Tattoman Posted July 30, 2010 Share Posted July 30, 2010 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Δεν ήξερε τι ακριβώς είχε συμβεί. Το μόνο που ήξερε με σιγουριά ήταν πως έπρεπε να τρέξει. Να τρέξει με όλη την δύναμή της. Τα καλλίγραμμα πόδια της σχημάτιζαν μικρές, βιαστικές δρασκελιές και είχαν καλύψει μέχρι στιγμής μεγάλη απόσταση. Καθώς έτρεχε, τα μπατζάκια από το φθαρμένο, γκρι παντελόνι της γέμιζαν καφετιές πιτσιλιές από τις γεμάτες λάσπη λακκούβες του δρόμου. Βουτούσε τα πόδια μέχρι το καλάμι του ποδιού της στις βαθιές λιμνούλες που είχαν σχηματιστεί από την βροχή που σφυροκοπούσε την άσφαλτο ασταμάτητα. Αυτό την έκανε να μειώνει ταχύτητα και να χάνει πολύτιμο έδαφος. Πορεύονταν σχεδόν στα τυφλά εξαιτίας των βαριών σταγόνων της βροχής που κατέληγαν στο κεφάλι της. Από την κορφή του κρανίου της οι σταγόνες κυλούσαν προς το πρόσωπο και τα μάτια της δημιουργώντας ρυάκια νερού στο μέτωπο και στα άσαρκα μαγουλά της. Η όραση της ήταν αρκετά περιορισμένη εξαιτίας αυτού του παράγοντα. Η νεαρή κοπελίτσα με το όνομα Βαλέρια διάβαινε το μονοπάτι που οδηγούσε έξω από το πευκοδάσος. Δεν γνώριζε με σιγουριά τι ήταν αυτό που είχε μόλις δει, πάντως ήξερε πως ήταν αρκετά φρικτό για να πανικοβάλει κάποιον, πόσο μάλλον και μια γυναίκα. Η ίδια ήξερε πως δεν ήταν σε θέση να βάλει τον εαυτό της στην διαδικασία να σκεφτεί. Το μόνο που έπρεπε και μπορούσε να κάνει ήταν να τρέξει ασταμάτητα. Αν και αυτό μετά βίας ήταν εφικτό καθώς στην ξέφρενη κούρσα της οι πτώσεις ήταν αλλεπάλληλες. Και το αποτέλεσμα ήταν να γεμίζει την βρεγμένη μπλούζα της με υγρό χώμα από το έδαφος ή να ανοίγει βαθιές πληγές στους αγκώνες και στα γόνατα της. Υπολόγισε πως έτρεχε πάνω από δέκα λεπτά και αποφάσισε να σταματήσει για λίγα μόνο δευτερόλεπτα προκείμενου να ξεκουραστεί και να αφουγκρασθεί. Μείωσε σταδιακά ταχύτητα της και τελικά σταμάτησε. Έσκυψε κοιτώντας το λασπωμένο χώμα, σχεδόν διπλώθηκε Προσπάθησε να πάρει βαθιές ανάσες αλλά δεν τα κατάφερε. Άνοιξε διάπλατα το στόμα της και ο οξυγονωμένος αέρας τελικά εισήλθε στον καταπονημένο οργανισμό της καθώς το διάφραγμα της ανεβοκατέβαινε μανιωδώς. Τα πόδια της ήταν έτοιμα να καταρρεύσουν, τα αισθάνονταν σαν σάπια ξύλα. Πάλεψε να κρατηθεί όρθια όμως δεν κατάφερε να αντισταθεί στην επιθυμία να απλώσει το υπέροχο κορμί της στην χωμάτινη επιφάνεια του εδάφους. Λύγισε τα γόνατα της, ακούμπησε τα πληγωμένα χέρια της με τις παλάμες στο έδαφος και τέλος παρέδωσε το κεφάλι της στήνοντας το ανάσκελα. Η κοιλιά της δεν είχε σταματήσει να κάνει παλμικές κινήσεις και η ίδια ήταν βουτηγμένη στον ιδρώτα, τυλιγμένη με λάσπη και με αίματα σε διάφορα σημεία του σώματος της. Καθώς ξάπλωνε κοίταξε θολά με τα καστανά μάτια της τον σκοτεινό ουρανό. Το πυκνό σκοτάδι κάλυπτε όλη την χαοτική επιφάνεια του βραδινού ουρανού. Το απαλό αεράκι λίκνιζε τα δέντρα και δημιουργούσε θροΐσματα ανάμεσα στις πορτοκαλιές φυλλωσιές των δέντρων. Επικρατούσε απόλυτη ησυχία και το μόνο πράγμα που την διέκοπτε ήταν ο γαλήνιος ήχος του ανέμου που σφύριζε. Τίποτε άλλο δεν ακούγονταν. Η Βαλέρια ήταν ξαπλωμένη ανάσκελα σε στάση προσοχής με τα χέρια μαζεμένα στο πλάι. Της ήρθε η επιθυμία να κλίσει τα μάτια της και αν αποκοιμηθεί, όμως γνώριζε πως δεν έπρεπε να το κάνει. Το πρόσωπο της λούζονταν από το φωτοφαίγγαρο και στην επιφάνεια του δημιουργούνταν σκιές. Η ίδια έμοιαζε με γυναίκα σε διαδικασία τοκετού. Οι σταγόνες βροχής με τις σταγόνες κρύου ιδρώτα ενώνονταν δημιουργώντας την εικόνα ενός πραγματικά μουσκεμένου προσώπου. Στην πραγματικότητα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της, ήταν πολύ λεπτά και όμορφα, όμως στην προκειμένη περίπτωση ήταν άθλια. Κάθισε ακουμπισμένη στο έδαφος για λίγα ακόμη δευτερόλεπτα και τελικά σηκώθηκε. Η λευκή μπλούζα της είχε μετατραπεί σε καφέ, και καλύπτονταν από ένα στρώμα λάσπης. Στάθηκε όρθια και στήριξε το σώμα της ακουμπώντας το ένα της χέρι στην μέση. Άρχισε σιγά σιγά να βαδίζει τρεκλίζοντας. Μέσα σε δύο λεπτά είχε βγει πλέον από το δάσος και περπατούσε με αργό ρυθμό σε ένα καλντερίμι που οδηγούσε σε κάποιον πληθωρικό δρόμο του Μπάρι. Προσπερνούσε τους όμορφους λαμπτήρες του μονοπατιού και τα έρημα, μοναχικά παγκάκια που στέκονταν στις δυο πλευρές του δρόμου. Δεν υπήρχε ψυχή, βάδιζε κουτσαίνοντας παράλληλα και βγάζοντας διάφανα χνότα από τα όμορφα σαρκώδη χείλη της. Αυτά διασκορπίζονταν σαν ασημένιος, πυκνός καπνός στην παγερή ατμόσφαιρα. Ο κρύος αέρας άρχισε να τσιμπάει το μουσκεμένο στον ιδρώτα σώμα και πρόσωπό της. Τα παλιά ρούχα με την φθηνή, λεπτή επένδυση αδυνατούσαν να συγκρατήσουν τα χειμωνιάτικα ρεύματα που διαπερνούσαν το εσωτερικό τους δίχως να συναντούν καμία απολύτως αντίσταση. Δεν ήξερε για πόσο ακόμα θα άντεχε κάτω από αυτές τις συνθήκες. Πάντως έπρεπε να φτάσει σπίτι της και να φροντίσει τον εαυτό της. Αλλά δεν ήταν σίγουρη κατά πόσο ήταν σε θέση να το κάνει αυτό από μόνη της. Έπρεπε να φέρει κάποια βοήθεια. Ήταν τυχερή. Λίγα μέτρα πιο πέρα έστεκε ένας παλιός τηλεφωνικός θάλαμος. Ήταν χωμένος μέσα σε μια συστάδα από θάμνους και τοποθετημένος στην άκρη του μονοπατιού. Μετά βίας μπορούσε να γίνει διακριθέντος, από το πυκνό σκοτάδι. Το κορίτσι πλησίασε και με αργές σπασμωδικές κινήσεις έβγαλε με τα πληγωμένα δάχτυλά της μια τηλεκάρτα από την τσέπη της. Στάθηκε και σκέφτηκε για λίγο. Δεν ήταν σίγουρη αν έπρεπε να τηλεφωνήσει στην αστυνομία. Αν έκανε κάτι τέτοιο, βρίσκονταν και η ίδια αναμιγμένη και κινδύνευε. Πράγμα που δεν σήμαινε πως δεν είχε εμπλακεί είδη. Τελικά έμπηξε μέσα σε μια χαραμάδα την τηλεκάρτα και σχημάτισε έναν αριθμό. Ακούστηκε ένας χτύπος κάπου τέσσερις φορές και μετά μια ανδρική φωνή. Το κορίτσι πάλεψε για να προφέρει κάποιες λέξεις από τις ταλαιπωρημένες φωνητικές της χορδές. Μετά από ένα ξερό βήξιμο τα κατάφερε. «Χρειάζομαι βοήθεια, και θέλω να σου μιλήσω για κάτι επείγον. Πέρνα από το σπίτι μου σε δέκα λεπτά, θα σε δω εκεί» Έκλεισε το τηλέφωνο αδυνατώντας να απαντήσει σε πιθανόν ερωτήσεις. Είχαν περάσει μόλις πέντε λεπτά, όταν άρχισε να διακρίνει το μπαλκόνι του διαμερίσματος της. Ήταν μέρος μιας εγκαταλελειμμένης σχεδόν πολυκατοικίας, την οποία η ιδιοκτήτρια είχε παρατήσει για τα καλά. Από τις άκρες της πολυκατοικίας σκαρφάλωναν κισσοί και άλλα άγρια αναρριχητικά φυτά. Παλιομοδίτικα κάγκελα από σίδερο εμφανώς έτοιμα να καταρρεύσουν, και βγαλμένος σοβάς σε πολλά σημεία του κτιρίου, εξωτερικά. Έφτασε μπροστά από την σιδερένια εξώπορτα του κτίσματος, και στάθηκε κάτω από το κατώφλι για να βγάλει τα κλειδιά από την τσέπη της. Το φως της εξώπορτας ήταν ανοιχτό. Σπάνια έμενε αναμμένο την νύχτα. Το κρατούσαν σβησμένο για λόγους οικονομίας. Όμως σήμερα έφεγγε ασθενικά, τρεμοπαίζοντας. Έβγαζε ένα αχνό πορτοκαλί χρώμα και η λάμπα δεν ήταν καλυμμένη από τίποτα, απλά προστατεύονταν κάτω από το μικρό υπόστεγο στης εισόδου. Η Βαλέρια επωφελήθηκε το φως του λαμπτήρα για να βρει το κατάλληλο κλειδί που θα ταίριαζε γάντι στην πόρτα. Αφού το εντόπισε το έχωσε μέσα στην μικρή εσοχή κάτω από το σκουριασμένο πόμολο. Η σιδερένια πόρτα άνοιξε βγάζοντας ένα μακρόσυρτο τρίξιμο που αντήχησε μέσα στο άδειο εσωτερικό του ισογείου. Το κορίτσι σάρωσε με μια εξονυχιστική ματιά το εσωτερικό του έρημου κτηρίου. Δεν υπήρχε κανένας και το ισόγειο ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι. Έκανε μερικά βήματα και βρήκε τον διακόπτη πασπατεύοντας με το χέρι της τον λερωμένο τοίχο δεξιά της. Τον πίεσε και ο μικρός χώρος φωτίστηκε από έναν άλλο λαμπτήρα που κρέμονταν από την κορυφή του μουχλιασμένου ταβανιού. Ένα μικρό ισόγειο ανατριχιαστικά λιτό και δίχως την παραμικρή πολυτέλεια, έκανε την εμφάνιση του. Η Βαλέρια προχώρησε και άρχισε να ανεβαίνει τα σκαλιά ένα ένα ξεχωριστά προβάλλοντας ιδιαίτερη δύναμη για να προσπεράσει το καθένα. Κουράστηκε και μόνο στην σκέψη του τι ωραία θα ήταν άμα λειτουργούσε το παλιό χαλασμένο ασανσέρ. Αφού ανέβηκε όλα τα σκαλιά στάθηκε έξω από την πόρτα του διαμερίσματός της. Βρίσκονταν στον μόλις στον δεύτερο όροφο. Από αυτήν την άποψη ήταν τυχερή, μιας και το κτήριο στέγαζε έξι ορόφους. Πασπάτεψε και πάλι τα κλειδιά στα χέρια της σπάζοντας την ανατριχιαστική σιωπή που κυρίευε το κτήριο. Ο σπαστικός ήχος των σιδερένιων κλειδιών που έρχονται σε επαφή αντήχησε στον άδειο όροφο. Αφού βρήκε το κατάλληλο έκανε να ανοίξει την πόρτα, όμως το μικρό μάτσο από κλειδιά έπεσε με δύναμη στο πάτωμα από μωσαϊκό βγάζοντας έναν απότομο, διαπεραστικό κρότο. Η Βαλέρια πάγωσε στην θέση της, όχι πως ήταν σε θέση να κάνει οτιδήποτε άλλο. Κάτι έσφιγγε αφόρητα τον βρόμικο λαιμό της. Πάλεψε για λίγο να συγκροτήσει τις όσες δυνάμεις της απέμεναν για να τραβήξει την λωρίδα που είχε κυκλώσει ασφυκτικά τον λάρυγγα της. Όμως όπως και η ίδια κατάλαβε ήταν αδύνατον. Ένιωσε το εσωτερικό του κεφαλιού της να γεμίζει αίμα και να μελανιάζει. Οι κόγχες των ματιών της γούρλωσαν και πετάχτηκαν προς τα έξω. Δευτερόλεπτο το δευτερόλεπτο που περνούσε ένιωθε της αισθήσεις της να την εγκαταλείπουν. Όταν πλέον οργανισμός της δεν ήταν σε θέση να αντεπεξέλθει στις απαραίτητες λειτουργίες, ένιωσε σιγά σιγά τα βλέφαρά της να κλείνουν και η ίδια να βυθίζεται σε ένα μουντό σκοτάδι. Η αντρική μορφή πίσω της απελευθέρωσε την λωρίδα από τον γδαρμένο λαιμό της κοπέλας. Αμέσως μετά άνοιξε το κινητό του τηλέφωνο και αφού έκανε ένα τηλεφώνημα το απενεργοποίησε και το έχωσε βιαστικά μέσα στην τσέπη του παλτού του. Κύλησε στης σκάλες αργά και αθόρυβα να μην συμβαίνει τίποτα, και εξαφανίστηκε από τον όροφο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted July 30, 2010 Share Posted July 30, 2010 Συμπαθητικό ξεκίνημα, καλύτερο νομίζω από το προηγούμενο. Σε ορισμένα σημεία έχεις μερικά επίθετα που δεν χρειάζονται (π.χ. βρώμικος λαιμός ενώ μας έχεις ήδη πει πόσο βρώμικη ήταν). Επίσης κάποιες περιγραφές είναι μεγαλύτερες από όσο χρειάζεται, όπως π.χ. στην δεύτερη παράγραφο. Γενικά, αν κάνεις λίγο μεγαλύτερη οικονομία λέξεων, πιστεύω πως θα τα πας καλά, το κείμενο έχει το απαραίτητο suspense. Καλή συνέχεια! ΥΓ. Θα συμφωνήσω απόλυτα με τη Wordsmith (αν και δεν είμαι ο καλύτερος στο θέμα), η ορθογραφία είναι απαραίτητη για οποιονδήποτε γράφει. Κάνε τον κόπο και βάρα μια "ορθογραφικός έλεγχος" στο Word, δεν είναι δύσκολο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tattoman Posted July 30, 2010 Author Share Posted July 30, 2010 Συμπαθητικό ξεκίνημα, καλύτερο νομίζω από το προηγούμενο. Σε ορισμένα σημεία έχεις μερικά επίθετα που δεν χρειάζονται (π.χ. βρώμικος λαιμός ενώ μας έχεις ήδη πει πόσο βρώμικη ήταν). Επίσης κάποιες περιγραφές είναι μεγαλύτερες από όσο χρειάζεται, όπως π.χ. στην δεύτερη παράγραφο. Γενικά, αν κάνεις λίγο μεγαλύτερη οικονομία λέξεων, πιστεύω πως θα τα πας καλά, το κείμενο έχει το απαραίτητο suspense. Καλή συνέχεια! ΥΓ. Θα συμφωνήσω απόλυτα με τη Wordsmith (αν και δεν είμαι ο καλύτερος στο θέμα), η ορθογραφία είναι απαραίτητη για οποιονδήποτε γράφει. Κάνε τον κόπο και βάρα μια "ορθογραφικός έλεγχος" στο Word, δεν είναι δύσκολο. Ευχαριστώ solonor και για τις συμβουλές και για τις απόψεις σου. Θα βελτιωθώ στον τομέα που μου είπες. thanx και πάλι! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted July 30, 2010 Share Posted July 30, 2010 Πάρα πολλά ορθογραφικά λάθη και εδώ και κει, εκεί που το πας μια χαρά το κείμενο πετάς και κάνα δυο άκυρες λέξεις (aποκορύφωμα "φωτοφαίγγαρο"τι είναι αυτό για όνομα?? ). Για την υπόθεση δε μπορώ να σου πω και πάρα πολλά, θα πρέπει να διαβάσω παρακάτω. Όμως, θα διάβαζα παρακάτω. Μου έχεις τραβήξει το ενδιαφέρον. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tattoman Posted July 31, 2010 Author Share Posted July 31, 2010 Πάρα πολλά ορθογραφικά λάθη και εδώ και κει, εκεί που το πας μια χαρά το κείμενο πετάς και κάνα δυο άκυρες λέξεις (aποκορύφωμα "φωτοφαίγγαρο"τι είναι αυτό για όνομα?? ). Για την υπόθεση δε μπορώ να σου πω και πάρα πολλά, θα πρέπει να διαβάσω παρακάτω. Όμως, θα διάβαζα παρακάτω. Μου έχεις τραβήξει το ενδιαφέρον. Σε ευχαριστώ και για τα καλά και για τα κακά! Θα το προσέξω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.