Jump to content

Ο μάγος και το νεκρό ξωτικό


Mesmer

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Άγγελος

Είδος: Αστυνομικό μετα-Φάντασυ

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 3.480

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Είχα να γράψω αστυνομικό διήγημα από το γυμνάσιο και η ιστορία του Nihilio στον πρόσφατο FFL με έστρεψε προς αυτήν την κατεύθυνση. Ελπίζω να σας αρέσει και να διασκεδάσετε.

Ο μάγος και το νεκρό ξωτικό.pdf

Ο μάγος και το νεκρό ξωτικό

 

Ο μάγος Κρέλος πάρκαρε το αυτοκίνητό του σε μια σκοτεινή γωνιά, αρκετά μακριά από το σημείο του περιστατικού. Δεν ήθελε να γίνει γνωστή η παρουσία του αμέσως, ίσως θα μπορούσε να επωφεληθεί από αυτό. Με το που άνοιξε την πόρτα, η ψύχρα του χειμώνα εισέβαλε στο εσωτερικό βάζοντας τέρμα στην γλυκιά ατμόσφαιρα που είχε δημιουργήσει ο αυτόματος κλιματισμός. Άρπαξε το μαύρο, δερμάτινο μπουφάν του απ’ τα πίσω καθίσματα και βγήκε έξω.

 

Με γρήγορες κινήσεις φόρεσε το μπουφάν πάνω από το χιτώνιό του και προχώρησε προσεκτικά μέσα στα στενά σοκάκια. Έλπιζε να είχε προλάβει και να μην είχαν μαζέψει ακόμα το πτώμα. Μια και μόνο ματιά θα ήταν αρκετή για να του δώσει τις λεπτομέρειες που χρειαζόταν για να συνεχίσει. Χαμογέλασε στον εαυτό του, σκεφτόμενος ότι η ανησυχία του ήταν παράλογη. Ο βασιλικός μηχανισμός ποτέ δεν λειτουργούσε όπως έπρεπε. Ήταν πολύ πιθανό να μην είχαν ξεκαθαρίσει ακόμα ποιος ήταν επικεφαλής της βραδινής υπηρεσίας. Σίγουρα θα είχε άφθονο χρόνο στη διάθεσή του, ίσως και για να εξετάσει τον νεκρό μόνος και με την ησυχία του.

 

Φτάνοντας στη γωνία είδε ένα αμυδρό φως να βγαίνει από το κάθετο, στο δικό του, σοκάκι. Κατάρα, έχουν ήδη φτάσει.

 

Έβγαλε αργά το κεφάλι του από το γωνιακό οίκημα. Τέσσερις φορητοί φανοστάτες φώτιζαν τον γύρω χώρο, σχεδόν τριάντα μέτρα μπροστά του. Πάνω τους ήταν δεμένη μια κίτρινη κορδέλα που έγραφε σε όλο της το μήκος «Βασιλική Φρουρά – Μην Πλησιάζετε», η οποία περιέβαλε δυο άντρες και μια πεσμένη στο έδαφος, σκοτεινή φιγούρα. Οι άντρες ήταν ιππότες της Βασιλικής Φρουράς. Οι πανοπλίες τους γυάλιζαν ακόμη και κάτω από το λιγοστό φως και το παρουσιαστικό τους ήταν πολύ επιβλητικό. Και οι δύο ήταν ψηλοί και, ακόμη και μέσα στις πανοπλίες τους, φαίνονταν γεροδεμένοι. Ο ένας είχε κοντά, ξανθά μαλλιά και κοιτούσε ολόγυρα ψάχνοντας για τίποτα ξεστρατισμένους περαστικούς και αδέσποτα μάτια. Ο άλλος είχε μακριά, μαύρα μαλλιά και ήταν γονατισμένος πάνω από το πτώμα, ενώ στήριζε το χέρι του στο καρφωμένο στο χώμα σπαθί του.

 

Ο Κρέλος τούς ήξερε και τους δύο. Ήταν οι ιππότες Λανς και Ελότ, από τα καλύτερα τζιμάνια της Φρουράς. Τελικά τα πράγματα ήταν πολύ πιο σοβαρά απ’ όσο είχε υποθέσει αρχικά.

 

«Μάγε, βγες έξω, σε περιμέναμε», ακούστηκε μια φωνή από την μεριά των ιπποτών. Ο Κρέλος έκλεισε τα μάτια του απογοητευμένος. Πώς την είχε πατήσει έτσι, λες και ήταν πρωτάρης;

 

«Την καταδίκη μου», ψιθύρισε μέσα από τα δόντια του και έσυρε τα βήματά του προς τον ημίφωτο χώρο, με τα χέρια χωμένα στις τσέπες του μπουφάν. Μια ψυχή που ήταν να βγει, ας έβγαινε μια ώρα αρχύτερα, χωρίς ξόρκια κι άλλες τέτοιες μαλαγανιές, βέβαια.

 

«Γουστάρεις να χώνεις τη μυτούλα σου από εδώ κι από ‘κει τώρα τελευταία», του είπε ο Λανς με βλοσυρό ύφος, μόλις πλησίασε αρκετά κοντά.

 

«Αυτή είναι η δουλειά μου, ιππότη», του αντιγύρισε ο μάγος, ενώ έριχνε κλεφτές ματιές προς το πτώμα. Ήταν ένα άρρεν ξωτικό, περίπου ένα μέτρο και δέκα εκατοστά ψηλό, με κανονικά, μυτερά αφτιά και καστανοκόκκινα μαλλιά. Τα ρούχα του ήταν παλιά και φθαρμένα: παντελόνι και ζακέτα από σκούρο καραβόπανο. Το πάνω μέρος της φορεσιάς του ήταν βαμμένο κόκκινο από το αίμα που είχε αναβλύσει από τον ανοιγμένο λαιμό του.

 

Ο Κρέλος είχε φτάσει σχεδόν στην κίτρινη κορδέλα όταν ο Ελότ, που μέχρι εκείνη την ώρα εξέταζε το πτώμα, σηκώθηκε απότομα, κουνώντας το κεφάλι του δεξιά κι αριστερά. Τα κατάμαυρα, αστραφτερά μαλλιά του κυμάτισαν σε αργή κίνηση, σαν σε διαφήμιση σαμπουάν.

 

«Καλύτερα να μην πλησιάσεις άλλο, μάγε», του είπε, θηκαρώνοντας το σπαθί του με νόημα. Ο Κρέλος έστριψε το κεφάλι του προσπαθώντας να πνίξει ένα γέλιο, κρύβοντας ταυτόχρονα την μικρή φλεβίτσα που είχε πεταχτεί στον κρόταφό του από το ζόρισμα. Αυτοί οι ιππότες δεν θα μάθαιναν ποτέ ότι τα νταηλίκια δεν τους πήγαιναν καθόλου. Πήρε δυο κοφτές ανάσες και μετά μια βαθιά για να ηρεμίσει και στράφηκε προς τους άντρες.

 

«Τι έχουμε εδώ;», τους ρώτησε.

 

«Για να είσαι εδώ, μάλλον ξέρεις πολύ καλά τι έχουμε», απάντησε ο ξανθός ιππότης, που πλησίασε τον άλλον, σχηματίζοντας ένα παραπέτο μπροστά από το πτώμα.

 

«Απλά θέλω να ρίξω μια ματιά. Εξάλλου, ίσως μπορέσω να σας βοηθήσω»

 

Οι ιππότες χαχάνισαν περιπαικτικά. «Όλοι ξέρουν πόσο άχρηστος είσαι. Στις τέσσερις τελευταίες σου υποθέσεις τα έκανες μαντάρα και μάλιστα, σε μία από αυτές κόντεψες να σκοτωθείς. Καλύτερα να πεις σε αυτόν που σε προσέλαβε ότι πετάει τα λεφτά του». Τα ειρωνικά λόγια του Λανς τού τσίτωσαν τα νεύρα, αλλά έπρεπε να είναι υπομονετικός αν ήθελε να βγει κερδισμένος από αυτήν την ιστορία.

 

«Υπάρχουν τίποτα υποψίες ή ίχνη; Βρήκατε κάτι περίεργο πάνω του;», ρώτησε ο Κρέλος.

 

«Δεν υπάρχει τίποτα που πρέπει να ξέρεις», είπε απότομα ο Ελότ. «Σε λίγο θα ‘ρθει ο νεκρομάντης για να μαντέψει την ώρα και τον τρόπο θανάτου. Και καλύτερα να έχεις ξεκουμπιστεί μέχρι τότε»

 

«Νόμιζα ότι ο τρόπος θανάτου είναι εμφανής», είπε ο μάγος, σκεφτόμενος τον κομμένο λαιμό.

 

«Άσε τις εξυπνάδες και δίνε του», έσκουξε ο Λανς.

 

Τότε ακούστηκε μια τσιριχτή κραυγή κι ένας ήχος, σαν μουσική τεράτων. Οι δυο ιππότες έπιασαν τα σπαθιά τους και κοίταξαν τον μάγο. Ο ήχος ερχόταν από τα σπλάχνα του.

 

«Είμαι η μπεμπέ Λιλή, είναι ο παππούς εκεί;». Οι ιππότες, πάντα σε εγρήγορση, είδαν τον μάγο να βάζει το χέρι του μέσα στο πανωφόρι του και να βγάζει από μέσα ένα μαύρο, λεπτό, τετράγωνο αντικείμενο, φωτεινό απ’ την μία πλευρά. Ο ήχος ακουγόταν τώρα πιο δυνατά. «Μπεμπέ Λιλή»

 

«Με συγχωρείτε, πρέπει να απαντήσω σ’ αυτό», είπε ο Κρέλος και τους γύρισε την πλάτη, φέρνοντας το αντικείμενο στο αφτί του. Ο διαβολικός ήχος αμέσως σταμάτησε, ενώ ο μάγος άρχισε να μιλάει… στο αντικείμενο. «Τι θέλεις, είμαι στη δουλειά… Όχι, δεν ξέρω τι ώρα θα γυρίσω… Μπορεί να έχουν κλείσει τα σούπερ-μάρκετ μέχρι τότε… Θα πάω να πάρω γάλα αύριο το πρωί… Καλά, γεια»

 

Οι δυο ιππότες στράφηκαν και κοίταξαν ο ένας τον άλλον με βλέμμα που έλεγε: ‘What the fuck is that?’

 

«Τι διαβολόπραμα είναι τούτο εδώ, μάγε;», ρώτησε ο Ελότ όταν ο Κρέλος επέστρεψε.

 

«iPhone 4, διατίθεται αποκλειστικά από τον Γερμανό». Οι ιππότες συνοφρυώθηκαν και τον κοίταξαν με καχυποψία.

 

«Ποια δαιμονική γλώσσα μιλάς;»

 

Ο Κρέλος τούς πλησίασε κρατώντας το αντικείμενο προς το μέρος τους, σαν να τους το έδειχνε. Οι ιππότες, παρόλη την ανησυχία τους, έδειχναν μια περιέργεια. Όταν έφτασε αρκετά κοντά έκανε μια απότομη κίνηση και άπλωσε το χέρι του προς την μέσα μεριά της κορδέλας. Άγγιξε ένα σημείο πάνω στο μαύρο αντικείμενο κι ένα δυνατό φως άστραψε από μέσα του. Οι ιππότες τινάχτηκαν προς τα πίσω τρομαγμένοι, έβγαλαν τα σπαθιά τους και τα έστρεψαν απειλητικά προς το μέρος του. Ο Κρέλος έχωσε το χέρι του στο εσωτερικό του μπουφάν του και τότε συνειδητοποίησε ότι είχε ξεχάσει το μαγικό του ραβδί στο αυτοκίνητο. Προσπάθησε να διατηρήσει την ηρεμία του.

 

Με το χέρι του χωμένο, απειλητικά, μέσα στο μπουφάν είπε: «Ας μην κάνουμε βιαστικές κινήσεις, παιδιά. Η δουλειά μου εδώ τέλειωσε. Θα φύγω τώρα»

 

«Ξεκουμπίσου, μάγε», είπε ο Λανς, με τον φόβο ευκρινή στα μάτια του. Η ιδέα τού να τα βάλει με μαγείες δεν του άρεσε, ούτε και στον συμμαχητή του.

 

Ο Κρέλος περπάτησε πίσω-πίσω μέχρι την γωνία, έχοντας τα μάτια του καρφωμένα στους ιππότες, που εξακολουθούσαν να τον απειλούν με τα σπαθιά τους. Φτηνά την είχε γλιτώσει. Μόλις χάθηκε πίσω από την γωνία άρχισε να τρέχει προς το αυτοκίνητο.

 

Έβγαλε τα κλειδιά και πάτησε το κουμπί του ξεκλειδώματος. Τα φλας άστραψαν μέσα στην νύχτα και το τουτ-τουτ του συναγερμού ήχησε απαλά. Χώθηκε μέσα κι αμέσως έβαλε μπροστά. Άνοιξε τον κλιματισμό και το ραδιοσιντί. Χρειαζόταν και τη ζέστη και τη μουσική για να ηρεμίσει. Κοίταξε το εαυτό του στον καθρέφτη και ύψωσε το ένα φρύδι του υπεροπτικά. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει από εδώ και πέρα. Τα ρούχα του νεκρού ξωτικού του θύμισαν φορεσιές που είχε δει σε κακόφημα στέκια.

 

Έπιασε το ραβδί του κι έκανε ένα μαγικό ξόρκι, που θα έκανε το αυτοκίνητό του αόρατο για όλους. Ήταν μια ιδέα που του ήρθε από ένα παιχνίδι ρόλων που έπαιζε συχνά τώρα τελευταία. Είχε ονομάσει το ξόρκι αυτό cloak, αλλά δεν το είχε τελειοποιήσει ακόμα, γι’ αυτό είχε διάρκεια μόνο μερικών λεπτών. Μάρσαρε το αυτοκίνητο, έβαλε πρώτη και άφησε τον συμπλέκτη. Εκατόν-ογδόντα άλογα, που ο Βασιλιάς θα έκανε τα πάντα για να έχει στους στάβλους του, χλιμίντρησαν με μιας και το αυτοκίνητο έφυγε σαν σφαίρα, αφού σπίνιαρε πρώτα στο χωμάτινο σοκάκι. Καθώς περνούσε μπροστά από τους δύο ιππότες, ο Κρέλος τούς έδειξε το μεσαίο του δάχτυλο.

 

 

Ο Λανς κι ο Ελότ είχαν απομείνει μόνοι με το πτώμα και προσπαθούσαν να ηρεμίσουν από εκείνη την περίεργη τροπή που είχε πάρει η νύχτα τους. Ξαφνικά, ένα σύννεφο σκόνης σηκώθηκε στο χωμάτινο δρομάκι που περνούσε από μπροστά τους.

 

«Τι παράξενο ρεύμα αέρα», είπε ο Λανς.

 

«Το φαινόμενο του θερμοκηπίου, φίλε», είπε ο Ελότ κουνώντας το κεφάλι του.

 

 

~*~*~*~*~*~

 

Το αυτοκίνητο του Κρέλος κυλούσε αργά σε σκοτεινά και απόμερα σοκάκια κοντά στα ψηλά τείχη. Είχε πλησιάσει την περιοχή από έναν όχι και τόσο πολυσύχναστο δρόμο, αλλά και πάλι έπρεπε να είναι προσεκτικός. Επειδή εκείνο το μέρος ήταν από τα πιο διαβόητα σε όλο το βασίλειο. Δεν είχαν περάσει πάνω από δυο ώρες από τη στιγμή που έπεσε ο ήλιος, κι εκείνη την ώρα, τα περισσότερα ρεμάλια της περιοχής θα κραιπάλιαζαν, τρώγοντας και πίνοντας, στα γύρω καπηλειά. Αυτό σήμαινε, επίσης, ότι υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να ξεμπέρδευε γρήγορα και να επέστρεφε νωρίς στο σπίτι.

 

Όταν βγήκε από το αυτοκίνητο φόρεσε και πάλι το χοντρό μπουφάν και φρόντισε ώστε αυτή τη φορά να μην ξεχάσει το μαγικό του ραβδί. Τα πράγματα δεν θα ήταν και τόσο απλά εκεί που πήγαινε. Προχώρησε προσεκτικά και διστακτικά προς το πιο κακόφημο καπηλειό της περιοχής, που ονομαζόταν ‘Το Καταγώγι’. Είχε ξαναέρθει σε αυτά τα μέρη σε παλιότερες υποθέσεις του και θα μπορούσε να πει ότι είχε κάποιες καλές γνωριμίες με τον υπόκοσμο, επαγγελματικά μιλώντας. Αλλά όποτε πήγαινε εκεί ένιωθε πάντα το ίδιο σφίξιμο και την ίδια τρομάρα.

 

Έσπρωξε γερά την πόρτα του Καταγώγιου κι εκείνη άνοιξε δύσκολα, σερνόμενη στο δάπεδο. Περίπου δέκα σκαλιά κατέβαζαν στον ημιυπόγειο χώρο που στέγαζε το καπηλειό. Ο Κρέλος κατέβηκε δυο σκαλιά και στάθηκε εκεί για μια στιγμή, κοιτάζοντας το μαγαζί. Πολλά μεγάλα, ξύλινα τραπέζια ήταν αραδιασμένα παντού κι όλα ήταν γεμάτα από κάθε λογής κουμάσι. Πληρωμένοι δολοφόνοι, κλέφτες, βιαστές, όλα τα καλά παιδιά του υποκόσμου συγκεντρωμένα εκεί. Μια ενοχλητική βαβούρα ερχόταν από το μέρος τους, αποτελούμενη από ομιλίες, βρισιές, παράφωνα τραγούδια και τσουγκρίσματα ποτηριών. Στο βάθος, σχεδόν κολλημένος στον τοίχο ήταν ο πάγκος του κάπελα που φρόντιζε να κρατάει τους θαμώνες του ευχαριστημένους, σερβίροντάς τους ό,τι του ζητούσαν.

 

Έσφιξε το ραβδί μέσα στην τσέπη του και κατέβηκε τις σκάλες αποφασιστικά. Μόλις τον αντιλήφθηκαν οι πελάτες η βαβούρα κόπασε λίγο. Αρκετά μάτια γύρισαν και τον κοίταξαν, κάποια αγριεμένα, κάποια με περιφρόνηση και κάποια άλλα κοροϊδευτικά. Διάφορα σχόλια ακούστηκαν: «Καλώς τον μαγούλη μας», «Σε τρώει ο κώλος σου, μάγε της κακιάς ώρας», «Κοίτα τον πώς ομόρφυνε». Ο τελευταίος μάλιστα, του έστειλε κι ένα φιλάκι. Αν και ψιλοέτρεμε από τον φόβο του, αγνόησε τα λόγια τους και κατευθύνθηκε προς τον κάπελα.

 

Ακούμπησε τους αγκώνες του στον πάγκο κι έγειρε πάνω του, σαν να ήθελε να παραγγείλει. Ο κάπελας, ένας μεσόκοπος, χοντρούλης άντρας, καθόταν στη γωνιά του και σκούπιζε μερικά ποτήρια. Ο Κρέλος γυρνούσε πού και πού το κεφάλι του και τον κοιτούσε για να τραβήξει την προσοχή του. Παρατήρησε ότι κι εκείνος τον κοίταζε, αλλά, κατά τα άλλα, δεν του έδινε σημασία. Και κάποια στιγμή που άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί στο χώρο, άκουσε μια φωνή να του μιλά απότομα:

 

«Τι θες εδώ, μάγε;»

 

Αυτό έκανε τον Κρέλος να πεταχτεί και μια τσιριχτή κραυγούλα να βγει από τα χείλη του: «Άαααου»

 

Γύρισε και αντίκρισε τον κάπελα που είχε ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό του. Ο Κρέλος έσφιξε τα χείλη του, έτοιμος να του πετάξει καμιά προσβολή, αλλά η δειλία του τον κέρδισε. Κοίταξε τον αφράτο άντρα στα μάτια και του είπε αργά και ψαρωτικά:

 

«Θέλω πληροφορίες»

 

«Οι πληροφορίες κοστίζουν ακριβά εδώ που ήρθες»

 

Ο Κρέλος έχωσε το χέρι του μέσα στην τσέπη του, έβγαλε ένα χρυσό νόμισμα και το πέταξε πάνω στον πάγκο. Ο κάπελας το κοίταξε περιφρονητικά.

 

«Γι’ αυτό εδώ, η μόνη πληροφορία που μπορώ να σου δώσω είναι ότι αύριο το πρωί θα ξημερώσει»

 

Ο μάγος άνοιξε την χούφτα του, φανερώνοντας καμιά δεκαριά ακόμη χρυσά νομίσματα. Μετά, τα ξαναέχωσε στην τσέπη του. Ο κάπελας κούνησε το κεφάλι του και είπε:

 

«Τώρα ξηγιέσαι σωστά. Τι μπορώ να κάνω για σένα;»

 

«Έχεις ακούσει για καμιά δολοφονία που να έγινε τώρα τελευταία;», ρώτησε ο μάγος.

 

«Κάτι έχω ακούσει, αλλά θα πρέπει να γίνεις πιο συγκεκριμένος»

 

Ο Κρέλος έβγαλε από το μπουφάν του το iPhone κι αφού έσυρε τα δάχτυλα του πάνω του για λίγο, το έστρεψε προς τον κάπελα. Εκείνος πήδηξε προς τα πίσω ξαφνιασμένος.

 

«Τι έκανες στον καημένο τον Σκοντ, μάγε; Πώς τον παγίδεψες εκεί μέσα;». Είχε δίκιο, λοιπόν.

 

«Είναι μόνο μία ψηφιακή φωτογραφία»

 

Ο κάπελας τον κοίταξε παραξενεμένος. «Ποια δαιμονική γλώσσα μιλάς, μάγε;»

 

Ο Κρέλος ξεφύσησε. «Είναι μια ζωγραφιά από την σκηνή του εγκλήματος», είπε τελικά.

 

«Μάλιστα», είπε ο κάπελας και κοίταξε την ζωγραφιά με μεγαλύτερο τώρα ενδιαφέρον. «Είναι πολύ καλή πάντως. Σαν αληθινή. Ποιος την έκανε;»

 

«Στο θέμα μας!»

 

«Ο Σκοντ ήταν πολύ τακτικός πελάτης, ερχόταν καθημερινά. Πριν από λίγες μέρες, για άγνωστο λόγο, απλά εξαφανίστηκε. Από τις κουβέντες που γίνονταν εδώ και τυχαία», ο κάπελας τόνισε το ‘τυχαία’, «άκουσα, κανείς δεν ήξερε πού βρισκόταν και για ποιον λόγο είχε χαθεί. Νωρίτερα σήμερα μάθαμε ότι τον βρήκαν νεκρό. Όλοι παραξενευτήκαμε, επειδή ήταν πραγματικά άγριος και σκληροτράχηλος και λίγοι τολμούσαν ακόμη και να του αντιμιλήσουν»

 

«Γνωρίζεις αν είχε κανέναν εχθρό;»

 

«Τους βλέπεις όλους αυτούς, μάγε;», είπε ο κάπελας, περιφέροντας το βλέμμα του μέσα στο μαγαζί του. Ο Κρέλος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του χωρίς να πάρει τα μάτια του από εκείνον. «Είναι όλοι εχθροί μεταξύ τους. Αλλά κάθε μέρα έρχονται εδώ και πίνουν και χωρατεύουν μαζί. Τίποτα δεν είναι σίγουρο με τούτους»

 

Ο Κρέλος άφησε πάνω στον πάγκο τα υπόλοιπα χρυσά νομίσματα κι έκανε να φύγει, αλλά τον πρόλαβε η φωνή του κάπελα.

 

«Για ποιον δουλεύεις; Επειδή, ίσως θα πρέπει να ξέρεις, ότι μάλλον μπλέκεις με επικίνδυνα πράγματα»

 

Ο Κρέλος χασκογέλασε ειρωνικά. «Η γυναίκα του μου είπε να του δώσω ένα μήνυμα: ‘Γύρνα σπίτι αλλιώς θα σου σπάσω το κεφάλι’». Και λέγοντας αυτά τα λόγια γύρισε και περπάτησε προς την έξοδο. Ένας θαμώνας, ο ίδιος με πριν, του έστειλε ένα φιλάκι. Εκείνος σήκωσε το δεξί του χέρι στο ύψος του ώμου και αμέσως μια μπλε φλόγα το τύλιξε. Κούνησε αρνητικά το κεφάλι του με νόημα, κοιτάζοντας τον εν λόγω θαμώνα. Και κρατώντας το χέρι του ψηλά και φλέγον, βγήκε από μαγαζί πιστεύοντας ότι είχε κάνει και γαμώ τις εξόδους.

 

 

«Μεγάλο αλάνι αυτός ο Κρέλος», είπε ο θαμώνας που έστελνε τα φιλάκια, στους συνδαιτυμόνες του. Για δυο μόνο στιγμές κοιταχτήκανε όλοι σοβαρά κι αμέσως μετά λυθήκανε στα γέλια.

 

 

~*~*~*~*~*~

Τελικά ο Κρέλος επέστρεψε νωρίς στο σπίτι του εκείνο το βράδυ. Είχε προλάβει, κιόλας, να πάρει γάλα από το σούπερ-μάρκετ, κάτι που θα ευχαριστούσε τη γυναίκα του. Σκέφτηκε να περάσει από το σπίτι του Σκοντ και να πει τα μαντάτα στη σύζυγό του, αλλά στο τέλος άλλαξε γνώμη. Θα της τα έλεγε όταν θα είχε μάθει τα πάντα για το τι είχε συμβεί.

 

Το σπίτι του ήταν σκοτεινό. Μόνο ένα λιγοστό φως έβγαινε κάτω από την πόρτα του υπνοδωματίου του γιου τους και ψίθυροι ακούγονταν από μέσα. Κάνοντας ησυχία, πήγε στην κρεβατοκάμαρα.

 

Με τα φώτα σβηστά, έκατσε μπροστά από το βαρύ ξύλινο τραπέζι, που πάνω του υπήρχε ο υπολογιστής και τον άνοιξε. Περιμένοντας να φορτώσουν τα Windows –εκείνα τα Vista τού είχαν φάει την ψυχή– έπιασε την κιθάρα από δίπλα και την έβαλε στη αγκαλιά του. Τα δάχτυλά του άρχισαν να χαϊδεύουν τις μεταλλικές χορδές. Ο γλυκός, μελωδικός ήχος των αρπισμάτων γέμισε το δωμάτιο και μετά από λίγο, η φωνή του πρόσθεσε το πάθος της στο ρυθμό.

 

«I close… my… eyes… only for a moment and the moment’s g…»

 

«Σκασμόοοοοος, διαβάζω το παιδίιιιιιι». Η τσιρίδα της γυναίκας του, του τρύπησε τ’ αφτιά.

 

«Γκρουμφ», έκανε ο μάγος κι απόθεσε την κιθάρα.

 

Ευτυχώς τα Windows δεν έκαναν πάνω από δεκαπέντε λεπτά να φορτώσουν. Έβαλε το iPhone πάνω στο τραπέζι και το σύνδεσε στον υπολογιστή με ένα καλώδιο USB. Βρήκε τα αποθηκευμένα στη συσκευή αρχεία και άνοιξε τη φωτογραφία του νεκρού Σκοντ που είχε τραβήξει νωρίτερα. Αρκετά καλή, σκέφτηκε, δεδομένων των συνθηκών κάτω από τις οποίες την τράβηξε.

 

Άρχισε να μεγεθύνει την εικόνα, ξανά και ξανά, ψάχνοντας ταυτόχρονα για στοιχεία πάνω στο νεκρό σώμα του ξωτικού. Και τότε το είδε, αποτυπωμένο πάνω στο μάγουλο του Σκοντ. Ένα σύμβολο πολύ γνωστό, που εξηγούσε τα πάντα.

 

«Θενκιού πέντε μεγκαπίξελς», είπε ο Κρέλος, χαμογελώντας στον εαυτό του. Όπως έδειχναν τα πράγματα, το βράδυ του δεν είχε τελειώσει ακόμα. Άνοιξε τις ‘Συνδέσεις Δικτύου’ του υπολογιστή κι έκανε αναζήτηση για ασύρματα δίκτυα. Τα οικονομικά του πήγαιναν κατά διαβόλου εκείνον τον καιρό κι έπρεπε να διακόψει την δική του σύνδεση. Βρήκε τρία δίκτυα, αλλά μόνο το ένα ήταν ξεκλείδωτο. Το σήμα του ήταν πολύ ασθενές και δεν μπόρεσε να συνδεθεί. Έκλεισε τα μάτια του και ψιθύρισε ένα ξόρκι. Αμέσως το σήμα ενισχύθηκε είκοσι φορές και κατάφερε να κάνει τη σύνδεση.

 

Έγραψε ένα σύντομο, αλλά περιεκτικό e-mail και πάτησε ‘Αποστολή’. Άρπαξε το μπουφάν του από τον καλόγερο και βγήκε ξανά στο κρύο εκείνης της νύχτας.

 

~*~*~*~*~*~

 

Ο Κρέλος έφτασε στο μέρος όπου είχε οριστεί η συνάντηση. Ήταν το συνηθισμένο τους μέρος, μιας κι εκεί υπήρχε μια μικρή καμπή των τειχών, η οποία ήταν γεμάτη σκιές και μπορούσαν να μιλήσουν κρυμμένοι από αδιάκριτα βλέμματα. Μόλις πλησίασε αρκετά είδε μια σκοτεινή φιγούρα να ξεπροβάλει μέσα από τα σκοτάδια. Ο άντρας φορούσε έναν βαρύ, μαύρο μανδύα με κουκούλα, που κάλυπτε όλο του σώμα και το κεφάλι.

 

«Τι ήταν τόσο επείγον που δεν μπορούσε να περιμένει, Κρέλος», είπε ο άντρας με βαριά φωνή, τραβώντας τον μάγο μέσα στις σκιές.

 

«Καλησπέρα, Μεγαλειότατε», είπε εκείνος κι έκανε μια μικρή υπόκλιση.

 

«Καλά-καλά, να μας λείπουν οι τυπικότητες», είπε ο βασιλιάς, δείχνοντας ότι βιαζόταν κι ότι δεν του άρεσε να τον τραβολογάνε βραδιάτικα.

 

«Ξέρω για τον Σκοντ. Τι τον έβαλες να κάνει, τι έπαθε και πώς προσπάθησες να το καλύψεις»

 

Ο βασιλιάς έμεινε σιωπηλός για λίγο. «Τι ξέρεις δηλαδή;», ρώτησε τελικά.

 

«Πάνω στο μάγουλο του Σκοντ ήταν αποτυπωμένος ένας κύκλος με ένα τριάκτινο αστέρι μέσα»

 

«Και;»

 

«Είναι το σήμα της Μερσεντές-Μπενζ»

 

«Ποια δαιμονική γλώσσα μιλάς, μάγε;»

 

Ο Κρέλος άφησε ένα σιγανό γελάκι. «Έστειλες τον Σκοντ στον πραγματικό κόσμο κι εκεί τον χτύπησε και τον σκότωσε μια Μερσεντές. Όταν το πτώμα του επέστρεψε δεν ήξερες τι να κάνεις μαζί του, επειδή ήταν γνωστός στον υπόκοσμο και πολλοί θα άρχιζαν να αναρωτιούνται πού χάθηκε. Έβαλες, λοιπόν, τα πρωτοπαλίκαρά σου να του ανοίξουν το λαιμό, για να φανεί σαν δολοφονία, ξεκαθάρισμα λογαριασμών κι εγώ δεν ξέρω τι, και μετά να τον φυλάνε στα σκοτάδια για να τραβήξεις το ενδιαφέρον και να σπρώξεις τις υποψίες αλλού, ώστε να βγάλεις την ουρά σου απ’ έξω και να μη μαθευτούν οι παράνομες δοσοληψίες σου. Τα μελέτησες όλα πολύ καλά, εκτός από κάτι. Δεν είχες φανταστεί ότι η γυναίκα του θα έστελνε εμένα να τον βρω, κι εγώ ξέρω πολύ καλά να χώνω την μύτη μου»

 

«Ωραία, λοιπόν, τα ανακάλυψες όλα. Τι θέλεις τώρα; Να μου πεις ότι είχες δίκιο εξαρχής;». Ο τόνος στη φωνή του βασιλιά έδειχνε ότι ήταν θυμωμένος, αλλά κρατούσε την έντασή της χαμηλή.

 

«Σ’ το είχα πει, βασιλιά. Είμαι ο μόνος σίγουρος έμπορος μεταξύ πραγματικού και Φάντασυ κόσμου. Γι’ αυτό είμαι ακριβός, και γι’ αυτό έχω μόνο εύπορους πελάτες, σαν κι εσένα»

 

«Έπρεπε να σε είχα ακούσει τότε, Κρέλος. Λυπάμαι. Μπορούμε, όμως, να συνεχίσουμε την συμφωνία από εκεί που την είχαμε αφήσει», και λέγοντας αυτά τα λόγια, ο βασιλιάς έβγαλε ένα δερμάτινο πουγκί μέσα από το μανδύα του και το έδωσε στον Κρέλος. Ο μάγος το άνοιξε, κοίταξε στο εσωτερικό του και μετά το πέταξε στο έδαφος απηυδισμένος. Δεκάδες χρυσά νομίσματα σκορπίστηκαν στο χώμα.

 

«Μετά από αυτό το πούλημα, η τιμή μου έχει πολλαπλασιαστεί, βασιλιά», είπε ο Κρέλος χαιρέκακα.

 

«Και τι είναι αυτό που ζητάς τώρα, μάγε;»

 

Ο Κρέλος χαμογέλασε σατανικά. «Θέλω να παντρευτώ την κόρη σου», είπε.

 

Ο βασιλιάς τον κοίταξε με δυσπιστία. «Κρέλος, είσαι ηλίθιος. Δεν έχω κόρη»

 

«Γκρουμφ», έκανε ο μάγος με τσατίλα. «Τότε φέρε μου ένα τσουβάλι από αυτά», είπε δείχνοντας τα χρυσά νομίσματα στο έδαφος, «κι εγώ θα σου φέρω το καταραμένο το Wii fit για την βασίλισσα». Την αγελάδα, είπε από μέσα του ο μάγος.

 

Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που αντάλλαξαν εκείνο το βράδυ. Οι δυο σκοτεινές φιγούρες γύρισαν η μία την πλάτη της στην άλλη κι άρχισαν να περπατάνε προς αντίθετες κατευθύνσεις. Μετά από μερικά βήματα σταμάτησαν, έκαναν μεταβολή ταυτόχρονα και προχώρησαν ο ένας προς το μέρος του άλλου, καταλαβαίνοντας ότι είχαν πάρει λάθος πορείες. Όταν συναντήθηκαν, δεν αντάλλαξαν ούτε ένα βλέμμα.

 

 

Ο βασιλιάς βρέθηκε επιτέλους ξαπλωμένος στο μαλακό κρεβάτι του. Η βασίλισσα, δίπλα του, ήταν καθισμένη, με τη πλάτη ακουμπισμένη στο μαξιλάρι και το λάπτοπ στα πόδια της.

 

«Χμμ, ο Κρέλος μού έστειλε ένα e-mail», είπε.

 

Ο βασιλιάς την κοίταξε απορημένος. Γύρισε και τον κοίταξε κι αυτή.

 

«Ξέρεις τι είναι η σάουνα-μπελτ;», τον ρώτησε.

 

Ωχ όχι! σκέφτηκε ο βασιλιάς.

 

 

ΤΕΛΟΣ

Ορεστιάδα, 17 Οκτωβρίου 2010

Edited by Mesmer
Link to comment
Share on other sites

:D

Λοιπόν, Mesmer...

:huh:

Πρέπει τώρα να σου πω τη γνώμη μου γι' αυτό;

 

Όχι, δεν πρέπει. Θέλω!

 

Χαριτωμένο, αν και αμήχανο σε πολλές σκηνές. Δηλαδή, πήγαινε για αστείο, αλλά μου φάνηκε σφιγμένο για να με κάνει να γελάσω. Είχα πολλές απορίες αλλά η εξήγησή σου τις απάντησε. Θα πω κάτι τώρα, που δεν ξέρω αν ευσταθεί, αλλά εγώ θα το πω έτσι κι αλλιώς :tongue::

 

Μετά από δεκάδες ταινίες, σειρές, ακόμη και παιχνίδια adventures όπου η αστυνομία ψάχνει τον δολοφόνο, έχω "μάθει" ότι τα πτώματα δεν αιμοραγούν. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, αλλά αν είναι, εδώ έχεις λάθος. Ο τύπος ήταν ήδη νεκρός όταν του κόψαν το λαιμό, και η πληγή έβγαλε αίμα;

 

 

Επίσης, τόσο τον είχε ανάγκη ο Μεγάλος, που δεν του έκανε τίποτα όταν του είπε "Κοίτα, ξέρω τι έκανες". Μέλι γάλα; Κάπως δεν με πείθει. Θα μπορούσες να κάνεις τον Μεγάλο να αγριεύει λίγο, να ζορίζεται (να τον κρεμάσω ή να μην τον κρεμάσω) πριν αποφασίσει ότι "Εντάξει, σε έχω ανάγκη".

 

Ωραίες ιδέες, όλα αυτά τα μαγικά αντικείμενα δικαιολογούν τον φόβο και την καχυποψία του περιβάλλοντος του μάγου.

Edited by Cassandra Gotha
Link to comment
Share on other sites

AXAXAXA! Πολλή πλάκα! Ένας μάγος με i-phone και δυο ιππότες που τους λένε Λανς και Ελότ! Πράτσετ έχεις διαβάσει; Αν όχι, τρέχα οπωσδήποτε!

Λοιπόν, στα μείον το τυπογραφικό που σου ξέφυγε (βλεφίτσα αντί φλεβίτσα) και ο αγγλισμός "επαγγελματικά μιλώντας". Σε πιο σοβαρό επίπεδο, ως ένα σημείο, αρκετά προχωρημένο, δεν καταλάβαινα τι γινόταν με αυτόν τον κόσμο όπου υπήρχαν μάγια και τεχνολογία και ξωτικά ταυτόχρονα. Ίσως θα έπρεπε να το εξηγείς νωρίτερα.

Στα συν οι καλές ατάκες («Γι’ αυτό εδώ, η μόνη πληροφορία που μπορώ να σου δώσω είναι ότι αύριο το πρωί θα ξημερώσει»), η πλάκα του ανακατέματος των δυο κόσμων και το μυστήριο του θανάτου του ξωτικού που εξηγεί ταυτόχρονα και τη σχέση των κόσμων.

Μου έμειναν κάποιες απορίες: πόσοι ξέρουν για τη σχέση αυτή και πόσα; Π.χ. οι φρουροί δεν έχουν ξαναδεί κινητό, αλλά ξέρουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου (τουλάχιστον τη λέξη). Η βασίλισσα ξέρει τι είναι το email αλλά όχι η σάουνα-μπελτ (τι είναι; αυτό δεν το ξέρω ούτε εγώ). Κάποιοι πηγαινοέρχονται από τον ένα κόσμο στον άλλον και κάποιοι όχι; Κάποιοι ξέρουν περισσότερα και κάποιοι λιγότερα; Από τι εξαρτάται;

Πάντως ενδιαφέρον και πρωτότυπο αυτό το είδος "μετα-φάντασυ". Ο όρος είναι δικός σου ή έχουν γραφτεί και άλλα τέτοια;

Εν ολίγοις, μπράβο! Ελπίζω και στον εφ διαγωνισμό να γράψεις κάτι εξίσου καλό.

Link to comment
Share on other sites

Σας ευχαριστώ και τις δύο για τα σχόλιά σας!

 

Λοιπόν, και οι δυο σας είχατε απορίες για κάποια πράγματα που συνέβησαν στο διήγημα. Το θέμα είναι ότι είναι πράγματα που δεν ήθελα να εξηγήσω... απλά συμβαίνουν. biggrin.gif Φαντάζομαι ότι σε μια μεγαλύτερη εκδοχή του θα μπορούσαν να υπάρξουν περισσότερες λεπτομέρειες που να δίνουν πιο πολλά στοιχεία, αλλά ο σκοπός μου εδώ ήταν να βγει χιουμοριστικό.

 

Η όλη ιδέα είναι ότι υπάρχει ένα παράνομο εμπόριο μεταξύ πραγματικού και Φάντασυ κόσμου, αλλά είναι αρκετά επικίνδυνο επιχείρημα, λίγοι το κάνουν και λίγοι γνωρίζουν γι΄ αυτό.

 

Πολύ μ' αρέσει που στις ιστορίες Φάντασυ μού επιτρέπεται να κάνω πράγματα που σε άλλα είδη θα ήταν δυσκολότερο. tongue.gif

 

Άννα, έχεις δίκιο για το αίμα, εκτός αν είναι φρέσκο το πτώμα, πιθανόν. Στην συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσαν να

 

 

το είχαν περιλούσει με λίγο επιπλέον αίμα.

 

 

Οι χαρακτήρες των ηρώων έχουν σκαμπανεβάσματα, το ξέρω, αλλά είναι μέρος της όλης πλοκής.

 

Κέλλυ, η βλεφίτσα διορθώνεται αμέσως.

Αυτό για το μετα-Φάντασυ το έβαλα μόνος μου, δεν ξέρω κατά πόσο στέκει ο όρος, αλλά μου φαίνεται καλός. Επίσης, δεν ξέρω αν έχει γραφτεί κάτι παρόμοιο, αλλά σε ταινίες έχουν υπάρξει τέτοια στοιχεία.

Η σάουνα-μπελτ είναι αυτό που λέει tongue.gif Να βλέπεις περισσότερες διαφημίσεις τηλεμάρκετινγκ!

Όχι, δεν έχω διαβάσει Πράτσετ... θα το ψάξω, όμως.

 

Ευχαριστώ και πάλι!

Edited by Mesmer
Link to comment
Share on other sites

  • 7 months later...

πέρασα υπέροχα με το κείμενο

η σκηνή στο διαμέρισμα με έκανε να σκάσω στα γέλια(η μπηχτή για τα vista τα έσπασε)

ο πρωταγωνιστής ήταν μορφάρα(μπεμπε λιλύ αχαχ)

το setting είναι πολύ έξυπνο και ενδιαφέρον

τέλος πάμε και στην αστυνομική πλοκή : το μυστήριο ήταν καλό και περιέργο μιας και δεν διαβάζεις συχνά τέτοια πράγματα

 

πρέπει να ξαναγράψεις ιστορία με τον Κρελος

τα σπάει

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ για το σχόλιο και τα καλά λόγια, Γιάννη! Χάρηκα που το διασκέδασες :)

 

Επειδή και σε μένα άρεσε το σέτινγκ, θα ήθελα να ξαναγράψω κάτι με τον Κρέλος κάποια στιγμή.

Απλά η όλη κατάσταση είναι λίγο μπερδεμένη και δεν ξέρω αν μπορεί να βγει εντελώς ανεξάρτητη ιστορία πάνω στο ίδιο κόσνεπτ. Βλέποντας και κάνοντας :)

Edited by Mesmer
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..