Jump to content

Η Ζαχαρένια Πύλη


Naroualis

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα:Ευθυμία Δεσποτάκη

Είδος: φαντασία

Βία; Μια πρέζα

Σεξ; Στη μύτη του κουταλιού

Αριθμός Λέξεων:3290

Αυτοτελής; Ναι. Αν και σκέφτομαι να φτιάξω έναν ολόκληρο κόσμο γύρω από τη Σαρκεσμέχ.

Σχόλια: ΠΡΟΣΟΧΗ. Αντενδείκνειται σε περίπτωση ζαχαρώδους διαβήτη. Η γράφουσα τας γραμμάς αυτάς αποποιείται πάσας ευθύνης.

 

Μπισκοτάκι μελιού κανείς;

 

 

 

 

Η ΖΑΧΑΡΕΝΙΑ ΠΥΛΗ

Είναι το Νανό, ο Σιάφακας, η Μοριτέλλα κι ο Κους-Κους. Φυσικά δεν είναι αυτά τα πραγματικά τους ονόματα, ούτε και θα μαθευτούν ποτέ τα πραγματικά τους ονόματα. Όμως έχουν έναν κοινό σκοπό κι αυτό τους ενώνει σε μια –όσο γίνεται- σφιχτή ομάδα.

 

Ο Σιάφακας, κοντός, μ’ ένα πελώριο τσιγκελωτό μουστάκι και μικρά γυαλιστερά ματάκια κάνει ένα νόημα στον Κους-Κους.

 

-Άντε.

 

Ο Κους-Κους κουνά το κεφάλι αρνητικά, μ’ ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη. Είναι μουγκός και μάγος, πράγμα που κάνει την ανωνυμία του κάπως ευάλωτη. Πόσοι μουγκοί μάγοι κυκλοφορούν σ’ αυτόν τον κόσμο; Ή σε οποιονδήποτε άλλο κόσμο;

 

-Εγώ, λέει το Νανό. Αφήστε με να πάω εγώ πρώτος.

 

Εδώ και ώρα χτυπά το ρόπαλό του στη χούφτα του ρυθμικά, εκνευρίζοντας το Σιάφακα.

 

-Κόφ’ το πια, μ’ αυτό το ρόπαλο, λέει ο κοντός.

 

-Ίσως θα έπρεπε να λάβεις υπόψην σου ότι αυτό το ρόπαλο έχει περίπου το ίδιο μπόι με σένα, κάνει η Μοριτέλλα διπλωματικά. Όπως επίσης –παύση για να καταπιεί αυτό που μασουλούσε- ότι η άκρη από το ρόπαλο έχει το ίδιο μέγεθος με το κεφάλι σου.

 

-Μάλλον εσένα έπρεπε να λένε Κους-Κους, αντιγυρίζει την ειρωνεία ο Σιάφαλας. Ή μήπως Γλουπ-Γλουπ; Δεν έχεις σταματήσει να τρως από την ώρα που ξεκινήσαμε.

 

Το σχόλιο δεν αλλάζει την καλή διάθεση της στρουμπουλής κοπέλας. Χώνει το χέρι της στο ταγάρι, παίρνει ένα μπισκότο στο μέγεθος πιάτου του φαγητού κι αρχίζει να το μασουλίζει σκεφτική, αλλά αισιόδοξη. Στην αντίπερα όχθη, το Νανό έχει αρχίσει να εκνευρίζεται.

 

-Κάναμε τόσο κόπο να έρθουμε εδώ. Δε θα την ανοίξουμε την καταραμένη πόρτα;

 

Βέβαια το ροπαλοφόρο πλάσμα με το παρατσούκλι Νανό, δεν είπε «καταραμένη», αλλά μια άλλη βρισιά, λίγο πιο πικάντικη. Η επίσημη καταγραφή της περιπέτειας αυτής όμως, το «Χρονικό της Ζαχαρένιας Πύλης», λέει καταραμένη και πέραν κάποιων διευκρινιστικών παρεμβολών, θα επιμείνουμε στην επίσημη εκδοχή.

 

Ειρήσθω εν παρόδω, παρεμβολή δευτέρα: Πού βρίσκονται οι τέσσερις αυτοί αταίριαστοι συνοδοιπόροι. Μια γενική περιγραφή του χώρου ίσως περιπλέξει τα πράγματα, παρ’ εκτός αν κάποιος από σας είναι πολίτης της κραταιής Σαρκεσμέχ, οπότε ξέρει την ιστορία καλύτερα. Τα τελευταία χρόνια βέβαια έχουν εκλείψει οι πολίτες της Σαρκεσμέχ, μαζί κι η Σαρκεσμέχ. Αλλά αυτό είναι άλλο χρονικό, οπότε ξαναγυρίζουμε στους τέσσερις.

 

Ας πούμε ότι έχετε το ρόλο της στρουμπουλής Μοριτέλλας. Δεξιά σας έχετε το Σιάφακα με το γελοίο μουστάκι και το Νανό με το ρόπαλό του. Αριστερά ο Κους-Κους σκυθρωπός. Πίσω και πάνω σκοτάδι πηχτό. Θα μπορούσε να τρομάξει πολύ κόσμο αυτό το σκοτάδι, γιατί μοιάζει να μην είναι στατικό, λες και χαρχαλεύει στα βάθη του κάτι γλοιώδες και κακόβουλο. Τουλάχιστον το σκοτάδι πίσω ξέρουμε τι έχει. Από κει ερχόμαστε, από ένα δίκτυο σηράγγων και στοών, σκαμμένων κάτω από τα υπόγεια του Ναού της Αφθονίας, την κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας. Μπήκαμε με τις ευχές του αρχιερέα της Αφθονίας, πέντε νοματαίοι, το Νανό μπροστά με το ρόπαλο (αμάν πια), πίσω ο Κους-Κους με τη μαγική φωτιά στην άκρη του ραβδιού του, παραπίσω η Μοριτέλλα, με το ταγάρι της γεμάτο μπισκότα για τη λιγούρα, ύστερα ένας από τους κατώτερους ιερείς της Αφθονίας –που άφησε τα κοκαλάκια του στο νεκροκρέβατο της βαμπιροπριγκήπισσας- και τελευταίος ο πονηρός Σιάφακας με το στιλέτο πρόχειρο για παν ενδεχόμενο. Χιλιόμετρα και μίλια από διαδρόμους, άλλοτε υγρούς και μουχλιασμένους, άλλοτε κατάξερους σαν υπόγεια μπαχαρτζίδικα. Ό,τι υπήρχε εκεί όμως το έχουμε σκοτώσει. Είμαστε ασφαλείς από εκείνη την κατεύθυνση.

 

Μπροστά μας όμως είναι ο λόγος που ξεκινήσαμε αυτήν την απίστευτη περιπέτεια. Ο Κους-Κους έχει σβήσει τη μαγική του φωτιά, γιατί η πόρτα μπροστά μας φέγγει από μόνη της. Πόρτα, τι πόρτα, αυτό είναι ένα πορτάκι ντουλαπιού, ίσα-ίσα χωράει να περάσει ένα μέτριο σκυλί. Κι είναι ολόλευκη και στραφταλίζει σα διαμάντι στον ήλιο κι ας είμαστε πολλά μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης. Και πρέπει να την ανοίξουμε γιατί αν δεν ανοιχτεί η Σαρκεσμέχ θα εξαφανιστεί από προσώπου γης, γιατί η πύλη αυτή θα την καταβροχθίσει μ’ ένα τρόπο που δεν είναι απολύτως σαφής σε κανένα από τα γριμμόρια που έχουμε διαβάσει μέχρι τώρα.

 

Μπερδεμένα πράγματα, όπως θα έλεγε και το Νανό. Αλλά είπαμε, το Νανό είναι στην αντίπερα όχθη. Γιατί η Μοριτέλλα έχει πλήρη επίγνωση της κατάστασης, αλλά πρέπει με κάποιον τρόπο να την επικοινωνήσει στους υπολοίπους. Και πώς μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο όταν ο καθείς τους έχει κι ένα διαφορετικό επικοινωνιακό πρόβλημα;

 

Το Νανό ας πούμε, έχει αυτή την εμμονή με το ρόπαλό του. Πιστεύει ότι του προσδίδει κύρος. Χρησιμοποιεί στον καθημερινό του λόγο φράσεις που επίσης αποπνέουν σεβασμό, όπως «να ‘ούμε», «τσακίσου από δω, μυξιάρη» και «πωπω, κάτι μπούτια που έχει αυτή η μικρή». Και οπωσδήποτε μετά από κάθε μπουκιά φαΐ που κατεβάζει, μετά από κάθε γουλιά κρασί ή μπύρα ή νερό, ρεύεται σπηλαιωδώς ηχηρά, κάνοντας τα γυάλινα αντικείμενα σε απόσταση λίγων μέτρων να διαμαρτύρονται τριζοκοπώντας. Ένας απαίδευτος νους θα θαύμαζε και θα φοβόταν την βάρβαρη-παύλα-αντρική εικόνα που παρουσιάζει προς τα έξω το δίμετρο αυτό πλάσμα. Η ματιά της Μοριτέλλας όμως, που μπορεί και ξεχωρίζει μ’ ένα βλέμμα το κρασί της Ερ από το κρασί του Ντεν-Το (και χωρίς να το δοκιμάσει μάλιστα), διακρίνει μικρές ανεπιτήδευτες κινήσεις που του ξεφεύγουν, μια σύσπαση του καρπού, ένα απότομο τίναγμα των μαλλιών προς τα πίσω, ένα ταχύτατο παίξιμο των βλεφάρων όταν συνάντησαν τους Φρικτούς Αξύριστους Αντρούκλες, ένα αναστεναγμό λύπης όταν αναγκάστηκαν να τους σφάξουν όλους μέχρις ενός για να περάσουν…

 

Κι ο Σιάφακας δεν πάει πίσω βέβαια. Άλλος επικοινωνιακός κόμπος κι αυτός. Πέρα από την πετριά που έχει με την εξυπνάδα του, νομίζει ότι είναι ο φυσικός αρχηγός της ομάδας τους. Κι άντε εσύ τώρα, κακομοίρα Μοριτέλλα να τον πείσεις ότι δε μπορεί να είναι αρχηγός αν κρύβεται πίσω από τα φουστάνια σου κάθε που προκύπτει κίνδυνος. Κι έχει κι αυτή τη μανία να την προσβάλλει κάθε φορά που τρώει ένα μπισκότο, που καταντάει ύποπτο τελικά. Τι θες βρε άνθρωπε; Της έρχεται να του φωνάξει από καιρού εις καιρόν. Θες κι εσύ ένα μπισκότο και ντρέπεσαι να το ζητήσεις ή μήπως θες να με κουτουπώσεις και δε θες να το παραδεχτείς;

 

Η κοπέλα αναστενάζει με δυσφορία. Έχει και τη Ζαχαρένια Πύλη μπροστά της και δεν ξέρει πώς να συμπεριφερθεί. Από όλους εκεί μέσα υποψιάζεται ότι είναι η μόνη που έχει καταγωγή από τη Σαρκεσμέχ. Και πώς μπορεί να καταλάβει κάποιος τι τρέχει με τη Ζαχαρένια Πύλη αν δεν είναι από τη Σαρκεσμέχ;

 

Ο Κους-Κους ξύνει τη γενειάδα του και κάτι μικροσκοπικό και ζωντανό βιάζεται να χωθεί στο βάθος της. Η Μοριτέλλα δεν ξέρει αν αυτό το ζωντανό είναι ο εταίρος του μάγου –ένα πλάσμα δηλαδή που έχει συμβληθεί μαζί του για να δυναμώσει η μαγεία του- ή απλά και μόνο μια χορτάτη ψείρα. Ανατριχιάζει, και κάνει μια αδιόρατη κίνηση να απομακρυνθεί από το μάγο. Ο Κους-Κους δε δείχνει να το παρατηρεί.

 

-Τα πράγματα είναι απλά: Ανοίγουμε την πύλη και γυρίζουμε από κει που ήρθαμε, λέει ο Σιάφακας μασουλώντας νευρικά την άκρη από το μουστάκι του. Γιατί το καθυστερούμε;

 

Ο Κους-Κους κουνάει το κεφάλι του αρνητικά. Δείχνει την Πύλη, μετά δείχνει τους τέσσερις κι ύστερα κάνει μια κίνηση με τα χέρια σα να μιμείται μια έκρηξη. Και πιθανότατα μιμείται μια έκρηξη.

 

-Έχει δίκιο ο μάγος, λέει η Μοριτέλλα ήσυχα. Αν πειράξουμε την Πύλη με τρόπο που να μην είναι ο σωστός τότε πάμε χαμένοι κι εμείς κι η Σαρκεσμέχ.

 

-Ναι, αλλά ποιος είναι ο σωστός τρόπος; Συνεχίζει ο Σιάφακας μέσα στη μαύρη αγανάκτηση. Τόσες μέρες διάβαζες τις περγαμηνές με τους ιερείς της Αφθονίας στον Πύργο των Γραφών και δε μπορέσατε να βρείτε τίποτε; Και εφόσον δε βρήκατε τίποτε, γιατί μας σέρνεται εδώ κάτω; Ν’ αφήσουμε κι εμείς τα κοκκαλάκια μας στο νεκροκρέβατο καμμιάς βαμπιροπριγκήπισσας;

 

Δεν ξεχνάει φαίνεται ότι η βαμπιροπριγκήπισσα είχε βάλει αυτόν πρώτον στο μάτι, πριν ασχοληθεί με τον ιερέα της Αφθονίας. Το Νανό δείχνει να συμφωνεί.

 

-Ας τη σπάσουμε, γρυλίζει. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος ν’ ανοίξει μια πόρτα. Κι αν είναι να πεθάνουμε, ε, ας πεθάνουμε σαν άντρες!

 

Ο Κους-Κους του ρίχνει μια ματιά σαφέστατα υποτιμητική. Φαίνεται ότι κι αυτός έχει καταλάβει… Η Μοριτέλλα ξαναπαίρνει το λόγο:

 

-Υπήρχε ένας υπαινιγμός σε κάποιο από τα γριμμόρια όμως ήταν τόσο εξωφρενικός που προτιμήσαμε με τους ιερείς να μην τον μοιραστούμε μαζί σας, λέει προσεκτικά. Και είναι και λίγο επικίνδυνο, για την υγεία, όχι ότι θα πεθάνουμε αλλά θα πρέπει να προσέχουμε συνέχεια από δω και στο εξής…

 

Είναι ώρα του Κους-Κους να γρυλίσει απειλητικά. Και το Νανό κι ο Σιάφακας δεν μένουν πίσω. Την κοιτάνε με μάτια που πετάνε σπίθες και φαίνεται πως αν δεν ήταν η μόνη που ξέρει το δρόμο να ξαναβγούν στην επιφάνεια, θα την είχαν σουβλίσει και οι τρεις. «Εντάξει, κορίτσι μου, το χειρότερο πέρασε,» λέει στον εαυτό της. «Ώρα για το διασκεδαστικό μέρος.»

 

-Η Ζαχαρένια Πύλη… λέει αργά, με τελετουργικό τρόπο, …πρέπει να φαγωθεί.

 

Είναι ένα θαύμα οι αλλαγές των συναισθημάτων στα πρόσωπα των τριών αντρών. Ο μάγος χτυπάει το κούτελό του, σαν ξαφνικά να του ήρθε θεία φώτιση. Ο Σιάφακας έχει το πιο κενό βλέμμα του κόσμου, προφανέστατα δεν πιστεύει στ’ αυτιά του. Το δε Νανό χτυπάει άλλη μια φορά το ρόπαλό του στη χούφτα ανυπόμονο.

 

-Εμπρός λοιπόν, τι καθόμαστε; Λέει.

 

-Μια στιγμή, μια στιγμή, το σταματάει ο κοντός. Να τη φάμε; Πρέπει να φάμε τη Ζαχαρένια Πύλη;

 

-Στη Σαρκεσμέχ είσαι, τον αποπαίρνει η Μοριτέλλα. Πίστευες πραγματικά ότι δε θα είχε σχέση με φαΐ;

 

-Και πού είναι ο κίνδυνος να φάμε μερικά κιλά ζάχαρη;

 

Άντε τώρα να του εξηγήσεις. Η Μοριτέλλα κάνει ό,τι μπορεί, αλλά το μυαλό του Σιάφακα δε φαίνεται να καταλαβαίνει.

 

-Κοντολογίς, όποιος τρώει πολλή ζάχαρη και γενικά γλυκά, περισσότερο από μισό κιλό την ημέρα, παθαίνει η υγεία του, καταλήγει μετά από μια μακρά διάλεξη περί των επιπτώσεων των γλυκών. Μετά θα πρέπει να μη φάει ούτε κόκκο ζάχαρη για δύο ή τρία χρόνια και επιπλέον θα πρέπει να κόψει τα ψωμιά, τα ζυμαρικά, το ρύζι, τα όσπρια και κάποιες ακόμη τροφές, όπως τα φρούτα και τις ντομάτες. Για να μην προσθέσω ότι όποιος φάει παραπάνω από ένα κιλό ζάχαρη στην καθισιά πέφτει μετά σε κώμα και μπορεί και να πεθάνει.

 

Το σαγόνι των αντρών έχει πέσει. Κοιτάνε το μπισκότο στα χέρια της Μοριτέλλας με αποτροπιασμό, λες και είναι δηλητηριασμένο βέλος που τους σημαδεύει. Έπειτα το βλέμμα τους γυρίζει στην Πύλη και γεμίζει τρόμο, γιατί καταλαβαίνουν ότι η κοπέλα τους λέει την αλήθεια. Δε μπορεί, από τη Σαρκεσμέχ είναι, κάτι θα ξέρει.

 

-Και τώρα τι κάνουμε; Τραυλίζει το Νανό.

 

Το ρόπαλο κοντεύει να του πέσει από τα χέρια κι η φωνή του έχει γλυκάνει φοβερά. Η Μοριτέλλα κρυφογελάει, αλλά κανείς τους δεν καταλαβαίνει το γιατί.

 

-Δηλαδή μας φώναξαν εδώ από τα πέρατα του κόσμου, τον καλύτερο μάγο, τον καλύτερο κλέφτη, τον καλύτερο πολεμιστή και μια γυναίκα της Σαρκεσμέχ για να μας στείλουν να πεθάνουμε από την πολλή ζάχαρη; Φωνάζει εξοργισμένος ο Σιάφακας. Μας διέταξαν να κρατήσουμε τις ταυτότητές μας μυστικές, μας κουκούλωσαν με κελεμπίες για να μη δει κανείς το πρόσωπό μας, μας έβαλαν νύχτα κι από ένα μυστικό παραπόρτι στο Ναό της Αφθονίας, μόνο και μόνο για να σκάσουμε από τα πολλά γλυκά;

 

-Δεν είναι σίγουρο ότι η πύλη είναι γλυκειά, τους αποτελειώνει η Μοριτέλλα. Μπορεί να είναι φτιαγμένη από κρυσταλλικό δηλητήριο. Ξέρουμε πολλά για τα δηλητήρια στη Σαρκεσμέχ, αλλά κανείς δεν ξέρει από τι είναι φτιαγμένη η Ζαχαρένια Πύλη. Τη λέμε Ζαχαρένια μόνο και μόνο επειδή ο πρώτος –και τελευταίος- που την είδε την περιέγραψε έτσι. Δεν ξέρουμε αν τη δοκίμασε.

 

Ο Κους-Κους έχει χάσει τη βλοσυρή δήθεν σοφή του έκφραση και κάθεται παραδομένος στο χώμα. Ρίχνει ένα ερωτηματικό βλέμμα στην κοπέλα και κάνει μια κίνηση με τα δάχτυλα. «Τι;»

 

-Τι κάνουμε; Λέει η Μοριτέλλα σχετικά ανάλαφρα. Τρώμε.

 

Και βγάζει από το ταγάρι της μπισκότα για όλους.

 

Ο Σιάφακας δεν κρατιέται και της ορμάει. Τα χέρια του σφίγγουν το λαιμό της, με απώτερο σκοπό να τη στραγγαλίσει.

 

-ΕΔΩ ΘΑ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΚΙ ΕΣΥ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΤΑ ΜΠΙΣΚΟΤΑ ΣΟΥ; Ουρλιάζει μέσα στα μούτρα της.

 

Το Νανό σπεύδει σε βοήθεια. Του κατεβάζει μια γενναία ροπαλιά στο κεφάλι κι ο κοντός αφήνει το λαιμό της κοπέλας και κάνει μερικές χορευτικές φιγούρες. Ο μάγος δε δίνει σημασία. Έχει μείνει να κοιτάζει τη Ζαχαρένια Πύλη που λαμποκοπάει λίγα μέτρα μακρυά του και προσπαθεί να υπολογίσει σε πόση ώρα θα πεθάνει αν φάει τόση ζάχαρη.

 

-Πάντα ήξερα ότι η δήθεν εξυπνάδα σου είναι αρκούντως περιορισμένη, λέει η Μοριτέλλα καυστικά, βήχοντας και προσπαθώντας να ρεγουλάρει την ανάσα της. Με θεωρείς τόσο κουτή; Ή τόσο κοιλιόδουλη; Στη Σαρκεσμέχ αγαπάμε το φαγητό, αλλά όχι κι έτσι…

 

Ο Σιάφακας έχει ανακτήσει μέρος των αισθήσεών του. Υποβαστάζεται από το Νανό και κοιτάει την κοπέλα κατάματα, αν και με βλέμμα κατά τι θολό.

 

-Αυτά τα μπισκότα είναι διαφορετικά από τα άλλα: Μπορεί να έχουν γεύση με όλα τα ίδια μπισκότα μελιού που έχετε δοκιμάσει ποτέ, αλλά περιέχουν κάτι –που δε θα μοιραστώ μαζί σας τι- που ίσως μας βοηθήσει.

 

-Όλο «αν» και «ίσως» και «μπορεί» είσαι, γρυλίζει κάπως πιο ήρεμος ο κοντός. Δεν έχεις τίποτε σίγουρο να μας πεις;

 

Η Μοριτέλλα τον κοιτάει με ένα βλέμμα παρόμοιο με εκείνο που είχε όταν τους έσκασε το μυστικό της Ζαχαρένιας Πύλης. Ο Σιάφακας ετοιμάζεται να ακούσει ένα ακόμη φρικτό γεγονός.

 

-Σίγουρο; Το σίγουρο είναι πως ό,τι κι αν κάνουμε, φάμε ή δε φάμε τη Ζαχαρένια Πύλη, γυρίσουμε ή δε γυρίσουμε πίσω στη Σαρκεσμέχ… ο κάθε ένας από μας θα πληρώσει ένα τίμημα για το γεγονός ότι προσπάθησε να κάνει κάτι τέτοιο.

 

Σιωπή. Η Ζαχαρένια Πύλη εξακολουθεί να στραφταλίζει, λες και τη λούζει ο πιο δυνατός μεσημεριάτικος ήλιος. Ο Κους-Κους συνεχίζει να μένει καθισμένος στο χώμα, με μια παρατημένη έκφραση στο πρόσωπο. Το Νανό εξακολουθεί να υποβαστάζει το Σιάφακα, κι οι δυο τους κοιτούν σε κάποιο αόριστο σημείο του χώρου κι αναρωτιούνται τι τους περιμένει ακόμη. Κι η Μοριτέλλα έχει μείνει να κρατάει τα μπισκότα της περιμένοντάς τους υπομονετικά να συνέλθουν.

 

Οι τρεις συνοδοιπόροι θα συνέλθουν κάποια στιγμή. Θα φάνε τα μπισκότα με τη σκοτεινή συνταγή. Κι ύστερα θ’ αρχίσουν να τρώνε και τη Ζαχαρένια Πύλη. «Αχ, δεν αντέχω άλλο, λιγώθηκα!» θα πει κάποια στιγμή το Νανό. «Σκάσε και τρώγε,» θα μουρμουρίσει μπουκωμένος ο Σιάφακας. Τα μπισκότα φαίνεται να τους κάνουν καλό, αφού καταφέρνουν τελικά να φάνε όλη την Πύλη χωρίς να πέσουν αναίσθητοι από την πολλή ζάχαρη. «Τι έχουν μέσα τα καταραμένα;» φαίνεται να αναρωτιέται ο Κους-Κους αλλά η Μοριτέλλα συνεχίζει να τρώει δήθεν χωρίς να καταλαβαίνει το βλέμμα του.

 

Κι όταν κι ο τελευταίος κόκκος ζάχαρης έχει λιώσει στα στόματά τους, ανακαλύπτουν ότι πίσω από τη Ζαχαρένια Πύλη υπάρχει ένας κύλινδρος από χαλκό, καλυμμένος με την πρασινίλα που μαρτυρά την αρχαιότητα του.

 

-Τι είν’ ετούτο πάλι; Αναστενάζει το Νανό.

 

-Οι γραφές λένε ότι πίσω από την Πύλη υπάρχει ένας πάπυρος, δεν αναφέρεται όμως τι περιέχει ούτε τι πρέπει να κάνουμε με αυτόν, λέει η κοπέλα.

 

Η ομάδα ανταλλάσει ματιές. Φαίνεται ότι όλοι έχουν αποφασίσει σιωπηλά να διαβάσουν τον πάπυρο. Ο Κους-Κους παίρνει τον κύλινδρο στα χέρια του και τον ελέγχει για μαγικές παγίδες. Κάνει ένα νόημα, «είναι καθαρός». Ο Σιάφακας που είναι το επάγγελμά του στο να ανοίγει κλειστά αντικείμενα, καταφέρνει να τον ανοίξει. Μέσα υπάρχει ένας πάπυρος, παλιός όσο και η ίδια η κραταιά πόλη της Σαρκεσμέχ κι η Μοριτέλλα που ξέρει να διαβάζει τις αρχαίες γραφές αναλαμβάνει να τον διαβάσει.

 

-«Γενναίε που έφαγες τη Ζαχαρένια Πύλη, ετοιμάσου να φαγωθείς από την ίδια τη ζωή σου,» λέει σιγανά.

 

Έχει βγάλει ένα μπισκότο και το μασουλίζει σκεφτική. Ο Κους-Κους έχει ζαρώσει τα φρύδια και προσπαθεί να καταλάβει. Το Νανό δεν το προσπαθεί καν, έχει λιγωθεί από τη ζάχαρη και παίζει αφηρημένο με την άκρη από το ρόπαλό του. Τελικά είναι ο Σιάφακας που καταλαβαίνει πρώτος το νόημα .

 

-Ε…Μοριτέλλα… γιατί μου φαίνεσαι πιο αδύνατη;

 

Η Μοριτέλα κοιτιέται απορημένη. Είναι αλήθεια ότι νιώθει πιο ελαφριά, αλλά πίστευε ότι ήταν η επίδραση της ζάχαρης. Περνάει τα χέρια της από το κορμί της, τα μπράτσα της έχουν χάσει σεβαστό μέρος από τη στρουμπουλάδα τους, τα μάγουλά της έχουν σχεδόν εξαφανιστεί, ο λαιμός της μοιάζει κρινένιος, το φουστάνι έχει αρχίσει να πλέει πάνω της. Ξαφνικά κοκκινίζει και κάνει μια κίνηση να συγκρατήσει το εσώρουχό της.

 

-Αδυνατίζω! Λέει σιγανά.

 

Κι ύστερα με περισσότερη έκπληξη:

 

-Σιάφακα, το μουστάκι σου!

 

Αλλά δεν είναι μόνο το χαμένο μουστάκι που έχει αφήσει το Σιάφακα άφωνο. Ξαφνικά τα ρούχα του μοιάζουν να έχουν μικρύνει τρία νούμερα. Τα μπατζάκια του παντελονιού του έχουν φτάσει στα γόνατα και τα μανίκια του στους αγκώνες. Κι οι μυς του, ε, οι μυς του φουσκώνουν τόσο που δε μπορείς πια να τον ξεχωρίσεις από Νανό.

 

-Μα τι μας συμβαίνει; Φωνάζει.

 

-Αλλάζουμε! Ακούγεται μια άγνωστη φωνή.

 

Η ομάδα γυρίζει με τα σαγόνια κρεμασμένα. Ο Κους-Κους μίλησε!

 

Κι ο ίδιος δε φαίνεται λιγότερο έκπληκτος.

 

-Μιλάω, λέει χωρίς συναίσθημα.

 

Η Μοριτέλλα γυρίζει να δει και το Νανό και δεν τρομάζει που το βλέπει πιο κοντό και πιο λεπτεπίλεπτο και πιο χαριτωμένο και πιο… θηλυκό!

 

-Θεοί του Κάτω Κόσμου, έγινα γυναίκα! Γυναίκα!

 

Και παρόλο που βάζει τα δυνατά του, δε δείχνει τόσο αποτροπιασμένο όσο θα ήταν, ας πούμε, ο Σιάφακας στη θέση του.

 

Κι εδώ, το Χρονικό της Ζαχαρένιας Πύλης τελειώνει. Ή μάλλον για να είμαστε ακριβείς, δεν τελειώνει, αλλά οι επόμενες σελίδες έχουν χαθεί και από τα τρία αντίγραφα που έχουν ανακαλυφθεί στις βιβλιοθήκες του κόσμου. Λόγιοι και φιλόλογοι απ’ όλον τον κόσμο έχουν προσπαθήσει να βρουν σε άλλα κείμενα τη συνέχεια και το τέλος της ιστορίας αυτής, χωρίς όμως την παραμικρή τύχη. Κι αυτό γιατί η μόνη γραπτή μαρτυρία για τη συνέχεια και το τέλος αυτής της χαριτωμένης σαρκεσμεχιανής περιπέτειας βρίσκεται σε ένα μυστηριώδες βιβλίο με εξώφυλλο από δέρμα και σελίδες από περγαμηνή, ένα βιβλίο που βρίσκεται σε όλες τις βιβλιοθήκες του κόσμου, όμως κανείς ποτέ δεν το έχει διαβάσει, γιατί το μάτι γλιστρά και φεύγει από πάνω του σα να μην υπάρχει. Ο τίτλος του είναι «το Βιβλίο των Συμβάντων» κι ο συγγραφέας του άγνωστος. Εκεί, με μελάνι κοκκινοκαφέ, ίδιο στο χρώμα με το ξεραμένο αίμα, υπάρχει η εξιστόρηση της ζωής των ανθρώπων που άνοιξαν τη Ζαχαρένια Πύλη και έσωσαν τη Σαρκεσμέχ από τον αφανισμό.

 

«Ίσως τελικά να μην είναι τόσο αστείο όσο φαίνεται. Σκεφτείτε, ένας μάγος να πρέπει να φτιάξει ένα σωρό ξόρκια από την αρχή. Ή ένας πολεμιστής να φοράει φουστάνια. Ή ένας κλέφτης να έχει δυο μέτρα μπόι και να μη μπορεί να περάσει απαρατήρητος. Και οι τέσσερις έπρεπε ν’ αλλάξουν επαγγελματικό προσανατολισμό. Ναι, ακόμη κι η Μοριτέλλα, γιατί ποιος εμπιστεύεται μια μαγείρισσα που δεν είναι στρουμπουλή; Η Σαρκεσμέχ είχε σωθεί. Αλλά οι τέσσερις ήταν σε δεινή θέση. Και βέβαια κανείς δεν περίμενε ότι τη λύση την είχαν δώσει εξαρχής οι ιερείς της Αφθονίας.«

 

»Γιατί η ανωνυμία των τεσσάρων ήταν εκείνη που τους έσωσε. Ο Κους-Κους δε χρειαζόταν πια να είναι μάγος, ούτε ο Σιάφακας κλέφτης, ούτε το Νανό πολεμιστής. Η Μοριτέλλα δε χρειαζόταν πια να είναι η στρουμπουλή μαγείρισσα από τη Σαρκεσμέχ. Κανείς εκτός από τους ιερείς δεν είχε δει τα πραγματικά τους πρόσωπα κι αυτό έσωσε τη φήμη τους. Κι απόδειξη; Κανείς ποτέ δεν ξανάκουσε για έναν μουγκό μάγο που ζούσε έξω από το Ουντουλού, ούτε για ένα κλέφτη με τσιγκελωτό μουστάκι που λυμαινόταν την Κοιλάδα του Κορδονιάρη. Κανείς δεν ξέρει τι απέγινε ο πιο ένδοξος πολεμιστής των βαρβάρων των Καστανών Ορέων, ούτε πού εξαφανίστηκε η μαγείρισσα από τη Σαρκεσμέχ που έφτιαχνε τα πιο νόστιμα μπισκότα του κόσμου. Κι ούτε κι έδωσε κανείς σημασία στα δυο ζευγάρια που εγκαταστάθηκαν στο Ντεν-Το κι ανέλαβαν την πρεσβεία της Σαρκεσμέχ σε αυτήν τη γειτονική πόλη.«

 

»Το ένα ζευγάρι είναι πολύ ταιριαστό: μια λεπτοκαμωμένη όμορφη κοπέλα που μαγειρεύει φρικτά κι ένας θεόρατος ομορφάντρας, με μούσκουλα σα μελιτζάνες και περιορισμένη ικανότητα να σκέφτεται. Το άλλο ζευγάρι είναι λίγο παράξενο, ο άντρας είναι μεγάλος κουτσομπόλης κι η γυναίκα του μια παμπόνηρη ιντριγκαδόρισσα, με εξαιρετική αντίληψη. Όποιος τους βλέπει να πίνουν το αρωματισμένο τους κρασί στη βεράντα του κοινού τους σπιτιού, παραδέχεται ότι κα΄τι δεν πάει καλά και με τους τέσσερις, κα΄τι είναι παράταιρο επάνω τους, σαν τα πιο χαρακτηριστικά του προτερήματα να είναι μια επίκτητη ιδιότητα του πραγματικού τους εαυτού. Αλλά κανείς ποτέ δεν έμαθε πόσο σχέση είχε αυτή η παραδοξότητα με το γεγονός ότι δεν βάζει κανείς από τους τέσσερις ούτε κόκκο ζάχαρης στο στόμα…»

Edited by naroualis
  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

  • 15 years later...

Πάρα πολὺ ἐνδιαφέρον!  Θὰ ἀνυπομονοῦσα νὰ διαβαζα τὴ συνέχειά του (ἂν τυχὸν ἔχει γραφεῖ).

Πολὺ δυνατὲς περιγραφές, μία ἀνάλαφρη καὶ ταυτόχρονα περιεκτικὴ προσέγγιση τῶν παρεχομένων πληροφοριῶν καί, ἤδη, ἕνα ἔξυπνο εὕρημα!

Ἐννοεῖται, ἀγαπητὴ @Naroualis, πώς, ὅταν φτάσουν οἱ ἥρωες στὴ Σοκολατένια Πύλη, προσφέρομαι νὰ 'βοηθήσω'.  Θὰ περιμένω τὴν πρόσκληση! 😋

  • Haha 1
Link to comment
Share on other sites

Να και κάτι που είχα ξεχάσει και την ύπαρξη του ακόμα...

Υπάρχει μια μικρή -πολύ μιρκή όμως- πιθανότητα να δούμε κι άλλες ιστορίες από τον κόσμο της Σαρκεσμέχ μέσα στα επόμενα 5 χρόνια. Ξέρω, μακρύ το πλάνο, αλλά έχω άλλες προτεραιότητες αυτή τη στιγμή.

 

Να 'σαι καλά, Απόστολε. Ευγενή σταυροφορία ξεκίνησες με τις ασχολίαστες ιστορίες. :drinks:

Edited by Naroualis
τυπο
  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Χαρά μου νὰ τὸ διαβάσω ὅποτε κυκλοφορήσει, εἴτε ἐδῶ μέσα ἢ σὲ βιβλίο!

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..