northerain Posted March 3, 2010 Share Posted March 3, 2010 Ο Κόρβιν τράβηξε τα γκίνια του αλόγου του και κατέβηκε από την σέλα. Οδήγησε το άλογο στο λυγισμένο, κοκαλιάρικο δέντρο και το έδεσε. Το άλογο χλιμίντρισε σιγά και αυτός χάιδεψε την χαίτη του. Γύρισε την πλάτη του στο άλογο και έκανε μερικά βήματα. Στεκόταν στην κορυφή ενός λόφου, ένα μικρό δάσος απλωνόταν κάτω από τα πόδια του. Το μπλε παλτό του είχε γίνει βαθύ μαύρο από την σκόνη και την βρωμιά του ταξιδιού. Το ίδιο και ο υπόλοιπος, μια μαύρη φιγούρα στη μέση του πουθενά, το πιστόλι στην μέση του το μόνο πράγμα που αντανακλούσε τον ήλιο. Έψαξε για λίγο στην τσάντα που είχε δεμένη στο άλογο και έβγαλε από μέσα ένα κιάλι. Αφαίρεσε το καπάκι και το έφερε στο μάτι του, βρίσκοντας στήριγμα σε έναν βράχο. Στην άλλη πλευρά του γυαλιού, μια μικρή πόλη στην άκρη ενός βάλτου. Μακριά από τους μεγάλους δρόμους που διένυαν την ύπαιθρο, η πόλη ήταν χτισμένη γύρω από μια βαλτώδη έκταση και μερικές φυσικές πηγές που υπήρχαν τριγύρω. Ο Κόρβιν απείχε μερικές ώρες ακόμα, αλλά ήθελε να ρίξει μια ματιά πριν πλησιάσει αρκετά ώστε να κάνει αισθητή την παρουσία του. Μερικές άμαξες ταξίδευαν από και προς την πόλη, κυρίως ταχυδρομικές και αυτές που μετέφεραν προμήθειες στα καταστήματα. Παρακολούθησε λίγο ακόμα τα ξύλινα κτήρια στην άκρη της πόλης και τις μικρές φιγούρες που πηγαινοερχόταν στις δουλειές τους. Κατέβασε το κιάλι και το επέστρεψε στην θέση του στην δερμάτινη τσάντα. Ήπιε λίγο νερό από το παγούρι του και αφού έλυσε το άλογο, το καβάλησε ξανά για να συνεχίσει το ταξίδι του. Δεν είχε πολύ χρόνο στη διάθεσή του αλλά δεν ήθελε να πιέσει το ζώο, που τον είχε υπηρετήσει τόσο καλά όλα αυτά τα χρόνια. Λίγες ώρες αργοπορίας δεν θα του κόστιζαν τίποτα. Ήλπιζε. Μερικές ώρες αργότερα, με μια ψιλή βροχή να τον τυραννά στην διαδρομή, συνάντησε τα πρώτα κτήρια της μικρής, σιωπηλής πόλης. Ο δρόμος είχε μετατραπεί σε βάλτο και ήταν σχεδόν άδειος. Το σκοτάδι που έπεφτε γρήγορα, σε συνδυασμό με την βροχή μάλλον κρατούσε τους κατοίκους στα σπίτια τους ή πάνω από ένα ποτήρι αλκοόλ. Κατευθύνθηκε προς το μόνο κατάστημα που φαινόταν να έχει ζωή, το σαλούν στην μέση της πόλης. Προσπέρασε, αλλά φρόντισε να καταγράψει στην μνήμη του, την τράπεζα, το παντοπωλείο και κάτι που έμοιαζε να είναι το δημαρχείο της πόλης, ένας ψηλό, παλιό κτήριο. Ένα πανό κρεμόταν πάνω από την πόρτα, ανακοινώνοντας την επερχόμενη γιορτή της συγκομιδής (Σήμερα!) και τον διαγωνισμό μηλόπιτας, σπόνσορας του οποίου ήταν ο ίδιος ο δήμαρχος. Η μια άκρη του είχε κοπεί, από τον άνεμο ίσως και τώρα κρεμόταν σαν κουρτίνα από ένα μοναδικό κομμάτι σπάγκο, η άλλη άκρη του βουτηγμένη στην λάσπη. Πολύ εορταστικό, σκέφτηκε. Οι σκέψεις του ήταν δυσάρεστες, ο λόγος της επίσκεψής του στο Ιχορ Φολς δεν είχε να κάνει με γιορτή, είχε να κάνει με θάνατο, με ένα κακό που απειλούσε την πόλη και τους κατοίκους της. Ήλπιζε ο ένοχος να μην είχε ήδη εξαφανιστεί. Έδεσε το άλογο έξω από το σαλούν και αδιαφορώντας για την λάσπη, ανέβηκε τα σκαλοπάτια και μπήκε μέσα. Το σαλούν ήταν ζεστό και η βρώμα τον έκανε να σταθεί για μια στιγμή στην πόρτα, σαν να προσπαθούσε να αποφασίσει αν άξιζε τον κόπο να συνεχίσει. Έπειτα, συνέχισε προς το μπαρ, ρίχνοντας μια ματιά γύρω του. Κανείς δεν του έδωσε σημασία, απορροφημένοι όπως ήταν από τις γυναίκες του σαλούν και τα ποτά τους. Σχεδόν όλα τα τραπέζια ήταν γεμάτα. Το μπαρ είχε ευτυχώς μερικές άδειες θέσεις. Έκανε νεύμα στον μπάρμαν και παρήγγειλε ένα ποτό. Μόλις του το έφερε, έσκυψε πάνω από τον πάγκο, κοντά στο πρόσωπο του μπάρμαν και ψιθύρισε: ''Ξέρεις που μένει η χήρα Μπαρκερ;'' Ο μπάρμαν τον κοίταξε για μια στιγμή και έγνεψε. ''Το σπίτι στην άκρη του χωριού. Δίπλα στην εκκλησία. Τι δουλειά έχεις μ’ αυτήν;’'' Ο Κόρβιν είχε ήδη γυρίσει την πλάτη του, αφήνοντας το άδειο ποτήρι του στον πάγκο. Βγήκε έξω, οπού ο ουρανός είχε ανοίξει και η βροχή έπεφτε βαριά και γρήγορη. Έλυσε το σακίδιο του από την πλάτη του αλόγου και με την καραμπίνα του στο άλλο χέρι ξεκίνησε να περπατάει. Σήκωσε τον γιακά του απέναντι στον άνεμο και την βροχή και με σκυμμένο κεφάλι κατευθύνθηκε προς την άλλη άκρη της πόλης, εκεί που το καμπαναριό υψωνόταν πάνω από τα σπίτια. Έριξε μια ματιά στην παλιά εκκλησία, που έμοιαζε ετοιμόρροπη. Το καμπαναριό έστεκε σε κλίση, πιθανότατα επειδή κάποια κολόνα στο εσωτερικό είχε καταρρεύσει. Η πόρτα ήταν κλειδαμπαρωμένη. Το μόνο σπίτι που έστεκε κοντά της ήταν ένα μικρό, άσπρο σπίτι. Υπέθεσε ότι άνηκε στην χήρα. Χτύπησε την πόρτα με ένα κοφτό αλλά δυνατό χτύπημα. Όταν αυτή άνοιξε, χωρίς να περιμένει την πρόσκληση της γυναίκας, μπήκε μέσα. Δεν του άρεσε να είναι αγενής αλλά δεν είχε και χρόνο για ξόδεμα. Έβγαλε το παλτό του και το κρέμασε σε μια κρεμάστρα που υπήρχε στον τοίχο. Εκεί που κρεμόταν ένα γυναικείο παλτό και δυο μικρότερα, παιδικά. Γύρισε αφηρημένος προς την γυναίκα. Θα μπορούσες να την πεις όμορφη, αν δεν την είχαν κουράσει τα χρόνια και κάτι άλλο, κάτι που έκανε τα μάτια της να φαντάζουν άδεια, νεκρά. Δεν φάνηκε να την ενοχλεί ο τρόπος που μπήκε στο σπίτι της ο οπλισμένος άντρας με το μπλε παλτό που έδειχνε αξιωματικού του Βόρειου στρατού. Ο πόλεμος είχε τελειώσει εδώ και χρόνια αλλά το παλτό είχε μείνει. Το ίδιο και ο άντρας. Απομεινάρι μιας άλλης εποχής. Έβγαλε το καπέλο του και πρότεινε το χέρι του. Αντάλλαξαν χειραψία. Το χέρι της ήταν κρύο και κατάλευκο και ο άντρας ανατρίχιασε και ασυναίσθητα έτριψε το χέρι του στο παντελόνι του. ''Κυρία Μπάρκερ, είμαι ο λοχαγός Κόρβιν. Ήρθα να σας δώσω τα συλλυπητήριά μου και αν μπορώ, να προσφέρω την βοήθειά μου'' είπε. Η μεσήλικη γυναίκα έγνεψε και έδειξε προς το καθιστικό. Ο Κόρβιν προχώρησε στο εσωτερικό του σπιτιού. Βρήκε μια πολυθρόνα που φαινόταν να ήταν τουλάχιστον όσο βρώμικη όσο ο ίδιος και κάθισε. Η γυναίκα εξαφανίστηκε στην κουζίνα, απ' όπου μια μυρωδιά φαγητού ερχόταν. Δεν μπορούσε να δει τι μαγείρευε απ’ την θέση του αλλά μύριζε ευχάριστα. Κρέας μάλλον. Το δωμάτιο ήταν λιτό. Μερικά παιχνίδια κείτονταν διάσπαρτα στο πάτωμα. Παιδικά ρούχα καταλάμβαναν μια καρέκλα στην γωνία. Φτωχή οικογένεια. Η γυναίκα επέστρεψε στο δωμάτιο και κάθισε απέναντί του. Λίγη σούπα είχε πέσει στην ποδιά της αλλά δεν φάνηκε να το παρατηρεί. Ο Κόρβιν δεν είπε τίποτα. Η συμπεριφορά της ήταν περίεργη, ακόμη και υπό τις περιστάσεις. Ο άντρας διαπίστωσε πως η γυναίκα τον έκανε να αισθάνεται άβολα, έτσι πως τον κοιτούσε με το κενό της βλέμμα, σιωπηλή και ακίνητη. Έπρεπε να συγκεντρώσει της σκέψεις του για να καταφέρει να μιλήσει. ''Κυρία Μπάρκερ, σύμφωνα με το τηλεγράφημα που έλαβα τα δυο σας αγόρια βρέθηκαν νεκρά στον βάλτο πριν από μια εβδομάδα'' είπε. Δεν ήξερε πως να μιλήσει για ένα τέτοιο ζήτημα και έτσι αποφάσισε να είναι ευθύς μαζί της. Η γυναίκα έγνεψε. Δεν μπορούσε να διαβάσει τα μάτια της για να δει την θλίψη εκεί. Αν υπήρχε. ''Έπειτα κάποιος άνοιξε τους τάφους και έκλεψε τα σώματά τους, κάποια στιγμή μέσα στις τελευταίες τρεις μέρες.'' Έγνεψε ξανά. ''Τι κάνατε εκείνη την μέρα;'' συνέχισε αυτός. ''Πήγα στο περιβόλι... μάζεψα μερικά μήλα για την γιορτή της συγκομιδής. Θα έφτιαχνα την διάσημη μηλόπιτα μου...'' είπε, η φωνή της μονότονη, χωρίς συναίσθημα. ''Σε ποιο περιβόλι;'' ρώτησε. ''Που βρίσκεται;'' ''Όλα τα περιβόλια βρίσκονται κοντά στον βάλτο. Κοντά στο νεκροταφείο, λίγο έξω απ΄την πόλη'' απάντησε. ''Είδατε κάτι περίεργο ή κάποιον να περιφέρεται εκεί γύρω εκείνη την μέρα;'' ρώτησε. Η γυναίκα κούνησε το κεφάλι αριστερά-δεξιά. Όχι. Σηκώθηκε απότομα και επέστρεψε στην κουζίνα. Σίγουρα κάτι δεν πήγαινε καλά. Ίσως να είχε σαλέψει από το τραύμα της απώλειας των δυο παιδιών της. Δεν θα μάθω τίποτε χρήσιμο από αυτήν, σκέφτηκε. Καλύτερα να έψαχνε στο νεκροταφείο και τον τόπο του εγκλήματος για στοιχεία. Πήγε στην πόρτα και φόρεσε το παλτό του. Η γυναίκα βγήκε από την κουζίνα, αυτή τη φορά με σούπα γύρω από το στόμα της. Λίγη είχε τρέξει στο πηγούνι της και από εκεί, στο χαλί. Ο Κόρβιν ανατρίχιασε και αφού άνοιξε την πόρτα, βγήκε έξω, στην βροχή. Το νεκροταφείο ήταν πίσω από την Εκκλησία, έξω από την πόλη. Πήρε το άλογό του και ξεκίνησε. Το έδαφος είχε βαλτώσει, κάνοντας το ταξίδι κουραστικό, αλλά κατάφερε να βρει την μικρή πύλη που οδηγούσε στους λιγοστούς τάφους του νεκροταφείου. Μέτρησε μερικές δεκάδες με μια ματιά. Ίσως να υπάρχει και άλλο, παλαιότερο νεκροταφείο, σκέφτηκε. Πέρασε την πύλη και έριξε μια ματιά τριγύρω. Οι δυο ανοιγμένοι τάφοι, σημειωμένοι με κατάλευκους ξύλινους σταυρούς στεκόταν στην μέση του νεκροταφείου. Οι δυο λάκκοι έχασκαν κενοί. Η βροχή είχε εξαφανίσει όποια σημάδια πιθανόν να υπήρχαν, αλλά ήταν σχεδόν σίγουρος πως οι τάφοι ανοίχτηκαν με φτυάρια ή κάποιο άλλο παρόμοιο εργαλείο. Δεν υπήρχε τίποτα το υπερφυσικό στην στοίβα χώματος δίπλα από τους τάφους, ούτε στους ίδιους τους τάφους. Κανείς δεν είχε γδάρει τα νύχια του στο εσωτερικό των ξύλινων φέρετρων. Ανέβηκε σε έναν μικρό λόφο λίγο έξω από την πύλη του νεκροταφείου. Τα περιβόλια δεν ήταν μακριά από εκεί. Έμενε μόνο να βρει το περιβόλι που επισκέφθηκε η χήρα με τους γιους της. Επέστρεψε στο άλογό του και υπό το φως ενός δαυλού ξεκίνησε για την άκρη του βάλτου και τα περιβόλια που βρισκόταν εκεί. Το φως χανόταν γρήγορα και θα έπρεπε να βιαστεί αν ήλπιζε να βρει κάποιο στοιχείο. Χρησιμοποίησε τα σπιρούνια του για να κάνει το άλογο να κινηθεί πιο γρήγορα. Τα περιβόλια περιστοιχιζόταν από τον βάλτο και ευχήθηκε να μην χαθεί στο σκοτάδι. Δεν είναι λίγοι αυτοί που εξαφανίζονται σε τούτους τους βάλτους. Ποιος ξέρει τι καραδοκεί εκεί μέσα, σκέφτηκε. Κράτησε τον δαυλό ψηλά όταν μπήκε στο περιβόλι. Τα δέντρα έριχναν σκιές παντού, τον έκαναν να αισθάνεται άβολα. Δεν του άρεσε να βρίσκεται σε μέρη που δεν είχε καθαρή ορατότητα τριγύρω του. Δεν του άρεσαν μέρη οπού κάποιος θα μπορούσε να κρύβεται στις σκιές, να τον παρακολουθεί, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να τον σύρει πίσω στην κόλαση μαζί του. Έφτυσε το ταμπάκο που μασούσε και όρθωσε την πλάτη του. Δεν μπορούσε να αφήσει το σκοτάδι να τον τρομάξει. Έδεσε το άλογο σε ένα από τα δέντρα και άρχισε να ψάχνει το έδαφος για σημάδια πάλης ή αίμα. ''Έπρεπε να έχω έρθει νωρίτερα'', είπε στο άδειο περιβόλι. Ήταν αδύνατο να δει κάτι στο ψηλό χορτάρι, ειδικά μια νύχτα όπως αυτή, χωρίς φεγγάρι. Αποφάσισε να επιμείνει όμως και συνέχισε, βαθύτερα ανάμεσα στα δέντρα. Δυο-τρεις φορές σταμάτησε και αφουγκράστηκε, νομίζοντας πως άκουσε κάτι να κινείται τριγύρω του, αλλά ο ήχος δεν επαναλήφθηκε. Είχε φτάσει σχεδόν στη μέση του περιβολιού όταν το πλάσμα επιτέθηκε. Ένιωσε έναν οξύ πόνο στον ώμο του και έπεσε στο κρύο χώμα με το πλάσμα να ανασαίνει στο πρόσωπό του. Ο δαυλός έπεσε μακρυά του, το λιγοστό φως του ανήμπορο να τον βοηθήσει να αναγνωρίσει τον επιτιθέμενο. Προσπάθησε να το σπρώξει από πάνω του αλλά το αριστερό του χέρι είχε αχρηστευθεί από το τραύμα που δέχτηκε. Το πλάσμα σηκώθηκε, αφήνοντας το μαχαίρι καρφωμένο στον ώμο του Κόρβιν. Το μόνο που πρόλαβε να δει ήταν τα κοφτερά σαν ξυράφια δόντια του, πριν το πλάσμα τον δαγκώσει στον λαιμό. Προσπαθώντας να αγνοήσει τον πόνο, προσπάθησε με το δεξί του χέρι να τραβήξει το περίστροφό του. Τα δόντια στον λαιμό του τραβήχτηκαν, κόβοντας ένα κομμάτι από την σάρκα του. Μπορούσε να δει τα δόντια καλύτερα τώρα, η βρωμερή αναπνοή του τέρατος ζεστή στο πρόσωπό του. Έβαλε το περίστροφό του ανάμεσα στα σώματά τους και τράβηξε την σκανδάλη. Το τέρας τραντάχτηκε, μια, δύο, έξι φορές, όσες οι σφαίρες στο περίστροφο. Το έσπρωξε από πάνω του και σύρθηκε προς τον δαυλό. Κατάφερε να σηκωθεί και στο φως του, αναγνώρισε το τέρας που του επιτέθηκε. Η κυρία Μπάρκερ. Το πρόσωπό της ήρεμο τώρα, τα δόντια της όμως μυτερά και κοφτερά ακόμη. Άδειασε της σφαίρες στο έδαφος και γέμισε ξανά το περίστροφο. Η γυναίκα δεν ανέπνεε, αλλά δεν ήθελε να το ρισκάρει. Άδειασε το όπλο επάνω της, δυο στο κεφάλι και οι υπόλοιπες στο στήθος. Του φάνηκε παράξενο πως δεν κρύωνε πια. Έβαλε το χέρι του στον λαιμό του. Το αίμα ανάβλυζε από την πληγή και έτρεχε στο στήθος του. Το ζεστό αίμα του είχε μουσκέψει τα ρούχα του. Συνειδητοποίησε πως δεν θα έμενε ζωντανός για πολύ ακόμα. Επέστρεψε στο άλογό του και έλυσε την τσάντα του. Κάθισε με την πλάτη στο δέντρο και προσπαθώντας να μείνει ήρεμος, άδειασε το σακίδιο στο έδαφος, ψάχνοντας για το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να τον σώσει. Πρώτα, ένα κομμάτι ύφασμα. Επίδεσμος. Εξασθενούσε γρήγορα και άρχιζε να νιώθει ναυτία. Τράβηξε το μαχαίρι από το στήθος του και το πέταξε μακρυά. Ανάμεσα στα πράγματα που τώρα βρισκόταν στο έδαφος, έψαξε και βρήκε ένα μικρό, ξύλινο κουτί. Ένα σύμβολο ήταν χαραγμένο επάνω του. Το άνοιξε και κοίταξε μέσα. Μερικά σκουλήκια, νεκρά. Ευχαριστημένος, άδειασε το κουτί στο χέρι του και μετά το άφησε προσεκτικά δίπλα του. Έκλεισε τα μάτια του, ακούμπησε το κεφάλι του πίσω και είπε τα λόγια που του είχαν μάθει πριν χρόνια, τα λόγια που θα ζωντάνευαν τα σκουλήκια και θα τους έδινε την ικανότητα να γιατρέψουν την πληγή του. Άνοιξε τα μάτια και κοίταξε στην χούφτα του. Μικρά, λευκά σκουλήκια κινούταν σπασμωδικά. Έβαλε το χέρι του στην πληγή και τα έσπρωξε μέσα, κρατώντας μερικά για τον ώμο του. Έδεσε τον επίδεσμο γύρω από τον λαιμό του, για να κρατήσει τα σκουλήκια μέσα στην πληγή. Έκανε το ίδιο για τον ώμο του. Τα σκουλήκια στον λαιμό του ήδη έτρωγαν τον νεκρό ιστό και επισκεύαζαν το σώμα του, μια αίσθηση που τον έκανε να θέλει να κάνει εμετό. Αργότερα, ξεβίδωσε το μπουκάλι ουίσκι που πάντα κουβαλούσε μαζί του και κατέβασε μερικές γουλιές. Έμεινε για λίγο ακόμα καθισμένος δίπλα στο δέντρο, η ανάσα του αλόγου του κατευναστική. Όταν αποφάσισε πως δεν πρόκειται να νιώσει καλύτερα και πως δεν θα πέθαινε, τουλάχιστον όχι άμεσα, σηκώθηκε και επέστρεψε στο πτώμα. Ήταν ακόμα εκεί, ανάμεσα στα δέντρα. Έσκυψε με τον δαυλό στο χέρι και εξέτασε τις πληγές που είχαν προκαλέσει οι σφαίρες του. Το πρόσωπο της γυναίκας είχε διαλυθεί σχεδόν. Ακούμπησε το δάχτυλό του σε ένα από τα τραύματα. Ένιωσε κάτι περίεργο. Περιεργάστηκε το δέρμα τριγύρω. Χαμογέλασε στο σκοτάδι, ένα απόκοσμο θέαμα για κάποιον που θα το έβλεπε. Με το μαχαίρι του, άνοιξε την πληγή ακόμα περισσότερο. Η σάρκα κάτω από το δέρμα δεν ήταν ανθρώπινη, ήταν τραχιά και στεγνή. Κάτι φορούσε την κυρία Μπάρκερ. Κάρφωσε τον δαυλό στο έδαφος και ξεκίνησε την δουλειά. Μερικά λεπτά αργότερα είχε γδάρει το δέρμα της γυναίκας από το σώμα του δαίμονα που κρυβόταν μέσα της. Οι ασημένιες σφαίρες με το σήμα του σταυρού χαραγμένο επάνω τους είχαν κάνει την δουλειά τους. Δεν αναγνώριζε το είδος, ήταν δύσκολο άλλωστε, αλλά αναγνώριζε τον τρόπου που λειτουργούσαν. Αδηφάγοι δαίμονες. Πεινασμένοι για ανθρώπινη σάρκα. Ανατρίχιασε στην σκέψη της κρεατόσουπας στην κουζίνα της γυναίκας. Είχε μια υποψία ότι ήξερε από που προερχόταν το κρέας. Με την μπότα του έσπασε τα δόντια του δαίμονα. Τα μάζεψε σε ένα σακουλάκι. Έμενε μόνο να βρει από που προερχόταν το τέρας. Για κάποιο λόγο βρισκόταν στο περιβόλι την νύχτα. Τα παιδιά είχαν σκοτωθεί εδώ, αλλά δεν ήξερε που. Προχώρησε λίγο βαθύτερα. Δεν χρειάστηκαν παρά μερικά βήματα για να βρει αυτό που ο δαίμονας προσπάθησε να του κρύψει. Τα δύο πτώματα που κρεμόταν ανάποδα από τα κλαδιά της μηλιάς, οι λαιμοί τους κομμένοι, το αίμα τους να ποτίζει το δέντρο. Κατάλαβε με τι είχε να κάνει. Κάποιος καλούσε τους δαίμονες στα δέντρα, οι καρποί τους μολυσμένοι από το κακό. Όποιος έτρωγε από τα μήλα θα γινόταν κουστούμι για δαίμονες. Η συγκομιδή είχε τελειώσει, απλά όλοι περίμεναν την γιορτή, αυτή που λάμβανε χώρα αυτή την στιγμή στο δημαρχείο, για να γευτούν τους καρπούς. Παράτησε τα πάντα εκεί και κάλπασε προς την πόλη. Δεν είχε χρόνο. Πριν ακόμα φτάσει, κατάλαβε πως ήταν ήδη πολύ αργά. Η φωτιά είχε απλωθεί στα περισσότερα κτήρια, καταπίνοντας την μικρή πόλη. Οδήγησε το τρομαγμένο άλογο προς το κέντρο, προς το δημαρχείο, που έστεκε ακόμα, ανέγγιχτο από τις φλόγες και την καταστροφή. Κανείς δεν υπήρχε στους δρόμους. Ανέβηκε τα λιγοστά σκαλοπάτια με την καραμπίνα στο χέρι και κλώτσησε την πόρτα. Μέσα στο κτήριο, το εορταστικό πνεύμα ήταν στο ζενίθ του. Οι κάτοικοι της πόλης έτρωγαν ο ένας τον άλλον, ξεκολλώντας κομμάτια σάρκας από τους γείτονές τους, τα παιδιά τους και τους αγαπημένους τους. Μερικοί κείτονταν ήδη νεκροί στο πάτωμα, σκελετοί χωρίς ίχνος κρέας επάνω τους. Στη μέση του φαγοποτιού, ο δήμαρχος της πόλης με τα χέρια σηκωμένα ψηλά στον αέρα γελούσε και φώναζε. ''Φάτε παιδιά μου! Σας υποσχέθηκα φαγοπότι και σας το προσφέρω. Ο άρχοντας σας κρατάει τις υποσχέσεις του''. Γέλασε και το βλέμμα στα μάτια του δεν περιείχε ίχνος ανθρωπιάς. Ο πυροβολισμός έκανε τους δαίμονες να παγώσουν και τίναξε τα μυαλά του δημάρχου στον αέρα. Γύρισαν αργά, με μάτια πεινασμένα και κοίταξαν προς τον Κόρβιν. Όπλισε την καραμπίνα. Οι λάμψεις τον πυροβολισμών του φώτισαν τα παράθυρα του δημαρχείου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted March 6, 2010 Share Posted March 6, 2010 Καλογραμμένο, με ωραία ατμόσφαιρα και πετυχημένους χαρακτήρες, χάνει όμως πόντους σε πολλά σημεία. Το κυριότερο στοιχείο που ενόχλησε εμένα, ήταν η άγνοια που είχα σαν αναγνώστης για το ποιον του ήρωα και του σκοπού του. Διαβασμένος κάπως στα κλισέ του τρόμου, μάντεψα ότι είχαμε να κάνουμε με έναν Βαν Χέλσινγκ, αλλά τι ακριβώς έτρεχε σε αυτή την ιστορία; Μέχρι την επίθεση του πλάσματος στον αγρό, το μυαλό μου ήταν περισσότερο προβληματισμένο για την φύση του κακού, παρά να αγωνιώ για την ακεραιότητα του ήρωα, ή αν θα τα καταφέρει. Δηλαδή, θα του την πέσει τι; Θα έπρεπε να φυλάγεται από τι, ή ποιον; Μαθαίνω κάπου στη μέση ότι πέθαναν τα παιδιά μιας χήρας και ότι μετά κλάπηκαν τα σώματα τους. Πως, στη λογική αυτού του σύμπαντος, αυτό το γεγονός είναι αρκετό για να ειδοποιηθεί ο ήρωας μας για να έρθει ως εδώ; Έχει να κάνει με βρικόλακες; Με οπαδούς κάποιας σατανικής λατρείας; Αν φανερωνόταν η μπαρουτοκαπνισμένη προσωπικότητα του Κόρβιν εξαρχής, και μας πέταγε κάποιες εικασίες, για το τι υποψιαζόταν σωστά ή λάθος, τότε θα ακολουθούσαμε τα βήματα του ήρωα στους βάλτους με άλλη διάθεση, πιο σκιαγμένοι. Με ξένισε η είσοδος του ήρωα στο σπίτι της χήρας. Τον περίμενα υποψιασμένο, εστιασμένο, στην πρίζα και ετοιμοπόλεμο. Η κίνηση του να κρεμάσει το παλτό του, πριν καν συστηθεί, μου φανερώνει μια περίεργη άνεση και άτοπη οικειότητα. Και εκεί που γράφεις «Γύρισε αφηρημένος προς την γυναίκα» το «αφηρημένος» με παραξένεψε τόσο που αναρωτιέμαι μην είναι λάθος. Επίσης, στην αρχή της ιστορίας, μας δίνεις μια λεπτομερή περιγραφή που δίνει το στυλ και την ατμόσφαιρα στο διήγημα σου: «Έψαξε για λίγο στην τσάντα που είχε δεμένη στο άλογο και έβγαλε από μέσα ένα κιάλι. Αφαίρεσε το καπάκι και το έφερε στο μάτι του, βρίσκοντας στήριγμα σε έναν βράχο. Στην άλλη πλευρά του γυαλιού, μια μικρή πόλη στην άκρη ενός βάλτου.» Στο φινάλε όμως, εκεί που κατά έναν τρόπο ξεκινάει το ζουμί, «Παράτησε τα πάντα εκεί και κάλπασε προς την πόλη. Δεν είχε χρόνο.» Εκείνος ή εσύ δεν είχες … χώρο; Τώρα είναι που πρέπει να τον δείξεις να τσαλαβουτάει στις λάσπες μέχρι να φτάσει στο άλογο του, να το καβαλάει με κόπο, με τις πληγές του να πονούν, για να κάνεις τον αναγνώστη να αγωνιά ότι θα αργήσει, ότι δεν θα προλάβει. Συν που τώρα ξέρουμε ότι έχει να κάνει με μια ολόκληρη πόλη από δαίμονες, και αυτή η γνώση μας τρομάζει για το αν μπορεί να βγει νικητής. Και καλπάζοντας, μας το κλείνεις με απαράδεκτες συνοπτικές διαδικασίες. Και μία ερώτηση: Με μια χαρά σαγόνια, γιατί ο δαίμονας είχε ανάγκη και από μαχαίρι; Ήμουν αρκετά αναλυτικός γι αυτό το διήγημα, περισσότερο από τις υπόλοιπες κριτικές μου, κυρίως γιατί πιστεύω σε αυτή την ιστορία, και στον Κόρβιν, βεβαίως. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Drake Ramore Posted March 6, 2010 Share Posted March 6, 2010 Δεν έχω να προσθέσω τίποτα περισσότερο απο τις επισημάνσεις του Ντίνου. Έκανα τις ίδιες ακριβώς διαπιστώσεις. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted March 6, 2010 Share Posted March 6, 2010 Σε αρκετά συμφωνώ με τα προηγούμενα. Η ιστορία μού άρεσε. Ήταν συγκροτημένη, με σωστή δόση τρόμου και καλή εξέλιξη και κορύφωση στο τέλος, αλλά έχανε στα σημεία, σαν να ήταν ίσως βιαστικά γραμμένη. Βέβαια ως ψιλοάσχετη επί τα βαμπιρικά, κατάλαβα ότι αυτός ήταν κάτι παραπάνω μόνο όταν τραυματίστηκε, οπότε εκεί αυξήθηκε και το ενδιαφέρον μου άμεσα και άρχισα να καταλαβαίνω επιτέλους ότι αυτός δεν είναι αστυνομικός αλλά κάτι πολύ παραπάνω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
deadend Posted March 6, 2010 Share Posted March 6, 2010 Δυνατά σημεία : η γιορτή της συγκομιδής, η σούπα γύρω από το στόμα της. Ωραίο κλίμα, καλά δοσμένη πλοκή, το αίμα έρχεται, ο τρόμος δεν πτοεί τον ήρωα, διάχυτη ατμόσφαιρα συνωμοσίας. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted March 7, 2010 Share Posted March 7, 2010 Γενικά οι περισσότερες από τις παρατηρήσεις του Ντίνου με βρίσκουν σύμφωνο. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν απόλαυσα κάποια υπέροχα σημεία όπως [...] Κάτι φορούσε την κυρία Μπάρκερ. [...] Μέσα στο κτήριο, το εορταστικό πνεύμα ήταν στο ζενίθ του. Οι κάτοικοι της πόλης έτρωγαν ο ένας τον άλλον, [...] καθώς και όλη την σωστά δοσμένη ατμόσφαιρα που έχτισες. Είναι μια καλή ιστορία που όμως δεν μπόρεσες (ή δεν πρόλαβες υποψιάζομαι) να απογειώσεις με το να μας γνωρίσεις λίγο περισσότερο τον κεντρικό χαρακήρα και κυρίως με το να την κορυφώσεις με λίγη περισσότερη υπομονή στο τέλος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Αυτό είναι το πουλέν μου. Υπάρχουν μόνο δύο στοιχεία που δεν μου αρέσουν σε τούτην την ιστορία. 1ον: Χρειάζεται ξαναχτένισμα 2ον: Θα ήθελα να υπήρχε και κάτι άλλο εκεί, γιατί τώρα είναι απλά μια πολύ καλή ιστορία τρόμου 2755 λέξεων. Είχες αρκετές λέξεις, είτε για να μας δώσεις κι άλλα στοιχεία, είτε για να εισάγεις περισσότερρες από τις σκέψεις του πρωταγωνιστή , είτε (και νομίζω πιο σημαντικό) για να εξηγήσεις καλύτερα τη σύνδεση των μήλων και των δαιμόνων. Τώρα είναι μόνο αυτό ‘’Κατάλαβε με τι είχε να κάνει. Κάποιος καλούσε τους δαίμονες στα δέντρα, οι καρποί τους μολυσμένοι από το κακό. Όποιος έτρωγε από τα μήλα θα γινόταν κουστούμι για δαίμονες.’’ Αν και έχω υπ’όψην μου μια ιστορία για μήλα και προβλήματα που προκύπτουν άμα τα φας , ωστόσο στο HEX θα ήθελα μια μεγαλύτερη ανάλυση. Well done north Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SpirosK Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Brainless horror action. Διαβάζεται ευχάριστα (μέχρι το εμετικό φινάλε), αν και η σούπα είναι προφανές τι είναι (τι άλλο θα μπορούσε να είναι) . Πολύ καλό, εύπεπτο και λίγο (δλδ. όχι σε υπερβολικό βαθμό) τρομακτικό. Μου άρεσε. Στα τέσσερα που έχω διαβάσει μέχρι τώρα (και μάλλον δε θα προλάβω να διαβάσω άλλα) είναι το αγαπημένο μου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted March 10, 2010 Share Posted March 10, 2010 Ωραία ιστορία, αλλά απ' τον μαιτρ του τρόμου Νόρθο, θα περίμενα περισσότερα. Εξηγώ: α) χρειάστηκε η φάση στο νεκροταφείο για να πάρω γραμή τι ήταν ο τύπος β) η εισαγωγή θα μπορούσε στον ίδιο χώρο, να έχει περισσότερη ουσία και να 'κοβες λίγες φιοριτούρες. γ) η οικειότητα με την χήρα ήταν εκτός κλίματος. Θέλει χτένισμα, καλύτερο δέσιμο ανάμεσα στις σκηνές και μεγαλύτερη προσέγγιση στον πρωταγωνιστή (τι είναι, γιατί είναι κλπ). Κατά τα άλλα, μια πολύ καλή ιστορία τρόμου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
djagil Posted March 10, 2010 Share Posted March 10, 2010 Θα αρχίσω από το... αφού ο δαίμονας είχε δοντια τι το θέλε το μαιχαίρι που κάρφωσε στον ώμο και πως από τον ώμο το μαχαίρι πήγε στο στήθος εκεί το έχασα. Γιατί φωτιές στην πόλη στο τέλος. Και τέλος εντάξει ιστορία τρόμου είναι αλλά γιατί... ??? Γιατί ο δήμαρχος να κάνει αυτό που κάνει??? Γιατί ο ήρωας να βρίσκεται εκεί??? Γιατί ο καιρός είναι τόσο άστατος, την μια λες σκόνη παντού και φαντάζομαι ερήμους και ξαφνικά βρέχει??? Γιατί ο barman είναι περίεργος??? Γιατί ο ήρωας ενώ μπουκάρει μέσα στο σπίτι μετά κρεμάει το παλτό, που είναι μπλε και ανοικει σε στρατιωτικό βόρειο αλλα αυτό δεν έχει να κάνει με την ιστορία, κάθεται και χαζεύει χωρίς να κάνει καμμιά ουσιαστική κουβέντα με αυτή που έψαχνε και έκανε ταξιδι να δει???, που αν είσαι ανυποψιαστος με τα του τρόμου σαν εμένα, δεν θα καταλάβαινες ότι κάτι υποπτο έχει στην συμπεριφορά της... Μόλις είχε χάσει 2 παιδιά σιγά μην την έννοιαζε ότι χύθηκε σούπα ή ότι είναι βρώμική.... Είναι δύσκολο να κρίνω μια ιστορία που δεν μου άρεσε. Είχε τις προυποθέσεις αλλά εκεί που αποκτούσε ρυθμό τον έχανε και στο τέλος μου θύμισε anime που εντάξει μου αρέσει να τα βλέπω αλλά να τα δω γραμμένα σαν νουβέλα θέλει κάτι παραπάνω. Εγώ στην θέση σου θα κράταγα το σκηνικό και την ιδέα, θα τους έδινα "νοήμα" γιατί γίνεται τι, και τις μικρές προτάσεις που κάπου στην κορυφωση της χαλάς. Keep up trying... ps σε κάποια σημεία αφού περιγράψεις τον χώρο κάνεις κάποιες διαπυστώσεις κατά την άποψη μου ή άσε τις εικόνες να το πουν ή βάλτες σε σκέψεις του ήρωα.... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted March 10, 2010 Share Posted March 10, 2010 [...] και πως από τον ώμο το μαχαίρι πήγε στο στήθος Ω, ναι, αυτό το ξέχασα να το αναφέρω και δυστυχώς δεν χτύπησε και τόσο καλά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
northerain Posted March 10, 2010 Author Share Posted March 10, 2010 Θα αρχίσω από το... αφού ο δαίμονας είχε δοντια τι το θέλε το μαιχαίρι που κάρφωσε στον ώμο και πως από τον ώμο το μαχαίρι πήγε στο στήθος εκεί το έχασα. Γιατί φωτιές στην πόλη στο τέλος. Και τέλος εντάξει ιστορία τρόμου είναι αλλά γιατί... ??? Γιατί ο δήμαρχος να κάνει αυτό που κάνει??? Γιατί ο ήρωας να βρίσκεται εκεί??? Γιατί ο καιρός είναι τόσο άστατος, την μια λες σκόνη παντού και φαντάζομαι ερήμους και ξαφνικά βρέχει??? Γιατί ο barman είναι περίεργος??? Γιατί ο ήρωας ενώ μπουκάρει μέσα στο σπίτι μετά κρεμάει το παλτό, που είναι μπλε και ανοικει σε στρατιωτικό βόρειο αλλα αυτό δεν έχει να κάνει με την ιστορία, κάθεται και χαζεύει χωρίς να κάνει καμμιά ουσιαστική κουβέντα με αυτή που έψαχνε και έκανε ταξιδι να δει???, που αν είσαι ανυποψιαστος με τα του τρόμου σαν εμένα, δεν θα καταλάβαινες ότι κάτι υποπτο έχει στην συμπεριφορά της... Μόλις είχε χάσει 2 παιδιά σιγά μην την έννοιαζε ότι χύθηκε σούπα ή ότι είναι βρώμική.... Είναι δύσκολο να κρίνω μια ιστορία που δεν μου άρεσε. Είχε τις προυποθέσεις αλλά εκεί που αποκτούσε ρυθμό τον έχανε και στο τέλος μου θύμισε anime που εντάξει μου αρέσει να τα βλέπω αλλά να τα δω γραμμένα σαν νουβέλα θέλει κάτι παραπάνω. Εγώ στην θέση σου θα κράταγα το σκηνικό και την ιδέα, θα τους έδινα "νοήμα" γιατί γίνεται τι, και τις μικρές προτάσεις που κάπου στην κορυφωση της χαλάς. Keep up trying... ps σε κάποια σημεία αφού περιγράψεις τον χώρο κάνεις κάποιες διαπυστώσεις κατά την άποψη μου ή άσε τις εικόνες να το πουν ή βάλτες σε σκέψεις του ήρωα.... Sorry ρε αδερφέ αλλά θέλει και λίγο σκέψη η ανάγνωση. Ίσως και λίγο προσοχή. Θες εξήγηση γιατί κάποιος μπορεί να ήθελε να υπηρετήσει δαίμονες? Νομίζω είναι αυτονόητο. Γιατί ο ήρωας καλείται να ερευνήσει τους δύο φόνους, πράγμα αναφέρεται μέσα στο κείμενο? Γιατί ο μπαρμαν αναρωτιέται ''γιατί με ρωταει ένας ξένος για μια γειτόνισα?'' Γιατί ο ήρωας περιγράφεται ως βετεράνος του πολέμου? Τι να πώ, είπαμε κάνουμε κριτική, όχι βαριόμαστε να διαβάσουμε και γράφουμε ότι θέλουμε. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
djagil Posted March 10, 2010 Share Posted March 10, 2010 (edited) Sorry ρε αδερφέ αλλά θέλει και λίγο σκέψη η ανάγνωση. Ίσως και λίγο προσοχή. Θες εξήγηση γιατί κάποιος μπορεί να ήθελε να υπηρετήσει δαίμονες? Νομίζω είναι αυτονόητο. Γιατί ο ήρωας καλείται να ερευνήσει τους δύο φόνους, πράγμα αναφέρεται μέσα στο κείμενο? Γιατί ο μπαρμαν αναρωτιέται ''γιατί με ρωταει ένας ξένος για μια γειτόνισα?'' Γιατί ο ήρωας περιγράφεται ως βετεράνος του πολέμου? Τι να πώ, είπαμε κάνουμε κριτική, όχι βαριόμαστε να διαβάσουμε και γράφουμε ότι θέλουμε. η κριτικη που μου κάνεις στην κριτική μου είναι δεκτή... απλά: Αυτονόητο γιατι κάποιος θέλει να υπηρετήσει δαίμονες για μένα δεν είναι οπότε μάλλον δεν ανήκω στο target group που απευθύνεται η ιστορία σου... (για μένα είναι λάθος αυτό αλλά οκ) Ναι καλείται να ερευνήσει 2 φόνους οκ. Ναι το γράφει στο κείμενο, δεκτό. Αλλά αυτός είναι ένας τύπος πρωην λοχαγός του Βορρά, το μαθαίνουμε μετά, δεν είναι σερίφης αλλά βρίσκει ύποπτο ότι στην άγρια δύση πέθαναν 2 παιδάκια και καταλαβαίνει από αυτό ότι δαίμονες έχουν καταλάβει το χωριό και κινδυνεύουν όλοι οι κάτοικοι του χωριού (όπως γράφεις στην άρχή του κειμένου) και πάλι δεν σε πιάνω όση σκέψη και να αφιερώσω... Έρχεται στο μαγαζί σου ένας άγνωστος σκονισμένος ταλαιπωρημένος και φαίνεται λίγο επικύνδινος με το μπλε στρατιωτικό του σακάκι. Σε ρωτάει που μένει η τάδε. Η τάδε είναι κάποια χήρα που μόλις εχασε και τα παιδία της. Εσύ πρώτα θα του έλεγες που είναι και η άλλη και μετά θα των ρώταγες που μένει??? Η θα το έκανες από την αρχή ή καθόλου... καταλαβαίνω ότι το έβαλες για να πεις ότι του γυρισε την πλάτη και έφυγε, θέλωντας να δείξει ότι βιάζεται για κάτι, βιασύνη που μετά χάνεται αλλά οκ... γιατί περιγράφεται σαν βετεράνος του εμφυλίου της αμερικής δεν έχω την ικανότητα να καταλάβω... τα αυτονόητα μάλλον που θεωρείς δεν μπορώ να τα πιάσω... Τέλος για να εξηγούμε αν βαριόμουν να διαβάσω αυτό που έχεις γράψει, θα βαριόμουν να σου κάνω κριτική. Δεν είμαι κριτικός μυθιστορημάτων ούτε έχω εκδοτικό οίκο αναγνώστης απλός είμαι που έτυχε να διαβάσει αυτό που εσύ του έδωσες και του επέτρεψες να πει την γνώμη του. Μπορείς να καταλάβεις τι λεώ στην κριτική μου και αν την βρίσκεις ανούσια απλά να την αγνοήσεις. Δεν έχω πρόβλημα που μου κάνεις κριτική στην κριτική μου απλά θα περίμενα περισότερες απαντήσεις παρά περισσότερες ερωτησεις... Μην χαλιέσε δεν κρίνω το μέλλον σου ως συγγραφέα με την κριτική που σου κάνω την κάνω γιατί έτσι θα ήθελα να με κριτικάρουν αν ποτέ έβρισκα το θάρρος να γράψω... keep on and stay cool άσχετο το banner στην υπογραφή σου εσύ το έφτιαξες?? τα σπάει... Edited March 10, 2010 by djagil Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
northerain Posted March 10, 2010 Author Share Posted March 10, 2010 Ουσιαστικές απαντήσεις μόνο μετά το τέλος του διαγωνισμού για να μην επηρεάσουμε τις ψήφους Απλά φάνηκες να έχεις ερωτήσεις που είναι μέσα στο κείμενο και είπα να σου τις δείξω, γιατί υπάρχουν ήδη μέσα στο κείμενο. Ο Κόρβιν λέει π.χ πως έλαβε τηλεγράφημα και ήρθε να δει αν μπορεί να λύσει το μυστήριο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Adicto Posted March 13, 2010 Share Posted March 13, 2010 Καλή ιστορία, με ωραία ατμόσφαιρα και κάποιες εντυπωσιακές φράσεις (τις έγραψε ο Μμαν) και σκηνές! Το σέτινγκ της Άγριας Δύσης παντοτε με γοητευε όταν συνδυαζεται με Τρόμο! Ωραία και η χρήση του Θέματος του διαγωνισμού. Ο ήρωας φαίνεται ενδιαφέρον τύπος. Θα ήθελα να μας δώσεις κάτι στο μέλλον με αυτόν. Στα συν επίσης ότι η ιστορία είναι pure horror n' action oriented και γρήγορη με σβέλτο ρυθμό! Κάποιες λεπτομέρειες που στερούν πόντους απο την τελική σούμα: Ήθελε λίγο χτένισμα ακόμα. Θα μου άρεσε η εισαγωγή να ήταν πιο κοφτή, πιο γρήγορη. Το κλείσιμο ήταν λιγάκι βιαστικό. Η σκηνή με την χήρα έπαιρνε περισσότερη ανάλυση και προσφερόταν για κτίσιμο ακομα τρομακτικής ατμόσφαιρας. Τώρα ήταν λιγάκι ...λίγη, γρήγορη και η οικιότητα μεταξύ των 2 φαντάζει παράταιρη. Μπορούσες πιστεύω να μας δημιουργήσεις περισσότερες υπόνοιες για το τι παίζει. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nihilio Posted March 14, 2010 Share Posted March 14, 2010 Η ιστορία αυτή είναι σαν μια όμορφη κοπέλα που μόλις ξύπνησε: σου τραβάει το ενδιαφέρον, αλλά έτσι αχτένιστη, με την τσίμπλα στο μάτι και τις πυζάμες της δεν καταφέρνει να εντυποσιάσει όσο αν ήταν περιποιημένη. Το υλικό το έχεις και ο παλπ χόρρορ ήρωάς σου έχει προοπτικές, αλλά τα σκηνικά που μας δίνεις είναι δυσανάλογα σε μέγεθος και το τέλος βιαστικό. Με ένα ξαναδούλεμα πιστεύω ότι η ιστορία μπορεί να λάμψει. Θα ήθελα πάντως να δω κι άλλες ιστορίες με τον λοχαγό Κόρβιν κάποια στιγμή. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted March 15, 2010 Share Posted March 15, 2010 Γενικά: Solomon Kane wannabe clone, yeah! Με κέρδισες αμέσως με την επιλογή του ήρωά σου. Δεν είχα ούτε μια στιγμή αμφοβολία για το ποιος είναι και γιατί τα κάνει αυτά. Αδύναμη -για τα δικά σου μέτρα και σταθμά- η εκτέλεση, αλλά ο ήρωας, dammit! Μου άρεσε: ο Κόρβιν! Δε μου άρεσε: ο τίτλος, γιατί δεν καταλαβαίνω τι θα πει ούτε και πού κολλάει. Εκείνα τα γκέμια, που τα γράφεις "γκίνια" στην πρώτη-πρώτη φράση και με ψιλοξενερώνουν. Γενικά η ιστορία θέλει τα γεμισματάκια της εδώ κι εκεί, για ν' αναδειχτεί. Το βιαστικό (το είπαν κι οι υπόλοιποι) τέλος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
white_unicorn Posted September 12, 2010 Share Posted September 12, 2010 Μετά από ένα εξάμηνο κατάφερα να την βρώ, να την διαβάσω και... είπα να γράψω και δύο γραμμές (αν και συμφωνώ με τα προηγούμενα ποστ σχεδόν σε όλα.) Βασικά, μου άρεσε το όλο σκηνικό, και αν και στην σκηνή της σούπας μου ήρθαν στο μυαλό Ζόμπι (όχι οτί έπεσα και τόσο έξω ε?) οι δαίμονες ήταν ακόμα καλύτεροι.... Περιμένω να δώ την συνέχεια των περιπετειών του Κόρβιν... till then, ride on to the west as the sun sets:book: Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Eugenia Rose Posted May 8, 2011 Share Posted May 8, 2011 Mου άρεσε πολύ η ατμόσφαιρά σου και μου θύμισε Βαν Χέλσινγκ αλλά και Supernatural σε πολλά σημεία. Μου αρέσει ο ήρωας αλλά θα ήθελα να βιώσω εγώ προσωπικά περισσότερα συναισθήματα. Όχι τα συναισθήματα του ήρωα αλλά του διηγήματος συνολικά. Ίσως είχες περιορισμό στις λέξεις αλλά άν περιέγραφες περισσότερο το background του ήρωα και αν έδινες πιο πολύ χώρο και καμια φρικιαστική περιγραφή στο τέλος, αυτό θα έκανε την δουλειά του για μένα. Η γυναίκα βγήκε από την κουζίνα, αυτή τη φορά με σούπα γύρω από το στόμα της. Λίγη είχε τρέξει στο πηγούνι της και από εκεί, στο χαλί. Πολύ καλό. Επίσης είναι λίγο περίεργο γιατί στην αρχή όταν μπαίνει στην πολη οι κάτοικοι δνε φαίνονται ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι απο την γιορτή της πίτας αλλα όμως αργότερα είνα ιόλοι τους μαζεμένοι εκεί. Μήπως να έδειχνες πόσο σημαντικό γεγονός είναι αυτο για αυτούς? Επίσης για έναν μπαρουτοκανισμένο κυνηγό τεράτων δεν θα έπρεπε να καταλάβει πιο εύκολα οτι κάτι τρέχει με την Χάρπερ και να την ξεπαστρέψει μετά απο λίγο παρά να περιμένει να τον βρει στους κήπους? Πολύ καλο κείμενο όμως και αμα αναπτυχθεί έχει πολύ ψωμί να δώσει! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted May 9, 2011 Share Posted May 9, 2011 Ωραία ιστορία, με γρήγορο ρυθμό, μυστήριο και αγωνία. Μου άρεσε το σέτινγκ, αυτό το φαρουεστικό μαζί με τα δαιμόνια. Μου άρεσε και ο Κόρβιν -ωραίος τυπάς- αλλά θα ήθελα να μάθω κι άλλα γι' αυτόν. Κάτι είδα ότι παίζει συνέχεια του στον τρέχοντα διαγωνισμό Φάντασυ; Ναι, θα πάρω. Μπορεί να κλείνει λίγο απότομα, αλλά μας αφήνει να φανταστούμε το μακελειό που θα ακολουθούσε... Μ' άρεσε και την ευχαριστήθηκα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinMacXanthi Posted November 24, 2011 Share Posted November 24, 2011 Bump! Για τον Τέταρτο Διαγωνισμό Τρόμου, κάνουμε ένα ταξιδάκι στο παρελθόν και στις ιστορίες που διακρίθηκαν! Enjoy Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.