dagoncult Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Ενισχύουμε την προσπάθεια της Ευθυμίας. Έσβησε το φως της κουζίνας κι ύστερα ανέβηκε με αθόρυβα βήματα τη σκάλα. Πήγε στο δωμάτιο του Αλέξανδρου για τη συνηθισμένη καληνύχτα. Άνοιξε την πόρτα και κοντοστάθηκε στο κατώφλι. Στο λιγοστό φως που έμπαινε από το διάδρομο, είδε το παιδικό κορμάκι να διαγράφεται κάτω από τα σκεπάσματα. Πλησίασε. Χαμογέλασε κουρασμένα. Το αγόρι είχε τραβήξει τη χοντρή κουβέρτα από το στήθος του. Ανέβασε την άκρη του μάλλινου υφάσματος ως το σαγόνι του μικρού. Έπειτα, όπως κάθε βράδυ, έσκυψε και τον φίλησε στο μάγουλο. Δυο βήματα πριν φτάσει στην πόρτα του δωματίου το άκουσε. «Θα σε σκοτώσω μπαμπά… θα σε σκοτώσω…» Στράφηκε έκπληκτος πίσω του. Ένας ρόγχος ήρθε από το ξαπλωμένο σώμα. Πήγε και στάθηκε πάνω από το παιδί. Η ανάσα του έβγαινε σταθερή, τα μάτια του κλειστά. Οι κόρες κάτω από τα βλέφαρα ακίνητες. Ήταν σίγουρος πως ήταν η φωνή του Αλέξανδρου. Αλλοιωμένη, γερασμένη, κακιά… αλλά ήταν η φωνή του. Ένιωσε τις τρίχες στα μπράτσα του να σηκώνονται. Πρόφερε σιγανά το όνομα του γιου του. Εκείνος δεν απάντησε. Τον άγγιξε στο πλευρό για να δει αν προσποιούταν τον κοιμισμένο. Καμία αντίδραση. Έμεινε να τον παρατηρεί, όμως δεν τον ξύπνησε. Άρχισε να αμφιβάλει γι’ αυτό που είχε ακούσει. Ώρα μετά, γύρισε και κατευθύνθηκε για ακόμα μια φορά προς την πόρτα. Τότε, το άκουσε ξανά. «…το βράδυ… όταν θα έχεις κοιμηθεί…» Έτρεξε στο κρεβάτι. Το αγόρι ήταν τελείως ακίνητο, όπως το είχε αφήσει. Άρπαξε τον παιδικό ώμο. Ο Αλέξανδρος άνοιξε αργά τα μάτια. Το πρόσωπό του βαρύ, νυσταγμένο. Οι ερωτήσεις έπεφταν σαν βροχή στο κεφάλι του, κι αυτός, το μόνο που ήξερε, ήταν ότι κοιμόταν κι ότι έβλεπε ένα όνειρο. Δεν θυμόταν τίποτα άλλο, παρά μόνο πως ήταν πανέμορφο… και πως τώρα τον είχαν ξυπνήσει. Κοίταξε τον πατέρα του ενοχλημένος, με βλέφαρα μισόκλειστα από τις τσίμπλες. «Άσε με να κοιμηθώ μπαμπά», είπε, «έβλεπα ένα τόσο υπέροχο όνειρο…». Μια δυσάρεστη, όξινη οσμή αναδύθηκε από το στόμα του. Η γλώσσα του πρόβαλε ξερή και σύρθηκε πάνω στα χείλη του. Στο δωμάτιο απλώθηκε μια αφύσικη παγωνιά. Τα πρησμένα βλέφαρα κατέβηκαν πιο χαμηλά, οι κόρες γύρισαν προς τα πάνω. Τώρα ο άντρας μπορούσε να δει μόνο μια χαρακιά από άσπρο στα μάτια του μικρού. Αναρίγησε. Άφησε μια ανάσα και παρατήρησε με τρόμο τον ατμό που σχημάτιζαν τα χνότα του. Η θερμοκρασία έπεσε κι άλλο. Μέσα στο μισοσκόταδο, άκουσε τη φωνή του γιου του να βαθαίνει απότομα, να αλλοιώνεται, καθώς ο ύπνος τραβούσε το παιδί πίσω στα βασίλειά του. «Είναι βράδυ μπαμπά… άσε με να κοιμηθώ… πήγαινε να κοιμηθείς κι εσύ… μπαμπά… έβλεπα ένα τόσο υπέροχο όνειρο… άσε με να κοιμηθώ… πήγαινε να κοιμηθείς κι εσύ…» Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Drake Ramore Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Δυνατό! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Adicto Posted March 8, 2010 Share Posted March 8, 2010 Τρομο-δυναμιτάκι!!! Ωραίος Ντάγκον! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted March 9, 2010 Share Posted March 9, 2010 Αουτς! Άντε να κοιμηθεί κανείς μετά απ' αυτό! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.