Darisaplis Posted May 18, 2010 Share Posted May 18, 2010 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Χρήστος Δαρίσαπλης Είδος: Δεν ξέρω ακριβώς. Μάλλον κάτι σαν σενάριο φαντασίας; Βία; Όχι ακόμα Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων:800 στο περίπου Αυτοτελής; Όχι αλλά δεν ξέρω πόσα ακόμα θα βγάλω Σχόλια: Βασικά η ιστορία είναι επηρεασμένη από διάφορες ταινίες και ηλεκτρονικά παιχνίδια. Και πριν πείτε ότι είμαι πορωμένος και αντιγράφω ιδέες θα σας πω ότι πήρα απλώς κάποιους βασικούς χαρακτήρες και περιβάλλοντα και έχτισα μια ιστορία. Επίσης είναι η πρώτη μου ιστορία και δεν έχω σπουδάσει τίποτα σχετικό οπότε θα δείτε ότι το στυλ είναι λιγο άγαρμπο. Απλά μ'αρέσει να γράφω όταν έχω χρόνο. Ελπίζω να σας αρέσει. Σε αυτήν την ιστορία περιγράφεται η αντίδραση του Έλλις όταν μαθαίνει για τον ιό Έλλις Ο Έλλις ήταν σίγουρος ότι τον ξύπνησε το τηλέφωνο. Βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σκεφτόταν "ποιος ηλίθιος με παιρνει τηλέφωνο 5 το πρωί;" και θα το άφηναν να χτυπάει. Όμως ο Έλλις σηκώθηκε γρήγορα απ' το κρεβάτι του και απάντησε. “Έλα Κιθ, πώς πήγε η συναυλία;” Έκπληκτος, ακουσε μια ψυχρή, γυναικεία φωνή να του απαντάει: “Το παρακάτω μήνυμα είναι ηχογραφημένο. Η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας και Εκτάκτων Περιστατικών, ΥΠΠΕΠ, σας ενημερώνει οτι η Πράσινη Γρίπη έχει βγει εκτός ελέγχου στην Σαβάνα. Όλοι οι κάτοικοι πρέπει να εκκενώσουν την πόλη το συντομότερο δυνατον. Για περισσότερες πληροφορίες απεύθυνθείται στο κοντινότερο κέντρο εκκένωσης ή στη γραμμή έκτακτης ανάγκης”. Ωχ, φίλε σκέφτηκε ο Έλλις. Η Σαβάνα ήταν η πόλη του. Εκεί γεννήθηκε και μεγάλωσε. Δεν είχε καμιά όρεξη να την εγκταλείψει. Βέβαια, ήξερε την επικινδυνότητα της γρίπης. Ολόκληρος ο κόσμος ήταν σε κατάσταση συναγερμού μετά από αυτό που έπαθαν οι βόρειες Πολιτείες. Και ακριβώς οπώς όλοι περίμεναν η ΥΠΠΕΠ στάθηκε ανίκανη να προστατεύσει τους πολίτες. Μία-μία οι πόλεις και οι επαρχίες υπέκυπταν στον ιό. Χιλιάδες κόσμος έβλεπε την περιουσία, την οικογένεια και την ζωή του να χανεται. Φόρεσε το κίτρινο T-shirt του, ένα τζιν πού είχε για το συνεργείο και το καπέλο που είχε παρει απο τη Νέα Ορλεάνη. Έβαλε τις μαυρες μπότες μηχανικού που είχε, οι οποίες άντεχαν τα πάντα και ετοιμάστηκε να βγει απο το σπίτι. Το μετάνιωσε ομως. Αν πράγματι η Γρίπη χτύπησε τη Σαβάνα μαλλον δέν θα ξαναγυρνόυσε. Καλύτερα να πάρω ένα-δυο πραγματα μαζί μου, σκεφτηκε. Εψαξε στο σπίτι και στο μυαλό του να δει τι θα μπορούσε να πάρει αλλά δεν βρήκε τίποτα. Ο Έλλις δεν ήταν κανένας ρομαντικός τύπος που μάζευε αντικείμενα και δενόταν μαζί τους. Ζούσε το σήμερα και ότι γίνει, φίλε. Έτσι κι αλλιώς κάποτε θα γυρνούσε. Το μόνο που πήρε ήταν καμιά 300 δολάρια. “Τι στο διάλο, στην Αμερική ζούμε”, μονολόγησε. “Τα δολάρια είναι χρήσιμα, ακόμα και στην Αποκάλυψη θα είναι” Δεν δοκίμασε να ειδοποιήσει κανέναν. Τα τηλέφωνα σπάνια δούλευαν, το διαδύκτιο είχε πέσει εδώ και δύο εβδομάδες. Τώρα που χτύπησε και ο ιός, ήταν θέμα χρόνου να καταρεύσει οτιδήποτε πολιτισμένο στην περιοχή. Ακριβώς οπώς και στο Φεϊρφιλντ. Αφού έφαγε βιαστικά πρωινό κατέβηκε στο γκαράζ. Όταν άνοιξε την πόρτα είδε όλη την γειτονιά στο πόδι. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες ήταν φυσικό. Αν και ήταν 6 το πρωί, όλοι μάζευαν τα πράγματα τους και κοιτούσαν να φύγουνε, αυτοί και η οικογένεια τους. Η ΥΠΠΕΠ είχε καταφέρει να σπείρει τον πανικό, πριν κάνει οτιδήποτε άλλο. Σκέφτηκε να πάρει κάποιον μαζί του για παρέα μιας και όλοι του οι γνώστοι θα είχαν ήδη φύγει. Κατευθύνθηκε προς ένα τύπο που φώναζε μπροστά από ένα σπίτι. “Γεία σου, γέιτονα, τι λέει;” “Δεν ξέρω τι θες αλλά βιάζομαι πολύ”, απάντησε. “Και αν θες να ξες δεν έχω χώρο να πάρω κανέναν αργόσχολο τύπο μαζί μου. Έχω χώρο για μένα, την οικογένεια και τα πράγματα μου. Οπότε τράβα βρές άλλον για να σε κουβαλήσει έξω από την πόλη”. “Βασικά, έχω ήδη ένα φορτηγάκι αλλά ήθελα να ξέρω που είναι τα κέντρα εκκένωσης” “Τι να πας να κάνεις εκεί: Αυτά είναι μόνο για τους φλόρους και τους τουρίστες. Μόνο μία βαλίτσα θα σε αφήσουν να πάρεις εκεί. Έλα μαζί μας. Θα την αράξουμε κανά χρόνο κοντά στα Εβεργκλέιτς ώσπου να περάσει αυτή η αηδία με τον ιό. Πλήρωσα ένα φορτηγό να έρθει να μαζέψει τα πράγματα μας. Άργησε λίγο αλλά θα έρθει”. “Λύπάμαι φίλε δεν έχω όρεξη να αράζω στη Φλόριντα όσο ο ιός θα αποδεκατίζει την Αμερική. Έγω πηγαίνω να βρώ το κοντινότερο κέντρο και να δώ αν μπορώ να πάρω και κανέναν, άσχετα αν έχει ή δεν έχει φορτηγάκι για τον εαυτό του” Αηδίες, σκέφτηκε. Τσάμπα κόπος. Αυτός κοιτάει να σώσει την τηλεόραση του ενώ ο κόσμος χάνεται. Μπήκε στο φορτηγάκι και δοκίμασε να βάλει μπρος. Κακοδιατηρημένο μοντέλο του '95, τα κατάφερε με την τρίτη προσπάθεια. Καθώς έβγαινε είδε δύο περιπολικά και ένα όχημα του στρατού να σταματάνε στα σπίτια, για έλεγχο μάλλον. Πιο πέρα ετοίμαζαν μπλόκο στον δρόμο. Για να δούμε τι θα κάνεις τώρα, ηλίθιε γείτονα. Βγήκε στον δρόμο και άρχισε να πηγαίνει προς το κέντρο της πόλης. Σίγουρα κάπου κάπου εκεί θα ήταν τα κέντρα εκκένωσης. Στο δρόμο κύκλοφορόυσαν πολλά παραφωρτομένα Ι.Χ. που πήγαιναν όλα μέσα στην πόλη. Η αστυνομία και ο στρατός είχαν κλείσει τις εξόδους. Τώρα άνθρωποι σαν τον επίδοξο γείτονα του παγιδευόταν μέσα στη Σαβάνα, σαν τα ποντίκια, και ανάζητούσαν μία διέξοδο. Αντί να αφήσουν τον εγωισμό τους και να τρέξουν να φύγουν με τη βοήθεια των υπηρεσιών, επέμεναν ώσπου η Γρίπη θα τους έβρισκε μέσα στα αυτοκίνητα τους, να ψάχνουν ακόμα τρόπο να φύγουν για τη Φλόριντα και θα χτυπούσε. Βασικά ο Έλλις δεν σκόπευε να περιμένει στην ουρά να σωθεί. Αν το έκανε, η Γρίπη θα απλώνονταν σαν αέρας, και όλοι θα μολύνονταν πριν το καταλάβουν. Τα ελικόπτερα θα έφευγαν σχεδόν άδεια. Ήθελε να μπει από κάποια πίσω πόρτα και να φτάσει στα οχήματα εκκένωσης. Αλλά μάλλον ήταν ήδη πολύ αργά για να υπάρχουν ουρές επιζώντων. Με την τρομακτικη του ταχύτητα ο ιός ειχε κάνει αισθητή την παρουσία του. Όποιος προλάβαινε και μπορούσε έτρεχε σ' ένα κέντρο εκκένωσης και αν λειτουργούσε ακόμα, έφευγε. Ο Έλλις πάντως θα επιζούσε. Ακόμα κι αν έπρεπε να πολεμήσει ορδές αναθεματισμένων μολυσμένων, θα επιζούσε. Και το πρώτο που θα έκανε τώρα, ήταν να βρεί ένα από αυτα τα γαμημένα κέντρα. Πήγαινε προς το Κεντρικό Γήπεδο της Σαβάνας. Έχω άλλο ένα κεφάλεο έτοιμο, θα το δημοσιευσω αν σας αρέσει. Edited May 18, 2010 by Darisaplis Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Διγέλαδος Posted May 18, 2010 Share Posted May 18, 2010 (edited) Όντως έχει πολύ ψωμί η ιστορία και μ' αρέσει το γράψιμό σου. Έχει χρησιμοποιηθεί τόσες φορές η εξάπλωση ενός ιού που στην αρχή με αποθάρρυνε να το διαβάσω, ευτυχώς ο η οπτική γωνία του ήρωα με κρατάει στην ιστορία. Έχεις κάτι μικρά λαθάκια, αλλά διορθώνονται εύκολα. Περιμένω τη συνέχεια και ελπίζω να έχει κάποια στοιχεία που θα το κάνουν να πρωτοτυπήσει ανάμεσα σε αυτού του είδους ιστορίας Edited May 18, 2010 by Διγέλαδος Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
alkinem Posted May 18, 2010 Share Posted May 18, 2010 Καθόλου άσχημα! Στρωτή γραφή, λίγες ατέλειες, που άνετα διορθώνονται, κι ενδιαφέρον, παρόλο που του θέμα είναι κάπως τετριμμένο. Go on... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Παρατηρητής Posted May 18, 2010 Share Posted May 18, 2010 Θα συμφωνήσω με τον John82. Δεν ξέρω αν έχεις αποπειραθεί να γράψεις και στο παρελθόν, πάντως από θέμα γραφής τα πας μια χαρά. Όσο για τις επιροές σου (ταινίες και βιντεοπαιχνίδια) μη σκας. Απο ΄δω και μπρος οι περισσότεροι που θέλουν να καταπιαστούν με τη συγγραφή του Φανταστικού, θα γράφουν με βάση τις κινηματογραφικές τους προτιμήσεις και τα παιχνίδια που έχουν παίξει. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Darisaplis Posted May 18, 2010 Author Share Posted May 18, 2010 Ευχαριστώ πολύ παιδειά, τα λόγια σας με εμψυχώνουν. Εδώ και καιρό έψαχνα να βρω κάπου να δημοσιεύσω τις ιστορίες μου. Δημοσίευσα την αγγλική εκδοχή της ιστορίας σ' ένα άλλο forum αλλά δεν σχολίασε και κανείς και δεν ήξερα τι να παριμένω. Πάντως αυτό το forum κάνει καλή δουλειά. Αλήθεια βοηθάει τους αρχάριους να ξεκινήσουν. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Darisaplis Posted May 22, 2010 Author Share Posted May 22, 2010 (edited) Ολόκληρο το 1ο κεφάλαιο: Έλλις Ο Έλλις ήταν σίγουρος ότι τον ξύπνησε το τηλέφωνο. Βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σκεφτόταν <ποιος ηλίθιος με παιρνει τηλέφωνο 5 το πρωί;> και θα το άφηναν να χτυπάει. Όμως ο Έλλις σηκώθηκε γρήγορα απ' το κρεβάτι του και απάντησε. “Έλα Κιθ, πώς πήγε η συναυλία;” Έκπληκτος, ακουσε μια ψυχρή, γυναικεία φωνή να του απαντάει: “Το παρακάτω μήνυμα είναι ηχογραφημένο. Η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας και Εκτάκτων Περιστατικών, ΥΠΠΕΠ, σας ενημερώνει οτι η Πράσινη Γρίπη έχει βγει εκτός ελέγχου στην Σαβάνα. Όλοι οι κάτοικοι πρέπει να εκκενώσουν την πόλη το συντομότερο δυνατον. Για περισσότερες πληροφορίες απεύθυνθείται στο κοντινότερο κέντρο εκκένωσης ή στη γραμμή έκτακτης ανάγκης”. Ωχ, φίλε σκέφτηκε ο Έλλις. Η Σαβάνα ήταν η πόλη του. Εκεί γεννήθηκε και μεγάλωσε. Δεν είχε καμιά όρεξη να την εγκταλείψει. Βέβαια, ήξερε την επικινδυνότητα της γρίπης. Ολόκληρος ο κόσμος ήταν σε κατάσταση συναγερμού μετά από αυτό που έπαθαν οι βόρειες Πολιτείες. Και ακριβώς οπώς όλοι περίμεναν η ΥΠΠΕΠ στάθηκε ανίκανη να προστατεύσει τους πολίτες. Μία-μία οι πόλεις και οι επαρχίες υπέκυπταν στον ιό. Χιλιάδες κόσμος έβλεπε την περιουσία, την οικογένεια και την ζωή του να χανεται. Φόρεσε το κίτρινο T-shirt του, ένα τζιν πού είχε για το συνεργείο και το καπέλο που είχε παρει απο τη Νέα Ορλεάνη. Έβαλε τις μαυρες μπότες μηχανικού που είχε, οι οποίες άντεχαν τα πάντα και ετοιμάστηκε να βγει απο το σπίτι. Το μετάνιωσε ομως. Αν πράγματι η Γρίπη χτύπησε τη Σαβάνα μαλλον δέν θα ξαναγυρνόυσε. Καλύτερα να πάρω ένα-δυο πραγματα μαζί μου, σκεφτηκε. Εψαξε στο σπίτι και στο μυαλό του να δει τι θα μπορούσε να πάρει αλλά δεν βρήκε τίποτα. Ο Έλλις δεν ήταν κανένας ρομαντικός τύπος που μάζευε αντικείμενα και δενόταν μαζί τους. Ζούσε το σήμερα και ότι γίνει, φίλε. Έτσι κι αλλιώς κάποτε θα γυρνούσε. Το μόνο που πήρε ήταν καμιά 300 δολάρια. “Τι στο διάλο, στην Αμερική ζούμε”, μονολόγησε. “Τα δολάρια είναι χρήσιμα, ακόμα και στην Αποκάλυψη θα είναι” Δεν δοκίμασε να ειδοποιήσει κανέναν. Τα τηλέφωνα σπάνια δούλευαν, το διαδύκτιο είχε πέσει εδώ και δύο εβδομάδες. Τώρα που χτύπησε και ο ιός, ήταν θέμα χρόνου να καταρεύσει οτιδήποτε πολιτισμένο στην περιοχή. Ακριβώς οπώς και στο Φεϊρφιλντ. Αφού έφαγε βιαστικά πρωινό κατέβηκε στο γκαράζ. Όταν άνοιξε την πόρτα είδε όλη την γειτονιά στο πόδι. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες ήταν φυσικό. Αν και ήταν 6 το πρωί, όλοι μάζευαν τα πράγματα τους και κοιτούσαν να φύγουνε, αυτοί και η οικογένεια τους. Η ΥΠΠΕΠ είχε καταφέρει να σπείρει τον πανικό, πριν κάνει οτιδήποτε άλλο. Σκέφτηκε να πάρει κάποιον μαζί του για παρέα μιας και όλοι του οι γνώστοι θα είχαν ήδη φύγει. Κατευθύνθηκε προς ένα τύπο που φώναζε μπροστά από ένα σπίτι. “Γεία σου, γέιτονα, τι λέει;” “Δεν ξέρω τι θες αλλά βιάζομαι πολύ”, απάντησε. “Και αν θες να ξες δεν έχω χώρο να πάρω κανέναν αργόσχολο τύπο μαζί μου. Έχω χώρο για μένα, την οικογένεια και τα πράγματα μου. Οπότε τράβα βρές άλλον για να σε κουβαλήσει έξω από την πόλη”. “Βασικά, έχω ήδη ένα φορτηγάκι αλλά ήθελα να ξέρω που είναι τα κέντρα εκκένωσης” “Τι να πας να κάνεις εκεί: Αυτά είναι μόνο για τους φλόρους και τους τουρίστες. Μόνο μία βαλίτσα θα σε αφήσουν να πάρεις εκεί. Έλα μαζί μας. Θα την αράξουμε κανά χρόνο κοντά στα Εβεργκλέιτς ώσπου να περάσει αυτή η αηδία με τον ιό. Πλήρωσα ένα φορτηγό να έρθει να μαζέψει τα πράγματα μας. Άργησε λίγο αλλά θα έρθει”. “Λύπάμαι φίλε δεν έχω όρεξη να αράζω στη Φλόριντα όσο ο ιός θα αποδεκατίζει την Αμερική. Έγω πηγαίνω να βρώ το κοντινότερο κέντρο και να δώ αν μπορώ να πάρω και κανέναν, άσχετα αν έχει ή δεν έχει φορτηγάκι για τον εαυτό του” Αηδίες, σκέφτηκε. Τσάμπα κόπος. Αυτός κοιτάει να σώσει την τηλεόραση του ενώ ο κόσμος χάνεται. Μπήκε στο φορτηγάκι και δοκίμασε να βάλει μπρος. Κακοδιατηρημένο μοντέλο του '95, τα κατάφερε με την τρίτη προσπάθεια. Καθώς έβγαινε είδε δύο περιπολικά και ένα όχημα του στρατού να σταματάνε στα σπίτια, για έλεγχο μάλλον. Πιο πέρα ετοίμαζαν μπλόκο στον δρόμο. Για να δούμε τι θα κάνεις τώρα, ηλίθιε γείτονα. Βγήκε στον δρόμο και άρχισε να πηγαίνει προς το κέντρο της πόλης. Σίγουρα κάπου κάπου εκεί θα ήταν τα κέντρα εκκένωσης. Στο δρόμο κύκλοφορόυσαν πολλά παραφωρτομένα Ι.Χ. που πήγαιναν όλα μέσα στην πόλη. Η αστυνομία και ο στρατός είχαν κλείσει τις εξόδους. Τώρα άνθρωποι σαν τον επίδοξο γείτονα του παγιδευόταν μέσα στη Σαβάνα, σαν τα ποντίκια, και ανάζητούσαν μία διέξοδο. Αντί να αφήσουν τον εγωισμό τους και να τρέξουν να φύγουν με τη βοήθεια των υπηρεσιών, επέμεναν ώσπου η Γρίπη θα τους έβρισκε μέσα στα αυτοκίνητα τους, να ψάχνουν ακόμα τρόπο να φύγουν για τη Φλόριντα και θα χτυπούσε. Βασικά ο Έλλις δεν σκόπευε να περιμένει στην ουρά να σωθεί. Αν το έκανε, η Γρίπη θα απλώνονταν σαν αέρας, και όλοι θα μολύνονταν πριν το καταλάβουν. Τα ελικόπτερα θα έφευγαν σχεδόν άδεια. Ήθελε να μπει από κάποια πίσω πόρτα και να φτάσει στα οχήματα εκκένωσης. Αλλά μάλλον ήταν ήδη πολύ αργά για να υπάρχουν ουρές επιζώντων. Με την τρομακτικη του ταχύτητα ο ιός ειχε κάνει αισθητή την παρουσία του. Όποιος προλάβαινε και μπορούσε έτρεχε σ' ένα κέντρο εκκένωσης και αν λειτουργούσε ακόμα, έφευγε. Ο Έλλις πάντως θα επιζούσε. Ακόμα κι αν έπρεπε να πολεμήσει ορδές αναθεματισμένων μολυσμένων, θα επιζούσε. Και το πρώτο που θα έκανε τώρα, ήταν να βρεί ένα από αυτα τα γαμημένα κέντρα. Πήγαινε προς το Κεντρικό Γήπεδο της Σαβάνας. Κόουτς O Κόουτς κοίταζε τις άδειες κερκίδες του Κεντρικού Γηπέδου της Σαβάνας. Σήμερα ήταν η μέρα. Ή θα ήταν αν δεν γινόταν αυτό που έγινε. Είχε έρθει στο γήπεδο από πολύ πρωί. Ο προπονητής πρέπει να φτάνει πριν τους αθλητές. Ενθουσιασμένος από την ευκαιρεία που δινόταν στην ομάδα του, είχε σχεδόν ξενυχτήσει φτιάχνοντας ένα πλανο σκεφτόμενος την ομάδα του. Οι περισσότεροι προπονητές λένε η ομάδα μου αλλά δεν το ενοούν πραγματικά. Όποτε τους δόθει η ευκαιρεία πάνε σε μια καλυτερη, πλουσιότερη ομάδα. Ο Κόουτς όμως το έλεγε στ' αλήθεια. Παλιά ήταν και ο ίδιος μέλος της, πριν ένα ατύχημα του κλέψει την ικανότητα να τρέχει γρήγορα και να πιάνει τη μπαλα. Του είχαν γίνει πολλές προσφορές αλλά αυτός έλεγε:”Τι θα γίνει, θ' αλλάζω συνέχεια ομάδες επειδή τυχαίνει οι παικτες μου να αποδίδουν καλύτερα; Τα παιδια τα ξέρω καλά και με αυτόυς θα φτασω εώς εκεί που μπορούμε. Τέλος”. Πολλοί τον κορόιδεψαν και ακόμα κι αυτός αμφισβήτησε την επιλογή του κάποτε, όμως σήμερα θα τους έδειχνε. Αν γινόταν ο αγώνας, θα νικούσαν. Ήταν σίγουρος. Και αν νικούσαν θα ανέβαιναν κατηγορία κάτι που σήμαινε περισσότεροι χορηγοι, καλύτερες εγκαταστάσεις και μια ικανοποιημένη ομαδα. Όλα αυτα, μόνο αν γινόταν ο αγώνας. Η ώρα παιρνούσε και είδε μια ξαφνική αλλάγη στη ζωή της πόλης. Παρόλου που ήταν Κυριακή, κόσμος άρχισε να μπαινοβγαίνει στα σπίτια από πολύ νωρίς. Περιπολικά κυκλοφορούσαν, ακόμα και κανά-δυο στρατιωτικά οχήματα. Κάποιοα φορτηγά της ΥΠΠΕΠ φανηκαν να τρεχουν προς την δυτική μεριά της πόλης. Με μια προσεκτικότερη ματια στους ανθρώπους που κυκλοφορούσαν είδε οτι ήταν τρομαγμένοι και ουσιαστικά ετοιμάζονταν να εγκαταλείψουν την πόλη. Ο ίδιος έμενε στα προάστια της Σαβάνας και είχε ακούσει ότι κρούσματα της Πράσινης Γρίπης εμφανίστηκαν στην άλλη μεριά της πόλης. Τις τελευταίες μέρες τις είχε περάσει σ' ένα φτηνό ξενοδοχείο κοντά στο γήπεδο για να είναι κοντά στους αθλητές του. Περίμενε ότι το πρόβλημα θα λυνόταν. Όμως ετσί και συνέβη ότι στο Φέιρφιλντ και το Ρίβερσαϊντ... Ένα περιπολικό σταμάτησε. Ένας αστυνομικός βγήκε με τηλεβόα και είπε: “ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΝΤΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΝΑ ΤΗΝ ΕΚΚΕΝΩΣΟΥΝ ΑΜΕΣΑ! ΜΕΤΑΚΙΝΗΘΕΙΤΕ ΠΡΟΣ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ! ΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΕΚΚΕΝΩΣΗΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ LIBERTY ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ THE VANNAH. ΘΑ ΓΊΝΟΝΤΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΣΤΑ ΣΠΙΤΙΑ. Η ΧΡΗΣΗ ΒΙΑΣ ΕΧΕΙ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΘΕΙ” O Κόουτς πήγε προς τον αστυνομικό με τον τηλεβόα. “Τι σημαίνουν αυτά τα καραγκιοζιλίκια; Δεν πιστευω να βγήκε εκτός ελέγχου ο ιός, έτσι;” “Κύριε εκκενωστε την περιοχή. Ολόκληρη η πόλη απειλείται. Πηγαίντε σε ένα κέντρο εκκένωσης το συντομότερο” “Ά, ώστε έτσι γίνεται. Τα σκατώνεται με τη Γρίπη και μέτα μας λετε να τα παρατήσουμε όλα ευγενικά” “Δείτε, εγώ δεν φταίω. Κάνω ότι μπορώ. Σας λέω να φύγεται γιατί αν μολυνθείται θα γίνεται φορέας και τότε δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Αν δεν θέλεται, θα σας αναγκάσουμε, για το καλό των άλλων και το δικό σας” Ο αστυνομικός είχε δίκιο. Ο Κόουτς άφησε αυτήν την ευκαιρεία, για τώρα.”Μόλις περάσει η επιδημία θα ζητήσω επανάληψη του αγώνα. Ακόμα κι αν πάρει χρόνια θα ξαναβρώ τους παίκτες μου και θα βγούμε στο γήπεδο να τους δείξουμε την αξία μιας αληθινής ομάδας”. Η ελπίδα δεν πεθαίνει εύκολα. Το πάθος του για το φαγητό και ιδιαίτερα για τη σοκολάτα ήταν ένα εσωτερικό αστείο στην ομάδα του. Κάποιοι έλεγαν ότι γι' αυτο σταμάτησε να παίζει. Έτσι, δεν μπόρεσε να αντισταθει σε μια μεγάλη, γεμάτη ζάχαρη σοκολάτα που είδε σε ένα κοντινό περίπτερο. Την πήρε και είδε μια επιγραφη με γραμμένη βιαστικά από τον ιδιοκτήτη: “Πάρτε ότι θέλετε. Εγώ φεύγω.” Βγήκε έξω και άρχισε να αναρωτιέται πού στο καλό ειναι το ξενοδοχείο και πώς θα πάει. Είδε ένα παλιό, ασπρο φορτηγάκι να έρχεται. Σήκωσε το χέρι για να το σταματήσει. Άκουσε τα φρένα να στριγκλίζουν και το κεφάλι ενός νέου, άσπρου άντρα φάνηκε στο παράθυρο. “Πάς κάπου;”, ρώτησε. “Ναι, στο ξενοδοχείο The Vannah. Λέω να φύγω απ' την πόλη πριν να μολυνθεί ολόκληρη” “Ωραίος. Μπες μέσα γιατι δεν θα είναι και τόσο εύκολο με τόσο κόσμο και αστυνομία” Ο Κόουτς μπήκε μέσα και το φορτηγάκι επιτάχυνε αργά. Το ξενοδοχείο ήταν λίγα τετράγωνα παρακάτω. Έξω από το The Vannah Ο Έλλις είδε έναν μαύρο, λίγο χοντρό τύπο να του κουνάει το χέρι για να σταματήσει. “Έτσι και μου πει να πάρω τα πράγματα του και να φύγουμε απ' την πόλη, θα σηκωθώ να φύγω”, σκέφτηκε. Τελικά, αποδείχθηκε ότι αυτός ήθελε να πάει στο ξενοδοχείο The Vannah, που ήταν ένα κέντρο εκκένωσης. Μπήκε μέσα και ξεκίνησαν. Ο Έλλις ήξερε πως το κτίριο ήταν τρία τετράγωνα παρακάτω αλλά δεν ήξερε πόσο εύκολα θα τους άφηναν να μπουν. “Λοιπόν φίλε, εμένα με λένε Έλλις και σκοπεύω επίσης να φύγω απ' τη Σαβάνα προτού καταστραφεί ολοκληρωτικά. Έχεις καμία ιδέα για να μπούμε στο ξενοδοχείο;”, είπε ο Έλλις. “Μπορείς να με λες απλά Κόουτς. Άκου, πριν λίγο έμαθα ότι οι κόποι μιας ζωής απλά χάθηκαν χάρη στον ιό, οπότε δεν έχω πολύ όρεξη για συζήτηση. Το μόνο που ξέρω είναι ότι το ξενοδοχείο αυτό είναι πολυτελείας και μάλλον θα παίρνουν μόνο τα VIP”, απάντησε ο Κόουτς. “Μάλλον έχεις δίκιο. Εγώ λέω να βρούμε έναν τρόπο να ξεγλιστρήσουμε στην ταράτσα και να μπούμε στα ελικόπτερα”. “Κάνε ότι θες, αρκεί να φύγουμε γρήγορα απο εδώ”. Φάνηκε η μπροστινή είσοδος του ξενοδοχείου. Ακριβώς όπως το περίμεναν υπήρχε πολύ κόσμος και πολλοί απ'ο αυτούς φαίνοταν αρκετά εύποροι. Μάλιστα αυτοί ήταν μέσα στην υποδοχή και ετοιμάζονταν να φύγουν ενώ οι άλλοι φώναζαν και δερνόταν με τους αστυνομικούς απ' έξω. Ο Έλλις σκέφτηκε να πάνε από την πίσω μεριά αλλά συνήθως η μεγαλύτερη φρουρά ήταν από μπροστά και από πίσω. Άσε που από πίσω άρχιζε η συνοικία που έιχαν αναφερθεί τα πρώτα κρούσματα. Άρα πάμε από τα πλάγια. Ο φίλος του ο Κιθ είχε δουλέψει σερβιτόρος σε μία δεξίωση στο ξενοδοχείο και του είχε πει ότι στην αριστερή πλευρά ήταν μία σκάλα που άρχιζε από το εισόγειο και έφτανε ως την ταράτσα. Κλιμακοστάσιο προσωπικού το είχε πει. “Άκου Κόουτς, πάμε από τα πλάγια να μπούμε στο κλιμακοστάσιο και να ανέβουμε με τις σκάλες πάνω στην ταράτσα”. “Με τις σκάλες; Αυτο το κτίριο έχει πάνω από είκοσι ορόφους!”, διαμαρτυρήθηκε ο Κόουτς. “Αν θες περίμενε στη μπροστά είσοδο να φύγουνε όλοι οι φραγκάτοι ή πήγαινε από πίσω να δεις πόσο καλά διαχειρίστηκε η ΥΠΠΕΠ την Γρίπη”, απάντησε ήρεμα ο Έλλις. “Καλά, καλά μ' έπεισες”. Σταμάτησε το φορτηγάκι σ' έναν δρόμο κοντά στην αυλή του ξενοδοχείου. Κατέβηκαν και παράτησαν το αμάξι, οριστικά. Υπήρχε ένας μικρός φράχτης που χώριζε τον ξεραμένο κήπο του ξενοδοχείου απ' τις οδούς. Τον πέρασαν και πήγαν στην αριστερη μεριά του κτιρίου. Είδαν μια μεταλική, μικρή πόρτα και έναν οπλισμένο αστυνομικό μπροστα. “Αυτό είναι. Πάμε να δούμε αν θα μας αφήσει να περάσουμε ο μπάτσος”, ψιθύρισε ο Κόουτς. “Και αν δεν μας αφήσει τον βγάζουμε από τη μέση”, είπε ο Έλλις. Πλησίασαν και ο αστυνομοκός δεν αντέδρασε. Πήγαν πιο κοντά και τότε τους κατάλαβε. Δεν φαινόταν και κανένας σκληρός μπάτσος που θα τους έκανε τη ζωή δύσκολη. “Τι θέλεται πάλι;”, ρώτησε ο αστυνομικός με απάθεια. “Υπάλληλοι της ΥΠΠΕΠ είμαστε και θέλουμε ν' ανέβουμε στην ταράτσα για να επιβλέπουμε την εκκένωση. Οι μπροστα εισόδοι έχουν πολύ κόσμο και εμείς βιαζόμαστε”, απάντησε ο Έλλις. “Για 'σένα το πιστεύω αλλά εκείνος ο μαύρος δεν πρέπει να είναι”. “Μήπως σε πειράζει το χρώμα μου, βλάκα;”, αποκρίθηκε άγρια ο Κόουτς. “Έχεις δίκιο, δεν είναι”, είπε ο Έλλις κάνοντας νόημα στον Κόουτς, “Είναι ένας διακεκριμένος πολίτης της χώρας μας και πρέπει να φύγει άμεσα. Γι' αυτό θέλουμε να τελειώνουμε” “Ότι πεις. Περάστε, εμένα δεν με νοιάζει”. “Βασικά σε χρειάζονται στην δυτική μεριά. Πήγαινε για να βοηθήσεις να ελέξουν τον κόσμο”. “Μπα, επέζησε τόσος κόσμος εκεί; Πάω να δω τι γίνεται”, είπε βαριεστημένα ο αστυνομικός. Ο Κόουτς και ο Έλλις μπήκαν γρηγορα μέσα και έκλεισαν την πόρτα. Ήταν σε μία αποθηκούλα με είδη καθαρισμού και κάτι μεγάλες κονσέρβες. Υπήρχε και μία πόρτα που έγραφε “Κλιμακοστάσιο Προσωπικού” πάνω της. Πρέπει να την είχαν βάλει πρόσφατα γιατί ήταν θωρακισμένη και κλειδωμένη. Δεν άνοιγε χωρίς κλειδί. Κάποιος ήθελε να κρατήσει μακριά τον κόσμο. Ήθελαν να ελέγχουν ποιοι παιρνούν και ποιοι όχι. “Ο αστυνομικός έξω είχε μολυνθεί”, δήλωσε απλά ο Έλλις. “Έγκαιρα το είπες. Τώρα δεν θα χρειάζεται να ανυσηχώ αν ξαφνικα νιώσω άρρωστος”. “Ένα από τα λίγα σίγουρα πράγματα για την Πράσινη Γρίπη είναι ότι μεταδίδεται μόνο με τα σωματικά υγρά. Τον είδες να σε φτύνει;” “Που να ξέρω 'γω; Μπορεί να πετάχτηκαν τίποτε σταγονίδια απ' το στόμα του ή και από καπου αλλού”. “Με υγρά είπαμε, όχι σταγονίδια”. “Έτσι κι αλλιώς τώρα δεν γίνεται τίποτα. Αλλά που το κατάλαβες;” “Η απάθεια, η αδιαφορία και η μείωση της αίσθησης του περιβάλλοντος είιναι κάποιοα συμπτώματα. Και τα μάτια του ήταν λίγο κίτρινα. Σε λίγο δεν θα είναι άνθρωπος. Θα αλλάξει”. “Δεν με πολυνοιάζει. Αυτο που θέλω τώρα είναι να ξεκλειδώσουμε αυτήν την κωλόπορτα. Καμιά ιδέα;” Έψαξαν μήπως μπορούσαν να ανοίξουν την πόρτα με ότι υπήρχε εκεί αλλά δεν γινόταν. Ήταν γερή και καλά στερεωμένη. Προσπαθούσαν για μισή ώρα και μετά τα παράτησαν. Μάταιος κόπος, είπε ο Κόουτς. Ήταν έτοιμοι να βγούνε και να στηθούν στην ουρά μπας και έφευγαν ποτε. Τότε άκουσαν μια φωνή απ' έξω: “Βρήκατε μία δυσκολία και τα παρτάτε έτσι εύκολα; Αφήστε τον Νικ να σας βοηθήσει για να τελιώνουμε μ' αυτήν την καταδικασμένη πόλη”. Ένας λευκός τύπος, με καστανά μαλλιά τραβηγμένα πίσω φάνηκε να μπαίνει μέσα στην αποθήκη. Φορούσε ένα άσπρο, ακριβό κοστούμι κα έναι κυνικό χαμόγελο υπήρχε στα χείλη του. Νικ Η προηγούμενη νύχτα ήταν άσχημη για τον Νικ. Βέβαια, είχε περάσει και χειρότερες αλλά πραγματικά αυτή ήταν μία αποτυχία. Και τώρα είχε και το πρόβλημα της επιδημίας εκτός απ' όλα τ' άλλα. Στη Σαβάνα είχε έρθει εντελώς ευκαιριακά. Καθώς είχε κολλήματα με την αστυνομία στην προηγούμενη πολιτεία και εδώ γινόταν ένας διαγωνισμός τζόγου πήρε το αεροπλάνο και αντίο Νέα Υόρκη. Αγόρασε και ένα σικ κοστούμι με τα πρώτα κέρδη του από το διαγωνισμό. Όλα αυτά χωρίς να υπάρξουν προβλήματα με τις αρχές ή τον υπόκοσμο. Ως χτές το βράδυ. Τότε γινόταν οι ημιτελικοί. Ο Νικ θα έπαιζε χαρτιά με έναν ασχημομούρη και μετά ακόμα και αν έχανε θα είχε αρκετά λεφτά για να περάσει καλά στη Σαβάνα. Δυστυχώς γι' αυτόν ο ασχημομούρης ήταν το αφεντικό μιας τοπικής συμμορίας που χρειαζόταν άμεσα ρευστό. Έτσι δύο 'άγριοι' τύποι επισκέφθηκαν τον Νικ λίγο πριν τον αγώνα. Του ξεκαθάρισαν ότι τα λεφτά ήταν μεγάλη ανάγκη και ότι αν αυτός έμπαινε εμπόδιο θα τον έσπαγαν. Επίσης δεν παρέλειψαν να του δείξουν και ένα περίστροφο που είχαν για να φοβηθεί. Ο Νικ είχε δει πολλά τέτοια τσιράκια και ήξερε πως δεν μπορούσαν να χρησιμοποιούν όπλα χωρίς να προκαλέσουν φασαρίες.Το κόλπο με το περίστροφο δεν έπιασε. Σκέφτηκε να τους κάνει τη χάρη αλλά γνωρίζοντας ότι ο ιός δεν θα αργούσε να χτυπήσει την πόλη, είπε να δει πρώτα τον αντίπαλο του και μετά να αποφασίσει. Ας διασκεδάσω και λίγο, σκέφτηκε. Αν ο αντίπαλος φαινόταν άξιος θα του άφηνε τη νίκη, αν ήταν κανένας δειλός βλάκας θα τον αποτελείωνε. Τελικά άνηκε στη δεύτερη κατηγορία. Έπεφτε σε όλες τις μπλόφες, έβριζε, αγχωνόταν και γενικά τον έκανε ότι ήθελε. Παρ' όλα αυτά ήξερε κάπως να παίζει. Σε μια φάση κόντεψε να τον κερδίσει κιόλας. Με σωστές, μετρημένες κινήσεις ο Νικ γύρισε το παιχνίδι και πέρασε στον τελικό. Ο αντίπαλος του ήταν εξοργισμένος. Έδωσε κάποιοες εντολές στους λακέδες του και έβγαλε το κινητό του. Θα φωνάξει και παρέα, είπε ο Νικ απο μέσα του. Καλύτερα να την κάνω. Μπορούσε να τα βάλει με δυο λαπάδες αλλά όχι και με μια ομάδα από τέτοιους. Εξαργύρωσε τις μάρκες του και έφυγε από την πόρτα προσωπικού. Βγήκε σ' ένα σοκάκι που οδηγούσε στον κεντρικό δρόμο. Οι δυο βλάκες τον περίμεναν με την πλάτη γυρισμένη όμως. Δεν είδαν ότι ήταν πίσω τους. Μπορούσε να βγάλει τ' όπλο του και να τους σκοτώσει χωρίς καν να καταλάβουν τι έγινε. Ευτυχώς γι' αυτούς ο Νικ δεν ήταν κανένας ψυχρός δολοφόνος. Αρκέστηκε να σημαδέψει έναν απ' αυτούς. “Γειά σας παιδειά, βγήκε αυτός που περιμένετε;” είπε σαρκαστικά. Γύρισαν έκπληκτοι και κόντεψαν να το βάλουν στα πόδια όταν είδαν την κάννη του όπλου. “Κύριε εμείς δεν ξέρουμε τίποτα. Ένας δημοιυργεί προβλήματα στο αφεντικό και θέλαμε να τον κάνουμε να εξηγηθεί”. Δεν τον κατάλαβαν απ' τον φόβο τους. “Ξεχάστε τον. Αυτος ο τύπος έχει καλούς φίλους, αν με πιάνετε. Άντε φευγάτε τώρα, προτόυ λερώσετε τα βρακιά σας”. Έτρεξαν προς τη λεωφόρο. Ο Νικ έκρυψε το όπλο και πήγε κι αυτός προς τα εκεί. Η κίνηση εκεί δεν του άρεσε. Ένα μεγάλο, μαύρο βαν ξεφόρτωνε 'γορίλες' που πήγαιναν προς το καζίνο. Μάλλον αυτόν έψαχναν. Και όχι για να πιούν καφέ μαζί. Και τα δυο τσιράκια ήταν κοντά σ' ένα περιπολικό και έδειχναν προς το μέρος του. Το κλίμα δεν τον σήκωνε άλλο. Έτρεξε στο πάρκινγκ και μπήκε στο νοικιασμένο αμάξι του. Πολυτελείας, όπως και τα ρούχα του. Ξεκίνησε άνετα και βιάστηκε να φυγει. Καθώς έβγαινε είδε τους 'γορίλες' να έιναι στο σοκάκι που κανόνισε τα τσιράκια. Και τώρα τρεις μπάτσοι είχαν βγει από το αμάξι τους για να ακούσουν τα τσιράκια. Ήξερε τι έκανε όταν νοίκιασε αμάξι με φιμέ τζάμια. Είχε μάθει πως στο δυτικό μέρος της πόλης γινόταν ψιλοχαμός λόγω της Γρίπης. Ότι πρέπει. Θα πήγαινε σ' ένα καλό ξενοδοχείο εκεί αλλά θα περνούσε τη νύχτα σε κανά μπαράκι μπας και τον έψαχνε κανείς. Το The Vannah πρέπει να έκανε. Έφτασε εκεί και άφησε το αμάξι στο πάρκινγκ του ξενοδοχείου. Θα έπιανε δωμάτιο την άλλη μέρα και θα έφευγε το συνομότερο. Αστυνομία, συμμορίες και ένας θανατηφόρος ιός δεν τον ήθελαν στη Σαβάνα. Βρήκε ένα ωραίο μπαρ, ένα τετράγωνο από το ξενοδοχείο. Έκατσε, ήπιε λίγο, έπαιξε χαρτιά και μπιλιάρδο και γνώρισε κάποιους ενδιαφέρον τύπους. Αποφάσισε να πάει στο δωμάτιο κατά τα ξημερώματα. Κι έτσι έγινε. Για κακή του τύχη η επιδημία ξέσπασε τα ξημερώματα. Ώσο ξενυχτούσε στα μπαρ το The Vannah έγινε κέντρο εκκένωσης προνομιούχων. Η ΥΠΠΕΠ είχε ήδη εγκαταστάσεις εκεί και τώρα έγινε ένα από τ' αρχηγεία της. Ο κόσμος άρχισε να ξυπνάει και να καταλαβαίνει την απειλή. Ο Νικ αποχώρησε από το μαγαζί λίγο πριν ο ιδιοκτήτης το κλείσει για να αρχίσει να ετοιμάζεται κι αυτός. Καθώς πήγαινε στο ξενοδοχείο είδε πολλή κίνηση από το μέρος των αρχών. Πρέπει να ήταν πολύ απασχολημένοι με την πρόσφατη εξάπλωση του ιού για να τον προσέξουν όμως κάθε φορά που τον πλησίαζαν έπαιρνε τα μέτρα του. Λίγη προσοχή πάντα χρειαζόταν στον κόσμο του. Η κύρια είσοδος του The Vannah είχε γεμίσει ανθρώπους που αναζητούσαν διέξοδο από την πόλη. Και τελικά αυτοί που παιρνούσαν φαινόταν πολύ λεφτάδες για να είναι τυχαίο. Τι περίεργο, σκέφτηκε ειρωνικά ο Νικ. Με το ακριβό κοστούμι του, την καλή εμφάνιση και με λίγο θέατρο δεν θα είχε πρόβλημα να περάσει. Πραγματικά θα το έκανε αν δεν ήταν εκείνοι οι αντιπαθητικοί αξιωμτικοί που έλεγχαν ταυτότητες και φάτσες. Γι' αυτο θα έμπαινε από την πίσω πόρτα. Συνήθως έτσι έκανε. Μόνο που η πίσω πλευρά είχε άμεση πρόσβαση στις κακόφημες και πιθανόν μολυσμένες περιοχές της πόλης. Δοκίμασε μια πόρτα στα πλάγια του κτιρίου. Ανοιχτή και με δύο τύπους μέσα. Τους κρυφάκουσε για λίγο. Ήθελαν να ανοίξουν μια κλειδωμένη είσοσο για να πανε στην ταράτσα και να φύγουν. Μόνο που δεν μπορούσαν να την ανοίξουν και φαινόταν έτοιμοι να τα παρατήσουν. Μπίνγκο! Πάντα είχε πρόχειρο ένα εργαλείο για να ανοίγει τις πίσω πόρτες, ακόμα κι αν αυτές δεν ήθελαν. Ώρα να έρθει ο από μηχανής θεός και να τους δώσει μία λύση. Με αντάλλαγμα μια θέση στο ελικόπτερο, βέβαια. Μπήκε στην αποθηκούλα και είπε: “Βρήκατε μία δυσκολία και τα παρτάτε έτσι εύκολα; Αφήστε τον Νικ να σας βοηθήσει για να τελιώνουμε μ' αυτήν την καταδικασμένη πόλη”. Ανεβαίνοντας Ο νεοφερμένος τύπος έβγαλε ένα καλοφτιαγμένο πολυεργαλείο από μια τσέπη του σακακιού του. Το άνοιξε και πήγε προς την κλειδωμένη πόρτα. Αφού την πείραζε για ένα λεπτο με το εργαλείο του, άνοιξε. Οι σκάλες ήταν μπροστά τους. “Περίεργο να έχουν βάλει τόσο καλή πόρτα μόνο και μόνο για τις σκάλες. Μάλλον δεν ήθελαν να τρυπώνουν διάφοροι αλήτες απ' τα πλάγια και να κλέβουν τις σειρές των άλλων”, είπε. “Όποιος κι αν είσαι, σίγουρα σ' έστειλε ο Θεός, φίλε μου. Μας έσωσες”, απάντησε ο Κόουτς. “Αλήθεια, σου είμαστε υπόχρεοι”, συμπλήρωσε και ο Έλλις. “Ναί, ναί ότι πείτε. Πάμε τώρα ν' ανέβουμε πριν φύγουν χωρίς εμάς”. Έτσι άρχισαν ν' ανεβαίνουν προς τα πάνω. Πολλές φορές όταν παιρνούσαν δίπλα από τις πόρτες που οδηγούσαν στους διαφόρους ορόφους του ξενοδοχείου, μύριζαν καπνό και καμιά φορά κάτι σαν σαπίλα. Μάλιστα, μία απ' αυτές ήταν σπασμένη και ο διάδρομος που φαινόταν είχε πάρει φωτιά. Το κτίριο είχε πολλά πατώματα και αυτοί είχαν φτάσει σχεδόν στη μέση. Λόγω του πρωινόυ ξυπνήματος και της κούρασης δεν μπορούσαν να συνεχίσουν χωρίς διάλειμμα. Γι' αυτό σταμάτησαν στον όροφο με την σπασμένη πόρτα. Πρέπει να ήταν ο δέκατος-τρίτος. Όσο ξεκουράζονταν άκουσαν βήματα μέσα από τις φλόγες. Τους σηκώθηκε η τρίχα όταν είδαν έναν κίτρινο τύπο να βγαίνει μέσα απ' αυτές. Αποδείχθηκε πως ήταν υπάλληλος της ΥΠΠΕΠ με πυρίμαχη στολή. Έβγαλε τη μάσκα του και τους πλησίασε βιαστικά. “Μην κάθεστε εδώ, αυτοί οι ορόφοι έχουν μούνθεί. Τρέξτε πάνω να φύγετε όσο μπορείτε”, είπε ανύσηχος. “Έχουν μολυνθεί; Και τι θα γίνουν όσοι περιμένουν κάτω;” “Ω Θεέ μου, δεν το ξέρουν. Αν τους στείλουν με το ασανσέρ θα σταματήσουν στον προτελευταίο όροφο και θα πεθάνουν. Αυτά τα πράγματα επιτίθονται γαμώτο. Πρέπει να τους ειδοποιήσω”, δήλωσε και χάθηκε ξανά μέσα στις φλόγες. “Αυτοί της ΥΠΠΕΠ δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Αν βασιζόμασταν σε αυτούς, τώρα θα είχαμε παγιδευτεί κάπου στο ξενοδοχείο”, είπε ο Κόουτς. “Αν μας είχαν δεχτεί για την εκκένωση. Μην ξεχνάτε, μόνο λεφτάδες είδαμε να δέχονται σ' αυτό το ξενοδοχείο”. Μετά από πέντε λεπτά ξεκίνησαν, ξανά. Η κατάσταση ήταν δύσκολη. Ο καπνός τα έκανε χειρότερα. Και οι τρεις είχαν λαχανιάσει και ήταν έτοιμοι να σταματήσουν για άλλη μια φορά. Ευτυχώς, φάνηκε η έξοδος για την ταράτσα και δεν το έβαλαν κάτω. Όμως καθώς ανέβαιναν τους τελευταίους ορόφους άκουσαν μια γυναικεία φωνή να ουρλιάζει: “Βοήθεια, με κυνηγάνε, όποιοι κι αν είστε, σας παρακαλώ ανοίξτε την πόρτα”. Ο Έλλις, που ήταν πρώτος, φώναξε: “Κρατήσου όποια κι αν είσαι, θα σε βγάλουμε απο εκεί. Εσύ με τα ωραία ρούχα, βιασου, σε χρειαζόμαστε” “Τι θα κάνατε χωρίς εμένα, άραγε;”, είπε εκείνος. Ανέβηκε σ' εκείνον τον όροφο και έβγαλε το διαρηκτικό του εργαλείο. Πήγε στην πόρτα και την ξεκλείδωσε εύκολα. Στη βιασύνη του όμως κάτι έσπασε στην κλειδαριά και αυτή μάγκωσε. Ο Έλλις της έδωσε ένα δυνατό σπρώξιμο και άνοιξε. Μια μαύρη γυναίκα, το πολύ τριάντα χρονών, βγήκε από τον διάδρομο. Φορούσε κόκκινη μπλούζα, ένα τζιν και καφετί μπότες. Ροσέλ H Ροσέλ ήξερε περισσότερα για τη μόλυνση από τον μέσο κάτοικο της Σαβάνας. Από τον μέσο κάτοικο της Αμερικής. Δουλεύοντας στο κανάλι 9, στις ειδήσεις είχε δει πολλά πράγματα. Τα οποία, αν και τα είχαν τραβήξει με την κάμερα τους απαγορεύθηκε να τα δημοσιεύσουν. Θα μου πεις ποιος φοβάται αυτούς τους παθητικούς τύπους της ΥΠΠΕΠ πού κατάφεραν να εξελίξουν τον ιό ταχύτερα κι από τη φύση του; Βασικά, γίνονται πιο πειστικοί όταν έχουν ένα βαριά εξοπλισμένο απόσπασμα στις διαταγές τους. Τελευταία τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Ήξερε ότι κανένας απ' αυτόυς που πήγαν να καλύψουν τα γεγονότα στο Φέιρφιλντ δεν επέζησε και μόνο δυο-τρεις βγήκαν ζωντανοι από το Ρίβερσαϊντ και το Νιούμπεργκ. Ήλπιζε να μην επαναλαμβανόταν στη Σαβάνα ότι και στις βόρεις πολιτείες. Τα γεγονότα τη διάψευσαν. Τις τελευταίες δύο μέρες δοκίμαζαν όλο και πιο ριψοκίνδυνα ρεπορτάζ. Μάλιστα, ένας επιτυχημένος δημοσιογράφος πήρε την ομάδα του και πήγε στις μολυσμένες συνοικίες, στη δυτική μεριά της πόλης. Όταν γύρισε, ήταν ενθουσιασμένος. Κάτι είπε για περιπλανώμενους μολυσμένους και την ΥΠΠΕΠ αλλά το σημαντικότερο ήταν ότι η υπόθεση είχε ψωμί. Οι τύποι της κυβέρνησης έκρυβαν κάτι και αυτή η Πράσινη Γρίπη φαινόταν αρκετά παράδοξη. Την επόμενη φορά θα πήγαινε και η Ροσέλ για ένα αποκλαυπτικό ρεπορτάζ και ας έλεγαν ότι ήθελαν οι μπάτσοι. Μόνο που δεν υπήρξε άλλη φορά. Τελικά εκείνος ο δημοσιογράφος εκτός από αποκαλυπτικές πληροφορίες έφερε και τον ιό μαζι του. Όλοι όσοι είχαν συμμετάσχει στα ρεπορτάζ για την Γρίπη μπήκαν σε καραντίνα και τους εξέτασαν προσεκτικά. Οι καθαροί αφέθηκαν να φύγουν και διατάχθηκαν να μην ξανασχοληθούν με το θέμα. Από εδώ και πέρα η ΥΠΠΕΠ θα κάλυπτε τα γεγονότα. Όσοι αποδείχθηκαν μολυσμένοι, τους πήγαν για 'καθαρισμό' και 'απομόνωση'. Είπαν ότι η ασθένεια εξαπλώνονταν πολύ εύκολα και ότι έπρεπε να απομακρυνθούν από το κοινό. Κανείς δεν τους ξαναείδε. Η Ροσέλ θα επέμενε αν δεν είχε μολυνθει ο αρχηγός της αποστολής και σχεδόν όλα τα μέλη του συνεργείου. Οι υπόλοιποι επιζώντες δεν είχαν καμία όρεξη να συνεχίσουν. Τελευταία μέρα σ' αυτήν την καταραμένη πόλη, είπαν. Αναγκαστικά θα ακολουθούσε. Έτσι καθόταν στο κρεβάτι της, ντυμένη, έτοιμη να φύγει από το ξενοδοχείο. Τα πράγματα της ήταν πακεταρισμένα εδώ και ώρα. Κόιταξε τα δυο άδεια κρεβάτια δίπλα στο δικό της. Θα έπρεπε να βρίσκονται εκεί άλλοι δυο άνθρωποι, να αστιεύονται και να συζητάνε. Η Πράσινη Γρίπη είχε ήδη επηρεάσει τη ζωή της. Τώρα ή θα ήταν νεκροί ή θα είχαν γίνει κάτι ελάχιστα ανθρώπινο. Και οι άχρηστοι της Υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας δεν είχαν καταφέρει τίποτα. Αργά ή γρήγορα, η ίδια μοίρα θα περίμενε τους περισσότερους κατοίκους της Σαβάνας. Όμως κάτι δεν πήγαινε καλά. Τους είχαν διευκρινίσει πως στις οχτώμιση ή το πολύ στις εννιά θα ήταν καθ' οδόν για το αεροδρόμιο. Ήταν σχεδόν εννιά και κανείς δεν είχε έρθει να τους πάρει η να τους πει ότι το πρόγραμμα άλλαξε. Σκέφτηκε να πάρει έναν συνάδελφο να δει αν ήξερε τίποτα παραπάνω. Ευτυχώς τα εσωτερικά τηλέφωνα του The Vannah λειτουργούσαν. Κάλεσε τον αριθμό δωματίου. “Ναί;” ακόυστηε η φωνή του από το τηλέφωνο. “Καλημέρα Μάικ, μήπως ξες γιατί αργήσαμε να φύγουμε από το ξενοδοχείο;” “Αργήσαμε; Τι εννοείς; Πρωί είναι ακόμα, εγώ κρυώνω κίολας. Σιγά το πολύ-πολύ να φύγουμε αύριο”. “Μάικ, καλά είσαι; Ειναι εννιά και θα έπρεπε να ήμασταν στο δρόμο τώρα” απάντησε ανύσηχη η Ροσέλ. “Πώς πήγε εννιά; Μα δεν είναι τόσο αργά, ηρέμησε” είπε μπερδεμένος ο Μάικ. Η Ροσέλ κοίταξε τα δύο ρολόγια του δωματίου της. Κι τα δύο έλεγαν εννιά η ώρα το πρωί. “Καλα, θα δω τι θα κάνω. Γειά”. Περίμενε να την αποχαιρετήσει αλλά δεν αντέδρασε και του το 'κλεισε. Μολυσμένος, σκέφτηκε. Δεν νιώθει τι γίνεται γύρω του και δεν τον πολυνοιάζει τίποτα. Άσε που όλα τα μέλη της αποστολής που μολύνθηκαν έλεγαν ότι κρύωναν λίγο πριν τους πάρουν για πάντα. Αντίο, Μάικ. Η μόλυνση πρέπει να εξαπλώθηκε στο ξενοδοχείο τη νύχτα. Τέλεια. Ξαφνικά θυμήθηκε πως όσοι μολύνονται αποκτούν και επιθετική συμπεριφορά αν ο ιός τους κυριεύσει εντελώς. Καλύτερα να έβρισκε βοήθεια και να έφευγε. Παράτησε τα πράγματα της. Δεν θα βοηθούσαν και πολύ σε μια επιδημία. Πήρε μόνο το πορτοφόλι της και βγήκε. Στο στενο διαδρομό η μυρωδιά του καπνού ήταν αισθητή. Το κτίριο πρέπει να είχε πιάσει φωτιά στους κάτω ορόφους. Εκτός απ' αυτήν, υπήρχε και μια άλλη, περίργη οσμή. Κάτι σαν βάλτος, σαν αποσύνθεση. Κατευθύνθηκε προς το απέναντι δωμάτιο. Ετοιμάστηκε να χτυπήσει αλλά άκουσε κάτι περίεργους ήχους να βγαίνουν από 'κει μέσα. Οργανικούς ήχους. Κάποιος ή κάτι ζωντανο υπήρχε σ' εκείνο το δωμάτιο. Σταμάτησε για να ακούσει πιο προσέκτικα. Ξεχώρισε δυο απ' αυτούς. Ο πρώτος ακουγόταν σαν κάποιος να προσπαθούσε να κάνει εμετό και κάθε φορά να το μετάνιωνε την τελευταία στιγμη. Αηδιαστικό. Ο δεύτερος ήταν όπως ο τσιγαρόβηχας. Όμως ήταν πολύ δυνατός, λες και κάποιος έβηχε καπνο. Ήξερε πως ένας από τους δύο άντρες που έμεναν εκεί κάπνιζε πολύ και ο άλλος ήταν παχύσαρκος. Παρ' όλα αυτά αυτοί οι ήχοι δεν είχαν τίποτα το ανθρώπινο μέσα τους. Δεν ήταν καθόλου φυσιολογικοί. Τα παράτησε όλα. Ποιόν να φωνάξει, όλοι είχαν μολυνθεί ή είχαν πάθει κάτι χειρότερο. Το έβαλε στα πόδια. Καθώς παιρνούσε από τους διαδρόμους του ξενοδοχείου νόμιζε ότι άκουσε κι άλλα πράγματα. Δεν ήθελε να μάθει τι ακριβώς ήταν. Σε μια στιγμη άκουσε και φωνές. Κραυγές, ίσως. Σωστά υποψιάστηκε ότι οι ανελκυστήρες δεν θα λειτουργούσαν. Έτρεξε προς το κλιμακοστάσιο. Ήλπιζε να έβρισκε τουλάχιστον κάποιον να της πει αν έπρεπε να πάει πάνω ή κάτω. Δυστυχώς μια κλειδωμένη πόρτα τη χώριζε από τις σκάλες. Έντρομη βάρεσε τα χέρια της στην πόρτα. Σίγουρα αυτά τα πλάσματα στα δωμάτια την πλησίαζαν. Και θα την έβρισκαν. Την ένιωθαν, την μυρίζονταν. Και τη μισούσαν. Μόνο και μόνο γιατί ήταν υγιέστατη, γιατί δεν ήταν σαν αυτά. Άκουσε ανθρώπους να ανεβαίνουν από την άλλη μερια της πόρτας. “Βοήθεια, με κυνηγάνε, όποιοι κι αν είστε, σας παρακαλώ ανοίξτε την πόρτα”, ούρλιαξε. Τα βήματα σταμάτησαν ακριβώς έξω από την πόρτα. Άκουσε μια λαχανιασμένη,αντρική φωνή να λέει: “Κρατήσου όποια κι αν είσαι, θα σε βγάλουμε απο εκεί. Εσύ με τα ωραία ρούχα, βιασου, σε χρειαζόμαστε” “Τι θα κάνατε χωρίς εμένα, άραγε;” Ένα κλικ ακούστηκε από την κλειδαρειά και μ' ένα δυνατό σπρώξιμο άνοιξε. Ένας νέος με κίτρινο Τ-shirt ήταν μπροστά της. Πιο πίσω στεκόταν ένας τύπος με ακριβά ρούχα και ένα διαρηκτικό εργαλείο στο χέρι. Ένας εύσωμος μαύρος μόλις είχε ανέβει τις σκάλες και καθόταν να βρει την αναπνοή του. Στην ταράτσα “Λοιπόν, ευχαρίστηση μας που ήρθες και 'συ αλλά πρέπει να φτάσουμε στην ταράτσα”, είπε ο Νικ. “Τα ελικόπτερα θα φύγουν μόλις μάθουν τι έγινε στο ξενοδοχείο”. “Καλά πάμε, εγώ δεν έχω κανένα καλύτερο σχέδιο” συμφώνησε η Ροσέλ και ανέβηκαν τους τελευταίους ορόφους. Στο τελευταίο πάτωμα πριν την ταράτσα, ο Κόουτς ήταν έτοιμος να καταρεύσει.Λαχανιασμένος είπε: “Ε... αφήστε με εμένα ... εδώ ... δεν θα φτάσω ως πάνω” “Μπορεί ... μπορεί το ελικόπτερο ... να είναι από σοκολάτα”, απάντησε ο Νικ μ 'ένα χαμόγελο. Σχεδόν έφτασαν. Άκουσαν μηχανές να ανεβάζουν στροφές. Κατάλαβαν ότι σκόπευαν να φύγουν τα ελικόπτερα χωρίς επιζώντες μέσα. Με όσες δυνάμεις τους απέμειναν βγήκαν στην ταράτσα. Έντρομοι είδαν το τελευταίο ελικόπτερο να απογειώνεται. “Πανάθεμα! Μόλις το χάσαμε”, είπε ο Νικ θυμωμένος. “Ε! Υπάρχει ακόμα κόσμος στη στέγη! ΓΥΡΝΑ ΠΙΣΩ”, φώναξε ο Κόουτς. “Λέτε να μας είδαν;”, ρώτησε ο Έλλις. “Μια χαρά μας είδαν αλλά δεν γυρνάνε πίσω” απάντησε ο Νικ. “Πηγαίνουν στο εμπορικό κέντρο, στη δυτική μεριά της πόλης. Μάλλον είναι το τελευταίο κέντρο εκκένωσης”, είπε ο Έλλις. “Και εκεί θα πάμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε και τίποτ' άλλο” πρότεινε η Ροσέλ. “Δεν θα πάμε απλώς, θα παλέψουμε. Και τουλάχιστον εγώ δεν θα κάτσω να πεθάνω κλαίγοντας τη μοίρα μου. Δεν ξέρω τι μας περιμένει όμως ας μη τα βάζουμε κάτω”. “Ωραία, και πρώτα απ' όλα θα κάτσουμε να ξεκουραστούμε. Σε δέκα λεπτάκια ας ξεκινήσουμε” απάντησε ο Κόουτς. To ελικόπτερο εξαφανίστηκε πίσω από κάτι κτίρια. Ωραίοι άνθρωποι, σκέφτηκε ο Έλλις. Είδαν ότι είμαστε καθαροί και μας άφησαν πίσω. Τώρα θα περιμένουν να πεθάνουμε από τον ιό. Θα δούνε όμως. Είμαστε αφημένοι για νεκροί στα μάτια τους. Αλλά θα επιζήσουμε. Aφημένοι για Νεκροί.doc Edited May 30, 2010 by Darisaplis Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted June 26, 2010 Share Posted June 26, 2010 Οι επιρροές σου προσωπικά δε με ενοχλούν καθόλου, αλλά και δε με αφορούν. Μην τις λες, δεν υπάρχει κανένας λόγος, δε φαίνονται τόσο πολύ όσο νομίζεις. Τώρα, για το πρώτο κεφάλαιο σου, εγώ δεν έχω να πω και πάρα πολύ καλά πράγματα. Αν ήταν ένα οποιοδήποτε άλλο κεφάλαιο θα το έβλεπα διαφορετικά. Αλλά εδώ έχεις την αρχή του βιβλίου, τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να με κρατήσεις για να διαβάσω όλο το υπόλοιπο βιβλίο σου. Και πιστεύω πως ως τέτοιο θέλει πάρα πολύ δουλειά ακόμη για να δουλέψει. Τα βασικά προβλήματα που βλέπω: Το θέμα της ιστορίας δείχνει να είναι μια γρίπη που απειλεί ολόκληρο τον κόσμο και μεταδίδεται με τα υγρά??? Ούτε καν με σταγονίδια, με υγρά??? Είναι κάτι που δεν το πιστεύω και δεν υπάρχει τρόπος να με πείσεις ότι θα δούλευε όσο καλά κι αν το είχες γράψει. Κι αν αυτό είναι το παράδοξο της ιστορίας το οποίο σκοπεύεις να δουλέψεις παρακάτω, αν δηλαδή είναι ένας υποκινούμενος ιός κτλ κτλ τότε αλλιώς. Γιατί αν το σκέφτομαι εγώ από τώρα, σε τι θα βασίσεις την αποκάλυψη που θα κάνεις αργότερα? Γενικότερα το κείμενο φαίνεται σαν όχι μόνο να μην το έχεις δει δεύτερη φορά, αλλά σαν να μην το έχεις σκεφτεί δεύτερη φορά. Στο μεγαλύτερο μέρος του είναι σκόρπιες φράσεις και λέξεις που δε σημαίνουν κάτι περισσότερο για την πλοκή σου. Πάρα πολλά ορθογραφικά-τυπογραφικά-συντακτικά λάθη κι ελάχιστο βάρος στα σημεία που πραγματικά θα προωθούσαν το κομφούζιο που συμβαίνει μέσα στο ξενοδοχείο και την εικόνα που τελικά θέλεις να δώσεις. Τέλος, έχεις μια πολύ ωραία εναλλαγή σκηνών, ατάκα ή εικόνα κι αλλάζεις χαρακτήρα. Οκ, δεν έχει σημασία που δεν είναι δική σου ανακάλυψη, είναι ωραία, την κάνεις αρκετά καλά και πιστεύω πως θα μπορούσε να λειτουργήσει. Έχεις λοιπόν μια τρελή κούρσα για να βγούνε στην ταράτσα οι χαρακτήρες σου κι αυτή την κούρσα πρέπει να τη σταματάς κάθε τόσο για να βάζεις νέους χαρακτήρες μέσα λέγοντάς μας την ιστορία σου. Ωραία μέχρι εδώ. Αλλά δεν είναι τρελή. Δεν την νιώθω την ανάγκη της. Το ύφος σου δεν αλλάζει από χαρακτήρα σε χαρακτήρα. Παραμένει σταθερό και χάνεις το πολύ όμορφο τρικ. Αυτό συνήθως το κάνουνε να δουλέψει με κλιμάκωση. Σε φάση ξεκινάς την κάθε ιστορία πιο χαλαρά κι ύστερα επιταχύνεις επιταχύνεις και μετά πάλι κόβεις απότομα να πάρει ο άλλος ανάσα και ξανά. Αυτά που τα θεωρώ όμορφα: Η σχετική γνωριμία μας με τους χαρακτήρες. Δε μας λες ποιοι είναι (τουλάχιστον όχι ιδιαίτερα) μας δείχνεις περισσότερο κι αυτό πάντα είναι καλό. Η εναλλαγή των προσώπων, θέλει δουλειά, αλλά είναι σε καλό δρόμο. Το ίδιο το σέτινγκ. Το ξενοδοχείο και η αντιμετώπισή τους από την ομάδα που θα τους έσωζε (και καλά). Δείχνει πολύ πραγματικό και μπορεί να βγάλει ότι είδος θέλεις να γράψεις τελικά. Θα έλεγα να προσέξεις με αυτά στη διόρθωση για να μη χαθούν. Ένα ακόμη πιο εύκολο πρόβλημα, που όμως έχει να κάνει με την αρχή, το πιο σημαντικό μέρος του κεφαλαίου σου: Ο Έλλις ήταν σίγουρος ότι τον ξύπνησε το τηλέφωνο. Βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σκεφτόταν <ποιος ηλίθιος με παιρνει τηλέφωνο 5 το πρωί;> και θα το άφηναν να χτυπάει. Τα τηλέφωνα σπάνια δούλευαν Αν και ήταν 6 το πρωί, όλοι μάζευαν τα πράγματα τους και κοιτούσαν να φύγουνε, αυτοί και η οικογένεια τους. Όλα αυτά είναι σε μία μόλις σελίδα... τελικά τι συμβαίνει με τα τηλέφωνα? Δουλεύουν ή όχι? Κι αν όχι ε, τότε πως ενημερώθηκαν όλοι αυτοί με ηχογραφημένα μηνύματα? Επίσης: Βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σκεφτόταν <ποιος ηλίθιος με παιρνει τηλέφωνο 5 το πρωί;> και θα το άφηναν να χτυπάει.Και πες ότι είμαστε σε έναν κόσμο σαν αυτό εδώ που οκ, δουλεύουν τα τηλέφωνα. Ακόμα κι έτσι, όταν χτυπήσει το τηλέφωνο σε ένα σπίτι στις 5 η ώρα το πρωί ο κόσμος τρομάζει και τρέχει να το σηκώσει. Είναι η ώρα που συνήθως ακούς κακά μαντάτα... όχι οι πιο πολλοί δε θα το άφηναν να χτυπάει, θα το σήκωναν τρέχοντας. Δε μπορείς να διαχωρήσεις έτσι τον ήρωα σου από τους άλλους, γιατί άσχετα με το τι μας λες εσύ ότι θα έκανε ο κόσμος είναι πολύ νωρίς στο κείμενο για να έχουμε ξεχάσει τη μας άποψη για το τι θα συνέβαινε, επομένως η σύμβασή σου δεν γίνεται κατανοητή, απλά δείχνει σα να πας να μιλήσεις για έναν κόσμο μέσα στον καθρέφτη. Οι βασικές αποφάσεις που θεωρώ πως πρέπει να πάρεις για το κείμενό σου πριν από οτιδήποτε άλλο: Είναι κωμωδία, Θα μου πεις ποιος φοβάται αυτούς τους παθητικούς τύπους της ΥΠΠΕΠ πού κατάφεραν να εξελίξουν τον ιό ταχύτερα κι από τη φύση του; Βασικά, γίνονται πιο πειστικοί όταν έχουν ένα βαριά εξοπλισμένο απόσπασμα στις διαταγές τους.<br style=""> τρόμος Η μόλυνση πρέπει να εξαπλώθηκε στο ξενοδοχείο τη νύχτα. Τέλεια. Ξαφνικά θυμήθηκε πως όσοι μολύνονται αποκτούν και επιθετική συμπεριφορά αν ο ιός τους κυριεύσει εντελώς. Καλύτερα να έβρισκε βοήθεια και να έφευγε. Παράτησε τα πράγματα της. ή δράμα? Ωραίοι άνθρωποι, σκέφτηκε ο Έλλις. Είδαν ότι είμαστε καθαροί και μας άφησαν πίσω. Τώρα θα περιμένουν να πεθάνουμε από τον ιό. Θα δούνε όμως. Είμαστε αφημένοι για νεκροί στα μάτια τους. Αλλά θα επιζήσουμε. “Δεν θα πάμε απλώς, θα παλέψουμε. Και τουλάχιστον εγώ δεν θα κάτσω να πεθάνω κλαίγοντας τη μοίρα μου. Δεν ξέρω τι μας περιμένει όμως ας μη τα βάζουμε κάτω”. Θα είναι γραμμένο από διάφορες Ο.Γ. ή τελικά θα κρατήσεις μία? Και τέλος, αλλά και πιο σημαντικό μάλλον από όλα τα υπόλοιπα: Ποια είναι η ιστορία που θέλεις να πεις? Ελπίζω να μη σε στεναχωρώ και να σε βοηθάω έστω και λίγο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Darisaplis Posted June 28, 2010 Author Share Posted June 28, 2010 Tα σχόλια δεν με στεναχωρούνε, έτσι κι αλλιώς γί' αυτό δημοσίευσα στο forum. Θέλω τις αληθινές γνώμες του κόσμου, για να διορθώσω και γω το γραπτο μου. Ας τα πάρουμε από την αρχή. Το θέμα της ιστορίας δείχνει να είναι μια γρίπη που απειλεί ολόκληρο τον κόσμο και μεταδίδεται με τα υγρά??? Ούτε καν με σταγονίδια, με υγρά??? Είναι κάτι που δεν το πιστεύω και δεν υπάρχει τρόπος να με πείσεις ότι θα δούλευε όσο καλά κι αν το είχες γράψει. Κι αν αυτό είναι το παράδοξο της ιστορίας το οποίο σκοπεύεις να δουλέψεις παρακάτω, αν δηλαδή είναι ένας υποκινούμενος ιός κτλ κτλ τότε αλλιώς. Γιατί αν το σκέφτομαι εγώ από τώρα, σε τι θα βασίσεις την αποκάλυψη που θα κάνεις αργότερα? Όντως για το πως μεταδίδεται ο ιός τα θαλάσσωσα λίγο. Ακούγεται και σε μένα λίγο βλακεία. Ίσως το αφήσω αδιευκρίνιστο. Όσο για την αποκάλυψη, σίγουρα η γρίπη δεν θα είναι απόλυτα φυσική. Τέλος πάντων θα αλλάξω τα σημεία που αναφέρομαι στη φύση του ιού. Γενικότερα το κείμενο φαίνεται σαν όχι μόνο να μην το έχεις δει δεύτερη φορά, αλλά σαν να μην το έχεις σκεφτεί δεύτερη φορά. Στο μεγαλύτερο μέρος του είναι σκόρπιες φράσεις και λέξεις που δε σημαίνουν κάτι περισσότερο για την πλοκή σου. Πάρα πολλά ορθογραφικά-τυπογραφικά-συντακτικά λάθη κι ελάχιστο βάρος στα σημεία που πραγματικά θα προωθούσαν το κομφούζιο που συμβαίνει μέσα στο ξενοδοχείο και την εικόνα που τελικά θέλεις να δώσεις. Εδώ έχεις σίγουρα δίκιο. Κάθε φορά που τελειώνω ένα κεφάλαιο βιάζομαι αμέσως να πάω στο επόμενο, χωρίς να το ξανακοιτάξω. Θα κάνω ένα check στην ιστορία για να διορθώσω όποια λάθη βρω. Όσο για το που να δώσω βάρος στην πλοκή, τι ακριβώς εννοείς; Περισσότερους διαλόγους ή πιο πολλές λεπτομέρεις στα σημεία που φαίνεται τι κατάσταση επικρατεί στο ξενοδοχείο; Τέλος, έχεις μια πολύ ωραία εναλλαγή σκηνών, ατάκα ή εικόνα κι αλλάζεις χαρακτήρα. Οκ, δεν έχει σημασία που δεν είναι δική σου ανακάλυψη, είναι ωραία, την κάνεις αρκετά καλά και πιστεύω πως θα μπορούσε να λειτουργήσει. Έχεις λοιπόν μια τρελή κούρσα για να βγούνε στην ταράτσα οι χαρακτήρες σου κι αυτή την κούρσα πρέπει να τη σταματάς κάθε τόσο για να βάζεις νέους χαρακτήρες μέσα λέγοντάς μας την ιστορία σου. Ωραία μέχρι εδώ. Αλλά δεν είναι τρελή. Δεν την νιώθω την ανάγκη της. Το ύφος σου δεν αλλάζει από χαρακτήρα σε χαρακτήρα. Παραμένει σταθερό και χάνεις το πολύ όμορφο τρικ. Αυτό συνήθως το κάνουνε να δουλέψει με κλιμάκωση. Σε φάση ξεκινάς την κάθε ιστορία πιο χαλαρά κι ύστερα επιταχύνεις επιταχύνεις και μετά πάλι κόβεις απότομα να πάρει ο άλλος ανάσα και ξανά. Οκ θα προσπαθήσω να βάλω και αυτό στην ιστορία αν και δεν ξέρω πόσο καλά θα τα καταφέρω. Όσο για τα ωραία σημεία που ανέφερες σίγουρα δεν θα τα αφήσω να χαθούν στη διόρθωση. Ένα ακόμη πιο εύκολο πρόβλημα, που όμως έχει να κάνει με την αρχή, το πιο σημαντικό μέρος του κεφαλαίου σου:Ο Έλλις ήταν σίγουρος ότι τον ξύπνησε το τηλέφωνο. Βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σκεφτόταν <ποιος ηλίθιος με παιρνει τηλέφωνο 5 το πρωί;> και θα το άφηναν να χτυπάει. Τα τηλέφωνα σπάνια δούλευαν Αν και ήταν 6 το πρωί, όλοι μάζευαν τα πράγματα τους και κοιτούσαν να φύγουνε, αυτοί και η οικογένεια τους. Όλα αυτά είναι σε μία μόλις σελίδα... τελικά τι συμβαίνει με τα τηλέφωνα? Δουλεύουν ή όχι? Κι αν όχι ε, τότε πως ενημερώθηκαν όλοι αυτοί με ηχογραφημένα μηνύματα? Για τα τηλέφωνα λέω πως σπάνια δούλευαν, δηλαδή υπήρχε περίπτωση να πάρεις τηλέφωνο και να είναι όλα μια χαρά ή να μην πάρεις καθόλου τηλέφωνο. Για τις υπηρεσίες όμως πάντα δούλευαν και ίσως αυτό πρέπει να το κάνω ξεκάθαρο. Επίσης: Βέβαια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σκεφτόταν <ποιος ηλίθιος με παιρνει τηλέφωνο 5 το πρωί;> και θα το άφηναν να χτυπάει. Και πες ότι είμαστε σε έναν κόσμο σαν αυτό εδώ που οκ, δουλεύουν τα τηλέφωνα. Ακόμα κι έτσι, όταν χτυπήσει το τηλέφωνο σε ένα σπίτι στις 5 η ώρα το πρωί ο κόσμος τρομάζει και τρέχει να το σηκώσει. Είναι η ώρα που συνήθως ακούς κακά μαντάτα... όχι οι πιο πολλοί δε θα το άφηναν να χτυπάει, θα το σήκωναν τρέχοντας. Δε μπορείς να διαχωρήσεις έτσι τον ήρωα σου από τους άλλους, γιατί άσχετα με το τι μας λες εσύ ότι θα έκανε ο κόσμος είναι πολύ νωρίς στο κείμενο για να έχουμε ξεχάσει τη μας άποψη για το τι θα συνέβαινε, επομένως η σύμβασή σου δεν γίνεται κατανοητή, απλά δείχνει σα να πας να μιλήσεις για έναν κόσμο μέσα στον καθρέφτη Θα το διορθώσω. Τώρα για το θέμα τι είδος ιστορίας γράφω. Τρόμος, δεν νομίζω. Σκοπεύω να προσθέσω και κάποιες τρομακτικές σκηνές μέσα στο ξενοδοχείο αλλά γενικώς όλη η ατμοσφαιρα δεν θα είναι τρόμου. Ούτε κωμωδία είναι, απλώς έχω βάλει και λίγο χιούμορ για να γίνει πιο ωραίο. Μάλλον πλησιάζει περισσότερο στο δράμα αν σκεφτεί κανείς και τα κεφάλαια που έχω γράψει για το τι γίνεται μέσα στο ξενοδοχείο. Τελικά πιστεύω πως θα κρατήσω τις 4 οπτικές γωνίες αν και δεν θα περιγράφω κάθε σκηνή μέσα από όλες αυτές. Π.χ. θα δείχνω τις σκέψεις και τις απόψεις του καθενός για ένα δίλλημα αλλά θα επικεντρώνομαι σε έναν ή σε δύο που θα έχουν και πιο σημαντικό ρόλο σε εκείνη τη σκηνή. Γενικά η ιστορία είναι το πως οι τεσσερις πρωταγωνιστές θα προσπαθήσουν να επιβιώσουν στην μολυσμένη πόλη της Σαβάνας. Ξέρω ότι δεν έγινε και πού κατανοητό στην αρχή αλλά δεν υποτίθεται πως θα το καταλάβει κανείς όσο προχωράει; Ευχαριστώ που μπήκες στον κόπο να σχολιάσεις την πρώτη μου ιστορία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Drake Ramore Posted June 28, 2010 Share Posted June 28, 2010 (edited) Συμφωνώ με αυτά που έγραψε η Κιάρα οπότε δεν νιώθω την ανάγκη να τα επαναλάβω. Αυτό που θέλω να τονίσω κυρίως στα θετικά είναι ο τρόπος γραφής που είναι σχεδόν κινηματογραφικός και σε κρατάει καθηλωμένο στην ιστορία. Μεγάλη υπόθεση, ακόμη και για φτασμένους συγγραφείς! Μπράβο! Φρόντισε να διορθώσεις όσα σου επισήμαναν παραπάνω και να χτενίζεις καλύτερα το κείμενο για λάθη, κενά και ζητήματα αληθοφάνειας. Αν τα λύσεις αυτά η ιστορία σου θα γίνει ακόμη καλύτερη. Προσοχή λίγο στις κοφτές περιγραφές που φαίνεται να δίνεις όταν βιάζεσαι να δώσεις λίγο παρακάτω τον διάλογο. Χάνει "λογοτεχνικά" σε αυτόν τον τομέα η ιστορία. Αφιέρωσε παραπάνω χρόνο πριν τους διαλόγους ωστε να στολίσεις και το υπόλοιπο κείμενο. Αν πάλι νιώθεις οτι θα ξεχάσεις τον τέλειο διάλογο που έχει σφηνώσει στο μυαλό σου και βιάζεσαι να ξεπετάξεις άλλα σημεία του κειμένου, κάνε το, αλλά ξαναγύρισε αργότερα πίσω για εμπλουτισμό. Σαν πρώτη προσπάθεια πάντως είναι πολύ καλή! Υ.Γ Εγώ δεν θέλω να το δω σαν δράμα πάντως...βάλε λίγο θρίλερ στην φάση και ας μην είναι απαραίτητα τρόμος. Edited June 28, 2010 by Drake Ramore Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted June 28, 2010 Share Posted June 28, 2010 Χαχα Ρε συ, καθόλου δεν εννοούσα να απαντήσεις σε μένα στις ερωτήσεις. Στον εαυτό σου, σε σενα για να σε βοηθήσουνε να πας παρακάτω ή αν έχεις πάει ήδη παρακάτω να σε βοηθήσουνε να το τελειώσεις και να το διορθώσεις. Είναι πράγματα που αν δεν τα ξέρεις συνήθως κουράζεσαι απίστευτα και γίνεται κι ο χαμός στο κείμενο. Όσο για το που να δώσω βάρος στην πλοκή, τι ακριβώς εννοείς; Περισσότερους διαλόγους ή πιο πολλές λεπτομέρεις στα σημεία που φαίνεται τι κατάσταση επικρατεί στο ξενοδοχείο; Σε κάθε σκηνή σου υπάρχουν α) αυτά που θέλεις να καταλάβει ο άλλος ότι συμβαίνουν β) εικόνες που θες να τις δει γ) ήχοι που θες να ακούσει (και διάλογοι) δ) λεπτομέριες που χρησιμοποιείς για κάποιο συγκεκριμένο λόγο, κι όλα μαζί συνεισφέρουν στο να αισθανθεί αυτός που το διαβάζει αυτό που θέλεις να αισθάνθεί για να τον ταξιδέψεις στην ιστορία. Άμα κι εσύ ο ίδιος δεν έχεις ακριβώς συναίσθηση του τι κάνει το κάθε στοιχείο που έχεις μέσα και πως βοηθάει στο όλο είναι δύσκολο να βγει στην τύχη. Και ειδικά σε ένα κεφάλαιο δράσης είναι και δύσκολο να τα χορογραφήσεις όλα αυτά για να δουλεύουν ταυτόχρονα και αρμονικά. Συνήθως επιλέγεις κάτι από όλα αυτά ως το κυριότερο, ως αυτό που παίζει το μεγαλύτερο ρόλο στη σκηνή σου. Πιστεύω πως στο κομμάτι που έχεις εδώ αυτό στο οποίο ήθελες (ίσως ασυναίσθητα) να δώσεις μεγαλύτερη βάση ήταν η πλοκή σου. Ε, αυτό που λέω λοιπόν, είναι ότι αν πέφτω μέσα, τότε όλα τα υπόλοιπα θα πρέπει να χορογραφούνται γύρω από αυτήν, δηλαδή γύρω από τί συμβαίνει κάθε στιγμή και να ακούμε και να βλέπουμε και να μυρίζουμε γύρω από αυτό. Και θέλω να σου πω και κάτι ακόμα, επειδή μάλλον ήταν και η πρώτη σου τσεκουράτη κριτική. Δεν είναι καθόλου ανάγκη να τα κάνεις όλα αυτά που σου λέω. Δεν είναι ανάγκη σαφέστατα να συμφωνείς με κανέναν. Εγώ το κείμενό σου το βλέπω με τον δικό μου τρόπο, ο άλλος κάπως αλλιώς κτλ Το μόνο που έχει σημασία είναι το πως το βλέπεις εσύ. Τίποτα άλλο. Εσύ είσαι ο συγγραφέας του. Κι όταν αρχίζεις να παίρνεις κριτικές (και για την ακρίβεια τέτοιου τύπου, εργαστηρίου, παρόλο που είμαστε στη βιβλιοθήκη, εσύ στο εργαστήριο τα ζήτησες τα σχόλια) το καλύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να μπορείς να ξεχωρίζεις από αυτά που σου λέει ο άλλος τι σου κάνει εσένα για να συνεχίσεις και τι όχι. Δεν έχει καν σημασία το αν θεωρείς πως ο άλλος έχει δίκιο ή όχι, το μόνο που έχει σημασία είναι το τι από όλα αυτά που σου λέει σε βοηθάει να πας παρακάτω τη δουλειά σου. Αυτά από μένα και καλή συνέχεια Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Darisaplis Posted August 21, 2010 Author Share Posted August 21, 2010 Λοιπόν, η ισορία έχει προχωρήσει πολύ. Εδώ είναι ένα σημείο που με δυσκόλεψε λιγάκι. Θέλω να εκφράσω κάποια πράγματα μέσα από τους διαλόγους αλλά φοβάμαι πως τα έκανα λίγο θάλασσα. Καμιά γνώμη; Το επεισόδειο διαδραματίζεται αφού οι τέσσερις επιζώντες περάσαν το ξενοδοχείο, έχοντας κάνει κάποιες περίεργες συναντήσεις. Βρίσκονται σε ένα καταφύγιο, συγκλονισμένοι από όσα βίωσαν στο κτίριο. Το καταφύγιο ήταν απλώς ένα μακρόστενο δωμάτιο δίπλα στο γκαράζ του The Vannah. Μάλλον παλιά ήταν για τους υπαλλήλους που το συντηρούσαν. Τώρα είχε αλλάξει, για να φιλοξενεί επιζώντες από την δυτική μεριά, ωσπού να φύγουν από τη Σαβάνα. Ή να εκτελεστούν. Η πόρτα του δωματίου είχε αντικατασταθεί με μια άλλη, θωρακισμένη και κόκκινη. Από την πίσω μεριά της, οι τέσσερις επιζώντες που χρησιμοποιούσαν το καταφύγιο, είχαν στοιβάξει μια μετταλική καρέκλα και ένα τραπέζι. Δεν ήξεραν τι υπήρχε εκεί έξω αλλά είχαν πάρει τα μέτρα τους. Όλοι οι τοίχοι είχαν καλυφθεί με μια κρεμ ταπετσαρία. Το ταβάνι ήταν άσπρο και δυο λάμπες κρέμονταν απ΄αυτό, ρίχνοντας το κιτρινωπό τους φως στον χώρο. Στον τοίχο, δίπλα στην είσοδο ακουμπούσε ένας τριθέσιος, καφέ καναπές. Πάνω του καθόταν ο Κόουτς τρώγωντας μπισκότα σοκολάτας και ο Έλλις, αμίλητος. Κολλητά τους υπήρχε ένας αυτόματος διανομέας, με το προστατευτικό του τζάμι σπασμένο. Τα περισσότερα τρόφιμα απο εκεί έλειπαν. Επίσης, από εκεί προερχόταν και τα μπισκότα του Κόουτς. Απέναντι τους ήταν ένας μακρύς πάγκος με διάφορα πράγματα πάνω του, από σκουπίδια ως λοστούς και ένα ματωμένο τσεκούρι. Εκεί είχε γείρει η Ροσέλ, αφηρημένη από διάφορες σκέψεις. Από την πίσω μεριά του βρισκόταν ένας μισογεμάτος ψύκτης νερού. Μι λευκή πόρτα, κοντά στον πάγκο χώριζε τον χώρο από μια τουαλέτα. Ανάμεσα στην τουαλέτα και στον πάγκο, ακριβώς απέναντι από τον καναπέ υπήρχε ένας διάδρομος. Κατέληγε σε μια άλλη θωρακισμένη πόρτα, η οποία όμως είχε ένα καγκελόφραχτο άνοιγμα στο ύψος του κεφαλιού. Στο σημείο αυτό στεκόταν ο Νικ. Έβλεπε από το άνοιγμα. Έβλεπε πέρα από το ξενοδοχείο. Έβλεπε τι γινόταν πραγματικά στην πόλη. Έβλεπε στην δυτική μεριά. Του Έλλις, γενικώς δεν του άρεσε η σιωπή. Πολύ θα ήθελε να μπορούσε να αστιευτεί για το ότι είχε γίνει, να έλεγε “πω, αυτά τα φρικιά θέλουν στ' αλήθεια να μας σκοτώσουν”. Όμως αυτό δεν ήταν αστείο, ήταν η πραγματικότητα. Πίστευε πως η διαδρομή στην δυτική μεριά θα ήταν δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη. Ότι συνέβη όμως έξω από το κταφύγιο τον έκανε να αλλάξει γνώμη. Η συνάντηση με αυτό το αποτρόπαιο πλάσμα, “καπνιστή”, τον αποκαλούσε, ήταν κάτι παραπάνω από τρομακτική. Όταν τον έπιασε από πίσω, τραβώντας τον αργά προς το μέρος του, ένιωσε εντελώς ανίκανος και βλάκας. Παγιδευμένος στη γλώσσα του μολυσμένου, έχανε σιγά-σιγά τις αισθήσεις του. Πράγματι ένιωθε ευγνόμων που μπόρεσε να φωνάξει και ο Νικ τον βοήθησε. Αλλά το χειρότερο ήταν ότι φοβήθηκε για τη ζωή του την ίδια. Ο “καπνιστής” θα τον σκότωνε σε λίγα δευτερόλεπτα, σπάζοντας το λαιμό του σαν καλαμάκι, αφήνοντας εντελώς αβοήθητο στα χέρια των μολυσμένων τεράτων. Και τότε παρατήρησε τους συντρόφους τους. Ο καθένας σε μια μεριά του δωματίου με, πιθανόν, διαφορετικές σκέψεις και έγνοιες στο μυαλό του. Ο καθένας διαφορετικός αλλά με κοινό στόχο και την ανθρωπιά ανεβασμένη πιο πάνω από το πρωτόγονο ένστικτο της επιιώσης. Ένιωσε περήφανος και ευτυχισμένος που ήταν μαζί τους. Διέκρινε την αληθινή ομάδα που υπήρχε ανάμεσα στα τέσσερις επιζώντες, και πίστεψε σε αυτήν. Ο Νικ έφυγε από την έξοδο του και πλησίασε τους υπόλοιπους. Ευτυχώς η έκφραση του Έλλις είχε αλλάξει. Για μια στιγμή νόμισε πως ο μικρός έχασε το κουράγιο του. Δεν ίσχυε το ίδιο όμως και για τους δύο άλλους ανθρώπους στο δωμάτιο. Είδε τη Ροσέλ να κοιτάει το τσεκούρι, το οποίο πριν λίγο κρατούσε, με μια λυπημένη έκφραση. Κάτι την απασχολούσε. “Τι τρέχει Ροσέλ; Σε βλέπω αρκετά σκεφτική από τότε που φτάσαμε εδώ”, είπε ο Κόουτς, αφού είχε φάει και το τέλευταίο μπισκότο. Εκείνη άφησε κάτω το όπλο αλλά πριν προλάβει να απαντήσει, ο Νικ είπε με με ένα ειρωνικό χαμόγελο στο στόμα του: “Τι λέει Κόουτς, άφησες μήπως κάτι φαγώσιμο και για μας γιατί ξές, οι συσκευασίες δεν τρώγονται”. “Βούλωνε βλάκα, κάτι απασχολεί την κυρία εδώ και θα ήθελα να τη βοηθήσω”, αποκρίθηκε αγριεμένος ο Κόουτς. Πολλές καυστικές απαντήσεις ήρθαν στο μυαλό του Νικ, όμως τις κατάπιε. Ξαναπήγε στην θέση του και συνέχισε την παρατήρηση αμίλητος. “Λοιπόν τι θα έλεγες, πριν μας διακόψει εκείνος;”, τη ρώτησε ο Κόουτς. “Με τα σημερινά γεγονότα, νιώθω κάπως άσχημα για όλη αυτήν την κατάσταση. Εμείς σαν δημοσιογράφοι ξέραμε αρκετά και κουκουλώναμε άλλα τόσα. Για παράδειγμα, ξέρει κανείς ότι ακόμα και σήμερα όποια πόλη είχε χτυπηθεί από τον ιό, βρίσκεται στην αναρχία; Ξέρετε πως η πολιτική ηγεσία έχει χωθεί στα πυρηνικά καταφύγια, αφήνοντας όλη την εξουσία στην ΥΠΠΕΠ; Και τελικά ξέρετε πως οι μολυσμένοι έχουν κυριεύσει την δυτική Σαβάνα εδώ και τρεις μέρες, ενώ οι αναφορές στους πολίτες έλεγαν ότι την έβαλαν σε “καραντίνα” για την ασφάλεια του κόσμου. Τρίχες!”, είπε η Ροσέλ με αρκετή ένταση στη φωνή της. “Δες, πολλά από αυτά που λες κυκλοφορούσαν ως φήμες”, της απάντησε ο Κόουτς. “Φήμες! Εμείς προσπαθούσαμε να τα περάσουμε στον κόσμο με πλάγιο τρόπο αλλά! Πάντα οι ανώτεροι έχουν δίκιο, γιατί θέλουν το καλό μας και μας αγαπάνε. Γιατί δουλεύουν για μας ενώ εμείς καθόμαστε! Αυτοί οι ανώτεροι είχαν μαζέψει όλες τις ένοπλες δυνάμεις και μας απειλούσαν με εκτέλεση αν προκαλούσαμε “αναστάτωση” στους πολίτες. Ίσα-ίσα που κρατιόμασταν στη Σαβάνα, μπας και δείχναμε την αλήθεια πέρα πό την προπαγάνδα. Φαίνεται πως αποτύχαμε”. “Ε ναι, αν κρίνει κανείς από τις αντιδράσεις των ανθρώπων. Οι περισσότεροι μόλις άκουσαν για Πράσινη Γρίπη, μάζεψαν ότι πιο πολύτιμο είχαν και δοκίμασαν να το σκάσουν. Βέβαια, τα μπλόκα τους σταμάτησαν, φράζοντας τις αρτηρίες της Σαβάνας”, είπε ο Έλλις. “Τέλος πάντων, αυτό που με πείραξε περισσότερο είναι η φρίκη του ιού. Θεέ μου, τόση δυστυχία, τόσος τρόμος για τους ανθρώπους. Γινόμαστε αδερφοκτόνοι, καννίβαλοι για να επιβιώσουμε και ο θανατος καραδοκεί πανου. Τα πάντα καταρέουν. Δεν πιστεύω πως ο Θεός αφήνει να μαίνεται τέτοια κατάρα στη Γη. Στις μαζικές αποτεφρώσεις μαζεύονται σκυλιά, κοράκια, σκουλήκια και τρώνε τις σάρκες των ανθρώπων”. “Πονάει να πέφτεις στον πάτο της τροφικής πυραμίδας, ε;”, παρατήρησε ο Νικ. “Δεν θέλω να συνεχίσω άλλο”, ψιθύρησε τελικά η Ροσέλ. Ο Έλλις σηκώθηκε όρθιος, αυτό ήταν κάτι που δεν ανεχόταν. Κανείς δεν έπρεπε να τα βάλει κάτω. Μίλησε με πάθος. “Οχι, θα συνεχίσεις, όπως όλοι μας. Κανείς δεν μένει πίσω. Δεν πολεμάμε για κάποιον ανώτερο σκοπό, ούτε καν για ένα κατώτερο, αλλά για την ανθρώπινη ζωή. Θέλουμε να επιζήσουμε, όχι γιατί είμαστε γουρούνια ή σκυλιά, αλλά γιατί θέλουμε να ξαναχτίσουμε αυτά που έπεσαν. Για να εξαφανίσουμε τον απαίσιο ιό από την Γη. Για να βοηθήσουμε κι άλλους ανθρώπους. Και θα φτάσουμε στο τέλος όλοι μαζί, σαν ομάδα”. “Αν συνεχίσουμε, το μόνο τέλος θα είναι ένας απαίσιος θάνατος ανάμεσα σε μισοπεθαμένα κορμιά”, του απάντησε. Της αποκρίθηκε ο Νικ, χωρίς να την κοιτάει. “Δες, όταν οι στρατιώτες πάνε για πόλεμο, τους λένε κάποιες μαλακίες. Κάποιοι τα λένε ιδανικά και ηθικές αξίες. Εγώ πιστεύω πως τα λένε γιατί το να πουν: <Θέλουμε να σκοτώσεις και να σκοτωθείς για τα παιχνίδια των πολιτικών και για τα λεφτά> είναι λίγο χοντροκομμένο. Για αυτό θα σου πω τα πράγματα όπως έχουν: Έξω υπάρχουν ζόμπι. Δυναμώνουν, εξελλίσωνται κτλπ, και κάποτε θα σπάσουν τις πόρτες του καταφύγιου και θα μας σκοτώσουν, αν μείνουμε. Αν βγούμε, μπορεί να γίνει το ίδιο. Όμως τότε θα τους δείξουμε τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Ότι δεν είσαι ο μαλάκας που συμβιβάζεται με λίγο ασφάλεια και ελάχιστη ελευθερία. Θέλουμε πίσω την χώρα μας και ότι είχαμε, θέλουμε τα πάντα και τα διεκδικούμε. Δεν το βάζουμε κάτω γαμώ, παλεύουμε ως το τέλος με σύμμαχο ττην ομάδα και όπλο το τίποτα! Όποιος γουστάρει να μας εμποδίσει, ας έρθει. Και αν μας σταματήσει, δεν θα πω τουλάχιστον προσπαθήσαμε. Θα πω αυτός είναι ο διάολος ο ίδιος, γιατί θα έχει χτυπηθεί από ότι όπλο κρατάω εγώ και οι συντροφοί μου και θα μπορεί ακόμα να μας σταθεί εμπόδιο. Δεν σου ζητάω να έρθεις για την ανθρωπότητα, αλλά για τη ζωή σου και τη δική μας. Για τη γαμημένη την ΖΩΗ ΜΑΣ!" Το δημοσιεύω τώρα μόλις που το τελείωσα, και δν το έχω checkάρει καθόλου για λάθη (γραμματικά, συντακτικά). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.