Jump to content

A rainy night...


Sonya

Recommended Posts

Χαιρετώ αρχικά...

Υπάρχουν κάποιοι που ήδη με ξέρουν, όχι γιατί είμαι διάσημη και πλούσια (ακόμα), αλλά, είτε α) γιατί είχαν την ατυχία να με γνωρίζουν προσωπικά ή β)επειδή υιοθέτησα την μικρή Angelina, τη γατούλα της Nienna. Λέω να συνεισφέρω με μια άκυρη d&d ιστοριούλα, ή μάλλον το πρώτο κομμάτι της. Πρόκειται για μια βροχερή νύχτα σ' ένα πανδοχείο λίγες μέρες μακριά απ' την Καλίμπορτ, όπου βρίσκουν καταφύγιο διάφοροι καμμένοι adventurάδες και καταλήγουν να ανταλλάζουν τις ιστορίες τους.... Ελπίζω να την απολαύσετε.

 

 

Ο αέρας λυσσομανούσε έξω απ' το πανδοχείο. Η ταμπέλα έτριζε κι ο θόρυβος θα ήταν πραγματικά ενοχλητικός, αν δεν καλυπτόταν απ' τη βροχή, το σφύριγμα του ανέμου και τους απαλούς θορύβους μέσα στο ίδιο το πανδοχείο. Η Σόνια καθόταν πάνω στο περβάζι του παραθύρου και κοιτούσε έξω, καπνίζοντας ένα παράξενο τσιγάρο και πίνοντας σκούρα, δυνατή μπύρα. Η βροχή χειροτέρευε λεπτό με το λεπτό κι όλα έδειχναν ότι θα περνούσε τη νύχτα στο πανδοχείο.

 

Απ' τη μια σκεφτόταν πως η τύχη την είχε βοηθήσει και είχε βρει κατάλυμμα πριν πλακώσει η μπόρα και η νύχτα και σιωπηλά έστειλε μια προσευχή στην Ταϊμόρα, τη θεά της τύχης. Απ' την άλλη, θα καθυστερούσε να γυρίσει πίσω στην Καλίμπορτ κι αυτό ίσως να της δημιουργούσε προβλήματα με τον αρχηγό της συντεχνίας κλεφτών που ανήκε. Βέβαια, η αποστολή της είχε πετύχει και σε μια από τις πολλές μυστικές της τσέπες αναπαυόταν ήσυχα το κόκκινο πετράδι που με περισσή μαεστρία είχε αποσπάσει από έναν καημένο μάγο. Χαμογέλασε με αυταρέσκεια και γύρισε το κεφάλι της στην αίθουσα και στους υπόλοιπους.

 

Δίπλα στο τζάκι καθόταν ένας μοναχικός άντρας (ή τουλάχιστον άντρας φαινόταν απ' το ύψος και τη σωματική διάπλαση). Τα καστανά του μαλλιά ήταν ακόμα βρεγμένα και κρέμονταν άχαρα μέχρι κάτω απ' τους ώμους του. Έπινε κι εκείνος μπύρα και τσιμπούσε μικρά κομματάκια κρέας από ένα πιάτο δίπλα του. Τα κόκκαλα, μαζί με μπουκιές λαχταριστού ψαχνού πήγαιναν σ' ένα λύκο που αναπαυόταν δίπλα του. Η Σόνια τον έκοψε για ρέιντζερ, αυτούς τους περίεργους τύπους που έπιαναν φιλίες με δέντρα και ζώα και την έβρισκαν να βολοδέρνουν στα δάση και να εξολοθρεύουν τους κακούς. Όλα οδηγούσαν σ' εκείνο το συμπέρασμα: ο λύκος, ο σκουροπράσινος μανδύας, οι τσαλαπατημένες και βρώμικες μπότες, το μπαλωμένο παντελόνι, το σπαθί που κρεμόταν απ' το θηκάρι του και το τόξο που ήταν αφημένο δίπλα του. Η Σόνια σχεδόν λυπόταν τους ρέιντζερς, όσο χρήσιμοι κι αν φαίνονταν στην εύρεση τροφής και την ιχνηλασία. Όλοι φαίνονταν μίζεροι και δυστυχισμένοι κι όλοι είχαν την ηλίθια εντύπωση ότι η φύση κι ο κόσμος τους χρειαζόταν για να σωθεί. Τι γελοιότητα!

 

Βέβαια ο τύπος αυτός ήταν τίποτα μπροστά σε μια ανεκδιήγητη μικρή ξωτικιά που καθόταν σ' ένα κοντινό τραπέζι. Αναμφισβήτητα όμορφη, η πιτσιρίκα με τα ασημένια μαλλιά και τα σκούρα μπλε μάτια ήταν κάτι το οποίο η Σόνια δεν είχε δει ποτέ ξανά στα είκοσι χρόνια ζωής της. Η κοπέλα είχε μια απίστευτη λάμψη, μια αθωότητα που θα ζήλευε και μωρό παιδί. Η ίδια έτρωγε κάτι παράξενα μούρα και έπινε ένα ζεστό κεχριμπαρένιο υγρό, ενώ μια πιατέλα με κρέας απασχολούσε μια τεράστια λευκή τίγρη που καθόταν στα πόδια της σα γατούλα, ενώ φαινόταν να έχει ίδιο σχεδόν ύψος με τη μικρόσωμη ξωτικούλα. Είχε βγάλει το σκούρο μπλε μανδύα της και τα υπερβολικά μακριά της μαλλιά κάλυπταν σχεδόν εξ' ολοκλήρου μια παράξενη πανοπλία που φορούσε, φτιαγμένη από ασημένια φύλλα! Η μικρή είχε ένα όμορφο τόξο, αλλά η Σόνια αμφέβαλε κατά πόσο το είχε βάψει έστω και μια φορά με αίμα. Κάποια στιγμή αντιλήφθηκε το βλέμμα της Σόνιας και γύρισε να την κοιτάξει. Το χαμόγελο που φώτισε το πρόσωπό της ήταν λαμπερό σαν αστρόφως και η Σόνια ένιωσε να της το ανταποδίδει, σχεδόν παρά τη θέλησή της.

 

Παρ' όλο που η ίδια δεν το γνώριζε, καθώς ήταν πολύ λίγοι αυτοί που θα ρισκάριζαν να της κάνουν ένα τέτοιο κοπλιμέντο, η Σόνια είχε ένα εξαιρετικό χαμόγελο όταν το εννοούσε κι όχι όταν έπαιρνε τη χαμογελαστή γκριμάτσα της με το ζόρι. Έκανε τα γκρίζα της μάτια να λάμπουν και τα ατίθασα κόκκινα μαλλιά της πλαισίωναν το λεπτό της πρόσωπο σα φωτιά. Όμως, μαθημένη καθώς ήταν ν' αλλάζει πρόσωπα για τις ανάγκες του περίπλοκου επαγγέλματός της, σπάνια κοιτούσε το πρόσωπό της στον καθρέφτη, παρά μόνο για να βεβαιωθεί ότι μια μεταμφίεση ήταν καλή.

 

Η ξωτικούλα της έκανε νόημα να πάει να κάτσει στο τραπέζι της κι η Σόνια μάζεψε τον εξοπλισμό της και, σβήνοντας το τσιγάρο της στο πάτωμα, πήγε να κάνει συντροφιά σ' αυτό το ξωτικό, που όμοιό του δεν είχε δει (ούτε ακούσει να γίνεται λόγος) ποτέ. Η τίγρη την κοίταξε άγρια, αφήνοντας ένα χαμηλό μουγκρητό κι η Σόνια κοντοστάθηκε, μα τότε ακόυστηκε σιγανή η φωνή της ξωτικούλας.

"Ήσυχα, Νιν, εγώ είπα στην κοπέλα να έρθει."

Λες και θα μπορούσε να καταλάβει το ζώο, σκέφτηκε η Σόνια. Όμως, προς μεγάλη της έκπληξη, η τίγρη σταμάτησε να μουγκρίζει και γύρισε στο πιάτο της. Η Σόνια γέλασε καθώς βολευόταν σε μια καρέκλα.

"Ποτέ δεν θα καταλάβω τη σχέση των ρέιντζερς με τα ζώα τους."

"Δεν είμαι ρέιντζερ!" είπε γελώντας η ξωτικούλα. "Κι η Νιν δεν είναι συνηθισμένη τίγρη. Είμαι η Λίντε Σιλμαλότε Ελενκάλε. Με φωνάζουν Αλιέβαρ, μη ρωτάς γιατί."

"Χάρηκα, Αλιέβαρ. Εγώ είμαι η Σόνια."

"Με κοίταζες πριν... δε θέλω να ακουστώ αδιάκριτη, αλλά υπήρχε κάποιος λόγος;"

"Εννοείς πέρα απ' το ότι είσαι ένα πάρα πολύ παράξενο ξωτικό, με μια ακόμα πιο παράξενη πανοπλία και με μια τίγρη μεγαλύτερη από σένα στα πόδια σου; Όχι, δεν υπήρχε κάποιος σοβαρός λόγος..."

Το γέλιο της Αλιέβαρ ακούστηκε κρυστάλλινο. Μέχρι κι ο λέτσος ρέιντζερ γύρισε και την κοίταξε. Η Σόνια παρατήρησε ότι είχε σκούρα μάτια και πρέπει να ήταν πάνω από βδομάδα άπλυτος κι αξύριστος. Ωστόσο, ακόμα κι αυτός ο αντιπαθητικός κι άσχημος βρωμύλος έμοιαζε μαγεμένος απ' την Αλιέβαρ. Η Σόνια θα στοιχημάτιζε τα 500 χρυσά νομίσματα που επρόκειτο να βγάλει απ' την αποστολή της ότι ο τύπος θα έσφαζε στο γόνατο το λύκο του προκειμένου να ήταν στην θέση της και να μιλούσε εκείνος μ' αυτή την κούκλα. Η Αλιέβαρ έμοιαζε να μην αντιλαμβάνεται τίποτα απ' ολα αυτά, αλλά συνέχισε την κουβέντα τους.

"Είμαι ξωτικό του πάγου, απ' το Άισγουιντ Ντέιλ. Η πανοπλία μου ήταν δώρο από ένα ξωτικό του δάσους, η Νινκβεμίρε είναι αφυπνισμένος σύντροφος, δηλαδή ζώο με νοημοσύνη που καταλαβαίνει ό,τι της λένε και επικοινωνεί τηλεπαθητικά μαζί μου κι εγώ είμαι δρουίδισσα."

Η Σόνια, κρύβοντας την έκπληξή της, της έδειξε την μικρή άρπα που αναπαυόταν στο τραπέζι.

"Ναι, αυτό... μ' αρέσει η μουσική, πάντα μου άρεσε, όπως μ' αρέσει ν' ακόυω και να αφηγούμαι ιστορίες. Αν δεν ήταν τόσο μεγάλη η αγάπη μου για τον Σιλβάνους, το θεό της φύσης και τόσο ισχυρός ο δεσμός μου με την ίδια τη φύση, θα γινόμουν μάλλον βάρδος στη ζωή μου."

Η Σόνια σκοτείνασε λιγάκι κι η Αλιέβαρ το πρόσεξε.

"Είπα κάτι κακό; Κάτι που σε πείραξε;"

"Μπα... απλά παιδικά τραύματα, θα έλεγε κανείς. Η μητέρα μου ήταν βάρδος και η σπιτική ζωή την κούρασε σε βαθμό που μας παράτησε και γύρισε στο μεγάλο κόσμο. Ο πατέρας μου πέθανε απ' τον καημό του. Ποτέ δεν την συγχώρεσα."

"Λυπάμαι, λυπάμαι πολύ. Αλλά... μην αφήνεις την πίκρα να μαυρίζει την ψυχή σου. Κανείς δεν είναι τέλειος. Τα ελαττώματα είναι μέσα στη φύση όλων των πλασμάτων."

"Τέλος πάντων... καλύτερα να μη μιλάμε για την μητέρα μου. Μίλησέ μου εσύ για τους δικούς σου γονείς."

"Οι γονείς μου ζουν στο χωριό μας. Είναι πολύ καλοί και από μικρή μ' έμαθαν ν' αγαπώ τον κόσμο γύρω μου και να βλέπω το καλό σε όλους και όλα. Αργότερα άκουσα το κάλεσμα του Σιλβάνους και έφυγα για να γνωρίσω αυτόν τον κόσμο."

"Πες μου."

"Τι να σου πω;"

"Είπες ότι σ' αρέσει να λες ιστορίες. Πες μου τη δική σου."

Η Αλιέβαρ χαμογέλασε, πήρε την μικρή της άρπα στα πόδια της κι έπαιξε λίγες δοκιμαστικές νότες. Η Νιν σήκωσε το κεφάλι της και της έριξε ένα βλέμμα γεμάτο αγάπη, που έμοιαζε με χαμόγελο. Η Σόνια έριξε ένα βλέμμα γύρω της κι είδε ότι όλοι οι παρευρισκόμενοι, συμπεριλαμβανομένου και του πανδοχέα που σκούπιζε βαριεστημένα τον πάγκο, είχαν πάψει κάθε ασχολία και κάθε ομιλία και είχαν καρφώσει τα μάτια τους στην Αλιέβαρ. Μέχρι κι ο άνεμος έμοιαζε να έχει κοπάσει. Μόνο η βροχή έμοιαζε να συνοδεύει την άρπα. Η Σόνια ένιωσε να γαληνεύει μέχρι τα μύχια της ψυχής της. Κι η Αλιέβαρ, σχεδόν τραγουδιστά, άρχισε να αφηγείται την ιστορία της.

Link to comment
Share on other sites

Και λίγη συνέχεια....

 

"Ήταν νωρίς το πρωί, ο χειμώνας είχε περάσει και μέχρι και στο Άισγουιντ Ντέιλ τα χιόνια υποχωρούσαν και τα πρώτα λουλούδια της άνοιξης γέμιζαν με μικρές, πολύχρωμες κουκίδες το ενιαίο λευκό τοπίο της κοιλάδας. Έφευγα απ' το σπίτι, με τις ευχές και τις ανησυχίες των γονιών μου, για να γνωρίσω τον κόσμο. Έφυγα μόνη, αν και δεν ένιωθα ούτε μοναξιά, ούτε φόβο. Στη ζώνη μου κρεμόταν η μικρή μου άρπα, φιαγμένη απ' τα χέρια του πατέρα μου, σύντροφος για το δρόμο και αυτός ο ίδιος ο δρόμος ήταν γεμάτος πουλιά και ζώα που έρχονταν στο κάλεσμά μου, μου κρατούσαν συντροφιά και μοιραζόμασταν την τροφή που χαρίζει απλόχερα η φύση.

 

"Περιπλανήθηκα για χρόνια και συνάντησα πολλά απ' τα πλάσματα που θεωρούνται επικίνδυνα και θανατώνονται με την πρώτη ματιά απ' τους ταξιδιώτες. Κι όμως, ποτέ δεν πίστεψα ότι κινδύνεψα απ' αυτά. Με την πρώτη ματιά, ένα γιέτι, ένα ορκ, ένα γκόμπλιν φαίνονται επιθετικά, αλλά η εμπειρία μου απέδειξε ότι έφτανε μόνο να τα προσεγγίσει κανείς με καλή διάθεση για να διαπιστώσει ότι στην πραγματικότητα επιτίθενται για να διασφαλίσουν την τροφή τους ή για να αμυνθούν.

 

"Θυμάμαι πως είχε φτάσει και πάλι χειμώνας και, παρά την ανθεκτικότητα της φυλής μου στο κρύο, έψαχνα ένα κατάλυμα να περάσω τη νύχτα. Είχα βρει μια μικρή σπηλιά, της οποίας η είσοδος ήταν καλυμμένη σχεδόν από χιόνι. Σκόπευα να την προσπεράσω και να βρω πιο κατάλληλο χώρο για διανυκτέρευση, όταν από μέσα ακούστηκε ένα σιγανό κλάμα. Κάτι είχε παγιδευτεί εκεί μέσα και δεν μπορούσε να βγει. Για ώρα προσπαθούσα να σκάψω το χιόνι κι όταν τελικά τα κατάφερα, βρήκα μέσα στη σπηλιά ένα σχεδόν ετοιμοθάνατο μικρό γκόμπλιν. Το καημένο, έτρεμε απ' το κρύο και μια πληγή στο πόδι το εμπόδιζε να κινηθεί. Άναψα μια φωτιά και περιποιήθηκα με τη βοήθεια του Σιλβάνους και των βοτάνων μου τις πληγές του. Μετά από μερικές μέρες, το μικρό γκομπλινάκι ήταν εντελώς καλά και το πήρα στους ώμους μου για να το γυρίσω στη φυλή του. Ήταν ένα πολύ ευχάριστο ταξίδι, πραγματικά. Όλοι έχουν ακούσει την άχαρη γλώσσα των γκόμπλιν, αλλά λίγοι είναι αυτοί που έχουν ακούσει το γέλιο τους. Ήταν σαν το γέλιο ενός μικρού παιδιού, ανάλαφρο και τραγουδιστό, ένα γέλιο που πήγαζε απ' την ψυχή. Θυμάμαι πόσο έλαμπε ο ήλιος πάνω στο αστραφτερό χιόνι, θυμάμαι το τσουχτερό κρύο και το πρόσωπο του μικρού που ένιωθε προστατευμένος μέσα στο χοντρό μου μανδύα.

 

"Κάποτε φτάσαμε στο χωριό του, όπου το θέαμα ενός ξωτικού να κουβαλά στους ώμους έναν δικό τους, ήταν τουλάχιστον ασυνήθιστο. Ευτυχώς, τυχαίνει να γνωρίζω τα βασικά της γλώσσας τους κι έτσι αρκετά σύντομα το μικρό βρισκόταν με τη μητέρα του κι εγώ στη σκηνή του σαμάνου της φυλής. Γνωρίζω πως τα γκόμπλινς δεν φημίζονται για την ευφυία τους, αλλά ο σαμάνος ξεπερνούσε κατά πολύ τον μέσο όρο εξυπνάδας των υπολοίπων. Μιλήσαμε για αρκετή ώρα, μέχρι και που μου προσέφερε κάποιο αφέψημα της φυλής. Δεν ήταν ό,τι καλύτερο έχω πιει, αλλά με συγκίνησε η ευγένειά του και δεν ήθελα να τον προσβάλω. Ο σαμάνος σκόπευε με αφορμή την εξαφάνιση του μικρού να κάνει επίθεση σε μια κατασκήνωση ξωτικών, κατηγορώντας εκείνα για το χαμό. Βέβαια, αυτό δεν θα έπειθε κανένα ξωτικό και σίγουρα δεν έπεισε εμένα, αλλά θα ήταν ένα κίνητρο για την υπόλοιπη φυλή. Μετά από πολύωρη κουβέντα, συνειδητοποίησε τα πλεονεκτήματα της ειρηνικής συμβίωσης με τα γειτονικά ξωτικά και μαζί κινήσαμε για την κατασκήνωση. Το μικρό γκομπλινάκι, Ουλράγκ ήταν τ' όνομά του, δεν ήθελε να με αποχωριστεί κι έτσι ήρθε μαζί μας και στο πολύ πιο δύσκολο έργο των διαπραγματεύσεων με τα καχύποπτα ξωτικά του δάσους.

 

"Το δάσος ήταν πραγματικά μαγικό, με το ηλιόφως να πέφτει και να χρυσίζει τα φύλλα, με τα μικρά πουλιά να ανταλλάζουν τιτιβίσματα και τα δέντρα να απολαμβάνουν το περπάτημα των σκίουρων στα κλαδιά τους. Ήταν πραγματικά δύσκολο και χρειάστηκε πολλή ώρα, αλλά τελικά καταφέραμε όλοι μαζί να συμφωνηθεί ειρήνη ανάμεσα στο χωριό των γκόμπλιν και την κατασκήνωση των ξωτικών, η οποία γιορτάστηκε με το πιο παράξενο γλέντι που έχω δει ποτέ.

 

"Απ' τη μια τα ξωτικά τραγουδουσαν με τις μελωδικές τους φωνές κι απ' την άλλη τα γκόμπλιν χοροπηδούσαν. Καθόμουν σε μια γωνιά, με την άρπα μου στα πόδια κι απ' τα γέλια μου δεν μπορούσα να τραγουδήσω. Ο μικρός Ουλράγκ καθόταν δίπλα μου με μια λύρα που του είχαν δώσει τα ξωτικά και προσπαθούσε να παίξει. Αν και τα γκόμπλιν δε φημίζονται για τις καλλιτεχνικές τους τάσεις, οι προσπάθειές του ήταν φιλότιμες και τις επόμενες μέρες του δίδαξα πώς να παίζει και είχα τη χαρά να τον δω να βελτιώνεται. Έμεινα σ' αυτό το κλίμα ειρήνης δύο βδομάδες και μετά αποχαιρέτησα τους καινούργιους φίλους και με σπαραγμό τον μικρό Ουλράγκ απ' του οποίου τα μάτια έτρεχαν ποτάμι τα δάκρυα.

 

"Αυτή ήταν η αρχή του ταξιδιού μου, πριν γνωρίσω μια ομάδα ταξιδευτών, που μαζί τους πέρασα τα σύνορα πολλών κόσμων, πολλών συναισθημάτων, γέλασα, έκλαψα, πόνεσα και εν τέλει μεγάλωσα. Η θύμηση αυτών των συντρόφων, που τώρα πια έχουν πάρει χωριστούς δρόμους, είναι ό,τι πιο σημαντικό έχω μέσα μου, εν τούτοις δεν εμπιστεύομαι τη σταθερότητα της θέλησής μου και τα δάκρυα μου θα ποτίσουν την άρπα μου, αν μιλήσω γι αυτούς και τα ταξίδια μας. Θ' αφήσω τη μνήμη να ωριμάσει κι άλλο μέσα μου πριν μιλήσω για τον Αρκάνις και τη Σελβένιελ, για τον Λεξόνις και τη Μιλένα, για την Άριελ και για τον αγαπημένο μου και σύντροφο της ζωής μου Ντρεξ. Τώρα, θα τους χαρίσω μια σκέψη ακόμα και μια γουλιά υδρομέλι."

 

Η Αλιέβαρ άφησε με τρεμάμενα χέρια την άρπα της στο τραπέζι και σήκωσε το ποτήρι της. Μουρμούρισε κάτι που η Σόνια δεν άκουσε και ήπιε μια γουλιά. Η Αλιέβαρ έμοιαζε να έχει κλειστεί στον εαυτό της κι η Σόνια, αφού συνήλθε απ' την υπνωτιστική αφήγηση, έριξε μια ματιά γύρω της. Αν ο κόσμος είχε κέντρο, το μικρό τραπέζι όπου καθόταν η Αλιέβαρ θα ήταν αυτό το κέντρο. Όλοι, σιγά σιγά είχαν φτιάξει έναν παράξενο κύκλο γύρω του και, αν και κανείς δεν είχε έρθει να κάτσει σ' αυτό, πάνω του ήταν σταμμένη όλη η προσοχή. Η έμπειρη κλέφτρα συνειδητοποίησε ότι, αν δεν είχε παρασυρθεί τόσο πολύ απ' τη διήγηση της Αλιέβαρ, θα μπορούσε να είχε αδειάσει το μαγαζί και να μην είχε πάρει κανείς χαμπάρι.

 

Η ησυχία ήταν απόκοσμη. Κανείς δεν τολμούσε να σπάσει τη σιωπή και να βγει απ' τη μαγεία της ιστορίας. Η Σόνια μπορούσε να καταλάβει απ' τα βλέμματα των υπολοίπων ότι ήταν εξίσου μαγεμένοι απ' τη διήγηση, όσο κι απ' το περιεχόμενο της ιστορίας. Η ίδια το έβρισκε σχεδόν αδύνατο (και εντελώς άχρηστο) να συμφιλιώσει κανείς ξωτικά και γκόμπλινς, αλλά δεν είχε διακρίνει ψέμα στην ιστορία της Αλιέβαρ. Είτε η μιρκή ήταν απλά η τέλεια ψεύτρα (και η Σόνια δεν πίστευε κάτι τέτοιο) είτε όντως το είχε κάνει.

 

Μετά από λίγο, η σιωπή εξακολουθούσε και κανείς δε φαινόταν πρόθυμος να τη σπάσει με κανένα τρόπο και για κανένα λόγο. Ήταν η ίδια η Αλιέβαρ που βγήκε απ' τον εαυτό της, είδε τον κόσμο γύρω της και χαμογέλασε πλατιά σε όλους που έσπασε τους ιστούς της μαγείας. Ο καθένας έκανε κάποια κίνηση, κάποιο θόρυβο και οι ομιλίες ξανάρχισαν, αν και διστακτικά. Η Αλιέβαρ γύρισε το βλέμμα της στη Σόνια κι η κοπέλα χαμογέλασε σηκώνοντας το ποτήρι της.

"Λοιπόν, ας πιούμε στην παράξενη αυτή συμφιλίωση."

"Ας πιούμε στη φιλία."

 

Για τη Σόνια που ποτέ δεν είχε (ούτε είχε θελήσει να κάνει) φίλους, η πρόποση αυτή ήταν εμπειρία! Σήκωσε το ποτήρι της και μόνο μέρος απ' το χαμόγελό της ήταν προσποιητό.

Link to comment
Share on other sites

Ευκολοδιάβαστο, αν και θα προτιμούσα να το διαβάσω στην αγγλική γλώσσα, που είσαι πιο εξοικειωμένη από συγγραφικής απόψεως.. Εν τέλει είναι χάλια όπως όλα τα υπόλοιπα..

 

ο άντρας σου :bag:

Link to comment
Share on other sites

Καλώς την καλώς την! Γεια σου και σένα Mandrake που δεν τα έχουμε πει από κοντά!

Επιτέλους, θα μπορώ να καπαρώσω το "ο λέτσος ranger" για υπότιτλο κάτω από το όνομά μου όταν φτάσω τα 200 posts.

 

Γενικά η ιστορία μου άρεσε από κάποιο σημείο και μετά - θυμάσαι που γελούσα όταν τη διάβαζα. Ευκολοδιάβαστο, όχι κάτι σπουδαίο. Όμως... όλα τα πρόσωπα που αναφέρονται στο διήγημα (ή σχεδόν όλα) είναι πραγματικοί χαρακτήρες! Την Αλιέβαρ την είχα στο session μου.

Θυμάμαι το σκηνικό όπου η Quillathe την είχε πείσει ότι πονάει η μέση της (της Αλιέβαρ) ('Είσαι ακόμα ζεστή και δεν το καταλαβαίνεις') για να σταματήσει μια δουλειά και να την ξεμοναχιάσει, αλλά η Αλιέβαρ ήταν τόσο αθώα και ανέραστη που δεν έγινε τίποτα...

Link to comment
Share on other sites

Welcome welcome! Ακου Sonya ... η κοκκινη? Γιατι εαν ειναι ετσι θα σου την πεσω :p ... LOL

 

Πολυ ομορφη η ιστορια αλλα θελει και συνεχειαααα!!!

Πραγματικα ξερεις οτι δεν διαβαζω πολυ γιατι μου ειναι δυσκολο αλλα η ιστορια κυλισε γρηγορα και ευκολα.

Link to comment
Share on other sites

Ας είναι καλά τελικά τα λάδια της Μιλένας όμως tec ;)

 

Πίσω στην ιστορία, εντάξει, καλή ήταν, αλλά έχω την εντύπωση ότι της λείπει λίγο ο "αέρας". Οι διάλογοι φαίνονται λίγο ψεύτικοι. Αν έβαζες ανάμεσα στα λόγια και πληροφορίες για χειρονομίες, εκφράσεις και τον τόνο της φωνής των χαρακτήρων θα προσέθετες αρκετή ζωντάνια. Αλλά αυτά βέβαια είναι θέμα εμπειρίας. Γράψε κι άλλο και θα βελτιωθείς.

Link to comment
Share on other sites

Έχει γράψει πολύ καλύτερα πράγματα τον τελευταίο καιρό. Και αναφέρομαι σε κάτι συγκεκριμένο και μεγάλο

Link to comment
Share on other sites

Απάτη! Δεν ήταν τα λάδια της Μιλένας που ένωσαν Αλιέβαρ και Νρεξ! Έρωτας ήταν η αιτία!

 

Nihilio, έχεις δίκιο για την έλειψη κινήσεων, εκφράσεων κλπ στην ιστορία, αλλά επειδή είχε γραφτεί καθαρά για χαβαλέ, δεν ήθελα να τη "βαρύνω" με συναισθήματα. Σκοπός ήταν μια πολύ σύντομη ιστοριούλα, χωρίς κανένα ουσιαστικό βάθος ή νόημα, η οποία απλά να ρέει ευχάριστα και να βγάζει λίγο αυθόρμητο γέλιο. Υπόσχομαι σύντομα να ανεβάσω κάτι πιο "ποιοτικό" (λέμε τώρα).

 

Nienna, γλυκιά μου, σταμάτα να παραπληροφορείς τον κόσμο σχετικά με την εξωτερική μου εμφάνιση... Το ότι εσύ χρειάζεσαι οθφαλμίατρο (ή έχεις χάλι γούστο) δεν με κάνει εμένα Σκλεναρίκοβα. :p

Edited by Sonya
Link to comment
Share on other sites

Welcome welcome! Ακου Sonya ... η κοκκινη? Γιατι εαν ειναι ετσι θα σου την πεσω :p ... LOL

 

Δε χρειάζεται να είναι η Κόκκινη Σόνια για να της την πέσει κανείς, είναι θεά από μόνη της. (Μη φοβάσαι Mandrake, δεν με θέλει :p ).

 

Λοιπόν!

 

Καλωσήρθες στο φόρουμ Luth, καλώς και τον άντρα σου που δεν ήξερα πως είναι αυτός ως τώρα, μου είχε διαφύγει!

 

Η ιστοριούλα είναι γλυκιά, δεν είναι γραμμένη 'επαγγελματικά', αλλά φαίνεται πως οι χαρακτήρες έχουν παιχτεί και γενικά, αφήνει μια γλυκιά ζεστή γεύση. Keep it up!

 

:dancing4dh:

Link to comment
Share on other sites

XAxAXAxAXAxa... Χωσε Χριστινα .. βασικα δεν ξερω εαν με θυγει αυτο αλλα ξερω τα χαλια μου οποτε δεν με κοφτει και ιδιαιτερα. Κατα τα αλλα, βαλε και τα αλλα που λεει ο Tec να διαβασουμε!!

Link to comment
Share on other sites

Nihilio, έχεις δίκιο για την έλειψη κινήσεων, εκφράσεων κλπ στην ιστορία, αλλά επειδή είχε γραφτεί καθαρά για χαβαλέ, δεν ήθελα να τη "βαρύνω" με συναισθήματα. Σκοπός ήταν μια πολύ σύντομη ιστοριούλα, χωρίς κανένα ουσιαστικό βάθος ή νόημα, η οποία απλά να ρέει ευχάριστα και να βγάζει λίγο αυθόρμητο γέλιο. Υπόσχομαι σύντομα να ανεβάσω κάτι πιο "ποιοτικό" (λέμε τώρα).

Και ο χαβαλές χρειάζεται όμως μια Χ σοβαρότητα. Δε σου είπα να έβαζες νόημα, απλά λίγη παραπάνω ζωντάνια στο διάλογο.

Link to comment
Share on other sites

Ηρέμησε Κώστα, με την κοπέλα γνωριζόμαστε (τι πρωτότυπο), δε νομίζω να μαλώσουμε τόσο εύκολα.

Link to comment
Share on other sites

Πάντως καλώς ήρθες στο forum και ελπίζω καμιά μέρα να συνεχίσουμε εκείνη την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε ξεκινήσει στης Ψυχής τα Λαμπυρίσματα...

Ναι, Nihilio, ξέρεις τους πάντες! Ελπίζω να νιώθεις περήφανος για τον εαυτό σου! :ranting:

Link to comment
Share on other sites

Καλ'ώς ήρθες και απο μένα (μετα το pm της "εξακρίβωσης")

Καλα ρε θηρίο δεν ήξερα πως είσαι τελικά τόσο διάσημη :worshippy:

Βασικά έχω την εντύπωση πως στις λίγο πιο ψυχεδελικές ιστορίες εκφράζεσαι καλύτερα και αναλυτικότερα, αλλα για snap διηγηματάκι δεν ήταν καθόλου κακό.

Link to comment
Share on other sites

Καλα ρε θηρίο δεν ήξερα πως είσαι τελικά τόσο διάσημη

 

Ούτε εγώ το ήξερα κι αρχίζω να αγχώνομαι :hmm: :p

 

Λοιπόν, η ιστορία έχει και συνέχεια, έτσι για να μπορεί να κολυμπάει στη ρηχή μου γραφή ο Μιχαλάκης (εγώ για σένα το κάνω βρε, μη μου πνιγείς :p )

 

Τη στιγμή εκείνη, η πόρτα άνοιξε με θόρυβο και ένας αρκετά ευτραφής νάνος μπούκαρε στο πανδοχείο. Πετώντας μια βρισιά στη γλώσσα του προσπάθησε να κλείσει την πόρτα πολεμώντας πεισματικά με τον δυνατό αέρα. Μέχρι να τα καταφέρει, η θερμοκρασία του δωματίου είχε πέσει σε βαθμό που ο νάνος εισέπραξε αρκετά εχθρικά βλέμματα μόλις έβγαλε το μανδύα του.

"Δε φταίω εγώ που ο καταραμένος αέρας σηκώνει και γίγαντα" γάβγισε και κινήθηκε αποφασιστικά προς τον πάγκο.

 

Τώρα που είχε βγάλει το μανδύα του, η Σόνια παρατήρησε ότι δεν ήταν διόλου χοντρός, όπως είχε αρχικά υποθέσει, αλλά είχε όλες τις προϋποθέσεις να γίνει με όλα αυτά τα τετζερέδια που κρέμονταν από παντού πάνω του.

"Τι έχει για μάσα;" βροντοφώνησε στον βαριεστημένο πανδοχέα πέφτοντας ολόκληρος στον πάγκο του.

"Είχε κοψίδια, νάνε, αλλά τα τελευταία πήγαν στον κύριο από δω με το λύκο και στη μικρή με την τίγρη."

"Τι; Τρώνε τα τετράποδα και τα δίποδα μένουν μ' άδειο στομάχι; Μα τον Μόραντιν, θα φάω κρέας ξωτικού απόψε!" είπε γυρνώντας το βλέμμα του προς την Αλιέβαρ.

 

Ο λέτσος ρέιντζερ γρύλισε ταυτόχρονα με τη Νιν, ενώ σ' όλο το πανδοχείο οι αρσενικοί έκαναν απειλιτικές κινήσεις προς τα όπλα τους. Η Σόνια παρατήρησε πως μόνο η ίδια και μια παράξενη κουκουλοφορεμένη μορφή στην άλλη άκρη του μαγαζιού δεν είχαν προσπαθήσει να προτάξουν τα όπλα τους σε υπεράσπιση της Αλιέβαρ. Μέχρι κι ο πανδοχέας είχε αρχίσει να κοκκινίζει από θυμό. Η Σόνια κοίταξε την Αλιέβαρ και παρατήρησε ότι χαμογελούσε, χωρίς να ιδρώσει τ' αυτάκι της.

"Κοίτα εμπιστοσύνη στους ιππότες της η μικρή!" σκέφτηκε η κλέφτρα, ανασηκώνοντας ειρωνικά το φρύδι. Εμ βέβαια, με τέσσερις πέντε τέτοιους να καθαρίζουν για λογαριασμό της, είναι λογικό να φοράει πάντα το χαμόγελο της επιτυχίας, χωρίς να λερώνει τα κατάλευκα χεράκια της. Όμως η ξωτικούλα την εξέπληξε, μιλώντας με τη μελωδική φωνούλα της.

"Λυπάμαι πολύ, καλέ μου νάνε. Δεν πίστευα ότι θα καταφτάσουν άλλοι πεινασμένοι ταξιδιώτες στο πανδοχείο απόψε, αλλιώς θα παράγγελνα λιγότερο φαγητό για τη Νιν. Αν το στομάχι σου μπορεί να ικανοποιηθεί με παστό και άλλες προμήθειες του δρόμου, θα σου δώσω ευχαρίστως όσο φαγητό έχω στο σακίδιό μου. Αν επιμένεις να θες να δοκιμάσεις το κρέας των ξωτικών" συνέχισε γελώντας "πρέπει να σου πω ότι είναι αρκετά σκληρό και αργεί να καλοψηθεί."

 

Ο νάνος είχε μείνει αποσβωλομένος. Η Σόνια παρατηρούσε τις αντιδράσεις.

"Λοιπόν, τι λες;" συνέχισε η Αλιέβαρ. "Θα σε κεράσω και μια μπύρα, για να με συγχωρέσεις για την απρονοησία μου και τη βιασύνη να ταϊσω τη Νιν."

 

Ο νάνος στραβομουτσούνιασε, αλλά η Σόνια παρατήρησε ότι ο θυμός του για την Αλιέβαρ είχε ξεθυμάνει και επίκεντρο του νέου του θυμού ήταν μάλλον ο εαυτός του.

"Τι άλλο έχει για μάσα;" γάβγισε στον πανδοχέα.

"Πατάτες και χορταρικά. Να βάλω;"

"Ναι και κάμποσα. Το στομάχι μου ακούγεται δυνατότερα από σφυρί σε αμώνι."

"Τουλάχιστον άσε με να σε κεράσω τη μπύρα" επέμεινε η Αλιέβαρ. "Νοιώθω πολύ άσχημα που θα στερηθείς το κρέας εξαιτίας μου."

 

Ο νάνος μουρμούρισε κάτι που έμοιαζε με "ναι" και μια εξίσου δυσνόητη απολογία. Η Σόνια ανασήκωσε τα φρύδια της δύσπιστα, καθώς ο νάνος δεν τολμούσε να σηκώσει τα μάτια του στο ξωτικό.

"Κάθισε μαζί μας" είπε τραγουδιστά η Αλιέβαρ, ενώ με μια ευγενική χειρονομία έδειξε στον Μπέρντον το κάθισμα δίπλα απ' το δικό της. "Η κοπέλα είναι η Σόνια κι εγώ η Αλιέβαρ."

"Μπέρντον" είπε ο νάνος προσπαθώντας να μαλακώσει την τραχιά φωνή του. Η Σόνια ήταν έτοιμη να ξεκαρδιστεί απ' τα γέλια με τη συμπεριφορά του, καθώς προσπαθούσε να φτιάξει τα μαύρα του μαλλιά και γένια και να σουλουπώσει το βρώμικο παρουσιαστικό του. Όταν το φαγητό και η μπύρα είχαν φτάσει, ο νάνος ντρεπόταν να φάει με τα χέρια, αλλά έκανε αδέξιες προσπάθειες να χρησιμοποιήσει πηρούνι και μαχαίρι. Η κλέφτρα δεν πίστευε στα μάτια της! Για μια στιγμή σκέφτηκε να πάρει μαζί της στη συντεχνία την Αλιέβαρ. Αυτή η μικρή θα μπορούσε να πείσει μέχρι και τον Αρτέμις Εντρέρι να της δώσει, να την παρακαλέσει να πάρει το στιλέττο του. Ούτε λόγος για την πειθώ που θα ασκούσε στους πάντες για τα πάντα...

"Λοιπόν, Μπέρντον" γύρισε στον νάνο "από πού μας έρχεσαι εσύ; Η Αλιέβαρ είναι απ' το βορρά κι εγώ απ' το νότο."

"Μίθραλ Χωλ."

"Τι όμορφα!" είπε ενθουσιασμένη η Αλιέβαρ. Κι η Σόνια είχε ενθουσιαστεί στην πιθανότητα να μάθει για τους θησαυρούς των νάνων, αλλά το έκρυψε καλά.

"Αχ, πες μου, είναι στ' αλήθεια τόσο όμορφα όσο λένε στο Μίθραλ Χωλ;" συνέχισε η Αλιέβαρ, με τα μάτια της να λάμπουν. Η Σόνια δεν μπορούσε να σκεφτεί ούτε τον πιο επίδοξο κλέφτη της Καλίμπορτ να αντιστέκεται σ' αυτό το χαμόγελο, πόσο μάλλον αυτός ο νάνος.

"Λάμπει σαν το τσεκούρι του Μόραντιν!"

"Πες μου, πες τα μου όλα!"

 

Κι ο Μπέρντον, ανάμεσα σε μπουκιές που το κόψιμο με πηρούνι και μαχαίρι τις έκανε αργές, άρχισε να αφηγείται.

Link to comment
Share on other sites

Τα σχόλια σου για τις κολυμβητικές μου ικανότητες τα αφήνω παράμερα, έχω την αίσθηση όμως ότι τελικά ακολούθησες τη συμβουλή μου στο τρίτο μέρος. Να τα εκατοστήσεις :p.

Link to comment
Share on other sites

Αρκετά βελτιωμένο σε σχέση με τα προηγούμενα, αλλά και πάλι, με λαθάκια που βαράνε κόκκινο και φρενάρουν το κείμενο που -κατά τα άλλα- κυλάει σχετικά όμορφα.. Συγκεκριμένα, τελευταία φορά που κοίταξα, το αμόνι γραφόταν με όμικρον (όπως το τιμόνι ένα πράμα).. Κατά δεύτερον, κάτι που με ξένισε και στα προηγούμενα, χάθηκε ο κόσμος να γράψεις "ιχνηλάτης" αντί για ρέηντζερ; Ακόμα κι αν η ιστορία γράφτηκε ελαφρά τη καρδία και απευθύνεται σε RPGάδες, εμένα power rangers μου έρχονται στο μυαλό όταν διαβάζω κάτι τέτοιο με ελληνικούς χαρακτήρες.

 

Τέλος:

"Κάθισε μαζί μας" είπε τραγουδιστά η Αλιέβαρ, ενώ με μια ευγενική χειρονομία έδειξε στον Μπέρντον το κάθισμα δίπλα απ' το δικό της. "Η κοπέλα είναι η Σόνια κι εγώ η Αλιέβαρ."

Πως από το πουθενά ο "νάνος" γίνεται Μπέρντον; Είναι τόσο εύκολο να μαντέψεις το όνομα ενός νάνου πια που δε χρειάζεται συστάσεις πριν χρησιμοποιήσεις το όνομά του;

 

Για να μη λες ότι δε διαβάζω ότι γράφεις ή ότι είμαι προκατειλημμένος και θεωρώ όντως χάλια ό,τι γράφεις (παρόλο που δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα :bag: )

Link to comment
Share on other sites

Ναι, αλλά ο "λέτσος ranger" είναι από τις πιο καμμένες προσφωνήσεις που έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό! :)

Θυμάμαι κι εγώ ότι μου είχε αρέσει πιο πολύ προς το τέλος

Link to comment
Share on other sites

εχω την γνωμη, οτι η λεξη ranger δεν αντιστοιχει σε "ιχνηλατης". ιχνηλατης ειναι ο scout.

ranger σημαινει δασοφυλακας (και παλι κατ αντιστοιχια). που παλι ειναι ασχετο με το "επαγγελμα" του fantasy ranger.

 

καθως λοιπον ο ranger δεν μπορει να μεταφραστει επιτυχως (στον αρχοντα των δαχτυλιδιων το περασαν ως "φυλακας" που ειναι επισης λαθος) εγω δε διαφωνω να μεινει ετσι.

 

απ την αλλη εγω βεβαια δεν ενδιαφερομαι τοσο για τη διατυπωση και την ακεραιοτητα του κειμενου. το πιο σημαντικο ειναι η ιστορια η ιδια. ορθογραφικα και τετοια ειναι δευτερευοντα.

 

η ιστορια ηταν απλη, αμεση, σα ροκ-ποπ τραγουδακι... το ακουσα και το χαρηκα. τι κι αν εκανε μια παραφωνια στο ρεφραιν... τουλαχιστον η τραγουδιστρια ειναι ομορφη... τι ειπα?

Link to comment
Share on other sites

Αχά! Παρομοίωση της ιστορίας με την Δέσποινα Βανδή! Συμφωνώ απόλυτα με τον gamawa. Η ιστορία έχει πλάκα, και είναι πιστή στο στυλάκι του DnD.

Link to comment
Share on other sites

Ο Χριστός κι η Παναγία, έγινε η ιστοριούλα μου σκυλοτράγουδο κι εγώ η Βανδή! (όχι πως θα με χάλαγε να είχα τους κοιλιακούς της, αλλά ήμαρτον!)

 

Αγαπητέ μου Καπαμαρού, το τυράκι της μακαρονάδας σου απολογείται για το λάθος με το όνομα του νάνου, φταίει ένα πολύ βιαστικό edit απ' το αρχικό κείμενο.

 

Τέλοσπάντων, θα παραθέσω και το τέταρτο κομμάτι, ελπίζοντας να λάβω πιο γελοίες συγκρίσεις. (άντε, και Τερλεγκας) :p

 

"Εγώ γεννήθηκα λίγα χρόνια πριν πάει ο βασιλιάς Μρούενορ να ξανακατακτήσει το Μίθραλ Χωλ. Ήμουν μικρό αγόρι - και αρκετά μπερδεμένο- όταν έγινε η μεγάλη επίθεση στο Μίθραλ Χωλ απ' τα μαύρα ξωτικά."

"Μπερδεμένος; Γιατί;" ρώτησε η Αλιέβαρ.

"Γιατί μέσα στα πόδια μας βολόδερνε διαρκώς ένα τέτοιο και ποτέ δεν είχα δει κανέναν να του επιτίθεται ή το ίδιο να επιτίθεται σε κάποιον."

Η Σόνια ανασήκωσε δύσπιστα το φρύδι της.

"Θες να πεις ότι..."

Η Αλιέβαρ την έκοψε με μια φωνή χαράς, πριν προλάβει να ολοκληρώσει την πρότασή της.

"Α! Θα πρέπει να μιλάς για τον Ντριζτ! Ο Ντριζτ είναι μοναδικός! Είναι το πιο γλυκό, καλό κι ευγενικό πλάσμα που έχω συναντήσει στη ζωή μου! Κι αυτή η Γκουένγουιβαρ, ο πανθηράς του, είναι ένα υπέροχο πλάσμα. Τι παιχνίδια έκανε με τη Νιν!"

Η Αλιέβαρ συνέχισε να μιλά μ' ενθουσιασμό για τον Ντριζτ και τον πάνθηρά του. "Αυτή η μικρή έχει φοβερές διασυνδέσεις" σκέφτηκε η Σόνια, μια σκέψη που συμπληρώθηκε αυτόματα από ένα πονηρό μειδίαμα: πώς θα ένιωθε άραγε η Αλιέβαρ αν μάθαινε ότι η ίδια γνώριζε τον Εντρέρι και θαύμαζε τον έμπειρο δολοφόνο όσο δεν είχε θαυμάσει κανέναν στη ζωή της; Γλυκός και τρυφερός κι αηδίες! Ο Εντρέρι ήταν άντρας! Χωρίς ενδοιασμούς (ηθικούς ή μη), χωρίς καθυστερήσεις και -κυρίως- χωρίς τύψεις, έκανε τις βρωμοδουλειές του με το χαμόγελο της επιτυχίας μόνιμη στάμπα στο αναμφισβήτητα όμορφο -αν και πάντα στραβωμένο- μούτρο του. Η Σόνια είχε περάσει πολλές νύχτες από τότε που είχε δει για πρώτη φορά τον δολοφόνο -μια σύντομη ματιά και τίποτε άλλο, αλλά αρκετή για να της πει ο συνάδελφος κλέφτης ποιος ήταν αυτός ο άντρας και ποια η φήμη που τον συνόδευε- ονειρευόμενη, σχεδόν φαντασιωνόμενη πώς θα ήταν μια νύχτα μαζί του. Για μερικές στγμές είχε την ευκαιρία να αναπωλήσει εκείνες τις νύχτες που η πολύ νεαρή καρδιά της -και ολόκληρο το σώμα της- σκιρτούσε για τα ωραία μάτια του πιο επικίνδυνου άντρα της Καλίμπορτ κι ενός απ' τους πιο επικίνδυνους ολόκληρου του Φαερούν. Αν είχε ποτέ πλησιάσει το συναίσθημα του έρωτα, ήταν για εκείνον τον άντρα. Την ονειροπόλησή της διέκοψε ένα σχεδόν γάβγισμα απ' το νάνο.

"Ναι, ναι, αυτόν. Εγώ δεν είδα τη μάχη τότε, αλλά είδα πόσο πολύ είχαν καταστραφεί οι στοές μετά απ' αυτήν. Μα τον Μόραντιν, καλός ή όχι, αυτός ο Ντριζτ μας είχε φέρει μπελάδες! Μετά ο Μπρούενορ έφυγε κι είχαμε για βασιλιά τον Γκάνταλουγκ. Και τα ορυχία ήταν γεμάτα μίθριλ κι οι μέρες μας γεμάτες σκάψιμο και φτιάξιμο όπλων!"

"Για πες μας, Μπέρντον, πώς είναι το Μίθραλ Χωλ;" ρώτησε ο Σόνια, περισσότερο για να βγει απ' το κοκκίνισμα που της προκαλούσε η σκέψη του Εντρέρι και να απασχοληθεί με κάτι πιο χρήσιμο: τη γνώση για τους θησαυρούς των νάνων που έκαναν τα μάτια της να λάμπουν σα χρυσά νομίσματα ή -στην συγκεκριμένη περίπτωση- σαν μίθριλ.

"Τεράστιο."

Σαφέστατος! Κάτι πιο χρήσιμο;

"Προφανώς κι είναι τεράστιο, Μπέρντον, αλλά πρέπει να είναι και πολύ όμορφο, στολισμένο με μίθριλ..."

"Δεν είναι όλο το Μίθραλ Χωλ στολισμένο! Μα τον Μόραντιν, εκεί ζουν νάνοι, όχι βλαμμένα ξωτικά που στολίζουν μέχρι και πηρούνια τους!"

Ο όχι και τόσο έξυπνος νάνος κοκκίνισε βλέποντας τα μυτερά αυτιά της Αλιέβαρ.

"Με το συμπάθειο, Αλιέβαρ, δεν το εννοούσα για σένα."

"Το αντίθετο, Μπέρντον," απάντησε η ξωτικούλα "έχω ακούσει ότι η βασιλική αίθουσα του Μίθραλ Χωλ θα μπορούσε να κάνει τον βασιλιά του Χάι Φόρεστ να κοκκινίσει από ντροπή. Και αυτό είναι προς τιμήν σας..."

"Όσο γι αυτό..." είπε ο νάνος, ψηλώνοντας 10 πόντος από περηφάνεια, "η κάθε κολώνα έχει ρουνικά σχέδια και σύμβολα του Μόραντιν και ο θρόνος είναι σκαλισμένος και υπέροχος.

"Αλλά η πιο όμορφη αίθουσα του Μίθραλ Χωλ είναι η αίθουσα των όπλων. Είχα την ευκαιρία να δω εκεί μέχρι και το Έτζις Φανγκ, το σφυρί που έφτιαξε ο ίδιος ο Μπρούενορ και το χάρισε σ' αυτόν τον άνθρωπο που ήταν να παντρευτεί την περίπου κόρη του."

"Και πώς είναι η αίθουσα των όπλων;"

"Α... είναι τεράστια! Γύρω γύρω έχει τα πιο φημισμένα όπλα των νάνων που έχουν πεθάνει. Στο κέντρο είχε το Έτζις Φανγκ, αλλά όλα τα όπλα είναι υπέροχα, τα καμάρια των σιδηρουργών. Όλα από το καλύτερο μίθριλ! Μαγικά, σκαλιστά, με σύμβολα και ολα μοναδικά! Σφυριά, τσεκούρια, αλλά και σπαθιά και τόξα. Και, φυσικά, κανένα δεν πουλιέται."

Και κανείς δε σκόπευε να τ' αγοράσει, ανόητε, σκέφτηκε η Σόνια.

"Εγώ έχω δει ένα" ακόυστηκε ξαφνικά μια φωνή. Οι τρεις γύρισαν προς το μέρος που ακούστηκε η φωνή κι είδαν το λέτσο ρέιντζερ, γυρισμένο δειλά προς το μέρος τους να κοιτά όχι τον νάνο, αλλά την Αλιέβαρ.

"Μάλλον, δεν το είδα ακριβώς, απλά άκουσα να λένε γι αυτό..." συνέχισε κοκκινίζοντας.

Η Σόνια μισόκλεισε ειρωνικά τα μάτια της στη σκέψη ότι τελικά αυτός θα έκανε όντως τα πάντα για ένα βλέμμα της Αλιέβαρ. Η ξωτικούλα χαμογέλασε πλατιά στον ρέιντζερ, την ίδια στιγμή που ο νάνος κοκκίνιζε από θυμό και πεταγόταν πάνω.

"Αυτό δε γίνεται! Κανένα όπλο αυτής της αίθουσας δε βγαίνει έξω!"

"Αυτό βγήκε!"

Η Αλιέβαρ σήκωσε το λευκό της χεράκι για να τους ηρεμήσει.

"Ποιό ήταν αυτό το όπλο..."

"Σόλμαν. Με λένε Σόλμαν. Και αυτό το όπλο για το οποίο άκουσα να λένε, ήταν ένα τόξο με το όνομα Ταούλμαριλ."

Η Σόνια διάβασε τη λαχτάρα στο βλέμμα του κι είπε να του κάνει το χατήρι.

"Γιατί δεν έρχεσαι κι εσύ να μας πεις την ιστορία σου;"

Χωρίς δεύτερη κουβέντα, ο Σόλμαν είχε στρογγυλοκαθίσει το βρώμικο πισινό του στο τραπέζι τους κι είχε απλώσει μια δυσωδία απλυσιάς. Χαμογέλασε μ' ένα ξεδοντιασμένο στόμα στην Αλιέβαρ κι εκείνη του το ανταπέδωσε με την εξαίσια οδοντοστοιχία της. Ο ρέιντζερ είχε χαζέψει και δεν έλεγε να ξεκολλήσει το βλέμμα του από πάνω της.

"Άντε ντε!" γάβγισε ο Μπέρντον.

"Α, ναι."

Και, διατηρώντας το ίδιο άθλιο χαμόγελο, άρχισε να μιλά. Η Σόνια έπνιξε το γέλιο και την αηδία που της προκαλούσε ο Σόλμαν σε μια γουλιά μπύρα κι άρχισε ν΄ακούει με μισό μη μυτερό αυτί.

Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Excuse the intrusion, αλλά δεν άντεξα:

Αχά! Παρομοίωση της ιστορίας με την Δέσποινα Βανδή!
Ο Χριστός κι η Παναγία, έγινε η ιστοριούλα μου σκυλοτράγουδο κι εγώ η Βανδή!
"Άντε ντε!" γάβγισε ο Μπέρντον.

Αφήνω τα συμπεράσματα στους ειδήμονες.

 

 

Οι Μούσες μαζί σας,

-Ορφέας

_________

ΥΓ: Χρωστώ ένα σχόλιο, μοι δόκει.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..