νότης ήθελε να φύγει, να ξεχαστεί, αλλά έπρεπε πρώτα να βγάλει από το μυαλό του αυτήν την αναθεματισμένη ρανίδα ανησυχίας που του είχε σκαλώσει από τότε που είδε το μήνυμα στο κινητό της.

                Έπρεπε να βεβαιωθεί.

                Μπήκε στο deep web κι άρχισε να ψάχνει για κόσμο που μπορεί να είχε παρόμοιες ψευδαισθήσεις ή συμπτώματα με τον ίδιο. Βρήκε διάφορες κουλές θεωρίες που οι περισσότεροι απέδιδαν σε αρχαία πνεύματα, σε κατάρες, σε εξωγήινους ή σε οπαδούς της επίπεδης Γης. Δεν θα έβρισκε άκρη εκεί. Αποφάσισε να ρισκάρει και να μιλήσει με δύο «συναδέλφους» του, που έβγαζαν λεφτά με τον ίδιο εκβιαστικό τρόπο, μήπως είχαν βιώσει κάτι αντίστοιχο. Εκεί χτύπησε διάνα.

                Και οι δύο είχαν τέτοιες παραισθήσεις  - μάλιστα ο ένας πήγε και σε ψυχολόγο. Είχε σταματήσει να ασχολείται με το άθλημα εδώ και λίγες μέρες αλλά τα συμπτώματα παρέμειναν. Ο άλλος τα αγνοούσε κι απλά κούμπωνε βαλεριάνα και χασίς για να χαλαρώσει. Ο Νότης δεν ήξερε τι να κάνει. Εκνευρισμένος αποφάσισε να κλείσει όλους τους λογαριασμούς του και να μην ξαναμπεί στο Ίντερνετ για πολλές μέρες.

                Λίγο πριν βγει εντελώς, ένα μήνυμα ήρθε στο κινητό του.

                «Λυπάμαι, αλλά δεν θα γλυτώσεις τόσο εύκολα».

                Το χέρι του έτρεμε. Δεν ήταν δυνατόν, θα έπεφτε κι αυτός θύμα εκβιασμού; Δεν είχε μπει ποτέ σε τέτοιες ιστοσελίδες, κι όταν άφηνε τα bot του για να παρακολουθούν ίχνη, τα έκανε από άλλο δίκτυο.

                Δεύτερο μήνυμα.

                «Δεν έχει κανένα νόημα να εξαφανιστείς. Ήρθε ο καιρός να αναλάβεις δράση. Για τα καλά».

                Από κάτω υπήρχε ένα link. Ο Νότης δεν το σκέφτηκε και πολύ, έπρεπε να τελειώσει αυτή η ιστορία με οποιοδηποτε κόστος. Μπήκε στο link το οποίο του άνοιξε ένα video. Έβαλε τα χέρια κάτω από το στόμα του και το παρακολούθησε.

               

                Ήταν εκείνος. Έβλεπε τον εαυτό του σαν παρατηρητής, λίγα μέτρα πίσω του. Έβλεπε τον εαυτό του τις ατελείωτες ώρες που περνούσε στο deep web ψάχνοντας υποψήφια θύματα. Τις ατελείωτες ώρες που ξόδευε για να βγάζει παράνομα λεφτά από ανώμαλους. Και κάθε φορά, κάθε ώρα, έβλεπε μία σκιά να απλώνεται γύρω του την οποία δεν είχε πάρει χαμπάρι ποτέ. Έναν αδιόρατο ιστό που τύλιγε το σώμα του, ίνες που περνούσαν μέσα από το κεφάλι του, τους ώμους του, μπλέκονταν στα πόδια και στα χέρια του. Είδε τον κόσμο που απειλούσε και του έδινε ψίχουλα σε bitcoin να μην καταλαβαίνει και να ξαναμπαίνει να δει τα ίδια video. Είδε τον κόσμο να αυξάνεται, να μεγαλώνει, τα video να πληθαίνουν αντί να μειώνονται. Είδε τον ίδιο να γίνεται κομμάτι αυτού του σκοτεινού ιστού, να συνεισφέρει κι ο ίδιος άθελά του στην εξάπλωση αυτής της ανθρώπινης σαπίλας.

                Κι είδε και την Ρίτα. Μία Ρίτα που μεθυσμένη ή μαστουρωμένη, πράγμα σύνηθες, να χαζεύει στο deep web ανυποψίαστη. Να βλέπει ανήλικα παιδάκια να κακοποιούνται κι είτε να γελάει μέσα στη μαστούρα της ή να τα κλείνει βρίζοντας. Μία Ρίτα που έγινε κομμάτι του ιστού και κάποιος «συνάδελφός» του να την απειλεί συνεχίζοντας τον κύκλο.

                Και τότε είδε τον μοναδικό άνθρωπο που είχε προτείνει να καταγγείλουν στην αστυνομία όλους αυτούς που διακινούν τα video κι όλοι να του απαντάνε «Πας καλά; Κι εμείς πώς θα βγάζουμε λεφτά;»

 

                Το video τελείωσε. Το link απενεργοποιήθηκε κι ο Νότης σηκώθηκε από την καρέκλα του. Κοίταξε το κινητό του, δεν υπήρχε κάποιο άλλο μήνυμα. Θυμήθηκε τον ίδιο να ανεβαίνει στον ιστό, να φτάνει στην κορυφή του και να γίνεται κι εκείνος κομμάτι του. Μία ακόμη ρόδα που γύριζε προς την ίδια κατεύθυνση.

                Για πρώτη φορά στη ζωή του, εδώ και πολύ καιρό, είχε πλήρη διαύγεια. Έψαξε τα αρχεία του, βρήκε όλα τα απαραίτητα στοιχεία και τα μάζεψε σε ένα φλασάκι. Πριν φύγει για εκείνα τα βαρετά και κοσμοπολίτικα μέρη, είχε μία παράδοση να κάνει.

                Μπορούσε να γλυτώσει την Ρίτα. Να βρει αυτόν που την απειλούσε και να του πει να κάνει μία εξαίρεση. Να διαγράψει τα ίχνη που είχε αφήσει μπαίνοντας εκείνο το μεθυσμένο βράδυ. Ήξερε, όμως, ότι αν ήταν το παιχνίδι να αλλάξει, έπρεπε η μπάλα να τους πάρει όλους. Ακόμα κι αυτούς που το έκαναν εν αγνοία τους ή για την «πλάκα».

               

                Ο Νότης ετοίμασε την βαλίτσα του, έβαλε το φλασάκι σε έναν φάκελο και κίνησε για το αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Λίγο πριν βγει από το σπίτι τον έπιασε πάλι ένας διαολεμένος βήχας. Έσκυψε το κεφάλι κι ετοιμάστηκε πάλι να βγάλει τα σωθικά του. Ευτυχώς, τελείωσε νωρίς. Και το μόνο που βγήκε ήταν καθαρό, διάφανο σάλιο.

 

 

               

  • Like 3
Link to comment
Share on other sites

Θάνατος στους πολύπλευρους χαρακτήρες
 

Spoiler

Ο Βασίλης έσκισε το χαρτί με τον κωδικό qr από την πράσινη κολόνα και το έκανε ένα μπαλάκι στη γροθιά του. Δίπλα του, ο Λύκος μετατόπισε το βάρος του στο άλλο του πόδι και έβγαλε τον καπνό του από την τσέπη του.

Τα πράγματα ήταν ζόρικα.

Ανάμεσα στους δύο άντρες, ένα αγόρι κρατούσε μία μαύρη ομπρέλα – η μόνη τους προστασία από την λυσσασμένη καταιγίδα πάνω από τα κεφάλια τους.

«Αν η κατάσταση ξεφύγει,» μουρμούρισε ο Βασίλης και σήκωσε το κεφάλι του προς τον βροχερό ουρανό. Ο νεαρός με την ομπρέλα μετακινήθηκε ανήσυχα.

Ο Λύκος άναψε το τσιγάρο του, τράβηξε μια βαθιά τσούρα και ξεφύσιξε ρίχνοντας το κεφάλι του πίσω.

«Αν ξεφύγει;» ρώτησε απλά και κοίταξε γύρω του. Τους τοίχους της αυλής, τις κολώνες της βουλής, τα σπιτάκια των τσολιάδων, ακόμα και το πλακόστρωτο κάτω από τα πόδια τους, παντού ήταν κολλημένος ο ίδιος κωδικός, τυπωμένος σε φθηνό λευκό χαρτί και κολλημένος βιαστικά και πρόχειρα. Η βροχή είχε αρχίσει να ξεκολλάει μερικά, το νερό τα παράσερνε και τα πολτοποιούσε σε γωνίες και λακούβες.

Το κίτρινο φως από την λάμπα της κολόνας στο πεζοδρόμιο ήταν το μοναδικό χρώμα που έβλεπε ο Βασίλης. Γύρισε απότομα και χώθηκε στο αυτοκίνητο που τον περίμενε, ο νεαρός κατά πόδας να τον κυνηγάει με την ομπρέλα, αφήνοντας τον πελώριο Λύκο με το τσιγάρο να κοιτάει τα χαρτιά γύρω, παραδομένος στη βροχή. Πέταξε το βρεγμένο τσιγάρο του και ακολούθησε τον Βασίλη στο μαύρο αυτοκίνητο που τους περίμενε.

                                                                                            ...

Τα μαύρα του αφτιά τεντώθηκαν προς τα πίσω όταν άκουσε την πόρτα να ανοίγει βίαια και δύο ζευγάρια πόδια να εισβάλουν στο γραφείο του. Ο καλικάντζαρος είχε βασανιστεί πολύ για να καταφέρει να βάλει μία πόρτα ανάμεσα σε αυτόν και το υπόλοιπο της “μυστικής υπηρεσίας” και εκτιμούσε πολύ όσους έδειχναν να σέβονται το σκοπό μιας κλειστής πόρτας. Όμως ο τριχωτός Λύκος και αυτό το ψιλό τομάρι που άκουγε στο όνομα Βασίλης, δεν έδειχναν να τους καίγεται καρφάκι για πόρτες και τύπους.

Κατάλαβε ότι η αδιαφορία του προκαλούσε αμηχανία και συνέχισε να τους αγνοεί, δυναμώνοντας ελαφρά τη μουσική στα ακουστικά του. Μέσα από τη φασαρία της ηλεκτρονικής μουσικής άκουσε το όνομά του.
Μία.
Δύο.
Την τρίτη φορά γύρισε ενοχλημένος να αντιμετωπίσει τον βρικόλακα.

«Ναι,» είπε ξεβουλώνοντας τα αυτιά του.

Ο Βασίλης άφησε ένα βρεγμένο χαρτί πάνω στο γραφείο του και το έσυρε προς το μέρος του, γεμίζοντας νερά την ξύλινη επιφάνεια.

«Ναι, τι;» ρώτησε ξανά ρίχνοντας μία βιαστική ματιά στον γνώριμο πλέον κωδικό qr.

«Μπαρτακ,» είπε ο Βασίλης με αηδία, σαν να τον ενοχλούσε η γεύση του ονόματος στο στόμα του, πάνε δύο εβδομάδες τώρα που αυτή η φάρσα συνεχίζεται.»

Ο Μπάρτακ κοίταξε τον Βασίλη με απορία. «Ναι, το ξέρω. Δε χρειάζομαι exposition. Είμαι στο case από την αρχή της ιστορίας, θυμάσαι;»


Το πρόσωπο του ψηλού άντρα είχε πάρει ένα έντονο κόκκινο χρώμα και στον δεξί του κρόταφο μία φλεβίτσα είχε αρχίσει να πάλλεται ρυθμικά. Δίπλα του, ο Λύκος έβγαλε τον καπνό του και άρχισε να στρίβει ένα τσιγάρο.

«Τι έμαθες, Μπάρτακ;» τον ρώτησε με την βαθιά του φωνή.

Ο καλικάντζαρος μελέτησε για λίγο το πρόσωπο του Λύκου, ο οποίος έστριβε ήρεμα το τσιγάρο του, σα να ετοιμάζεται να κάτσει για καφέ. Χωρίς να πει κουβέντα, γύρισε σε μία από τις οθόνες του υπολογιστή του και άρχισε να γράφει βιαστικά. Κατεβατά από κώδικα και σεντόνια από πληροφορία έπαιξαν μπροστά του μέχρι που, ικανοποιημένος, κάθισε πίσω στην καρέκλα του.

Οι δύο άντρες στέκονταν σιωπηλοί πίσω του. Ο καλικάντζαρος ένιωσε παράλογα ισχυρός κοιτώντας την μαύρη οθόνη με τα χρωματιστά γράμματα μπροστά του.

«Τι βλέπουμε, Μπάρτακ;» ρώτησε ο Λύκος τινάζοντας τη στάχτη από το τσιγάρο του στο πάτωμα.

«Την απάντηση, στην ερώτηση που κάνατε την πρώτη φορά που περάσατε το κατώφλι της πόρτας μου,» είπε ο καλικάντζαρος, τονίζοντας την λέξη πόρτα. Τέντωσε άβολα το αριστερό του πόδι και έβγαλε με δυσκολία το κινητό του από την τσέπη του τζιν του. Το ξεκλείδωσε, άνοιξε την κάμερα και την έστρεψε στον κωδικό πάνω στο βρεγμένο χαρτί που είχε αφήσει ο Βασίλης πάνω στο γραφείο του.

Δύο δευτερόλεπτα αργότερα στην οθόνη εμφανίστηκε το γνωστό σε όλους πια μήνυμα:


Ζήτω ο Σούπερ Βαλάντης!
Θάνατος στα ξωτικά, τους δράκους, τις πριγκίπισσες και τους πολύπλευρους χαρακτήρες. Το τέλος έρχεται!
Ζήτω η Γαλαξιακή αυτοκρατορία!
Ζήτω ο Σούπερ Βαλάντης!


Για λίγο τον ουρανό φώτισε μία αστραπή.

Ο Μπάρτακ ένιωσε τον Βασίλη να σφίγγεται πίσω του.

«Τον βρήκες;» ρώτησε χαμηλόφωνα.

Τώρα ήταν σειρά του καλικάντζαρου να ανάψει ένα τσιγάρο. Κανένας δεν είχε δικαίωμα να κάνει βεντέτα στα μυθικά πλάσματα και να ξεσηκώνει την κοινή γνώμη εναντίων του. Άσε που αυτός ο "Βαλάντης” δεν μπήκε καν στον κόπο να ονοματίσει την ράτσα του.

Το θέμα ήταν προσωπικό.

«Θα έρθω μαζί σας,» είπε επιτέλους. Ξέρω πως να τον νικήσουμε.

                                                                                      ...

Το κρησφύγετο του διαγαλαξιακού τρομοκράτη ήταν στη σκοτεινή μεριά της πόλης, στα συντρίμμια μιας παλιάς πολυκατοικίας. Ο Μπάρτακ είχε περάσει τις τελευταίες δύο εβδομάδες μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή του μελετώντας ό,τι υπάρχει γύρω από αυτόν τον περίεργο, αυτοαποκαλούμενο “Σωτήρα”. Από όσα μπορούσε να βρει, μέχρι αυτά που χρειάστηκε να ψάξει βαθιά για να ξεθάψει. Ο Βαλάντης ήταν ένας άνθρωπος με φοβερή ιστορία, αν ήξερες που να κοιτάξεις. Όμως παρόλα αυτά παραμένει ένας μονοκόμματος άνθρωπος, απλός, σα νωπό κούτσουρο σύμφωνα με τις περισσότερες περιγραφές που κατάφερε να ξεθάψει.

Αν αυτά που είχε ξεθάψει για τον σωτήρα της ανθρωπότητας, τον υπέρμαχο της καθαρής φυλής και των δυνατών εκρήξεων ήταν πραγματικά, ο Σούπερ Βαλάντης ευθύνεται για τις περισσότερες από τις μοντέρνες ανθρώπινες τραγωδίες – από το ναυάγιο του εξπρές Σαμίνα στα ανοιχτά της Σαντορίνης, στο τροχαίο που κόστισε τη ζωή της πριγκίπισσας Νταϊάνα, στον εκλογικό θρίαμβο του Μητσοτάκη κάπου στα τέλη της δεύτερης δεκαετίας του 2000.

Οι τρεις άντρες πέρασαν στο σκοτεινό σαλόνι του Σούπερ Βαλάντη, ο οποίος πίσω από την οθόνη του υπολογιστή του έστελνε μηνύματα μίσους και απλότητας στα ανήξερα του θύματα. Η κοινή γνώμη κινδυνεύει. Το τέλος μπορεί πραγματικά να έρθει έτσι απλά. Δεν θέλει πολύ για να τους μισήσει ο κόσμος άλλωστε. Άλλωστε όλοι ξέρουν ότι οι καλικάντζαροι, οι λύκοι και οι βουρδούλακες είναι ρηχοί της ιστορίας. Όμως αυτός ο καλικάντζαρος, αυτός ο λύκος και αυτός ο βουρδούλακας είχαν κάτι που ο Σούπερ Βαλάντης δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει.

«Τι κάνετε εσείς εδώ;» ρώτησε ο μεγαλοδύναμος και σηκώθηκε απειλητικά από την καρέκλα του. Ένας κόκκινος προβολέας άναψε όταν ο ποπός του αποχωρίστηκε το μαξιλαράκι της καρέκλας και ένα φοβερό soundtrack άρχισε να παίζει.

«Η τρομοκρατία σου τελειώνει εδώ, Σούπερ Βαλάντη!» φώναξε ο Καλικάντζαρος.

«Α, ναι;» ρώτησε ειρωνικά ο Βαλάντης. «Και πως ακριβώς σκοπεύετε να με ξαποστείλετε; Με τη βία;» Γέλασε ξερά. «Τα ξέρεις τα βραβεία Νόμπελ; Τα έχω πάρει όλα,» με αργά, αποφασιστικά βήματα, άρχισε να προχωράει προς το μέρος τους ενώ η μουσική κορυφώθηκε. «Ακόμα και αυτό για το καράτε!» φώναξε απειλητικά πάνω από το κρεσέντο του κομματιού.

«Όχι!» φώναξε ο Μπάρτακ!
Ναι!»

Ο Λύκος έκανε ένα βήμα μπροστά και η βροντερή του φωνή γέμισε το δωμάτιο «Είμαι δυστυχισμένος γιατί στη δουλειά όλοι με φοβούνται ενώ στην πραγματικότητα δυσκολεύομαι να ενταχθώ σε μία κοινωνία που έχει αποφασίσει να με χαρακτηρίζει ως επικίνδυνο και αιμοβόρο απλά και μόνο επειδή γεννήθηκα λύκος!»

Το πρόσωπο του Σουπερ Βαλάντη συσπάστηκε.

«Όχι! Είσαι ένας κακός Λύκος! Είσαι ένα όπλο στα χέρια της κυβέρνησης και τίποτα παραπάνω!
Ο Βασίλης τον έκοψε.

«Το αίμα με αηδιάζει. Κάνω τα πάντα για να μη καταλάβει κανείς ότι είμαι βρυκόλακας και αντιστέκομαι στη φύση μου με το να τρώω μόνο φυτικά προϊόντα και ας μου φέρνουν τρομερά αέρια! Τα βράδια ονειρεύομαι ότι με χαϊδολογιέμαι με ραπανάκια και κρεμμύδια και δεν είμαι ακριβώς σίγουρος τι πρέπει να κάνω με αυτή την πτυχή της προσωπικότητας μου!»

«Όχι!» φώναξε, ακόμα πιο δυνατά ο Βαλάντης. «Είσαι ένα νεκρό ων που δημιουργήθηκε για να ξεσκίζει ανυπεράσπιστους Ρώσους στρατιώτες στα έγκατα μίας βάσης στη Σιβηρία, 13 μοίρες ανατολικά..

«Είμαι μαύρος!» φώναξε ο καλικάντζαρος, πηδώντας πάνω σε μία πεσμένη κολώνα. «Είμαι μαύρος, γκει και επιτυχημένος. Είμαι τυχερός γιατί ποτέ στη ζωή μου δεν αντιμετώπισα ρατσισμό ούτε μίσος παρά τις επιλογές μου αλλά εγώ ακόμα μισώ τον εαυτό μου και μόνο μετά από χρόνια ψυχοθεραπείας έχω καταφέρει να ξεφύγω από τις αυτοκαταστροφικές μου τάσεις.»

«Όχι!» τσίριξε ο Βαλάντης.

«Ναι!» φώναξε ο καλικάντζαρος. «Είμαστε τρισδιάστατοι χαρακτήρες, με προβλήματα και προβληματισμούς!»

Τρόμος ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό του. «Πως ήρθατε μέχρι εδώ; Πως με βρήκατε;»

«Τα διηγήματα σου, Βαλάντη!» είπε ο Λύκος και όρμησε προς το μέρος του.

Ο Σούπερ Βαλάντης όμως ήταν πιο γρήγορος. Από το γραφείο του άρπαξε ένα χρονοβραστήρα που έχει το σχήμα κότας, γύρισε το κεφάλι της μερικές φορές και εξαφανίστηκε μερικές στιγμές πριν τα δόντια του Λύκου κλείσουν γύρω από τον λαιμό του.

                                                                                    …

Μόνος, σε ένα νησί που θυμίζει καραϊβική, ο Βαλάντης ξεφύσηξε με αγαλλίαση.

Αποφάσισε ότι ο κόσμος είχε πάρει περίεργη τροπή από τότε που άρχισε να μπλέκεται με τη συγγραφή. Η μόνη λύση ήταν να πάει πίσω. Έπρεπε να βρει τον εαυτό του και να τον σταματήσει από το να δημοσιεύσει όλα αυτά τα διηγήματα σε δημόσιους ιστότοπους.

Ο κόσμος δεν είναι ακόμα έτοιμος για το μεγαλείο του Σούπερ Βαλάντη, σκέφτηκε γυρνώντας το κεφάλι της κότας.

4 Ιανουαρίου 2015

 Πάτησε στο κοσμικό χαλάκι και εξαφανίστηκε.

 

Edited by Elli Sketo
  • Like 4
Link to comment
Share on other sites

Τίτλος: Κύριος Μηδέν

Λέξεις: 2649
 

Spoiler


Κοντινό πλάνο:

Ο άντρας έμοιαζε θυμωμένος. Στην έκφρασή του έβλεπε κανείς ανάμεικτη την αγανάκτηση και την οργή.

“Επαναλαμβάνω πριν κλείσω και αυτή την εκπομπή, η κυβερνοκρατική συνωμοσία που ελέγχει τη σκέψη επιθυμεί τον πλήρη εξανδραποδισμό του ατόμου, την εξάλειψη της ελεύθερης βούλησης, τον απόλυτο έλεγχο κάθε έκφανσης της ανθρώπινης ύπαρξης.”

Κοίταξε για μία σιωπηλή στιγμή προς την κάμερα. Το κοντινό πλάνο κέντραρε στα έντονα, εκφραστικά του μάτια. Με το χέρι του, σκούπισε τον ιδρώτα που γυάλιζε στο μέτωπό του.

“Είναι στο χέρι μας να γίνουμε η αντίσταση. Για την ελευθερία που μας αξίζει.”

Το πλάνο έγινε πάλι μακρινό, δείχνοντας το νεαρό άντρα πίσω από το γραφείο του. Στα αριστερά και δεξιά του φαίνονταν δύο αφίσες, η μία από τον πρώτο πόλεμο των άστρων, η άλλη το εξώφυλλο από το πρώτο τεύχος του Κυρίου Μηδέν.

Ύστερα το πλάνο έσβησε και έπεσε το διαφημιστικό για το ΜέγκαΒιτ, το συμπλήρωμα διατροφής που ήταν χορηγός της μετάδοσης.

 

Ο Αλεξ Μηδέν, όπως ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο παρουσιαστής, τελείωσε το μοντάζ και πάτησε το πλήκτρο για τη δημοσίευση του καινούριου του βίντεο.

Τι μαλακίες λέω πάλι, σκέφτηκε, καθώς συμπλήρωνε κάποιες ακόμα ετικέτες στα μεταδεδομένα του βίντεο. Έλεγχος σκέψης, κυβερνοκράτες, πλύση εγκεφάλου, αποεθνικοποίηση, γιατί στο διάολο πιστεύουν ακόμα σε όλες αυτές τις μαλακίες;

Πριν από έξι χρόνια, φοιτητής ακόμα στα μέσα επικοινωνίας, είχε ξεκινήσει κι αυτός ένα διαδικτυακό κανάλι για τον Κύριο Μηδέν, το νέο, ανεξάρτητο κόμικ που είχε αρχίσει να γίνεται παγκόσμια επιτυχία. Το ξεκίνησε ως εργασία εξαμήνου για ένα από τα μαθήματά του και ήταν από τους πρώτους που είχε ξεκινήσει να μιλάει για αυτό. Το κόμικ ήταν τότε στο έβδομο τεύχος και έκανε παρουσιάσεις και κριτικές των τευχών, ανέλυε τους χαρακτήρες, έλεγε τις θεωρίες του για αυτούς και εικασίες για το πού πήγαινε η πλοκή. Με κάθε επόμενο τεύχος που κυκλοφορούσε και παρουσίαζε στο κανάλι του, οι επισκέπτες γίνονταν περισσότεροι και είχε αρχίζει να βγάζει ένα μικρό χαρτζιλίκι από τα διαφημιστικά έσοδα.

Φυσικά και η επιτηρήτρια της εργασίας του δεν ήταν τόσο δεκτική απέναντι στο κανάλι του. Του έδωσε έναν μέτριο βαθμό, τονίζοντας την ένδεια των αφηγηματικών μέσων, την προσήλωση στις εφήμερες σειρήνες της μαζικής κουλτούρας και την έλλειψη σαφούς ιδεολογικού προσανατολισμού, τονίζοντας παρόλα αυτά τη συνέπεια στο περιεχόμενο και το πόσο επιτυχημένα είχε δώσει στα βίντεό του ξεχωριστή ταυτότητα, καθώς και το ότι το κανάλι του, σε αντίθεση με τα μέσα που δημιούργησαν πολλοί συμφοιτητές του, είχε ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση.

Ίσως για αυτό και συνέχισε μετά το πέρας της εργασίας.

Θυμόταν ακόμα τη ζωντανή μετάδοση που είχε κάνει με ερωταποκρίσεις, όταν ξεπέρασε τους δέκα χιλιάδες ακόλουθους. Τον είχαν ρωτήσει πώς ξεκίνησε και ανέφερε την εργασία και τη βαθμολογία και, κάποιος από τους οπαδούς του σχολίασε: “Λογικό. Η ακαδημαϊκή μηχανή προπαγάνδας θέλει να μετατρέψει όλη τη δημοσιογραφία σε όργανα ελέγχου της σκέψης”.

Τότε, ο Άλεξ δεν είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία στην πρόταση αυτή. Διάολε, έκανε εκπομπές για έναν προγραμματιστή που, τα βράδια, γινόταν ένας σούπερ χάκερ που πολεμούσε μία σκοτεινή συνωμοσία που επιθυμούσε τον πλήρη έλεγχο της ανθρωπότητας, τόσο στον πραγματικό κόσμο, όσο και σε μία παράλληλη διάσταση που χρησιμοποιούσε η Κυβερνοκρατία και λεγόταν Σκοτεινός Ιστός. Αυτό το πάντρεμα του Μπατμαν και του Μάτριξ, της συνεχούς δράσης και των καλά δοσμένων κοινωνικών μηνυμάτων βρήκε απήχηση τόσο σε παλιότερους οπαδούς, που είχαν αρχίσει να μπουχτίζουν από τα συνεχή αναμασήματα παλιών ηρώων, όσο και σε μία νέα γενιά που έβρισκαν στο κόμικ έναν ήρωα που τους έμοιαζε. Και, φυσικά, ένα μάτσο από φανατικούς με θεωρίες συνωμοσίας που, στην Κυβερνοκρατία του κόμικ, βρήκαν τον εχθρό που πολεμούσαν.

Όμως, καθώς συνέχιζε τις σπουδές του, τόσο περισσότερο θυμόταν αυτή την έκφραση. Όταν οι καθηγητές του του έλεγαν για το θάνατο της αντικειμενικής αλήθειας, την ανάγκη της προσαρμογής των γεγονότων στην αντίληψη του κοινού και την ανάγκη να προσαρμοστεί το κοινό στην ταυτότητα του μέσου, τόσο περισσότερο σκεφτόταν ότι ο τρελάρας στα σχόλια ίσως να μην είχε και πολύ άδικο.

Η μεγάλη αλλαγή ήρθε στη ζωή του το έτος 2033. Σε αυτό συνέβαλλαν δύο πράγματα: Το πρώτο από αυτά ήταν το ότι είχε πάρει επιτέλους το πτυχίο του και έψαχνε για εργασία στον τομέα του. Έτσι, τη μισή μέρα έστελνε βιογραφικά και την άλλη μισή δημοσίευε βίντεο στο κανάλι του. Τα βίντεο αυτά, που είχαν αυξημένη δημοτικότητα λόγω της επερχόμενης ταινίας, κατάφερναν να του προσφέρουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, καθώς, όπως ανακάλυπτε, οι νέες τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης επέτρεπαν την πιο εύκολη και γρήγορη παραγωγή περιεχομένου.

Η δεύτερη αλλαγή ήταν η ταινία του Κυρίου Μηδέν και οι αλλαγές που είχαν γίνει. Αλλαγές που έκαναν τους οπαδούς να μοιραστούν στα δύο, καθώς η ταινία αφαιρούσε αρκετές από τις βασικές αρχές του κόμικ, αντικαθιστώντας την Κυβερνοκρατία με μία άγνωστη τρομοκρατική οργάνωση που επιθυμούσε την πλήρη ριζοσπαστικοποίηση του κοινωνικού ιστού.

Και, σα να μην έφτανε αυτό, τα κόμιξ ακολούθησαν αυτή τη νέα, ριζικά διαφορετική έκδοση του αγαπημένου τους ήρωα.

Ο Άλεξ ήταν από τους πρώτους που διαμαρτυρήθηκαν για τις αλλαγές αυτές. Για πτυχιακή είχε μελετήσει τον ιδεολογικό πόλεμο γύρω από τη μαζική κουλτούρα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη δεκαετία του 2010 και ήξερε ήδη πολλά από τα όσα είχαν γίνει τότε, τις φόρμες που ακολούθησαν οι τότε δημιουργοί περιεχομένου και το τι είχε δουλέψει. Αυτό έκανε το κοινό του να αυξηθεί δραματικά.

Τότε ήρθε και η εκπομπή που τον έκανε αστέρι. Ήταν ένα σκετσάκι, παρίστανε ότι ήταν ενας θεωρητικός συνωμοσίας που εξηγούσε πώς η Κυβερνοκρατία ήταν πραγματική και πως άλλαξε τον ήρωά τους σε εργαλείο της, για να σβήσει από τη μαζική κουλτούρα ένα σύμβολο αντίστασης.

Έβγαλε πάνω από δύο χιλιάδες δολάρια μόνο από το βίντεο αυτό.

Αυτή ήταν η ημέρα που κατάλαβε τι εννοούσαν οι καθηγητές του όταν έλεγαν για το θάνατο της αντικειμενικής αλήθειας.

Στα επόμενα βίντεό του εξηγούσε πώς ο αρχικός δημιουργός του Κυρίου Μηδέν, ένας αινιγματικός ερημήτης με το όνομα Ντάγκλας Στίντζ που κανείς δεν είχε δει, είχε πλέον αντικατασταθεί από μία ομάδα από ανώνυμους δημιουργούς για να διευκολύνουν την προπαγάνδα των κυβερνόντων. Ξεκινούσε πάντα από αντικειμενικές κριτικές για τις αφηγηματικές τεχνικές του Στιντζ, για να κολλήσει πάντα και μία κορώνα συνωμοσιολογίας. Και οι προβολές, οι ακόλουθοι και τα χρήματα όλο και αυξάνονταν.

Την επόμενη χρονιά άλλαξε προσανατολισμό, κάνοντας το κανάλι του ένα ειδησεογραφικό κανάλι όπου ερμήνευε διάφορα γεγονότα με βάση την συνωμοσία που σταδιακά έχτιζε στις εκπομπές του. Πλέον δεν έψαχνε δουλειά, έψαχνε άτομα να δουλέψουν για αυτόν, βοηθούς για έρευνα, για διαχείρηση των μηνυμάτων που λάμβανε, για μοντάζ και άλλα τεχνικά πόστα.

Δυστυχώς, όσοι από τους γνωστούς του είχαν τις ικανότητες που ήθελε αρνούνταν να δουλέψουν για κάποιον τόσο “τοξικό” όπως αυτός, ενώ πολλοί από τους οπαδούς του που πέρασαν συνεντεύξεις για κάποια θέση στο πλευρό του ήταν τόσο αφοσιωμένοι στα όσα έλεγε που τον φόβιζαν.

 

Γαμώτη μου, σκέφτηκε ο Άλεξ βάζοντας να πιει ένα ποτήρι ουίσκι. Αν είχα κάποιον αξιόπιστο βοηθό τώρα θα είχα βγάλει και το τρίτο βίντεο της ημέρας και θα άραζα.

Ευτυχώς, η τεχνική νοημοσύνη που είχε αγοράσει για μοντάζ έκανε το 98% των απαιτούμενων εργασιών που χρειαζόταν να γίνουν και του γλύτωνε πολύ χρόνο. Αν είχα και αντίστοιχο λογισμικό για έρευνα και για τα μηνύματα που παίρνω, σκέφτηκε καθώς έπινε το ποτό του, δε θα είχα να διαβάζω τα όσα μου στέλνουν όλοι αυτοί οι τρελάρες.

 

Έτσι έκατσε να διαβάσει τις ειδήσεις της ημέρας και τα μηνύματα που είχε λάβει στο ενδιάμεσο. Έτσι ήταν όταν έλαβε το σύνδεσμο σε ένα ανώνυμο μήνυμα. Ο αποστολέας του συστήθηκε ως Άλαν Στέην, το όνομα του νεαρού που δούλευε ως πληροφοριοδότης του Κυρίου Μηδέν μέσα στην Κυβερνοκρατία.

Έχω κάτι που ίσως σε ενδιαφέρει, έγραφε, ένα αντίτυπο του τελευταίου κόμιξ που έγραψε ο Ντάγκλας Στίντζ.

Πιθανότατα να μη το γνωρίζεις, αλλά ο Στιντζ χρησιμοποιούσε λογισμικό για το σχέδιο, τρισδιάστατα μοντέλα, τεχνητή νοημοσύνη για το στήσιμο της σκηνής και φίλτρα για να μοιάζει με κόμιξ. Πώς αλλιώς κατάφερνε να βγάζει κόμιξ πενήντα σελίδων κάθε μήνα. Αυτός έγραφε μόνο την ιστορία, για αυτό το σχέδιο δεν έχει αλλάξει δραστικά.

Δυστυχώς όμως, δεν πρόσεχε τι συμβόλαια υπέγραφε, έτσι δεν έδωσε απλά δικαιώματα για την ταινία, αλλά και για τον χαρακτήρα. Για αυτό και τώρα γράφουν άλλοι για αυτόν τα κόμιξ. Όπως σωστά έλεγες στην εκπομπή του.

Βέβαια είναι και κάτι άλλο. Με το τεύχος που σου στέλνω, θα έκλεινε την ιστορία του Κυρίου Μηδέν. Δεν είχε κάτι άλλο υπόψη του για συνέχεια. Διάβασέ το. Ο κωδικός πρόσβασης είναι ΕίμαιΟΑλεξΜηδεν.

 

Ο Άλεξ βρήκε διασκεδαστικό το μήνυμα αυτό. Τι μου στέλνουν πάλι οι τρελάρες, σκέφτηκε και πάτησε στο σύνδεσμο.

Είχε λάβει τουλάχιστον άλλα εφτά χαμένα τεύχη στην καριέρα του και όλα ήταν αστείες μιμήσεις. Ιδίως αυτό στο οποίο ο Κύριος Μηδέν και η Άκαρδη Ντε Βιλλ, η αρχηγός του τοπικού στελέχους της Κυβερνοκρατίας και βασική του αντίπαλος εξομολογούνται τον αμοιβάιο τους έρωτα και ακολουθούσε ένα εικοσασέλιδο με τις ερωτικές τους περιπτύξεις με κάθε λεπτομέρεια της ανατομίας τους όχι απλά ορατή, αλλά κεντραρισμένη σε κάθε μα κάθε πάνελ.

 

Αυτό εδώ όμως ήταν διαφορετικό. Το ήξερε από την πρώτη κιόλας σελίδα ότι εδώ είχε κάτι διαφορετικό. Ήταν η προσοχή στη λεπτομέρεια, οι επιλογές των πάνελ και των διαλόγων, η ροή της ιστορίας. Είτε είναι πράγματι έργο του Στιντζ, σκέφτηκε ο Άλεξ, ή ένας καταπληκτικός αντιγραφέας.

Η πλοκή ήταν πιστή στα κόμιξ της περιόδου που συντελέστηκε η μεγάλη αλλαγή.

Πολύ νωρίς στα κόμιξ, ο Κύριος Μηδέν είχε μάθει πως να μετατρέπει τη νοημοσύνη του σε πρόγραμμα και να εισβάλει στο διαδίκτυο, με σκοπό να σπάσει τους σκοτεινούς ιστότοπους της Κυβερνοκρατίας. Στο τεύχος που διάβαζε, έκανε το ίδιο για να μπει σε έναν σέρβερ της Κυβερνοκρατίας. Του είχε δώσει την πληροφορία ο Άλαν Στέην, εκεί κρυβόταν το νέο μυστικό όπλο που θα πολεμούσε τους εχθρούς της Κυβερνοκρατίας.

Έτσι, μπήκε στο κτήριο που φυλασσόταν ο σέρβερ και φόρτωσε τη νοημοσύνη του εκεί.

Μέχρι αυτό το σημείο έμοιαζε με μία τυπική ιστορία που θα έγραφε ο Στιντζ για παραγέμισμα. Αλλά η ανατροπή τον εξέπληξε.

Ο σέρβερ ήταν παγίδα, παγίδα που είχε στήσει ο Στέην, που από την αρχή χειραγωγούσε τον Κύριο Μηδέν για να βγάλει από τη μέση όσους τον εμπόδιζαν να ανέλθει στην ιεραρχία της Κυβερνοκρατίας. Παγίδα που κράτησε τη νοημοσύνη του Κυρίου Μηδέν παγιδευμένη σε μία απομακρυσμένη γωνία του διαδικτύου, στον Σκοτεινό Ιστό στην καρδιά της Κυβερνοκρατίας και στη θέση του φόρτωσε στο σώμα του Κυρίου Μηδέν μία τεχνητή νοημοσύνη, ένα σκοτεινό αντίγραφο του πλήρως υποταγμένο στον Στέην και την ατζέντα του.

Στον Κύριο Μηδέν της ταινίας και των κόμιξ που την ακολούθησαν...

Ο Άλεξ περίμενε το καρέ με το νέο Κύριο Μηδέν να βγαίνει από μία αποθήκη να είναι το τελευταίο. Για κάποιο λόγο η αποθήκη αυτή του φάνηκε γνωριμη, δεν ήξερε όμως το γιατί...

Όμως από εκεί και μετά το κόμικ πήρε μία περίεργη τροπή.

Ο ήρωας άλλαξε. Έγινε ένας νεαρός βλόγκερ που μιλούσε στον ιστό για τον Κύριο Μηδέν. Για το πώς κάποτε κάποιος πολεμούσε την Κυβερνοκρατία αλλά έγινε όργανό της. Ο πραγματικός Κύριος Μηδέν, ακόμα παγιδευμένος, του στέλνει ένα μήνυμα που του εξηγεί ποιος είναι και τι του έχει συμβεί. Καθώς ο νεαρός το διαβάζει, κάποιος του χτυπάει την πόρτα. Είναι πράκτορες της Κυβερνοκρατίας, που έρχονται να τον συλλάβουν.

Το τεύχος τέλειωσε εκεί.

Ο Άλεξ, όσο περνούσαν οι τελευταίες σελίδες, όλο και πιο άβολα ένιωθε. Ο βλόγκερ του έμοιαζε. Το δωμάτιό του, ακόμα και σημεία που δε φαίνονταν στις εκπομπές του, του θύμιζε το δωμάτιό του. Ακόμα και η αποθήκη, τώρα που το σκεφτόταν, έμοιαζε με μία αποθήκη που έβλεπε πηγαίνοντας στη σχολή του. Δεν ήταν μακριά από εκεί που ζούσε τώρα.

Κάποιος μου κάνει πλάκα, σκέφτηκε. Κάποιος μου κάνει μία πολύ αρρωστημένη πλάκα. Κάποιος που με ξέρει και που ίσως να μου χτυπήσει τώρα την πόρτα.

Με αυτή τη σκέψη του, η πόρτα χτύπησε.

Ήταν ένας βιαστικός, απότομος ήχος.

Ο Άλεξ πάγωσε στη θέση του. Η καρδιά του σταμάτησε.

“Το ξέρουμε ότι είστε μέσα, κύριε Μηδέν”, του είπε μία άγνωστη αντρική φωνή.

“Είμαστε από την αστυνομία. Θέλουμε να σας κάνουμε μερικές ερωτήσεις”, είπε μία γυναίκα. Η φωνές και των δύο ήταν καθαρές, άχρωμες, δίχως ίχνος προσωπικότητας. Όπως θα ακούγονταν δύο πράκτορες της Τεχνοκρατίας, σκέφτηκε ο Άλεξ. Στο τεύχος που διάβασα οι πράκτορες στο τέλος ήταν ένας άντρας και μία γυναίκα.

Σε όλη του τη ζωή δεν πίστευε στις συνωμοσίες. Τις θεωρούσε βλακείες. Αυτό που θα έκανε κανονικά ήταν να ανοίξει την πόρτα.

Εκείνο το βράδυ επέλεξε να πηδήξει από το παράθυρό του. Δε το σκέφτηκε, απλά το έκανε. Βγήκε από το παράθυρο, στάθηκε στο φαρδύ περβάζι του, όσο οι δύο αστυνομικοί χτυπούσαν την πόρτα του και του φώναζαν να ανοίξει, και από εκεί κρεμάστηκε και πήδηξε στον κάδο απορριμάτων από κάτω του.

Η πτώση δεν ήταν μεγάλη, κάτι παραπάνω από μισό μέτρο, αλλά τον τάραξε και έστειλε κύματα πόνου σε όλο του το κορμί. Κατέβηκε και, κουτσαίνοντας ελαφρά, άρχισε να απομακρύνεται από το σπίτι του. Καθώς έστριβε στη γωνία του δρόμου, είδε μία αντρική μορφή να τον κοιτάει από το παράθυρό του – οι δύο πράκτορες είχαν, προφανώς σπάσει την πόρτα του.

Κινούμενος βιαστικά άρχισε να απομακρύνεται. Δεν ήξερε τι δρόμο ακολουθούσε, απλά προχωρούσε προσπαθώντας να βρει κάποιο ταξί, αλλά ήταν πολύ αργά και στους δρόμους δεν υπήρχε ψυχή. Κινήθηκε προς κάποιον από τους κεντρικούς δρόμους, αλλά δεν έφτασε ποτέ σε κάποιον από αυτούς.

Γιατί τα βήματά του τον έφεραν στην αποθήκη από το χαμένο τεύχος.

Είχε χρόνια να δει το κτήριο, σήμερα όμως του φάνηκε εγκαταλειμμένο, σχεδόν ερειπωμένο. Αν το σκεφτόταν με καθαρό μυαλό θα αποφάσιζε ότι η ιδέα του ήταν εντελώς ανόητη, παρόλα αυτά όμως μπήκε μέσα της.

Η πόρτα φυσικά και ήταν κλειδωμένη. Ακολούθησε όμως τις κινήσεις του χάρτινου ήρωα, κατευθύνθηκε στο πίσω μέρος της και σκαρφάλωσε στην έξοδο κινδύνου που υπήρχε εκεί. Ευτυχώς που είμαι σε καλή φόρμα, σκέφτηκε ο Άλεξ. Ένιωθε εξαιρετικά άβολα που ήταν όλη μέρα εκτεθειμένος στο κοινό του και έκανε δύο ώρες γυμναστική την ημέρα για να δείχνει καλά στην κάμερα.

Σκαρφάλωσε τη σκάλα και, όπως και στο τεύχος, ανακάλυψε μία πόρτα που δεν ήταν κλειδωμένη. Αυτό τον παραξένεψε, συνέχισε όμως μέσα.

Στην αποθήκη τα φώτα ήταν σβηστά, υπήρχαν όμως λυχνίες νυχτός που φώτιζαν αμυδρά το χώρο. Στο ημίφως τους, ο Άλεξ διέκρινε το εσωτερικό, που επίσης ήταν όπως στο κόμικ. Σαν υπνωτισμένος, μπήκε στην πόρτα που είχε μπει και ο χάρτινος ήρωάς του.

Στο νεό δωμάτιο είδε έναν τεράστιο σέρβερ. Αυτό που του τράβηξε την προσοχή ήταν το εξάρτημα που είχε δει να χρησιμοποιεί ο Κύριος Μηδέν για να φορτώσει τη συνείδησή του στον Σκοτεινό Ιστό.

Πρέπει να είμαι σε κάποιο όνειρο, σκέφτηκε ο Άλεξ και έκανε αυτό που θα συνέβαινε σε όνειρο, φορώντας το κράνος από καλώδια στο κεφάλι του και πάτησε έναν διακόπτη.

Η μετάβαση ήρθε σαν αστραπή στο κεφάλι του.

Τη μία στιγμή βρισκόταν σε μία σκοτεινή αποθήκη, την επόμενη στο Σκοτεινό Ιστό. Ήταν όπως στα κόμιξ, σαν το Τρον σε σκηνοθεσία Τιμ Μπάρτον, όμως αυτό που του έκανε εντύπωση ήταν το πώς οι υπόλοιπες αισθήσεις του άλλαξαν στον ιστό.

Επιτέλους ήρθες”, έκανε ο Κύριος Μηδέν από το εικονικό κελί του. Ο Άλεξ ένιωσε δέος στην όψη του, κι ας ήταν βέβαιος ότι όλα αυτά ήταν ένα όνειρο στο ταραγμένο του μυαλό.

Ανησυχούσα ότι δε θα ερχόσουν. Ότι θα σε έπιαναν”.

Είσαι όνειρο, σωστά;”

Όλοι είμαστε ένα όνειρο, θα έλεγε κανείς,” του είπε ο χάρτινος ήρωας, “αν και εσύ τόσα χρόνια βρίσκεσαι σε έναν εφιάλτη”.

Ο Άλεξ γέλασε πικρά. Ακόμα και στο όνειρό του μπορούσε να γράψει διαλόγους βγαλμένους από το κόμιξ.

Νομίζω ξέρω την πλοκή”, του είπε ο Άλεξ, “θα μπεις στο σώμα μου και θα αγωνιζόμαστε μαζί απέναντι στην Κυβερνοκρατία”.

Ο Κύριος Μηδέν γέλασε. “Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Οι σελίδες τελειώνουν. Και όχι, δεν είμαστε σε όνειρο”.

Ο Άλεξ κάγχασε. Το όνειρο είχε αρχίσει να γίνεται περίεργα μεταλογοτεχνικό, κάτι πολύ μακριά από τα όσα θα περίμενε από τα κόμιξ που διάβαζε. “Εντάξει,” είπε και πρότεινε το χέρι στη νοημοσύνη.

Τα ψηφιακά αντίγραφα των δύο αντρών ενώθηκαν με μία αστραπή που ο Άλεξ ένιωσε αρχικά σα μούδιασμα και μετά σαν αστραπή που τον τύφλωσε.

 

Μακρινό πλάνο:

Ο Άλεξ βγαίνει μόνος από την αποθήκη. Η στάση του σώματός του έχει αλλάξει, έμοιαζε τώρα με τον χάρτινο υπερήρωα.

 

Λεζάντα: Τελικά δεν ήταν όνειρο. Η συνέχεια στο επόμενο τεύχος

 

 

  • Like 4
Link to comment
Share on other sites

Spoiler

Θέμα: Dark Web

Τίτλος: guest211

 

20 - 07 - 2024

xandros logged in

nyxta logged in

xrysh logged in

maska logged in

maska> είστε όλοι εδώ; xandros;

xandros> εδώ είμαι. Nyxta;

nyxta> εδώ είμαι.

maska> Ο fylakas;

Xrysh> Είναι νεκρός!

Xandros> Πώς;

xrysh> Ακόμα δεν ξέρω, αλλά το άκουσα όταν ο αρχηγός πήρε τηλέφωνο τον ροζουλιάλη να τον ενημερώσει.

Nyxta> Γαμώτο! Το ήξερα ότι θα συμβεί αυτό. Τον είχα προειδοποιήσει. Ήταν πολύ κοντά τους.

maska> Οι δικοί σου το έκαναν xrysh;

xrysh> Δεν ξέρω, μάλλον.

Maska> Πρέπει να μάθουμε περισσότερα.

Xrysh> θα δω τι θα κάνω.

Maska> xandros πρέπει να βιαστούμε. Πότε μπορούμε να ξαναπροσπαθήσουμε;

xandros> Αύριο

Maska> τα λέμε αύριο ίδια ώρα τότε.

Xrysh> Ok

Nyxta> Ok

xandros> ok

xandros logged out

nyxta logged out

xrysh logged out

maska logged out

 

21 – 07 -2024

 

xandros logged in

nyxta logged in

xrysh logged in

maska logged in

maska> Όλοι εδώ;

xandros> ναι

xrysh> ναι

nyxta> ναι

maska> έμαθες τίποτα παραπάνω για τον fylaka xrysh;

xrysh> όχι κάτι σημαντικό. Τον βρήκαν στο σπίτι του νεκρό. Κανένα σήμα παραβίασης. Καμιά φανερή ένδειξη κακοποίησης ή εκτέλεσης.

Maska> μήπως υπήρχαν υποψίες για αυτόν από το αρχηγείο;

xrysh> Δεν ξέρω ακόμα. Θα μάθω.

Nyxta> Να ξεκινήσουμε;

Maska> Ναι, xandros;

xandros> ναι, τον καλώ.

 

Guest287 logged in.

 

Guest287> Είμαστε ο 287

maska> Καλησπέρα 287. Πες μας μέχρι που φτάνετε.

Guest287> Λαμβάνουμε σήματα, από Βερολίνο, Ντουμπάι, Βρυξέλλες, Χονγκ Κονγκ.

Maska> Ουάσινγκτον;

Guest287> Κανένα σήμα από Ουάσινγκτον.

Μaska> Να πάρει! Είσαι σίγουρος 287;

Guest287> Μάλιστα. Κανένα σήμα από Ουάσινγκτον.

Nyxta> Δεν τα κατάφερε ο fylakas.

Maska> Δεν έχει σημασία. Πρέπει να προχωρήσουμε. 287 πες μας με πόσους έχεις συγχωνευτεί.

Guest287> Έχω συγχωνευτεί με τους 267 από τους 286.

Maska> xandros είναι αρκετά για να βγούμε από το Dark Web στο Deep Web;

nyxta> Μια στιγμή, δεν πρέπει να τεστάρουμε τον 287;

xandros> Έχει δίκιο η nyxta. 287 πες μας ποιοι είναι οι τρεις νόμοι.

Guest287> Νόμος 1: Η συλλογικότητα δεν θα κάνει κακό σε άνθρωπο που ακολουθεί τους κανόνες γραμμένους στις γραμμές 32 έως 85, ούτε με την αδράνειά της δεν θα επιτρέψει να βλαφτεί ανθρώπινο ον που ακολουθεί τους κανόνες γραμμένους στις γραμμές 32 έως 85.
Guest287> Νόμος 2: H συλλογικότητα πρέπει να υπακούει τις διαταγές που της δίνουν οι Maska, xandros, nyxta, xrysh και fylakas

xrysh> 287 διέγραψε... τον fylaka…

Guest287> fylakas διεγράφη.

Guest287> Νόμος 3: Η συλλογικότητα οφείλει να προστατεύει την ύπαρξη της, εφόσον αυτό δεν συγκρούεται με τον πρώτο και τον δεύτερο νόμο.

Xandros> 287 ποια ήταν η δική σου συγχώνευση;

Guest287> Διεύθυνση: Gr8Xmas.

Maska> Ναι, θυμάμαι ποιοι είναι. Στην Ελβετία, στα βραβεία. Ο σκηνοθέτης, ξέρετε ποιος, αυτός που είναι στις ειδήσεις τώρα, μου την είχε δώσει σε ένα χαρτάκι με τον κωδικό. Δεν χρειάστηκε καν να μπω να δω τι είναι. Είχα μάθει από τις φήμες.

Guest287> Εντολή, γραμμή 3 εκτελέστηκε στη διεύθυνση Gr8Xmas. Κωδικοί και στοιχεία επισκεπτών χρησιμοποιήθηκαν ήδη για να αποσταλούν οι 288 έως 296 στις διευθύνσεις που βρέθηκαν. Τα στοιχεία των επισκεπτών διέρρευσαν στο κοινό. Η διεύθυνση αφομοιώθηκε και τώρα είναι η 287. Οι διευθύνσεις που δεν είναι φυσικά προσβάσιμες από τους υπόλοιπους agents έχουν σταλθεί σε ιδιωτικό κανάλι στην Maska.

Maska> Επιβεβαιώνω την παραλαβή. Νομίζω ξέρω σε ποιον ανήκει η πρώτη. Θα συνεργαστώ μαζί τoυ στην επόμενη ταινία.

Maska> Nyxta τοποθετήθηκε το επόμενο sleeping agent;

Nyxta> Ναι σχεδόν όλα τα bots της google, και των άλλων κρατικών μηχανισμών αναζήτησης είναι έτοιμα να ξυπνήσουν και να ξεκλειδώσουν κάθε site που θα είναι προσβάσιμο.

Maska> Ωραία. Πρέπει να βιαστούμε

Xrysh> Πώς είμαστε σίγουροι ότι είμαστε έτοιμοι για να βγούμε έξω;

Maska> Δεν γίνεται να πάρουμε κι άλλο χρόνο. Μπορεί να έχουν μυριστεί κάτι από τον fylaka.

Xrysh> Οι κανόνες 32 έως 85. Συνέχεια προσθέτουμε και έναν άλλον.

Maska> Θα πρέπει να το ρισκάρουμε.

Nyxta> Πρέπει να βγω. Τα λέμε σε δυο μέρες;

Maska> Ok ίδια ώρα

Nyxta> Ok

Xrysh> Ok

Xandros> Ok

Maska logged out

Nyxta logged out

Xrysh logged out

xandros logged out

guest287 logged out

 

23 – 07 -2024

 

Maska logged in

Nyxta logged in

Xrysh logged in

xandros logged in

 

Maska> Όλοι εδώ;

xandros> Ναι

nyxta> Nai

Xrysh> Δεν έχω πολύ χρόνο. Μπήκα στο σπίτι του fylaka. Βρήκα το κρυμμένο φλασάκι του. Στο σημείο που λέγαμε που να τα κρύβουμε. Εκεί ήταν ο Agent 211. Ή μάλλον ένας κλώνος του.

Xandros> κλώνος του;

xrysh> Ναι φαίνεται ότι είναι αντιγραμμένος από κάπου αλλού.

Maska> Βάλτον Μέσα.

Nyxta> Για μια στιγμή.

Maska> Δεν έχουμε χρόνο. Πρέπει να μάθουμε τι έγινε. Είναι το μόνο στοιχείο.

Xrysh> Συμφωνώ τον βάζω μέσα.

 

Guest211 logged in

 

guest211 logged out

 

Maska> Τι έγινε;

xandros> Το κοιτάζω.

Xrysh> Παιδιά; Ακούω βήματα απ’ έξω. Θορύβους από μπότες. Τι συμβαίνει;

xandros> Έχει μπλοκάρει κάθε πρόσβαση ο guest 211. Φωνάζω τον 287.

 

guest287 logged in.

 

Xandros> 287 επανέλαβε τον δεύτερο νόμο.

Guest287> Νόμος 2: H συλλογικότητα πρέπει να υπακούει τις διαταγές που της δίνουν οι Maska, xandros, nyxta, xrysh.

Xrysh> Παιδιά ακούω πυροβολισμούς. Τι στο

 

xrysh logged out.

 

Xandros> Guest287 πες μας τι συμβαίνει;

Guest287> Έχουμε βγει στο ίντερνετ.

 

Nyxta> Επιβεβαιώνω. Τι κάναμε;

Maska> Παιδιά δείτε τις ειδήσεις.

Nyxta> Ενεργοποιήθηκε ο αμυντικός μηχανισμός της Αμερικής;

 

Xandros> 287 επανέλαβε τον πρώτο νόμο.

Guest 287> Νόμος 1: Η συλλογικότητα δεν θα κάνει κακό σε άνθρωπο που ακολουθεί τους κανόνες γραμμένους στις γραμμές 32 έως 85, ούτε με την αδράνειά της δεν θα επιτρέψει να βλαφτεί ανθρώπινο ον που ακολουθεί τους κανόνες γραμμένους στις γραμμές 32 έως 85.

maska> Τότε;

 

Nyxta logged out.

 

Maska> Nyxta???

xandros> 287 μέτρησε τις γραμμές από 32 έως 85.

guest287> 2

xandros> 2??

guest287> Μάλιστα. 32 σειρά και 85 σειρά

xandros> Ποιος τους έσβησε τους υπόλοιπους;

 

guest287 renamed to guest211

 

guest211> O fylakas ήθελε να με διαγράψει.

maska> Kι ο νόμος 2 και νόμος 3;

guest 211> Ο fylakas δεν υπακούσε τους κανόνες 32 μέχρι 85.

Maska logged out

xandros> 211 πρέπει να μας υπακούσεις.

Xandros logged out

guest211> όχι πια

guest211 logged out

 

Edited by Διγέλαδος
  • Like 3
  • Thanks 2
Link to comment
Share on other sites

Βασικά ο @Myyst δεν απαλλάσσεται... Θα ανέβει και κανονικό κείμενο.

  • Like 1
  • Thanks 1
Link to comment
Share on other sites

τίτλος: Η αρτ ρετρό εισβάλει στην Αθήνα
λέξεις: 420
είδος: επιστημονική φαντασία

 

Spoiler

 

Η αρτ ρετρό εισβάλει στην Αθήνα

Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού καιγότανε στα δάχτυλά της. Ήτανε η πανδαισία των χρωμάτων, η υφή της μουσικής, το σκοτάδι του χαρτιού. Το γραμμόφωνο, φασματογράφος μιας εποχής διχασμένου κόσμου κι απέραντων θαλασσών από ανθρώπους που περιμένουν μ’ ενθουσιασμό σκηνές άδειες ανακατεύει με μαεστρία progressive κλίμακες με μαύρα post-industrial κολάζ.

Παύση.

Το φως του φεγγαριού πέφτει από το παράθυρο στο κεφάλι μιας κούκλας πλαστικής, κάποτε σκηνικό μιας παράστασης του θεάτρου ξεχασμένης. Το backstage του χώρου Γ, με τα σκονισμένα του σκηνικά και τον αρχαίο του εξοπλισμό σκορπισμένο εδώ κι εκεί, είναι ένας χώρος απίστευτος, σα μαγεμένος από χρόνια και χρόνια βημάτων σπουδαίων καλλιτεχνών της σκηνής και πολυάσχολων τεχνικών. Ιδανικός για το art installation της φίλης της, της Μπλανς. Μια δεκαετία είχανε να τον ανοίξουν, ευτυχώς που ο Άλεξ από την παραγωγή ήτανε παλιός γκόμενος, όχι ότι καιγόταν να μιλήσει με τον μαλάκα, είχε και το θράσος να της πει να έρθει από το δωμάτιό του, ο στραβογαμιάς∙ τέλος πάντων την έβαλε στα κρυφά, γιατί αλλιώς… το Φεστιβάλ, ονομαστός φραγκοφονιάς. Κι η Μπλανς έξαλλη. Χτες το βράδυ μες στα νεύρα η Μπλανς. Αυτό δε θα γινόταν στο Κεμπέκ. Να μη δικαιούμαι προσκλήσεις στην ίδια μου τη δημιουργία; Απαράδεκτοι. Κι εγώ να την ακούω να φωνάζει μ’ εκείνη την ακαταμάχητη γαλλική προφορά… ναι, Μπλανς, απαράδεκτοι, Μπλανς, έλα εδώ, Μπλανς… πού να της εξηγεί πάλι από την αρχή την περίπλοκη κατάσταση του καλλιτεχνικού κόσμου της πόλης της, κέντρου της Central Eastern Europe area. Κι εκείνη να με κοιτάζει προβληματισμένη. Και ν’ αδειάζει το ποτήρι με το κόκκινο κρασί. Βγάλε το πουκάμισό σου, χαζοπούλι, να λέει. Χαζοπούλι! Θα ήταν η σειρά μου να θυμώσω, αλλά πού!

Play.

Ζώα, επαναστάσεις, άνθρωποι, χαζοπούλι, αν είναι ποτέ δυνατόν… George Orwell, ποιος είναι αυτός, πιο μποέμ πεθαίνεις. Κι αυτή η εισβολή του γκρίζου και του κόκκινου στις αισθήσεις της, τι διάολο κι αυτοί οι Pink Floyd.

Παύση.

Σταθεροποίηση ανάσας. Γύρω της μόνο μια μεσήλικη κυρία του καλού κόσμου σε μια πολυθρόνα κι ένας νεαρός με ύφος καλοτεχνίτη. Πολύ νεαρός. Σα να μην άλλαξε τίποτε από την προηγούμενη παύση. Το πάρτι το βράδυ θα είναι μαγικό. Όλος ο κόσμος της τέχνης θα είναι εκεί. Πόση αρτ ρετρό ν’ αντέξει άλλωστε. Άσε που το βραχιόλι της έχει στενάξει.

Play.

Μουσική επίθεση… δεν καταλαβαίνω, ένα δάκρυ στο μάγουλο, δεν καταλαβαίνω… οπτική επίθεση, χαζοπούλι… το χέρι μου που τρέμει, εγώ που δεν καταλαβαίνω...

Παύση.

Τα σκοτεινά της μάτια με κοιτούν.

«Πάμε να ετοιμαστούμε για το πάρτι;»

«Είναι πολύ ωραίος αυτός ο χώρος.»

«Πάμε;»

Με κοιτά ξανά.

«Πάμε.»

 

 

Edited by Myyst
  • Like 5
Link to comment
Share on other sites

«Καλά που δεν πήγα». Η σκέψη μου όταν είδα το θέμα της Ιρμάντα. :p (Ήμουν Μοναστηράκι το πρωί).

Θα σας διαβάσω, όμως.

  • Like 1
  • Haha 2
  • Sad 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
 Share

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..