Jump to content

Μακρύ κόκκινο σκουφάκι


Mesmer

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Άγγελος

Είδος: Τρόμου

Βία; Λίγη

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 2500

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Είναι μια απ' τις αρκετά παλιές ιστορίες μου και, ίσως, όχι αρκετά καλογραμμένη. Παρ' όλ' αυτά, θυμάμαι ότι την είχα γράψει μέσα σε ένα βράδυ, κι ότι η συγγραφή της με είχε τρομάξει.

Έκανε κρύο εκείνο το βράδυ. Ευτυχώς δεν αναγκάστηκα να μείνω έξω πολύ ώρα. Η ώρα είχε πάει δύο και ήταν αργά για βράδυ Τρίτης. Καληνύχτισα τους δυο φίλους μου βγήκα απ’ το μπαράκι και πήγα τρέχοντας στο αυτοκίνητο. Ο παγωμένος αέρας έκανε τα μάτια μου να δακρύσουν και μόλις έκλεισα την πόρτα συνειδητοποίησα ότι έτρεμα απ’ το κρύο. Έβαλα μπροστά το αυτοκίνητο και το άφησα πέντε λεπτά να δουλεύει στο ρελαντί για να ζεσταθεί. Άνοιξα το καλοριφέρ και μόλις άρχισα να ζεσταίνομαι ξεκίνησα για το σπίτι.

 

Ο χρόνος που χρειάζομαι για να φτάσω στο σπίτι μου, στο χωριό, απ’ την κοντινή πόλη, που συνήθως μαζευόμαστε για να τα πιούμε είναι ένα τέταρτο περίπου. Αυτή τη φορά μάλλον θα αργούσα κανένα πεντάλεπτο. Ένιωθα κουρασμένος και το κεφάλι μου να γυρνάει. Δεν ήταν απ’ το ποτό. Δυο μπύρες δεν ήταν ικανές να με φέρουν σ’ αυτή την κατάσταση.

 

Οδηγούσα στην άκρη του δρόμου πηγαίνοντας με εξήντα. Κάποιες φορές κόντεψα να βγω απ’ το δρόμο, σα να με έπαιρνε ο ύπνος. Ευτυχώς δεν έτρεχα, αλλιώς οι συνέπειες μπορεί να ήταν μοιραίες. Ένα μικρό στρίψιμο του τιμονιού έφτανε για να επαναφέρει το αυτοκίνητο στο δρόμο. Αποφάσισα να είμαι πιο προσεκτικός. Άνοιξα λίγο το παράθυρο ώστε ο κρύος αέρας να με κρατάει ξύπνιο. Έβαλα ένα CD να παίζει και οι ρυθμικές μπαλάντες των Scorpions με έκαναν συντροφιά στον υπόλοιπο δρόμο μέχρι το σπίτι μου.

 

Βγήκα από τον κεντρικό δρόμο λίγο πριν φτάσω στην πλατεία κι έκανα δεξιά σ’ ένα στενό δρομάκι. Το σπίτι μου βρισκόταν πεντακόσια μέτρα παρακάτω. Ήταν στην γωνία ενός σταυροδρομιού.

 

Έκανα ξανά δεξιά μόλις πέρασα μπροστά απ’ το σπίτι μου για να αφήσω το αυτοκίνητο σ’ ένα υπόστεγο, που είχα φτιάξει μόνος μου, στην πίσω αυλή.

 

Το σπίτι μου είναι μικρό, γύρω στα πενήντα τετραγωνικά, αλλά μου αρκεί, αφού μένω μόνος. Μ’ αρέσει να είμαι μόνος και είμαι έτσι για πολύ καιρό. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ανεξάρτητο. Βρίσκω χρόνο έτσι για να σκέφτομαι, να υπολογίζω, να δημιουργώ και να κατευθύνω όλα όσα μ’ ενδιαφέρουν. Και είναι τόσα πολλά…

 

Όταν ήρθα σ’ αυτό το χωριό έψαχνα ακριβώς κάτι σαν κι αυτό το σπίτι. Ένα αρκετά μεγάλο σαλόνι, δίπλα η κουζίνα και ένα μικρό χολ που οδηγούσε στο υπνοδωμάτιο και στο μπάνιο. Ό,τι ακριβώς χρειαζόμουν.

 

Έβαλα το αυτοκίνητο στο υπόστεγο και σταμάτησα λίγο πριν χτυπήσει στο τοίχο. Άπλωσα το χέρι μου για να κλείσω τη μουσική και τότε ένας δυνατός ήχος έκανε το αίμα μου να παγώσει. Σαν κάτι να είχε πέσει στον ουρανό του αυτοκινήτου μου. Περίμενα για λίγο και μετά έκλεισα τη μουσική. Νέοι ήχοι άρχισαν να έρχονται απ’ την οροφή του αυτοκινήτου μου. Σαν βιαστικά πηδηματάκια, τα οποία κατευθύνονταν προς το πίσω μέρος του αμαξιού. Κοίταξα στον καθρέφτη και είδα κάτι μικρό να πέφτει απ’ τον ουρανό του αυτοκινήτου, να αναπηδά στο πορτμπαγκάζ και να χάνεται πίσω απ’ το αυτοκίνητο.

 

Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά γρήγορα και δυνατά. Τα χέρια μου έτρεμαν και σίγουρα δεν ήταν απ’ το κρύο. Αυτό το μικρό κάτι φορούσε ένα κόκκινο μακρύ σκουφάκι. Δεν μπορεί να με είχαν ξεγελάσει τα μάτια μου, όσο απίστευτο κι αν φαινόταν. Κοίταξα στον δεξί και αριστερό καθρέφτη αλλά δεν μπορούσα να διακρίνω τίποτα. Σκέφτηκα ότι θα ήταν η φαντασία μου. Ήμουν κουρασμένος, νύσταζα και είχα πιει. Ήθελα να βγω απ’ το αυτοκίνητο, αλλά μου φαινόταν πολύ δύσκολο. Φοβόμουν.

 

Άνοιξα την πόρτα, κοίταξα αν φαίνεται τίποτα κι αφού δεν είδα κάτι, μάζεψα όσο θάρρος είχα και κατέβηκα απ’ το αυτοκίνητο. Με γοργό βήμα κατευθύνθηκα προς την μπροστινή αυλή του σπιτιού μου, για πρώτη φορά χωρίς να κλειδώσω τις πόρτες του αυτοκινήτου.

 

Υπάρχει ένα χαμηλό τειχάκι με κάγκελα γύρω απ’ τη μικρή, μπροστινή αυλή μου. Για να μπω εκεί περνάω από μια μικρή μεταλλική πόρτα. Τα χόρτα που είχαν αναπτυχθεί γύρω απ’ το τειχάκι είχαν αρχίσει να μαραίνονται αφού άρχισαν τα κρύα. Ήθελα κάποια στιγμή να τα καθαρίσω, αλλά συνεχώς το ανέβαλα. Δεν ήταν μεγάλα, περίπου δεκαπέντε πόντους ψηλά, αλλά χαλούσαν την εικόνα του σπιτιού μου. Ίσως, τελικά, το κρύο να με απέλασε απ’ τον κόπο της αποψίλωσης.

 

Άπλωσα το χέρι μου για να ανοίξω την πόρτα κι έκανα ένα βήμα για να την περάσω. Εκείνη τη στιγμή τα χόρτα πέντε μέτρα δεξιά μου άρχισαν να κουνιούνται σαν κάτι να υπήρχε ανάμεσά τους κι εκείνο ερχόταν κατά πάνω μου.

 

Για μια στιγμή κοκάλωσα, αλλά λίγο πριν, αυτό που ήταν μέσα στα χόρτα, πέσει πάνω μου, πήδηξα και βρέθηκα μέσα στην αυλή. Απ’ τη μια μου φάνηκε αστείο, απ’ την άλλη ανατριχιαστικό, αλλά όταν πήδηξα για να γλιτώσω από εκείνο είδα ένα μικρό μακρύ κόκκινο σκουφάκι ανάμεσα στο χόρτα.

 

Μόλις πέρασα την πόρτα της αυλής κοίταξα πίσω, ανάμεσα στα χόρτα, αλλά εκείνη η αναταραχή είχε σταματήσει. Ό,τι κι αν ήταν εκεί είχε φύγει ή περίμενε ακίνητο.

 

Όταν τα χέρια σου τρέμουν ακόμη και το πιο απλό μοιάζει αδύνατο. Μου φάνηκε πως μου πήρε ώρες ολόκληρες μέχρι να βρω τα κλειδιά και να ανοίξω την πόρτα του σπιτιού μου. Μπαίνοντας στο ζεστό σαλόνι και ανάβοντας τα φώτα ένιωσα ασφάλεια. Αλλά η αίσθηση χάθηκε μόλις έκανα δυο βήματα.

 

Ήταν ό,τι πιο απειλητικό είχα ακούσει. Ένα γρατζούνισμα στην ξύλινη εξώπορτα. Ο θόρυβος ερχόταν από χαμηλά. Ένα μακρύ γρατζούνισμα σε όλο το πλάτος της πόρτας, μετά παύση. Ύστερα πάλι από την αρχή. Περίμενα πέντε λεπτά αλλά ο ήχος δεν σταματούσε. Άπλωσα το χέρι μου κι έπιασα το πόμολο. Δεν ήξερα αν ήθελα να το κάνω αλλά έπρεπε.

 

Άνοιξα απότομα την πόρτα και κοίταξα προς τα κάτω. Δεν υπήρχε τίποτα, αλλά οι βαθιές γρατσουνιές πέντε εκατοστά πάνω απ’ την βάση της πόρτας ήταν εμφανείς. Την έκλεισα μ’ ένα δυνατό χτύπημα και την διπλοκλείδωσα.

 

Ίσως το κόκκινο σκουφάκι να ήταν στην φαντασία μου, αλλά εκείνες οι γρατσουνιές υπήρχαν σίγουρα. Τώρα δεν έτρεμαν μόνο τα χέρια μου. Έτρεμα ολόκληρος.

 

Για πρώτη φορά στη ζωή μου μετάνιωσα που εδώ κι ένα χρόνο δεν έβαλα τηλέφωνο στο σπίτι. Χρειάζομαι κάποιον αυτή τη στιγμή, οποιονδήποτε. Αλλά και πάλι, ήταν σχεδόν τρεις η ώρα. Δεν μπορούσα να ενοχλήσω κανέναν.

 

Κάθισα για λίγο στο σαλόνι κάνοντας απόλυτη ησυχία και ακούγοντας κάθε εξωτερικό ήχο. Για αρκετή ώρα δεν άκουσα τίποτα ανησυχητικό. Αποφάσισα πως ήταν ώρα να πάω στο κρεβάτι, αν και δεν πίστευα ότι θα έκλεινα μάτι απόψε.

 

Μπήκα στο μικρό χολ κι έκανα αριστερά στην πρώτη πόρτα. Ήταν το υπνοδωμάτιό μου. Στον τοίχο απέναντι απ’ το παράθυρο βρισκόταν η ντουλάπα. Την άνοιξα προσεκτικά. Ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι θα έβρισκα ένα μικρό κόκκινο μακρύ σκουφάκι αλλά ευτυχώς δεν υπήρχε τίποτα παραπάνω απ’ αυτά που έπρεπε να βρίσκονται εκεί.

 

Φόρεσα τις πιτζάμες μου, έστρωσα το κρεβάτι μου, έκλεισα το φως και ξάπλωσα. Μου ήταν αδύνατο να κλείσω τα μάτια. Αφουγκραζόμουν την τρομαχτική ησυχία εκείνης της νύχτας. Σε λίγο τα μάτια μου συνήθισαν στο λιγοστό φως που έμπαινε απ’ το παράθυρο. Μπορούσα να διακρίνω και την πιο μικρή λεπτομέρεια.

 

Ένας θόρυβος έσπασε την ησυχία. Ερχόταν απ’ το παράθυρο. Κάτι είχε ανέβει στο περβάζι. Και μετά ένας ήχος ακόμη πιο τρομαχτικός. Ήταν χτυπήματα στο τζάμι. Τακ… τακ… τακ… Συνεχόμενα και μονότονα. Σαν κάποιος να χτυπούσε για να του ανοίξω. Άρχισα να τρέμω.

 

Τακ… τακ… τακ…

 

Σκεπασμένος ακόμη με την κουβέρτα κοίταξα προς το παράθυρο. Αρκετές σκιές έπεφταν πάνω στην ανοιχτόχρωμη κουρτίνα αλλά δεν μπορούσα να ξεχωρίσω κάτι συγκεκριμένο. Όμως, εκείνο το μονότονο χτύπημα, ακόμη με καλούσε.

 

Τακ… τακ… τακ…

 

Απομάκρυνα την κουβέρτα από πάνω μου και ανακάθισα στο κρεβάτι. Ένα μέρος του εαυτού μου με κρατούσε στο κρεβάτι, ενώ ένα άλλο με έσπρωχνε προς το παράθυρο. Τι έπρεπε να κάνω; Ήθελα να δω τι ήταν αυτό που προκαλεί τους ήχους.

 

Τακ… τακ… τακ…

 

Η περιέργεια σκοτώνει. Αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα μόλις σηκώθηκα απ’ το κρεβάτι, αλλά ήταν πλέον αργά. Είχα ήδη φτάσει στο παράθυρο και είχα πιάσει την κουρτίνα.

 

Τακ… τακ… τακ…

 

Τράβηξα την κουρτίνα. Μια κραυγή βγήκε απ’ τα χείλη μου μόλις αντίκρισα το πλάσμα που χτυπούσε το παράθυρό μου. Ήταν ό,τι πιο τρομαχτικό είχα αντικρίσει. Έκανα πίσω και σκόνταψα πάνω στο κρεβάτι.

 

Κοιτούσα το μικροσκοπικό ον που βρισκόταν πίσω απ΄ το παράθυρο και με κοιτούσε κι αυτό. Είχε ύψος το πολύ δεκαπέντε εκατοστά. Το κεφάλι του είχε σχήμα ωοειδές. Τα μάτια του ήταν μεγάλα και σκιστά. Για κόρη είχαν μια μικρή μαύρη γραμμή σε έναν πορτοκαλή φόντο. Πάνω του ένα συνεχές χοντρό εξόγκωμα αντικαθιστούσε τα φρύδια. Λίγο πιο κάτω απ’ τα μάτια υπήρχαν δυο τεράστια ρουθούνια ενώ η γέφυρα της μύτης ήταν εξολοκλήρου χωμένη στο πρόσωπό του. Κάτω απ’ τα τεράστια ρουθούνια δυο παχιά χείλια, που κάλυπταν όλο το μήκος του προσώπου του, μου χαμογελούσαν. Το χρώμα του δέρματός του ήταν σκούρο πράσινο, αν και δεν μπορούσα να το διακρίνω καθαρά λόγω έλλειψης φωτισμού. Το πρόσωπο του ήταν γεμάτο εξανθήματα, που έμοιαζαν με ξεραμένες πληγές.

 

Ακριβώς κάτω απ’ το κεφάλι ξεκινούσε το σώμα του. Δεν είχε καθόλου λαιμό. Σαν το κεφάλι του να ήταν κολλημένο στις ωμοπλάτες. Το σώμα του ήταν μικροκαμωμένο σε σχέση με το κεφάλι του και είχε κοντά χέρια και πόδια. Τα ρούχα που φορούσε έμοιαζαν παλιά, ταλαιπωρημένα και πολυφορεμένα. Έμοιαζε με παραμελημένη κούκλα, την πιο άσχημη που είχα δει ποτέ μου.

 

Σήκωσε το κοντό χεράκι του και με χαιρέτισε. Στην άκρη των δαχτύλων του πρόσεξα λεπτά μυτερά νύχια. Μάλλον ήταν αυτά που έκαναν τις γρατσουνιές στην πόρτα.

 

Μα από πού είχε έρθει αυτό το πλάσμα;

 

Ξαφνικά το χαμόγελο στα χείλη του έσβησε και η έκφρασή του σοβάρεψε. Τα μάτια του στένεψαν κι άλλο και ο κρεάτινος όγκος από πάνω τους σηκώθηκε απειλητικά. Το χέρι, που πριν λίγο με χαιρετούσε, τώρα χτυπούσε το τζάμι προσπαθώντας να το σπάσει.

 

Αφού κατάλαβε ότι με τις γροθιές του δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, σταμάτησε το χτύπημα. Με κοιτούσε στα μάτια και το βλέμμα του ήταν γεμάτο με μίσος και φθόνο. Σα να του είχα κάνει κάτι πολύ κακό.

 

Άνοιξε το στόμα του και μου έδειξε τα μυτερά του δόντια. Ήταν ένα είδος απειλής. Κόλλησε τα χείλη του στο τζάμι σα να προσπαθούσε να το δαγκώσει. Απομάκρυνε το πρόσωπό του απ’ το τζάμι και συνέχισε να με κοιτά με το ίδιο απειλητικό και γεμάτο μίσος βλέμμα.

 

Η αλήθεια είναι πως όση ώρα το κοιτούσα να στέκεται έξω απ’ το τζάμι και να το χτυπάει ένιωσα ένα είδος ασφάλειας. Κατάλαβα ότι δεν μπορούσε να μπει στο σπίτι τόσο εύκολα κι αυτό το εξαγρίωνε ακόμη παραπάνω.

 

Αυτό που με παραξένεψε ήταν το βλέμμα του. Γιατί με κοιτούσε με τόσο μίσος; Τι νόμιζε ότι του είχα κάνει; Ή αν πραγματικά του έκανα κάτι, τότε τι ήταν αυτό; Ήταν μάλλον ερωτήσεις που δεν μπορούσαν να απαντηθούν γιατί ο μικρός μου «φίλος», προφανώς , δεν μιλούσε. Τουλάχιστον όχι την δική μου γλώσσα.

 

Το κοντό πλάσμα έφερε το πρόσωπό του κοντά στο παράθυρο σα να προσπαθούσε να με δει καλύτερα. Με μια γρήγορη κίνηση κάρφωσε τα δάχτυλα του στο παράθυρο και τα έσυρε πάνω του. Ακούστηκε ένα μικρό τρίξιμο. Ανατρίχιασα. Εγώ ήμουν αυτός που ήθελε να σκίσει με τα νύχια του, όχι το τζάμι.

 

Και τότε, σα να σκέφτηκε κάτι, το πρόσωπο του σοβάρεψε. Σιγά σιγά ένα πονηρό και ανησυχητικό χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. Χαμογελούσε στον εαυτό του κι αυτό δεν ήταν καθόλου καθησυχαστικό.

 

Προχώρησε προς τα αριστερά, μέχρι το αλουμινένιο κούφωμα του παραθύρου. Άπλωσε τα χεράκια του, ακούμπησε τις παλάμες του στο τζάμι και το έσπρωξε προς τα δεξιά. Άνοιξε. Ήταν ένα μικρό κενό πέντε εκατοστών, αλλά επίσης ήταν αρκετό για να περάσει το πλασματάκι από μέσα.

 

Η σιγουριά και η ασφάλεια που ένιωθα πριν από λίγο χάθηκαν. Ξεροκατάπια με δυσκολία. Βρισκόμουν δυο μέτρα μακριά απ’ το παράθυρο και ήμουν καθισμένος στο κρεβάτι. Κοίταξα γύρω μου μήπως υπήρχε κάτι που μπορούσα να χρησιμοποιήσω για όπλο.

 

Το πλασματάκι πέρασε απ’ το παράθυρο και πήδηξε στο πάτωμα. Προχωρούσε με μικρά, αργά βήματα προς το μέρος μου. Τότε ήταν η πρώτη φορά που μέτρησα στα ίσια τον εχθρό μου. Ήταν μόλις δεκαπέντε πόντους, δεν φαινόταν να έχει υπερφυσική δύναμη και δεν κουβαλούσε κανένα όπλο πέρα απ’ τα δόντια και τα νύχια του. Τι είχα, λοιπόν, να φοβηθώ απ’ αυτό; Ήμουν γίγαντας μπροστά του. Απεριόριστα δυνατότερος. Έδειχνε, όμως, τόσο σίγουρο για τον εαυτό του. Τα βήματά του ήταν αργά, αλλά σταθερά και το βλέμμα του γεμάτο αυτοπεποίθηση.

 

Σήκωσα τα γυμνά πόδια μου απ’ το πάτωμα και τα έβαλα πάνω στο κρεβάτι. Όταν το πλασματάκι πλησίασε κι άλλο σηκώθηκα όρθιος. Ένιωσα σαν γυναικούλα που απειλείται από ποντίκι. Αυτό το ποντίκι, όμως, ήταν πολύ γενναίο.

 

Πρόσεξα την ανοιχτή πόρτα του δωματίου μου. Μ’ ένα μεγάλο άλμα βρέθηκα δίπλα της. Πριν αρχίσω να τρέχω προς το σαλόνι προσπάθησα να την κλείσω μ’ ένα τράβηγμα, αλλά η δύναμη δεν ήταν αρκετή. Φαντάστηκα το πλασματάκι να τα χάνει για λίγο και μετά να με παίρνει από πίσω. Τα πόδια μου είχαν βγάλει φτερά.

 

Μπήκα στο σαλόνι κι από ‘κει χώθηκα στην κουζίνα. Άνοιξα ένα συρτάρι κι έβγαλα ένα μεγάλο μαχαίρι. Τουλάχιστον τώρα ήμουν οπλισμένος.

 

Κοίταξα προς την πόρτα της κουζίνας. Το πλασματάκι δεν ήταν εκεί. Προχώρησα προς το σαλόνι. Τα φώτα ήταν ακόμη σβηστά και δεν μπορούσα, εύκολα, να διακρίνω κάποια κίνηση. Παρ’ όλ’ αυτά δεν έχασα χρόνο ψάχνοντας για διακόπτες.

 

Γνωρίζοντας το μέγεθος του εχθρού μου προχωρούσα σκυφτός έχοντας έτοιμο το μαχαίρι. Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά. Ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι την άκουγα, όχι πως την ένιωθα.

 

Το πλασματάκι είχε χαθεί. Δεν μπορούσα να το δω πουθενά, ούτε κι άκουγα κάτι παράξενο. Συνέχισα να κοιτάζω γύρω μου προσεχτικά. Σίγουρα θα ήθελε να με αιφνιδιάσει.

 

Ένας ήχος και μια γρήγορη κίνηση στα αριστερά μου τράβηξαν την προσοχή. Γύρισα αμέσως προς τα εκεί. Το πλασματάκι βγήκε κάτω από μια πολυθρόνα και έτρεξε προς ο μέρος μου. Σήκωσα το πόδι μου και το τίναξα προς το μέρος του για να το κλωτσήσω.

 

Το πόδι μου βρήκε σε κάτι μαλακό, αλλά μετά ένιωσα ένα σούβλισμα γύρω απ’ το μεγάλο δάχτυλο. Το πλασματάκι κατάφερε να γραπωθεί από πάνω μου και τώρα είχε χώσει τα δόντια του στο πόδι μου, έχοντας το μεγάλο δάχτυλο μέσα στο στόμα του. Τα μικρά μυτερά δοντάκια έκαναν καλή δουλειά και τα σαγόνια του είχαν μεγάλη δύναμη.

 

Βρέθηκα να χοροπηδάω στο ένα πόδι και να τινάζω το άλλο προσπαθώντας να ξεκολλήσω το πλασματάκι από πάνω του. Ήταν σαν ένα είδος αστείου χορού. Το πλασματάκι σφίξει γερά τα δόντια του στο πόδι μου και δεν έλεγε να ξεκολλήσει παρ’ όλο που το σωματάκι του τιναζόταν προς την κατεύθυνση που κουνούσα το πόδι μου.

 

Κάνοντας κουτσό πλησίασα τον τοίχο και τον κλώτσησα δυνατά με το πόδι που ήταν στο αέρα. Το πλασματάκι κόπηκε στα δύο. Το σώμα του μαζί με την κάτω σιαγόνα βρέθηκε στο πάτωμα, ενώ το υπόλοιπο μέρος του κεφαλιού του, μαζί με το μικρό, κόκκινο, μακρύ σκουφάκι, ήταν ακόμη κολλημένο στο πόδι μου. Το έπιασα, το τράβηξα και το πέταξα στο πάτωμα, μαζί με το άλλο κομμάτι. Τα σημάδια που είχαν αφήσει τα δόντια του ήταν εμφανή, αλλά τώρα, όλα τα δάχτυλα μου πονούσαν. Σίγουρα θα είχα σπάσει μερικά κόκαλα μ’ εκείνη την κλωτσιά.

 

Κοίταξα το πλασματάκι που βρισκόταν στο πάτωμα και σε δυο κομμάτια. Αυτό ήταν, λοιπόν. Η μάχη έλαβε τέλος. Ή έτσι νόμιζα.

 

Ένας ήχος ερχόταν έξω απ’ το σπίτι μου. Ήταν σαν μια σιγανή οχλοβοή. Κοίταξα έξω απ’ το παράθυρο.

 

Ω, Θεέ μου!

 

Όλη η αυλή μου και το χαμηλό τειχάκι ήταν γεμάτα από χιλιάδες μικρά πλασματάκια με μυτερά δόντια. Κι όλα είχαν στο κεφάλι τους ένα μικρό, κόκκινο, μακρύ σκουφάκι.

 

 

Αγίασμα, 5-6/02/2003

 

Link to comment
Share on other sites

Καλό είναι. Αρκετά τρομακτικό (αν και προβλέψιμο) και εύκολο στο διάβασμα.

Κάποια λάθη με κόμματα παρατήρησα σε ορισμένα σημεία (που ή δεν υπάρχουν ενώ χρειάζονται, ή υπάρχουν χωρίς να χρειάζονται). Αν το διαβάσει κάποιος φιλόλογος ίσως σου εξηγήσει καλύτερα τι εννοώ.

Προσωπικά χρησιμοποιώ τον τρόπο της Sonya για την χρήση κομμάτων (ίσως να μην είναι εντελώς σωστός, αλλά δουλεύει). Διαβάζω το κείμενο δυνατά, και στα σημεία που θέλει παύση βάζω κόμμα.

 

Κατα τα άλλα.

Το σπίτι που περιγράφεις δεν μου έκατσε καλά. 50 τμ περίπου με μεγάλο σαλόνι, κουζίνα, χολ υπνοδωμάτιο και μπάνιο; Αύξησε τετραγωνικά ή μείωσε δωμάτια.

 

Οι τρεις πρώτες παράγραφοι είναι πιο φορτωμένες απο όσο χρειάζεται κατα την γνώμη μου.

 

Θα ήθελα πάντως να υπάρχει και ένα backround απο πίσω που να δικαιολογεί κάπως όλο το σκηνικό. Εδώ μας έδωσες απλά την σκηνή του τρόμου χωρίς να καταλάβουμε για ποιον λόγο συμβαίνουν όλα αυτά. Εντάξει, τρόμου είναι, αλλά αλατοπιπέρωσε το λίγο, κάνε μας να νοιαστούμε για τον ήρωα.

Link to comment
Share on other sites

Καλησπέρα Απόστολε και ευχαριστώ για το σχόλιο.

 

Όπως ανέφερα στην αρχή της ιστορίας, αυτή είναι μια απ' τις πρώτες μου προσπάθειες να γράψω κάτι. Έχω ανεβάσει άλλες δυο ιστορίες μου από εκείνη την περίοδο κι αν τις διαβάσεις θα δεις ότι κινούνται στο ίδιο πάνω κάτω επίπεδο. Πιστεύω ότι ήθελα περισσότερο να γράψω για μια τρομακτική σκηνή, χωρίς πολλά αλλά, γι' αυτό υπάρχουν και τα κενά που ανέφερες. Πολύ πιθανόν να υπάρχουν λάθη στα κόμματα που δεν πρόσεξα κι επίσης έχεις δίκιο για την διαρρύθμιση του σπιτιού σε σχέση με το μέγεθός του. Δεν σκίζω στην αρχιτεκτονική :Ρ Κατά τα άλλα, δεν θέλω να κάνω αλλαγές στα κείμενα μου επειδή, προσωπικά, αντιπροσωπεύουν το συναισθηματισμό μου, αν θέλεις, ενός χρονικού σημείου, που έχει αποτυπωθεί στο χαρτί. Γι' αυτό, αν είναι λίγο ελλιπές, ας είναι, χαλάλι του, θα προσπαθήσω, μέσω αυτού, να βελτιωθώ στα επόμενα.

 

Καλό απόγευμα.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..