DinoHajiyorgi Posted February 28, 2010 Share Posted February 28, 2010 (edited) Ήταν τεράστιο, ατελείωτο, αποκρουστικό, απύθμενο στην οργή και την αποφασιστικότητα του. Ξέρασμα της νύχτας, διέσχισε την πόλη απροκάλυπτα, βοώντας και μουγκρίζοντας, προειδοποιώντας για τον ερχομό του. Το άκουσαν και κλειδαμπάρωσαν τις πόρτες και τα παράθυρα τους. Όσοι τόλμησαν να κοιτάξουν από τις χαραμάδες, με την περιέργεια να υπερισχύει του τρόμου τους, το μετάνιωσαν αμέσως. Πάγωσε το αίμα τους, λιώσαν τα γόνατα τους και κατέρρευσαν ανήμποροι, άσπρισαν τα μαλλιά τους και σύρθηκαν όπως μπορούσαν στις γωνίες τους. Με τα αφτιά τους κλειστά, ψιθύρισαν ξεχασμένες προσευχές, ξόρκισαν το κακό μακριά από την δική τους πόρτα. Δεν υπήρχε ούτε ένας γενναίος ανάμεσα τους, κανένας δεν θα τολμούσε να βγει να σταματήσει το κτήνος. Στο βλέμμα του λαμπίριζε κατάμαυρος θάνατος, και στα χίλια του μάτια. Το θηρίο διψούσε για αίμα. Τα σωθικά του αποζητούσαν σάρκες. Απόψε απαιτούσε θυσία σε μαύρες θεότητες. Το θύμα του ήταν κοντά, ήξερε το σπίτι του, γνώριζε το πρόσωπο του, μυριζόταν τον φόβο του. Ο Ανακριτής στάθηκε στις παρυφές της πόλης και ατένισε το σκηνικό. Ένιωσε ένα φίδι να στριφογυρίζει μέσα στο στομάχι του. Πνιχτός βήχας αναδύθηκε στο λαρύγγι του και έφτυσε πικρό σάλιο στο μαντήλι του. Πόσο μισούσε τέτοιες ιστορίες. Η πόλη, ένα συνονθύλευμα από γκρίζα, πέτρινα σπίτια, αχυρένιες σκεπές, στενά πλακόστρωτα σοκάκια, είχε μια μικρή πλατεία που πρέπει να έζησε το τελευταίο κάψιμο μάγισσας μάλλον πιο πρόσφατα από όσο έπρεπε. Τα ερείπια του μεσαιωνικού τείχους ολόγυρα δεν τον παρηγορούσαν. Ο τόπος έδειχνα μόνιμα ποτισμένος από μια προηγούμενη εποχή. Υπήρχαν ακόμα αγχόνες στημένες στους καρόδρομους αυτής της επαρχίας. Τα ανθρωπόμορφα κλουβιά κρέμονταν κενά βέβαια, πεινασμένα κοράκια όμως τσιμπολογούσαν ακόμα τα πλέγματα, καθαρίζοντας τα από ξεραμένες σάρκες. Ο ουρανός, σαν να συμφωνούσε μαζί του, ήταν μόνιμα σταχτής, χωρίς σύννεφα, χωρίς ήλιο, με μια πεισματική, αρρωστημένη χλομάδα. Ταίριαζαν όλα. «Από δω, εξοχότατε» είπε ο αστυνόμος και έδειξε την παλιά είσοδο της πόλης. Η ξύλινη πύλη που κατέβαινε κάποτε να καλύψει το χάσμα της τάφρου ήταν χαμένη στον χρόνο πλέον. Ακολούθησαν το πέτρινο γιοφύρι και περνώντας την αψίδα μπήκαν στη σκιά της πόλης. Ο Ανακριτής, ο αστυνόμος, και μια συνοδεία από δύο τουφεκιοφόρους. Ελάχιστοι πολίτες κυκλοφορούσαν έξω. Σκιαγμένα, καχύποπτα βλέμματα, βιαστικά βήματα, τρομαγμένα ανθρωπάκια που έτρεχαν να κρυφτούν στις ρωγμές τους σαν τις κατσαρίδες. «Εδώ, στο τέλος του στενού βρήκαμε τον πρώτο» είπε ο αστυνόμος. Το φρικτό σκουλήκι γλίστρησε μέσα από στενοσόκακα, γκρέμισε πάγκους στην αλάνα της υπαίθριας αγοράς, άφησε χαρακιές σε κλειστά παραθυρόφυλλα, τάγκισε τα βρομόνερα με την χολή του και τον αέρα με το χνώτο του. Ήταν κοντά τώρα. Μπορούσε να ξεχωρίσει το σπίτι που έψαχνε. Κροτάλισαν τα σαγόνια του, έχυσε στο πλακόστρωτο τα σάλια του. Το φεγγάρι πάνω από τις στέγες έσταζε αίμα. Τριπλή προμηνύονταν η θυσία απόψε, δεν θα δινόταν χάρη σε κανέναν. Ένοχο και αθώο αίμα θα πότιζε το χώμα, θα ικανοποιούσε τις θεότητες της οργής και του μίσους. Η κραυγή του κτήνους διαπέρασε τοίχους, τρομοκρατημένες καρδιές, αλλά και συνειδήσεις. Ο Ελάιζα Χόθορν, ήταν ένας θρησκευόμενος άντρας, που είχε τέτοια συνείδηση. Άκουγε ξεκάθαρα τον βρυχηθμό απ’έξω και ο τρόμος είχε αρπάξει και την δική του καρδιά. Το τέρας δεν ερχόταν για εκείνον. Μπορούσε να μείνει αμέτοχος στο κλειδαμπαρωμένο σπίτι του, και θα έβλεπε τη νέα αυγή. Ήξερε όμως ότι κανείς άλλος δεν θα όρθωνε το ανάστημα του, κι ένιωθε μιαρός, δούλος, δέσμιος του σκότους και ο ίδιος. Προχώρησε προς την πόρτα και η γυναίκα του όρμησε, γαντζώθηκε πάνω του. «Όχι, μη βγαίνεις έξω!» τσίριξε μέσα από τα αναφιλητά της. Ήξερε πως δεν είχε καμία ελπίδα να τον μεταπείσει. «Δεν μπορώ να ζήσω με αυτό το φονικό στην καρδιά μου. Θα με βαραίνει και μένα.» «Του αξίζει! Το έφερε ο ίδιος στο κεφάλι του! Γιατί να την πληρώσεις εσύ;!» «Και η Σάρα; Φταίει και εκείνη; Μήπως η κορούλα τους; Τι κρίμα έχει το φτωχό εκείνο πλάσμα;» Βύθισε το πρόσωπο της στο στήθος του και το συγκλόνισε με τους λυγμούς της. Δάκρυσε κι εκείνος, το βλέμμα του πλανήθηκε στα εργαλεία του πάνω στο γραφείο. Τηλεσκόπια, κάτοπτρα, αστρολάβοι, χάρτες του έναστρου ουρανού. «Μπορώ να κρυφτώ εδώ σήμερα. Αύριο όμως θα μπορούσε να έρθει η σειρά μου» της είπε. Την έσπρωξε και βγήκε έξω. Άοπλος. Δεν υπήρχε όπλο που μπορούσε να σταματήσει αυτόν τον δαίμονα. Ο Ελάιζα είχε να παρατάξει μόνο την καθαρή του καρδιά και ήταν το δυνατότερο όπλο που είχε για την περίσταση. Δεν στάθηκε αρκετό. Το κτήνος κάγχασε στα λόγια του ενάρετου άντρα και αφομοιώνοντας τον άπονα, τον ξέσχισε και ήπιε το αίμα του. Ο άνθρωπος που είχε υπάρξει ο Ελάιζα Χόθορν παρέδωσε την ψυχή του και τα κομμάτια του ποδοπατήθηκαν, διαμελίστηκαν στις ρωγμές του λιθόστρωτου σοκακιού. Ο Ανακριτής έριξε μια ματιά στο κατακρεουργημένο θύμα και έφτυσε περισσότερο σάλιο στο μαντήλι του. Ο θάνατος αυτού του άντρα ήταν αποτρόπαιος. Προσπάθησε να δώσει μια ταυτότητα, ένα πρόσωπο στον εγκληματία που το είχε διαπράξει και ο νους του σχημάτισε κενό. «Προσπαθούμε να βγάλουμε κάποιες πληροφορίες από την χήρα» εξήγησε ο αστυνόμος, «αλλά έχει αποτρελαθεί τελείως. Δεν βγάζουν νόημα όσα λέει.» «Τι άλλο;» ρώτησε βραχνά ο Ανακριτής, ευχόμενος άδικα να μην υπήρχε άλλο. «Να εδώ είμαστε» άκουσε τον αστυνόμο να λέει, «αυτό είναι το σπίτι του γιατρού.» Ο γιατρός Μίλιγκαν κοίταξε το άδειο μπουκάλι του μπράντι πάνω στο τραπέζι. Το πήρε στα χέρια του όχι τόσο για να βεβαιωθεί ότι όντως ήταν άδειο, αλλά γιατί είχε ανάγκη να κρατηθεί από κάπου, από οπουδήποτε. Είχε ξεμείνει πλέον από στηρίγματα. Όσο μπράντι είχε στο σπίτι έκαιγε τώρα στο στομάχι του. Και αυτό δεν τον βοηθούσε καθόλου. Ο φόβος τον κρατούσε νηφάλιο. Στο κιτρινισμένο φως της λάμπας το αξύριστο πρόσωπο του φάνταζε σαν νεκρικό προσωπείο. Ένας άντρας που κόντευε να αποδεχτεί το πεπρωμένο του. Κοίταξε προς το κρεβάτι, στην εσοχή κάτω από την σκάλα. Η γυναίκα του, η Σάρα, καθόταν εκεί, ωχρή, με την μικρή τους κόρη αγκαλιά. Το κορίτσι είχε το πρόσωπο του κρυμμένο στο στήθος της μάνας του. Η γυναίκα τον κοίταζε σαν να ήταν ήδη νεκρός. Πιθανόν να ήταν όλοι τους νεκροί. Ο γιατρός δεν μπορούσε να στηριχθεί πλέον στους δικούς του. Εκείνες ήταν που είχαν ανάγκη από στήριξη, και τις είχε προδώσει. Πικρή χολή γέμισε το στόμα του και έφτυσε στο πάτωμα. Η νύχτα έξω δεν ήταν ήσυχη. Είχαν ακούσει τον μακρινό βρυχηθμό. Το τέρας ερχόταν. Δεν υπήρχε διαφυγή. Θα τους έβρισκε όπου και να πήγαιναν. Το βλέμμα του πήγε στο απέναντι ράφι, στην δερμάτινη του τσάντα. Είχε τα νυστέρια του εκεί μέσα. Μπορούσε να κόψει τον λαιμό της γυναίκας και της κόρης του, να προλάβει την φριχτή τους μοίρα που πλησίαζε. Θα είχε όμως τη δύναμη μετά να κόψει την ίδια του την καρωτίδα; Μήπως του έβγαιναν χρήσιμες αλλιώς; Μπορούσε να τις σπρώξει έξω από την πόρτα, κατευθείαν στο θηρίο. Ίσως έτσι να χόρταινε την πείνα του τέρατος για αίμα, ίσως αυτό να του έφτανε. Έκλεισε τα μάτια του και έτριξε τα δόντια του. «Ζαβαθραουήλ, προστάτεψε με» τραύλισε. «Τζόζεφ, μη!» ούρλιαξε η Σάρα. «Σκάσε γυναίκα!» Η κόρη τους άρχισε να κλαίει. «Βλάσφημε!» του τσίριξε η γυναίκα, «Εσύ το προκάλεσες αυτό! Όλο το φταίξιμο είναι δικό σου!» Την αγνόησε και κλείνοντας σφιχτά τα μάτια του έφερε τις γροθιές στο μέτωπο του. «Ζαβαθραουήλ, Μαύρε Κύρη του Ερέβους, προστάτεψε με. Σώσε τον πιστό σου δούλο από την κατάρα που τον έχει σημαδέψει. Ζοθ, Μόρβο, Βαέλ, σταθείτε στο πλευρό μου, μη με εγκαταλείπετε!» Στην από μέσα πλευρά της πόρτας είχε ζωγραφίσει με κιμωλία τον κύκλο με το άστρο στο κέντρο. Γύρω-γύρω στο ξύλο είχε αντιγράψει και όλα τα κατάλληλα ξόρκια προστασίας, στην παλιά, αυθεντική γλώσσα. Θα ήταν όμως αρκετά; Μήπως η αμφιβολίες του θα προκαλούσαν και την πτώση του; Τραντάχτηκε σαν απάντηση η πόρτα και σχεδόν ξεκόλλησε από τη θέση της. Τσίριξαν οι γυναίκες του. Τινάχθηκε όρθιος. Ο δαίμονας, αυτό το τέρας του άλογου μίσους και σαδιστικής κακίας είχε φτάσει, έξω από την πόρτα του. Τραντάχτηκαν, ράγισαν τα παραθυρόφυλλα, έσπασαν τα τζάμια, σείστηκε πάλι η πόρτα. Η Σάρα και το κορίτσι κατέρρευσαν στο πάτωμα ουρλιάζοντας. Η μάνα έσπρωξε την κόρη της κάτω από το κρεβάτι. Ο βρυχηθμός του κτήνους ήταν τρομερός. Απαιτούσε την θυσία τους. «Είμαι αθώος! Αθώος!» ούρλιαξε μάταια ο γιατρός πριν τον πιάσουν τα κλάματα. «Τουλάχιστο λυπηθείτε την γυναίκα και το παιδί μου…» Μια πνοή αέρα έσβησε την λάμπα στο τραπέζι. Το δωμάτιο βυθίστηκε στο σκοτάδι. Οι κραυγές των σφαχτών αναμίχθηκαν με το πεινασμένο γρύλισμα απ’έξω. Η πόρτα τσακίστηκε στα δύο και κατέρρευσε στο πάτωμα. Το θηρίο χίμηξε μέσα στο σπίτι. Δεν υπήρξε έλεος για κανέναν. «Θεέ μου» ξέσπασε ο Ανακριτής και έκανε τον σταυρό του. Είχαν στρώσει ένα σεντόνι έξω από το κατεστραμμένο σπίτι. Εκεί κείτονταν τα διαμελισμένα πτώματα του γιατρού Μίλιγκαν, της γυναίκας του και της κόρης του. Δεν φορούσαν ρούχα, ήταν γυμνές, γδαρμένες, καμένες σάρκες. Ο Ανακριτής γύρισε το βλέμμα του από την άλλη. Είδε την εξώπορτα του σπιτιού, κομμένη στα δύο, τραβηγμένη δίπλα στις σκάλες του κατωφλιού. Χωρισμένο, το σύμβολο με την κιμωλία ήταν γυρισμένο προς το μέρος του. Αναγνώρισε τον κύκλο και κάποια από τα ξόρκια. «Το Σημάδι των Σκοτεινών; … Το είδατε αυτό;» Ο αστυνόμος ήρθε δίπλα του και κοίταξε την πόρτα. «Ο γιατρός ανήκε σε αυτή τη φάρα. Δυστυχώς. Εφάρμοζε μαύρες πρακτικές στην επιστήμη του.» «Τον ηλίθιο!» έφτυσε ο Ανακριτής εκνευρισμένος, «Τον ηλίθιο φουκαρά…» «Αργά ή γρήγορα θα την πλήρωνε. Και την πλήρωσε.» Πέρα από τους τουφεκιοφόρους τους δεν υπήρχε ψυχή. Όλα τα παραθυρόφυλλα στον δρόμο ήταν σφαλιστά. «Φαντάζομαι ότι κανείς δεν είδε τίποτα» ρώτησε ο Ανακριτής. «Εσείς τι λέτε;» απάντησε ο αστυνόμος με ένα πονηρό μειδίαμα. «Δεν υπάρχει ούτε ένας ιερέας γι αυτές τις φτωχές ψυχές;» Το βλέμμα του αστυνόμου έδωσε την απάντηση. «Α έτσι» είπε ο Ανακριτής κουνώντας το κεφάλι του. «Και το όνομα στον τοίχο;» Ο αστυνόμος γύρισε και κοίταξε το όνομα που είχαν χαράξει με κάρβουνο πάνω από την εξώπορτα. «Του νεκρού κοριτσιού.» «Ποιου κοριτσιού;» «Από το διπλανό χωριό» εξήγησε ο αστυνόμος, «Κάτι χαμόσπιτα έχει εκεί, πρόσφυγες του πολέμου από τον βορρά. Τους έχουμε κάπου δύο χρόνια στα μέρη μας, κάνουν δουλειές στην πόλη, πάνω-κάτω τα βρίσκουμε μεταξύ μας. Ο Μίλιγκαν κούραρε πολλούς από αυτούς. Δικό τους γιατρό δεν έχουν. Το κορίτσι ήταν δύσκολη περίπτωση. Ο γιατρός προσπάθησε αλλά δεν το έσωσε. Έκανε κόλπα που δεν καλοφάνηκαν σε πολλούς. Τον κατηγόρησαν ότι την σκότωσε εσκεμμένα, θυσία στην αίρεση που υπηρετούσε. Μου έκαναν καταγγελίες, αλλά δεν βρήκα στοιχεία.» «Εσύ τι πιστεύεις όμως;» «Δεν μπορώ να πω ότι συμπαθούσα τον γιατρό. Το ένστικτο μου όμως είναι πάντα αλάθητο. Ο Μίλιγκαν ήταν αθώος.» Ο Ανακριτής έφραξε το στόμα του με το μαντήλι και έβηξε πνιχτά. Θα έπρεπε να στείλει μήνυμα στο υπουργείο για ενισχύσεις. «Θα πρέπει να περάσουμε και από το προσφυγικό χωριό…» Σκούπισε το στόμα του. Ο αστυνόμος τον πλησίασε, τόσο κοντά, όσο επέτρεπαν τα γείσα των καπέλων τους. «Εξοχότατε, έχουμε στα χέρια μας ένα όντως απεχθές έγκλημα. Όμως θέλω να με πιστέψετε. Για να σας γλιτώσω χρόνο και κόπο. Δεν πρόκειται να βρείτε άκρη. Αυτό το… τέρας που κυνηγάμε έχει πολλά κεφάλια, αν με καταλαβαίνεται.» Πως μπορούσε να διαφωνήσει ο Ανακριτής; Δεν είχε παρά να κλείσει τα μάτια του για να δει να ζωντανεύουν στη φαντασία του τα γεγονότα της προχθεσινής νύχτας. Ένα θηρίο με εκατοντάδες μάτια και πόδια, ασταμάτητη οργή και μίσος, ένα κινούμενο δάσος από πυρσούς, τσουγκράνες, μαχαίρια και τσεκούρια, χωρίς λογική, χωρίς συνείδηση, με μια πείνα που θα ικανοποιούνταν μόνο από χυμένο αίμα. «Τρομερή δύναμη ο όχλος αστυνόμε. Χίλιοι ένοχοι κρυμμένοι πίσω από ένα μοναδικό προσωπείο. Ένας ατιμώρητος εγκληματίας.» Ο Ανακριτής του γύρισε την πλάτη και απομακρύνθηκε σκυφτός στην κατηφόρα. Ο αστυνόμος κοίταξε μελαγχολικά τα κομμάτια που είχε να συμμαζέψει. «Ο Κύριος να μας φυλάει από την επιστροφή του κτήνους.» Σταυροκοπήθηκε. Τέλος Edited February 28, 2010 by DinoHajiyorgi 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Drake Ramore Posted March 6, 2010 Share Posted March 6, 2010 (edited) Μου άρεσε το πώς ξεκίνησε η ιστορία και η σταδιακή της κλιμάκωση. Παρόλα αυτά, το τέλος δεν δούλεψε –για εμένα τουλάχιστόν-. "Αποτρομοποιήσες" όλη την ατμόσφαιρα που δημιούργησες από την αρχή ακόμη της ιστορίας. Ημουν σίγουρος ότι θα είχε ένα πολύ δυνατό τέλος, μιας και επέλεξες να μην κρατήσεις τον τρόμο κρυμμένο ως το τέλος, αλλά να τον παρουσιάσεις από τις πρώτες κιόλας γραμμές. Η ιστορία, μου κανει περισσότερο ως μεταμφιεσμένος κοινωνικός σχολιασμός, ή κάποιου είδους ηθικό δίδαγμα μέσω αφηγήσεως , παρά για διήγημα τρόμο. Σαν ιστορία όμως, στο σύνολο -και εκτός στενών ορίων διαγωνισμού-, την βρίσκω πολύ καλή. Edited March 6, 2010 by Drake Ramore Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
deadend Posted March 6, 2010 Share Posted March 6, 2010 Ο αποστασιοποιημένος ανακριτής μου άρεσε πολύ. Είναι ήρεμος και τα έχει δει όλα. Η πρακτική του γιατρού με μπέρδεψε. Ήθελα περισσότερες νύξεις για την τακτική του ώστε να απολαύσω το τέλος. Η ιδέα είναι πολύ καλή θα την ήθελα λίγο πιο δουλεμένη για τον χαρακτήρα του γιατρού. Τα μονοπάτια του Ντίνου με οδηγούσαν καλά αλλά… θα με οδηγούσαν καλύτερα αν είχε στάξει το πλέγμα της ενοχής, αν είχε βγάλει τα κοράκια και είχε αφήσει μόνο την μάγισσα. (νομίζω?). Τρόμος είναι κλασικός, το αίμα ρέει άφθονο, το αθώο κοριτσάκι προκαλεί, η ασφάλεια εξανεμίζεται. Μερικά τεχνικά και τυπογραφικά που βλέπω θα περιμένω τον Μιχάλη να τα τσακίσει, πράγμα που κάνει στα δικά μου κείμενα, τόσο που με πιάνει άγχος όταν γράφω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted March 6, 2010 Share Posted March 6, 2010 (edited) Στην αρχή μου φάνηκε ότι εφαπτόταν μόνο οριακά του θέματος το διηγήμα, αλλά στις τελευταίες προτάσεις κατάλαβα, ή ελπίζω ότι κατάλαβα ότι το τέρας ήταν ο απρόσωπος κόσμος, ένα γέννημα της συλογικής οργής εναντίον του γιατρού, με υλική υπόσταση κανονική και ανθρώπινη κι όχι ένα υπερκόσμιο πλάσμα και ότι οι άνθρωποι είχαν επιλέξει να χρησιμοποιήσουν ένα προσωπείο/μεταμφίεση τέρατος. Αν κατάλαβα καλά λοιπόν, η ιστορία θα λειτουργούσε ωραιότατα και χωρίς τις επικλήσεις του γιατρού σε σκοτεινές θεότητες, παρόλο που ίσως θα έχανε από ατμόσφαιρα. Μου άρεσε ο ανακριτής και η περιγραφή του χωριού, οι εκτελέσεις που γίνονταν ακόμα. Γενικά ήταν μια καλογραμμένη ιστορία, με σκοτεινή ατμόσφαιρα και ενδιαφέρουσα πραγματικά απικάλυψη στο τέλος. Edited March 6, 2010 by Tiessa Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted March 6, 2010 Author Share Posted March 6, 2010 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted March 7, 2010 Share Posted March 7, 2010 Αν και οι αρχικές περιγραφές είναι μάλλον τυποποιημένες στο τέλος γίνεται φανερό ότι αυτό έχει γίνει επίτηδες για να εξυπηρετήσει τη σίγουρα ενδιαφέρουσα ανατροπή. Το γράψιμο θα μπορούσε να είναι ακριβέστερο σε σημεία καθώς έχουν ξεφύγει εδώ κι εκεί μικρά λαθάκια. Το σίγουρο είναι ότι το διήγημα κάνει μια καλή προσπάθεια να περάσει ένα σημαντικό μήνυμα για την ανθρώπινη φύση κι αυτό είναι πολύ θετικό. Αν και διαβάζοντάς το δεν τρόμαξα πραγματικά, όταν το ξανασκέφτομαι, παίζει να έχεις το πιο τρομακτικό τέρας του διαγωνισμού (εντυπωσιακή η επεξεργασία της εικόνας). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinMacXanthi Posted March 7, 2010 Share Posted March 7, 2010 (edited) Πολλά επίθετα και επιρρήματα ρε Ντίνο. Η υπερβολική χρήση μόνο κακό κάνει σε ένα κείμενο. Αν το χρειάζεται το κείμενο είναι δική σου επιλογή προφανώς, προσωπικά ως αναγνώστης, έχω αρχίσει να γίνομαι λίγο εκνευριστικός με το να τα υποδεικνύω, αλλά γι'αυτό είμαστε εδώ. Θεωρώ λίγο κλεψιά τον τίτλο: Εντέλει, βρίσκεται εκεί μόνο για τον ανυποψίαστο αναγνώστη και μετά το τέλος της ιστορίας, δεν βγάζει νόημα. Η γραφή δεν έχει πολλές κορώνες, με την έννοια του "τι έγραψε το άτομο" που έχω πει παλιότερα, αλλά κυμαίνεται σε σταθερά καλά επίπεδα. Ιδιαίτερα ωραία ατμόσφαιρα, εύστοχη επιλογή εποχής και επίσης ωραία οπτική γωνία για να δείξεις το τι συμβαίνει. Η χρήση του θέματος ήταν επιτυχημένη. Οι χαρακτήρες δεν με εντυπωσίασαν, μάλλον λίγο επιφανειακοί βγήκαν, αντίθετα με .. ..το τέλος που ήταν πολύ δυνατό και σε συνδυασμό με όλη την ατμόσφαιρα, με άφησε με πολύ καλή γεύση για το διήγημα overall. Υ.Γ. Αυτό με τα επίθετα-επιρρήματα, κοίταξε το πάντως. Υ.Γ.2 Η εικόνα από το bride of Frankenstein δεν είναι; Din approves heartily Edited March 7, 2010 by DinMacXanthi Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Dark desire Posted March 7, 2010 Share Posted March 7, 2010 Η επιλογή των ονομάτων Χόθορν και Μιλιγκαν ειναι τυχαια? Κατά σατανική σύμπτωση, έτσι ονομάζονταν οι κύριοι ανακριτές στις δίκες μαγισσών του Σαλεμ (ο Χόθορν μάλιστα ήταν πρόγονος του γνωστου συγγραφέα-βλ το Αλικο γραμμα και το Μαυρο Βελο του Ιερεα) . Πολυ ατμοσφαιρικο (βοηθησε κι η εικονα) και καλογραμμενο. Εμενα προσωπικά δε με χαλασαν τα επίθετα και τα επιρρήματα (λόγω επαγγέλματος εχω εκπαιδευτει να γράφω στεγνα, το'χει σιχαθει η ψυχουλα μου και προτιμαω τα γευματα μου-βλ ιστοριες-με μπόλικη σαλτσουλα). Μια σκοτεινη ιστορια για τη φρικη της ανεξελεγκτης μάζας Τυπωθητω παραυτα και μοιρασθητω στις γειτονιες με τους "αγανακτισμένους πολιτες" προς γνωσιν και συμμορφωσιν... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 (edited) Πάει πάρα πολύ γρήγορα. Η ιστορία τρέχει μαζί με το ‘τέρας’ σου και σε κάποια σημεία θα ήθελα σιγουρότατα περισσότερες λεπτομέρειες. Δεν εννοώ λεπτομέρειες για να καταλάβω τι γίνεται, αλλά λεπτομέρειες που να προάγουν περισσότερο το στοιχείο του τρόμου πχ οι φόνοι θα μπορούσαν να έχουν περισσότερες λέξεις ή έστω διαφορετική κατανομή λέξεων. Δες… έχεις 231 λέξεις στην πρώτη παράγραφο σχετικά με τον Ελάιζα και στη δεύτερη που Ελάιζα γιοκ έχεις 45. Είχες λέξεις. Ίσως ο τίτλος θα μπορούσε να είναι λιγάκι πιο εύστοχος. Η μαύρη μαγεία δεν φαίνεται να είναι και απαραίτητη. Κατά τα άλλα νομίζω ότι είναι πολύ καλή η ιδέα του πλήθους πίσω από το τέρας. Για μένα εκεί βρίσκεται και όλο το ζουμί της ιστορίας και της δίνει έξτρα κρέντιτ. Μπράβο γι’ αυτό. ΥΓ:Στου κρεμασμένου το σπίτι δεν μιλάνε για σκοινί (μιας και γουστάρω να τα χρησιμοποιώ αρεκετά), αλλά νομίζω ότι θα συμφωνήσω με τον Din για τα επίθετα του γνωστου συγγραφέα-βλ το Αλικο γραμμα και το Μαυρο Βελο του Ιερεα Πολύ τρομακτική ιστορία. Edited March 8, 2010 by dagoncult Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SpirosK Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Εξαιρετικό, απίστευτο, καταπληκτικό, το λάτρεψα~! ΟΜΩΣ για μένα είναι εκτός θέματος. Ούτε μάσκα, ούτε μεταμφίεση. Ίσως μεταμόρφωση, ενσάρκωση, προσωποποίηση, ναι. Όμως τίποτα από τα δύο ζητούμενα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Dark desire Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Εν προκειμένω υπάρχει μεταμφίεση lato sensu κατα τη μετριοτητα μου...Το άτομο ως μοναδα μεταμφιεζεται σε τμήμα του όχλου-τερατος (βλ την γνωστη ατακα του Χιτλερ για το σκουληκι που ειναι κομματι του δρακου) και μέσα από αυτη τη μεταμφίεση, το "προσωπειο" που κρυβει την ατομικότητα του, καταστρεφει, διαλυει, σκοτώνει, γενικως τα κανει μπαχαλο Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Η ιδέα του πλήθους ως μάσκα του τέρατος είναι απ' τις πιο δυνατές του διαγωνισμού. Σαν σύλληψη, έχεις τα πέντε αστεράκια μου. Η νουάρ ατμόσφαιρα επίσης ήταν πολύ καλά δοσμένη. ΑΛΛΑ! α) η γραφή μου θύμισε ταινία θρίλερ των 80ς και μάλιστα b-movie. Της άξιζε διαφορετικό ύφος, διαφορετικές λέξεις και περιγραφές για ν' αποδωθεί πλήρως το μεγαλείο της ιδέας. β) τα σατανιστικά κι οι επικλήσεις περίσσευαν. γ) μένει στον αναγνώστη (σε μένα τουλάχιστον) η απορία τι τελικά έγινε. δ) είναι, μέχρι τις τελευταίες λέξεις σχεδόν, πάρα πολύ αποπροσανατολιστική. ε) ο τίτλος είναι λίγος γι αυτό το κείμενο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Adicto Posted March 9, 2010 Share Posted March 9, 2010 Καλή ιστορία Ντίνο. Ωραία σύλληψη και όντως πρωτότυπη η χρήση του θέματος απο μέρους σου. Η γραφή είναι επίσης καλή με την ένσταση για την ...επιρρηματική και ...επιθετική έξαρση της αρχής (κρατώντας μια πισινή μήπως το έκανες για κάποιο λόγο που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγει). Ωραίο επίσης το χτίσιμο της ατμόσφαιρας. Αν κάτι με ξένισε είναι αυτό που ανέφερε και ο Ντρέηκ, η "αποτρομοποίηση" δηλαδή που επέφερε η αποκάλυψη του τέλους. Μια αρκετά καλή ιστορία όμως overall. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
djagil Posted March 10, 2010 Share Posted March 10, 2010 Πάλι θα συμφωνήσω με την Sonya εκτός ότι δεν είχα απορία τι έγινε μετά... βεβαία δεν τρόμαξα με την ιστορία που υπονοούσε τέρας και μαγείες (ήθελα κάτι παραπάνω στην ατμόσφαιρα, όχι πιο γλαφυρό στην αρχή το στόλισες σαν χριστουγγενιάτικο δέντρο, αλλά πιο τρομακτικό) αλλά η ανατροπή παίρνει βραβείο... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
northerain Posted March 12, 2010 Share Posted March 12, 2010 Μου άρεσε η ιδέα αλλά όχι η εκτέλεση. Ήταν ενδιαφέρον twist αλλά ακριβώς επειδή αναγκάστηκες να το ''κρύψεις'' ως το τέλος, δεν καταφέρνουμε να δούμε τι κάνει τον όχλο τόσο τρομακτικό. Οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουν δει όχλους με όπλα και αναμμένους δαυλούς και η απουσία περιγραφής του εγκλήματος και των συναισθημάτων κάνει το διήγημα πολύ light στον τρόμο. Το θέμα (Μάσκα/Μεταμφίεση) είναι εντελώς ''meta'' αλλά δεν σου κρατάω κακία. Μου άρεσαν κάποιοι από τους χαρακτήρες, μου άρεσε η γενική ιδέα από πίσω και η γραφή πάνω-κάτω με ικανοποίησε. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted March 13, 2010 Share Posted March 13, 2010 Χμμ... Η ιδέα εδώ είναι ενδιαφέρουσα. Η υλοποίηση της όμως καθόλου. Πολύ βαριά και φορτωμένη γλώσσα, πολύ exposition, λίγες σκηνές. Η συμβουλή μου: δώσε μας σκηνές. Τον γιατρό να προσπαθεί να σώσει το κορίτσι. Το κορίτσι να πεθαίνει. Τη μάνα να ωρύεται. Κάποιον να φωνάζει για μαύρη μαγεία. Τον όχλο να γιγαντώνεται (όχι απαραίτητα με χρονολογική σειρά). Κάνε μια κινηματογραφική ιστορία και έχεις χτυπήσει χορδές. Όπως το έχεις τώρα το αποτέλεσμα είναι μάλλον επίπεδο και στηρίζεται στο twist του τέλους, που δεν είμαι σίγουρος ότι λειτουργεί και καλά. ΥΓ: Τολμώ να πω ότι η ιστορία σου με τις αρκούδες (χωρίς τις σκηνές στο νοσοκομείο) θα ήταν πολύ καλύτερη επιλογή για συμμετοχή στο διαγωνισμό και, κατά τη γνώμη μου, φαβορί. Κακώς έκατσες και το φιλοσόφησες, αν θες την άποψή μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted March 15, 2010 Share Posted March 15, 2010 Γενικά: Ωραία εκμετάλλευση του μεγαλύτερου μυστηρίου της ανθρώπινης ψυχής. Ανατριχιαστικό. Μου άρεσε: Η σταδιακή κορύφωση με την τελική της αποκάλυψη. Προσωπικά θεωρώ αυτό το …τέρας, το τρομακτικότερο όλων. Δε μου άρεσε: Μμμμ, δεν ξέρω. Το απήλαυσα, οπότε το να κάτσω σώνει και καλά να του βρω κάποιο ψεγάδι δε θα ήταν σωστό εκ μέρους μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Διγέλαδος Posted March 15, 2010 Share Posted March 15, 2010 (edited) Για μένα το ενδιαφέρον στην ιστορία το βρίσκω στο ότι χρησιμοποιείς τον τρόμο (σε σχέση με την περιγραφή του τέρατος) περισσότερο στην αρχή και λιγότερο στο τέλος. Να εξηγήσω. Είναι σαν να έχουμε το αποκορύφωμα του τρόμου στην αρχή και μετά απλώς να εξελίσσεται η υπόλοιπη πλοκή. Με τον ανακριτή να προσπαθεί να δει τι έγινε. (Καλά ο ανακριτής με το βήχα, δεν παίζεται, καταπληκτικός). Αυτό που ήθελα να πω, είναι ότι πήρες μεγάλο ρίσκο. Ναι μεν τράβηξες την προσοχή με μια έντονη περιγραφή, αλλά ίσως θα ήθελα ένα άλλο μπαμ; Ίσως να περιέγραφες ακριβώς πως το πλάσμα κατασπάραξε τον Τζόζεφ και την οικογένειά του ώστε να ξεπεράσεις την περιγραφή στην πρώτη παράγραφο; Αυτά για το τρόμο σε σχέση με gore. Κατά τα άλλα την τρομακτική ατμόσφαιρα την έχεις πετύχει πολύ καλά και με έβαλες καλά μέσα στους δρόμους να κοιτάζω τα σφραγισμένα σπιτάκια ενώ περιμένω τον Σκώληξ να με.. Μια παρατήρηση, γράφεις: Δεν υπήρχε ούτε ένας γενναίος ανάμεσα τους, κανένας δεν θα τολμούσε να βγει να σταματήσει το κτήνος. Όμως βγήκε κάποιος για να προσπαθήσει να το σταματήσει. Μήπως καλύτερα να έσβηνες το "θα"; ώστε να εννοούσες προς το παρόν. Edited March 15, 2010 by Διγέλαδος Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted January 10, 2012 Share Posted January 10, 2012 Bump εδώ γιατί το αξίζει! Όταν το τέρας βγαίνει τη νύχτα στους δρόμους της πόλης, τίποτα και κανείς δεν μπορεί να το σταματήσει από το να φτάσει στο θύμα του. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
AlienBill Posted November 30, 2012 Share Posted November 30, 2012 Εμενα μου άρεσε πάρα πολύ και του πήγαινε η b-movie αισθητική. Σου προσδίδει ένα προσωπικό ύφος. Η αλληγορία ήταν εφυής (βλέπω και τις εικόνες που έβαλες και όντως απέδωσες αυτόν τον παραλληλισμό και στο κείμενο). Πολύ ωραίο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted November 30, 2012 Share Posted November 30, 2012 Μου φάνηκε ότι διάβασα διήγημα από άλλη εποχή. Αυτό συνήθως δεν μου αρέσει, γιατί προτιμώ να πηγαίνουμε μπροστά και όχι πίσω. Αλλά κάτι κάνεις (βουντού; ) και με κερδίζεις με τα λόγια και τις εικόνες σου. Στην προκειμένη δεν με πείραξε καθόλου που διάβαζα κάτι παλιό, γραμμένο τώρα, δεν μου έδωσε την αίσθηση της μίμησης. Οι προκαταλήψεις, η άγρια φύση των ανθρώπων, όλα εκεί, σαν να τα έχεις δει από κοντά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.