Tiessa Posted December 5, 2009 Share Posted December 5, 2009 Όνομα συγγραφέα: Βάσω Είδος: Ιστορία του Φανταστικού Βία: Όχι Σεξ : Όχι Αριθμος λέξεων: 3100 Αυτοτελής: Ναι Σχόλια: Έγραψα αυτή την ιστορία πριν από εφτά χρόνια, σαν μια τρελή-τρελή απάντηση σε διάφορα υπαρξιακά ερωτήματα. Εκείνη την εποχή προέκυψε ένας διαγωνισμός από την Ένωση Διπλωματούχων Ελληνίδων Μηχανικών και συμμετείχα με αυτήν. Ως αποτέλεσμα, το διήγημα βρίσκεται δημοσιευμένο και στο βιβλίο Οι γυναίκες μηχανικοί γράφουν (Εκδόσεις ΤΕΕ). Βώλοι Ευτυχίας.doc Βώλοι Ευτυχίας Ο Αχιλλέας Γιαννόπουλος πέθανε για πρώτη φορά όταν ήταν εφτά χρονών. Εκείνος δηλαδή ήταν σίγουρος ότι είχε πεθάνει, αλλά επειδή κανένας δεν τον πίστεψε, το ξέχασε τελικά κι αυτός. Βεβαιώθηκε ωστόσο ότι κάτι περίεργο του συνέβαινε όταν πέθανε για δεύτερη φορά στα δεκαεφτά του. Το θέμα τον απασχόλησε λίγο τότε, αλλά μετά αναγκάστηκε να το βάλει στην άκρη και η ζωή του συνεχίστηκε κανονικά. Πέθανε όμως και πάλι στα είκοσι τέσσερα, εντελώς απροσδόκητα, όταν μια γλάστρα έπεσε στο κεφάλι του καθώς περπατούσε στη Δροσοπούλου. Όπως ακριβώς και τις άλλες φορές κανένας, παρά την πολυκοσμία, δεν κατάλαβε τίποτα και μερικές στιγμές αργότερα, η σκηνή παίχτηκε και πάλι και το μοιραίο μετατράπηκε σε ασήμαντο, καθώς η κυρία που πότιζε στον τέταρτο όροφο, πρόλαβε· άρπαξε την επικίνδυνη γλάστρα την τελευταία στιγμή. Η αλήθεια είναι ότι εκείνη τη φορά ο Αχιλλέας προβληματίστηκε περισσότερο. Αναζήτησε αιτίες των θανάτων του στη θρησκεία και στη μαγγανεία, στα πατερικά αλλά και στα αποκρυφιστικά κείμενα, χωρίς όμως να φωτιστεί. Δεν τολμούσε να μιλήσει σε γονείς ή να ανοιχτεί σε φίλους. Ο μόνος που τον είχε ακούσει με κατανόηση ήταν κάποιος ξεπεσμένος καλλιτέχνης, ονόματι Γρηγόρης ο 'Ιβάν'. Του είχαν κολλήσει το παρατσούκλι 'Ιβάν' στην πιάτσα όταν ο δυστυχής μίλησε για ένα πνευματικό του ταξίδι και τη συνάντησή του με έναν σαμάνο στη Σιβηρία. Κάτι όμως στον τρόπο που συζητούσε ο 'Ιβάν', κάτι στα λόγια του για ταξίδι μέσα στο κεφάλι, έκαναν τον Αχιλλέα να μην ξαναμιλήσει ούτε και σ' αυτόν, πόσο μάλλον να επιχειρήσει τέτοια ταξίδια. Ήταν από τους νέους που πατούσαν γερά στη γη, δεν είχε δοκιμάσει ποτέ του ναρκωτικά και δεν έκανε τίποτα πιο επικίνδυνο από το να οδηγεί με το γκάζι λίγο πιο πατημένο από όσο επέτρεπε το όριο ταχύτητας. Στα είκοσι έξι του δούλευε σε ένα ατελιέ ως γραφίστας, έμενε με τους γονείς του, πήγαινε διακοπές τον Αύγουστο και έβγαινε κάθε Σάββατο. Μ' άλλα λόγια ζούσε μια κανονική και μετρημένη ζωή, χωρίς τίποτα να προδίδει στους άλλους τη μοναδικότητά του. Εκείνη την εποχή όμως ξέσπασε κυριολεκτικά μια 'επιδημία' θανάτων. Ο Αχιλλέας σκοτωνόταν από πτώσεις στο δρόμο, από αυτοκίνητα που ξέφευγαν από την πορεία τους, από αντικείμενα που έπεφταν στο κεφάλι του, από επιθέσεις άγνωστων ανθρώπων, από κάθε απίθανη αιτία. Ποτέ όμως από πιθανή. Ποτέ δεν είχε αρρωστήσει, ποτέ δεν είχε προκαλέσει ο ίδιος κάποιο ατύχημα, σε κανένα του θάνατο δεν είχε βρεθεί αντιμέτωπος με πραγματικά επικίνδυνες συνθήκες. Έτσι λοιπόν αποφάσισε ότι ο θάνατος τον καραδοκούσε σε κάθε του βήμα κι ούτε που φοβόταν καθόλου γι αυτό. Ο θάνατος ήταν πάντοτε ανώδυνος, αν και καμιά φορά η επανάληψη της σκηνής εμπεριείχε κάποιον μικροτραυματισμό. Έφτασε στο σημείο να αντιμετωπίζει το υπαρξιακό ερώτημα μήπως και ήταν ήρωας κόμικς ή μήπως η ζωή και ο θάνατός του βρίσκονταν στο κεφάλι κάποιου σαδιστή συγγραφέα. Ο Αχιλλέας είχε αρχίσει να σημειώνει πια τους θανάτους του επειδή είχε χάσει το λογαριασμό, όταν ένιωσε το θάνατο για άλλη μια φορά πάνω του. Άρχισε ξαφνικά να πνίγεται και βρέθηκε φαρδύς-πλατύς στο πάτωμα του δωματίου του. Τώρα όμως, αντί να δει μια άλλη εκδοχή του ατυχήματος με τον εαυτό του να γλιτώνει, βρέθηκε σε ένα παράξενο, άγνωστο, γκρίζο τόπο, γεμάτο κόσμο και θόρυβο. Δυό γυναίκες παιδεύονταν σ' ένα αργαλειό, δίπλα στο σημείο που είχε προσγειωθεί. Τότε κατάλαβε ότι ο θόρυβος προερχόταν από χιλιάδες παρόμοιους αργαλειούς. Αυτή τη φορά πέθανα στ' αλήθεια, συλλογίστηκε. Και καμία θρησκεία δεν έχει δίκιο για το πώς μοιάζει η μετά θάνατον ζωή! Καθώς έκανε να ανασηκωθεί, οι γυναίκες τον είδαν. "Αργήσαμε πολύ", έκανε συγχυσμένη η νεότερη. "Κοίτα τώρα, πρέπει να γίνουν κι άλλες διευθετήσεις!" "Πού βρίσκομαι;" Έκανε αυτός απορημένος. "Στους Αργαλειούς", απάντησε η πιο μεγάλη, παλεύοντας ακόμα με τις σαΐτες. "Μόλις συνάντησες τις δυό από τις μοίρες σου". "Τις δυό; Μα-" Ο Αχιλλέας σώπασε πριν ολοκληρώσει την ερώτηση, καθώς οι χιλιάδες απορίες που τον πλημμύρισαν από παντού τον έκαναν να χάσει τα λόγια του. "Είμαι η Κλωθώ", είπε η νεότερη. "Εννοώ, η προσωπική σου Κλωθώ. Κι από δω η προσωπική σου Λάχεση." "Κλωθώ; Λάχεση; Μα, αυτά δεν είναι ονόματα από τη Μυθολογία;" "Είμαστε δυο από τις μοίρες", απάντησε η Κλωθώ. "Εμείς οι δυό έχουμε αποκλειστική απασχόληση στη ζωή μας το υφάδι της δικής σου ζωής." "Αποκλειστική; Καλά και γιατί σας απασχολεί τόσο η ζωή μου;" Ο Αχιλλέας αναρωτιόταν τώρα αν τελικά ήταν τρελός κι όχι πεθαμένος. "Γιατί αυτή είναι η δουλειά μας. Έχουμε να υφάνουμε τη ζωή σου και το κάνουμε όσο μπορούμε καλύτερα. Όμως το νήμα που μας έδωσαν είναι πολύ κακής ποιότητας. Τελευταία μας κόβεται συνέχεια. Δεν ξέρω πού το βρήκε και μας το πάσαρε η Άτροπος. Αλλά αυτή τη φορά έχουμε μπελάδες. Φαίνεται ότι μας λείπει ένα κομματάκι. Τουλάχιστον όλες τις άλλες φορές γυρίσαμε λίγο πίσω και δέσαμε κόμπους κι έτσι συνέχισες να ζεις. Τώρα όμως τι θα κάνουμε χωρίς το κομμάτι που λείπει; "Καλά… και δηλαδή, γιατί είσαστε τόσο συνεπείς στη δουλειά;" απόρησε εκείνος. "Αφού κόπηκε το νήμα γιατί δεν με αφήνετε να πεθάνω;" "Μα τι λες τώρα;" έκανε η Λάχεση, σαν να άκουγε κάτι απόλυτα αιρετικό. "Πρώτον είμαστε χρεωμένες με πολύ μεγαλύτερο μήκος νήματος και πρέπει να παραδώσουμε το ανάλογο υφάδι. Κι έπειτα, ρωτάς τι θα γίνει με τα υφαντά των γύρω σου; Η ζωή τους είναι αλληλένδετη με τη δική σου ζωή. Αν σ' αφήσουμε να φύγεις από τώρα, θα καταστρέψουμε και τη δουλειά των άλλων!" "Μα είναι λοιπόν όλα τόσο πολύπλοκα; Εγώ νόμιζα ότι οι μοίρες ήταν τρεις." "Δεν τα ξέρεις καλά", δήλωσε η Λάχεση. "Δυό μοίρες ασχολούνται αποκλειστικά με το υφαντό του καθενός. Αυτές είμαστε εμείς: η Κλωθώ που πλέκει το υφάδι και η Λάχεση που καθορίζει τι σχέδια πρέπει να γίνουν. Η Άτροπος πάλι είναι μοναδική γιατί δουλεύει διαφορετικά. Κόβει ένα κομμάτι νήμα μια φορά στην αρχή. Έτσι, δεν δουλεύει με αποκλειστικότητα. Κόβει αμέτρητα νήματα την ημέρα." "Καλά, για κάθε άνθρωπο δυό μοίρες; Είσαστε περισσότερες από τους ανθρώπους;" "Διπλάσιες", δήλωσε η Λάχεση. "Συγκεκριμένα, διπλάσιες συν δύο. Εκτός από την Άτροπο υπάρχει κι άλλη μια μοίρα", απάντησε η Λάχεση. "Θα σου εξηγήσω". Η Κλωθώ, που είχε καθίσει κάτω και άρχισε να ξεμπερδεύει το κουβάρι, ψάχνοντας μήπως βρει εκεί μέσα το κομμάτι που της έλειπε, κοίταξε προς τη Λάχεση εκνευρισμένα. "Αφού δεν βοηθάς, δεν πάτε πιο κει να συζητήσετε; Πρέπει να βρω το νήμα σύντομα. Αλλιώς θα σταματήσουν όλοι οι αργαλειοί. Πάλι καλά που το έπαθε μόνος του και δεν προβλέπεται να γυρίσει κανείς στο σπίτι για άλλες τρεις ώρες!" Η Λάχεση χαμήλωσε τη φωνή. "Έχει δίκιο", είπε. "Της κάνουμε πολλή φασαρία. Πάμε να δεις ποια άλλη μοίρα υπάρχει εκτός από την Άτροπο." Του φάνηκε σαν να πετούσαν. Η αίθουσα απλωνόταν προς όλες τις κατευθύνσεις μέσα σε ένα απαλό γκρίζο φως. Κάτω από τα πόδια τους περνούσαν χιλιάδες αργαλειοί. Σε καθέναν, δυο γυναίκες εργάζονταν εντατικά. Είδε πάντως και κάποιες να σταματούν το έργο τους και να κατευθύνονται μακριά, προς τις μεγάλες πόρτες, όπου κατευθύνονταν και οι ίδιοι. "Αυτές πού πηγαίνουν;" ρώτησε. "Το νήμα, άρα και η ζωή του ανθρώπου τους, τελείωσε. Πάνε να ζητήσουν νέα δουλειά". Ο Αχιλλέας ξεροκατάπιε. "Μα αυτό το υφαντό είναι τρομερά μικρό", παρατήρησε, δείχνοντας έναν σταματημένο αργαλειό. Η Λάχεση κούνησε το κεφάλι καταφατικά. "Ήταν ένα παιδί στο Μπάγκλα-Ντες. Έχουμε αμέτρητα τέτοια την ημέρα. Τα περισσότερα είναι στην Αφρική και στην Ασία. Τι να κάνουμε; Όταν το νήμα είναι τόσο κοντό, καταλήγει σε ένα τέτοιο παιδί." "Γιατί τα κόβει κοντά η Άτροπος;" ρώτησε ο νεαρός. "Τι θα την πείραζε να έδινε σε όλους μεγάλα νήματα;" "Αυτό είναι το παιχνίδι", απάντησε η Λάχεση. "Εξάλλου, ούτε και η Άτροπος δρα μόνη της. Δεν σου είπα ότι υπάρχει κι άλλη μια μοίρα; Είναι η Ζυγώ. Η Άτροπος ελέγχεται από τη Ζυγώ." "Ποτέ δεν έχω ακούσει για τέταρτη μοίρα", έκανε ο Αχιλλέας δύσπιστα. "Ούτε η ελληνική ούτε οι ξένες μυθολογίες μιλάνε γι αυτήν." "Όχι. Βλέπεις οι ταξιδευτές της παλιάς εποχής, τότε που μπορούσαν πιο εύκολα να διαπερνούν το φράγμα του κόσμου σας και να μας επισκέπτονται, τη φοβήθηκαν πολύ. Η Ζυγώ είναι πιο φοβερή από την Άτροπο. Στο τέλος-τέλος, η Άτροπος τι κάνει; Κόβει το νήμα. Αποφασίζει μονάχα για το μήκος της ζωής. Η Ζυγώ όμως ζυγίζει την ευτυχία που δικαιούται ο καθένας στη ζωή του. Η ζωή μπορεί να είναι μακριά ή μπορεί να είναι σύντομη. Το βασικό όμως στοιχείο της είναι αν θα είναι ευτυχισμένη ή όχι. Ο δικός σας, ο Ησιόδος, αναφέρει μόνο εμάς στη Θεογονία του. Για τη Ζυγώ δεν θέλησε να μιλήσει." "Και πώς αποφασίζει η Ζυγώ τι θα δώσει στον καθένα;" "Αποφασίζει τυχαία." "Γιατί;" "Γιατί έτσι. Αυτή είναι η εξουσία της. Καμία από μας, ούτε καν η Άτροπος, δεν μπορεί να αντικρούσει την κρίση της Ζυγώς." Ο Αχιλλέας στάθηκε για μια στιγμή προβληματισμένος καθώς η Λάχεση τον οδηγούσε προς τις ίδιες μεγάλες πόρτες από όπου περνούσαν διαρκώς συνάδελφοί της. Όλες έμπαιναν με άδεια χέρια και όσες έβλεπε να επιστρέφουν γύριζαν με ένα κουβάρι κι ένα βώλο από ακαθόριστο υλικό σε πολλά, διαφορετικά χρώματα. Άλλες είχαν μικρά κουβάρια, που χωρούσαν στην παλάμη τους κι άλλες κουβαλούσαν κουβάρια ασήκωτα και κουβέντιαζαν ζωηρά για την καινούργια τους δουλειά. Το ίδιο συνέβαινε και με τους βώλους. "Σας απασχολεί η ευτυχία μας;" Ρώτησε ο Αχιλλέας, δείχνοντας δυό μοίρες που κρατούσαν σκυθρωπές ένα κουβαράκι κι ένα πολύ μικρό βώλο από το πολύχρωμο υλικό. "Πλάθω κάθε στιγμή της ζωής σου, με βάση τα περιθώρια που μου έδωσαν η Ζυγώ και η Άτροπος", απάντησε η Λάχεση. "Η Κλωθώ πλέκει το νήμα που της χρωματίζω. Λες να μην μας ενδιαφέρει; Είμαστε οι προσωπικές σου μοίρες!" "Και ξέρεις όλα όσα θα μου συμβούν;" "Αν υποθέσουμε ότι θα βρει η Κλωθώ το κομμάτι που μας λείπει, ναι." "Κι αν δεν το βρει;" "Θα πρέπει να ανασχεδιάσουμε. Αλλά, όπως σου είπαμε, δεν αρκεί να αυτοσχεδιάσουμε μόνο το δικό μας υφάδι. Σκέψου και τους δικούς σου. Δεν ήταν γραμμένο από τη Ζυγώ να γνωρίσουν οι γονείς σου τόση δυστυχία. Πρέπει να ξανασχεδιαστούν κι οι δικές τους ζωές. Αν πεθάνεις εσύ στα είκοσι έξι σου, δεν θα είναι εύκολο να αντισταθμίσουν οι δικές τους μοίρες το έλλειμμα ευτυχίας που θα δημιουργηθεί." "Κι αν-" "Σσσσσττ. Τώρα θα δεις την Άτροπο", έκανε η Λάχεση, περνώντας μέσα από τις μεγάλες πόρτες. Η Άτροπος ήταν λιγότερο τρομακτική απ' ό,τι την περίμενε ο Αχιλλέας. Ήταν μια ηλικιωμένη γυναίκα με άσπρα μαλλιά και γαλανά μάτια. Γύρω της περνούσαν αμέτρητα νήματα κι εκείνη, κάνοντας παράξενες για την ηλικία της πιρουέτες, έκοβε ασταμάτητα. Στιγμές-στιγμές έμοιαζε να κρατάει ένα πελώριο, φασματικό ψαλίδι. Άλλοτε πάλι έμοιαζε να κόβει το νήμα μόνο με τις κινήσεις των χεριών της. Για κάθε νήμα που κοβόταν, μια γυναίκα έτρεχε και άρχιζε να τυλίγει το κουβάρι. Ήταν η προσωπική Κλωθώ του νήματος. "Παίρνουν οδηγίες για το τι θα κάνουν;" Ρώτησε ο Αχιλλέας. "Όχι, απλώς περιορίζονται από το βώλο ευτυχίας που έχει παραχωρήσει η Ζυγώ. Οι επιλογές είναι δικές τους." "Τι θα γίνει αν δεν βρεθεί το κομμάτι του νήματος που λείπει;" αναρωτήθηκε μεγαλόφωνα ο Αχιλλέας. "Θα πεθάνω τελείως, έτσι;" "Ας πούμε", παραδέχτηκε στενοχωρημένη η Κλωθώ. "Ίσως βέβαια να μπορέσουμε να ενώσουμε το νήμα λίγο παρακάτω. Έτσι όμως θα υπάρχει ένα κενό στη ζωή σου, για παράδειγμα ένα κώμα ή κάτι τέτοιο. Αν στενοχωρήσουμε έτσι τους δικούς σου, θα πρέπει να πάρει μια μεγάλη αύξηση η αδελφή σου στη δουλειά για να τους αποζημιώσουμε." "Κι αν πεθάνω, θα πρέπει να κερδίσουν το ΛΟΤΤΟ;" "Τουλάχιστον. Αλλά, μεταξύ μας, το ΛΟΤΤΟ δεν αρκεί. Παιδί θα χάσουν." "Άσε που δεν παίζουν και ΛΟΤΤΟ", μουρμούρισε αφηρημένα ο Αχιλλέας. "Έλα να δεις και τη Ζυγώ", είπε η μοίρα, αναγκάζοντας τον Αχιλλέα να αποσπάσει την προσοχή του από τον ατελείωτο, υπνωτικό χορό της Ατρόπου. "Θα ακολουθήσουμε την ουρά που σχηματίζουν οι Λάχεσεις. Οι Κλωθοί παίρνουν το νήμα από την Άτροπο και οι Λάχεσεις παίρνουν το υλικό της ευτυχίας από τη Ζυγώ. Αλλά, εκεί θα πρέπει να είμαστε ήσυχοι. Η Ζυγώ είναι πολύ ιδιοσυγκρατική. Δεν το έχει σε τίποτα να θυμώσει και να διαθέσει μηδενικά ποσά ευτυχίας σε μερικές χιλιάδες καινούρια άτομα. Και τότε θα αναγκαστούν όλες μαζί να φτιάξουν καμιά φοβερή καταστροφή: πόλεμο, πυρηνικό ατύχημα, έκρηξη ηφαιστείου… " "Μήπως θα ήταν προτιμότερο να μην μπούμε και την εκνευρίσουμε;" Ρώτησε ανήσυχος τώρα ο Αχιλλέας. "Θα είμαστε προσεκτικοί. Αν δεν κάνουμε θόρυβο, δεν θα την ενοχλήσουμε". Προχώρησαν μέσα από την πόρτα. "Πώς υπάρχετε;" Ρώτησε τώρα ο Αχιλλέας. "Ποιος σας γεννά;" "Ο μηχανισμός του Πλάστη", απάντησε η μοίρα, χωρίς να δώσει περισσότερες εξηγήσεις. Μετά, έκανε ένα σήμα σιωπής. "Μπαίνουμε μέσα. Έχε το νου σου". Έτσι ο Αχιλλέας είδε και τη Ζυγώ. Ήταν μια ωραία γυναίκα, με ύφος μοιραίο και χαιρέκακο. Είχε μακριά, μαύρα μαλλιά, μαζεμένα σε κότσο. Τα χέρια της έπλαθαν ασταμάτητα βώλους από το υλικό που υπήρχε σε ένα δοχείο, που έμοιαζε απείρων διαστάσεων, και τους έδιναν στην κάθε Λάχεση που πλησίαζε. Μερικές φορές οι βώλοι ήταν μεγάλοι. Άλλες πάλι ήταν μικροί, συχνά τόσο μικροί που έμοιαζαν με χαλικάκια. Όσο πιο μικρός ήταν ο βώλος που πρόσφερε, τόσο πιο παράξενα μοχθηρή και η έκφραση στα χείλη της. Τότε πρόσεξε ο Αχιλλέας τα μάτια της κι έκλεισε το στόμα με τα δυό του χέρια για να μην φωνάξει. Η Ζυγώ είχε ολότελα άχρωμες ίριδες. Ωστόσο, σε κάθε βώλο που έπιανε, τα μάτια της άλλαζαν χρώμα. Άλλοτε γίνονταν μαύρα, σκοτεινά σαν τη νύχτα του διαστήματος, άλλοτε γαλανά, άλλοτε πράσινα. Γίνονταν και γκρίζα κι ακόμα χειρότερα, κόκκινα, βιολετιά και κίτρινα. "Ναι", ψιθύρισε η Λάχεση, έχοντας παρακολουθήσει τη ματιά του. "Όσο πιο λίγη η ευτυχία τόσο πιο σκούρο το χρώμα. Η Ζυγώ είναι τυφλή. Οι δικοί σας αρχαίοι είχαν παρουσιάσει τυφλή μια άλλη γυναίκα με ζυγαριά. Την είχαν ονομάσει δικαιοσύνη. Ήθελαν να παραστήσουν τη Ζυγώ. Αλλά κανένας δεν τόλμησε να το πει ανοιχτά". Ο Αχιλλέας έγνεψε νευρικά προς την πόρτα και η Λάχεση τον λυπήθηκε και τον έβγαλε έξω. Παρόλο που δεν είχε νιώσει ούτε ζέστη ούτε κρύο από τη στιγμή που βρέθηκε συντροφιά με τις μοίρες του, τώρα ένιωθε το κορμί του να τρέμει ανεξέλεγκτα. Η παρουσία της Ζυγώς κι ο τρόπος που κανόνιζε τις μοίρες των ανθρώπων τον είχαν συγκλονίσει. Όλες του οι ερωτήσεις είχαν προς στιγμήν ξεχαστεί, καθώς η Λάχεση τον οδηγούσε έξω από το θορυβώδες δωμάτιο με τα νήματα που έκοβε η Άτροπος. "Η Ζυγώ μας δίνει το περιθώριο να κατανείμουμε την ευτυχία που μας διαθέτει όπως θέλουμε", δήλωσε η Λάχεση όταν βρέθηκαν ξανά στο γκρίζο χώρο με τους άπειρους αργαλειούς. Δυστυχώς οι πιο πολλές από εμάς γινόμαστε σπάταλες στην αρχή. Αγαπάμε το μικρό παιδάκι που μεγαλώνει στα χέρια μας, και χαρίζουμε ευτυχία πολύ απλόχερα στο υφαντό. Κι έτσι μας τελειώνει. Για να ισοφαρίσουμε αυτά που έχουμε δώσει, αναγκαζόμαστε συχνά να μοιράζουμε δυστυχίες προς το τέλος της ζωής: θανάτους αγαπημένων, μοναξιά, οδυνηρές αρρώστιες. Δεν το θέλουμε, φίλε μου, αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή. Θα έχεις ίσως παρατηρήσει ότι συχνά όταν όλα σου πηγαίνουν καλά, τρως ξαφνικά ένα χαστούκι. Αυτό σημαίνει ότι έχεις ξεπεράσει το όριο της ευτυχίας που σου επιτρέπεται σ' εκείνη τη φάση και πρέπει να δώσεις πίσω. Έτσι, μόλις κάποιος παντρευτεί την αγαπημένη του μπορεί να τον απολύσουν από τη δουλειά του, μόλις πάρει αύξηση μπορεί να του αρρωστήσει ο πατέρας του, μόλις κερδίσει το λαχείο μπορεί να ανακαλύψει ότι πάσχει από καρκίνο." Ο Αχιλλέας έγνεψε καταφατικά. Είχε πάψει να τρέμει, αλλά δεν μπορούσε ακόμα να ξαναβρεί τα λόγια του και να ρωτήσει όσα θα ήθελε. Πάντως, όσο πετούσαν πάνω από τους αργαλειούς τόσο και καταλάβαινε περισσότερα από τα δρώμενα σ' αυτό το περίεργο μέρος. Και τόσο μεγάλωναν οι απορίες του. Ήταν λοιπόν ένα ολόκληρο σύστημα. Για κάθε ζωή έπρεπε να συμβουλεύονται ασταμάτητα οι υφάντρες η μια την άλλη και να πλέκουν προσεχτικά τα νήματα, έτσι ώστε να είναι όλες οι ζωές συμβατές μεταξύ τους. Η Κλωθώ τους έγνεψε να πλησιάσουν. "Ελάτε, γιατί κοντεύουμε να σταματήσουμε όλους τους διπλανούς αργαλειούς". Έκανε ένα νόημα δείχνοντας γύρω της. "Το βρήκα το νήμα και τώρα θα ξηλώσω λίγο για να κάνω τον κόμπο και να συνεχίσω το υφάδι." "Άρα, θα πεθάνω σύντομα ξανά όταν θα φτάσεις στην άλλη άκρη του κομμένου νήματος", παρατήρησε ο Αχιλλέας. "Όχι, γιατί εκεί έκανα ήδη έναν ωραίο κόμπο και το τύλιξα στο κουβάρι. Δεν ξέρω τι υπάρχει παρακάτω βέβαια, αλλά να είσαι σίγουρος πως κάνουμε ό,τι μπορούμε καλύτερο. Άντε τώρα, μην αργείς, και αναγκαστούμε να χαλάσουμε και των άλλων τα υφαντά!" "Θα το καταλάβω όταν φτάσετε στον κόμπο;" "Μπορεί να έχεις αυτό που λέτε déjà-vu. Συνήθως έτσι εκδηλώνονται τα ελαττώματα στο νήμα". Ο Αχιλλέας κοίταξε γύρω του. "Τι γίνεται αν δεν μπορείτε να συμβιβάσετε τα υφαντά;" "Μερικοί άνθρωποι τρελαίνονται. Ζουν τη ζωή που ήταν προδιαγεγραμμένη κι όχι αυτήν που ανασχεδιάστηκε. Δεν έχεις ακούσει για ανθρώπους που έχασαν τα λογικά τους μετά από μια μεγάλη απώλεια και πιστεύουν ότι ζουν μια άλλη ζωή;" Εκείνος έγνεψε καταφατικά. "Ελπίζουμε ότι δεν θα χρειαστεί να συμβεί τέτοιο πράγμα σε κανέναν από αυτούς εδώ." Η μοίρα σταμάτησε. "Είναι ο αργαλειός της μητέρας σου και του πατέρα σου", συμπλήρωσε, βλέποντας πού κατευθυνόταν το βλέμμα του. "Κι εδώ είναι ο αργαλειός της αδελφής σου", συμπλήρωσε μετά. "Να υποθέσω ότι αυτοί οι δυό, με τα μικρά υφάδια, είναι οι αργαλειοί των παιδιών της", έκανε ο Αχιλλέας, δείχνοντας τα διπλανά υφάσματα. Η αδελφή του είχε παντρευτεί πριν από έξι χρόνια και είχε δυό μικρά παιδιά. "Σωστά". "Κι εδώ;" Ρώτησε ο νεαρός, δείχνοντας ένα ακόμα αργαλειό πολύ κοντά στο δικό του. "Εδώ πλέκεται το νήμα της γυναίκας σου", είπε η Λάχεση. "Μα δεν έχω συναντήσει τη γυναίκα μου", διαμαρτυρήθηκε ο Αχιλλέας. "Όχι, αλλά είναι γραμμένο να τη συναντήσεις. Έχουμε ήδη συζητήσει και έχουμε καταλήξει και στις λεπτομέρειες." "Θέλεις να μάθεις;" Τον ρώτησε δελεαστικά η Κλωθώ. Για μια στιγμή ο Αχιλλέας δίστασε. "Όχι, δεν θέλω", είπε μετά. "Πολύ καλά. Είσαι σοφός", τον παίνεψε η Λάχεση. "Τώρα θα γυρίσεις πίσω". Ο Αχιλλέας ένιωσε μια ξαφνική αδυναμία, που τον ανάγκασε να ξαπλώσει. Είχε μια μεγάλη απορία, πάνω από όλες τις υπόλοιπες, αλλά δεν πρόλαβε να την αρθρώσει. Βλέπετε, εκείνος ο τελευταίος θάνατος είχε προκληθεί από αναπάντεχο πνιγμό: "Ποιος καθορίζει το δικό σας υφάδι; Ποιος καθορίζει το δικό σας ζύγι; " Οι γονείς του τον βρήκαν πεσμένο στο πάτωμα του δωματίου του, με ένα γερό καρούμπαλο στο κεφάλι. Φώναξαν ασθενοφόρο και απέδωσαν τα παραμιλητά του για νήματα και για ζύγια στο χτύπημα. Ο Αχιλλέας έμεινε δυό μέρες στην κλινική. Δεν μπόρεσε να εξηγήσει γιατί θέλησε να αλλάξει μια λάμπα που δεν ήταν καμένη και έπεσε από την καρέκλα. Για ένα διάστημα βυθίστηκε σε σκέψεις και σε βαθιά μελαγχολία. Μετά ξαναγύρισε στη δουλειά κι άρχισε να βγαίνει τα απογεύματα. Ακόμα κι αν όλα στη ζωή ήταν προδιαγεγραμμένα, εκείνος είχε δει ότι το κουβάρι της Κλωθώς ήταν μεγάλο κι ότι ο βώλος, που ήταν ακουμπισμένος δίπλα στον αργαλειό, ήταν αρκετά βαρύτερος από πολλών άλλων. Είχε να ζήσει πολλά και καλά. Είχε να συναντήσει μια γυναίκα και να παντρευτούν. Κι αυτό του έδινε τα κίνητρα για να συνεχίσει. Ωστόσο, ο Αχιλλέας έπεισε τους γονείς και την αδελφή του να αρχίσουν να παίζουν ΛΟΤΤΟ. Τι ασφάλεια είχε στη ζωή αν ούτε κι οι ίδιες οι μοίρες του δεν γνώριζαν αρκετά για τη συνέχεια του νήματος; ΤΕΛΟΣ Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Διγέλαδος Posted December 5, 2009 Share Posted December 5, 2009 (edited) Πολύ ενδιαφέρουσα η μυθοπλασία. Ο ζυγός της δικαιοσύνης όντως τώρα που το λες μου θυμίζει τη ζυγαριά στη μεταθανάτια ζωή των αρχαίων Αιγυπτίων. Λίγο όμως με έχασες με το Λόττο. Δυο απορίες: Οι μοίρες τρέχουν να προλάβουν να βρουν το υπόλοιπο νήμα γιατί μένουν 3 ώρες. Δηλαδή ο χρόνος είναι πραγματικός εκεί; Και πως προλαβαίνουν να ασχολούνται με τόσα νήματα; Δεύτερη απορία: Τι συμβαίνει όταν πεθαίνει κάθε φορά ο ήρωας; Πέφτει αναίσθητος; Δεν έχουν αρχίσει να υποψιάζονται κάτι οι γύρω του; Κι αν όχι πως το καταλαβαίνει ο ήρωας ότι έχει πεθάνει; Μου άρεσε πάρα πολύ η εξήγηση που δίνεις γιατί όταν μας συμβαίνει κάτι πολύ καλό, πρέπει να μας συμβαίνει και κάτι πολύ κακό. Άρα ο ήρωας μια χαρά είχε βολευτεί που δεν του συνέβαινε ούτε κάτι πολύ καλό κι έτσι ούτε πολύ κακό Είναι συμβουλή που μας δίνεις; χεχε Edited December 5, 2009 by twocows Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted December 5, 2009 Share Posted December 5, 2009 Tiessa, τι μας έδωσες να διαβάσουμε; Μου άρεσε πάρα πολύ, το δωμάτιο με τους αργαλειοιύς το είδα ολοζώντανα, και να είσαι σίγουρη ότι δεν θα ξεκκολήσω ποτέ από τη Ζυγώ με τους βώλους της. ( Όλα δανεικά είναι). Λίγο με ξένισε κι εμένα η εμμονή με το ΛΟΤΤΟ και τα λεφτά, και σε κάποιο σημείο το κείμενο έκανε μια κοιλίτσα, πολύ μικρή. Αλλά πραγματικά το διάβασα με προσήλωση. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
christina Posted December 5, 2009 Share Posted December 5, 2009 Υπέροχη συγκλονιστική αφήγηση, τυλιγμένο με μια αιθέρια ατμόσφαιρα παραμυθιού Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted December 5, 2009 Author Share Posted December 5, 2009 @Cassandra_Gotha, @Christina: Ευχαριστώ πολύ για την ανάγνωση. Χάρηκα που σας άρεσε. @Twocows: Επίσης ευχαριστώ για τα σχόλια. Να σου απαντήσω τις ερωτήσεις: α) Ο χρόνος που έχουν για να τον επαναφέρουν στη ζωή -στο δικό μας κόσμο- είναι μόνο λίγα λεπτά, όσο χρόνο έχει για να ανανήψει κάποιος που πνίγεται. Ο δικός τους χρόνος κυλάει διαφορετικά. Υποτίθεται ότι ο Αχιλλέας ήταν πεθαμένος για ελάχιστο χρονικό διάστημα όσο τριγυρνούσε στους αργαλειούς. Κάθε φορά το δικό μας χρονικό διάστημα είναι σχεδόν μηδενικό, γι αυτό και δεν το αντιλαμβάνονται οι άλλοι. Οι τρεις ώρες είναι απλώς ο χρόνος απουσίας των άλλων από το σπίτι, πράγμα που εξασφαλίζει ότι το περιστατικό δε θα γίνει αντιληπτό. β) Ως προς το τι γινόταν τις φορές που πέθαινε, εχμ... εδώ χρειάζονται λίγες εξηγήσεις. Λοιπόν, είχα γράψει αναλυτικά τι συνέβαινε, αλλά ο διαγωνισμός είχε ένα όριο μεγέθους που δεν μπορούσα να καταφέρω αν άφηνα λεπτομερώς τα περιστατικά. Δεν μπορούσα να κόψω και πολλά από την ξενάγηση στους αργαλειούς και τις εξηγήσεις. Έτσι αφαίρεσα πολλά από την αρχή. Εϊπα να ανεβάσω το κείμενο όπως κατέληξε τότε, παρά στην αρχική του εκδοχή. Πάντως, μια που ρωτάς, μέσα στα spoiler tags υπάρχει το 'κομμένο' κείμενο. Με ελάχιστες τρποποιήσεις, μπορείς να το προσθέσεις στην αρχή. Ο Αχιλλέας Γιαννόπουλος πέθανε για πρώτη φορά όταν ήταν επτά χρονών. Δηλαδή, ο ίδιος ήταν σίγουρος ότι είχε πεθάνει για λίγο, όταν κυκλοφορώντας όπως πάντα με τις κάλτσες, γλίστρησε ξαφνικά στο γυαλισμένο πάτωμα, παρόλο που δεν έτρεχε, και χτύπησε τον κρόταφό του στην άκρη του τζακιού. Ενώ όμως απόμεινε πεθαμένος για αρκετές στιγμές, ούτε η μάνα του ούτε η μεγαλύτερη αδελφή του παρατήρησαν τίποτα. Λίγο αργότερα ωστόσο, ο Αχιλλέας ήταν ζωντανός και, πραγματοποιώντας μια γνήσια ακροβατική κίνηση, πρόλαβε να βάλει τα χέρια του μπροστά και να σπάσει μονάχα το μικρό του δαχτυλάκι. Το περίεργο ήταν ότι, αντίθετα από το θάνατό του, που πέρασε απαρατήρητος, ο τραυματισμός του προκάλεσε έναν τεράστιο χαμό στο σπίτι. Πρώτον εκείνος πόνεσε φοβερά, ενώ πεθαίνοντας δεν είχε πονέσει καθόλου. Οι στριγκλιές του ξεσήκωσαν τώρα και τη μάνα του και την αδελφή του, που έτρεξαν να βοηθήσουν. Τον πήγαν στο ΚΑΤ. Εκεί του έβαλαν το μικρό δαχτυλάκι σε νάρθηκα και όταν βεβαιώθηκαν ότι δεν ήταν τίποτα πιο σοβαρό, η μάνα του ξεκίνησε να τον βρίζει σε όλο το δρόμο της επιστροφής για την κακιά του συνήθεια να τρέχει με τις κάλτσες. Άδικα ορκίστηκε ο Αχιλλέας πως δεν έτρεχε και πως δεν κατάλαβε καθόλου τι έγινε. Το χειρότερο απ' όλα όμως ήταν πως ο πατέρας του τον είπε λαπά, όταν ο Αχιλλέας προσπάθησε να του εξηγήσει ότι αρχικά είχε πεθάνει. Ένας άντρας, δήλωσε ο πατέρας, με σκληρό ύφος, δεν καταδέχεται ποτέ να λέει ότι θα πεθάνει επειδή χτύπησε το δαχτυλάκι του. Μάταια προσπάθησε ο Αχιλλέας να του πει ότι πέθανε πριν χτυπήσει το δάχτυλο κι όχι μετά. Ο πατέρας του τον έστειλε να διαβάσει τα μαθήματά του και η μόνη χαρά του Αχιλλέα από αυτή την άχαρη ιστορία ήταν πως επί δέκα μέρες είχε μια καλή δικαιολογία για να μην κάνει την αντιγραφή του. Έτσι, έληξε ο πρώτος του θάνατος. Εξάλλου, μερικούς μήνες αργότερα, στην κηδεία μιας μακρινής του θείας, ο Αχιλλέας βεβαιώθηκε ότι είχε κάνει λάθος, καθότι οι πεθαμένοι είθισται να παραμένουν πεθαμένοι. Είχε ξεχάσει τα πάντα περί θανάτου, όταν πέθανε για δεύτερη φορά από αυτοκινητιστικό δυστύχημα στα δεκαεφτά του. Καθώς αυτός και ο συμμαθητής του, ο Γεράσιμος, πλησίαζαν να ενηλικιωθούν, οι γονείς τους τούς επέτρεπαν να βγαίνουν το Σαββατόβραδο, αρκεί να μην ανέβαιναν σε μηχανάκια και να γύριζαν πίσω σε μια λογική ώρα. Η αλήθεια είναι ότι ανέβαιναν σε μηχανάκια, αλλά όσο γύριζαν σπίτι τους στην προκαθορισμένη ώρα και σώοι, κανένας δεν ανακάλυπτε τίποτα περισσότερο. Ο θάνατος τον βρήκε αυτή τη φορά μαζί με το Γεράσιμο στη Λεωφόρο Κηφισίας. Ωστόσο, δεν ήταν πάνω σε μηχανάκι, δεν είχε προλάβει να πιει τίποτα, επειδή ήταν ακόμα εννιά και μισή και περίμενε ήσυχα, μαζί με το φίλο του να περάσουν απέναντι και μάλιστα από το φανάρι. Τότε ακριβώς ένα αυτοκίνητο ξέφυγε ολότελα από την πορεία του, χωρίς εμφανή αιτία, ανέβηκε στο πεζοδρόμιο, έσπασε τα δυό πόδια του Γεράσιμου και άφησε τον Αχιλλέα στον τόπο. Για λίγο. Λίγες στιγμές αργότερα, είδε τη σκηνή να ξαναπαίζεται, με τους ίδιους πρωταγωνιστές. Το αυτοκίνητο ανέβηκε και πάλι στο πεζοδρόμιο, αλλά λίγα εκατοστά δεξιότερα. Έτσι, ο Αχιλλέας απλώς έπεσε κάτω, χτύπησε σε κάποια άλλη γωνία στις πλάκες του πεζοδρομίου κι απόμεινε, ζαλισμένος, πονεμένος, τρομαγμένος, αλλά πέρα για πέρα ζωντανός. Όσο για το Γεράσιμο, αυτός είχε και πάλι σπασμένα τα δυό του πόδια. Πώς και γιατί έφυγε το αυτοκίνητο από την πορεία του, ενώ ο οδηγός δεν έτρεχε, δεν ήταν πιωμένος, είχε δεκαπέντε χρόνια πείρα οδήγησης χωρίς ατύχημα, οι συνθήκες του δρόμου ήταν κανονικές, ο φωτισμός εξαιρετικός και το αυτοκίνητο πέρα για πέρα λειτουργικό, ήταν κάτι που δεν μπόρεσε να εξηγήσει κανένας, πολύ δε μάλλον ο σοκαρισμένος οδηγός. Μετά από την περιπέτεια στο Νοσοκομείο και την Αστυνομία, το βρισίδι και τις άνευ λόγου απαγορεύσεις των γονιών του, ο Αχιλλέας έκανε μια δειλή απόπειρα να συζητήσει με το Γεράσιμο, που είχε ακινητοποιηθεί για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα, από το σπάσιμο των ποδιών, αν θυμόταν την πρώτη φορά που έπεσε πάνω τους το αυτοκίνητο. Και φυσικά, έλαβε μια απάντηση του τύπου: "Κι εγώ που νόμιζα πως εγώ είμαι ο άτυχος, με τα δυο σπασμένα πόδια! Αμ, πες μου, ρε μαλάκα, ότι εσένα σου κουνήθηκε το μυαλό για τα καλά! Σιγά, μην έπεσε κι άλλη φορά πάνω μας το αυτοκίνητο! Μια δε σου έφτασε;" Ούτε κουβέντα βέβαια να το συζητήσει με κανέναν άλλον. Στους γονείς του δεν σήκωνε, ο κολλητός του τον έλεγε μαλάκα, τους καθηγητές ποιος να τους εμπιστευτεί; Άσε που πλησίαζαν και οι εξετάσεις, κι όποιος ασχολιόταν με τέτοια ψυχολογικά και μεταφυσικά πράγματα δεν έγραφε καλά. Έτσι, ο Αχιλλέας, που ήταν ιδιαίτερα πρακτικό και υγιές άτομο, έβαλε το θέμα στην άκρη και, στα πλαίσια του δυνατού, το ξέχασε για άλλη μια φορά. Όταν μάλιστα ξεκίνησαν και τα εργαστήρια για τη σχολή του στα ΤΕΙ της Αθήνας, δεν είχε καθόλου χρόνο για τέτοιες σκέψεις. Ήταν λίγους μήνες μετά την απόλυσή του από το στρατό, όταν πέθανε για τρίτη φορά. Ο θάνατός του ήταν και πάλι απρόσμενος και μάλιστα, θα έλεγε κανείς ότι θύμιζε κόμικς. Καθώς περπατούσε, νωρίς ένα απόγευμα στη Δροσοπούλου, του ήρθε στο κεφάλι μια γλάστρα από τον τέταρτο όροφο και τον άφησε στον τόπο. Παρά το πολύσυχναστο του δρόμου, κανένας δεν νοιάστηκε για το θάνατό του. Εξάλλου, λίγες στιγμές αργότερα, ο Αχιλλέας ξαναπερνούσε από το ίδιο σημείο, απόλυτα ασφαλής, αφού η κυρία που πότιζε τα λουλούδια της, πρόλαβε να αρπάξει τη γλάστρα στο γείσο του μπαλκονιού. Ενδεχομένως, βλέποντας ότι το αρχικό κείμενο είχε περισσότερο χιουμοριστική χροιά απ' αυτή που έμεινε στο τέλος να είναι κατανοητό πού κολλάει και το ΛΟΤΤΟ, το οποίο όντως υποβιβάζει κάπως την κατάσταση. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Morimel Posted December 6, 2009 Share Posted December 6, 2009 Tiessa πάρα πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, υπέροχη αφήγηση και περιγραφές, όλα πολύ ωραία! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Martin Ocelotl Posted December 8, 2009 Share Posted December 8, 2009 Αξιαγάπητη κυρία μου, αν συμφωνείτε θα ήθελα να καταθέσω τις απόψεις μου για το κείμενο που αναρτήσατε εδώ. Δυστυχώς δεν ενθυμούμαι αν έχετε ήδη συγκατατεθεί σε τέτοια πρόθεσή μου και έτσι είμαι υποχρεωμένος να σας ρωτήσω δεδομένου ότι οι κριτικές μου δεν βρίθουν καλλωπιστικών και εν γένει ευχάριστων διατυπώσεων. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted December 8, 2009 Share Posted December 8, 2009 Αξιαγάπητη κυρία μου, αν συμφωνείτε θα ήθελα να καταθέσω τις απόψεις μου για το κείμενο που αναρτήσατε εδώ. Δυστυχώς δεν ενθυμούμαι αν έχετε ήδη συγκατατεθεί σε τέτοια πρόθεσή μου και έτσι είμαι υποχρεωμένος να σας ρωτήσω δεδομένου ότι οι κριτικές μου δεν βρίθουν καλλωπιστικών και εν γένει ευχάριστων διατυπώσεων. Αξιαγάπητη κυρία μου, ο σεβαστός φίλος κύριος Martin είναι κρυμμένος πίσω απ' την πόρτα, κρατάει μια (καλοπροαίρετη είναι η αλήθεια) χατζάρα ίση σε μπόι όσο εκείνος κι εσείς μαζί και αναρωτιέται αν του επιτρέπετε να σας πάρει το σκαλπ -μαζί με λίγο κρανίο. [Λοιπόν, τη δική μου συγκατάθεση για τα δικά μου την έχεις σίγουρα Martin! ] Πολύ ωραία εισαγωγική πρόταση, Βάσω! Ιδανικό catch! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted December 8, 2009 Author Share Posted December 8, 2009 Αξιαγάπητη κυρία μου, αν συμφωνείτε θα ήθελα να καταθέσω τις απόψεις μου για το κείμενο που αναρτήσατε εδώ. Δυστυχώς δεν ενθυμούμαι αν έχετε ήδη συγκατατεθεί σε τέτοια πρόθεσή μου και έτσι είμαι υποχρεωμένος να σας ρωτήσω δεδομένου ότι οι κριτικές μου δεν βρίθουν καλλωπιστικών και εν γένει ευχάριστων διατυπώσεων. Ελεύθερα, καλέ μου κύριε. Είμαι όλη μάτια. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Martin Ocelotl Posted December 8, 2009 Share Posted December 8, 2009 Ω! Χαίρομαι πάντα όταν με αφήνετε να συμμετάσχω στο παιχνίδι. Και φυσικά φίλε μου mman θα εκμεταλευτώ την εκμαιευθείσα* συγκατάθεσή σου. *άραγε η ορθογραφία αυτής της λέξης είναι αποκύημα της φαντασίας μου; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted December 21, 2009 Share Posted December 21, 2009 Βάσω εντάξει, μου έχεις λύσει πολλές απορίες και τώρα ξέρω πως δουλεύουνε τα πράγματα Όμορφο κείμενο πολύ, από αυτά που τα αντιλαμβάνεσαι σαν να διάβασες μόλις δυο τρεις γραμμούλες, τόσο ευχάριστα και γρήγορα διαβάζεται και ταυτόχρονα τίγκα στις ιδέες. Μου άρεσε η απάντηση στο ντεζαβού, όπως φυσικά και η ιδέα για το ζύγι. Δε διάβασα το κομμάτι το έξτρα, γιατί εμένα δε μου έλειψε κάτι που δεν ξέρω κάποια πράγματα, ίσα ίσα που μάλλον έτσι όπως κατέληξες να το κόψεις ενίσχυσες το κομμάτι με τις μοίρες κι άφησες τον Αχιλλέα έναν απλό παρατηρητή με τον οποίο μπορώ να ταυτιστώ ευκολότερα από ότι αν τον ήξερα καλύτερα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted December 21, 2009 Author Share Posted December 21, 2009 Βάσω εντάξει, μου έχεις λύσει πολλές απορίες και τώρα ξέρω πως δουλεύουνε τα πράγματα [...] Μου άρεσε η απάντηση στο ντεζαβού[...] Πολύ χαίρομαι που σου άρεσε, Κιάρα, κι ακόμα περισσότερο που σου έμεινε η ιδέα με το ντεζαβού. Τολμώ να πω πως απ' όσα έχω γράψει εκεί μέσα, αυτό θα μπορούσα και τα το πιστέψω! Πάντως όσο μεγαλώνω, έχω πολύ λιγότερα ντεζαβού. Ελπίζω αυτό να σημαίνει ότι το νήμα μου είναι καλής ποιότητας. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dimit031 Posted January 7, 2010 Share Posted January 7, 2010 (edited) Απλά καταπληκτικό! Μου άρεσε η όλη ιστορία , το πώς ξετυλιγόταν , το πώς εξηγούσε κάποιες καταστάσεις .Είμαι βέβαιος πως της αφιέρωσες αρκετό χρόνο.Σίγουρα ,Tiessa , μία από τις ιστορίες που θα διάβαζα άνετα και χωρίς σταματημό! Το θέμα deja vu μου άρεσε , και όντως , θα μπορούσα και εγώ να πιστέψω τα όσα γράφεις! Η όλη αφήγηση , οτρόπος περιγραφής , μου φαίνονται απλά , ευκολονόητα. Αν υπολογίσεις και μια αχαλίνωτη φαντασία , τότε το αποτέλεσμα είναι πολύ ωραίο! Απλά συνέχισε έτσι , η ιστορία σου ήταν πανέμορφα δωσμένη! Edited January 7, 2010 by dimit031 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted January 7, 2010 Author Share Posted January 7, 2010 ... Είμαι βέβαιος πως της αφιέρωσες αρκετό χρόνο... Σ' ευχαριστώ πολύ για τα τόσο καλά σου λόγια. Η αλήθεια είναι ότι επειδή έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που την έγραψα, δε θυμάμαι πόσο χρόνο ακριβώς αφιέρωσα γράφοντας. Ήταν και μια φάση που ξεκινούσα κείμενα, τα άφηνα στη μέση, έπιανα άλλα, τα άφηνα, τελείωνα τα προηγούμενα, κάτι τέτοιες ακατάστατες φάσεις. Πάντως θυμάμαι καλά ότι την είχα πολύ καιρό στο μυαλό μου, και τα κομματάκια συμπληρώνονταν όντως για μεγάλα χρονικά διαστήματα πριν ξεκινήσω να τη γράφω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
KELAINO Posted January 7, 2010 Share Posted January 7, 2010 Είμαι πολύ ευτυχής! Μόλις τη διάβασα! Εκτός του ότι περιείχε απίστευτα πνευματώδης απαντήσεις σε προβλήματα που ψιλοαπασχολούν την αθρωπότης, εκτός του ότι είσαι, κατά πάσα πιθανότητα, μια μεγαλοφυϊα, και ασχέτως του γεγονότος ότι κάθε φορά που σε διαβάζω αισθάνομαι τα λεφτά που έσκασα για τον υπολογιστή να πιάνουν τόπο, αυτή η ιστορία είχε μέσα ΕΡΓΑΛΙΟΥΣ!! Γιούπι!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Blondbrained Posted January 7, 2010 Share Posted January 7, 2010 (edited) Λοιπόν, την διάβασα (πώς μου ξέφυγε)... Τώρα, δεν ξέρω πώς να αναπτύξω ακριβώς την κριτική μου, γιατί δεν είναι μίας κατεύθυνσης. Κι εξηγούμαι: Μ'άρεσε πάρα πολύ η 'εισαγωγή' στο παραμύθι. Μου κράτησε το ενδιαφέρον όλο αυτό το παράξενο των συνεχών θανάτων του ήρωα. Μου άρεσαν, επίσης, συγκεκριμένες σκηνές, όπως αυτή με τους βώλους (ΘΕΪΚΗ) και το βλέμμα της Ζυγούς και οι αργαλειοί. Αλλά, ομολογώ πως δεν μου άρεσε η τεχνική του εξηγώ τα πάντα για τη ζωή και το σύμπαν μέσα από έναν διάλογο, δεν μου άρεσε που οι μοίρες ήταν τόσο έτοιμες να δώσουν ακόμα και μυστικά της 'δουλειάς' τους σ'ένα 'ατύχημα' στην ουσία. Ποτέ δεν μ'άρεσε αυτή η τεχνική, δεν φταις εσύ...κι η αλήθεια είναι πως ήταν πιο πετυχημένο το αποτέλεσμα από άλλες παρόμοιες προσπάθειες, που έχω διαβάσει. Αλλά παραμένει λάθος (ΓΙΑ ΜΕΝΑ, ΠΑΝΤΑ) αυτό το ξεκαθάρισμα και η επίλυση των πάντων με αυτόν τον τρόπο. Δεν μ'αρέσει, κυρίως, γιατί είναι προφανής η προσπάθεια (οπότε χάνομαι από τον κόσμο που έχεις πλάσει, και καταλαβαίνω την ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ που κάνεις για να εξηγήσεις όλα αυτά τα ανεξήγητα...καταλαβαινεις;).. Θα μου μείνουν, λοιπόν, αυτές οι εικόνες (εδικά της Ζυγούς, το ξαναλέω, γιατί ήταν συγκλονιστικές), θα με συντροφεύουν, και -μη σου πω- μάλλον θα κρατήσω τον μύθο που της έπλασες για πάρτυ μου ( ), αλλά θα προτιμούσα ν'ανακάλυπτε μέρος όλων αυτών των απαντήσεων με άλλους τρόπους (μέσα από την εμπειρία του, πάντα). Τι τρόπους; Δεν ξέρω, δεν με αφορά αυτή τη στιγμή, αλλά σίγουρα υπάρχουν. Και τελικά, δεν χρειαζόμασταν όλες αυτές τις πληροφορίες, εγώ δηλαδή... Γιά την γλώσσα δεν χρειάζεται να πω τίποτα...Μαγική, όπως πάντα Edited January 7, 2010 by Blondbrained Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted January 7, 2010 Author Share Posted January 7, 2010 @KELAINO: Πω, πω, γλουπ. Με τέτοιες κουβέντες, θα ψάχνω σε λίγο για emoticon με ανθρωπάκι πάνω στο καλάμι! Χαίρομαι που σου άρεσε τόσο κι ευχαριστώ πάρα πολύ για τα σχόλια. @Blondbrained: Έχεις δίκιο για το διάλογο. Αισθάνομαι κι εγώ ότι θα έπρεπε να δοθούν με κάποιον άλλο τρόπο οι πληροφορίες, αντί γι αυτήν την καταιγιστική και όντως ύποπτα πρόθυμη παροχή πληροφοριών, αλλά εκείνη την εποχή που γράφτηκε (πριν από 7 χρόνια) αυτό ήταν κάτι που δεν είχα ακόμα αντιληφθεί πολύ καλά. Αν το ξαναπιάσω κάποια στιγμή στο μέλλον, κρατάω στα υπόψη ότι τουλάχιστον ένα μέρος των πληροφοριών πρέπει να δοθεί αλλιώς. Σ' ευχαριστώ πολύ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Kelley Posted January 11, 2010 Share Posted January 11, 2010 Όπως πάντα, ο τρόπος που γράφεις με κρατάει καθηλωμένη, με ταξιδεύει με οδηγό τις λέξεις και τις εικόνες. Όπως πάντα, μέσα από τις ιστορίες σου μαθαίνω. Σ’ ευχαριστώ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted May 13, 2010 Share Posted May 13, 2010 Βάσω μου, σου αντιγράφω εδώ τη "θεωρία του Επιτρεπτού Ορίου" από τον "Ηλίανθο" του Stefano Benni: "Η εν λόγω θεωρία υποστηριζει ότι σε κάθε έμβιο ον αποδίδεται, πριν από τη γέννηση, ένα ανώτατο επιτρεπτό όριο ζωτικών δραστηριοτήτων που θα το συνοδεύσει στη γήινη πορεία του. Παραδείγματος χάρη, στο Επιτρεπτό Όριο μπορεί να περιλαμβάνονται: Τριακόσιες χιλιάδες μπύρες Ένα εκατομμύριο και δεκαεπτά χιλιάδες φταρνίσματα Τριάντα ταξίδια στο εξωτερικό Η δυνατότητα να πεις εξακόσιες δεκαέξι χιλιάδες φορές τη λέξη 'τέλος πάντων' [...]Σαράντα έξι χιλιόμετρα μακαρονάδας Τρεις χιλιάδες ώρες πόκερ [...]Το φταίξιμο είναι στην υπέρβαση του Επιτρεπτού Ορίου![...]Ο Άλφα πέθανε, επαναλαμβάνω, επειδή, μια στιγμή πριν την αποπληξία, έφαγε το εκατομμυριοστό παγωτό ή είπε 'τέλος πάντων' μια φορά παραπάνω απο τα επιτρεπτά.[...]Ένα πλούσιο Επιτρεπτό Όριο, αυτό ορίζει την πραγματική υγεία!" Μου τη θύμισε το διήγημά σου. Ελπίζω να συμφωνήσεις ότι έχει πολλή πλάκα και φαντασία. Είναι το αγαπημένο μου βιβλίο και ήθελα να σου πω ότι τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται. Συγχαρητήρια! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted May 13, 2010 Share Posted May 13, 2010 /spam mode on/ Εντάξει, αλλά πες στον κύριο Benni ότι 300.000 μπύρες είναι αδιανόητα πολλές και 3.000 ώρες πόκερ τραγικά λίγες. /spam mode off/ Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted May 13, 2010 Author Share Posted May 13, 2010 Βάσω μου, σου αντιγράφω εδώ τη "θεωρία του Επιτρεπτού Ορίου" από τον "Ηλίανθο" του Stefano Benni: "Η εν λόγω θεωρία υποστηριζει ότι σε κάθε έμβιο ον αποδίδεται, πριν από τη γέννηση, ένα ανώτατο επιτρεπτό όριο ζωτικών δραστηριοτήτων που θα το συνοδεύσει στη γήινη πορεία του. [...]Το φταίξιμο είναι στην υπέρβαση του Επιτρεπτού Ορίου![...] [...]Ένα πλούσιο Επιτρεπτό Όριο, αυτό ορίζει την πραγματική υγεία!" Δεν ήξερα την ανωτέρω θεωρία, αλλά τη βρίσκω πολύ του γούστου μου. Ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted May 13, 2010 Share Posted May 13, 2010 Η θεωρία του Επιτρεπτού Ορίου καταλαμβάνει ακριβώς 4 σελίδες, δε γίνεται να την αντιγράψω όλη, αλλά το βιβλίο έχει βγει από τις εκδόσεις Τραυλός/Κρύσταλλο και θα το βρείτε πολύ φτηνά στο βιβλιοπωλείο Πολιτεία, στην αρχή της Ασκληπιού, οι Αθηναίοι. Βάζω άλλο ένα παράδειγμα, ειδικά αφιερωμένο στον mman: Τριακόσιες εβδομήντα χιλιάδες ορθογραφικά λάθη () Βάσω μου, θα σου το πάρω για δώρο κάποια στιγμή... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted May 14, 2010 Share Posted May 14, 2010 Αρκετά όμορφο κείμενο, ειδικά στην αρχή, όπου οι αλλεπάλληλοι, μυστηριώδεις και ανευόδωτοι θάνατοι εξάπτουν τον ενδιαφέρον. Είναι, επίσης, πολύ ενδιαφέρουσα η μυθολογία σου για τις Μοίρες, αν και αυτή η σωρεία Κλωθών και Λάχεσων, κάπως με ξένισε, μάλλον επειδή η μοναδικότητα της καθεμιάς δίνει μεγαλύτερο κύρος στην «θεϊκή» τους δύναμη, έτσι πιστεύω εγώ, τέλως πάντων. Η πρόσθεση της Ζυγώς στις Μοίρες είχε κι αυτή ένα ενδιαφέρον, και μου φάνηκε πολύ γραφική και μυστηριώδης, σαν χαρακτήρας. Από την άλλη, όμως, ο ρόλος που έδωσες στην Ζυγώ έχει ήδη δωθεί στην Λάχεση, η οποία είναι αυτή που ορίζει τι θα «λάχει» στον καθένα. Βέβαια, δική σου μυθολόγια είναι κι εσύ θα ορίσεις ποιος θα κάνει τι Εκτός αυτών, το κείμενο μου φάνηκε λιγάκι απαισιόδοξο. Γιατί να πρέπει για κάθε μικροποσότητα περισσής χαράς να δεχόμαστε ένα χαστούκι από κάπου άλλου; Σίγουρα υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στην ζωή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι Μοίρες μας την φυλάνε Προσωπικά, είμαι αντίθετος σε κάθε είδους μοίρα και πεπρωμένο, αν και, σαν μυθολογικά στοιχεία, τα βρίσκω πολύ ενδιαφέροντα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted May 14, 2010 Author Share Posted May 14, 2010 Ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια, Άγγελε. Χαίρομαι που το βρήκες όμορφο και σου άρεσαν τα μυθολογικά στοιχεία Εκτός αυτών, το κείμενο μου φάνηκε λιγάκι απαισιόδοξο. Γιατί να πρέπει για κάθε μικροποσότητα περισσής χαράς να δεχόμαστε ένα χαστούκι από κάπου άλλου; Σίγουρα υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στην ζωή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι Μοίρες μας την φυλάνε Προσωπικά, είμαι αντίθετος σε κάθε είδους μοίρα και πεπρωμένο, αν και, σαν μυθολογικά στοιχεία, τα βρίσκω πολύ ενδιαφέροντα. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι υπέρ ή κατά της μοίρας. Απλώς με έχει προβληματίσει κάποιες φορές το γιατί κάτι πάντα θα μας χαλάει τις καλές μας στιγμές και το διήγημα ήταν μια μορφή απάντησης, κάτι του τύπου what if? Και ομολογώ ότι δεν αισθανόμουν απαισιόδοξη όταν το έγραφα -αν ανακαλέσω την εποχή της γραφής, μάλλον ζούσα καλές στιγμές τότε και αισθανόμουνα ότι ο δικός μου βώλος ήταν αρκετά μεγάλος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted July 13, 2010 Share Posted July 13, 2010 Η αρχική πρόταση πιάνει τον αναγνώστη από το γιακά και η όλη ιδέα είναι έξυπνη. Όμως: διαβάζοντας και το κομμένο κομμάτι αδυνατώ να καταλάβω πώς και γιατί κόπηκε στα rewrites. Δίνει έναν χιουμοριστικό τόνο στο κείμενο που ταιριάζει με το γενικότερο ύφος του και δένει καλά και με το ΛΟΤΤΟ πιο κάτω. Σκέψου σοβαρά να το επαναφέρεις. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.