Jump to content

Γεννηθήτω το Θέλημά σου


Adicto

Recommended Posts

2248 λέξεις

 

Ελπίζω να σας αρέσει!

 

 

 

 

Γεννηθήτω το Θέλημά σου

 

 

Η σιωπή απλώνεται σαν υφάδι πλασμένο απο μαστόρισσες αράχνες μέσα στο δωμάτιο. Ευθραστο και στιβαρό συνάμα, ικανό να αντέξει χτύπημα γερό αλλά την ίδια ώρα δεκτικό ακόμα και στα χάδια του πιο ανεπαίσθητου ανέμου. Είναι βράδυ του Ιούλη και η αποχαυνωτική ζέστη του καλοκαιριού πλανεύει τις οσμές του διαμερίσματος, καλώντας τες να αναδευτούν καθάριες και να πλεχτούν σε μεθυστικό χαρμάνι. Μια νότα απο ιδρωμένο ανθρώπινο δέρμα, μια στάλα από βαθύ άρωμα ξύλου, οι μυρωδιές απο τα φρεσκοσιδερωμένα ρούχα διπλωμένα σε μια στοίβα, ο καπνός απο το τσιγάρο που καπνίζεις...

 

Το φως απο την οθόνη φεγγίζει το πρόσωπό σου και καθρεπτίζει στα μάτια σου, οι μυς σου ξαποσταίνουν και σχολάνε τους τυραννικούς εργάτες που χειρίστηκαν τα νήματα της ημέρας.

 

 

Είσαι χαλαρή, δεν Το βλέπεις να’ρχεται. Και να θελες δε θα μπορούσες άλλωστε...

 

 

Είχες ακούσει για μέρες που σέρνουνε μαζί τους κατάρες απροσδόκητες. Για μέρες που πληγιάζουνε ψυχές για πάντα σκαλίζοντάς τες με το λεπίδι του πόνου και τις σέρνουν απο τα μαλλιά σε μπουντρούμια ανήλιαγα και καλά κλειδωμένα.

 

Δε θα σε βρουν εσένα, ήσουν σίγουρη.

 

Είναι για άλλους ταγμένες, το σπίτι σου είναι καλά κρυμένο απο τους χάρτες τους.

 

Σηκώνεσαι να πιείς ένα ποτήρι νερό και να τσιμπήσεις κάτι μπας και ξεγελάσεις τη πείνα σου... είναι αργά, το στομάχι σου σε τραβάει αλλά θα περιμένεις τον Αλέξη να γυρίσει για να φάτε μαζί, όπως κάνετε κάθε μέρα. Ώρα του είναι να επιστρέψει σπίτι, δε θα αργήσει, ποτέ δεν αργεί.

 

Κοιτάς το ρολόι στον τοίχο, εννιά είναι η ώρα.

 

Θα βγείς στο μπαλκόνι να κάνεις ένα τσιγάρο, ίσως να χαζέψεις και κάνα περιοδικό μέχρι να ρθει.

 

 

Εννέα και μισή.

Κοιτάς απο το μπαλκόνι στο βάθος του δρόμου και βλέπεις μονάχα ράθυμα αυτοκίνητα να περνούν και να χάνονται, περιμένοντας μάταια να δεις τη μηχανή του να ξεπροβάλλει απο στιγμή σε στιγμή.

 

Αγόρια...πάντα πρόθυμα να ξοδευτούν σε κάθε άξαφνη χαρά. Σίγουρα κάποιος φίλος θα πρότεινε να πάνε για ποτό μετά το παιχνίδι ή να χαζολόγησε κάπου με την παρέα και να ξεχάστηκε. Ειδικά αν νίκησε και η ομάδα του, ποιός τον πιάνει σήμερα. Τον σκέφτεσαι αναψοκοκκινισμένο, να φωνάζει σαν μικρό παιδί ανάμεσα στο πλήθος του γηπέδου και ασυναίσθητα χαμογελάς.

 

Σίγουρα σε λίγο θα έρθει και θα σκορπίσει απλόχερα μες στο σπίτι την ανεμελιά των είκοσι δύο του χρόνων.

 

«Άντρας είμαι ρε Μαράκι» θα σου πει με ένα ψευτο-οργισμένο ύφος, ίδιος με αψύ κοκοράκι, έτσι και τολμήσεις να τον ψέξεις. Και συ θα ξεφυσήξεις τσαντισμένη και ανακουφισμένη ταυτόχρονα, θα τον φιλήσεις και θα στρώσεις το τραπέζι.

Θα τον συγχωρέσεις την ίδια στιγμή γιατί τον αγαπάς. Τον αγάπησες απο την πρώτη στιγμή που τον είδες να μπαίνει στο θλιβερό μαγαζί που δούλευες τότε, με το περίεργο ντύσιμό του. Αγάπησες τα ντροπαλά του μάτια και το ατίθασο τσουλούφι που τα έκρυβε κάθε φορά που γελούσε με αυτό το γέλιο που τον έκανε να τραντάζεται συθέμελα. Αγάπησες το παιδικό σχεδόν, ανέφελο του πρόσωπο και το λεπτό κορμί του. Και σε αγάπησε και αυτός το ίδιο. Ο έρωτας ήταν αυτός που σας έδωσε τη δύναμη να φύγετε απο την γκρίζα επαρχία και να κατέβετε στην Αθήνα. Σαν πουλιά που μεγάλωσαν σε κλουβί και άξαφνα τους ανοιξε κάποιος το πορτάκι της ελευθερίας, ξεχυθήκατε μαζί στα τυφλά να ρουφήξετε άπληστα τα φώτα και τους ήχους της πόλης. Χαθήκατε αγκαλιά στους δαιδάλους της, μεθύσατε με τα θαύματα που κρύβαν οι δρόμοι της. Τα χρήματά που είχατε ήταν ελάχιστα αλλά νοιώθατε πλούσιοι γιατί η καρδιά σας ήταν γεμάτη με το λαμπερό χρυσάφι της αγάπης. Μέρες μαγείας και γιορτής ήταν αυτές για σένα! Δεν είχες νοιώσει ποτέ πιο ευτυχισμένη. Η αδειανή και θαμπή ζωή είχε μείνει πίσω σου πια για πάντα.

 

Κοιτάς το ρολόι για άλλη μια φορά.

 

Το σκοτάδι έχει σταθεί έξω απο το σπιτικό σου... έτοιμο να μπει μέσα... σε κοιτάει κατάματα.

 

Δέκα.

Η ανησυχία αφήσε σκοτεινό σπόρο μέσα σου και αυτός αργά και αθόρυβα κάρπισε. Το λουλούδι του φόβου έπιασε ρίζα βαθιά στη ψυχή σου και αργόσυρτα ανοίγει τα βαριά, μαβιά πέταλά του.

 

Ακόμα δεν έχει επιστρέψει. Έχεις γυρίσει στην τηλεόραση και παρακολουθείς μηχανικά, σίγουρη πως το φως και οι ήχοι που χύνει άπλετα απο τα σωθικά της θα ξορκίσουν τους φόβους σου. Εικόνες και πρόσωπα αδιάφορα παρελαύνουν μπροστά στα μάτια σου. Θα γίνουν εκλογές σε λίγο καιρό και κόρακες ντυμένοι με κομψά κουστούμια ερίζουν, συμπλοκές το μεσημέρι στο κέντρο, στο τέλος τα αθλητικά. Η ομάδα του κέρδισε σήμερα, μα υπάρχει μια θλιβερή είδηση. Ένας νέος γλίστρησε και έπεσε απο το πάνω διάζωμα κατά την διάρκεια των πανηγυρισμών.

 

Η κατάσταση του είναι κρίσιμη.

 

Είναι είκοσι-δύο ετών.

 

Περισσότερα θα πουν αργότερα.

 

Νοιώθεις τον πανικό μέσα σου να θεριέυει φουσκώνει σα μαύρο ανταριασμένο κύμα και παρασέρνει συθέμελα τα αδύναμα φράγματα που ανώφελα πάσχισε να στήσει η ψυχραιμία για να σώσει το μυαλό σου.

Τον φαντάζεσαι να γλιστρά στο κενό, τον αέρα να περνάει απο τα μαλλιά του, τα λατρεμένα του χέρια να παλεύουν να πιαστούν απο κάπου, σκέφτεσαι τον τρόμο που θα ένοιωσε τη στιγμή που συνειδητοποίησε το αναπόφευκτο, σκέφτεσαι τον κατακλυσμιαίο πόνο εκείνη την απειροελάχιστη στιγμή της πρόσκρουσης, οστά και σάρκα αγαπημένη τσακισμένα∙ δέρμα χιλιοφιλημένο, τώρα σκισμένο και βρώμικο σα ρούχο ρυπαρό, σκέφτεσαι...

 

«ΟΧΙ! ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ, ΣΕ ΛΙΓΟ ΘΑ ΓΥΡΙΣΕΙ!!!»

 

Άναρωτήθηκες αν σε σκέφτηκε καθόλου πριν πεθ...

 

Το σκοτάδι είναι μέσα στο σπίτι τώρα, σου ψυθιρίζει λόγια αποτρόπαια στ’ αυτί. Εισβάλλει ασταμάτητο απο κάθε πόρτα, απο κάθε ανοιχτό παράθυρο και μαγαρίζει τον αέρα που αναπνέεις. Σου σφίγγει με γρανιτένιο χέρι τη καρδιά...

 

Τινάζεσαι απότομα απο το καναπέ, βηματίζεις σα τρελλή στο δωμάτιο. Τα χέρια σου είναι στο πρόσωπό σου, όλο σου το είναι, όλη σου η θέληση, συμπυκνώνεται σε μια σκέψη, μια σκέψη που σκίζει το μυαλό σου, μια σκέψη που γίνεται Εσύ, μια προσευχή-ικεσία που εξακοντίζεται απο τον πυρήνα σου προορισμένη να βρει και να εισακουστεί από κάθε γνωστή και άγνωστη θεότητα, κάθε ενέργεια που κατοικοεδρεύει στο αχανές σύμπαν.

 

«Μη με αφήσεις μόνη!»

 

Θες να τον ξαναδείς, θες να ξαναπεράσεις τα χέρια σου μέσα απο τα μαλλιά του, θες επιτακτικά να ξανακολυμπήσεις στο λευκό ποτάμι του κορμιού του ξανά και ξανά ώσπoυ να βγείς εξουθενωμένη στην αντίπερα όχθη...

Θέλεις την αγκαλιά του να σε ηρεμήσει, να γίνει ένας γαλήνιος σταθμός στο σημερινό εφιαλτικό σου ταξίδι...

 

«Μη με αφήσεις μόνη...»

 

Όλη σου η ύπαρξη γίνεται αυτη η φράση. Όλα σου τα κύτταρα δονούνται στους ρυθμούς της.

 

Ολάκερο το Σύμπαν δονείται μαζί της...

 

Δέκα και μισή.

Θα έπρεπε να έχει γυρίσει ώρα τώρα. Κάτι έχει πάει πολύ στραβά όσο και να μη θες να το πιστέψεις. Ιστορίες άλλων ξεπηδάνε απρόσκλητες στο κεφάλι σου και παλεύεις μάταια να τις διώξεις. Παίρνεις τηλέφωνο σε σπίτια γνωστών και φίλων ελπίζοντας εις μάτην να μάθεις κάτι.

 

 

 

«Δεν ξέρω που είναι»

 

«Όχι, δεν πέρασε απο 'δώ»

 

«Μην ανησυχείς, σε λίγη ώρα θα έχει γυρίσει και θα γελάς με τον εαυτό σου»

 

 

Ο κόσμος μοιάζει πια στενάχωρος.

 

Το χτύπημα του τηλεφώνου σε κάνει να βγείς τρομαγμένη απο τις σκέψεις σου. Περιμένεις να ακούσεις τη φωνή του να σε καθησυχάζει και να σου λέει πως δε θα αργήσει, σε λίγο θα είναι σπίτι. Είναι η μάνα του, έχει μέρες να πάρει. Ανησυχεί και αυτή άραγε;

 

Θέλει να του μιλήσει, να δει τι κάνει. Έτσι λέει τουλάχιστον.

 

Της είχε πεί οτι θα πάει στον αγώνα σήμερα και θέλει να μάθει αν γύρισε, είσαι σίγουρη! Έχει ακούσει και αυτή για το ατύχημα και ας μην το λέει! Μιλάτε βιαστικά, αμήχανα, με υπεκφυγές...Φοβάται και αυτή σαν και σένα, το ξέρεις, όπως και αυτή μυρίζεται το φόβο σου.

 

Αλλά δεν μιλάτε γι' αυτό, σα να φοβάστε και οι δύο πως αν προφέρετε τους φόβους σας, οι λέξεις οι ίδιες θα γίνουν ανίερη επίκληση που θα τους δώσει υπόσταση, θα τους κάνει αληθινούς.

 

Κλείνετε βιαστικά, της είπες οτι θα την πάρεις τηλέφωνο μόλις γυρίσει, δεν αντέχεις να μιλήσεις άλλο.

 

 

 

Κάτι πρέπει να κάνεις, κάτι πρέπει να κάνεις, το διαμέρισμα σε πνίγει, πρέπει να βγείς έξω, πρέπει να κάνεις κάτι!

 

 

 

Ντύνεσαι αλαφιασμένη με ό,τι βρίσκεις πρόχειρο, παίρνεις τα κλειδιά του σπιτιού και ετοιμάζεσαι να βγείς. Θα πάς σε νοσοκομεία, στην αστυνομία, οπουδήποτε. Αφήνεις τη τηλεόραση να παίζει δυνατά και μια μικρή λάμπα αναμμένη γιατί φοβάσαι τους κλέφτες, και ετοιμάζεσαι να βγεις στη φουρτούνα ενός κόσμου εχθρικού και ξένου, ενός κόσμου χωρίς αυτόν.

Ανοίγεις την πόρτα και ένα κύμα παγωνιάς και δυσωδίας σε χτυπάει καταπρόσωπο φέρνοντάς σου απότομα ζαλάδα. Η πρώτη σου σκέψη είναι οτι κάποιος άφησε ξεχασμένη κάποια σακούλα με σκουπίδια στο διάδρομο αλλά τη διώχνεις γρήγορα, ποιός θα έκανε κάτι τέτοιο άλλωστε μες στη καρδιά του καλοκαιριού; Η αίσθηση που έχεις είναι σα να στέκεσαι μπροστα σε ένα ανοιχτό ψυγείο με σάπια τρόφιμα. Ζαλισμένη, με το χέρι σου να ψαχουλευει τον τοίχο στα τυφλά, ψάχνεις να βρείς και να πατήσεις το διακόπτη του φωτός. Όταν τα καταφέρνεις, η λάμπα ανάβει στιγμιαία και μετά εκρήγνυεται με θόρυβο πάνω απο το κεφάλι σου σκορπίζοντας θραυσματα γυαλιού στο διάδρομο. Η στιγμιαία λάμψη της όμως σε άφησε να ρίξεις μια ματιά απο το χώρο, αρκετά για να διακρίνεις μια ανθρώπινη φιγούρα μπροστά στις σκάλες. Ένας άνδρας... Στέκεσαι σαστισμένη, η αποφορά σε πνίγει, σε κάνει να κρατιέσαι με το ζόρι όρθια.

 

Περιμένεις να ακούσεις μια κουβέντα αλλά το μόνο που φτάνει στα αυτιά σου είναι είναι ένας ενοχλητικός ήχος σουρσίματος, σαν κάποιος να προχωράει σέρνοντας το πόδι του. Αργά αλλά με σταθερό ρυθμό ο ήχος σε πλησιάζει. Θες να μιλήσεις αλλά δεν ξέρεις τι να πεις και μια άρρωστη περιέργεια σε κρατάει καρφωμένη εκεί, σα μαγεμένη απο αλλόκοτη γητειά, να πασχίζεις να διακρίνεις στο σκοτάδι την πηγή του ήχου...

 

«Ναι;» είναι η μόνη λέξη που καταφέρνει να βγει απο τα χείλη σου και απο τη στιγμή που την προφέρεις καταλαβαίνεις το πόσο παράταιρη ακούγεται. Καμμία απάντηση δεν έρχεται όμως.

 

Μονάχα το σταθερό σύρσιμο. Το επίμονο σύρσιμο. Είναι πιο κοντά πια, με κάθε στιγμή που περνάει το ακούς να πλησιάζει. Στέκεσαι με καρδιά σφιγμένη έξω απο την πόρτα σου, το φως που βγαίνει απο το διαμέρισμα σε λούζει και απλώνεται μπροστά στα πόδια σου σχηματίζοντας ένα φωτεινό νησί πάνω στη σκοτεινή θάλασσα του διαδρόμου. Ο άνδρας σε πλησιάζει, το καταλαβαίνεις απο το σύρσιμο, σε λίγο θα μπεί στις παρυφές του φωτός.

 

Χίλια ένστικτα μέσα σου ουρλιάζουν: «Φύγε μακριά» μα κάτι ακόμα πιο δυνατό απο δαύτα σε κρατάει εκεί.

 

Και τότε το βλέπεις... Σε όλη τη νοσηρή μεγαλοπρέπειά του, βλέπεις το κορμί που κάποτε λάτρεψες να σέρνεται τσακισμένο προς το μέρος σου.

 

 

Βλέπεις μάτια αγαπημένα να κρέμονται έξω απο τις κόγχες και να ταλαντεύονται σαν ξεχαρβαλωμένα παιχνίδια με κάθε κίνηση του κορμιού. Βλέπεις κτρινωπά οστά, θαρρείς καμωμένα απο κεχριμπάρι της Βαλτικής, να ξεπροβάλλουν σπασμένα και άτακτα, στολισμένα με σκισμένη σάρκα και απαστράπτον αίμα, μέσα απο τα πλευρά του, έξω απο τα διαλυμένα του καλάμια. Βλέπεις ένα χέρι να υψώνεται προς το μέρος σου αργά, σε μια παρωδία ανθρώπινης κίνησης, ένα χέρι στρεβλωμένο σε γωνία αλλόκοτη. Mα πάνω απ’ όλα, αυτό που κάνει το μυαλό σου να χαθεί κατρακυλώντας με τα φρένα λυμένα στο χάος της τρέλας, είναι το χαμόγελό του! Ένας άνθρωπος που αγάπησες όσο τίποτα στέκει απεναντί σου με το κορμί τσακισμένο, σπασμένο σαν κούκλα στα χέρια παιδιού, και σου μειδιά. Με ευθύτητα∙ με ειλικρίνια σου χαμογελά ενώ συνεχίζει να σέρνεται προς το μέρος σου με το χέρι παρακλητικά θαρρείς τεντωμένο προς τα σένα. Οπισθοχωρείς αργά προς τα πίσω και τον ακούς να σε ακολουθεί. Στέκεσαι στη μέση του δωματίου ανήμπορη να πείς το παραμικρό, με δόντια να κροταλίζουν και μάτια γουρλωμένα και τον παρακολουθείς να μπαίνει στο σπίτι με κινήσεις κακοπαιγμένης μαριονέτας. Ακούς το τηλέφωνο να ουρλιάζει ασταμάτητα. Σου φαίνεται σα κάτι πέρα από το κόσμο τούτο, κάτι ξένο που δε σε αφορά.

 

«Αλέξη;» είναι το μόνο που μπορείς να ψελλίσεις, με φωνή ξέπνοη... Στέκεται απέναντί σου με αυτό το χαμόγελο που σου φέρνει ρίγη. Σπασμωδικές κινήσεις στο σαγόνι του σε μια προσπάθεια να μιλήσει. Ανοίγει το στόμα του και ένας οχετός πηχτού αίματος ξεχειλίζει αργά απο τα χείλη του και βάφει κατακόκκινο το τρεμάμενο χλωμό του πηγούνι. Η φωνή του είναι βορβορώδης, βαθιά, και σου φέρνει στο νου τον ήχο που κάνουν τα χαλίκια στην παραλία οταν το κύμα αποτραβιέται και τα σέρνει μαζί του...

 

 

«Δεν θα σε αφήσω μόνη...ποτέ»

 

 

 

Ουρλιάζεις.

 

 

 

Ουρλιάζεις και αυτός σέρνεται προς το μέρος σου. Ουρλιάζεις και αυτός σε τυλίγει στη αγκαλιά του με άγγιγμα παγερό σαν μάρμαρο τάφου, σα θάλασσα του Βορρά. Ουρλιάζεις ενω σου φράζει τα χείλη φιλώντας σε... Στα αυτιά σου φτάνει ο ήχος της τηλεόρασης...

 

 

«...ο άτυχος φίλαθλος διακομίστηκε στο νοσοκομείο οπού διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Το όνομά του εικοσιδιάχρονου είναι Αλέξης Κωνσταντίνου»

 

 

 

**

 

Ουρλιάζεις, ακόμα κι όταν σε φέρνουν εδώ μαζί μας. Σε βάζουν στο διπλανό μου δωμάτιο... σε μπουκώνουν χάπια και ηρεμιστικά και με τον καιρό αρχίζεις να ηρεμείς μα τα μάτια σου συνέχεια κοιτάζουν φοβισμένα και ο ερχομός της νύχτας σε γεμίζει τρόμο και σε κάνει να ξεσπάς σε υστερικές κραυγές. Τα πρωϊνά σε βρίσκουν μελανιασμένη και γεμάτη πληγές να κλαις με βουβά αναφιλητά. Στην αρχή μιλούν για αυτοτραυματισμούς και αποφασίζουν να σε δένουν τα βράδια στο κρεβάτι. Αλλά το πρωί σε βρίσκουν πάλι χτυπημένη. Κανένας γιατρός δεν μπορεί να εξηγήσει πώς αποκτάς τις πληγές σου... κάποιοι από δαύτους μιλούν για ʽσωματοποίηση του στρεςʼ, πιο πολύ για να δώσουν μια εξήγηση στους τρομαγμένους εαυτούς τους...

 

Αλλά κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει τις πληγές στη γυναικεία σου φύση...

 

Μονάχα εγώ ξέρω. Μου το ψιθύρισες μια μέρα απο το παράθυρο σου, πριν έρθουν πάλι να σε δέσουν.

 

Κάθε βράδυ, όταν νοιώσω τις τρίχες της πλάτης μου να σηκώνονται όλορθες ξυπνάω. Κάθε βράδυ ακούω ήχους ανοίκειους να έρχονται απο το κελί σου, λυγμούς ανάκατους με σουρσίματα περίεργα. Και κάθε βράδυ βάζω τα κλάμματα και κρύβομαι κάτω απο τα σκεπάσματα σαν ακούω μια φωνή συριστική να λέει:

 

 

 

«Δεν θα σε αφήσω μόνη σου...ποτέ...».

γεννηθήτω....doc

Edited by Adicto
Link to comment
Share on other sites

Αν και αφήνει αίθηση πρωτόλειας δουλειάς, ωστόσο – και απολογούμαι για την έκφραση - στο φινάλε του ένιωσα τα π...α μου να ζαρώνουν... και δεν ήταν από το κρύο. Αυτό για μένα σίγουρα αποτελεί καλή ένδειξη.

 

Υπάρχουν ενστάσεις σχετικά με την αληθοφάνειά του, ενώ και ο τρόμος έρχεται με μεγάλη καθυστέρηση, όμως εγώ θέλω να σταθώ σε ένα άλλο ζήτημα, που προκύπτει κατά την είσοδο στο τελικό τμήμα τής ιστορίας. Εξηγώ. Σε όλο το κείμενο γράφεις σε ενεστώτα και, μόνο στην προτελευταία παράγραφο, αποφασίζεις να χρησιμοποιήσεις παρελθοντικό χρόνο (ειδικά αυτό το ‘’ούρλιαζες ακόμα...’’ με το οποίο ξεκινάει η συγκεκριμένη παράγραφος, χτύπησε πολύ περίεργα με τον παρατατικό του, σε σχέση με τον ενεστώτα που ίσχυε ως εκείνο το σημείο). Η αλήθεια είναι ότι δεν βρίσκω κάποιον λόγο για τον οποίο η προτελευταία παράγραφος δεν μπορεί να είναι γραμμένη σε ενεστώτα (την έγραψα και έδειχνε οκ).

 

Το ίδιο το τέλος χαρακτηρίζεται από εντονότατη διάθεση να τρομάξει, να είναι ανατριχιαστικό. Είναι πάντα ευχάριστο να διαβάζεις μια ιστορία τρόμου και να συνειδητοποιείς ότι ο συγγραφέας έχει πραγματικά τη θέληση να σε σκιάξει. Σε κάνει να δικαιολογείς αρκετά από τα λάθη, γιατί βγάζει γνήσια διάθεση κι αυτό μετράει πολύ. Είμαι οπαδός των ιστοριών που χρησιμοποιούν την τελευταία φράση για να φέρουν την ανατριχίλα, οπότε... φυσικά και το τέλος μού άρεσε. thmbup.gif

 

Τα επόμενα παίδια ίσως σου πουν πέντε πράγματα για τα πολλά επίθετα και λοιπά φτιασίδια στον λόγο σου... τα λένε και σε μένα και σε γενικές γραμμές παίζει να έχουν δίκιο. biggrin.gif

 

Ο τίτλος θα μπορούσε να είναι και πιο επιτυχημένος, αλλά αν υπάρχει κάτι που δεν πιάνω πάω πάσο.

 

ΥΓ1: Στην αρχή υπάρχει αυτό: «Η σιωπή απλώνεται σαν υφάδι πλασμένο απο μαστόρισσες αράχνες μέσα στο δωμάτιο.»

Κάπως μου κολλάει. Ίσως αν το ‘’μέσα στο δωμάτιο’’ ακολουθούσε μετά τη λέξη ‘’απλώνεται’’ να μου καθόταν καλύτερα. Το αναφέρω γιατί είναι η πρώτη φράση.

Link to comment
Share on other sites

Eυχαριστώ για τις παρατηρήσεις!

 

1) Για τους χρόνους έχεις δίκιο (δυστυχως). Ήθελα να δικαιολογήσω το β' ενικό, μεταφέροντας στο φινάλε την αφήγηση στο στο στόμα της άλλης κρατουμενης και τα έμπλεξα. Αλήθεια, το β' ενικό δούλεψε;

 

2) Για την αληθοφάνεια, ε έκανα κάποιες παραχωρήσεις προς χάριν της ατμόσφαιρας devil2.gif ! Η αφορμή πάντως που γράφηκε αυτή η ιστορία ήταν πραγματικη και έλαβε χώρα πριν καμμιά 10άρα χρόνια.

 

3) Ο τίτλος τώρα...Είναι επηρεασμένος απο ένα άρθρο που διάβασα πριν λίγο καιρό περι Θελημικής Μαγείας και Κροουλυ. Ουσιαστικά, υποννοεί πως υπέυθυνη για το ότι συνέβη ήταν η ίδια η πρωταγωνίστρια που μέσω της Θέλησης της άλλαξε τους φυσικούς νόμους.

 

«Μην με αφήσεις μόνη...»

 

Όλη σου η ύπαρξη γίνεται αυτη η φράση. Όλα σου τα κύτταρα δονούνται στους ρυθμούς της.

 

Ολάκερο το Σύμπαν δονείται μαζί της...

 

4) Το φοβόμουν οτι τελικά θα βγεί φορτωμένο (περι φτιασιδιών ο λόγος). Είναι ψιλοβαρύς ο λόγος ίσως...

 

5) Σωστός και για το υ.γ

 

6)

στο φινάλε του ένιωσα τα π...α μου να ζαρώνουν... και δεν ήταν από το κρύο.

 

Το πιο ωραίο κοπλιμέντο για μια ιστορία τρόμου!!! Eυχαριστωωωωώ!!! laugh.gif

Edited by Adicto
Link to comment
Share on other sites

Το β' ενικό μου φάνηκε ζόρικο. Τελικά δούλεψε, αλλά όχι από την αρχή. Μπήκα στο κλίμα του σταδιακά.

 

ΥΓ: ''Ο τίτλος τώρα...Είναι επηρεασμένος απο ένα άρθρο που διάβασα πριν λίγο καιρό περι Θελημικής Μαγείας και Κροουλυ. Ουσιαστικά, υποννοεί πως υπέυθυνη για το ότι συνέβη ήταν η ίδια η πρωταγωνίστρια που μέσω της Θέλησης της άλλαξε τους φυσικούς νόμους.''

Δηλαδή τον καλεί αυτή ε; Ωραίο και έχει και ψωμί σαν ιδέα.

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Μου άρεσε πάρα πολύ το σταδιακό χτίσιμο του τρόμου που κατέληγε σε μια εντυπωσιακή κλιμάκωση και μια ωραία εξήγηση του 2ου προσώπου (το οποίο δε θα με χάλαγε ούτως ή άλλως, αλλά το έδεσες άψογα). Γενικά μου άφησε πολύ θετικές το κείμενο.

 

Στα αρνητικά, ήταν λίγο αργό στην αρχή, μοιάζοντας με αισθηματικό περισσότερο και να ζορίζει μαζί με το στόμφο των εκφράσεων, πριν ο αναγνώστης αρχίσει να διακρίνει κάτι πιο νοσηρό. Μέχρι τη μέση (εκεί με το σπόρο και τα άνθη), υπάρχουν περιπτώσεις που το ύφος γίνεται υπερβολικά πομπώδες, αλλά μετά στρώνει οριστικά. Με τους τόνους και την ορθογραφία έχεις ένα θεματάκι, ενώ με τα τελικά 'ν' έχεις πάρει διαζύγιο. Πιο συγκεκριμένες παρατηρήσεις στο αρχείο:

 

γεννηθήτω....doc

Link to comment
Share on other sites

Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για τις διορθώσεις! Έχω όντως θέμα με κάποια βασικά στοιχεία της γραμματικής (τελικά ν included...). Με την ορθογραφία πάλι...δεν ξέρω, είναι μία απο τις λίγες φορές που κάνω τόσα λάθη μαζεμένα. Ίσως φταίει και το γεγονός οτι γράφω συνήθως βράδυ και ψόφιος απο κούραση.

 

Σε ευχαριστώ και πάλι για τον χρόνο και τον κόπο σου!

Link to comment
Share on other sites

Είναι μια πάρα πολύ ατμοσφαιρική και τρομακτική ιστορία. Και η καθυστέρησή της να εισάγει το στοιχείο του τρόμου, με την εμμονή στην περιγραφή της ψυχολογικής κατάστασης της ηρωίδας, την ανεβάζει πολλά επίπεδα. Επειδή κάθε ιστορία θέλει τον τρόπο της για να ειπωθεί, αυτή σίγουρα χρειάζεται έντονο και φορτωμένο λόγο, ιδίως στο πρώτο μέρος. Υπάρχουν όμως κάποιες εκφράσεις που μοιάζουν πάρα πολύ επιτηδευμένες και δίνουν μία κάπως "ψεύτικη" εντύπωση. Η άποψή μου είναι ότι πρέπει να κρατήσεις την ένταση στο λόγο, αλλά να αραιώσουν κάποιες υπερβολικά λόγιες λέξεις, που θυμίζουν λογοτεχνία του 19ου αιώνα. Το δεύτερο πρόσωπο δουλεύει πάρα πολύ καλά, η εξήγησή του δεν είναι καθόλου μα καθόλου ξενερωτική έτσι όπως την παρουσιάζεις (ενώ θα μπορούσε). Τα λαθάκια τα επεσήμανε ο electroscribe, να πω μόνο κάτι που πρόσεξα: οι μύες (ονομαστική), τους μυς (αιτιατική).

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Τις λατρεύω αυτές τις ιστορίες.

Όσο κοινές και πανομοιότυπες μπορεί να φαίνονται με παλαιότερες ,αν δοθούν όμορφα καταφέρνουν πάντα να με τρομάξουν.

Στο φινάλε αυτό είναι και το ζητούμενο σε μια ιστορία τρόμου.

 

Σαν ιδέα είναι πολύ καλη.Είναι μάλιστα τόσο καλή που πολλοί συγγραφείς επιτυχημένα την χρησιμοποίησαν χωρίς να θυμίζουν τα κείμενα τους απλές αντιγραφές.

 

Στην δική σου περίπτωση φάνηκε η διαφοροποίηση με την -έμμεση -εισαγωγή του Κρόουλυ και της θελημικής μαγείας.Ανεξερεύνητο σχετικά πεδίο που μπορεί αναπτυχθεί.

 

Στα αρνητικα.

Οι διαπιστώσεις μου είναι πάνω κάτω όμοιες με όσων έγραψαν παραπάνω.Επιτηδευμένες εκφράσεις, υπερβολές στους επιθετικούς προσδιορισμούς και μια έντονη διάθεση να κάνεις λογοτεχνικό (με την κακή έννοια) ένα κείμενο που δεν το είχε ανάγκη.Προσπαθούσα να προσδιορίσω τι ακριβώς με ενοχλεί μέχρι που διάβασα το ποστ του aScannerDarkly.

Είναι η λογοτεχνία του 19ου αιώνα όπως χαρακτηριστικά είπε, και θα συμφωνήσω.

 

Έχω την αίσθηση πως η ολοκληρωμένη ιστορία στο μυαλό σου είχε λήξει στις 1500-1600 λέξεις αλλά την θεώρησες πολύ μικρή ίσως και πρωτόλεια.Διάλεξες να την ανοίξεις με λάθος τρόπο μάλλον.Δυστυχώς πολλές φορές παθαίνω το ίδιο και έπειτα διαβάζοντας αναρωτιέμαι, πως στο καλό κατάφερα να χαλάσω μια ωραία ιστορία.

 

Καλή συνέχεια!

Link to comment
Share on other sites

H γραφή παραπέμπει στο ύφος αυτό τρόμου που είναι γεμάτο με λυρική πρόζα και έναν πιο αφηρημένο τρόμο. Γενικά δουλεύει, αν και κάπου στα μισά ήμουν έτοιμος να στείλω το τόπικ στις "δάφορες ιστορίες", τόσο πολύ μου έκανε για αισθηματικό ή δραματικό κείμενο παρά για τρόμο.

Το δεύτερο ενικό πρόσωπο δουλεύει πολύ καλά, δίνοντας έναν πιο προσωπικό τόνο στο όλο κείμενο, ενώ η κορύφωση έρχεται δυνατά και αφήνει μια έντονη ανατριχίλα στο τέλος.

Η γραφή πάλι, από τη μία κουράζει με τη λυρικότητά της, από την άλλη όμως δίνει ένα ιδιαίτερο ύφος στο κείμενο. Είναι μάλλον λίγο πρωτόλεια, αν τη δουλέψεις όμως θα στέκει από μόνη της.

 

Γενικά μια πολύ καλή ιστορία τρόμου, στηριγμένη σε μια απλή ιδέα αλλά πολύ όμορφα δοσμένη.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Λοιπόν αυτή την ιστορία την είχα διαβάσει παλιότερα και νόμισα πως είχα αφήσει σχόλιο αλλά τελικά μάλλον ήταν ο άλλος εαυτός μου. Την ξαναδιάβασα τώρα όμως.

 

Ο β ενικός δεν πιστεύω πως λειτουργεί τόσο καλά, γιατί ενώ στην αρχή είναι Β ενικός παντογνώστη, τελικά μας βγαίνει Β ενικός περιορισμένης οπτικής (αυτής/ου στο δίπλα κελί), άρα και δεν στέκει. Αν είχε μια χροιά διήγησης με περιορισμένη οπτική, θα δούλευε πολύ καλύτερα πιστεύω. Επίσης μπορεί να σε βοηθούσε να αποφύγεις το γεγονός ότι το πρώτο μέρος είναι πραγματικά άσχετο με την συνέχεια (και εγώ πήγα να το παρατήσω κάπου στη μέση, ενώ το τέλος ήταν πολύ ανώτερο). Είναι σαν δυο διαφορετικά διηγήματα σχεδόν.

Για την γλώσσα σου τα είπαν και άλλοι, απλά αφαιρώντας τον στόμφο από το κείμενο θα γινόταν πολύ καλύτερο.

 

Όλα αυτά για να καταλήξω ότι το δεύτερο μέρος της ιστορίας είναι πολύ καλό και η ιδέα πίσω του ακόμα καλύτερη. Περισσότερο βάρος σε αυτό το μέρος λοιπόν και ίσως μια πιο ''σκοτεινή'' αρχή θα το βοηθούσε πολύ.

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ για τα σχόλια, τις παρατηρήσεις για τις αδυναμίες του κειμένου και τον χρόνο σας παιδιά! Νόρθε, αυτό που λες με το β' ενικό δεν το πήρα χαμπάρι όταν έγραφα την ιστορία και μόλις τώρα το παρατήρησα ειλικρινά. Ωραία παρατήρηση αλλά:

Η τύπισσα στο διπλανό κελί ξέρει ότι της έχει πει η πρωταγωνίστρια βασικά. Εφόσον αυτή της έχει πει τα πάντα, δεν την καθιστά αυτομάτως και παντογνώστη στον κόσμο του διηγήματος;

Link to comment
Share on other sites

Ναι, αλλά στην αρχή είναι στο ενεστώτα, σαν τα πράγματα να συμβαίνουν αυτή την στιγμή, ενώ μετά βλέπουμε οτι ουσιαστικά είναι παρελθόν. Γενικά δεν είναι ''λάθος'', απλά μου χτυπάει κάπως. Πιστεύω δε ότι αν το πρώτο ''μέρος'' της ιστορίας ήταν γραμμένο σε παρελθοντικό χρόνο, θα το έκανε πιο τρομακτικό ή ατμοσφαιρικό αν θες. Δηλαδή ακόμα Β ενικό απλά σε παρελθοντικό, με το τέλος να γυρίζει σε ενεστώτα για να μας δώσει ένα πιο δραματικό τέλος.

Link to comment
Share on other sites

Οκ! Κατανοητή η ένσταση!

 

υγ Έχω ένα θέμα με τους χρόνους η αλήθεια είναι (και όχι μόνο με αυτούς βέβαια)!

 

 

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..