Jump to content

Η πόλη των καταραμένων


anysias

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Βασίλης Χ. -Anysias

Είδος: Φαντασία

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 3841

Αυτοτελής; Σίγουρα όχι. Μελλοντικά σκοπεύω να την ολοκληρώσω.

Σχόλια: Είναι από τις πρώτες μου ιστορίες. Η συγκεκριμένη με είχε βάλλει σε αρκετούς μπελάδες… Ξέρω ότι σε κανένα δεν αρέσουν οι μισές ιστορίες και αυτές που στο τέλος αφήνουν ερωτήματα αλλά νομίζω ότι είναι καιρός να ακουστεί η ιστορία. Δεν θα μπορούσα να χωρέσω με τίποτα ένα τέτοιο κόσμο σε ένα όριο λέξεων… Πάρτε μια μικρή γεύση για τους καταραμένους και ελπίζω να μην κρίνεται πολύ αυστηρά για αυτό.

 

 

Περπατούσαμε όλοι μαζί σιωπηλοί. Δεν λοξοκοιτούσαμε. Καμία ένδειξη δισταγμού ή μετάνοιας. Δεν νιώθαμε τίποτα. Ήταν απαγορευμένο. Αμαρτία. κατάρα! Ακόμα και η αγάπη… Από μικρά μας προετοιμάζουν για αυτή την απουσία συναισθημάτων. Όσοι ήταν αδύναμοι και ένιωθαν, εξαφανίζονταν. Εξορίζονταν. Ήταν καταραμένοι. Φρόντιζαν να μας φοβίσουν αρκετά για να μην γίνουμε έτσι. Ο φόβος ήταν νόμιμος. Η κλίκα μας τον χλεύαζε. Τον είχα νικήσει αλλά όχι και κάποια άλλα συναισθήματα. Ήξερα να τα κρύβω με επιτυχία από όλους.

 

Δεν ντυνόμασταν με ράσα που φορούσαν οι ενήλικες αλλά όλοι φορούσαμε τους τεράστιους βαφτιστικούς μας σταυρούς μέχρι τότε. Προσπερνούσαμε τα τεράστια σπίτια που όλα έμοιαζαν με μικρές εκκλησίες. Τα τζάμια τους ήταν σε στυλ βιτρό. Πολύχρωμα και με σκηνές από την βίβλο. Κεριά καίγανε σε κάθε μισό μέτρο του δρόμου μέσα σε φαναράκια και οι πεζόδρομοι μυρίζανε λιβάνι. Από τους φανοστάτες, που υπήρχαν μεγάφωνα, ακούγονταν το ‘Πιστεύω’. Στρίψαμε σε μία πάροδο. Μπροστά μας ήταν τα σύνορα.

 

Η πόλη των καταραμένων ξεκινούσε από το συρματόπλεγμα και μετά. Κανείς δεν πήγαινε εκεί. Κανείς δεν ερχόταν από εκεί. Μπορείς να ξεχωρίσεις τον καταραμένο. Νιώθει. Ξέρει ότι για αυτό πρέπει να μείνει μακριά από εμάς. Τα συναισθήματά καταστρέφουν. Το καθένα με διαφορετικό τρόπο.

 

Ένιωθα αγωνία και συγχρόνως προσμονή. Τι θα βρίσκαμε εδώ πέρα; Δεν είχε φως, θόρυβο, κίνηση. Τα σπίτια ήταν απλά. Τετραγωνισμένα. Χωρίς την ευλογία των εξαγνιστών. Οι αστικοί μύθοι μας κρατούσαν μακριά. Ο Μάκης -ο αρχηγός της κλίκας- πήδηξε πρώτος το φράχτη. Τον παρακολουθήσαμε. Γύρισε και ήταν ήρεμος. Κόμπαζε. Για αυτή την αισιοδοξία που εξέπεμπε τον είχαμε ορίσει αρχηγό. Τον ακολούθησαν ο Νίκος και ο Σεραφείμ. Η Σοφία και η Τάνια πήδηξαν μαζί. Η Νάταλι έκανε ένα βήμα πίσω. Ήταν τρομοκρατημένη και είχε γουρλώσει τα μάτια της.

 

«Αυτό είναι λάθος! Ακούτε; Δεν πρέπει να ανακατευτούμε μαζί τους! Φοβάμαι. Γυρνάω πίσω…» Της έπιασα το χέρι. Προσπάθησα να την καλμάρω. Με απομάκρυνε βίαια. Δεν υπήρχε θυμός στο πρόσωπό της. Άραγε είχε προσέξει την έκπληξη μου; Ευχόμουν όχι.

 

«Έλα θα το κάνουμε μαζί!» Της πρότεινα. Κούνησε αποδοκιμαστικά το κεφάλι της.

 

«Κώστα να μην πας! Δεν έχουμε δουλειά εκεί. Υπάρχει λόγος για τα όρια και τις συνθήκες. Οι γονείς μου λένε ότι είναι επικίνδυνοι…. Δεν είναι πλέον άνθρωποι! Έχουν χάσει την ανθρώπινη φύση την στιγμή που τους καταράστηκαν να υποκύψουν στα συναισθήματα τους. Δεν αναγνωρίζουν πλέον συγγενείς ή φίλους. Οι δικοί μου θα δυσαρεστηθούν… ‘Η κόρη των εξαγνιστών παραβίασε τη δική τους συνθήκη!’» Είχε δίκαιο. Σίγουρα θα είχε επιπτώσεις στην κλίκα αλλά δεν έπρεπε να έρθει. Νοιαζόμουν καιρό για εκείνη. Ήταν προδιαγραμμένο να είμαστε μαζί αλλά την αγαπούσα… Το πιο σκληρό αμάρτημα! Δεν το ήξερε. Η σκέψη μου ήταν διαρκώς σε εκείνη. Στα ξανθά μαλλιά της. Τα σαρκώδη χείλη της. Της ένευσα καταφατικά.

 

Πέρασα τον φράχτη δικαιολογώντας τη. Δεν γύρισα να κοιτάξω πίσω. Θα ήταν ασφαλής ούτως ή άλλως. Εξερευνήσαμε τα στενά σοκάκια της ‘πόλης’ τους. Ανοίξαμε τους φακούς από τα κινητά μας και φωτίζαμε τριγύρω. Ακούγονταν συρίγματα από ψιθυριστές ανάσες. Αντηχούσαν και πολλαπλασιάζονταν στα άδεια στενά.

 

Ανατρίχιασα όταν βγήκαμε σε ένα κεντρικό δρόμο. Πολυκατοικίες και σπίτια ορθώνονταν δεξιά και αριστερά. Όλα εγκαταλειμμένα. Σκοτεινά. Δεν είχαν ρεύμα. Δεν θα έπρεπε να έχουν φωτιά ή κεριά; Πως ζούσαν; Δεν υπήρχαν σκουπίδια ή καμένα αμάξια ή κάτι που να προμηνύει καταστροφή. Ήταν απλά… Άδεια! Αρχίσαμε να γελάμε. Στην αρχή συγκρατημένα. Συνειδητοποιήσαμε ότι τελικά είχαμε δίκαιο. Ένας μύθος ακόμα είχε κατατριφθεί. Δεν υπήρχαν άνθρωποι εδώ. Ούτε καταραμένοι. Ήταν παραμύθια που έλεγαν για να μας κρατάνε πιστούς στο σύνταγμα των εξαγνιστών.

 

Το γέλιο μετατράπηκε σε κοροϊδίες για τους καταραμένους. Ήταν ανακούφιση να ξέρω ότι δεν θα με εξόριζαν εδώ αν μάθαιναν με το μυστικό μου. Προφανώς κάποια μικροτιμωρία θα ήταν αρκετή. Ένα απόκοσμο ουρλιαχτό έκοψε όλα τα γέλια. Το αίμα μου πάγωσε. Τα μάτια μου γούρλωσαν έντρομα. Όλοι πρέπει να ένιωσαν το ίδιο. Οι φακοί άνοιξαν ξανά. Κάναμε ένα κύκλο και εξετάσαμε τον χώρο. Ήμασταν τόσο εκτεθειμένοι! Ακούστηκε άλλο ένα ουρλιαχτό από πιο κοντά και έπειτα ένα άλλο από ψηλά. Έστρεψα τον φακό στην στέγη μιας μονοκατοικίας. Μπροστά μου, πάνω στην σκεπή στεκόταν μία φιγούρα. Δεν πρόλαβα να δω τα χαρακτηριστικά του. Μου έπεσε το κινητό-φακός από τον τρόμο. Πρόλαβα να δω όμως το χλωμό, γεμάτο ουλές δέρμα του προσώπου του. Τα μάτια του δεν είχαν κόρες... Μόνο ασπράδι!

 

«Στις στέγες! Μας παρακολουθούν…» Ούρλιαξα. Όλοι άρχισαν να τρέχουν. Προσπάθησα να τους ακολουθήσω. Πάτησα το κινητό που μου είχε πέσει και γλίστρησα. Έπεσα με τα μούτρα κάτω. Η δεξιά πλευρά του σώματός μου χτύπησε στην άσφαλτο. Σηκώθηκα αστραπιαία με κομμένη την ανάσα. Ο λαιμός μου είχε στεγνώσει. Είχαν μουδιάσει από τα χτυπήματα και έκαιγα ολόκληρος. Τα ποδοβολητά χάθηκαν. Η ησυχία που επικράτησε γιγάντωσε τον τρόμο μου. Έστρεψα την προσοχή μου στις στέγες. Τίποτα! Μάλαξα τα πλευρά μου ασθμαίνοντας βίαια. Το κορμί μου τρέκλιζε. Η αδρεναλίνη έφραζε το λαιμό μου. Το μυαλό μου ούρλιαζε τρέξε αλλά το σώμα μου είχε παραδοθεί στον τρόμο. Συγκρότησα τον μυαλό μου. Έκλεισα τα μάτια. Πήρα μία βαθιά ανάσα. Άφησα ήρεμα τον αέρα από την μύτη και άνοιξα τα μάτια μου. Το μυαλό μου είχε ξεθολώσει. Έπρεπε να φύγω. Αυτό ήταν που έπρεπε να πετύχω.

 

Πάνω που θα έτρεχα ένα ζεστό φύσημα στο δεξί αυτί μου με ξάφνιασε. Γύρισα τρομοκρατημένος. Η φιγούρα με τα κάτασπρα μάτια με παρακολουθούσε ύπουλα. Με έβλεπε! Τα γόνατά μου λύθηκαν. Έκλαιγα αλλά δεν πήρα τα μάτια μου από το αδυσώπητο βλέμμα του. Αυτά που είχα περάσει για ουλές ήταν φλέβες. Ξεχώριζαν γαλάζιες στο κατάχλωμο πρόσωπό του. Χαμογελούσε αυτάρεσκα. Άκουγα την ανάσα μου, τον σφυγμό μου. Τα ρουθούνια μου πετάρισαν άγρια. Είχα καθηλωθεί από τον τρόμο.

 

«Είναι αστεία για εσάς η μοίρα μας; Ήρθατε για να μας το τρίψετε στο πρόσωπο; Είστε τέλειοι… Απαλλαγμένοι από την κατάρα των συναισθημάτων που απομάκρυναν τους πρωτόπλαστους από τον παράδεισο! Γελάτε με όσους βασανίζει ο Θεός επειδή νιώθουν; Μας προειδοποίησε ότι όταν καταλάβουμε τι νιώθουμε θα καταστραφούμε. Η γνώση θα είναι ψυχοφθόρα. Θα είναι η κόλαση!» Τον κοίταζα αποσβολωμένος. Θα ξαναέβλεπα τους γονείς μου; Θα ξαναέβλεπα την Νάταλι; Θα γευόμουν τα χείλη που τόσο ονειρευόμουν; Το απόκοσμο βλέμμα του σάστισε. «Τι σύμπτωση!» Χλεύασε αινιγματικά. Τον κοίταξα μπερδεμένος ενώ ο έλεγχος των μελών μου επανερχόταν από το σοκ.

 

«Τι εννοείς; Ποιος είσαι;»

 

«Με λένε Θέμη. Εμείς οι δύο δεν διαφέρουμε πολύ τελικά… Είσαι καταραμένος!»Γέλασε αυτάρεσκα. Η ανάσα πάγωσε στο στήθος μου. Ο χειρότερός μου φόβος είχε πραγματοποιηθεί. Η κλίκα είχε εξαφανιστεί. Δε είχε ακούσει κανείς! Τίποτα δεν είχε χαθεί...

 

»Μπορώ και βλέπω μέσα σου. Η κατάρα μου είναι αυτή βλέπεις. Συναισθάνομαι τους άλλους και πολλαπλασιάζω τα συναισθήματά τους. Όλοι έχουν. Έπεσες στον πιο επικίνδυνο καταραμένο…» Έκρυβε οίκτο η φωνή του; Τύψεις; «Μην μου πεις ότι είσαι δεκαεφτά…» Φάνηκε θορυβημένος.

 

«Είμαι!» Δήλωσα απροκάλυπτα. Τι σχέση είχε αυτό; Τι ήθελε από εμένα; Άρχισε να οπισθοχωρεί.

 

«Σε αυτή την ηλικία αλλάζουν όλοι. Λυπάμαι πραγματικά… Η απόγνωσή σου είναι τόσο έντονη! Τα νιώθω όλα. Τον φόβο σου να μην μάθουν ότι νιώθεις. Την αγάπη σου για την κοπέλα! Η θλίψη της μοναχικότητας σου… Αυτά σε καίνε! Φύγε μακριά μου. ΤΡΕΞΕ! Αν καθίσεις και άλλο θα νιώθεις εντονότερα… Η αγάπη είναι απαγορευμένη, επικίνδυνη για εσάς. Η θλίψη σου όμως θα σε καταστρέψει. Θα καταραστείς τον εαυτό σου. Φύγε…» Άρχισε να βηματίζει προς τα πίσω κλονισμένος.

 

«Θα καταραστώ τον εαυτό μου; Πως; Πες μου…» Έκανα ένα δυο βήματα εμπρός. Εκείνος σταμάτησε. Άκουσα βήματα. Ένα πλήθος καταραμένων πλησίαζε. Αφουγκράζονταν εξεταστικά από τις σκιές. Σιωπηλοί.

 

«Πολύ αργά!» Σχολίασε ο θέμις. «Λυπάμαι φίλε μου. Πολλαπλασιάζω τα συναισθήματα των άλλων… Η θλίψη σου είναι μαρτυρική! Είσαι πλέον ένας από εμάς.» Δεν ήμουν καταραμένος! Στράβωσα το στόμα μου οργισμένος. Δεν με ένοιαζε να με δουν. Αυτό ήταν ανακουφιστικό αλλά με κλόνισε. Είχε δίκιο; Δεν έλεγχα τον εαυτό μου. Πριν δεν θα ξεσπούσα έτσι! Ήμουν συγκρατημένος. Υποκρινόμουν τέλεια… Μέχρι τώρα.

 

«Λες ψέματα! Δεν ανήκω εδώ. Δεν είμαι σαν εσάς!» Άρχισα να τρέχω. Το πλήθος μπλόκαρε το δρόμο μου.

 

«Δεν είσαι πλέον σαν εκείνους. Εδώ μόνο θα είσαι ασφαλής. Είσαι επικίνδυνος, ανεξέλεγκτος. Πρέπει να σου εξηγήσω… Δεν είσαι όπως πριν. Κοίτα τον εαυτό σου!» Ξέσπασε ο Θέμις. Ο πανικός κόντεψε να με τρελάνει. Εντόπισα ένα στενό δεξιά μου. Έτρεξα σβέλτα κατά εκεί. Με ακολουθούσαν. Θα με καταδίωκαν! Ήταν τρελοί. Αυτό ήταν.

 

«ΣΤΑΜΑΤΑ! Γύρνα πίσω… Δεν ξέρεις τι μπορεί να προκαλέσεις!» Συμβούλεψε ο Θέμης. Έτρεχα ασταμάτητα. Το στήθος μου έκαιγε. Τα πόδια μου πονούσαν αλλά δεν σταμάτησα μέχρι να φτάσω στο φράχτη. Η απόγνωση μου έκαιγε τα σωθικά και η πίκρα για όσα θα έχανα. Ο φόβος ότι θα με πιάνανε και θα με κρατούσαν εδώ με τρέλαινε. Νόμιζα ότι τσουρουφλιζόμουν κυριολεκτικά και η σάρκα μου σκιζόταν. Άκουγα ουρλιαχτά πίσω μου. Δεν γύρισα. Ήταν σαν να πετούσα στον αέρα. Ένιωσα οι δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν… Είδα τον φράχτη μερικά μέτρα μπροστά μου. Πίεσα τον εαυτό μου να φτάσω εκεί με ορμή αλλά δεν σταμάτησα. Σκαρφάλωσα και έπεσα από την άλλη μεριά. Στις σκιές πίσω από το φράχτη παραμόνευε ένας καταραμένος. Μέσα στο μυαλό μου ήχησε μια ψιλή γυναικεία φωνή και ήξερα πως έρχονταν από τις σκιές!

 

«Είμαι η Ζέα. Η μόνη που μπόρεσα να σε πλησιάσω και να αντέξω το ξέσπασμά σου. Η θλίψη και ο πόνος των άλλων με αφήνει να εισβάλω στο μυαλό τους και να κλέβω την ζωτικότητά τους. Για αυτό νιώθεις εξαντλημένος. Συγνώμη αλλά μόνο έτσι μπορώ να σου μιλήσω… Να σε προειδοποιήσω για τα ξεσπάσματά. Μην αφήνεις τα συναισθήματα σου να σε κυριεύουν. Νόμιζα ότι θα καείς ολόκληρος και μαζί σου όλοι μας! Φαίνεται ότι μόνο εγώ μπορώ να σε σταματήσω… Η θλίψη σου ήταν και είναι μεγάλη. Δεν καταλαβαίνεις τι λέω γιατί δε θες. Πήγαινε και συνειδητοποίησε το μόνο σου. Γύρνα όμως πίσω γρήγορα! Δεν είσαι μόνος. Σκέψου και εμάς… Δεν θέλουμε να προκαλέσουμε τους εξαγνιστές. Παραβαίνεις τον νόμο περνώντας το φράχτη. Δεν είσαι αυτός που ήσουν πια. Θα το δεις όταν είσαι έτοιμος! Γύρνα γρήγορα...» Η φωνή χάθηκε τη ίδια στιγμή που εξαϋλώθηκε η φιγούρα στις σκιές. Αμέσως ένιωσα ξεκούραστος.

 

Τράβηξα για το στέκι μας. Ευχόμουν οι άλλοι να τα είχαν καταφέρει. Είχα τόσα να τους πω! Ξέσπασα σε νευρικό γέλιο. Θα με περνούσαν για τρελό! Θύμωσα που με είχαν εγκαταλείψει με τους παρανοϊκούς αλλά και εγώ το ίδιο δεν θα είχα κάνει;

 

Το στέκι ήταν άδειο. Δεν ήταν κανείς εδώ. Είχα χάσει το κινητό μου για να επικοινωνήσω μαζί τους! Θα με σκότωναν οι δικοί μου. Αποφάσισα να γυρίσω στο σπίτι. Αύριο θα τους τα έψελνα πριν τους διηγηθώ τα πάντα. Έφτασα στο σπίτι μου όταν η καμπάνα μας σήμανε δώδεκα. Άνοιξα την ξεκλείδωτη πόρτα προχώρησα στο κλίτος με την τραπεζαρία και το σαλόνι. Σκοτάδι. Κοιμόντουσαν; Μπήκα αθόρυβα. Άναψα ένα κερί και ένα θυμιατό πριν το κύριο μέρος του ναού-σπιτιού. Έκανα τον σταυρό μου και παρακάλεσα για την εξάγνιση της ψυχής μου.

 

Μπήκα στο δωμάτιό μου νυχοπατώντας. Θα με κατσάδιαζαν που έχασα το κινητό και που έχασα το εξαγνισμό του δείπνου. Μπορεί και να είχαν τηλεφωνήσει στο κινητό… Ξεντύθηκα και έπεσα στο κρεβάτι. Ο ύπνος δεν ερχόταν. Ένιωθα απροκάλυπτα τόσα πολλά, τόσο έντονα! Οργή για τους τραμπούκους απόβλητους και την κλίκα που με εγκατέλειψε. Έπρεπε να ακούσω την Νάταλι… Η πίκρα έσταζε μέσα μου σα φαρμάκι. Αγανάκτησα για την ανικανότητα να ελέγξω τον εαυτό μου και αγχωνόμουν για το αύριο. Δεν έβλεπα το πρόσωπο μου, ένιωθα όμως τους μορφασμούς έκφρασης στο πρόσωπό μου υπερβολικούς και πομπώδης… Ήταν τρελός ο θέμις; Ήξερε ότι ήμουν θλιμμένος. Βασανιζόμουν να πρέπει να μην εκφράζομαι ξανά. Ζεσταινόμουν πάλι σαν να καιγόμουν στο πυρετό. Άρχισα να ξύνω το δέρμα μου άγρια, σχεδόν ένιωθα τα νύχια να μπήγονται στην σάρκα μου. Ανάπνευσα ρυθμικά μέχρι να ηρεμήσω…

 

 

«Με προσοχή… Παραμένει παιδί. Είναι ο γιός μου!» Άκουγα την φωνή της μητέρας μου τσιριχτή. Ήταν σαν μια προειδοποίηση για να ξυπνήσω, όπως και έκανα.

 

«Δεν είναι γιος σου πλέον! Ελπίζω να μην συμπονάς αυτό το πλάσμα ή γενικά να νιώθεις κάτι τέτοιο Στέλλα!» Την επέπληξε ο εξαγνιστής με ήπιο τόνο και αβρό ύφος. Μόλις είδε ότι είχα ξυπνήσει ίσωσε την πλάτη του και με κοίταξε δογματικά. Φορούσε ένα μαυροκίτρινο χιτώνα. Άνοιξε την Βίβλο και άρχισε να απαγγέλνει. Δεν άκουγα τίποτα. Άκουγα τα σχόλια των γονιών μου και των πέντε αφοριστών που ήταν στο δωμάτιο αλλά δεν άκουγα την απαγγελία του εξαγνιστή!

 

»Άκουσες νεαρέ το απόσπασμα;» Ειρωνεύτηκε ο εξαγνιστής Βερβέρης (ο πατέρας της Νάταλι). Γνώριζε την απάντηση. Γιατί δεν το άκουγα; Το ύφος του συνοφρυώθηκε σε μια έκφραση θριάμβου. Η μητέρα μου έπνιξε τα λόγια που ανέβηκαν στο στόμα της. Ο πατέρας μου απέστρεψε το βλέμμα του. Ένας κόμπος στάθηκε στο λαιμό μου και βάρυνε τη ψυχή μου. Αυτή η απάρνησή τους δηλητηρίασε πικρά την καρδιά μου. Τι ήθελαν οι αφοριστές στο δωμάτιό μου; Είχαν μάθει τι κάναμε χθες και θα με τιμωρούσαν, όμως ο αφορισμός δεν ήταν απλή τιμωρία ήταν εξόντωση! Ο Βερβέρης εξέλαβε την σιωπή μου σαν απάντηση. Έβγαλε ένα μικρό στιλέτο από την μέσα μεριά του χιτώνα του. Το στιλέτο έμοιαζε γυάλινο. Απλό. Χωρίς στολίδια ή διακόσμους πάνω στην λαβή του. Παρόλα αυτά εξέπεμπε ένα φώς.

 

»Όσοι δεν ακούν πλέον τον λόγο του κυρίου είναι καταραμένοι! Ονόμασε την κατάρα σου…» Με πρόσταξε απειλητικά. Απαιτούσε να του απαντήσω. Κοίταξα τους γονείς μου αλλά εκείνοι είχαν παραιτηθεί. Κρατιόνταν χέρι –χέρι συγκρατημένα. Η καρδιά μου βούλιαξε. Αυτό δεν ήταν μια απλή τιμωρία. Με κατηγορούσαν ανοιχτά. Ο Βερβέρης στεκόταν μπροστά μου φοβερός. Θα με καταδίκαζε; Ένας αφοριστής ήταν αρκετός αλλά εδώ μέσα ήταν πέντε…

 

«Δεν καταλαβαίνω…» Είπα βραχνιασμένα.

 

«Σταμάτα! Ονόμασε την κατάρα σου… Τι νιώθεις; Για ποιο συναίσθημα απαρνήθηκες τον παράδεισο;» Τον κοίταξα συγκλονισμένος. Θα με εξόριζαν! Μα δεν ήμουν καταραμένος. Με έπιασε ζαλάδα. Ένιωσα τόσο μόνος. Γνώριζα τι θα ακολουθούσε. Είχα παρακολουθήσει μικρός να εξορίζουν κάποιο. Είχαν κουκουλωμένο το κεφάλι τους βέβαια… Ήμουν μόνος. Πάντα ήμουν από την στιγμή που ένιωσα. Ο φόβος της αποκάλυψης είχε σακατέψει την ψυχή μου. Τώρα θα τσάκιζε και την ζωή μου; Ήθελα απλά να παραδοθώ και να τελειώσει για πάντα αυτό. Να σταματήσω να βασανίζομαι. Να ηρεμήσω. Να σταματήσω να είμαι παγιδευμένος, απεγνωσμένος… Η φωτιά αυτή που έκαιγε χρόνια μέσα μου έπρεπε να σβήσει. Ακόμα και τώρα σιγόκαιγε μέσα μου. Το πρόσωπο της Νάταλι σχηματίστηκε στο μυαλό μου. Η φωτιά φούντωσε. Έπρεπε να φύγω! Δεν θα την ξαναέβλεπα… Την ίδια στιγμή που σηκώθηκα από το κρεβάτι όλοι οπισθοχώρησαν τρομαγμένοι.

 

»Γρήγορα! Ακουμπήστε πάνω μου… Το παιδί έχει ήδη αλλάξει. Το δάκρυ του θεού θα μας εξαγνίσει με την προστασία του!» Ο εξαγνιστής τους έδειξε το στιλέτο. Τον υπάκουσαν. Όλοι με κοίταζαν αλαφιασμένοι. Φλόγες έγλυφαν τα χέρια μου… Ήταν αλήθεια! Οι καταραμένοι είχαν δίκιο… Ο εξαγνιστής είχαν δίκιο. Η ζωή μου εδώ είχε τελειώσει. Μπορούσα να τους κάνω κακό; Δεν ήθελα κάτι τέτοιο. Η ματιά μου έπεσε στο είδωλό μου στον καθρέφτη. Τα μάτια μου ήταν κάτασπρα. Το δέρμα μου χλωμό και γεμάτο γαλάζιες γραμμές. Η καρδιά μου θρυμματίστηκε σε χιλιάδες κομμάτια. Ένιωσα αβοήθητος. Ντροπιασμένος. Αδικημένος. Προδομένος… Γιατί σε εμένα; Μια μανιασμένη φωτιά ξεπηδούσε από το σώμα μου. Ο Βερβέρης ωρύονταν. Τα μάτια του είχαν γουρλώσει. Έφτυνε οργισμένα. Δεν άκουγα φυσικά. Οι γονείς μου με παρακολουθούσαν συγκλονισμένοι, ανήμποροι. Ψιθύρισα μία συγνώμη. Οπισθοχωρούσαν όσο η φωτιά άρχισε να εξαπλώνεται στους τοίχους και τα έπιπλα. Δε ένιωθα πόνο. Μόνο θυμό για κάτι που δε το ζήτησα ποτέ. Στεναχώρια που δεν θα ξαναέβλεπα τα πρόσωπα που αγαπούσα. Αυτοκαταστρεφόμουν για ότι ένιωθα!

 

»Δεν έχεις θέση πλέον εδώ!» Είπε ο Βερβέρης έντρομος. Η φωτιά τους είχε παγιδεύσει όλους. Έπρεπε να απομακρυνθώ από εδώ και να τους ξεχάσω όλους… Η Νάταλι! Πήρα φόρα και πήδηξα πάνω στο παράθυρο μου.

 

Έπεσα στο γρασίδι. Άρχισα να τρέχω ασταμάτητα. Στους δρόμους οι χρυσοί σταυροί με τύφλωναν. Από τα ηχεία ακούγονταν μικρές ψαλμωδίες. Όλα αυτά φάνταζαν πλέον ανούσια. Οι άνθρωποι που προσπερνούσα μόρφαζαν πονεμένα. Πολλοί λιποθυμούσαν αμέσως αλλά οι περισσότεροι τρέπονταν σε φυγή γρήγορα βήχοντας. Οι καμπάνες των σπιτιών σήμαναν κίνδυνο. Δηλαδή εμένα! Έφτασα στο σπίτι της Νάταλι. Τζάμια βιτρό, χρυσοί σταυροί και μια έντονη μυρωδιά που θύμιζε λιβάνι ήταν το συνηθισμένο μοτίβο. Χτύπησα το κουδούνι δύο φορές. Έλεγξα τριγύρω για τυχόν γείτονες που με είχαν προσέξει. Η ανάσα μου ακούγονταν σαν λιοντάρι πριν χιμήξει στο θήραμά του αλλά ήμουν ήρεμος. Ήξερα ότι είχα λίγο χρόνο για να ξεφύγω αλλά έπρεπε να της μιλήσω. Να την αποχαιρετήσω.

 

Η πόρτα άνοιξε ελάχιστα αλλά έσπρωξα βίαια και μπήκα χωρίς πρόσκληση. Η Νάταλι με κοίταξε με φρίκη. Άρχισε να ουρλιάζει.

 

«Νάταλι… Το ξέρω δείχνω απαίσιος αλλά είμαι εγώ… Εξακολουθώ να είμαι ο Κώστας που γνώριζες! Μην ουρλιάζεις σε παρακαλώ έχω λίγο χρόνο….»

 

«Δεν είσαι πλέον εκείνος! Είσαι καταραμένος… ΦΥΓΕ ΜΑΚΡΙΑ!» Μαζεύτηκε εκλιπαρώντας. Έδειχνε εξουθενωμένη. Σάστισα. Δεν ένιωθε ούτε καν λίγο οίκτο για εμένα. Δεν ήξερα τι περίμενα ερχόμενος εδώ αλλά όχι αυτό. Είχα καταστρέψει τα πάντα! Σιχάθηκα τον ίδιο μου τον εαυτό. Έλιωνα στην ιδέα να την αγκαλιάσω… Ήθελα να αρχίσω να τα σπάσω όλα, να βαράω τους τοίχους και να τραβήξω το δέρμα μου μέχρι να σκιστεί… Αντίθετα γλίστρησα παραδομένος στον τοίχο και ξέσπασα σε ένα γοερό κλάμα.

 

«Συγνώμη… Συγνώμη δεν έπρεπε να έρθω εδώ. Θα σου δημιουργήσω πρόβλημα. Δεν έπρεπε να πάμε εκεί!» Με κοίταξε συγκλονισμένη. Με λυπόταν έστω λίγο; Θα άφηνε κάτι να φανεί; Μέσα της γινόταν μια πάλη αναμφίβολα. Φαινόταν μπερδεμένη.

 

«Κώστα… Πρέπει να φύγεις! Οι γονείς μου… Οι εξαγνιστές θα σε αφορίσουν! Όταν απαγγείλουν από τα μεγάφωνα το κρυφό ευαγγέλιο… ΘΑ ΣΕ ΟΝΟΜΑΣΟΥΝ! Ξέρεις τι σημαίνει αυτό; Φύγε!» Ικέτευσε. Η ελπίδα με όπλισε με κουράγιο. Θα έμενα εδώ κοντά της και ας πέθαινα. Ήθελα να μάθει και ας ήταν το τελευταίο που θα έκανα. Ήταν βασανιστικό να κρατάω μυστικά τόσα χρόνια. Ένιωσα τύψεις γιατί έβλεπα πόσο λυτρωτικό ήταν να μην είμαι υποχρεωμένος πια… Με πλησίασε. Κοίταξε στα μάτια μου. Έξω όλα σιώπησαν. Οι ψαλμωδίες είχαν σταματήσει. Ο χρόνος μου τελείωνε… Παραδόθηκα στην απόγνωση που θέριευε μέσα μου για χρόνια. Η πίκρα έσκισε την καρδιά μου και το δηλητήριο της μη αποδοχής μου από τους άλλους ξεχύθηκε μέσα μου. Με κοίταξε βουρκωμένη.

 

»Λυπάμαι Κώστα. Πραγματικά…» Σήκωσε το χέρι της και άγγιξε το πρόσωπό μου. Το άγγιγμά της με έκανε να ανατριχιάσω. Έκλεισε τα μάτια της ήρεμα. Ένιωθε ασφάλεια. Αναγνώριζε αυτό το συναίσθημα; Ένιωσα ζωντανός αλλά η αγάπη μας ήταν καταδίκη. Της ανταπέδωσα το άγγιγμα συγκρατημένα. ήθελα να την σφίξω με πάθος… Την φίλησα αποφασιστικά.

 

Ήταν η πρώτη φορά και μέσα μου ήξερα ότι ήταν και η τελευταία. Την έσφιξα πάνω μου εγωιστικά. Κλαίγαμε και οι δύο. Μίσησα όλους αυτούς που θα ζούσαν όλα όσα εγώ θα έχανα… Φλεγόμουν πάλι; Το άγγιγμά της χαλάρωσε. Νόμιζα ότι είχε παραδοθεί… Άνοιξα τα μάτια μου. Τα χείλη της ήταν μελανιασμένα. Τα μάτια της θολά. Με παρατηρούσαν κουρασμένα και έκπληκτα. Πάγωσα. Αυτό ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Κάτι έσπασε μέσα μου και άρχισα να φλέγομαι ανεξέλεγκτα. Τώρα πονούσα αφόρητα.

 

Απομακρύνθηκα από το κορμί της και εκείνη σωριάστηκε κάτω. Άρχισα να φωνάζω βοήθεια ενώ παρακολουθούσα τις φλέβες τις να μαυρίζουν και το δέρμα της να ιδρώνει. Να σκουραίνει, σαν να σαπίζει, μπροστά μου. Ένιωθα να χάνομαι από τον πόνο. Τι είχα κάνει; Όλα είχαν γίνει παρανάλωμα του πυρός. Ο πόνος κυρίευσε όλο μου το είναι. Με κοιτούσε ακόμα όταν άρχισε να ασθμαίνει αργά. Την πλησίασα. Πέθαινε…

 

«Νάταλι! Σε αγαπώ… Συγχώρεσε με! Τι έκανα;» Με ένα επιθανάτιο ρόγχο με τράβηξε πάνω στο πρόσωπό της και με φίλησε για τελευταία φορά. Την ίδια στιγμή άρχισαν να με αφορίζουν. Η σάρκα μου σκιζόταν και τυλιγόταν στις φλόγες μαζί με την κοπέλα που αγάπησα όσο τίποτε άλλο. Άφησα την οργή να με παρασύρει. Οι φλόγες του αβυσσαλέου μίσους και της απόγνωσης ξέσπασαν στο σπίτι. Πέθαινα αλλά δε με ένοιαζε. Δεν με ενδιέφερε πια. Το μυαλό μου απλώθηκε παντού. Ήμουν ο αέρας, η σκόνη και ξαφνικά έπαψα να σκέφτομαι με μία έκρηξη.

 

 

Ένιωθα την υγρασία στο σώμα μου. Σηκώθηκα ζαλισμένος. Ήμουν γυμνός. Μα πάνω από όλα ήμουν ζωντανός! Πως; Ήμουν σε ένα υπόνομο. Δίπλα μου ήταν ένα μισοκαμένο ύφασμα. Το τύλιξα γύρω μου. Από το βάθος του διαδρόμου ερχόταν ένα φώς. Προχώρησα προς τα εκεί. Είχα πεθάνει. Αυτό το μέρος ήταν η μετάβαση! Έφτασα στο άνοιγμα. Έχασα την ανάσα μου από το δέος.

 

Στεκόμουν στην κορυφή μιας υπόγειας πολιτείας. Το φώς που έβλεπα εκπέμπονταν από το κέντρο. Ήταν ένα τεράστιο καλειδοσκόπιο. Μοίραζε τις ακτίνες του φωτός παντού. Ένα φώς χρυσό αλλά ήρεμο για τα μάτια. Υπήρχαν μονοπάτια από μάρμαρο. Σπίτια φτιαγμένα από ρίζες δέντρων και πλάκες από γυαλί- που θύμιζε το γυάλινο στιλέτο του Βερβέρη, το δάκρυ του θεού- ήταν όλα σαν παγόδες! Ήταν εξωπραγματικά. Στο φώς του καλειδοσκόπιου έμοιαζαν φτιαγμένα από αυτό. Νερό έτρεχε γύρω και μέσα σε κάθε σπίτι με γυάλινους σωλήνες.

 

Στην μέση μιας πλατείας ορθωνόταν ένας τεράστιος τύμβος. Πάνω του το πιο λαμπερό κομμάτι γυαλιού. Είχε σχήμα σταυρού αλλά το φως ήταν πολύ έντονο για να διακρίνω. Ασπροντυμένες φιγούρες πηγαινοέρχονταν γύρω από τον τύμβο. Όταν έκανα ένα βήμα πιο μπροστά όλοι σταμάτησαν. Το φως χαμήλωσε. Το μνημείο ήταν ένας τεράστιος γυάλινος φοίνικας. Τα φτερά του ήταν ορθάνοιχτα. Πετούσε ανάμεσα σε φλόγες. Ένιωσα ένα χέρι στον ώμο μου. Τρόμαξα. Ήταν μία γυναίκα δίπλα μου. Τα μάτια της έλαμπαν με ένα χρυσαφί φώς. Όλων έλαμπαν! Και με κοιτούσαν όλοι. Ήταν η Ζέα!

 

«Καλώς ήρθες στην πόλη των καταραμένων Μάρτυρα!» Μου χαμογέλασε αμήχανα.

 

«Μάρτυρας; Πόλη των καταραμένων;»

 

«Είσαι συγχυσμένος. Πρέπει να τιθασεύσεις τα συναισθήματά σου. Εγώ μπορώ να σε πλησιάζω όταν νιώθεις τόσα πολλά, τόσο έντονα! Θυμάσαι; Κλέβω την ενέργεια των συναισθημάτων. Εκεί πάνω είναι ο παράδεισος. Εδώ βρισκόμαστε όσοι δεχτήκαμε την γνώση. Δεν είναι η κόλαση. Είναι μια μεταφορά. Η κόλαση είναι όσα νιώθουμε. Εκείνος ακόμα μας προσέχει…»

 

«Τι έγινε; Πως βρέθηκα εδώ; Γιατί τα μάτια σας φωτίζουν;»

 

«Με τον καιρό θα τα μάθεις όλα. Τα μάτια όλων φωτίζουν για τον Μάρτυρα. Εσένα! Αυτός που θα μας βγάλει ξανά στο φως και θα ενώσει τις φυλές. Εσύ είσαι αυτός που θα μάθει σε όλους πώς να νιώθουν. Είσαι μοναδικός. Νιώθεις περισσότερα από όλους μας. Τα συναισθήματα είναι δυνατά. Αν δεν έχεις μάθει να τα κατανοείς και να τα τιθασεύεις καταστρέφεσαι. Εσύ μπορείς να βοηθήσεις τον κόσμο να μην φοβάται να νιώσει πια. Μπορείς να βρεις τον σωστό τρόπο να νιώθεις και να το διδάξεις. Κάθε φορά που δεν ελέγχεις τι νιώθεις καταστρέφεσαι. Ο Θεός δε μας εγκατέλειψε αβοήθητους, έστειλε εσένα. Και οι δύο πλευρές σε περιμένουμε καιρό. Εκείνοι τον αποκαλούν Μεσσία εμείς Μάρτυρα, αυτός που θα θυσιαστεί για το καλό όλων. Αυτός που θα πεθάνει ξανά για την δική μας σωτηρία και η αναγέννησή του θα είναι η ελπίδα στις καρδιές μας. Ο Φοίνικας!»

 

«Πέθανα… Σκότωσα μία κοπέλα. Δεν είμαι…»

 

«Αναγεννήθηκες! Το είδα… Κανείς δεν μπορεί να αντέξει τη φωτιά σου. Όταν ξεσπάς έτσι τραβάς όλη την ζωτικότητα των άλλων προκειμένου να μην καείς. Εγώ μπορώ να σε αντέξω όμως! Όταν δεν επέστρεψες το βράδυ, όπως σε είχα συμβουλέψει, κατάλαβα ότι κινδύνευες να σε αφορίσουν. Ανεβήκαμε πάνω. Σπάσαμε την συνθήκη! Ήμουν εκεί όταν καιγόσουν. Άγγιξα την κοπέλα και την έσωσα. Είναι στη εντατική σε κρίσιμη κατάσταση αλλά θα επιζήσει… Σύντομα θα είναι μαζί μας. Ο Θέμις είπε ότι νιώθει την αγάπη! Δυστυχώς δεν έχουμε χρόνο. Η παράβασή μας έχει οδηγήσει σε πόλεμο. Είμαστε όλοι αφορισμένοι πλέον! Είσαι ο μόνος που θα μπορέσει να μας βοηθήσει.» Την κοίταξα αποφασιστικά. Η ελπίδα να ξαναδώ την Νάταλι με όπλισε με σιγουριά και αισιοδοξία.

 

«Ζέα πες μου τι πρέπει να κάνω!» Εκείνη μου χαμογέλασε όλο νόημα.

 

«Πρώτα σώσε την Νάταλι. Οι δύο σας ξεκινάτε ένα καινούργιο προπατορικό αμάρτημα, μόνο που θα πρέπει να εισβάλετε στον παράδεισο. Είστε οι μόνοι που νιώθετε αγάπη. Χωρίς αυτή θα γίνεις ένα πλήγμα. Έπειτα θα πρέπει να ταχθείς απέναντί τους και να πεθάνεις…»

 

 

 

post-2623-0-61583700-1300842681_thumb.jpg

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Η ύπαρξη μιας απαγορευμένης πόλης "καταραμένων" δίπλα σε μια κανονική (κατ' ευφημισμόν δηλαδή, γιατί μόνο κανονική δεν είναι και η πόλη όπου ζει ο νεαρός ήρωας) εξάπτει τη φαντασία και είναι ένα δυνατό συν στην ιστορία σου.

Ο διαχωρισμός των πόλεων πολύ ενδιαφέρων -εφιαλτικές κατά τη γνώμη μου και οι δυο- η απαγόρευση που υπάρχει με τράβηξε άμεσα.

Όλα καλά όσο περιδιαβαίνουμε την πόλη, όλα καλά όσο διαισθανόμαστε ότι το αστειάκι της τρελοπαρέας δεν θα εξελιχθεί τόσο καλά. Δυνατές επίσης και οι συγκρούσεις, εμφανής και διάχυτος ο παντός είδους φόβος -θετικά κι αυτό.

 

Πού έχουμε πρόβλημα; Το ένα το αναφέρεις και ο ίδιος: η ιστορία είναι πολύ μεγάλη για τον αριθμό των λέξεων, πολλά πράγματα αναγκαστικά γίνονται με τα γκάζια πατημένα, απότομα και -ας πούμε- εύκολα.

 

Αυτά ως προς το διήγημα αυτό καθαυτό.

Αλλά μια που λες ότι έχεις την ιστορία καιρό στο μυαλό σου, ας μπω και σε λίγο πιο ζόρικα χωράφια.

 

 

Προσωπικά θεωρώ ότι ένα από τα δυσκολότερα συγγραφικά στοιχήματα είναι να γράψει κανείς για πλάσματα που δεν έχουν αισθήματα ή που έχουν κάποια αισθήματα αλλά όχι άλλα. Μπαίνουν πολλά προβλήματα αληθοφάνειας και ακόμα περισσότερα προβλήματα περιγραφής. Τα συναισθήματα είναι αλληλένδετα. Άλλα όμως πηγάζουν από πολύ απλές και πεζές καταστάσεις όπως είναι οι χημικές ισορροπίες, ενώ άλλα είναι πολύ πιο πολύπλοκα π.χ. αυτά που έχουν σχέση με το δέος, την ευλάβεια κι ένα σωρό άλλα. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε μια μεγάλη γκάμα συναισθημάτων, που πρέπει -ακόμα και αν δεν τα συναντήσεις στην ιστορία σου ποτέ- να έχεις ξεκαθαρίσει πού ανήκουν: στα επιτρεπόμενα ή στα απαγορευμένα και γιατί. Με ποιον τρόπο θα εξασφάλιζαν την έλλειψη των συναισθημάτων πέρα από το φόβο; Κάτι τέτοια στοιχεία, ως background πληροφορία, θα έκαναν την ιστορία να απογειωθεί.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Ωραία και ατμοσφαιρική ιστορία. Μου άρεσε η ύπαρξη του ελληνικού στοιχείου, της ταίριαζε, σε συνδυασμό με τα σπίτια που έμοιαζαν, εξωτερικά και εσωτερικά, με εκκλησίες. Πολύ καλή και έντονη η σκηνή του εξορκισμού.

 

Γενικά, ήταν καλογραμμένη, κρατούσε αμείωτο το ενδιαφέρον σε όλη της την έκταση. Σαν πρώτο κομμάτι μιας μεγαλύτερης ιστορίας είναι αρκετά καλό. Αλλά φαίνεται ότι είναι ημιτελής και θέλει ακόμη δουλειά. Επίσης, αυτό χαλάει λιγάκι την γενική εντύπωση της ιστορίας, επειδή σε αφήνει την στιγμή που θέλεις να μάθεις τι παραπάνω παίζει. Ναι, αυτό ήταν μια έμμεση άσκηση πίεσης για να μας δώσεις τη συνέχεια.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Και σοβαρή. Ατμοσφαιρικό πραγματικά και ο Κώστας στ' αλήθεια τραγικός χαρακτήρας. Δεν έχω να αναφέρω κάτι ιδιαίτερο στα αρνητικά. Καλή επιτυχία!

Link to comment
Share on other sites

-ο τίτλος είναι κοινότυπος

 

+η ανάπτυξη δεν είχε τα τέρατα που περίμενα

 

-υπάρχουν συντακτικά και άλλα λάθη

 

+υπάρχει ατμόσφαιρα

 

-η ατμόσφαιρα είναι λίγο πιεσμένη

 

+καλοί χαρακτήρες

 

-οι χαρακτήρες θέλουν καμιά 500 λέξεις επιπλέον

 

+οι διάλογοι είναι καλοί

 

-θα έπρεπε να τρομάξω ή να στεναχωρηθώ περισσότερο

 

 

 

Σημείωση :έχω σκάσει να αλλάζω την βαθμολογία αυτού του διηγήματος, νομίζω ότι με ενοχλούν τα συντακτικά. Αυτό το «περπατούσαμε» στην αρχή βάλτο δεύτερο και ξεκίνα με «Δεν λοξοκοιτούσαμε». Υπάρχουν μερικά τέτοια που με … κάπως. Σε παρακαλώ για διάβασε το δυνατά το κείμενο σου και θα δεις ότι όχι μόνο δεν λειτουργούν αλλά χάνουν σε μουσικότητα.

 

Μου είχαν πει ότι ο μικροπερίοδος λόγος κουράζει. Το έχεις και αυτό. Δεν έχει ο αναγνώστης την ίδια ένταση με σένα.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Δυνατή ιστορία με έναν σκληρό και άδικο κόσμο. Με κράτησε αποροφημένο και δεν με κούρασε ούτε στιγμή. Από τις ιστορίες που με κέρδισαν, μέχρι που...

 

Ξανά μανά, νισάφι πια ρε παιδιά. Το έχω βαρεθεί αυτό. Εξηγώ:

 

Αν το διήγημα τέλειωνε εκεί που ο ήρωας καίγεται αφορισμένος, αγκαλιά με την κοπέλα του, θα είχες το διήγημα σου. Λυπηρό τέλος, αφήνει κάποια ερωτηματικά ίσως, αλλά σβήνει εκείνο το καρακαταραμένο κλισέ πια ζαχαρωτό που λέγεται "με περισσότερες λέξεις" ή "φταίει το μέγεθος" και τα παρόμοια. Εδώ, ο επίλογος γι αυτά που πρέπει να ακολουθήσουν δεν θα έπρεπε να υπάρχει.

 

Όταν ένας σκηνοθέτης μοντάρει την ταινία του, την εκδοχή που θα βγει στις αίθουσες, και την extended edition για το dvd, δεν σαμποτάρει το συντομότερο έργο κάνοντας τον θεατή του σινεμά να νιώσει ότι έχασε κάτι. Μπαίνουν και ειδικά μπαλώματα στη μικρότερη εκδοχή αν χρειαστεί να γεφυρωθούν τρύπες. Έτσι, και το extended είναι δώρο, και ο άλλος που πλήρωσε εισιτήριο δεν νιώθει ηλίθιος. Ο αφηγητής που σέβεται τον αναγνώστη του πράττει ανάλογα.

 

Έχω βαρεθεί αυτό στους διαγωνισμούς, με "καημένους" συγγραφείς, και "φουκαριάρικα" διηγήματα που αδικούνται στις περιορισμένες λέξεις που τους επιβάλλονται. Ο συγγραφέας το κάνει από τεμπελιά, τσαπατσουλιά ή εκδίκηση; Μα, σίγουρα όχι από τεμπελιά γιατί πιθανό να έχει γράψει διήγημα 5.000 λέξεων. Τι θα λέγατε για λίγη μαεστρία, ακόμα και σε σημαντικές εναλλακτικές σκηνές, για να γίνουν τα διηγήματα σας πραγματικά αυτοτελή. Μην μας αφήνετε να υποψιαζόμαστε καν ότι υπάρχει μεγαλύτερη εκδοχή. Αλλιώς, εδώ, αυτό σας στοιχίζει την κατάταξη στην ιστορία σας.

Link to comment
Share on other sites

Χμμ. Ποιός είναι ο ορισμός του συναισθήματος; Από το κείμενο θα έλεγε κάποιος ότι και από τις δύο πλευρές της διαχωριστικής γραμμής όλοι εχουν έστω καποια συναισθήματα. Οπότε κάποια συναισθήματα είναι αποδεκτά και κάποια άλλα δεν είναι; Τι ακριβώς προκαλει την αλλαγή της φυσιολογίας με την εκδήλωση συναισθημάτων; Πως από το φυσιολογικό κόσμο προέκοιψε ο διαχωρισμένος κόσμος; Η αλλαγή της φυσιολογίες προκαλείται από την εκδήλωση συγκεκριμένων συναισθημάτων ή όταν η ένταση οποιοδήποτε συναισθήματος ξεπεράσει κάποιο όριο;

 

Εντάξει θα σταματήσω τις ερωτήσεις εδώ. :mf_sherlock:

Link to comment
Share on other sites

Μου άρεσε η ιστορία σου αν και για μένα τουλάχιστον, η καταραμένοι είναι αυτή που δεν έχουν τα συναισθήματα και όχι αυτή που τα χουν έστω και σε υπερβολικό βαθμό .Το τέλος που μας έδωσες είναι κάλο αν ήταν τηλεοπτική σειρά και αναμέναμε το επόμενο επεισόδιο, η το τέλος βιβλίου ώστε να περιμένουμε την συνέχεια του πρωταγωνιστή σου. Αλλά για την συμμετοχή σου εδώ θα έπρεπε να έχεις ένα ολοκληρωμένο τέλος, Όμως την ευχαριστήθηκα διαβάζοντας την. Καλή συνέχεια στο βιβλίο σου.

Edited by NIKANTHI
Link to comment
Share on other sites

Ο

παραλληλισμός στο τέλος με το προπατορικό αμάρτημα

είναι το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της ιστορίας, το οποίο όμως ξεπετάγεται με μια φράση στο τέλος. Την ίδια εντύπωση δίνει και ολόκληρο το διήγημα. Η δαιμονοποίηση των αισθημάτων είναι ένα ενδιαφέρον στοιχείο, αλλά πολύ δύσκολο να υλοποιηθεί πειστικά. Άλλωστε, φαίνεται στο κείμενο πως και οι από δω και οι από κει έχουν αισθήματα – κι άλλωστε ακόμα και ο ίδιος ο φανατισμός που νιώθουν οι “εξαγνιστές” από μόνος του είναι αίσθημα. Θα πρότεινα να έχουν απαγορευτεί μονάχα συγκεκριμένα, “αμαρτωλά” αισθήματα και σκέψεις, όπως π.χ. ο έρωτας, η φιλοδοξία κτλ. Την ιδέα και τη δομή της “αγνής” κοινωνίας τη δίνεις διεκπεραιωτικά, χωρίς να την κάνεις να φανεί ρεαλιστική και πειστική.

 

Η πλευρά των καταραμένων έχει τα δικά της προβλήματα, και πρώτο από όλα το όνομά της. Πολύ τετριμμένο και γενικό, χωρίς χαρακτήρα. Τα λόγια που απευθύνουν στον ήρωα, πολύ πομπώδη και καθόλου φυσικά, ιδίως όταν αυτά λέγονται στα πρώτα δευτερόλεπτα της επαφής τους, χωρίς να έχει ειπωθεί τίποτε άλλο προηγουμένως. Θα ήθελα επίσης και μια αιτιολόγηση για την παράξενή τους εμφάνιση. Η τελική εξέλιξη που οδηγεί σε κάτι σαν καλό τέλος, είναι πολύ βεβιασμένη και βολική. Έχεις επίσης αρκετά λαθάκια, που θέλουν προσοχή (σημαντικό: “αυτοί ακούγονταν – αυτό ακουγόταν (π.χ. το Πιστεύω)”).

 

 

Link to comment
Share on other sites

Πολύ καλό το διήγημά σου. :good:

Κατάφερες να το ολοκληρώσεις, χωρίς κενά στην πλοκή, με πειστική και όχι βιαστική κατάληξη και με πολύ καλή περιγραφή.

 

Καλή επιτυχία!

Link to comment
Share on other sites

Για να πω την αλήθεια, είναι ημιτελές. Αφήνει πολλά ερωτήματα. Το μόνο που δίνει είναι την γέννηση ενός πρωταγωνιστή που, όπως κάθε καλός ήρωας που βρίσκεται σε περίεργες καταστάσεις χωρίς να το περιμένει, δεν ξέρει τι του γίνεται στο μισό της ιστορίας, και στο άλλο μισό τρέχει και δεν φτάνει.

 

Αν αγνοήσουμε το γεγονός ότι δεν είναι αυτοτελής ιστορία, είναι αρκετά καλό κεφάλαιο για αυτό που έχεις στο νου σου να γράψεις.

Link to comment
Share on other sites

Τιιι ωραιοο.....!!!!Πραγματικα μ'αρεσε παρα πολυ,με συγκινησε παρα πολυ....!!

Θα ηθελα να γινει η ιστορια σου βιβλιο...

Μπραβο!!;-):)

Link to comment
Share on other sites

Πιστευω οτι η ιστορια ταιριαζει περισσοτερο στη βιβλιοθηκη τρομου. Χειριζεσαι τον τρομο αρκετα καλα και ανατριχιασα σε αρκετα σημεια. Παρουσιαζεις τις δυο πολεις επιδεξια, αλλα κυριως με εντυπωσιασε ο τροπος που περιγραφεις τον ψυχισμο των πρωταγωνιστων, τις σχεσεις και τα συναισθηματα τους. γραφεις παραστατικα και ενιωσα να μπαινω μεσα στον πρωταγωνιστη και μοιραζομαι τις αγωνιες και τους φοβους του. Τα νοηματα της ιστοριας σου πολλα και υποβοσκουν ομορφα. Μου φανηκε οτι η ιστορια εχει καποια συνεχεια. Αν ναι θα ηθελα να τη διαβασω.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Βασίλη, μπορεί η ιστορία σου να τέλειωσε σχετικά απότομα, εμένα όμως με κάλυψε ακόμα και στη μορφή που ήταν. Θα ήθελα, φυσικά, να μάθω τι θα γίνει παρακάτω, πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα για τους πρωταγωνιστές. Η γεύση που πήρα από τον κόσμο σου μου άρεσε πολύ! Ευφάνταστη η ιδέα των σπιτιών-εκκλησιών, με τα θυμιατήρια και τους εξαγνισμούς. Και τώρα, μπορείς να μου πεις σε τι μπελάδες σε έβαλε ετούτη η ιστορία; Από εδώ κι εμπρός πάντως, εύχομαι μόνο καλά να σου προκύπτουν από αυτή! Συνέχισε να δουλεύεις τον κόσμο σου και καλή επιτυχία στο διαγωνισμό!

Link to comment
Share on other sites

πρώτον ο άνθρωπος είπε ότι η ιστορία του δεν είναι αυτοτελής.

Περιμένω με αγωνία τη συνέχεια. Το μόνο που με "χάλασε" ήταν αυτή η σύγχυση στον διαχωρισμό των συναισθημάτων που επιτρέπονται ή όχι. Κατα τα άλλα είναι μία πάρα πολύ καλή ιστορία.

Αν ήταν βιβλίο θα το αγόραζα χωρίς δεύτερη σκέψη.

 

Δεν γνωρίζω αν είναι το αυθεντικό κείμενο γιατί μου φάνηκε πολύ απότομη η σκηνή που ξυπνά στην πόλη των καταραμένων και του εξηγούν ποιος είναι και τα λοιπά γιατί είναι πολύ "βιαστική" σε εκείνο το σημείο η περιγραφή. Ακόμη κι έτσι να είναι όμως, δεν με ξενίζει. Μπράβο Anysias πολύ καλή ιστόρια.

Link to comment
Share on other sites

Καλησπέρα. Ευχαριστώ όσους αφιέρωσαν τον πολύτιμο χρόνο τους για να διαβάσουν και να σχολιάσουν την ιστορία μου. Ειλικρινά σας ευχαριστώ, μέσα από τα βάθη της καρδιά μου. Μου είναι τρομερά δύσκολο να βρω ένα άνθρωπο (τώρα που οι φίλοι μου δεν μένουν στην ίδια πόλη. Έχουν δουλειές και άλλες υποχρεώσεις) να διαβάσει μία ιστορία μου, να κατανοήσει ότι πρόκειται για μυθοπλασία και να την κρίνει αντικειμενικά, χωρίς να αλληθωρίσει ειρωνικά τα μάτια του ή ακόμα χειρότερα να με κοιτάζει με έντονη ανησυχία. Εδώ μέσα βρέθηκε όχι ένας αλλά αρκετοί. Ευχαριστώ, λοιπόν, είναι σημαντικό για εμένα αυτό που κάνατε. Ευχαριστώ.

 

Σε όλη την διάρκεια του διαγωνισμού διάβαζα τις ιστορίες και τα σχόλια με δέος. Ένιωθα σαν το βλαχάκι που ανέβηκε από το χωριό στην πόλη καθώς αντιλαμβανόμουν πόσο περιορισμένες είναι οι γνώσεις μου πάνω στην συγγραφή και την σύνταξη γενικά…

 

Για την ιστορία τώρα. Στην κοινωνία των ‘’ φυσιολογικών’’ ανθρώπων όλοι νιώθουν κάποια συναισθήματα. Υπάρχει διαχωρισμός θεμιτών και μη θεμιτών συναισθημάτων, ως προς την σημαντικότητά τους. Θεμιτά είναι όλα εκείνα τα συναισθήματα που δεν επηρεάζουν τον άνθρωπο ουσιαστικά. Αυτά τα συναισθήματα όπως η αγωνία, η έκπληξη, η προσμονή κτλ. Οι εξαγνιστές τα προσπερνούν και κάνουν τα στραβά μάτια αφού δεν είναι ανησυχητικά. Μη θεμιτά και επικίνδυνα θεωρούνται εκείνα που καθορίζουν τους ανθρώπους όταν τα βιώνουν. Το μίσος, η αγάπη κτλ

 

Ο σκοπός των εξαγνιστών είναι μια κοινωνία με ελεγχόμενο συναίσθημα. Πως γίνεται ελεγχόμενο; Αυτό επιτυγχάνεται με εξαγνισμούς (μορφής εξομολογήσεων-ανακρίσεων) το πρωί και το βράδυ έτσι ώστε να γνωρίζουν τι σκέφτεται το παιδί και να το κατευθύνουν όπως θεωρούν σωστό. Ποιος είναι ο σκοπός αυτού του ελέγχου; Να εμπνεύσουν φόβο στους νέους να μην ενδώσουν στα μεγάλα συναισθήματα. Όταν υπάρχει φόβος υπάρχει και έλεγχος. Μία τακτική που λειτουργεί στην συγκεκριμένη κοινωνία. Αυτές τις τελετές τις εκτελούσαν οι γονείς καθημερινά μέχρι να ενηλικιωθούν τα παιδιά.[Όταν ο Κώστας γυρνάει από την πόλη των καταραμένων έχει χάσει τον βραδινό εξαγνισμό και προσπαθεί να τον κάνει μόνος του όπως αναφέρω. Η εναρκτήρια σκηνή της ιστορίας μου ήταν ο πρωινός εξαγνισμός του αλλά το αφαίρεσα γιατί δεν μου καθόταν καλά χωρίς την αναλυτική περιγραφή των συναισθημάτων που περνούσε από το μυαλό του ήρωα.] Γιατί τα κάνουν όλα αυτά; Για να υπακούσουν στο λόγο του Θεού που τους προειδοποίησε από πολύ παλιά για τα αποτελέσματά της γνώσης.

 

Η γνώση μπορεί να έχει προσφέρει διευκολύνει την ζωή του ανθρώπου αλλά με την λάθος διαχείριση της μπορεί να καταστρέψει. Το ίδιο προσπαθώ να αποδώσω και με τα απαγορευμένα συναισθήματα.

 

Όσο για την αλλαγή της φυσιολογίας…. Ο Θεός σύμφωνα με το βιβλίο της γενέσεως μας έπλασε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν. Σκοπός του ήταν να μας δώσει ότι ήταν απαραίτητο για να είμαστε τέλειοι. Ψυχικά και σωματικά. Ο Θεός λοιπόν που αγαπάει περισσότερο τον άνθρωπο από όλα τα δημιουργήματα τιμωρεί όσους αγνόησαν την προειδοποίησή του και απαρνούνται αυτά που τους χάρισε και τους δοκιμάζει με αυτή την αλλαγή φυσιολογίας. [ Πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι αυτό που γράφω είναι μυθοπλασία και ότι αναφέρω πως δεν είναι τίποτα περισσότερο από προϊόν φαντασίας ώστε να εξυπηρετείται η υπόθεση] Η αλλαγή αυτή έχει ομοιότητες με την ασθένεια αλφισμό ή αλμπινισμό. Τονίζω ότι έχει ομοιότητες και δεν είναι το ίδιο. Δεν θα μπω σε πολλές λεπτομέρειες καθώς γιατί αναφέρομαι σε σκόρπιες σημειώσεις αλλά και γιατί θα ήταν φοβερό spoiler για την υπόθεση της συνέχειας μου. Θα προσθέσω μόνο ότι στους αλμπινιστές ορισμένες φυλές προσέδιδαν μαγικές ικανότητες για αυτό τους είχε ξεχωρίσει ο Θεός…

 

Tiessa έχεις απόλυτο δίκαιο σε σχέση με αυτό που αναφέρεις στο spoiler σου είναι ένα τεράστιο στοίχημα αυτό που πάω να επιχειρήσω. Αυτός είναι και ο λόγος που αποφάσισα να αφήσω στην άκρη για λίγο καιρό αυτή την ιστορία. Υπάρχουν πολλά που πρέπει να λάβω υπόψη μου και ευχαριστώ για την συμβουλή και τις παρατηρήσεις σου. Όλα θα τα λάβω κατά νου.

 

Mesmer συγχαρητήρια και πάλι, σε ευχαριστώ πολύ για τα θετικά σου σχόλια. Η πρόθεσή μου δεν ήταν να ασκήσω πίεση για να σας δώσω την συνέχεια γιατί πολύ απλά δεν έχω την συνέχεια ακόμα… Η ιστορία έχει μείνει πολύ καιρό θαμμένη και περιμένει. Πριν γίνω μέλος εδώ ήμουν ανάμεσα σε αυτή και την ιστορία που γράφω τώρα. Όταν τελειώσω με το καλό αυτό που κάνω τώρα θα καταπιαστώ με αυτή.

 

 

David1778 Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και συγχαρητήρια για την συμμετοχή σου. Εγώ προσωπικά σε είχα σε πιο ψηλή θέση.

 

deadend έχεις δίκαιο για όλες τις παρατηρήσεις σου. Θα προσπαθήσω να ακολουθήσω την συμβουλή σου. Ήξερα ότι υστερώ πολύ στην σύνταξη και το διόρθωσα πολλές φορές. Παλιότερα μου είχαν πει ότι κάνω τεράστιες προτάσεις και ότι οι περισσότεροι χάνονταν με αυτό. Όταν λες μικροπερίοδος λόγος εννοείς τις μικρές προτάσεις έτσι;(μη με βρίσεις!) Απλά προσπάθησα να αποφύγω το θεματάκι με τις μακρουλές προτάσεις που είχα.

 

DinoHajiyorgi κατανοώ απόλυτα αυτό που λες. Έχεις δίκιο. Στο μέλλον θα προσέχω.

 

Mors Planch ελπίζω να κάλυψα κάποιες από τις απορίες σου στα γενικά σχόλια που έκανα στην αρχή. Ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σου. Οι απορίες σου ήταν εύλογες και ψαγμένες…

 

NIKANTHI και month είναι ημιτελές το ξεκαθάρισα από την αρχή ότι δεν είναι αυτοτελή ιστορία, είναι ένα απόσπασμα.

Illusion_30 και DimitrisX ευχαριστώ πολύ για τα θετικά σχόλια σας. Δημήτρη περιμένω όπως σου είπα τουλάχιστον μια τριλογία για τον κόσμο σου. Ραφαέλα καλώς ήρθες!

 

aScannerDarkly Ελπίζω να κάλυψα μερικές από τις απορίες σου στα γενικά σχόλια. Δεν θα πω πολλά για το προπατορικό αμάρτημα γιατί είναι μια ιδέα ακόμα στο μυαλό μου και δεν θέλω να κάνω και άλλο spoiler… Θα συμφωνήσω ότι η κατάληξη ήταν βεβιασμένη αλλά για το βολική δεν ξέρω… Είμαι σίγουρος ότι θα έχεις βρει και άλλα λάθη ελπίζω με τον καιρό να βελτιωθώ.

 

 

Αλχημιστής και Lady Nina ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια. Και όταν και αν ποτέ την συνεχίσω θα ήταν τιμή μου να την διαβάσετε και να μου πείτε την γνώμη σας. Συγχαρητήρια Νίνα! Και οι δύο ήσασταν πολύ πιο πάνω στην λίστα μου και απόλαυσα τις ιστορίες σας.

 

Esteldor η σκηνή για την οποία μιλάς είναι όντως ελαφρά αλλαγμένη γιατί δεν ήθελα να αποκαλύψω κάτι πολύ –πολύ σημαντικό για τον Κώστα. Διάβασα την ιστορία σου στο διαγωνισμό με τον wiliam και έχω να πω ο Χριστός και η παναγία! Πολύ διαστροφική κατάληξη αλλά μου άρεσε και συγχαρητήρια για την νίκη σου.

 

Υ.Σ: Προς Laidy Nina: την ιστορία αυτή την είχα γράψει μέσα στην αίθουσα των μαθηματικών κατεύθυνσης. Ο καθηγητής με είχε πιάσει στα πράσα όταν προσπαθούσα να την δώσω σε μια φίλη δίπλα μου να την διαβάσει. Η κατάληξη ήταν να διαβάσει κάποιο απόσπασμα ( το χειρότερο εννοείτε!) μέσα στην τάξη… Στο σχολείο εύκολα δημιουργούνται άσχημες εντυπώσεις! Φυσικά πήρε την ιστορία στο διευθυντή και την επόμενη μέρα οι γονείς μου ήρθαν στο σχολείο. Διάβασαν κάποιο μέρος της ιστορίας. Το ύφος τους όταν με αντίκρισαν τα έλεγε όλα. Οι δικοί μου δεν θέλουν να γράφω. Θα περιοριστώ σε αυτό. Από τότε όλα αυτά είναι ένα μυστικό και γράφω πάντα βράδυ.

 

Link to comment
Share on other sites

την ιστορία αυτή την είχα γράψει μέσα στην αίθουσα των μαθηματικών κατεύθυνσης. Ο καθηγητής με είχε πιάσει στα πράσα όταν προσπαθούσα να την δώσω σε μια φίλη δίπλα μου να την διαβάσει. Η κατάληξη ήταν να διαβάσει κάποιο απόσπασμα ( το χειρότερο εννοείτε!) μέσα στην τάξη… Στο σχολείο εύκολα δημιουργούνται άσχημες εντυπώσεις! Φυσικά πήρε την ιστορία στο διευθυντή και την επόμενη μέρα οι γονείς μου ήρθαν στο σχολείο. Διάβασαν κάποιο μέρος της ιστορίας. Το ύφος τους όταν με αντίκρισαν τα έλεγε όλα. Οι δικοί μου δεν θέλουν να γράφω. Θα περιοριστώ σε αυτό. Από τότε όλα αυτά είναι ένα μυστικό και γράφω πάντα βράδυ.

 

Ε, αν πώ οτι δε σε πάω θα μαι ψεύτης!:friends:

Link to comment
Share on other sites

την ιστορία αυτή την είχα γράψει μέσα στην αίθουσα των μαθηματικών κατεύθυνσης. Ο καθηγητής με είχε πιάσει στα πράσα όταν προσπαθούσα να την δώσω σε μια φίλη δίπλα μου να την διαβάσει. Η κατάληξη ήταν να διαβάσει κάποιο απόσπασμα ( το χειρότερο εννοείτε!) μέσα στην τάξη… Στο σχολείο εύκολα δημιουργούνται άσχημες εντυπώσεις! Φυσικά πήρε την ιστορία στο διευθυντή και την επόμενη μέρα οι γονείς μου ήρθαν στο σχολείο. Διάβασαν κάποιο μέρος της ιστορίας. Το ύφος τους όταν με αντίκρισαν τα έλεγε όλα. Οι δικοί μου δεν θέλουν να γράφω. Θα περιοριστώ σε αυτό. Από τότε όλα αυτά είναι ένα μυστικό και γράφω πάντα βράδυ.

 

Ε, αν πώ οτι δε σε πάω θα μαι ψεύτης!:friends:

 

Κι εγώ! :friends:

Link to comment
Share on other sites

την ιστορία αυτή την είχα γράψει μέσα στην αίθουσα των μαθηματικών κατεύθυνσης. Ο καθηγητής με είχε πιάσει στα πράσα όταν προσπαθούσα να την δώσω σε μια φίλη δίπλα μου να την διαβάσει. Η κατάληξη ήταν να διαβάσει κάποιο απόσπασμα ( το χειρότερο εννοείτε!) μέσα στην τάξη… Στο σχολείο εύκολα δημιουργούνται άσχημες εντυπώσεις! Φυσικά πήρε την ιστορία στο διευθυντή και την επόμενη μέρα οι γονείς μου ήρθαν στο σχολείο. Διάβασαν κάποιο μέρος της ιστορίας. Το ύφος τους όταν με αντίκρισαν τα έλεγε όλα. Οι δικοί μου δεν θέλουν να γράφω. Θα περιοριστώ σε αυτό. Από τότε όλα αυτά είναι ένα μυστικό και γράφω πάντα βράδυ.

 

Ε, αν πώ οτι δε σε πάω θα μαι ψεύτης!:friends:

 

Κι εγώ! :friends:

 

Τώρα να πω "κι εγώ!" ή θα γίνω γραφική; :p

 

Θα αρκεστώ να σε ευχαριστήσω για την ειδική αναφορά σε μένα, που μοιράστηκες μαζί μας την ιστορία που κρύβεται πίσω από την ιστορία σου, καθώς και για την προτίμησή σου στη δική μου! ;-) :friends:

Link to comment
Share on other sites

την ιστορία αυτή την είχα γράψει μέσα στην αίθουσα των μαθηματικών κατεύθυνσης. Ο καθηγητής με είχε πιάσει στα πράσα όταν προσπαθούσα να την δώσω σε μια φίλη δίπλα μου να την διαβάσει. Η κατάληξη ήταν να διαβάσει κάποιο απόσπασμα ( το χειρότερο εννοείτε!) μέσα στην τάξη… Στο σχολείο εύκολα δημιουργούνται άσχημες εντυπώσεις! Φυσικά πήρε την ιστορία στο διευθυντή και την επόμενη μέρα οι γονείς μου ήρθαν στο σχολείο. Διάβασαν κάποιο μέρος της ιστορίας. Το ύφος τους όταν με αντίκρισαν τα έλεγε όλα. Οι δικοί μου δεν θέλουν να γράφω. Θα περιοριστώ σε αυτό. Από τότε όλα αυτά είναι ένα μυστικό και γράφω πάντα βράδυ.

 

Ε, αν πώ οτι δε σε πάω θα μαι ψεύτης!:friends:

 

Κι εγώ! :friends:

 

Τώρα να πω "κι εγώ!" ή θα γίνω γραφική; :p

 

Θα αρκεστώ να σε ευχαριστήσω για την ειδική αναφορά σε μένα, που μοιράστηκες μαζί μας την ιστορία που κρύβεται πίσω από την ιστορία σου, καθώς και για την προτίμησή σου στη δική μου! ;-) :friends:

 

:blush-anim-cl: Ευχαριστώ παιδιά!!!!!Με σκλαβώνετε...

Link to comment
Share on other sites

Μπράβο η θέληση σου είναι απαράμιλλη. Σου εύχομαι τα καλύτερα να τα βρεις μπροστά σου.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Μπράβο η θέληση σου είναι απαράμιλλη. Σου εύχομαι τα καλύτερα να τα βρεις μπροστά σου.

 

 

 

 

Νίκο σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια. Σου εύχομαι να πετύχεις σε ότι έχεις στο μυαλό σου.

 

 

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Ήταν κάπως χαοτική για μένα η υπόθεση. Πχ δεν νομίζω ότι καλοκατάλαβα τι/πως/γιατί συμβαίνει με τους καταραμένους, ούτε ποια ακριβώς είναι η κατάσταση με τους υπόλοιπους. Υπήρχαν σημεία στα οποία οι χαρακτήρες έλεγαν πράγματα που δεν τα έπιανα και πολύ, λόγια που έμοιαζαν να βρίσκονται ανάμεσα στο συμβολισμό και την πληροφορία. Υποθέτω θα προτιμούσα μια αυτοτελή ιστορία.

ΥΓ: Για κάποιον λόγο τα ονόματά των χαρακτήρων δεν μου έκατσαν, μου φάνηκαν πολύ καθημερινά, πολύ γειωτικά.

Link to comment
Share on other sites

Ήταν κάπως χαοτική για μένα η υπόθεση. Πχ δεν νομίζω ότι καλοκατάλαβα τι/πως/γιατί συμβαίνει με τους καταραμένους, ούτε ποια ακριβώς είναι η κατάσταση με τους υπόλοιπους. Υπήρχαν σημεία στα οποία οι χαρακτήρες έλεγαν πράγματα που δεν τα έπιανα και πολύ, λόγια που έμοιαζαν να βρίσκονται ανάμεσα στο συμβολισμό και την πληροφορία. Υποθέτω θα προτιμούσα μια αυτοτελή ιστορία.

ΥΓ: Για κάποιον λόγο τα ονόματά των χαρακτήρων δεν μου έκατσαν, μου φάνηκαν πολύ καθημερινά, πολύ γειωτικά.

 

 

Σε ευχαριστώ πολύ που διάβασες την ιστορία μου. Η γνώμη σου είναι σεβαστή και πρέπει να παραδεχτώ ότι έπρεπε να την διαμορφώσω έτσι ώστε να γίνει αυτοτελής. Ήταν λάθος μου και ελπίζω να μάθω από αυτό. Επίσης όντως τα περισσότερα ονόματα ήταν γειωτικά και κυρίως του Κώστα αλλά θέλω να πιστεύω ότι το Νάταλι και το Ζέα δεν ήταν τόσο πολύ κοινά.....:hmm:

 

 

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..