white_unicorn Posted September 11, 2010 Share Posted September 11, 2010 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Αθηνά Είδος: Φαντασία (Ελπίζω τουλάχιστον) Αριθμός Λέξεων: 3132 Βία: Υπονοείται... Σεξ: Λίγο... Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Η πρώτη φορά που δεν αναγκάστηκα να κόψω λέξεις για να είμαι μέσα στο όριο... (Ναι, ξέρω, σοκαρίστηκα ακόμα και εγώ.) Ο Θεός Των Κορακιών.doc Ο Θεός Των Κορακιών Τα αστέρια έμοιαζαν με διαμάντια πάνω στο σκούρο βελούδο του ουρανού, η Σελήνη μόλις είχε ξαναγεννηθεί και δεν θα έδειχνε το πρόσωπό της για λίγες ακόμα μέρες. Ήταν αρχές καλοκαιριού, σχεδόν μεσάνυχτα αλλά το απαλό αεράκι ήταν ζεστό στους γυμνούς της ώμους. Η ζέστη της ημέρας κρατούσε ακόμα μακριά την δροσιά της νύχτας. Αν δεν έβρεχε σύντομα θα είχαν, ακόμα έναν, δύσκολο χειμώνα μπροστά τους. Η Μπρέννα, η Μάντισσα της Μαγκάν όπως την αποκαλούσαν στο βασίλειο του Άντραμελ, ήξερε τι σήμαιναν τα σημάδια. Έβλεπε τις σοδειές να μειώνονται κάθε χρόνο, καθώς ο χειμώνας κρατούσε κάθε χρόνο και περισσότερο. Φέτος το χιόνι, που πάντα έπεφτε πυκνό, δεν έλιωσε πριν τα μέσα της άνοιξης. Το καλοκαίρι γινόταν όλα ακόμα χειρότερα, ότι κατάφερναν να σπείρουν οι χωρικοί ξεραινόταν, κάτω από τον ανελέητο Ήλιο, πριν καταφέρει να ωριμάσει. Ο καιρός της διαδοχής είχε φτάσει πριν δύο καλοκαίρια. Την πρώτη χρονιά που σχεδόν το μισό, από το ώριμο, σιτάρι ξεράθηκε πριν την συγκομιδή. Η Μπρέννα περίμενε αλλά η Φύλακας δεν είχε εμφανιστεί. Δεν ήρθε ούτε στα δύο χρόνια που είχαν περάσει από τότε. Ακόμα, όμως, ήλπιζε... Ανάσανε βαθιά τις μυρωδιές του πεύκου και της σημύδας, αλλά δεν υπήρχε βροχή στον αέρα. Μόνο σκόνη από ξερό, ηλιοκαμένο, χώμα. Αναστέναξε και κοίταξε την κοιλάδα που απλωνόταν κάτω από τον λόφο της, η Μαγκάν, η πόλη της κοιλάδας, ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου. Όταν το φεγγάρι ήταν ολόγιομο μπορούσε να διακρίνει τους πύργους του παλατιού... απόψε όλα ήταν σκοτεινά. “Θα έπρεπε να ετοιμάζομαι και εγώ για ύπνο.” σκέφτηκε, αλλά κάτι την κρατούσε εκεί. Κάτι της ψιθύριζε πως έπρεπε να μείνει εκεί, μπροστά στην παλιά, μικρή καλύβα, με τον έναστρο ουρανό ως την μόνη πηγή φωτός και τον μοναδικό της σύντροφο. 'Σύντομα...' έφερε ο άνεμος το μήνυμα συνοδευόμενο από τις μυρωδιές του δάσους. 'Σύντομα...' ψιθύρισε το κοντινό ρυάκι, και η Μπρέννα άφησε έναν ακόμα, μικρό, αναστεναγμό, απόψε θα παρέδιδε το φορτίο και την ευθύνη. Το Μυστικό που φύλαγε τριάντα χρόνια τώρα θα έφευγε από τους ώμους της, η νέα Φύλακας θα εμφανιζόταν... “Απόψε!” ψιθύρισε προσπαθώντας να κρατήσει την ελπίδα ζωντανή, η αμφιβολία, όμως, ήταν πιο δυνατή, “Κι αν ακόμα δεν έχει γεννηθεί;” αναρωτήθηκε σιωπηλά. Η Παλιά Θρησκεία είχε σχεδόν σβήσει, ελάχιστοι θυμόταν, ακόμα λιγότεροι πίστευαν στους θεούς των προπατόρων τους. Η ίδια ήταν μία από τους τελευταίους που κρατούσαν τους θρύλους ζωντανούς, η ίδια της η ύπαρξη ήταν μέρος αυτών των θρύλων... Για αυτό έπρεπε να περιμένει... Ένα κρύο ρεύμα αέρα την έκανε να ανατριχιάσει και να γυρίσει προς την καλύβα, το μάλλινο σάλι της ήταν αφημένο στην πολυθρόνα μπροστά στο τζάκι, “Γερνάω...” σκέφτηκε με ένα μικρό, πικρό χαμόγελο. Πριν προλάβει όμως να κάνει δύο βήματα σταμάτησε, μια ακόμα παγωμένη ριπή ανέμου και ένα προαίσθημα την έκαναν να γυρίσει πίσω. Κάποιος ερχόταν. Φτερουγίσματα πουλιών επιβεβαίωσαν τον επισκέπτη που έφτανε. Παρ' όλη την ανησυχία της προσπάθησε να θυμηθεί το σωστό τελετουργικό... Γονάτισε και χαμήλωσε το βλέμμα της στο χώμα. Δεν ήταν σίγουρη για τα λόγια που θα έπρεπε να χρησιμοποιήσει, δεν την είχαν προετοιμάσει ποτέ για αυτό. Κανείς δεν την είχε προειδοποιήσει, ούτε καν η ίδια πίστευε πως ο Μπρόιν, ο ίδιος ο Θεός των Κορακιών θα την επισκεπτόταν κάποτε. Ήλπιζε πως το ίδιο είχαν πιστέψει και οι δάσκαλοι της. Δεν ήθελε να πιστέψει πως θα μπορούσαν να το είχαν προβλέψει και να μην την είχαν προειδοποιήσει. “ Μπρέννα, Κόρη της Μόριγκαν, Μάντισσα της Μαγκάν σε χαιρετώ. Αν και δεν περίμενα πως θα σε συναντούσα για δεύτερη φορά, χαίρομαι που βλέπω πως δεν είχα κάνει λάθος όταν διάλεξα εσένα.” είπε, η φωνή του ήταν βαθιά, μελαγχολική, σχεδόν θλιμμένη θα έλεγε κανείς. Η Μπρέννα δεν κουνήθηκε, με δυσκολία ανάσαινε, “Κύριε, είναι τιμή μου. Όμως, δεν νομίζω πως υπήρξα τόσο ευλογημένη ώστε να με έχετε επισκεφθεί ξανά.” του απάντησε ενώ προσπαθούσε να θυμηθεί αν είχε μάθει, αν είχε διαβάσει ποτέ, τον σωστό τρόπο συμπεριφοράς απέναντί του. Μάταιος κόπος. “Σήκω, Κόρη του Κορακιού.” είπε κρατώντας τον αγκώνα της για να την βοηθήσει να σηκωθεί. “Κύ, Κύριε....” τραύλισε πριν νιώσει τον δείκτη του στα χείλη της. “Η ώρα που το Μυστικό έπρεπε να περάσει στην νέα Φύλακα έχει περάσει εδώ και δύο καλοκαίρια. Κουβαλάς το φορτίο αυτό από τα οχτώ σου χρόνια, σχεδόν τρεις δεκαετίες,. Τι περιμένεις να συμβεί τώρα;” Η Μπρέννα σήκωσε το βλέμμα της στον ουρανό, ένα μικρο χαμόγελο στα χείλη της, “Τριάντα χρόνια... Ναι, είναι πολύς καιρός, πολύς καιρός σε αυτήν την θέση, πολύς καιρός που όλοι στηρίζονται σε ένα άτομο. Υπερβολικά πολύς καιρός για να φυλάει κανείς ένα Μυστικό που θα μπορούσε να καταστρέψει τον κόσμο όπως τον ξέρουμε.” Η ματιά της περιπλανήθηκε στο σκοτεινό τοπίο, όλα όσα τώρα θεωρούσε δεδομένα θα άλλαζαν αν....”Αν και περίμενα τόσο καιρό, όμως,” του είπε τελικά, “αν και, ίσως εγώ μπορώ να περιμένω λίγο ακόμα, η φύση δεν μπορεί να περιμένει πια. Οι τελευταίες σοδειές....” σταμάτησε και κούνησε το κεφάλι της, σίγουρα ο Θεός των Κορακιών ήξερε τι συνέβαινε. Εκείνος ήταν ο προστάτης Θεός του Άντραμελ από την εποχή της κτίσης του βασιλείου. “Όμως, πείτε μου, αν σας ευχαριστεί, πότε φτάνει η νέα Φύλακας; Θα είναι αυτό το τελευταίο μου καλοκαίρι σε αυτήν την θέση;” τον ρώτησε τελικά με μια κρυφή ελπίδα. Όσο και αν ήθελε να ταξιδέψει, να γνωρίσει νέους τόπους, να επαληθεύσει, τουλάχιστον, πως είχε ακούσει την αλήθεια - ' Έχει η θάλασσα, πραγματικά, το χρώμα του ουρανού;' - Εκείνο που κυριαρχούσε ήταν η ανάγκη της να βεβαιωθεί πως το μέλλον των ανθρώπων, της πόλης και του βασιλείου θα ήταν σε καλά χέρια. Πως η επιβίωση τους θα ήταν εξασφαλισμένη ακόμα και όταν εκείνη θα είχε φύγει. Της χαμογέλασε, και στο χαμόγελο εκείνο είδε όλη τη χαρά, το γέλιο, την ευτυχία που πάντα έβλεπε στα πρόσωπα των μικρών παιδιών, μόνο που πάνω από όλα αυτά κυριαρχούσε η πίκρα και η θλίψη των γερόντων. Μια θλίψη βαθιά, αιώνια όσο και η θάλασσα που, πλέον ήξερε, δεν θα αντίκριζε ποτέ. “Αγαπητή μου, δεν θα έρθει η επόμενη Φύλακας. Η επόμενη Κόρη δεν έχει γεννηθεί ακόμα. Είσαι διατεθειμένη να περάσεις άλλες τρεις δεκαετίες εδώ; Να γερνάς, αν και θα γίνεσαι σοφότερη; Να συνεχίσεις να περιμένεις ενώ θα βλέπεις τον κόσμο που τόσο νοιάζεσαι να καταστρέφεται μέρα με τη μέρα;” Τον κοίταξε για πρώτη φορά στα μάτια και η ανάσα της κόπηκε, η καρδιά της σταμάτησε για μια στιγμή. Ήταν, η προσωποποίηση της τελειότητας, ένα όραμα ομορφιάς που θα έκανε τα Ξωτικά και τις Νεράιδες των Υπόγειων βασιλείων να κλάψουν. Οι απλοί άνθρωποι δεν είχαν κανένα τρόπο προστασίας μπροστά σε αυτά τα κατάμαυρα μάτια που έμοιαζαν να καίνε με μια εσωτερική φωτιά. Το βλέμμα της έπεσε στο στήθος του, σκεπασμένο από τα μαύρα φτερά που αρχικά νόμισε πως ήταν μανδύας. Η Μπρέννα έκλεισε τα μάτια της, ανάγκασε τους πνεύμονες της να εκτελέσουν ξανά τις αυτόματες αναπνευστικές λειτουργίες και την καρδιά της να επιστρέψει στους κανονικούς της ρυθμούς. “Μου λέτε πως, πως είμαι η τελευταία Φύλακας;” ρώτησε όταν κατάφερε να ξαναβρεί την φωνή της. Ο Μπρόιν γέλασε, και ο ήχος εκατοντάδων κορακιών που κρώζουν ταυτόχρονα ακούστηκε γύρω τους, η Μπρέννα ανάγκασε τον εαυτό της να μην καλύψει τα αυτιά της με της παλάμες της. “Η τελευταία όχι. Αλλά η επόμενη δεν θα γεννηθεί αρκετά σύντομα. Εκτός αν....” σταμάτησε απότομα, όσο απότομα είχε σβήσει και το γέλιο του, πριν την πρώτη του φράση. Ένιωσε τα γόνατά της να λυγίζουν αλλά παρέμεινε ακίνητη, όσο και αν ήθελε να ουρλιάξει, να τον αναγκάσει να ολοκληρώσει την πρόταση του, περίμενε. “Εκτός αν... “επανέλαβε ο Μπρόιν λίγες στιγμές αργότερα και τα δάχτυλά του άγγιξαν το πηγούνι της ανασηκώνοντας το πρόσωπό της. “Είσαι όμορφη.” της είπε κοιτώντας την στα μάτια. “Και αυτό τι σχέση έχει, ακριβώς, με την επόμενη Φύλακα;” τον ρώτησε εκνευρισμένη. Θεός ή όχι, χρειαζόταν απαντήσεις όχι γρίφους, και ο κόμπος στο στομάχι της την προειδοποιούσε πως τίποτα καλό δεν θα έβγαινε από αυτήν την συνάντηση. “Τα πάντα!” της απάντησε κατεβάζοντας το χέρι του, “Βλέπεις, για να κρατήσεις τον Όρκο σου, να φυλάξεις το Μυστικό μέχρι την επόμενη Φύλακα, θα χρειαστεί να σπάσεις έναν άλλο Όρκο.” Ένοιωσε το αίμα της να παγώνει, “Εννοείται πως, θα πρέπει να, θα πρέπει να δώσω ζωή στην Φύλακα που θα έρθει;” Έκλεισε τα μάτια της για να συγκρατήσει τα δάκρυα που μαζευόταν και αγκάλιασε τον εαυτό της. Ότι και αν περίμενε, ότι και αν φοβόταν πως, ίσως, θα έπρεπε να κάνει κάποια στιγμή, αυτό δεν το είχε σκεφτεί... Αυτό δεν είχε τολμήσει ποτέ... “Ναι.” ήταν η μονολεκτική απάντηση. Το πηγούνι της ακούμπησε στο στέρνο της, η καρδιά της χτυπούσε δυνατά, σαν παγιδευμένο ζώο στο κλουβί του. “Πόσος χρόνος έως.....;” ρώτησε, νιώθοντας τα μαγουλά της να δροσίζονται με δάκρυα. “Πρέπει να γίνει απόψε.” της είπε, και ίσως ήταν η δική της θλίψη που την έκανε να νομίζει πως άκουσε την πίκρα στην απάντησή του. Τα γόνατα της λύγισαν, τα πόδια της δεν την κρατούσαν πια. Έπεσε στο χώμα καλύπτοντας το πρόσωπό της με τα χέρια της, “Αυτός είναι ο λόγος που, ήρθατε απόψε; Εσείς θα...;” δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει την ερώτηση, με κόπο συγκρατούσε τους λυγμούς της. Τα φτερά του, - δεν ήταν μανδύας όπως πολλοί νόμιζαν, - σχεδόν άγγιξαν το πρόσωπό της καθώς γύρισε προς την κοιλάδα, “Εκτός αν έχεις κάποιον άλλο στο μυαλό σου;!” ο θυμός έδινε στην φωνή του έναν απόηχο πουλιού. Η δεύτερη φύση του έκανε αισθητή την παρουσία της. Η Μπρέννα έπνιξε με κόπο το υστερικό γέλιο που είχε σχηματιστεί στο λαιμό της, “Το είπατε μόνος σας, έδωσα τους Όρκους όταν ήμουν οχτώ ετών, πως θα μπορούσα να έχω κάποιον στο μυαλό μου;” απαίτησε ενώ οι νόμοι που είχε απομνημονεύσει, πριν καν μάθει να τους διαβάζει ήρθαν στην σκέψη της. “Δεν είναι ο απόλυτος νόμος, πως η Φύλακας θα πρέπει να παραμείνει αγνή, ακόμα και αφού παραδώσει το Μυστικό; Η φύλαξη του Μυστικού και η αγνότητα, είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι της πίστης....” σταμάτησε καθώς θυμήθηκε σε ποιόν ακριβώς μιλούσε. “Πιστεύεις πως είναι πιο εύκολο για μένα;” η οργή στην φωνή του έφερε μαζί της το κρώξιμο εκατοντάδων κορακιών και η Μπρέννα κάλυψε τα αυτιά της με τις παλάμες της. “Τα Ξωτικά του Όακφορτ μπορεί να πιστεύουν πως, κάποιος από τους προγόνους τους έδωσε στους ανθρώπους αυτούς τους νόμους, προσπαθώντας να προστατεύσει τον κόσμο.” της θύμισε μιλώντας λίγο πιο ήρεμα, “Αλλά εσύ ξέρεις την αλήθεια. Εγώ έφτιαξα αυτούς τους Νόμους, εγώ ίδρυσα τις Κόρες του Κορακιού. Αν χρειάζεται να παραβιαστεί ένας από αυτούς τους κανόνες για συνεχίσει να υπάρχει αυτό το βασίλειο, αυτός ο κόσμος... τότε, είμαι διατεθειμένος να το κάνω, και αν χρειαστεί να τους ξαναγράψω.” είπε και γύρισε ξανά προς το μέρος της, “Τι λες εσύ σε όλα αυτά, Μπρέννα;, Ποία θα είναι η δική σου απάντηση;” Η Μπρέννα άγγιξε τη γη, το χώμα ήταν ξερό από τον καλοκαιρινό ήλιο, σκληρό από την ξηρασία. Αν δεν έβρεχε σύντομα... Και αν μπορούσε να το αλλάξει αυτό; Αν με το να παραβεί έναν Όρκο μπορούσε να σώσει τον κόσμο της; “Αν δεν συμφωνήσω,” ξεκίνησε λίγες στιγμές αργότερα και άπλωσε της παλάμες της στο χώμα, νιώθοντας την ζέστη και την σκληρότητα της γης, “Το Μυστικό και ο κόσμος τίθενται σε κίνδυνο.”έχωσε τα νύχια της στο χώμα προσπαθώντας να κρατήσει την φωνή της σταθερή και συνέχισε, “Αν συμφωνήσω, παραβαίνω έναν όρκο που κράτησα ιερό για τριάντα χρόνια και συγχρόνως βοηθάω να παραμείνει το Μυστικό και ο κόσμος ασφαλής.” Φίλησε το χώμα και τα δάκρυα της αναμίχθηκαν με την σκόνη, “Αλήθεια, υπάρχει επιλογή ανάμεσα στα δύο;” ρώτησε χωρίς να περιμένει απάντηση. Ένα θλιμμένο χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη της καθώς σηκώθηκε και τον κοίταξε, “Δεν υπάρχει επιλογή για μένα. Αν έτσι καταφέρει να επιβιώσει η γη, η πόλη και το βασίλειο, το να παραβώ έναν Όρκο είναι ένα τίμημα που δέχομαι να πληρώσω.” είπε χωρίς να νιώθει πια τα δάκρυα που μούσκευαν το πρόσωπό της. “Ήξερα πως ήσουν σοφή πέρα από τα χρόνια σου, ακόμα και όταν είχες ζήσει μόλις οχτώ καλοκαίρια.” της είπε, κρατώντας το πρόσωπό της στις παλάμες του. Σκούπισε τα δάκρυα της και τα χείλη του άγγιξαν το μέτωπό της, σε ένα πατρικό φιλί. “Εγώ είμαι η Τελετουργία της Μετάβασης, Μπρέννα.” της είπε ψιθυριστά πριν την τυλίξει με τα φτερά του. Βρέθηκαν δίπλα στο κρεβάτι της, “Ηρέμησε, άσε με να σε βοηθήσω.” της είπε σιγανά και προχώρησε γύρω της. Έλυσε την κορδέλα που συγκρατούσε την πλεξίδα της και τα μαλλιά της έπεσαν κυματιστά ως την μέση της. Τα δάχτυλα του βρήκαν τις κορδέλες που κρατούσαν το νυχτικό της δεμένο και την επόμενη στιγμή ήταν ολόγυμνη. Το μόνο σύνορο ανάμεσα τους, τα κατακόκκινα μαλλιά της και η απόσταση που εκείνος διατήρησε, ακόμα και όταν την σκέπασε με ένα του φτερό. “Πριν, μπορώ να ρωτήσω κάτι;”ψέλλισε νιώθοντας την αγωνία και το άγχος της να αυξάνουν τον φόβο που προσπαθούσε να συγκρατήσει. “Ότι θες.” της είπε, μάζεψε τα μαλλιά της στα χέρια του και τα απομάκρυνε από την πλάτη της. Τα χείλη του άγγιξαν τον αυχένα της και την αγκάλιασε, φέρνοντας την πλάτη της στο στήθος του. “Μόνο, άσε με να σε φροντίσω απόψε.” της είπε και την έσπρωξε απαλά προς το κρεβάτι της.. Ένιωθε την ανάσα του στο αυτί της και δεν μπορούσε να αντιδράσει, προσπάθησε να συγκεντρωθεί στην αναπνοή της, αλλά κάθε προσπάθεια αποτύγχανε. Την βοήθησε να ξαπλώσει και ξάπλωσε δίπλα της. Τα κατάμαυρα φτερά του, τους σκέπασαν, κλείνοντας τους σε ένα ζεστό και σκοτεινό κουκούλι, αφήνοντας έξω τον υπόλοιπο κόσμο. Τα χέρια του συνέχισαν να χαϊδεύουν τα μαλλιά της, τα χείλη του ψιθύριζαν καθησυχαστικά λόγια στο αυτί της, και ο μηρός του δημιουργούσε χώρο ανάμεσα στα πόδια της, σπρώχνοντας μαλακά. “Έχει αλήθεια η θάλασσα το χρώμα του ουρανού;” τον ρώτησε προσπαθώντας να κρατήσει τον φόβο υπό έλεγχο, να μην αντιδράσει καθώς την σκέπαζε με το σώμα του, καθώς ένιωθε το βάρος του να την πλακώνει. “Ναι, θα την δεις και εσύ σύντομα...” της είπε και σκούπισε τα δάκρυα της κοιτώντας την στα μάτια, “Τώρα, προσπάθησε να χαλαρώσεις, και έχε μου εμπιστοσύνη, δεν θα κρατήσει πολύ.” ήταν τα τελευταία λόγια που κατάλαβε πριν ο πόνος την χωρίσει στα δύο. Της κάλυψε το στόμα με ένα φιλί, συγκρατώντας έτσι την κραυγή της, ενώ τα χέρια της άρπαξαν τις άκρες των φτερών του και τα νύχια της μπήχτηκαν στην πλάτη του χωρίς συνειδητή σκέψη. Ήταν η στιγμή που τα αστέρια έσβησαν και μια αστραπή έκανε την νύχτα να μοιάζει με μέρα. Η βροντή που ακολούθησε ταρακούνησε όλο το βασίλειο σαν να γινόταν σεισμός... Λίγες στιγμές αργότερα, η μυρωδιά του χώματος που περιμένει την βροχή κάλυψε την μεταλλική οσμή του αίματος. Και μέσα σε ελάχιστα λεπτά η βροχή είχε σκεπάσει τα πάντα με το διάφανο πέπλο της. Το μοναχικό κοράκι, στο ξερό κλαδί απέναντι από το ανοιχτό παράθυρο, ήταν ο μοναδικός μάρτυρας όσων συνέβησαν εκείνη την νύχτα... Ο ήλιος ήταν κρυμμένος πίσω από βαριά, μαύρα, σύννεφα. Η βροχή συνέχιζε να πέφτει δυνατή, πλένοντας τους δρόμους και ποτίζοντας τα χωράφια. Όλος ο λαός του Βασιλείου ήταν έξω τσαλαβουτώντας και παίζοντας στην βροχή που είχε, επιτέλους, φτάσει. Κανείς δεν σκέφτηκε να κοιτάξει στον λόφο πάνω από την πόλη. Η αίθουσα του θρόνου φωτιζόταν από δύο τεράστιους πολυελαίους και η φωτιά στο μεγάλο τζάκι ζέσταινε γλυκά το πέτρινο δωμάτιο. Αλλά ο βασιλιάς έβλεπε μόνο την μουντάδα της βροχής, δεν ένιωθε τίποτα πέρα από την παγωνιά του αναπόφευκτου. Η Μοργκάνς, η μοναχοκόρη του, η μοναδική του κληρονόμος μπήκε στην αίθουσα. Ο βασιλιάς, όμως, δεν είχε κουράγιο να την κοιτάξει στα μάτια. Αυτό που φοβόταν είκοσι χρόνια τώρα, από την στιγμή που άκουσε το κλάμα της, είχε έρθει η ώρα να πραγματοποιηθεί. “Πατέρα, δεν θα φας μαζί μας σήμερα;” τον ρώτησε ανήσυχη. Ο Κάεντμον δεν απάντησε, περίμενε την αναφορά, και ήλπιζε πως δεν θα ήταν αυτό που φοβόταν. Αυτό που είχε καταφέρει να αποφύγει για δύο χρόνια, αν και το τίμημα που ακόμα πλήρωνε ολόκληρο το βασίλειο, ήταν σκληρό... Η πόρτα άνοιξε, ο αγγελιοφόρος είχε επιτέλους επιστρέψει, “Μεγαλειότατε, τα νέα....” σταμάτησε κοιτάζοντας την πριγκίπισσα. “Δώσε την αναφορά σου!” πρόσταξε ο βασιλιάς ανυπόμονα. “Η Μάντισσα του Λόφου...” ξεκίνησε ο αγγελιοφόρος, “Δεν είναι πια εκεί. Δεν την έχει δει κανείς από χτες το απόγευμα.”είπε τρέμοντας. “Πήγαινε.” του είπε ο βασιλιάς και γύρισε ξανά το βλέμμα του στο παράθυρο. Ο αγγελιοφόρος έφυγε με μια βιαστική υπόκλιση. Η Μοργκάνς ξαναρώτησε, “Πατέρα, τι συμβαίνει; Τι σημαίνει αυτή η ξαφνική εξαφάνιση;” δεν είχε ξαναδεί τον πατέρα της έτσι, και αν και δεν ακολουθούσαν πια την παλιά θρησκεία, ήξερε πως η Μάντισσα είχε σπουδαίο ρόλο, έδινε κουράγιο στους απλούς ανθρώπους του βασιλείου. Και ίσως να ήταν κάτι παραπάνω από ένα σύμβολο, κάτι περισσότερο από τον τελευταίο κρίκο που συνέδεε το τώρα με μια περασμένη, σχεδόν ξεχασμένη, πια, εποχή... Ο βασιλιάς όμως δεν γύρισε να την κοιτάξει, και πριν προλάβει να ξαναρωτήσει, το κρώξιμο ενός κορακιού ακούστηκε και ένας άντρας, ντυμένος με έναν μανδύα από μαύρα φτερά, εμφανίστηκε στα δεξιά της. Το ξάφνιασμα της παρουσίας του δεν της άφησε περιθώρια αντίδρασης. “Σημαίνει, πως ήρθε η ώρα να πάρεις την θέση για την οποία γεννήθηκες.” της είπε απλά ο άγνωστος. Ο βασιλιάς Κάεντμον κάλυψε το πρόσωπό του με τις παλάμες του, ανήμπορος να αντιδράσει. “Τι σημαίνει αυτό; Πατέρα, τι....;” αντέδρασε ξαφνιασμένη η πριγκίπισσα. Ο ξένος απάντησε ξανά, “Ο πατέρας σου δεν ήθελε να δει την αλήθεια, για αυτό δεν σου είπε ποτέ τίποτα για την κληρονομιά σου. Έλα μαζί μου, η ώρα να λάβεις τα καθήκοντά σου έφτασε.” της είπε προτείνοντας της το χέρι του. Η Μοργκάνς έμεινε να κοιτάζει τον πατέρα της που ακόμα δεν είχε αντιδράσει. Ένα δάκρυ κύλησε στο πρόσωπό της καθώς θυμήθηκε μια παλιά ιστορία που της είχε πει κάποτε η παραμάνα της... 'Ο Θεός των Κορακιών φοράει πάντα τα φτερά του, ακόμα και όταν έχει ανθρώπινη μορφή. Ο ίδιος επιλέγει την επόμενη Μάντισσα και την μεταφέρει στον λόφο πάνω από την πόλη. Εκεί της δίνει την δύναμη να ακούει την φύση την εντολή να προστατεύει το βασίλειο, και το καθήκον να Φυλάει το Μυστικό του Κόσμου. Αν η επίλεκτη είναι τυχερή, δεν θα τον ξαναδεί ποτέ στην ζωή της.' είχε τελειώσει την ιστορία της η παραμάνα. Αλλά όταν η Μοργκάνς είχε ρωτήσει τι συνέβαινε αν ήταν άτυχη, η παραμάνα είχε κουνήσει το κεφάλι της, 'Κανείς ποτέ δεν έμαθε.' της είχε πει μόνο. “Είναι ώρα.” επανέλαβε ο Θεός των Κορακιών και η Μοργκάνς ξαναγύρισε στο παρών. Η ίδια λοιπόν ήταν η επόμενη διάδοχος, και η Μάντισσα είχε ήδη εξαφανιστεί. Γύρισε προς τον Θεό των Κορακιών και με μάτια γεμάτα δάκρυα προχώρησε αργά προς το μέρος του. “Αντίο Βασιλιά Κάεντμον.” είπε και παραδόθηκε στο πεπρωμένο της. Ο Μπρόιν χαμογέλασε και όπως είχε συμβεί τόσες χιλιάδες φορές, στα εκατοντάδες χρόνια της Τελετουργίας, κανείς δεν μοιράστηκε την θλίψη του. Η μόνη που είχε καταλάβει, είχε ήδη πληρώσει το τίμημα. 'Για να κρατήσεις ασφαλές το Μυστικό του Κόσμου πρέπει να του δώσεις τη ζωή σου...' *Edit: Μορφοποίηση* Edited September 11, 2010 by white_unicorn Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Stanley Posted September 25, 2010 Share Posted September 25, 2010 Αθηνά μου, έχω την εντύπωση ότι βιάστηκες να δώσεις το κείμενο. Έχει αρκετά λαθάκια, τα οποία με δυσκόλευαν στην ανάγνωση και δεν με άφηναν να διαβάσω ομαλά. Πέρα από αυτά, σου ξεκαθαρίζω ότι το όλο θέμα και το setting που διάλεξες δεν είναι σε καμία περίπτωση του γούστου μου. Αυτό, σε συνδυασμό με ένα προβληματάκι ρυθμού που –εγώ, προσωπικά- διέκρινα δεν με έκανε να διαβάσω ευχάριστα το κείμενο. Ένιωθα σαν να μην γλιστράει, και αυτό το αποδίδω στο ύφος, που δεν με κέρδισε. Γενικά, δεν κατάφερε να με αγγίξει η υπόθεση, δεν αισθάνθηκα κάποια αγωνία για την ηρωίδα ή την τύχη του κόσμου… Αυτά από μένα, ελπίζω να μην ήμουν πολύ σκληρός. Συγχαρητήρια για την ιστορία σου, όπως και να έχει, και σου εύχομαι καλή επιτυχία! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted September 25, 2010 Share Posted September 25, 2010 (edited) Θα ξεκινήσω με ένα παράπονο… Ήθελα να μάθω το Μυστικό του Κόσμου! Χμμ, τι άλλο να πω, περίεργη ιστορία, αν και την διάβασα και την ξαναδιάβασα με άφησε με ένα γιατί. Με κάμποσα γιατί, μάλλον. Γιατί ο Θεός των Κορακιών είπε ψέματα στην Μάντισσα ότι η διάδοχος δεν είχε γεννηθεί; Γιατί να την κάνει να παραβεί τον όρκο της; Μόνο και μόνο για να της πάρει την ζωή; Αφού θεός ήταν, εκείνος αποφάσιζε ποιος θα πάρει την θέση κι η απόφασή του ήταν οριστική. Κανένας δεν θα του έφερνε αντίρρηση. Η σκηνή της αποπλάνησης είναι κάπως μεγάλη, αλλά σου δίνει αρκετά στοιχεία γύρω από την μυθολογία που έπλασες. Μου άρεσε. Γενικά, ένιωσα πως ήθελες να μας πεις κάτι, αλλά αυτό το κάτι σου ξέφευγε. Επίσης, η αλήθεια είναι πως, από τον τίτλο, περίμενα τα κοράκια να παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στην ιστορία. Ίσως να το ήθελα κιόλας, επειδή τα κοράκια είναι μυστηριώδη πουλιά και δίνουν μια άλλη ατμόσφαιρα. Καλή επιτυχία σού εύχομαι! Edited September 25, 2010 by Mesmer Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted September 25, 2010 Share Posted September 25, 2010 Λυπάμαι white unicorn, αλλά δεν είναι πολύ καλά τα νέα. Αρχικά πρόσεξα τις κάπως αμήχανες εκφράσεις, και τα πολλά (και περιττά, και λάθος βαλμένα) κόμματα. Στη συνέχεια δυστυχώς αυτό συνεχίστηκε, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να διαβάσω εύκολα το κείμενο. Στην αρχή λες Παρ' όλη την ανησυχία της προσπάθησε να θυμηθεί το σωστό τελετουργικό... Γονάτισε και χαμήλωσε το βλέμμα της στο χώμα. Η λέξη τελετουργικό έχει βαριά σημασία, που δεν δικαιολογείται από ένα γονάτισμα. Το θέμα ήταν κάπως αδύναμο, ή μάλλον η πλοκή. Δεν κατάλαβα πάρα πολλά πράγματα. Γιατί ο θεός δεν πήρε την πριγκίπισσα για τη θέση της μάντισσας όταν ήταν ο καιρός της; Τι περίμενε τόσο καιρό; Ο ρόλος της θυσίας; Η βροχή που ήρθε μόνο τότε; Γιατί ήρθε τότε; Γιατί χρειαζόταν μια θυσία; Το διήγημα θα έπρεπε να τελειώνει στη λέξη τίμημα. Νομίζω η επόμενη φράση ήταν περιττή επανάληψη. Και πάλι όμως δεν κατάλαβα πώς γίνεται να μένει έτσι μόνο ασφαλές το μυστικό, αφού πριν από κάποιες γραμμές μας πληροφορείς ότι αρκεί η αγνότητα της μάντισσας. Τελικά αυτό που περιπλέκει τα πράγματα είναι η θυσία, όπως είπα και πιο πάνω. Έχεις γράψει μια πολύ απαιτητική ιστορία, που ήθελε αρκετή δουλειά για να ολοκληρωθεί. Πιστεύω πως αν τη δουλέψεις λίγο ακόμα, το αποτέλεσμα θα είναι εντυπωσιακά διαφορετικό. Συγχαρητήρια για τη συμμετοχή, και ελπίζω να επαναληφθεί. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tattoman Posted September 25, 2010 Share Posted September 25, 2010 Όντως η αλήθεια είναι πως (το είπε με τα τέλεια λόγια ο Stanley) η ιστορία δεν γληστράει... Και εμένα δεν με τράβηξε τόσο...αρκετά μέτρια... Όπως και να 'χει καλή επιτυχία ! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
AftPeakTank Posted September 25, 2010 Share Posted September 25, 2010 Καλά, εδώ φαίνεται η διαφορά χαρακτήρων... Εμένα πάλι το κείμενο κυλούσε πολύ όμορφα. Οι περιγραφές μου άρεσαν και σχεδόν βρισκόμουν εκεί! Εντάξει, έπεσες και στην περίπτωση. Μου αρέσει πολύ πολύ η βροχή. Η μυρωδιά του χώματος πριν και μετά. Σαν ιστορία επίσης μου άρεσε αλλά και εγώ απογοητεύτηκα που δεν έμαθα το μυστικό. Δεν πειράζει όμως, δεν μου χάλασε καθόλου την καλή εντύπωση. Δεν καταλαβαίνω γιατί τόσο αρνητικά σχόλια. Τέλος πάντων... Μου άρεσε αρκετά... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mindtwisted Posted September 25, 2010 Share Posted September 25, 2010 Το σχόλιο της Cassandra σχεδόν συνοψίζει όσα ήθελα να πω, αν και εγώ προσπερνάω ασυνείδητα τα λάθος κόμματα και οι διάλογοι με ενόχλησαν ελάχιστα σε πολύ λίγα σημεία. Το κυρίως πρόβλημά μου είναι αλλού. Μου φαίνεται πολύ παράξενο που ο θεός δεν πήρε την πριγκίπισσα επειδή το απαγόρευε ο πατέρας της. Πιο πάνω είναι η θέληση του βασιλιά απο ένα θεό; Επίσης δεν τον συμπαθώ καθόλου γιατί είναι θεός δύο ταχυτήτων. Απο τη μία τον πιάνουν οι καλοσύνες με την κόρη του βασιλιά κι απο την άλλη είναι απίστευτα σκληρός με τη μάντισσα, που ακολούθησε τα λόγια του ανιδεοτελώς τόσα χρόνια, σε σημείο που να με κάνει να αμφισβητώ της προθέσεις του. Μήπως ο θεός έχει παράξενα γούστα; Μήπως το μυστικό του κόσμου, είναι μια σκευωρία για να κάνει τις βρωμοδουλειές του και αυτός είναι που ξεραίνει τα σπαρτά όταν έρχεται η ώρα; Μπορεί αυτό να μην είναι το μόνο βασίλειο όπου υπάρχει μια μάντισσα να τον περιμένει; Ο κόσμος είναι μεγάλος. Ελπίζω να μην παρεξηγηθώ... Καλή επιτυχία!!!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Αλχημιστής Posted September 26, 2010 Share Posted September 26, 2010 (edited) Για μενα δεν υπηρχε προβλημα τοσο στη ροη του λογου, καθως διαβασα την ιστορια αρκετα ευχαριστα. Επισης, βρηκα την πρωτη παραγραφο μαγευτικη με πολυ ομορφες περιγραφες και εκφρασεις που μου δημιουργησαν εικονες. Παρολα αυτα, η υποθεση δεν με τραβηξε τοσο, γιατι μου φανηκε στασιμη. αν και ο κοσμος σου ειναι αρκετα μεγαλος, περιοριζεσαι σε λιγα γεγονοτα που συμβαινουν μεταξυ της μαντισσας και του θεου και παραλειπεις να αναφερθεις στην πριγκιπισσα παρα μονο στο τελος. Ετσι, δημιουργουνται πολλα ερωτηματα, οπως αυτα που αναφερθηκαν παραπανω: γιατι ο θεος πηρε την πριγκιπισσα εκεινη την συγκεκριμενη μερα και οχι οταν ηταν ο καιρος της; και γιατι ο θεος ειπε στην μαντισσα οτι επρεπε να δωσει ζωη στη νεα φυλακα αφου θα γινοταν η πριγκιπισσα διαδοχος της; φαινεται σα να μην υπαρχει καποιο συγκεκριμενο σχεδιο απο το θεο. Λειπουν δηλαδη καποιες βασικες εξηγησεις, για τον τροπο και τις προϋποθεσεις της διαδοχης και τον ρολο του θεου των κορακιων. (ποτε επεμβαινει και ποτε οχι; ) Γενικα, η ιστορια θα μπορουσε να βελτιωθει αισθητα αν ανεπτυσσες λιγο περισσοτερο τη σχεση του θεου με τις μαντισσες και εξηγουσες καλυτερα τη διαδικασια διαδοχης. Επισης, αν και δεν θεωρω απαραιτητα αρνητικο το γεγονος οτι δεν αποκαλυπτεις το μυστικο, μου δημιουργηθηκε η εντυπωση οτι δεν αποτελει βασικο σημειο της ιστοριας, ενω αντιθετα κυριοτερο ρολο παιζει το αν θα βρεξει. Edited September 26, 2010 by Αλχημιστής Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted September 26, 2010 Share Posted September 26, 2010 Αχεμ... Με μια καλή κυρία που τη λένε Στίξη, μάλλον δεν έχετε γνωριστεί... Ποιητικές οι περιγραφές σου, αλλά η ιστορία που τις βάζεις να ντύσουν έχει τρύπες. Σίγουρα την έχεις εσύ ολοκληρωμένη στο μυαλό σου; Γιατί ούτε εγώ κατάλαβα πλήρως τη διαδικασία διαδοχής. Η Μπρέννα παύει να είναι μάντισσα όταν χάνει την αγνότητά της και τη θέση της παίρνει η Μοργκάνς, η οποία ξεφυτρώνει στη μέση από το πουθενά, χωρίς να έχουμε καμία πληροφορία γι'αυτήν ως τότε. Αλλά με τη Φύλακα που δεν έρχεται, τι γίνεται; Η Μπρέννα έχει γίνει Φύλακας; Τι γινόταν κανονικά και ποιοι κανονισμοί παραβιάζονται τώρα; Δε μου είναι ξεκάθαρο. Τουλάχιστον γράφεις αρκετά καλά για να μας κάνεις να νοιαστούμε να τα μάθουμε όλα αυτά... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Lady Nina Posted September 27, 2010 Share Posted September 27, 2010 Η ιστορία αυτή με μετέφερε σε μια άλλη εποχή, σε ένα άλλο μέρος με τις δικές του ανησυχίες, τα δικά του πιστεύω, τους δικούς του όρκους, τα δικά του μυστικά. Μια μελαγχολία διάχυτη παντού, στις εκφράσεις ανθρώπων και θεών, στην ίδια τη φύση. Η γεύση, ωστόσο, που μου άφησε το κείμενο, ολοκληρώνοντας την ανάγνωσή του ήταν γλυκόπικρη, πικρή λόγω της θυσίας της Μπρέννα και του αποχωρισμού της Μοργκάνς από το βασιλιά πατέρα της, γλυκιά χάρη στη διάσωση του τόσο ρεαλιστικά πλασμένου κόσμου. Μια απορία που αναδύεται αρχικά σχετικά με τη διαδοχή της Μπρέννα: αφού η Μοργκάνς ‘παρέλαβε τα ηνία’ του καθήκοντός της ως Μάντισσα της Μαγκάν αμέσως μετά της θυσία της Μπρέννα, γιατί το τελευταίο θεωρήθηκε απαραίτητο; Επίσης, δεν εξηγείται ακριβώς πως συνδέονται οι καιρικές συνθήκες με την αργοπορία της επόμενης Μάντισσας – Φύλακα. Άσεχτο, αλλά παρατήρησα πως υπάρχουν πολλά ‘Μ’ μαζεμένα στις ονομασίες του διηγήματος. Τυχαίο ή ηθελημένο; Κλείνοντας, θα ήθελα να δώσω τα συγχαρητήριά μου στη white_unicorn, γιατί κατάφερε να αποδώσει τόσο άμεσα τα συναισθήματα των προσώπων που απεικονίζονται στην ιστορία και, κυρίως, της Μπρέννα. Καλή επιτυχία στο διαγωνισμό! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted September 27, 2010 Share Posted September 27, 2010 Σκληρή και άδικη, ΑΔΙΚΗ ιστορία! Δηλαδή τι κατάλαβα: Θεός που τον πιάσανε οι καύλες, λέει επαίσχιντο ψέμα στην πιο πιστή του υπηρέτρια μόνο και μόνο για ένα πηδηκούλιο; Υπάρχει πιθανότητα να κάνω λάθος; Το διήγημα σε κερδίζει με όλα τα άλλα, σκηνικό, μυθολογία, χαρακτήρες, ατμόσφαιρα, σε χάνει στο ζουμί. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
white_unicorn Posted September 27, 2010 Author Share Posted September 27, 2010 (edited) woe is me.... (κάπου το είχα διαβάσει αυτό... ) Θα περιμένω όμως μέχρι το τέλος.... Σας ευχαριστώ για τα σχόλια (πότε θα ξαναδώ τόσα σχόλια μαζεμένα για δικό μου διήγημα άλλωστε?! ) .... Αλλά θα περιμένω για να απαντήσω όσο και αν νιώθω την φαγούρα στα δαχτυλά μου να αυξάνεται..... Τον αδικείται πολύ όμως τον κύριο θεό της ιστορίας..... edit το ορθογραφικό... ελπίζω να το διόρθωσα Edited October 10, 2010 by white_unicorn Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted September 28, 2010 Share Posted September 28, 2010 Συγνώμη, δεσποινίς μου αλλά εσύ τον αδίκησες. Ούτε κι εγώ έχω καταλάβει τι ακριβώς παίχτηκε, χρειάστηκε να συζητήσουμε για να βγάλουμε πόρισμα του τι έγινε σε αυτή την ιστορία. Μέχρι και εδώ, όλα είναι οκ Το μοναχικό κοράκι, στο ξερό κλαδί απέναντι από το ανοιχτό παράθυρο, ήταν ο μοναδικός μάρτυρας όσων συνέβησαν εκείνη την νύχτα... Από δω και κάτω το έχω διαβάσει 5 φορές (3 επι τόπου και άλλες 2 σε ξεχωριστές φάσεις μπας και απλά είμαι χαζή) Ο ήλιος ήταν κρυμμένος πίσω από βαριά, μαύρα, σύννεφα. και δε λέω να καταλάβω τι γίνεται. Οι μόνες υποψίες που έχω είναι ακριβώς οι ίδιες με το Ντίνου. Αν και εχώ αυτήν εδώ την ερώτηση: Η Μόργκανς είναι η ίδια με την Μόριγκαν τη μητέρα της τελευταίας φύλακα (?) ή μάντισσας (?)??? που ίσως και να είναι το ζουμί αλλά δεν καταφέρνω να τα συνδυάσω επαρκώς για να το βγάλω Τώρτα κατά τα άλλα η ιστορία μυρίζει όμορφα αν μη τι άλλο, πέρα από κάποια κόμματα και κάνα δυο χεράκια που ήθελε ακόμα η γλώσσα της εμένα μου κάνει. με ταξιδεύει επιτυχώς σε αυτόν τον κόσμο που στήνεις, έστω κι αν δεν τον πιάνω ακριβώς. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχει κάποιο μυστικό στην όλη υπόθεση το οποίο αδυνατώ να το ξεχωρίσω και είναι σίγουρα φάντασυ η ιστορία. Το θεωρώ όμως μεγάλο μειονέκτημα το να μην καταλαβαίνω τι γίνεται. Περιμένω πως και πως να ανοίξουν τα σχόλια και για εσάς για να μας πεις τι παίχτηκε... Υ.Γ. Δε θα βάλω spoiler tags πουθενά αλλού γιατί δεν πιστεύω πως μπορώ να σποιλεριάσω κάτι που δεν κατάλαβα Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
white_unicorn Posted September 28, 2010 Author Share Posted September 28, 2010 ευχαριστώ Νιενορ.... ναι, την ξαναπέρασα ένα χεράκι.... και μάλλον άλλο ένα πριν ανοίξουν τα σχόλια και για μας.... και ελπίζω η νέα βερσίον να είναι λίγο καλύτερη..... (πρόσθεση - αφαίρεση - κόψιμο 160 λέξεων πάνω κάτω αλλά θα είναι μέσα στα όρια...) οπότε ελπίζω η new version να λύσει τις απορίες που μόνο στις δικές μου σκέψεις ήταν λυμένες.... Thanks for everything.... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted September 29, 2010 Share Posted September 29, 2010 Η ιδέα της ιστορίας ήταν καλή, όπως και το τέλος. Θετική εντύπωση μου έκαναν ακόμα αρκετές σκόρπιες σκηνές με περιγραφές όπως εκεί που η βροχή έφερε τη χαρά –μπορούσα να τις φανταστώ. Ωστόσο η πετυχημένη ατμόσφαιρα, χαλούσε από τους διαλόγους. Θα ήθελα λιγότερες απαραίτητες πληροφορίες μέσα από αυτούς και έναν τρόπο ομιλίας που να με πείθει πως ο Αρχικόραξ είναι πράγματι Θεός. Είναι αλήθεια πως τα λόγια ενός θεού είναι πολύ απαιτητικό σημείο –μου το είχε επισημάνει κι εμένα προσωπικά κάποτε ένας φίλος. Ωστόσο, δεν σε συγχωρώ, πιστεύω πως μπορείς να το βελτιώσεις. Εξάλλου η ιστορία σου νομίζω πως το επιβάλει. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
kalanapathw Posted September 29, 2010 Share Posted September 29, 2010 Προσωπικά μου άρεσε αρκετά αυτή η ιστορία. αν και στην υπόθεση του θεού, έφαγα τα σκαλωματάκια που ανέφεραν οι προηγούμενοι. Παρόλα αυτά, το όλο σκηνικό, το συναίσθημα και οι περιγραφές με αποζημίωσαν. καλή επιτυχία στον διαγωνισμό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
aScannerDarkly Posted September 29, 2010 Share Posted September 29, 2010 (edited) Αφηγήθηκες όμορφα μια ιστορία, η οποία όμως δεν έχει τελικά στόχο. Έχω κι εγώ όλες τις απορίες που έχουν οι προηγούμενοι. Δεν πιστεύω ότι το νόημα είναι αυτό που γράφει ο Ντίνος, αλλά δεν μπορώ να βρω και κάποιο άλλο. Και, αν και η ιστορία φωνάζει πως έχει δυνατότητες, και πως η συγγραφέας της έχει ταλέντο, τελικά αδικεί πάρα πολύ τον εαυτό της. Και δύο γενικές παρατηρήσεις που θέλω να κάνω: Πρέπει να είναι η τέταρτη ιστορία που διαβάζω στο διαγωνισμό που ξεκινά με μια λυρική (έως υπερβολική) περιγραφή του ουρανού. Δεν το είχα προσέξει ως τώρα, αλλά είναι μάλλον πολύ συνηθισμένος τρόπος να ανοίξεις μια ιστορία. Ίσως να είναι καλό κάτι τέτοια κλισέ να αποφεύγονται. Επίσης (κατά τη γνώμη μου), απόφυγε να αραδιάζεις φάντασι ονόματα στη σειρά (Ο Έτσι, ο γιος του Τέτοιου, βασιλιά της χώρας Τάδε, συζύγου της Αλλιώς κτλ). Σε εμένα τουλάχιστον, αφήνει μια αίσθηση αφέλειας πο δεν κάνει καλό. Για τα προβληματάκια με τη στίξη συμφωνώ, αλλά δεν είναι πολύ σοβαρά τα πράγματα, οπότε διορθώνεται. Θα ήθελα πολύ να ξαναδιαβάσω την ιστορία ξαναδουλεμένη, ώστε να βγάζει το νόημα που θέλει. Edit γιατί θα σκάσω: Εκτός αν ξεκινάς με τη φράση The sky above the city was the color of a television turned to a dead channel Edited September 29, 2010 by aScannerDarkly Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Rixardogios Posted September 29, 2010 Share Posted September 29, 2010 (edited) Οι περιγραφές, οι εικόνες (ειδικά της βροχής με το χώμα να μυρίζει) πολύ καλές Ο θεος των κορακιων δεν κατάλαβα τον τρόπο δράσης του και τη συμπεριφορά του..γιατί τα έκανε όλα αυτά? Σαν ιστορία πάντως αρκετά καλή! Καλή επιτυχία! Edited September 29, 2010 by Rixardogios Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted October 1, 2010 Share Posted October 1, 2010 Αν και την γενική ιδέα την κατάλαβα, ωστόσο έμεινα με διάφορες απορίες κατά την ανάγνωση, κυρίως στο θέμα της διαδοχής της μάντισσας (πχ. Η ίδια η Μπρέννα λέει ότι θα ήθελε να δει τη θάλασσα μετά τη διαδοχή, αλλά στο τέλος υπάρχει αυτό: «Ο Μπρόιν χαμογέλασε και όπως είχε συμβεί τόσες χιλιάδες φορές, στα εκατοντάδες χρόνια που η τελετουργία της Μετάβασης συνεχιζόταν, κανείς δεν μοιράστηκε την θλίψη του.» που με κάνει να σκέφτομαι ότι όλες οι μάντισσες είχαν το ίδιο τέλος. Οπότε το μυστικό είναι ότι δεν υπάρχει Μετάβαση και η μάντισσα πάντα πληρώνει με τη ζωή της; ) Ένα άλλο... Ένιωθα, καθώς διάβαζα, ότι οι νέες πληροφορίες έρχονταν η μία πίσω από την άλλη πολύ κολλητά. Δεν προλάβαινα να τις πολυχωνέψω σε φάσεις. Ήταν σαν να μου έλεγες: Ισχύει το α, αλλά με την β προϋπόθεση, εκτός αν γίνει το γ, που θα σημαίνει δ κλπ. Μπορεί να ήθελε πιο πολλές λέξεις για να ξεδιπλωθεί καλύτερα η κατάσταση. Με τον λόγο νο πρόμπλεμ συνολικά, πήγαινε αρκετά ομαλά το πράγμα. Με τα κόμματα κάπου έφαγα κι εγώ μερικές μικροεμπλοκίτσες (πιθανώς κάποια από αυτά θα μπορούσαν να είναι αλλού ή θα μπορούσαν και να λείπουν). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
khar Posted October 2, 2010 Share Posted October 2, 2010 Ικανοποιητική η ατμόσφαιρα και η ηρωίδα μάντισσα. Υπάρχει ένα βαρύ κλίμα που χρωματίζει το διήγημα δίνοντάς του τον κατάλληλο τόνο. Μου άρεσε πολύ η αγωνία της μάντισσας για το χρώμα της θάλασσας και ίσως μπορούσες να το αξιοποιήσεις περισσότερο. Βρήκα πολύ ομιλητικό τον Θεό με τη μάντισσα. Θα τον περίμενα πολύ πιο λακωνικό. Στο τέλος εμφανίζεις καινούριους χαρακτήρες, αφήνοντας πίσω σου την ηρωίδα και αυτό είναι μειονέκτημα για το διήγημα. Χρειάζεται μια βελτίωση στη γλώσσα και στις λέξεις που χρησιμοποιείς, ειδικά στην αρχή. Δεν είναι άσχημο, αλλά το μυστικό που δεν αποκαλύπτεται και το αδύναμο τέλος, αφαιρούν μεγάλο μέρος από την πειστική, μέχρι τότε, ιστορία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Arachnida Posted October 2, 2010 Share Posted October 2, 2010 Διάβασα τα μέχρι στιγμής σχόλια και συμφωνώ με τα περισσότερα. Νομίζω ο "Θεός των Κορακιών" δεν είναι τόσο παντοδύναμος όσο θα ήθελε. Κατ' αρχάς έχει πρόβλημα στην επιμέλεια, χρειάζεται να προσέξεις λίγο περισσότερο τις εκφράσεις σου. Βέβαια ορισμένοι που προηγήθηκαν είπαν ότι τους άρεσαν οι περιγραφές και ότι ήταν όμορφη η αφήγηση, άρα ίσως εγώ βγήκα κατευθείαν έξω από το κλίμα της ιστορίας. Αλλά πιστεύω ότι η σύνταξη χωλαίνει όταν γράφεις: "Έβλεπε τις σοδειές να μειώνονται κάθε χρόνο, καθώς ο χειμώνας κρατούσε κάθε χρόνο και περισσότερο", ή "Αναστέναξε και κοίταξε την κοιλάδα που απλωνόταν κάτω από το λόφο της, η Μάγκαν, η πόλη της κοιλάδας, ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου". Ξαφνικά μέσα στην πρόταση έρχεται σαν τρένο μία άλλη πρόταση, μού θύμισε τη βιαιότητα του τρένου που εισβάλει από το πουθενά στο Inception. Επίσης υπήρχαν προτάσεις που με παρεξένεψαν όπως οι εξής: "…ο θυμός έδινε στη φωνή του έναν απόηχο πουλιού" και "…η φωνή του ήταν βαθιά, μελαγχολική, σχεδόν θλιμμένη θα έλεγε κανείς". Και θα μπορούσες να παραλείψεις πολλά από τις πρώτες παραγράφους. Δεν χρειάζεται να επιμένεις τόσο στην κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με τον καιρό. Καλύτερα να το δώσεις πιο απλά και μεστά. Το τέλος με άφησε με αρκετά ερωτηματικά πάνω στην υπόθεση. Δεν κατάλαβα ξεκάθαρα τι έγινε και ούτε βρήκα το μυστικό. Ίσως βοηθούσε αν στην εισαγωγή είχες προσθέσει μία μικρή σκηνή με την κόρη του βασιλιά. Με έναν -προσωρινά- ανεξιχνίαστο πρόλογο θα προοικονομούσες την πορεία του διηγήματος και δεν θα κατέληγες με έναν εντελώς ξένο για τον αναγνώστη χαρακτήρα. Συνολικά, αν το ξαναγράψεις θα γίνει πολύ καλύτερο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Big Fat Pig Posted October 5, 2010 Share Posted October 5, 2010 (edited) Χμ... τα περισσότερα από όσα ήθελα να πω τα πρόλαβε το προηγούμενο post. Ας πω τότε μόνο ότι κρατάω την γοητευτική ηρωίδα, την ατμόσφαιρα, τον κόσμο με τις νύξεις της μυθολογίας του. Ακόμα και τον αντιπαθητικό θεό κι ας συμπεριφέρεται περίεργα. Καλή επιτυχία! Edited October 5, 2010 by Big Fat Pig Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
lizbeth_covenant Posted October 6, 2010 Share Posted October 6, 2010 Ήταν μια χαριτωμένη ιστορία. Η κεντρική ηρωίδα είχε πολύ ενδιαφέρον. Αν και νομίζω πως ήταν η μόνη γιατί άλλωστε σ’αυτή αφιέρωσες τις περισσότερες περιγραφές σου, βλέπαμε λεπτομερώς την κάθε της αντίδραση. Ο συνομιλητής της πχ έμεινε λίγο παραμελημένος κατά την άποψή μου με αποτέλεσμα να μην νιώσω κάποια περιέργεια να τον εξερευνήσω. Σαν ιστορία ήταν ωραία. Αλλά ήθελε περισσότερη προσοχή στο γράψιμο, υπήρχαν ορθογραφικά λαθάκια και γενικά φαινόταν ότι δεν το είχες φροντίσει πολύ το κείμενο. Οι περιγραφές πάντως μου άρεσαν. Έφτιαξες ωραίες εικόνες, με μυρωδιές και αισθήσεις και απ’ όλα. Αλλά η ιστορία για να είναι ολοκληρωμένη και να με ευχαριστήσει πλήρως, χρειαζόταν κι άλλα πράγματα. Κι αυτό το μυστικό, πολύ… πολύ σημαντικό φαινόταν. Με χάλασε λίγο. Επίσης οι διάλογοι νομίζω θέλουν δουλίτσα και φτιάξιμο. Κάποια πράγματα μου φάνηκαν παράταιρα πχ ο θεός… δεν με έπεισε για θεός… δεν ξέρω! Νομίζω πάντως πως με ένα καλό φτιάξιμο και κάλυψη κενών στην πλοκή, θα βγει πολύ καλύτερο. <br style=""> <br style=""> Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
TheTregorian Posted October 7, 2010 Share Posted October 7, 2010 Επιτέλους μια ιστορία που 'χε λίγο σεξ!!! Μ' άρεσε η ιστορία! Ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα την οποία θεωρώ ότι ανάπτυξες αρκετά καλά. Παρατήρησα κάποια λάθη σε στίξη και στη γραμματική, καθώς και κάποιες επαναλήψεις, οι οποίες μάλλον θα 'φευγαν μ' ένα καλό ξαναπέρασμα. Με κράτησες μέχρι το τέλος και μ' άφησες ικανοποιημένο! καλή επιτυχία και καλή συνέχεια για πολύ καλύτερες ιστορίες στο μέλλον!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted October 8, 2010 Share Posted October 8, 2010 (edited) Γενικά: έντονα συναισθηματικό κείμενο -για μένα τουλάχιστον- που ακολουθεί τις αποχρώσεις της ψυχοσύνθεσης της ηρωίδας με πιστότητα. Τα χαλάς λιγάκι στις εξηγήσεις και σε μικρολεπτομέρειες. Μου άρεσε: Ωραία ιδέα. Η ψυχοσύνθεση που ανέφερα και πιο πάνω. Το πώς την ακολουθείς βήμα το βήμα ως την αποκάλυψη του μέλλοντος. Δε μου άρεσε: Προσοχή στις παραγράφους. Αν είναι μια παράγραφος ίσον μια πρόταση, είναι αρκετά κουραστικό. Η εμφάνιση του Θεού των Κοράκων είναι κάπως απότομη. Ίσως και να το θέλεις έτσι, αλλά καλύτερα να τη «γλυκάνεις» λίγο, να έρχεται χωρίς να μας παραξενέψει. Επίσης προσοχή στη στίξη (από πλευράς επιμέλειας, διπλά κόμματα, κόμμα και τελεία μαζί, τέτοια). Η εισαγωγή του χαρακτήρα του Καεντμόν είναι μάλλον περιττή. Θα ήταν νομίζω πιο δυνατό αν έβαζες τη Μόργκανς να συναντάει το θεό μέσα στο δάσος ή στο δωμάτιό της, γενικά κάπου να είναι μόνη. Το πέρασμα του χρόνου (από τη Μπρέννα ως την ενηλικίωση της Μόργκανς) πρέπει να γίνει πιο φανερό. Και φυσικά η εξήγηση του γιατί έγιναν όλα αυτά είναι στον αέρα. Αν μιλούσαμε για έναν παντοδύναμο θεό που έτσι του κάπνισε κι έτσι έκανε θα το δεχόμουν. Αν μιλούσαμε για έναν θεό που ακολουθεί κάποια επιταγή του πεπρωμένου -ή κάποιου άλλου, ισχυρότερου θεού,της Μοίρας ίσως;- και πάλι θα το δεχόμουν, αλλά έτσι δεν με αφήνεις να καταλάβω ούτε το ένα ούτε το άλλο. Edited October 8, 2010 by Naroualis Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.