Jump to content

Νυχτερινός Επισκέπτης


Nienor

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Κιάρα

Είδος: Τρόμου -εικάζω...

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:1.869

Αυτοτελής; Ναι

 

Νυχτερινός Επισκέπτης

 

Οι ημικρανίες που με ταλαιπωρούσαν εκείνη την εποχή ήταν φρικτές. Γυρίζοντας στο σπίτι το βράδυ της 11ης Ιουνίου, αισθανόμουν πως η δεξιά πλευρά του κεφαλιού μου θα εκραγεί. Έβλεπα μάλιστα με τα μάτια της φαντασίας μου κομμάτια εγκεφάλου να λούζουν τους μεθυσμένους έξω από το Πεγιότ που χαζογελούσαν και κάπνιζαν. Τα γέλια τους τρυπούσαν το μάτι μου σα βελόνα κι από κει ξεχύνονταν εγκέφαλος και ζουμιά. Τα σανδάλια μου στο πλακόστρωτο έκανα σπλατ σπλατ και ο περίεργος κόκορας που ακουγόταν σε όλη την Ερμούπολη –χωρίς όμως κανείς να ξέρει που είναι- είχε αποφασίσει πως ήταν καθήκον του να ξυπνήσει την πόλη από τις τρεις και μισή τα ξημερώματα.

 

Έστριψα στο στενό μου, κατέβηκα τα σκαλάκια, άνοιξα την πόρτα και ανέβηκα κατευθείαν τις δύο σκάλες μέχρι το δωμάτιό μου. Παρόλο που η ζέστη ήταν αφόρητη έκλεισα τα παράθυρα και τα πατζούρια ερμητικά, έκλεισα ακόμα και την πόρτα του δωματίου και όλα τα φώτα και ξάπλωσα όπως ήμουνα, με το φουστάνι. Μόνο τα σανδάλια μου πέταξα από το κρεβάτι, κι αυτά αφού είχα ήδη ξαπλώσει.

 

Το δεξί μου μάτι ήθελε να πεταχτεί από την κόγχη του κι αισθανόμουν το φρύδι από πάνω του να μπαίνει προς τα μέσα και το μάτι να βγαίνει προς τα έξω. Με φρίκαρε και η εικόνα εκτός από τον πόνο. Το σκοτάδι στο δωμάτιο ήταν απόλυτο μα η μνήμη μου μπορούσε να ανακαλέσει τη θέση στην οποία βρισκόταν το κάθε τι: το κρεβάτι κολλημένο στη γωνία απέναντι στην πόρτα, η τηλεόραση επάνω στο τραπεζάκι μπροστά από το παράθυρο, οι κουρτίνες –η μία δεμένη στη μέση και η άλλη ριχτή μπροστά στη μπαλκονόπορτα- τα ψάθινα καλάθια στη γωνία και το κομοδίνο με το πορτατίφ επάνω του ακριβώς στην απόσταση όπου θα το έβρισκα αν άπλωνα το χέρι μου. Με κούραζε ακόμα και αυτό. Έπρεπε να καταφέρω εκτός από το οπτικό μου πεδίο να σκοτεινιάσω απόλυτα και τη μνήμη μου για να περάσει. Όταν το κατάφερνα αυτό οι ημικρανίες περνούσαν αμέσως.

 

Τις είχα από παιδί, από τότε που θυμόμουν τον εαυτό μου. Αν και όχι σε τόσο μεγάλη συχνότητα και δε με πονούσαν τόσο φρικτά. Ήταν μέρος του εαυτού μου όμως, όπως τα χέρια και τα πόδια μου, τα μαλλιά και το όνομά μου. Και τον τρόπο για να τις πολεμήσω τον ήξερα κι αυτόν χωρίς να χρειάζεται να τον σκεφτώ, όπως ξέρεις εσύ ότι για να φας μια μπουκιά τυρόπιτα πρέπει πρώτα να τη μασήσεις και ύστερα να την καταπιείς. Το σκοτάδι έπρεπε να είναι απόλυτο, εσωτερικού χώρου, πηχτό -όχι το σκοτάδι της ξάστερης νύχτας, ακόμα κι όταν δεν είχε φεγγάρι δεν έκανε τίποτα- και το μυαλό μου άδειο από κάθε σκέψη πέρα από μαύρο χρώμα και σπείρες. Μόνο που όταν κατάφερνα να σταματήσω τον πόνο και να κοιμηθώ έβλεπα πάντοτε περίεργα όνειρα, που δεν τα θυμόμουν ακριβώς όταν ξυπνούσα.

 

Το βράδυ εκείνο ήταν το πρώτο από πολλά που με έφεραν ως το σημερινό, εδώ μαζί σου.

 

Άδειασα το μυαλό μου από κάθε σκέψη κι άφησα τα μάτια μου ανοιχτά. Έβλεπα λιγότερα όταν ήταν ανοιχτά γιατί το μετείκασμα του έξω χώρου ήταν ακόμη ισχυρό άμα τα έκλεινα. Κι αφού είχα καταφέρει να μη σκέφτομαι παρά μαύρους ομόκεντρους κύκλους και να τους βλέπω για να ηρεμήσω τον πόνο, ανάμεσά τους εμφανίστηκε το πρόσωπο ενός αγοριού που δεν το ήξερα. Τρόμαξα κι έκλεισα στιγμιαία τα μάτια μου, συνέχισα όμως να το βλέπω. Άπλωσα το χέρι μου να ανάψω το πορτατίφ, μα ο διακόπτης του δεν ήταν εκεί. Ψηλάφισα τον τοίχο για να βρω το διακόπτη του φωτός και δεν κατάφερα να τον βρω. Πανικός με απείλησε. Κάτι απροσδιόριστο στο χώρο, κάτι δε μου πήγαινε καλά. Ο ήχος έμοιαζε διαφορετικός, η αίσθηση των πραγμάτων ήταν διαφορετική. Κάτι ζεστό βρισκόταν δίπλα μου που όταν το άγγιξα κινήθηκε. Κι ύστερα ακούστηκε μια κραυγή, τα φώτα άναψαν, δίπλα μου ήταν ένα αγόρι που το πρόσωπό του έμοιαζε με αυτό που είχα δει στιγμές πριν και εγώ δεν ήμουν πια στο δωμάτιο μου.

 

Λέξη δε μπορούσα να βγάλω από το στόμα μου, κοιτούσα το πρόσωπο του κατατρομαγμένου αγοριού με γουρλωμένα μάτια. Κι ύστερα, σε μια στιγμή μονάχα μέσα, ήμουν ξανά στο κρεβάτι μου, στο σκοτεινό μου δωμάτιο. Πως το ήξερα ότι ήταν το δικό μου; Σήκωσα το χέρι μου στον τοίχο κι αυτό βρήκε αμέσως το διακόπτη για το φως και το άναψε.

 

Η καρδιά μου χτυπούσε προσπαθώντας να βγει από το στήθος μου και η αναπνοή μου έβγαινε άπληστη και θορυβώδης. Όμως, το κεφάλι μου είχε περάσει και μόνο η ανάμνηση της ημικρανίας έκανε τα αυτιά μου να βουίζουν ελαφρά.

 

Πέρασα το βράδυ εκείνο άυπνη, γεμάτη ερωτήματα που δε μπορούσα να απαντήσω και ανησυχία. Κατάφερα να κοιμηθώ μονάχα όταν ξημέρωσε κι από τις γρίλιες του πατζουριού μπήκε το σχεδόν διάφανο λευκό φως του ήλιου της αυγής. Σκέφτηκα να μιλήσω σε κάποιον, να τα πω σε έναν φίλο, αλλά τι να έλεγα; Μεταφέρθηκα χτες το βράδυ στο δωμάτιο ενός αγοριού; Από κει που ήμουνα ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου βρέθηκα να είμαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι ενός άλλου; Δεν το είπα πουθενά. Κι όσο οι μέρες περνούσαν κι εγώ η ίδια άρχισα να θεωρώ πως το είχα δει στο όνειρο μου. Πως ήταν ένα από εκείνα τα φρικτά αληθοφανή όνειρα που βλέπουμε ακριβώς την ώρα που μας παίρνει ο ύπνος. Την ώρα που τα πράγματα συνεχίζουν να είναι αληθινά γιατί δεν έχουμε περάσει στην κατάσταση του ύπνου και ονειρικά ταυτόχρονα. Και εξηγώντας το κατάφερα να το αγνοήσω.

 

Λίγες εβδομάδες αργότερα όμως η ημικρανία ξανάρθε. Πονούσα και φοβόμουν ταυτόχρονα. Είχαμε πιει μερικά ρακόμελα στους Χαλανδριανούς και τώρα συνεχίζαμε με μπύρες στο Μποέμ. Η νύχτα ήταν υπέροχη, ο αέρας ελάχιστα δροσερός και η θάλασσα λάδι, στην παραλία ο κόσμος με κοντομάνικα και μαγιό συζητούσε χαρούμενα. Πονούσα φρικτά, μα δεν ήθελα να πάω σπίτι μου πριν να ξημερώσει. Οι φίλοι μου, που ήξεραν ότι όταν με έπιανε πονοκέφαλος εξαφανιζόμουν σε ελάχιστη ώρα, ρωτούσαν αν ήθελα να με πάνε σπίτι. Εγώ κοίταζα τη θάλασσα, προσπαθώντας πριν να σηκωθώ να φύγω να χαλαρώσω τους φόβους μου και έλεγα απλά «καλά είμαι». Όμως το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει. Κάποτε έφυγα και προχώρησα προς το σπίτι μόνη. Ήδη από το δρόμο άδειασα το μυαλό μου για να είμαι έτοιμη. Κι όσο δε σκεφτόμουν καταλάγιαζε κι ο φόβος της ανάμνησης από το προηγούμενο περιστατικό. Κι όταν έφτασα και ξάπλωσα στο απόλυτο σκοτάδι, έκλεισα τα μάτια μου και σχεδόν αισθάνθηκα την αλλαγή όταν τα άνοιξα ξανά.

 

Μύριζε αυτή τη φορά. Μύριζε διαφορετικά ο χώρος. Μύριζε ύπνο άλλου ανθρώπου και σε λίγο αισθανόμουν και τη θέρμη του ξαπλωμένου κορμιού δίπλα μου, σχεδόν κολλητά. Φοβόμουν να κάνω οποιαδήποτε κίνηση, φοβόμουν να αντικρίσω αυτόν που είχα δίπλα μου και δεν είχα ιδέα ποιος ήταν. Μόνο έσφιγγα τα μάτια μου και προσπαθούσα να ξυπνήσω τον εαυτό μου από τον εφιάλτη. Έτσι το καταλάβαινα, ότι ήταν εφιάλτης κι έπρεπε να με ξυπνήσω. Αλλά δεν γινόταν τίποτα. Δε μπορούσα να ξυπνήσω, γιατί -πολύ απλά- δεν κοιμόμουν.

 

Ύστερα άπλωσα δειλά το χέρι μου κι άγγιξα τον άνθρωπο που κοιμόταν δίπλα μου. Δεν ξύπνησε. Μονάχα ελαφριά αναδεύτηκε. Προσπαθούσα μέσα στο σκοτάδι να βρω την ανάσα μου και να προσαρμόσω τα μάτια μου για να δουν κάτι, έστω τους όγκους, από το δωμάτιο που βρισκόμουν. Τίποτα. Το σκοτάδι ήταν απόλυτο. Σκούντηξα τον κοιμισμένο που επιτέλους ξύπνησε και μου είπε κάτι που έμοιαζε με «κοιμάμαι ρε Μαρίκα» με αντρική φωνή. Και ύστερα άρχισε να ροχαλίζει ελαφρά. Σταμάτησε απροειδοποίητα και η ανάσα του ακουγόταν να βγαίνει κανονική αλλά κοφτή. Άναψε το φως και γύρισε. Ένας άντρας που ποτέ μου δεν είχα ξαναδεί με κοιτούσε στα μάτια. Τα μάτια του ήταν γαλανά και διάπλατα ανοιχτά από τον τρόμο. Εγώ έκλεισα τα δικά μου και αμέσως βρέθηκα στο δωμάτιό μου, στο σκοτάδι και την ησυχία με τους μικρούς ήχους της Ερμούπολης λίγη ώρα πριν την αυγή. Άκουγα έξω το κοκόρι μακριά να τσιρίζει να ξυπνήσουμε και τους χτύπους της καρδιάς μου σε συνδυασμό με το υπόκωφο μπιτ από Cube.

 

Για αρκετό καιρό έκανα ότι μπορούσα για να μη με πιάσουν ημικρανίες. Έτρωγα γεύματα κάθε τρεις ώρες, μικρά και περιεκτικά σε βιταμίνες, γυμναζόμουν όσο μπορούσα, είχα κόψει το αλκοόλ και το τσιγάρο εντελώς. Σχεδόν κόντευα να εξαφανιστώ από κάθε παρέα μου, είχα αλλάξει τη ζωή μου τελείως. Όταν μετά από όλα αυτά με ξανάπιασε ημικρανία και όλο το σκηνικό επαναλήφθηκε τα παράτησα και το δέχτηκα. Πλέον, κάθε που βρισκόμουν ξαπλωμένη δίπλα σε κάποιον άλλο απλά τον σκούνταγα, βίαια πολλές φορές, για να ξυπνήσει. Γιατί είχα μάθει πως αν δεν άναβε κάποιο φως δε μπορούσα να φύγω από το δωμάτιό που βρισκόμουν και να γυρίσω στο δικό μου. Σιγά σιγά το συνήθισα κι άρχισα να εξερευνώ το χώρο με την αφή προτού να ξυπνήσω τον ιδιόκτήτη του. Μια φορά, στο δωμάτιο ενός νεαρού κοριτσιού έσκισα και πήρα μαζί μου ένα κομμάτι από μια αφίσα που είχε κολλημένη στον τοίχο της, δίπλα στο κρεβάτι. Έλεγε Jacob’s La- και το υπόλοιπο έλειπε. Παρόλο που αργότερα το γκούγκλαρα δεν κατάφερα να βρω σε ποιο συγκρότημα ή καλλιτέχνη αναφερόταν. Όμως, θυμόμουν το πρόσωπο του κοριτσιού πολύ καλά. Τόσο, που όταν την άλλη μέρα το πρωί είδα στις ειδήσεις για το ατύχημα στην εθνική –μια οικογένεια που έφευγε προς Μαρκόπουλο συγκρούστηκε με φορτηγό που δεν έπιασαν τα φρένα του, έζησαν όλοι εκτός από τη μεγάλη κόρη 15 χρονών- λιποθύμησα, μου έπεσε το κοντρόλ από τα χέρια και σχίστηκα πέφτοντας εδώ στον καρπό. Όταν θα ανοίξουμε μετά το φως για να φύγω, θα σου δείξω το σημάδι αν δε με πιστεύεις.

 

Μέχρι τότε πίστευα απλά πως είναι κάτι που το κάνω ασυναίσθητα όταν προσπαθώ να διώξω τις σκέψεις από το μυαλό μου. Πολλές φορές είχα προσπαθήσει να το κάνω επίτηδες, διαλέγοντας τον προορισμό, χωρίς καμία επιτυχία. Ήταν η πρώτη φορά που σκέφτηκα πως ίσως έχει κάποιου είδους νόημα ή κάποια σύνδεση με οτιδήποτε ξένο σε μένα. Πως η ακούσια μεταφορά μου στο χώρο ίσως σήμαινε κάτι.

 

Έψαξα πολύ. Δέκα χρόνια τώρα ψάχνω. Σε αρχεία από εφημερίδες, στο ίντερνετ, ρωτώντας στις γειτονιές που είχαν κάποιο χαρακτηριστικό που νόμιζα πως το θυμόμουν. Κατάφερα να δω φωτογραφίες από τους περισσότερους που είχα επισκεφτεί. Ήταν όλοι τους νεκροί. Είχαν πεθάνει την επόμενη μέρα σε κάποιου είδους ατύχημα. Κάποιος από αυτοκινητιστικό, άλλος με μηχανάκι σε γκρεμό, κάποιος άλλος είχε πέσει από τη σκάλα, ένας τρίτος μανιοκαταθλιπτικός είχε καταφέρει επιτέλους να αυτοκτονήσει και ένας λιμενεργάτης είχε πεθάνει από έκρηξη σε δεξαμενόπλοιο. Ελάχιστες ώρες αφού είχαν δει το πρόσωπό μου.

 

Δεν έχω ιδέα γιατί συμβαίνει αυτό. Δεν έχω να σου δώσω κάποια εξήγηση που να είναι έστω και λίγο ικανοποιητική. Αισθάνομαι κι εγώ περίεργα, πίστεψέ με, ίσως περισσότερο από σένα. Δεν είμαι βρυκόλακας ή κάποιο άλλο φρικτό πλάσμα που θα σου ρουφήξει το αίμα ή την ψυχή. Είμαι όμως προμποπός. Προπομπός του θανάτου. Κράτησέ με στο σκοτάδι όπου κι ανήκω.

 

Σου ζητώ συγνώμη που σε έδεσα και σε φίμωσα, δεν το έκανα με κακό σκοπό, αλλά καταλαβαίνεις, αν δεν το έκανα θα άναβες το φως και θα χανόμουν και δε θα μπορούσα να σου μιλήσω, να σου εξηγήσω, να σου προτείνω αυτό που θεωρώ ότι ίσως μπορεί να σου σώσει τη ζωή...

 

Άκουσέ με προσεκτικά: Θα σε λύσω τώρα, θα ανάψεις το φως μα θα κρατήσεις τα μάτια σου κλειστά. Θα περιμένεις λίγες στιγμές, θα ψάξεις δίπλα σου με τα χέρια κι αν δε βρίσκομαι εκεί θα τα ανοίξεις. Μόνο τότε όμως. Πίστεψέ με και μην τα ανοίξεις να με κοιτάξεις. Εντάξει;

Edited by Nienor
Link to comment
Share on other sites

Αγαπημένη μου Nienor, πολύ καλή προσπάθεια στον τρόμο, με έναν μοναδικό θα έλεγα τρόπο. Με είχες με την τρίχα κάγκελο κάθε φορά που βρισκόταν σε ξένο κρεβάτι…για να αποδειχτεί πως ακολουθούσαμε την αφήγηση στο πλευρό του τέρατος! Ήταν οι άλλοι φουκαράδες που είχαν κάθε λόγο να φοβούνται.

 

Καθώς άγγιξες μια ασυνήθιστη πηγή τρόμου, δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ πως θα ήταν αν η αφήγηση ερχόταν από την πλευρά των θυμάτων. Είσαι όμως η συμπονετική Nienor και μπορεί να κόβεις τις ορέξεις των σπλατεράδων αναγνωστών, έχεις γράψει όμως μια πολύ καλή ιστορία.

Link to comment
Share on other sites

Guest roriconfan

Χμ, δε το βρήκα παραπάνω από ανησυχιτικό σαν ατμόσφαιρα κι ας μου άρεσε το πρώτο πρόσωπο να είναι ο θύτης. Το βρήκα μουντό στο μεγαλύτερο μέρος του με το τέλος κάπως να διακαιώνει το ανάγνωσμα.

Link to comment
Share on other sites

Δυνατό στην αφήγηση, σε κάνει να λες στο τέλος: βρε μπας και συμβαίνουν τέτοια πράγματα; Ο τρόπος γραφής σε κρατάει σε εγρήγορση από την πρώτη έως την τελευταία λέξη. Το τέλος είναι ανατρεπτικό και μοιάζει "τρομακτικά ρεαλιστικό"!

 

Στα τεχνικά της σημεία, η ιστορία είναι σχεδόν άρτια. Αυτό που της λείπει, κατά τη γνώμη μου, είναι περισσότερη "λογοτεχνική σάλτσα" στην εξέλιξη της πλοκής.

 

Άγγιξες 3 μύθους σε μία ιστορία: της Μόρας, των πλασμάτων που επισκέπτονται τους μελλοθάνατους πριν από το μοιραίο, του μύθου - πραγματικότητας σύμφωνα με κάποιους ψυχολόγους ότι όταν κοιμόμαστε βγαίνουμε από το σώμα μας. Συνδύασες όλα αυτά με επιτυχία και έδωσες μία πρωτότυπη δική σου προσέγγιση. Μπράβο!

Link to comment
Share on other sites

Το βρηκα απλα γαματο.

 

Πίστεψέ με και μην τα ανοίξεις να με κοιτάξεις. Εντάξει;

Ενταξει.

Link to comment
Share on other sites

Πίστεψέ με και μην τα ανοίξεις να με κοιτάξεις. Εντάξει;

 

Ενταξει.

Συμφωνώ. Αν έρθεις ποτέ στον ύπνο μου, απλά πες μου "Γειααα! Nienor" (εντάξει, και Κιάρα να πεις θα σε θυμάμαι). Δεν πρόκειται να σε κοιτάξω

φρικιαστικέ άγγελε του...

(Όοχι, δεν θα το πω, διαβάστε μόνοι σας!)

 

Κιάρα, υπέροχο, ξεχωριστό, σκοτεινό. Πέτυχες κάτι δύσκολο: να συμπάσχω με την πρωταγωνίστρια που ζει αυτό τον εφιάλτη, να λέω "δεν είναι δυνατόν, τι βάρος, τι φρίκη". Με έκανες να νιώθω ότι θα σκάσω από τις δικές τις ημικρανίες και τον δικό της... προβληματικό ύπνο!

 

Και η ξεχωριστή ματιά είναι που με τρελαίνει. Κάνει ακόμα και τις πιο "γνωστές" ιστορίες καινούργιες.

Link to comment
Share on other sites

Καταπληκτικό ήταν, Κιάρα. Δικαιώνει τους παιδικούς μου -και όχι μόνο- φόβους να μη γυρίσω και δω στο σκοτάδι κάτι που να μην μπορώ να αντιμετωπίσω.

Νομίζω ότι ήταν μια από τις ιστορίες που εκμεταλλεύτηκαν με τον καλύτερο τρόπο το θέμα του σκοταδιού. Ήταν εξαιρετικό όχι μόνο που βλέπουμε το θέμα από την πλευρά του θύτη και περνάει πολύς χρόνος μέχρι να το καταλάβουμε, αλλά και που ο θύτης είναι ουσιαστικά αμέτοχος, γιατί δεν φταίει πραγματικά γι αυτό που συμβαίνει. Εξαιρετικάκαλή δουλειά.

Μέσα στην τοπ τριάδα από μένα!

Link to comment
Share on other sites

Θα πω μόνο αυτό: σε κάποια στιγμή πετάχτηκα και κοίταζα γύρω μου να σε βρω. Ευτυχώς για μένα δεν ήσουν εκεί.

 

Σκοτεινό και πανέμορφο. Το απόλαυσα!

Link to comment
Share on other sites

-Θα προτιμούσα να είχες τονίσει κάπως τις τύψεις της και την αγωνία της κάθε φορά να μη σκοτώσει. Βέβαια, τότε θα είχε γίνει πολύ πιο γρήγορα κατανοητή η φύση της αφηγήτριας, κάτι που δεν το θέλει κανείς μας, αλλά ο χαρακτήρας της θα γινόταν πολύ πιο πραγματικός. Έτσι φαίνεται κάπως... ψύχραιμα αδιάφορη.

-Υπάρχει μια διαδικαστική τρύπα στην ιδέα. Δεν αναφέρεις πουθενά ότι είναι αναγκαίο το φως να το ανάβει το θύμα. Όπότε θα ήταν πολύ πιο ασφαλές

α) να δέσει τα μάτια του θύματος και χωρίς να τα λύσει

β) να λύσει μόνο τα χέρια του και

γ) να ανάψει εκείνη το φως

Επίσης, δεν χρειάζεται να την ψάξει. Θα αρκούσε να την ρωτήσει και να μην πάρει απάντησή της.

Δυστυχώς βέβαια έτσι θα ήταν πολύ λιγότερο ατμοσφαιρικό γιατί θα χάναμε την υπέροχη ερώτηση του τέλους ("Εντάξει;") αλλά για προσπάθησε να βρεις έναν τρόπο να το καλύψεις αυτό. Θα γινόταν άψογο.

 

+Από τα πιο on-topic διηγήματα του διαγωνισμού.

+Εξαιρετική ιδέα.

+Όταν το δεύτερο ενικό δουλεύει σωστά (κι εδώ δουλεύει υπέροχα) τότε το αποτέλεσμα είναι πάντα εντυπωσιακό.

+Πραγματικά (με την πιο πάνω επιφύλαξη) πολύ καλό τέλος.

Γενικά, Κιάρα, νομίζω ότι κάτι έχεις βρει εκεί, τώρα τελευταία. Υπόθεση, σύγκρουση, κορύφωση, λύση. Εκεί ακριβώς. Ξαναχτύπα!

 

Υ.Γ. "Εντάξει", λέει; Φυσικά, βέβαια, ναι, οπωσδήποτε, μάλιστα, ότι πεις εσύ αγαπημένο μου Μιέρεν!

Link to comment
Share on other sites

Σας ευχαριστώ πολύ όλους που διαβάζετε και σχολιάζετε, όπως και για τα καλά σας λόγια. :)

 

Σας ζητώ συγγνώμη γενικότερα που η ιστορία είναι πρόχειρη -ξέρω πως δε φαίνεται πολύ, είμαι πολύ καλή στο "όσα βλέπει η πεθερά"- αλλά πραγματικά αυτή την εποχή δεν υπάρχει χρόνος για τίποτα άλλο εκτός από τις εργασίες μου. Έχετε βαρεθεί να το ακούτε ε? Μπαρντόν, δεν το κάνω επίτηδες...

 

Πείτε αν μπορείτε, όσοι δεν έχετε έρθει Ερμούπολη, χάνετε τη μπάλα στις περιγραφές?

Link to comment
Share on other sites

Ν' ανάψω το φως τώρα;

Σίγουρα έχεις φύγει;

 

( Στο πνεύμα των συμφορουμιτών. - Μην παρεξηγείτε, το ''ν'' πριν από το ''φ'' στην σύνθεση, γίνεται ''μ''.- )

 

Συγχαρητήρια Nienor, πολύ καλή ιδέα.

Link to comment
Share on other sites

Αι αι αι....

Και νομιζα οτι δεν υπηρχε φαρμακο για τις αϋπνιες μου... Φυγε ξουτ δεν ξυπναω, δεν αναβω κανενα φως, φυγε μονη σου , φακο εχει στο συρταρι, η πορτα ειναι οπως βλεπεις ντουγρου απεναντι....

 

 

Πολυ ομορφη ιστορια και σκεψη μου αρεσε πολυ.

Link to comment
Share on other sites

Μάλλον υπάρχουν χίλιοι τρόποι να κερδίσεις τον αναγνώστη και αυτή η ιστορία δεν κάνει άλλο, από το να υποδεικνύει έναν από αυτούς (και μάλιστα από τους καλούς). Η ιδέα και μόνο, ότι η κοπέλα σου μιλάει, δεν είναι εύκολο να μη σε “τραβήξει” στον κόσμο του “Νυχτερινού Επισκέπτη”. Το concept είναι τρομακτικό και οι τελευταίες τρεις παράγραφοι βάζουν την καθοριστική “πινελιά”.

Εμένα, αυτή η ιστορία μού άρεσε. Ένα που σκέφτομαι, είναι ότι στο σημείο που αναφέρονται κάποια μαγαζιά, ίσως να υπάρχει ένα “κολληματάκι”, γιατί το “θύμα”, λογικά, δεν τα γνωρίζει και έτσι, μάλλον δεν θα του τα έλεγε με το όνομά τους η κοπέλα.

Επειδή τις τελευταίες μέρες το μυαλό μου έχει μετατραπεί σε “τσίχλα”, θα ρωτήσω αν φαντάζει πολύ άκυρη η παρακάτω σκέψη μου. Για να γυρίσει στο δωμάτιό της, πρέπει να ανάψουν τα φώτα, αλλά και να την δει ο άτυχος ή η άτυχη. Αν, όμως, ο τελευταίος δεν ανοίξει τα μάτια (εντάξει;), τότε το pattern αλλάζει. Το θύμα σώζεται, αλλά ο μεγάλος θεριστής, άμα θέλει να “πάρει” μια ψυχή, θα πάρει μια ψυχή. Οπότε... αναρωτιέμαι... είναι σίγουρο ότι ο προπομπός θα επιστρέψει στο όμορφο νησί; (εντάξει)

Link to comment
Share on other sites

Για να γυρίσει στο δωμάτιό της, πρέπει να ανάψουν τα φώτα, αλλά και να την δει ο άτυχος ή η άτυχη. Αν, όμως, ο τελευταίος δεν ανοίξει τα μάτια (εντάξει;), τότε το pattern αλλάζει. Το θύμα σώζεται, αλλά ο μεγάλος θεριστής, άμα θέλει να “πάρει” μια ψυχή, θα πάρει μια ψυχή. Οπότε... αναρωτιέμαι... είναι σίγουρο ότι ο προπομπός θα επιστρέψει στο όμορφο νησί; (εντάξει)

Θα σας απαντήσω σε αυτό όταν ξεμπερδέψουμε με ψήφους κτλ.

 

Προς το παρόν ευχαριστώ πολύ για τα σχόλιά σας :)

Link to comment
Share on other sites

Ἁπλὰ ὑπέροχο! Ἡ τρίχα κάγκελο. Καὶ τὸ τέλος, μιὰ ὑποψία συμπόνοιας, ἐντείνει τὸν τρόμο. Προσωπικὰ τὸ βρῆκα ἄψογο, χωρὶς κενά, χωρὶς ἀντιφάσεις, στρωτό, περιεκτικὸ καὶ ζουμερό. Ἡ γυναικεία ματιὰ στὸ τί ἐστὶ τρόμος - κάτι σὰν Κάθλην Λ. Μοὺρ καὶ Ἄντζελα Κάρτερ. Συγχαρητήρια! Εὖγε! Μπράβο! :thmbup:

Link to comment
Share on other sites

Ἁπλὰ ὑπέροχο! [...] Προσωπικὰ τὸ βρῆκα ἄψογο [...] Συγχαρητήρια! Εὖγε! Μπράβο! :thmbup:

Τελικά adinol, δεν μας είπες: Σου άρεσε; :D

Link to comment
Share on other sites

Βρήκα εξαιρετική την ιδέα, την οπτική γωνία και την διήγηση με τη χρήση του δεύτερου προσώπου. Και τη μικρή τρύπα που επισημαίνει ο ΚΥΡΙΟΣ mman μπορώ πολύ εύκολα να κάνω ότι δεν την βλέπω, γιατί δε θέλω να μου χαλάσει το συναίσθημα. Ένα πράγμα μόνο με έβγαλε λίγο "εκτός": μου φάνηκε λίγο τουριστική η περιήγηση στην Ερμούπολη, και ιδίως στη νυχτερινή ζωή. Αλλά δεν πειράζει, δε θα κολλήσουμε εκεί

Link to comment
Share on other sites

Το πιο δυνατό σημείο στο κείμενό σου είναι το ανατρεπτικό φινάλε, το οποίος όμως «χάνει» στη διάρθρωση με το υπόλοιπο κείμενο. Μάλλον έρχεται κάπως ξεκάρφωτο, σαν από μηχανής θεός, για να δώσει μια ερμηνεία στην υπόθεση της ιστορίας. Επίσης η αλλαγή σε πρώτο πρόσωπο έρχεται κάπως απότομη. Πολύ καλή προσπάθεια.

Νυ_τερινός_Επισκέπτης.doc

Link to comment
Share on other sites

[...] ο ΚΥΡΙΟΣ mman [...]

[Αν το φώναξες για να τ' ακούσω, τα κατάφερες μια χαρά. Επίσης πέτυχες την είσοδό σου στην μικρή αλλά συνεχώς αυξανόμενη black list μου. :death: Στο επόμενο μυτίγκιο θα σας φορέσω ολονών γραβάτες και θα δημοσιεύσω τις φωτογραφίες πρώτη μόστρα στο φόρουμ. Τι; Μόνο η δική μου υπόληψη θα κηλιδώνεται; :devil2: Σόρρυ Κιάρα.]

Link to comment
Share on other sites

Γενική εικόνα: Παρά το τρομακτικό του περιεχόμενο, το θεώρησα πολύ γλυκό Ίσως λόγω της μικρής αχτίδας ελπίδας που αφήνει στο τέλος.

Τι μου άρεσε: Ο γλυκός της τρόπος ομιλίας. Θα μπορούσε να σπουδάζει δασκάλα. Ο τρόπος για να διώχνει την ημικρανία. Το ότι παρά την όποια δυστυχία της δεν φαίνεται να καταρρέει, είναι σαν να παρακολουθεί τα τεκτενόμενα αποστασιοποιημένη.

Τι δε μου άρεσε: Δυσκολεύομαι να το τοποθετήσω ανάμεσα στα υπόλοιπα σε θέση είναι-καλύτερο-από/είναι-χειρότερο-από, γιατί ο τρόμος του αναιρείται σε μεγάλο βαθμό από την τελευταία παράγραφο. Σε πληγώνω το ξέρω, αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι έχεις γράψει κάτι πολύ τρομακτικό εδώ.

Link to comment
Share on other sites

Σόρρυ Κιάρα.

Δεν τρέχει μία, κύριος ;)

 

Σε πληγώνω το ξέρω, αλλά δεν είμαι σίγουρη ότι έχεις γράψει κάτι πολύ τρομακτικό εδώ.

Όχι δεσποινίς, καθόλου δε με πληγώνεις. Το κείμενο εξάλλου είναι βασισμένο σε δική μου φοβία, η περιγραφή της οποίας αν είναι καλή σίγουρα θα τη νιώσεις σε ένα βαθμό, αλλά δε θα φοβηθείς απαραίτητα. Είναι κάτι που απλά συμβαίνει και σε αυτό ακριβώς έχω βασίσει και την τρομομεζούρα. :)

 

Σας ευχαριστώ όλους ακόμη μια φορά για τα σχόλια και τις υποδείξεις σας. :)

Link to comment
Share on other sites

Για να γυρίσει στο δωμάτιό της, πρέπει να ανάψουν τα φώτα, αλλά και να την δει ο άτυχος ή η άτυχη. Αν, όμως, ο τελευταίος δεν ανοίξει τα μάτια (εντάξει;), τότε το pattern αλλάζει. Το θύμα σώζεται, αλλά ο μεγάλος θεριστής, άμα θέλει να “πάρει” μια ψυχή, θα πάρει μια ψυχή. Οπότε... αναρωτιέμαι... είναι σίγουρο ότι ο προπομπός θα επιστρέψει στο όμορφο νησί; (εντάξει)

 

Υποσχέθηκα μια απάντηση εδώ (νομίζω πως υπήρξαν κι άλλοι που προβληματίστηκαν με το ίδιο).

Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω, δεν έχω ιδέα τι ακριβώς πρέπει να γίνει για να επιστρέψει στο δωμάτιό της, όπως δεν ξέρει κι εκείνη. Θέλω να πω, πειραματίζεται σε αυτή τη φάση που περιγράφω, θα μου πεις: με τη ζωή του θύματος; Ναι, με τη ζωή του θύματος, γιατί δε μπορεί να κάνει τίποτα άλλο για να αποφύγει να "σκοτώσει" κι άλλους. Καλά καλά δεν ξέρει αν φταίει εκείνη για αυτό που συμβαίνει ή όχι. Επίσης, το σκοτάδι δεν είναι φυσικό στα δωμάτια που βρίσκεται. Είναι πίσσα μαυρίλα από αυτή που δε συνηθίζει το μάτι σου σε έναν χώρο που δεν τον ξέρει. Για να ανακαλύψει το φως πρέπει να ψάξει κι αν θα ψάξει ο άλλος που είναι δίπλα της θα ξυπνήσει πριν από εκείνη και θα το ανάψει μόνος του. Μου φάνηκε πολύ αυτονόητο για να το βάλω και σε παράγραφο, ίσως λάθος, αλλά ακόμα μου φαίνεται έτσι :blink:

 

Τέλος: alchemist, θα μπορούσες σε παρακαλώ όταν θα έχεις λίγο χρόνο να μου εξηγήσεις τι εννοείς:

Επίσης η αλλαγή σε πρώτο πρόσωπο έρχεται κάπως απότομη.

Γιατί πρόσωπο δεν αλλάζω πουθενά στο διήγημα, αλλά θα με βοηθούσε να γνωρίζω τι ήταν αυτό που σε ξάφνιασε και σε έκανε να το αισθανθείς απότομο.

Ευχαριστώ εκ των προτέρων

Link to comment
Share on other sites

Πάρα, πάρα, πάρα πολύ καλό. Μπράβο Κιάρα! Αυτή την ιστορία ειλικρινά τη ζήλεψα. Σύντομο μα ολοκληρωμένο. Αρχή, μέση, τέλος, πρωτότυπη ιδέα (εγώ τουλάχιστον δεν έχω ξανακούσει κάτι τέτοιο), άμεση κι απλή αφήγηση και πολύ ωραίος τρόπος να την τελειώσεις. Σχεδόν είχα την αίσθηση ότι μιλούσες σε μένα. Μια ιστορία που θα την έβαζα άνετα σ’ ένα βιβλίο. Μπράβο!

 

ΥΓ Ανατρίχιασα! :thmbup: :thmbup: :thmbup:

Link to comment
Share on other sites

  • 7 months later...

Γιατί είναι τόσο δύσκολο να γράψω πολλά όταν μια ιστορία μου αρέσει τόσο;

Είναι φρέσκο, είναι πρωτότυπο, είναι τρομακτικό, είναι (πολύ) καλογραμένο!

 

Έυγε!

Link to comment
Share on other sites

  • 1 year later...

Bump εδώ γιατί το αξίζει!

 

Κάτι πολύ περίεργο συμβαίνει σ' αυτή την κοπέλα όταν έχει ημικρανίες.

Ο πιο απλός τρόμος στο πιο αφοπλιστικό δεύτερο ενικό.

"Εντάξει;"

 

 

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..