Cassandra Gotha Posted January 30, 2010 Share Posted January 30, 2010 (edited) Όνομα συγγραφέα: Άννα Μακρή Τίτλος: Ποιος πίστεψε τον Ρίτσαρντ Μάρβελους; Είδος: Επιστημονική Φαντασία Βία: 'Οχι Σεξ: 'Οχι Λέξεις: 3163 Σχόλια: Γίνεται αναφορά στο βιβλίο του Χάιρνιχ Μπελ "Οι απόψεις ενός κλόουν". Όταν τα ρομπότ κέρδισαν την επανάσταση του 3203, πενήντα χρόνια πριν, όλα άλλαξαν στα Προηγμένα Έθνη. Άνθρωποι και ρομπότ συνυπήρχαν πλέον αρμονικά, με τα δεύτερα να μην έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τα δικαιώματα (αλλά και τα καθήκοντα) των πρώτων. Τα ρομπότ πήραν θέση στην κοινωνία ως ενεργοί πολίτες. Ψήφιζαν, πολιτεύονταν, αγόραζαν σπίτια και προσλαμβάνονταν ως υπάλληλοι σε γραφεία, καταστήματα και υπηρεσίες, αλλά και κατείχαν δικές τους επιχειρήσεις. Γενικά όλοι οι ανθρώπινοι νόμοι ίσχυαν και για τα ίδια, με μόνη διαφορά τους δικούς τους, που είχαν αρχικά ψηφιστεί από ανθρώπους αλλά είχαν μεταρρυθμιστεί από κοινού μετά την επανάσταση. Ένα ρομπότ κατείχε το λειτουργικό του δίσκο και ανήκε μόνο στον εαυτό του. Δεν παράγονταν πια καινούργια, μόνο επισκευάζονταν ή ανακατασκευάζονταν τα ήδη υπάρχοντα. Τα ρομπότ ήταν ελεύθερα. * Ο Ευάγγελος Ζανής ξάπλωσε στο κρεβάτι του ευχαριστημένος, αφήνοντας έναν αναστεναγμό. Η κούραση ήταν βαριά αλλά γλυκιά, πολύ πιο γλυκιά από όσο είχε φανταστεί ποτέ. Πριν λίγες ώρες είχε βιώσει ακόμα μία συγκλονιστική ερμηνεία του εκπληκτικού Ρίτσαρντ Μάρβελους επί σκηνής. Τον λάτρευε. Ο τύπος ήταν πραγματικός καλλιτέχνης. Ο Ευάγγελος Ζανής έφτανε στο σημείο να ζηλεύει την επιτυχία του κυρίου Μάρβελους. Είχε ό,τι ο ίδιος ήθελε πάντα. Ταλέντο, αναγνώριση, καλούς ρόλους, χρήμα, δόξα. Ο Ευάγγελος ήταν άνθρωπος, Homo Sapiens Sapiens. Ο κύριος Μάρβελους ήταν ρομπότ, ανδροειδές, σειρά 3000. Ο Ευάγγελος παρακολουθούσε την επιτυχία του Ρίτσαρντ διαβάζοντας τα άρθρα που γράφονταν μετά από κάθε αξιοζήλευτη ερμηνεία του, ρουφώντας τις κριτικές αχόρταγα, βλέποντας ξανά και ξανά τα βίντεο με τις παραστάσεις του. Η τέχνη του θεάτρου είχε εξελιχθεί τον τελευταίο αιώνα. Η σκηνή ήταν μισοσκότεινη, με λίγα μόνο φωτάκια στο πάτωμα. Κατά συνέπεια, το κοινό μπορούσε να βλέπει περισσότερο τις κινήσεις παρά τα πρόσωπα των ηθοποιών. Έτσι κι αλλιώς, ήταν πάντα βαμμένοι κάτασπροι με τα μάτια τους τονισμένα με μαύρο μακιγιάζ. Οι φωνές και όλοι οι ήχοι που έβγαζαν οι καλλιτέχνες, όπως χτυπήματα με τα χέρια ή τα πόδια τους, γρυλίσματα, ανάσες και κραυγές, ήταν εξίσου σημαντικοί με τις κινήσεις. Σκηνικά δεν υπήρχαν, και τα κοστούμια ήταν όσο το δυνατόν πιο μινιμαλιστικά. Με λίγα λόγια, το κοινό απολάμβανε στην ευλαβικά ήσυχη πλατεία μια τελετή, και όχι το φανταχτερό θέαμα περασμένων χιλιετιών. Δεν μπορούσε να ξεχωρίσει ένας ηθοποιός άνθρωπος από ένα ρομπότ επί σκηνής. Εκτός της εκπληκτικής ομοιότητάς τους, είχαν και σύμμαχο τις συνθήκες της παράστασης. Όμως τα ρομπότ είχαν μια βασική έλλειψη όσον αφορά την τέχνη: ήταν τέλεια. Καταλαβαίνει κανείς πως σε μια τέχνη που βασίζεται τόσο στην κίνηση όσο και στην ομιλία, αυτό ήταν που έκανε τη διαφορά. Τα ρομπότ μπορούσαν εύκολα να προσομοιάσουν συναισθήματα, αλλά δεν μπορούσαν να κινηθούν ή να μιλήσουν με χαρακτήρα. Δεν ήταν άχρωμα, αλλά να, δεν μπορούσες να δεις ένα ρομπότ να περπατάει λίγο αμήχανα, άκομψα (ή υπερβολικά κομψά), ούτε να το ακούσεις να τραβάει τα φωνήεντα, να κομπιάζει ή να προφέρει τις λέξεις με μια δική του, ξεχωριστή χροιά. Ο προγραμματισμός τους να αγγίζουν το τέλειο σε κάθε τομέα, νικούσε εύκολα. Κι αυτό ήταν που έκανε τον Ρίτσαρντ Μάρβελους ιδιοφυΐα. Ο τύπος ψεύδιζε, και ψεύδιζε βαριά. Και φυσικά, κανείς δεν είχε αναρωτηθεί αν ήταν άνθρωπος. Μα πώς θα μπορούσε να μην είναι! Στις πρώτες εμφανίσεις του, το κοινό μόνο που δεν τον γιούχαρε, ποιος πάει να δει έναν ηθοποιό που θα είχε πατώσει στα βασικά μαθήματα ορθοφωνίας; Όμως, όταν ο ατζέντης του ανακοίνωσε στους κριτικούς ότι ήταν πολύ ευχαριστημένος από τον ‘πολλά υποσχόμενο καλλιτέχνη της γενιάς του 3203’, όλοι άρχισαν ξαφνικά να τρέχουν στις παραστάσεις, να δουν αυτό το θαύμα. Όλοι ήθελαν να δουν το ρομπότ που κατάφερε το πρωτοφανές, να μιμηθεί μια αδυναμία στην άρθρωση, μια ανθρώπινη αδυναμία. Τα άλλα ρομπότ σήκωναν τους ώμους απορημένα, αδυνατώντας να καταλάβουν με τι είδους εκπαίδευση και εξάσκηση της στοματικής κοιλότητας το είχε κατορθώσει. Παράσταση στην παράσταση το κοινό τον λάτρεψε, και οι πρώτες εκδηλώσεις αυτής της λατρείας δεν άργησαν να φανούν. Λουλούδια γέμιζαν τη σκηνή μετά από το φινάλε του εκάστοτε έργου, στο οποίο οι κυρίες έλιωναν με κάθε λέξη του Μάρβελους, ώσπου άρχισαν και οι προσκλήσεις σε δεξιώσεις (τις οποίες αρνιόταν πάντα ευγενικά, πράγμα που ενίσχυε ακόμα περισσότερο τη γοητεία που ασκούσε στους θαυμαστές), και όλο και πιο μεγάλα θέατρα κλείνονταν απ’ το θίασο που έπαιζε. Οι συνεργάτες του έτριβαν τα χέρια τους, όλοι μοιράζονταν λίγη από τη δόξα αλλά και τα κέρδη του. Ο ατζέντης του ήταν ο πιο επιτυχημένος από όλους τους συναδέλφους, είχε στα χέρια του το αστέρι που ήταν σίγουρος ότι θα άλλαζε την πορεία του θεάτρου. ‘Μπράβο ηθοποιέ της γενιάς του 3203’, σκέφτηκε ο Ευάγγελος μ’ ένα ελαφρύ, κουρασμένο χαμόγελο κι έκλεισε τα μάτια του. Ο ύπνος ήρθε αμέσως. Τα όνειρά του γέμισαν σκιές, φιγούρες που κινιόντουσαν σε κακοφωτισμένο χώρο, και μια ψηλή, μεγαλόπρεπη, ξεχώριζε απ’ τις άλλες. * Το πρωί ο ατζέντης του κυρίου Μάρβελους σήκωσε το ακουστικό. Ανακοίνωσε το όνομα στη συσκευή, «Μάρβελους Ρίτσαρντ», κρατώντας ένα σβηστό τσιγάρο κάτω απ’ τη μύτη του. «Καλημέρα πρωταγωνιστή!» φώναξε με τη μπάσα φωνή του. «Καλημέρα», η φωνή του καλλιτέχνη μετρημένη, σεμνή. «Πώς ήταν η νύχτα σου;» Ο κύριος Κρίβας μύρισε το σβηστό τσιγάρο του. «Καλή. Ήρεμη». «Ωραία. Να είσαι έτοιμος, το μεσημέρι φεύγουμε για τη Μεγαλούπολη. Μας περιμένει μεγάλη επιτυχία απόψε, ε φίλε μου;» «Ναι, βέβαια. Μην ανηθυχείς Τάθο». «Χα! Αυτό ήθελα ν’ ακούσω μόνο! Τα λέμε σε τρεις ώρες στο αεροδρόμιο» απάντησε ο Τάσος Κρίβας και έκλεισε το τηλέφωνο ευχαριστημένος. Έξυσε τα γένια του και έβαλε το μοναδικό τσιγάρο του πίσω στην ταμπακέρα. Το βράδυ, στο Αυτοκρατορικό Θέατρο της Μεγαλούπολης, το φουαγιέ ήταν κατάμεστο. Ο Ρίτσαρντ Μάρβελους καθόταν ήσυχα στο καμαρίνι του, μόνος, ενώ ο Τάσος Κρίβας έκανε κοινωνικές σχέσεις πίνοντας οινοπνευματώδη, γελώντας ηχηρά στις αντρικές παρέες και κάνοντας πικάντικα κομπλιμέντα στις γυναικείες. Ο Μάρβελους δεν τα καταλάβαινε όλα αυτά, δεν ήταν στη φύση του θα μπορούσε να πει κανείς. Διάλεγε να μένει μακριά από τα φώτα και τη φασαρία, απολαμβάνοντας την ασφάλεια της μοναξιάς. Οι άνθρωποι μπορεί να τον εκτιμούσαν ως ηθοποιό, (αν και βαθιά μέσα του ήξερε τι έβλεπαν σ’ αυτόν, που δεν ήταν άλλο από συνθετική σάρκα που προφέρει λάθος ένα σύμφωνο). Ήξερε όμως και ότι ήταν αδιάκριτοι με τα ανδροειδή, και δεν θα γλίτωνε τις επίμονες ανακριτικές ερωτήσεις και τα πονηρά βλέμματα, αν ανακατευόταν με το πλήθος. Τις ώρες που καθόταν στο καμαρίνι πριν την παράσταση, ένα απ’ τα πράγματα που έκανε ήταν μια άσκηση για τους μυς του προσώπου. Είχε διαβάσει γι’ αυτήν στο ημερολόγιο ενός διάσημου Γερμανού κλόουν, του Χανς Σνηρ, που κατέληξε γύρω στα τριάντα του να παίζει κιθάρα στο δρόμο, πράγμα που, αμέσως μετά το θάνατό του τον έβαλε στη λίστα με τους μεγάλους, ‘καταραμένους’ καλλιτέχνες. Πριν από αυτό το φινάλε όμως, ο Σνηρ γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Έγραφε λοιπόν στο ημερολόγιό του, ότι για μισή ώρα κάθε μέρα κοιταζόταν στον καθρέφτη. Ξεκινούσε κάνοντας μεγάλες γκριμάτσες ώστε να τεντωθούν όλοι οι μυς του προσώπου καλά. Αφού τέλειωνε με αυτή την προθέρμανση έμενε να κοιτάζει άδειος το είδωλο μέσα στον καθρέφτη, μέχρι να χάσει την αίσθηση του εαυτού του. Ήταν μια τεχνική που του εξασφάλιζε το μεγαλύτερο εργαλείο του κλόουν, όπως έλεγε, ένα τελείως ανέκφραστο πρόσωπο. Ο Μάρβελους έβρισκε την άσκηση χρήσιμη για τη δουλειά του, αφού ένα κάτασπρο και ανέκφραστο πρόσωπο ήταν που παρουσίαζε κι ο ίδιος κάθε βράδυ. Οι μύες έπρεπε να μάθουν να μένουν ακίνητοι, χωρίς ούτε ένα σπασμό κατά τη διάρκεια της παράστασης. Μπορεί ο φωτισμός να ήταν χαμηλός, όμως ο Ρίτσαρντ ήταν επαγγελματίας. Ένας επαγγελματίας που στήριζε την επιτυχία του στην απόλυτη ακρίβεια με την οποία παρουσίαζε τον εαυτό του, και όχι στο πηγαίο ταλέντο, όμως σίγουρα και όχι στην τύχη. Η τύχη δεν υπήρχε στις λέξεις που χρησιμοποιούσε. Ετοιμαζόταν να απλώσει το λευκό μακιγιάζ στο πρόσωπό του. Είχε μόλις τελειώσει την καθημερινή άσκηση με τον καθρέφτη και ένιωθε τα χαρακτηριστικά του μουδιασμένα, απόντα. Όταν άνοιξε το συρτάρι όπου τον περίμεναν τα καλλυντικά για την παράσταση, είδε μέσα ένα μικρό φάκελο. Αναρωτήθηκε ποιος του τον άφησε, μιας και το χαρτί ήταν ένα εξαιρετικά ακριβό είδος πολυτελείας, που ελάχιστες τσέπες το άντεχαν. Όποιος ή όποια και να το έκανε, σίγουρα πρέπει να τον θαύμαζε πάρα πολύ. Εξέτασε το φάκελο με περιέργεια, ήταν η πρώτη φορά που του χάριζαν έναν, και τελικά πήρε την απόφαση να τον ανοίξει. Το έκανε με όσο πιο λεπτές κινήσεις μπορούσε, καταφέρνοντας να μην τον σκίσει. Μέσα, προς μεγάλη του συγκίνηση, βρήκε άλλο ένα χαρτί, σημαδεμένο με αληθινά γράμματα ζωγραφισμένα στο χέρι. Τα άγγιζε σκεπτόμενος με μια αίσθηση σεβασμού τον ιδρώτα που μπορεί να είχε αφήσει αυτό το χέρι επάνω στο χαρτί, το γύρισε ανάποδα και ένιωσε το αχνό αποτύπωμα της γραφής στην πίσω μεριά εκείνου του έργου τέχνης. Το κράτησε μπροστά στο φως του καθρέφτη και διάβασε από μέσα του: Αξιότιμε κύριε Marvelous. Είμαι από καιρό θαυμάστριά σας. Για την ακρίβεια, αγάπησα τη δουλειά σας από τις πρώτες κιόλας παραστάσεις, τότε που παρουσιαζόσασταν σε λέσχες αστροναυτών και εγκαίνια πανεπιστημίων, που οι σκηνές ήταν πέντε επί πέντε και το κοινό αδημονούσε να τελειώσει το έργο για να γιορτάσει κάποια επέτειο πίνοντας κοκτέιλ, χορεύοντας και φλερτάροντας. Από όταν σας πρωτοείδα, στο δράμα «Ήταν ψέμα», κατάλαβα ότι η ζωή μου είχε αλλάξει ανεπιστρεπτί. Με συνταράξατε, δεν έπαυα να σας σκέπτομαι, δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Φυσικά, άρχισα να κυνηγώ νέα για τις παραστάσεις σας, δεν ήθελα να χάνω ούτε μία, πράγμα που αποδείχθηκε σχετικά δύσκολο εκείνα τα πρώτα χρόνια που ακόμη δεν είχε αναγνωριστεί η ιδιοφυΐα σας. Όμως μετά από λίγο όλα άλλαξαν, ο κόσμος επιτέλους είδε το μεγαλείο της δουλειάς σας, κι εγώ ήμουν πανευτυχής που είχα την τύχη να σας βλέπω όποτε ήθελα. Για να μην σας κουράζω, από τότε παρακολουθώ την επιτυχία σας με προσήλωση. Το όνομά μου είναι Ξένια, και μένω στη Μεγαλούπολη. Το ξέρω πως αποφεύγετε τα πάρτι και τις δεξιώσεις, γι’ αυτό θα ήμουν ιδιαίτερα ευτυχής αν περνούσατε από το καφέ που βρίσκεται απέναντι από το Αυτοκρατορικό Θέατρο, μετά την παράσταση (που ασφαλώς θα παρακολουθήσω). Θα ήταν μεγάλη μου τιμή αν συζητούσαμε για λίγο. Ειλικρινά δική σας, Ξένια Ρενί. Δίπλωσε το γράμμα και το έβαλε στο φάκελο. Κάποιο πλουσιοκόριτσο φαίνεται πως ήθελε να κάνει επίδειξη στις φίλες της. Το έκρυψε πάλι στο συρτάρι, μονολόγησε μέσα απ’ τα δόντια του ένα «Θα δούμε», και ξεκίνησε να βάφεται. Σε μισή ώρα θ’ ακουγόταν το πρώτο κουδουνάκι. * Η αυλαία έπεσε και μετά από μια στιγμή απόλυτης σιωπής και ακινησίας, όλο το θέατρο αντήχησε από το χειροκρότημα, ένα χειροκρότημα που ξέσπασε σαν έκρηξη, κι όλο δυνάμωνε, έκανε τ’ αυτιά του Ευάγγελου να βουίζουν. Τα φώτα άναψαν, και ήταν τόσο εκτυφλωτικά που έκλεισε τα μάτια του, μετά από δύο ώρες μισοσκόταδου ήταν αδύνατο να προσαρμοστεί αμέσως. Ένα ρομπότ θα μπορούσε, αλλά αυτός όχι. Η καρδιά του πήγαινε να σπάσει, με κάθε κλαπ-κλαπ νόμιζε πως θα ούρλιαζε από έκσταση. Αυτή η βραδιά ήταν ό,τι πιο μεγάλο είχε ζήσει ποτέ του. Όμως συγκρατήθηκε, μάζεψε τις δυνάμεις του και δεν άφησε τα δάκρυα ν’ ανέβουν. Περίμενε την αυλαία να ξανασηκωθεί συνειδητοποιώντας ότι σε λίγο όλα θα τέλειωναν. Αυτή η μαγική βραδιά θα περνούσε, και θ’ αναρωτιότανε συχνά κι ο ίδιος αν πράγματι είχε ποτέ συμβεί. * Η πόρτα άνοιξε διάπλατα και ο Τάσος Κρίβας μπούκαρε μέσα με ανοιχτές αγκάλες. «Μεγάλε! Μεγάλε πρωταγωνιστή μου, πες μου τι θες απόψε, ό,τι και να ‘ναι θα σ’ το δώσω! Και πριν μου αρχίσεις τα χαζά και τις σεμνότητες, ένα θα σου πω: ο ίδιος ο Άρχοντας της Μεγαλούπολης θέλει να σε γνωρίσει» Παύση. Κοιτάχτηκαν για λίγο σιωπηλοί. «Ναι, έχεις δίκιο. Γαμώτο, έχεις πάντα δίκιο!», είπε ο Τάσος Κρίβας στρέφοντας το βλέμμα του στο πάτωμα και ψάχνοντας νευρικά στην τσέπη του για την ταμπακέρα. Έκανε στροφή να φύγει. «Περίμενε» τον σταμάτησε ο μοναχικός καλλιτέχνης, ανοίγοντας το συρτάρι και βγάζοντας το γράμμα έξω. Του το έδωσε με μια απαλή κίνηση και ο ατζέντης κοίταξε σα χαζός. Αφού περιεργάστηκε το φάκελο, τον άνοιξε μετά από παρότρυνση που του δόθηκε μ’ ένα νεύμα, και διάβασε το γράμμα. «Αυτό είναι υπέροχο, marvelous, καταπληκτικό! Γαμώτο, θα πηδήξεις κι εσύ!» γέλασε τρανταχτά, αλλά δεν βρήκε ανταπόκριση στο αστείο του. «Έλα, ξεκόλλα! Μην είσαι κατσούφης. Ένα κοριτσάκι είναι, τι κακό μπορεί να κάνει; Θαμπωμένη από τον μεγάλο σταρ είναι η κακομοίρα, πήγαινε να την κεράσεις κανένα ποτάκι, έτσι κάνει ο κόσμος, ε; Κάποτε πρέπει να το μάθεις αυτό, είμαστε κοινωνικά ζώα οι άνθρωποι, φίλε μου». Αναστεναγμός. «Άστα αυτά. Φτηνά κόλπα. Με αναστεναγμούς τη γλιτώνουν οι κυρίες, κι εσύ είσαι κύριος. Οι κύριοι δεν αφήνουν κοπελίτσες να ξεροσταλιάζουν για λογαριασμό τους. Άντε, φύγε, βάζω στοίχημα ότι θα είναι ήδη εκεί και θα σε περιμένει». Τον κοίταξε σηκώνοντας τα φρύδια του, και άφησε ήσυχη την ταμπακέρα στη θέση της. «Θυμάσαι ότι έχεις ακόμα βαμμένη τη μούρη σου, ε;» Η Ξένια καθόταν στο πολυτελές καφέ απέναντι απ’ το θέατρο και έπαιζε με το ποτήρι στο χέρι της. Δεν πίστευε ότι θα ερχόταν. Δεν ήταν χαζή. Όμως, είχε κάνει μια πρόσκληση και όφειλε να περιμένει για μία λογική ώρα. Δεν το μετάνιωνε. Δεν είχε τίποτα να χάσει. Ρουφούσε τη μύτη της νευρικά, όταν είδε μια γνώριμη μορφή να έρχεται από το απέναντι κτίριο. Ήταν αυτός, πρέπει να ήταν! Είχε μελετήσει αυτό το σώμα τόσο καλά, τις κινήσεις και το περπάτημά του, που ήταν αδύνατο να κάνει λάθος. Σίγουρα πολλοί θα μπερδεύονταν από την ομοιότητα των ρομπότ και της αψεγάδιαστης κίνησής τους, όμως εκείνη ήξερε. Εκείνη έβλεπε. Πίσω από την άψογη παρουσία του Μάρβελους, πίσω από το μετρημένα κομψό περπάτημά του, εκείνη διέκρινε την υποβόσκουσα ανθρωπιά, το τρέμουλο των μυών που δεν αφήνονταν να δώσουν χαρακτήρα στην κίνηση, που δαμάζονταν σαν αγρίμια σε κλουβί. Και μια καρδιά. Μια καρδιά που χτύπαγε σαν τρελή σε κάθε μονόλογο, καλά κρυμμένη. Την είχε δει πίσω απ’ το τζάμι, που τον κοίταζε χαμογελώντας. Σηκώθηκε να τον χαιρετήσει όταν αυτός άνοιξε την πόρτα του μαγαζιού και μπήκε μέσα ρίχνοντας μια κλεφτή ματιά στο χώρο. Το καφέ ήταν άδειο, αυτό τον χαλάρωσε. Η γυναίκα τού έδωσε το χέρι της χαμογελώντας του πλατιά. «Ξένια Ρενί. Λάβατε την πρόσκλησή μου, κύριε Μάρβελους;» «Ναι», έδωσε κι αυτός το χέρι του και καθίσανε. «Την έλαβα και τη δέχτηκα, κυρία μου». Την κοίταξε. Δεν ήταν πιτσιρίκα, όπως είχε πιστέψει. Ήταν μια ενήλικη γυναίκα, ακόμη νέα και αρκετά κομψή, αλλά δεν μπορούσες να την πεις όμορφη. Φορούσε ένα συντηρητικό φόρεμα από αυτορυθμιζόμενες ίνες, (από εκείνες που άλλαζαν πάχος και μήκος ανάλογα με τις συνθήκες), κι αυτό σίγουρα δεν την έκανε πλούσια. Οι πλούσιες άλλαζαν φόρεμα κάθε λίγες ώρες, και δε φρόντιζαν να κρατήσουν, όσα είχαν, γερά για χρόνια. Του άρεσε που δεν ήταν κανένα πλουσιοκόριτσο, την έκανε πιο ενδιαφέρουσα. Αφού η Ξένια τον κέρασε ένα ποτό, άρχισε να του μιλάει, στην αρχή χωρίς να τον κοιτάει στα μάτια. «Θα είναι λίγο αμήχανα, το ξέρω. Είμαστε άγνωστοι, θα πιστεύετε πως δεν έχουμε πολλά να πούμε, και σίγουρα δεν θα θέλετε να ακούσετε πάλι πόσο ξεχωριστός είστε». ‘Αλήθεια’, σκέφτηκε εκείνος, αλλά δεν το είπε. Της έδωσε μόνο ένα ευγενικό χαμόγελο που θα μπορούσε να σημαίνει οτιδήποτε. Εκείνη επιτέλους σήκωσε το βλέμμα της πάνω του. «Κύριε Μάρβελους, όπως σας έγραψα λατρεύω την τέχνη σας, όμως δεν σας κάλεσα εδώ για να σας κουράσω με κομπλιμέντα. Η αλήθεια είναι, πως εγώ νομίζω ότι είμαι η μόνη που καταλαβαίνει το μεγαλείο της τέχνης σας. Αυτό που κάνετε χρειάζεται τεράστιο θάρρος.» Παύση. Το βλέμμα του Μάρβελους καχύποπτο. Δεν του άρεσαν οι άνθρωποι που έκαναν τέτοιους μονόλογους, και δεν ήξερε πού θα έβγαζε ο συγκεκριμένος. «Ναι, κύριε Μάρβελους-μπορώ να σε λέω Ρίτσαρντ; Μου έρχεται πιο εύκολο- ξέρω ότι προσποιείσαι, όμως γι’ αυτό μου αρέσεις τόσο πολύ». Του χαμογελούσε μ’ ένα ύφος σκανταλιάρικο, που δεν ταίριαζε στη σοβαρή εικόνα που φόραγε. «Τι…» ψέλλισε μέσα απ’ τα δόντια του ο έκπληκτος καλλιτέχνης. «Ξέρω πως δεν είσαι ρομπότ» του ψιθύρισε η γυναίκα σκύβοντας προς το μέρος του. «Είσαι πολύ έξυπνος, όλοι σε πιστέψανε, αλλά εγώ σε κατάλαβα γιατί κάνω το ίδιο: προσποιούμαι». Ο Ρίτσαρντ σηκώθηκε να φύγει, αλλά του κράτησε το χέρι με απρόσμενη δύναμη. «Κάθισε κάτω» του είπε με απειλητική φωνή κι εκείνος κατάλαβε πως καλά θα έκανε να την ακούσει. «Δεν το σκέφτηκες ούτε στιγμή ότι θα μπορούσα να είμαι ρομπότ, ε;» συνέχισε εκείνη με χαμηλή φωνή. «Ξέρω, κάνω πάρα πολύ καλή δουλειά. Κάνω τον άνθρωπο έξι χρόνια τώρα, σχεδόν όσο κι εσύ κάνεις το ρομπότ. Αναγκάστηκα, λόγω του επαγγέλματός μου.» Παύση. « Δε θα με ρωτήσεις ποιο είναι; Μην είσαι αγενής». «Ποιο είναι το επάγγελμά θου;» ρώτησε κουρασμένα ο Ευάγγελος-Ρίτσαρντ. «Α, είσαι στ’ αλήθεια ψευδός. Μάλιστα, βέβαια. Ωραία. Λοιπόν, εγώ είμαι παιδαγωγός, και όπως θα ξέρεις είναι ένα πολύ προσοδοφόρο επάγγελμα. Όμως, αυτό που ίσως να μην ξέρεις, είναι ότι μας αποφεύγουν στην αγορά εργασίας. Προτιμούν τους ανθρώπους, με τα κόμπλεξ, τις κακές σας μέρες με την άσχημη διάθεση, τα νεύρα, και όλα τα σχετικά. Προτιμούν να εμπιστεύονται τα παιδιά τους σ’ εσάς, παρά σ’ εμάς, που είμαστε τέλειοι. Γι’ αυτό κι εγώ διάλεξα το ρόλο της Ξένιας, μιας γυναίκας μέτριας σε όλα της, μέτριας νοημοσύνης, μέτριας εμφάνισης, μέτριας προσωπικότητας. Γιατί αυτό αποζητάτε, τη μετριότητα, για να μην πω κάτι χειρότερο.» Πάλι παύση. «Δεν έχεις να με ρωτήσεις τίποτα; Δεν σου φαίνονται ενδιαφέροντα αυτά που λέω;» Ο Ευάγγελος καθόταν με τα χέρια πάνω στο κεφάλι, τους αγκώνες να ακουμπάνε στο τραπέζι, και την άκουγε με υπομονή που κόντευε να εξαντληθεί. Πόσο δίκιο είχε για τους μονόλογους! Και πόσο άδικο για το ότι μόνο οι άνθρωποι είχαν αυτό το κουσούρι. «Πολύ» της απάντησε άτονα. «Γιατί με κάλεθεθ όμωθ; Τι θέλειθ από μένα;» «Τίποτα. Σε κάλεσα γιατί πολύ απλά ήθελα να ξέρεις ότι δεν είσαι μόνος, Ρίτσαρντ. Ότι δεν είμαι μόνη. Είμαστε ίδιοι, κάνουμε το ίδιο πράγμα, εξαπατούμε, και πιστεύω ότι υπάρχουν κι άλλοι σαν εμάς. Σε κάλεσα γιατί είμαι πολύ περίεργη να δω αν θα διακρίνω κάποιο ίχνος ανασφάλειας στην επόμενη ερμηνεία σου, μετά από την αποψινή κουβέντα μας. Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον η ανθρώπινη συμπεριφορά, έχετε τόσες αδυναμίες και φόβους. Φυσικά, θα αναρωτηθείς αν θα σε ξεσκεπάσω, αν θα σε εκβιάσω. Αυτό ακριβώς είναι που μου αρέσει. Να φοβάσαι.» Ο Ευάγγελος σηκώθηκε να φύγει, κι αυτή τη φορά δεν τον σταμάτησε. Μόνο του είπε κάτι τελευταίο. «Α, και φυσικά το Ξένια Ρενί δεν είναι το πραγματικό μου όνομα, ελπίζω να το σκέφτηκες και μόνος σου, σοφέ άνθρωπε». * Στο υπνοδωμάτιό του βρισκόταν ένας καθρέφτης σε σχήμα οβάλ, που συνήθιζε να τον χρησιμοποιεί για τις ασκήσεις του. Τώρα βρισκόταν για ακόμη μία φορά καθισμένος απέναντί του, αντικρίζοντας ένα πρόσωπο λυπημένο, ένα πρόσωπο θλιβερό. Ήταν η πρώτη φορά που έβλεπε δάκρια. Ήταν η πρώτη φορά που ήθελε να αναγνωρίσει το πρόσωπο που τον κοιτούσε, αλλά δεν μπορούσε. * Ξημερώματα. Ο Τάσος Κρίβας μιλούσε στο τηλέφωνο και ήταν πολύ ταραγμένος. «Τι θα πει σταματάς; Πώς μπορεί να σταματάς; … Ναι, σε άκουσα, αλλά δεν καταλαβαίνω, γαμώτο! Τι θα πει δεν θα σε ξαναπιστέψει κανείς πια; Μίλα μου, μίλα μου, πανάθεμά σε!» Ο συνομιλητής του το είχε κλείσει. Με χέρια που έτρεμαν από κάτι χειρότερο κι από οργή, άνοιξε την ταμπακέρα και έβαλε το τσιγάρο του στο στόμα. Άνοιξε το συρτάρι του γραφείου και έπιασε τον μοναδικό αναπτήρα που υπήρχε στο σπίτι. «Δεν θα τους καταλάβω ποτέ τους καλλιτέχνες, ανισόρροποι εγωιστές, κρετίνοι, ελαττωματικοί μαλάκες…» Και μ’ ένα κατεβατό βλαστήμιες άναψε το πρώτο τσιγάρο του μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια, ένα τσιγάρο που, μετά από άπειρες ρουφηξιές και εκατοντάδες πακέτα θα τον σκότωνε, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Ποιος πίστεψε τον Ρίτσαρντ Μάρβελους.doc Edited January 30, 2010 by Cassandra Gotha Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted January 31, 2010 Share Posted January 31, 2010 Αγαπητή μου Cassandra, το διήγημα σου μου άρεσε πάρα πολύ. Το ότι μάντεψα από νωρίς το ποιον του Ρίτσαρντ Μάρβελους δεν ήταν τροχοπέδη στο να απολαύσω μια πολύ καλή, και πιασάρικη ιστορία. Θα ήθελα πολύ να τη δω και σαν ταινία. Και ενώ δεν το υπονοείς πουθενά, και μιλάς για έναν μελλοντικό κόσμο με ελεύθερα ρομπότ, δεν ξέρω γιατί, αλλά έβλεπα τα πάντα να εκτυλίσσονται σε ένα … βικτοριανό σκηνικό με ημίψηλα καπέλα και λιθόστρωτα καλντερίμια. Ίσως ήταν η ρομαντική και ευγενής ποιότητα που έβγαζαν οι διάλογοι. Αυτό που ξάφνιασε, και με ιντρίγκαρε θετικά, ήταν η ιστορία και το ποιον της δεσποινίδος Ξένιας. Δημιούργησες δηλαδή ένα υπέροχο δίδυμο ηρώων, ανοίγοντας τις πιθανότητες σε απίθανα και υπέροχα σενάρια. Και μετά τα κατέστρεψες όλα με τις μάλλον αψυχολόγητες προθέσεις της ηρωίδας σου. Που οδηγούν φυσικά σε ένα γρήγορο και ξενέρωτο φινάλε. Γονατίζω, και σου λέω, Άννα, οι ήρωες σου έχουν πολύ ψωμί ακόμα. Έχουν πολύ μέλλον. Εδώ μπορεί να γεννηθεί έρωτας μεγάλος ή και μια ολέθρια σχέση. Το μυστικό και των δύο φτιάχνει έναν απίθανο και ζουμερό συνδυασμό. Αυτό το ζευγάρι θα μπορούσε να καταλήξει σε πάνθεον ζευγαριών της φανταστικής λογοτεχνίας. Μην τους πουλάς τόσο φθηνά. Ειλικρινά και με εκτίμηση. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nocturnal Posted January 31, 2010 Share Posted January 31, 2010 (edited) Εγώ πάντως δεν τον πίστεψα τον δήθεν Μάρβελους... Λοιπόν ,,, Εντυπωσιάστηκα ,,, Μου άρεσε και αδυνατώ να πιστέψω πως το έγραψες "τρέχοντας" Οι κάθε εικόνα έδειχνε ξεκάθαρη και καλά δουλεμένη Ξενεροτούλι τέλος ; Ναι σίγουρα ,,, Αλλα δεν βαριέσαι πολύ όμορφη ιστορία ... Ακου τον Ντίνο ,,, Κρύβει ψωμί η υπόθεση ΛΑΘΑΚΙ Τον κοίταξε σηκώνοντας τα φρύδια του, και άφησε ήσυχη την ταμπακέρα στη θέση της. «Θυμάσαι ότι έχεις ακόμα βαμμένη τη μούρη σου, ε;» Η Ξένια καθόταν στο πολυτελές καφέ απέναντι απ’ το θέατρο και έπαιζε με το ποτήρι στο χέρι της. Δεν πίστευε ότι θα ερχόταν. Δεν ήταν χαζή. Όμως, είχε κάνει μια πρόσκληση και όφειλε να περιμένει για μία λογική ώρα. Δεν το μετάνιωνε. Δεν είχε τίποτα να χάσει. Τι σε εμπόδισε να βάλεις διαχωριστικό εδω ; ΣΤΑ ΠΛΗΝ # Μου έλειψε και μία εικόνα του Μάρβελους στην σκηνή , μία εικόνα την ψυχοσυνθεσης του , της προσπάθειας να αποδείξει πως είναι κάτι που δεν είναι ...Και εδώ δεν νομίζω πως υπάρχει δικαιολογία του στυλ " Μα αν έγραφα για συναισθήματα θα φανέρωνα το μυστικό πιο πριν ", από την στιγμή που μας αποκαλυπτεις το μύστικό του εσύ έμεσσα με τον τίτλο ... Edited January 31, 2010 by Nocturnal Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted January 31, 2010 Share Posted January 31, 2010 Θα προτιμούσα τις πληροφορίες που δίνονται στην εισαγωγή να τις μάθαινα έμμεσα στην πορεία της ιστορίας και όχι ξερά και μαζεμένα όπως πέφτουν στην αρχή. Δεν καταλαβαίνω γιατί είναι τόσο δύσκολο να ψευδίζουν ή να μιμούνται κάποιο άλλο ανθρώπινο ελάττωμα ρομπότ που στην πράξη δεν μπορείς να τα ξεχωρίσεις από ανθρώπους. Τόσο ανθρωποειδή ρομπότ, σημαίνει ότι έχουν φτάσει σε εντυπωσιακά επίπεδα τεχνολογικής τελειότητας. Γιατί να μην μπορούν και να ψευδίζουν λοιπόν; (Σήμερα τα ρομπότ μόλις που έχουν μάθει να περπατάνε, αλλά φαντάζομαι ότι, αν υπήρχε σοβαρό κίνητρο, θα μπορούσαν ήδη να ψευδίσουν αξιοπρεπώς.) Γιατί το επάγγελμα του παιδαγωγού είναι τόσο πολύ προσοδοφόρο; Στα θετικά η ενδιαφέρουσα ενδιάμεση αποκάλυψη. Επίσης, το ζευγάρι των χαρακτήρων έτσι όπως διαμορφώνονται είναι πετυχημένα συμμετρικό και σίγουρα σήκωναν ακόμα πολύ ζουμί, ως προς το τι θα μπορούσαν να κάνουν μεταξύ τους. Στη λογοτεχνία τα ετερώνυμα έλκονται πολύ καλύτερα απ’ ότι στη ζωή. Καλό το τέλος («δεν θα με ξαναπιστέψουν»), αλλά ίσως έπρεπε να επιμείνεις λίγο σ’ αυτό, δίνοντάς του περισσότερη έκταση και κυρίως στο γιατί ο καθένας τους έκανε αυτό που έκανε και πώς τον άλλαζε αυτό σαν άνθρωπο / ρομπότ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Drake Ramore Posted January 31, 2010 Share Posted January 31, 2010 (edited) Μου άρεσε πολύ το διήγημα σου Άννα. Θίγει πολλά θέματα ηθικής χωρίς καν να τα αναφέρει. Έχει μερικά σημεία όμως που σηκώνουν επεξηγήσεις. Αν τα ρομπότ δεν μπορούν να μιμηθούν ανθρώπινες ατέλειες, πως κατάφερε η Ξένια να περάσει για άνθρωπος για 6 χρόνια; Αν τελικά ήταν η μοναδική απο τα ρομπότ που μπορούσε να το καταφέρει, γιατί δεν διάλεξε κάτι πιο προβεβλημένο και επικερδές σαν επάγγελμα; (το οτι η παιδαγωγική είναι προσοδοφόρο επάγγελμα δεν περνάει ούτε σαν Ε.Φ...πουθενά στον κόσμο). Τα κίνητρα της Ξένιας είναι πολύ επιφανειακά για να είναι αληθινά.Εδω είχε ψωμί απο πίσω. Εγώ θα σε πιστέψω πως το έγραψες "τρέχοντας". Η ποιότητα του κειμένου είναι τέτοια που δείχνει οτι αν είχες παραπάνω χρόνο για να ασχοληθείς πραγματικά θα έβγαινε πολύ πιο δυνατό και ολοκληρωμένο. Θα απέφευγες και όλα τα παραπάνω ερωτηματικά. Θα συμφωνήσω με τον Ντίνο.Έχει πολύ μέλλον ο κόσμος και οι χαρακτήρες που έπλασες. Edited January 31, 2010 by Drake Ramore Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
pericles Posted January 31, 2010 Share Posted January 31, 2010 (edited) Χαιρετώ σε, Λοιπόν, γενικότερα: πολύ καλή ιστορία! Δεν με κούρασε ούτε λεπτό!! Η γραφή είναι πολύ ομαλή και δεν ένοιωσα κάποια στιγμή να λέω: Αχού, κουράστηκα. ΟΧΙ! τέτοιο θέμα δεν υπήρχε. Θα συμφωνήσω απόλυτα με τον "DinoHajiyorgi". Έχει ΠΟΛΥ ψωμί η ιστορία. Αν δεν υπήρχε ο περιορισμός των 3.500 λέξεων, άνετα θα μπορούσες να γράψεις μια νουβέλα. Χμμ... Μήπως θα άξιζε να το σκεφτείς· εκτός από το πλαίσιο του διαγωνισμού; ;) Επαναλαμβάνω, πιό πολύ απ' όλα μ' άρεσε η στρωτή γραφή. Πολύ καλή προσπάθεια. EDIT: [...] Αν τα ρομπότ δεν μπορούν να μιμηθούν ανθρώπινες ατέλειες, πως κατάφερε η Ξένια να περάσει για άνθρωπος για 6 χρόνια; Αν τελικά ήταν η μοναδική απο τα ρομπότ που μπορούσε να το καταφέρει, γιατί δεν διάλεξε κάτι πιο προβεβλημένο και επικερδές σαν επάγγελμα; (το οτι η παιδαγωγική είναι προσοδοφόρο επάγγελμα δεν περνάει ούτε σαν Ε.Φ...πουθενά στον κόσμο). Τα κίνητρα της Ξένιας είναι πολύ επιφανειακά για να είναι αληθινά.Εδω είχε ψωμί απο πίσω. [...] Καλή η πρώτη ερώτησή σου. Όσο για το γιατί διάλεξε την παιδαγωγική; Προσωπικά πιστεύω πως δεν έψαχνε κάτι με σκοπό το κέρδος άλλα την απόδειξη πως είναι ικανή να "λανθάνει" σαν άνθρωπος, ώστε να μπορεί ν' αναλάβει την ανατροφή ανθρώπινων παιδιών. Όπως λέει κάπου: Πρωτιμούν τους ανθρώπους που έχουν τις κακές τους μέρες κλπ. Με άλλα λόγια διαχωρίζει την "τελειότητα" των ρομπότ με την "ατέλεια" των ανθρώπων. Ήθελε να αποδείξει πως μπορεί "τεχνηέντως" να σφάλει και να μην είναι τέλεια· κατι για το οποίο θαυμάζουν τον Ευάγγελο(!) Μόνο που ο Ευάγγελος είνια άνθρωπος, που!, κάνει το ατελές ρομπότ!! Δεν ξέρω... Άλλα αυτή η ιστορία, όσο την σκέφτομαι, τόσο μου αρέσει!! Edited January 31, 2010 by pericles Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
supermario Posted February 1, 2010 Share Posted February 1, 2010 Oh well...Τhis was...marvelous !Μια καλογραμμένη ιστορία, που παρ'ότι κατάλαβα το "μυστικό" της από την αρχή μού κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος! Η ατμόσφαιρά του μού θύμισε την ταινία "Prestige".Θα συμφωνήσω ότι ενδείκνυται για κινηματογραφική μεταφορά! Μού άρεσε πολύ το γεγονός ότι σε συγκεκριμένες συνθήκες το ελάττωμα του πρωταγωνιστή μας μετατρέπεται σε προτέρημα!(Γενικά,κι εγώ έχω την τάση να λατρεύω κάποια ελαττώματα και να γοητεύομαι ακριβώς από αυτά!.Η τελειότητα και η ομοιομορφία λειτουργού απωθητικά τελικά!Ζήτω τα ελαττώματα μας!LoL!).Μού άρεσε επίσης η ύπαρξη ενός τόσο μπρεχτικού και μινιμαλιστικού θεάτρου στο μέλλον!Δυστυχώς, το τέλος μoύ φάνηκε λίγο βεβιασμένο και μού άφησε την αίσθηση του ανολοκλήρωτου. Η δυναμική της σχέσης μεταξύ των πρωταγωνιστών ήθελε μεγαλύτερη ανάπτυξη! Αυτό ήταν το μόνο αρνητικό, ενός κατά τα άλλα πολύ όμορφου διηγήματος! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Διγέλαδος Posted February 1, 2010 Share Posted February 1, 2010 Μου θύμισε ταινίες μικρού μήκους του γαλλικού κινηματογράφου. Φουτουριστικές βικτοριανές εικόνες. Όντως αυτό το διήγημα μπορεί να είναι κάλλιστα μια εισαγωγή για κάτι μεγαλυτερο! Ίσως θα το περίμενα να είχε πιο γρήγορους ρυθμούς επειδή είναι δίηγημα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted February 1, 2010 Share Posted February 1, 2010 (edited) Εκείνος, ο Ρίτσαρντ Μάρβελους, ηθοποιός, άνθρωπος που παριστάνει το ρομπότ! Εκείνη, η Ξένια Ρενί, παιδαγωγός, ρομπότ που παριστάνει τον άνθρωπο! Μαζί, αχτύπητο δίδυμο, εξιχνιάζουν ανθρώπινα και κυβόργια μυστήρια σε ένα ομιχλώδες και φουτουριστικό Λονδίνο! Βρείτε τίτλο σε αυτή την μελλοντική καλτ τηλεοπτική σειρά! Κάποιου αμερικανού παραγωγού του τρέχουν τα σάλια. Edited February 1, 2010 by DinoHajiyorgi Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Adicto Posted February 1, 2010 Share Posted February 1, 2010 (edited) Ντίνοοοο! Το σποιλεριασες και δεν το είχα διαβάσει ακόμα!!! Βέβαια δεν φταίς εσύ, εγώ φταίω που ενώ διάβαζα τα σχόλια είχα αφήσει αυτή την ιστορία για το τέλος... Η σποιλεριά βέβαια δεν με εμποδίζει απο το να πώ: Κασσάνδρα έυγε! Για την ιδέα, για την ανάπτυξη, για τη γραφή! Δεν έχω να προσάψω τίποτα πέρα απο κάποιες ανούσιες ενστάσεις που δεν τους έδωσα καμμία σημασία τελικά... yg θα είναι δύσκολη η βαθμολόγηση σε αυτό το διαγωνισμό πιστεύω... Edited February 1, 2010 by Adicto Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
pericles Posted February 1, 2010 Share Posted February 1, 2010 Εκείνος, ο Ρίτσαρντ Μάρβελους, ηθοποιός, άνθρωπος που παριστάνει το ρομπότ! Εκείνη, η Ξένια Ρενί, παιδαγωγός, ρομπότ που παριστάνει τον άνθρωπο! Μαζί, αχτύπητο δίδυμο, εξιχνιάζουν ανθρώπινα και κυβόργια μυστήρια σε ένα ομιχλώδες και φουτουριστικό Λονδίνο! Βρείτε τίτλο σε αυτή την μελλοντική καλτ τηλεοπτική σειρά! Κάποιου αμερικανού παραγωγού του τρέχουν τα σάλια. Συνυπογράφω!! Αυτό το story έχει μέλλον!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SpirosK Posted February 2, 2010 Share Posted February 2, 2010 Εξαιρετικά καλογραμμένο και ευχάριστο στην ανάγνωση, όμως έχω τρεις ενστάσεις: 1. Η χρήση της λέξης "ρομπότ". Νομίζω ότι το "ανδροειδές" ταιριάζει περισσότερο στη μορφή αυτή: με συνθετική σάρκα κτλ... 2. Ο τρόπος που χτίζεται η "έκπληξη" είναι λίγο "περίεργος". Τελικά ο Ευάγγελος είναι διχασμένη προσωπικότητα; ; Αν ναι, όλα δικαιολογούνται. Αν όχι, κλέβεις "άσχημα". 3. Για κάποιο λόγο, ο όλος σκελετός της ιστορίας, ότι δηλαδή τα ρομπότ παραείναι τέλεια για να μπορέσουν να μιμηθούν ελαττώματα , δε με πείθει. Γιατί να μην είναι τέλεια και στο να μιμούνται ελατώματα; Other than that, ένα από τα πιο καλογραμμένα σε όσα έχω διαβάσει μέχρι στιγμής. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest Anime_Overlord Posted February 3, 2010 Share Posted February 3, 2010 Αυτό ήταν εισαγωγή για ένα μεγαλύτερο έργο και δε ξέρω αν πιανει για αυτοτελή ιστορία στα πλαίσια του διαγωνισμού. Πέρα από αυτό, ήταν πολύ ευχάριστη ιστορία, που ανακάτευε όμορφα το ρέτρο με το χάη τεκ. Προσωπικά, μου θύμισε περισσότερο το Bicenturian Man και λιγότερο το The Prestige αλλά στέκει ωραία και μόνο του. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted February 4, 2010 Share Posted February 4, 2010 Θεωρώ αυτό το διήγημα από τα καλά κεντραρισμένα γύρω από την ιδέα του ελαττώματος. Μου άρεσαν οι δυο διαφορετικοί χαρακτήρες και η συνάντησή τους. Νομίζω ότι έχουν δίκιο όλοι οι προλαλήσαντες και θα επαυξήσω. Το ζευγάρι έχει πολύ υλικό και ο κόσμος στον οποίο ζουν επίσης. Αξίζουν και μια δεύτερη ιστορία. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το συγκεκριμένο επεισόδιο δεν ήταν αυτοτελές. Αισθάνομαι επίσης ότι το θέμα του ελαττώματος πλέκεται σε δυο επίπεδα. Έχουμε έναν άνθρωπο που προσποιείται ένα ρομπότ, που προσποιείται ότι έχει ένα ελάττωμα. Κι έχουμε κι ένα ρομπότ που έχει ένα ελάττωμα: αισθάνεται περισσότερο ανθρώπινα από ό,τι τα άλλα ρομπότ. Και γι αυτό δεν είναι τέλειο. Δεν ξέρω αν ήθελες να το δώσεις έτσι, αλλά μου άρεσε. Θα μπορούσα να εξφράσω πολλές αντιρρήσεις για τη δομή ενός κόσμου 1300 χρόνια στο μέλλον, αλλά δε θα το κάνω επειδή δεν είναι εκεί το σημείο έμφασης της ιστορίας σου. Γενικά πάντως ήταν ένα κείμενο καλογραμμένο, που κύλησε ομαλά, εστιάζοντας εκεί που έπρεπε. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
northerain Posted February 4, 2010 Share Posted February 4, 2010 Προσωπικά δεν είδα το twist να έρχεται, αν και δεν ήταν καθόλου τραβηγμένο. Πράγμα που σημαίνει ότι κατάφερες να με ''ξεγελάσεις''. Εύγε! Δυο πράγματα δεν μου άρεσαν. Κάποιοι από τους διαλόγους ήταν λίγο ξύλινοι και κάπως άτσαλοι. Συνήθως όταν περιείχαν πολλές πληροφορίες. Το τέλος δεν είχε κάτι να προσφέρει, που είναι κρίμα γιατί μόνο εκεί ''χάνει'' το διήγημα και με ένα καλό τέλος θα το απογείωνε στο άνετο. Μου άρεσε πολύ η συμπεριφορά της Ξένιας, ενδιαφέρον χαρακτήρας και πιστευτός. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
KELAINO Posted February 4, 2010 Share Posted February 4, 2010 Αρχίζοντας την ανάγνωση, με ξένισε λίγο εκείνο με την αρμονική συμβίωση των ανθρώπων και των ρομπότ μετά την επανάσταση. Θα περίμενε κανείς μίση, δυσπιστία, προστριβές, αλλά αυτοί τα βρήκαν μεταξύ τους κατευθείαν. Αφού ξεπέρασα όμως αυτόν το σκόπελο, το υπόλοιπο κύλησε μια χαρά. Θα συμφωνήσω πως η σχέση Ξένιας - Μάρβελους απαιτεί ανάπτυξη. Επίσης θα έλεγα ότι στο τέλος παραιτήθηκε πολύ εύκολα. Και τι απέγινε ο Ευάγγελος; Δεν εξαφανίζεται κάπως απότομα; Στα θετικά έχουμε φυσικά την ατμόσφαιρα, και την όλη σύλληψη, όπως ανέφεραν κι άλλοι. Σε γενικές γραμμές, ωραία ιστορία, ανοίγει όμως την όρεξη για περισσότερο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
aScannerDarkly Posted February 6, 2010 Share Posted February 6, 2010 Εγώ πάντως, πρώτη φορά συμφωνώ τόσο πολύ με κάποια σχόλια, που δεν έχω τίποτε άλλο να πω. Οπότε, κάνω quote Ντίνο, mman, Drake, Pericles και δε χρειάζεται να προσθέσω τίποτα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Amandel Posted February 8, 2010 Share Posted February 8, 2010 Επόμενη κριτική (τις έχω πάρει σβάρνα σήμερα) Πολύ πρωτότυπη ιδέα. Το τελευταίο πράγμα που περίμενα να διαβάσω ήταν για ένα ρομπότ ηθοποιό. Η ιστορία είναι ωραία δοσμένη, το τέλος με ξένισε λίγο και ώρες ώρες το κείμενο μου έβγαζε κάτι μηχανικό αλλά όχι τόσο ώστε να σπάει την διήγηση. Με κάλυψαν και οι προλαλήσαντες αρκετά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted February 8, 2010 Share Posted February 8, 2010 Λένε και οι δύο ψέματα... ...αλλά κάνουν αχτύπητο δίδυμο! "Fake Skin" The Series A Marvelous hero... Richard Marvelous ...and a Lady of steel. Zenia Renee More Zenia Renee: A Cross-SteamPunk-Marriage Production Based on characters created by Cassandra Gotha Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Μάρβιν ΑΑΠ Posted February 8, 2010 Share Posted February 8, 2010 Συνειδητοποίησα ότι έχει υποβληθεί για το διαγωνισμό όταν άρχισα να διαβάζω τα σχόλια, οπότε στο μυαλό μου δεν ζουζούνιζε το κλίμα του διαγωνισμού ούτε καν το θέμα του. Παρασύρθηκα στην ανάγνωση, η έκπληξη με ξάφνιασε και οι χαρακτήρες μου άρεσαν. Για κάποιο λόγο δεν μου χρειάστηκαν περισσότερες εξηγήσεις σχετικά με την τελειότητα/ελαττώματα ρομπότ και ανθρώπων ή με τον συγκεκριμένο κόσμο. Η εισαγωγή δεν με πείραξε: μου θύμισε τίτλους αρχής σε ταινία και νομίζω ότι ταίριαξε με την υπόλοιπη ατμόσφαιρα του κειμένου, κάπως σαν τις σκηνικές οδηγίες ενός θεατρικού. Μου άρεσαν η λιτότητα στις περιγραφές και η εστίαση σε χαρακτηριστικές λεπτομέρειες. Βέβαια, έπιασα τον εαυτό μου να μετατρέπει παθητικές συντάξεις σε ενεργητικές, αλλά πρόκειται πια για εξαρτημένο αντανακλαστικό. «Καλυτέρευαν» έτσι οι προτάσεις; Ξέρω γω; Κι επίσης, δυο τρία σημεία μου φάνηκαν αμήχανα, όπως η τελευταία τελευταία φράση που θα μου ταίριαζε καλύτερα σε παραμύθι ή σε προφορική αφήγηση, και ότι η ταύτιση Ευάγγελου Ζαννή και Ρίτσαρντ Μάρβελους αποκαλύπτεται παρεμπιπτόντως, σε τρίτο πρόσωπο. Ίσως να μου άρεσε περισσότερο αν η αποκάλυψη γινόταν ολόκληρη από τα λόγια της Ξένιας. Ανεξάρτητα από αυτά, συμφωνώ ότι η ιδέα είναι πολύ πλούσια και χωράει μεγαλύτερη επεξεργασία (αλλά σε κείμενο μεγαλύτερης έκτασης όπου θα μπορούσαν να φανούν π.χ. οι έμμεσες διαδικασίες διάκρισης και διαχωρισμού ανθρώπων και ρομπότ, ή η πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία της μίμησης). Έτσι κι αλλιώς πάντως, η ιστορία μου άρεσε όπως ακριβώς δίνεται, με το θυμό και το μίσος, θα έλεγα της Ξένιας, κι επίσης με την κούραση και την υποτονικότητα του Ευάγγελου-Μάρβελους. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted February 9, 2010 Share Posted February 9, 2010 Αννούλα, διέπρεψες, κορασίδα μου! Ευρηματικότητα, σκέρτσο, πλοκή, τουίστ, ενδιαφέροντες χαρακτήρες, δεν έχω λόγια (κυρίως διαπιστώνοντας την βελτίωση της γραφής σου τον τελευταίο χρόνο, η οποία έχει απογειωθεί σε μεγάλα ύψη). Τι θα ήθελα (παραπάνω :Ρ): - να δω απ' το βάθος την σχέση Ρίτσαρντ/Ευάγγελου να 'ρχεται, όχι να παίρνει την στροφή ένα μέτρο μπροστά μου - την αλλαγή του μπροστά στον καθρέφτη, την ανασφάλεια, τα λόγια της Ξένιας να τον κοροϊδεύουν σε κάθε του έκφραση - το επόμενο επεισόδιο (και μην τολμήσεις να μην το ανεβάσεις και μάλιστα σύντομα, γιατί σε βλέπω κι εσένα να λαμβάνεις ραβασάκια στα συρτάρια σου :Ρ) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted February 10, 2010 Share Posted February 10, 2010 Η ιδέα είναι καλή και μου φάνηκε πρωτότυπη. Να σου πω, μέχρι το σημείο που η Ξένια εξηγεί, όλα ήταν οκ. Οι εξηγήσεις δεν με ικανοποίησαν. Πιο απλά, θα ήθελα κάτι που να αιτιολογεί την πράξη της. Αυτό, μαζί με το τέλος που (όχι για πρώτη φορά) ήταν κάπως άνευρο, ήταν τα δύο σημεία που δεν μου άρεσαν. Το ελάττωμα είναι εκεί περισσότερο σαν αίσθηση που καλύπτει όλη την ιστορία. Το θέμα του ψευδίσματος… ίσως ήταν λίγο πιο αστείο απ’ ότι νομίζω ταίριαζε στην ιστορία. Μου άρεσε που δεν τον έβαλες να λέει όλο λέξεις με πολλά ‘σ’, θα ταίριαζε κάτι τέτοιο σε μια πολύ πιο χιουμοριστική ιστορία. Ψιλά: ‘’Όμως τα ρομπότ είχαν μια βασική έλλειψη όσον αφορά την τέχνη: ήταν τέλεια.’’ -Τα ρομπότ είναι τέλεια, οπότε θα έλεγα ότι το να βρεις και να προβάλεις ελάττωμα πάνω σ’ αυτήν τους την τελειότητα θέλει λεπτές κινήσεις και προσοχή ακόμα και στη λέξη. Η λέξη ‘έλλειψη’ μου κάθεται κάπως. ‘’Τα ρομπότ μπορούσαν εύκολα να προσομοιάσουν συναισθήματα, αλλά δεν μπορούσαν να κινηθούν ή να μιλήσουν με χαρακτήρα.’’ -Κι εδώ σκάλωσα λίγο. Αν είναι καλοί ηθοποιοι, τότε πώς και δεν μπορούν να κινηθούν ή να μιλήσουν με χαρακτήρα; ‘’Δεν ήταν άχρωμα, αλλά να, δεν μπορούσες να δεις ένα ρομπότ να περπατάει λίγο αμήχανα…’’ -Δεν είμαι σίγουρος ότι το 'άχρωμα' έχει χρησιμοποιηθεί σωστά. Νομίζω ότι χρειάζεσαι μια λέξη με 'θετική έννοια', αντίθετη από το 'αμήχανα' και το 'άκομψα' που ακολουθούν και τα οποία έχουν 'αρνητική έννοια'... πχ 'άψογα'. Ευάγγελος-Ρίτσαρντ -Αργά ήρθε αυτό και δεν μου έκανε και κάποια μεγάλη εντύπωση (είπα απλά: Α… ήταν ο Ευάγγελος). Και κάποιος άλλος (άσχετος) να ήταν τελικά, δεν θα έτρεχε τίποτα για μένα, ο Ευάγγελος είχε ξεχαστεί πέρα στην αρχή της ιστορίας. Άλλωστε, με το που πέφτει για ύπνο (νομίζω κάπου εκεί), χάνεται ως τη στιγμή της αποκάλυψης. ΥΓ:Επιμένω για το θέμα του φινάλε... αφού γράφεις που γράφεις ωραίες ιστορίες... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
TheTregorian Posted February 11, 2010 Share Posted February 11, 2010 Μπράβο Κασάνδρα, μ' άρεσε! Έξυπνη η ιδέα σου για την κοινωνία ανθρώπων - ρομπότ! Η γραφή είναι είναι ωραία και το κείμενο ρέει καλά. Το υποψιάστηκα ότι ο κύριος δεν είναι ρομπότ (και αμφιταλαντεύομαι μήπως θα 'ταν λογικό να το 'χαν καταλάβει κι οι άλλοι!!). Βρήκα λίγο επιθετικό το ρομπότ στο τέλος, κάτι που δε μου πολυάρεσε, αλλά τέεελος πάντων! Κατά τ' άλλα μια χαρά! Καλή επιτυχία!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Rixardogios Posted February 13, 2010 Share Posted February 13, 2010 Όμορφη ιστορία και ωραία ανατροπή! Η γραφή ξεκούραστη και άνετη. Πολύ ενδιαφέρον αυτό με τα ελεύθερα ρομπότ και γενικά το concept με το θέατρο! Πιστεύω οτι μπορείς να τη συνεχίσεις! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
khar Posted February 14, 2010 Share Posted February 14, 2010 Είναι το διήγημα που είχε, για μένα, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα περιεχόμενα. Την προσποίηση και τι τελικά θέλουμε, ή μάλλον αντέχουμε, να βλέπουμε: Την αλήθεια ή μια παραποιημένη εκδοχή αυτής; Το ρομποτ που προσποιείται ελαττώματα και ο άνθρωπος που παριστάνει τον ρομπότ είναι πολύ ενδιαφέρον δίδυμο. Νομίζω ότι η ΕΦ σε εμπνέει να ασχοληθείς με προβληματισμούς που δεν ριζώνουν εύκολα σε άλλο έδαφος. Ήταν καλή και η εξέλιξη με την ενδιάμεση αποκάλυψη του διπλού χαρακτήρα. Από την άλλη η εισαγωγή μου φάνηκε εντελώς περιττή, δεν πείστηκα για τη δυσκολία των ρομπότ να προσποιούνται ελαττώματα (ίσως ήταν καλύτερα να πεις ότι ήταν προγραμματισμένα έτσι με αποτέλεσμα ο Ριτσαρντ να ήταν όντως αξιοπερίεργος), ενώ και η πλοκή έχανε λίγο αφού πριν την συνάντηση, μάλλον έπρεπε να υπάρχει κάποιο περιστατικό όπου οι δύο ήρωες συναντιούνται, ίσως τυχαία, και «συγκρούονται. Τώρα, το κίνητρο της «ρομποτίνας» μου φάνηκε αδύναμο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.