Jump to content

Ένα Ουράνιο Τόξο στο Στομάχι μου


Stanley

Recommended Posts

Βία:Όχι

Σεξ:Ναι

Λέξεις:2300

Σχόλια: Όχι κάτι το ιδιαίτερο, αλλά ακόμα κι εμείς οι απαισιόδοξοι έχουμε ανάγκη για λίγη καβλάντα.

 

edit: In the Cage

 

 

 

Το δεξί μου αφτί είχε διπλό πρόβλημα, αφού και βούιζε από τα απανωτά κουδουνίσματα, και βάραινε, κόντευε να ξεριζωθεί σχεδόν, από το βάρος του ακουστικού που κρεμόταν για ώρες από το ροδαλό μου πτερύγιο. Την Λένα την είχα δει από μέρες σε ένα μακρινό γραφείο να απαντάει χαμογελαστή στους πελάτες και να τους πληροφορεί για πράγματα που εκείνοι μπορούσαν γρήγορα και τσάμπα να βρουν στο διαδίκτυο, αλλά προτιμούσαν να πληρώνουν μερικά ευρώ το λεπτό και να σμπαραλιάζουν τα δικά μου νεύρα. Μα, πώς περίμεναν να ξέρω ποιο είναι το τηλέφωνο του κυρίου Χαμπουραμπί, εκείνος δεν πρέπει καν πράσινη κάρτα να είχε! Εδώ, να μου πεις, ο άλλος γύρευε να βρει ΄΄ ποτάμι που διασχίζει τις Σέρρες, έντεκα γράμματα΄΄ ή, ακόμα χειρότερα, ΄΄ τι φαγητό να μαγειρέψει το βράδυ΄΄. Εγώ σε όλα αυτά τράβαγα τα μαλλιά μου, πατούσα το mute και γαμωσταύριζα, αλλά εκείνη... εκείνη καλημέριζε, ευχαριστούσε, παρακαλούσε, χαμογελούσε και καληνύχτιζε. Αν είχε λουλούδια μαζί της, θα τα έβαζε πάνω στο ακουστικό για να φτάσει η ευωδιά μέχρι τον πελάτη και να φτιάξει η μέρα του. Και πάντα τα μαύρα της μαλλιά χώνονταν σε γυαλιστερές τούφες στο αυλάκι ανάμεσα στα στήθια της.

 

Είχαμε ανταλλάξει μερικά άκακα βλέμματα και λίγα σκόρπια ΄΄γεια΄΄ , αλλά δεν τολμούσα να κάνω την πρώτη κίνηση γιατί... γιατί έτσι! Τι σόι συγγραφέας θα ήμουν αν δεν με κατέτρεχαν μια ντουζίνα ανασφάλειες και λίγες πρέζες δισταγμού; Εκείνο το απόγευμα, όμως, τα πράγματα ήταν χειρότερα από το συνηθισμένο. Ο θυρωρός μου ευχήθηκε καλό απόγευμα κι εγώ τον διαολόστειλα, την πόρτα την κλώτσησα με την φτέρνα του παπουτσιού μου για να κλείσει, σε μια κίνηση που αν με έβλεπες θα θυμόσουν εκείνο το υπέροχο τακουνάκι του Ζιζού στον αγώνα με την Παραγουάη. Δεν ήταν μόνο ότι είχα αργήσει με αποτέλεσμα να τσακωθώ με τον προϊστάμενο, αλλά κι ο τελευταίος πελάτης πριν φύγω είχε τολμήσει –αν είναι δυνατόν- να με αποκαλέσει νευρόσπασμα, μια δήλωση που προφανώς δεν γινόταν να μην προκαλέσει ένα πεντάλεπτο φρενιασμένου ξεσπάσματος από μέρους μου. Σε αυτή μου την κατάσταση, όταν την είδα να έρχεται κατά το μέρος μου, με το μενεξεδί της κασκόλ να ανεμίζει παρέα με τα μαλλιά της, δεν ξέρω, ένιωσα ότι η διάθεσή μου δεν μπορούσε να πιάσει κι άλλο πάτο και ότι μια επαφή μου μαζί της μόνο καλό θα μου έκανε. Τα χέρια της, χωμένα σε δυο κουφετένια γαντάκια, αγκάλιαζαν σφιχτά ένα πάκο βιβλία. Ίσως ήταν το παγωμένο αεράκι του Νοεμβρίου που μου άνοιξε το στόμα, ίσως και το άρωμα του λαιμού της, αλλά σημασία έχει ότι δεν την άφησα να απομακρυνθεί από δίπλα μου και την άρπαξα με εκείνα τα αποστομωτικά λόγια:

΄΄Γεια σου΄΄

Εντάξει, ήταν ένα καλό πρώτο βήμα, αφού κατάφερα και την σταμάτησα. Στη συνέχεια βελτιώθηκα πραγματικά: της πρότεινα να πάμε να διαβάσουμε μαζί στη βιβλιοθήκη. Εκείνη απόρησε πώς θα μπορούσε να διαβάσει μια χημικός με έναν μηχανικό, ωστόσο εγώ την διαβεβαίωσα ότι αυτό ήταν το πιο απλό πράγμα στον κόσμο.

΄΄Μα, φυσικά! Είναι ό,τι πιο σύγχρονο στο χώρο της επιστήμης η συνεργασία των κλάδων μας. Εξάλλου, δεν έχεις ακούσει για τους χημικούς μηχανικούς; Τι νόμιζες πως είναι αυτοί;΄΄

Εγώ απόρησα με τα λόγια μου και πιο πολύ ίσως με εκείνη, που καθόταν ακόμα μπροστά μου και με ανεχόταν. Ωστόσο, χαμογέλασε. Χαμογέλασε! Τότε, μήπως...;

΄΄Κοίτα, ας αφήσουμε το διάβασμα και πάμε μια βολτίτσα έξω από την πόλη. Είναι ένα μέρος ιδανικό για να χαλαρώσουμε και να ξεφύγουμε΄΄

Δέχτηκε, πώς αλλιώς, χαμογελαστή και σε λίγο βρισκόμαστε μέσα στο λεωφορείο. Προσφέρθηκα να της κρατήσω τα βιβλία, όχι τόσο από προσποιητή ευγένεια, όσο από μια αγωνιώδη προσπάθεια να σταματήσω τα χέρια μου να τρέμουν. Μερικές αδιάφορες αναφορές στη δουλειά, περισσότερες βαρετές συζητήσεις για τη σχολή και πολλά συναρπαστικά βλέμματα στο άνοιγμα κάτω από το λαιμό της, έτσι πέρασε το ένα τέταρτο της διαδρομής που το θεώρησα πετυχημένο, αφού μπέρδεψα ελάχιστα τα λόγια μου και συγκράτησα τα μάτια μου, περίεργο πώς, σε ευπρεπή όρια μέσα στις κόγχες τους. «Πάμε καλά, πάμε καλά» συνέχιζα να επαναλαμβάνω μέσα μου. «Πας καλά, ρε!»

 

Δέκα λεπτά αργότερα είχαμε βγει έξω από την πόλη, εκεί που τα σπίτια ήταν αραιά και μόνο τα πανεπιστήμια έδιναν λίγη ζωή σε αυτό το κομμάτι της επαρχίας. Χρειάστηκε να περπατήσουμε για λίγο ακόμα, αλλά μόλις φτάσαμε στο χωράφι με τα στάχυα είδα στα μάτια της ότι άξιζε τον κόπο.

΄΄Είναι όμορφα και ήρεμα΄΄ είπα, με έναν τόνο που ίσως φανέρωνε ένα αδικαιολόγητο ερωτηματικό στο τέλος. Ατένισα τα χρυσωπά κλωνάρια, σκεπασμένα με την υγρασία της ατμόσφαιρας, και για πρώτη φορά αισθάνθηκα άτυχος που ήταν μελαχρινή και όχι ξανθιά. Γαμώτο! Θα ήταν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να εκφράσω όλη την ευφράδεια και την πρωτοτυπία μου, παραλληλίζοντας τα μαλλιά της με τα υπέροχα και πανέμορφα στάχυα που λικνίζονταν στο σφύριγμα του φθινοπωριάτικου αέρα. Ας είναι.

Καθίσαμε κάτω και τα παντελόνια μας έγιναν μούσκεμα από την πάχνη. Κατέπνιξα με δυσκολία την σκέψη να της προτείνω να τα βγάλουμε για να στεγνώσουν και αντ ΄αυτού σχολίασα την αταραξία του τοπίου γύρω μας. Το νοτισμένο χώμα μύριζε ψωμί και βροχή. Η ένταση της ημέρας είχε φύγει μακριά μου και έκανα ότι κοίταζα κάπου στον ορίζοντα, για να δείξω ότι ήμουν ένας κουλ τύπος. Ήμασταν ολομόναχοι. Με την άκρη του ματιού μου έβλεπα ότι κι εκείνη κοίταζε πέρα, ωστόσο ανατρίχιασα όταν κατάλαβα το χέρι της πάνω στο δικό μου. Χρειάστηκε να γυρίσω το κεφάλι μου για να διαπιστώσω ότι όντως ήταν το χέρι της κι όχι κάποιο ποντίκι, για παράδειγμα. Όχι πως το χέρι της είχε καμία σχέση με το συμπαθές τρωκτικό, αλλά, καταλαβαίνεις, μου ήταν δύσκολο να πιστέψω μια τόσο θετική εξέλιξη. Όταν άρχισαν να πέφτουν οι πρώτες σταγόνες, είχαμε έρθει τόσο κοντά που μύριζα τη μέντα από το στόμα της. Όταν η βροχή δυνάμωσε, την γευόμουν στο δικό μου.

 

Κάναμε έρωτα μέσα στα στάχυα, με τη βροχή να σβήνει την κάψα από τα κορμιά μας και να εξατμίζεται ακαριαία, όπως το πιτσίλισμα πάνω σε μια σόμπα. Ένιωθα τα νύχια της να γρατσουνάνε τη πλάτη μου και μερικές φορές δεν μπορούσα να τα ξεχωρίσω με τα κλωνάρια που μπλέκονταν ανάμεσα στα δάχτυλά της. Τα ρούχα μας κολλούσαν μουσκεμένα πάνω στο δέρμα μας και το δέρμα του ενός κολλούσε στο δέρμα του άλλου.

 

Η βροχή σταμάτησε λίγα δευτερόλεπτα μετά από εμάς. Την είχε ομορφύνει ο έρωτάς μου ή απλά το δέρμα της κέρδιζε από την ενυδάτωση; Καθώς είχαμε σηκωθεί και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι είχε συμβεί, εκείνη να δείξει ντροπαλή κι εγώ ψύχραιμος, ο ουρανός είχε στερέψει εντελώς και τα σύννεφα άρχισαν να διαλύονται. Τότε εμφανίστηκε ψηλά το ουράνιο τόξο, μια πολύχρωμη διάφανη αψίδα που άρχιζε στην δύση και τέλειωνε στην ανατολή. Αναρωτήθηκα αν πράγματι στην μια του άκρη βρισκόταν το καζάνι με τα χρυσά φλουριά που κυνηγούσαν τα ξωτικά, αλλά γρήγορα θυμήθηκα ότι δίπλα μου είχα έναν θησαυρό που δεν χωρούσε αμφισβήτηση. Ξαλαφρωμένος και ανέμελος, πήρα μια βαθιά ανάσα ανακούφισης και γέμισα τα πνευμόνια μου με όσον από τον ψυχρό αέρα χωρούσαν. Και τότε έγινε. Το ουράνιο τόξο εξαφανίστηκε από τα σύννεφα και την ίδια στιγμή το ένιωσα να χώνεται στο στομάχι μου. Γλίστρισε μέσα μου, ελαφρύ και διακριτικό, και η γεύση του μου θύμισε τροπική φρουτοσαλάτα, γαρινιρισμένη με σαντιγύ.

 

Γύρισα αργά το κεφάλι μου κατά την Λένα. Με κοίταξε χαμογελαστή και μου χάιδεψε το μάγουλο, ανήξερη. Το ουράνιο τόξο μέσα μου αναδευτόταν και με κλωτσούσε απαλά, σαν μωρό. Έπρεπε να πω κάτι, έπρεπε να πω κάτι! Μα, πού να το ήξερα; Ήμουν ποτέ σε θέση να το προβλέψω; Μόλις άνοιξα το στόμα μου και γαργάλησα τις φωνητικές μου χορδές για να προφέρω κάποια έξυπνη ατάκα, από τα χείλη μου ελευθερώθηκαν λεπτές, ημιδιάφανες, λαμπυρίζουσες κορδέλες σε όλα τα χρώματα τας ίριδας. Καθόλου ήχος, μόνο μικροσκοπικές αναπαραστάσεις του ουρανοδόξαρου, που ένα-δυο δευτερόλεπτα μετά την εμφάνισή τους ξεθώριαζαν στην ατμόσφαιρα σαν καπνός. Για πρώτη φορά όσο την θυμόμουν, το χαμόγελο της Λένας πάγωσε. Πετάχτηκε πάνω, άρπαξε τη ζακέτα και το κασκόλ όπως όπως στην αγκαλιά της και το έβαλε στα πόδια. Απέμεινα μόνος ανάμεσα στα στάχυα, με την παλαίτα των χρωμάτων να αναπαύεται πάντα στα σωθικά μου.

 

Σκεφτείτε τώρα, σε πόσο δύσκολη θέση βρισκόμουν. Τηλέφωνα την πήρα αρκετά, αλλά μετά τις δυο πρώτες φορές που το σήκωσε και δεν άκουγε τίποτα –μόνο εγώ έβλεπα τα χρώματα να τυλίγουν το κινητό μου σαν γιορτινό περιτύλιγμα δώρου- οι κλήσεις μου παρέμεναν απελπιστικά αναπάντητες. Στα μηνύματα που τις έστειλα, καμία ανταπόκριση, και οι ορχιδέες, με σοκολατάκια γέμισης κεράσι χωμένα στην ανθοδέσμη, επιστράφηκαν –εκσφενδονίστηκαν, καλύτερα- στο πρόσωπο του πράκτορα, παρά την μακροσκελέσταση και γεμάτη συναίσθημα επιστολή που τις συνόδευε. Τι μπορούσα να κάνω; Η αδερφή μου έλειπε σε άδεια και ήμουν μόνος στο σπίτι, σε ποιον μπορούσα να μιλήσω; Δεν ήμουν σε θέση καν να πάρω τηλέφωνο στην δουλειά και να πω ότι ήμουν άρρωστος.

 

Τις τρεις (3!) μέρες που έμεινα κλεισμένος στο σπίτι τις εκμεταλλεύτηκα κάνοντας μια γερή επανάληψη στην σπαγγέτι τριλογία του Λεόνε και σε ένα διόλου περιφρονήσιμο κομμάτι του Στάινμπεκ που είχα στη βιβλιοθήκη μου. Δεν μπορούσα να τα απολαύσω καθόλου, όμως, γιατί το μυαλό μου έτρεχε συνεχώς σε εκείνη –ακόμα ανατριχιάζω στην ανάμνηση του Ίστγουντ να ξεπαστρεύει τον Αγγελομάτη στην τελική αριστουργηματική σκηνή, με το κεφάλι της Λένας πάνω στους ώμους του. Το μόνο θετικό σε όλη αυτήν την ιστορία ήταν ότι δεν χρειαζόταν να τρώω, και αυτό σημαίνει πάρα πολλά για κάποιον που με ξέρει καλά. Αλλοίμονο, το ουράνιο τόξο δεν έλεγε να χωνευτεί -και δεν είχα λόγο να πιστέψω ότι θα χωνευόταν ποτέ- αλλά το ένιωθα συμπαγές μα απαλό, ακέραιο, σαν ένα παρδαλό καράβι που επέπλεε στα υγρά του στομαχιού μου, να με χορταίνει όλη την ώρα, με εκείνη την –υπέροχη και δροσιστική, δεν μπορώ να πω- επίγευση των τροπικών φρούτων, κυρίως σμέουρων και ροδιού, να μην φεύγει από το στόμα μου. Δεν παρέλειπα, βεβαίως, κάθε πέντε λεπτά να ανοίγω το παράθυρο περιμένοντας τα σύννεφα να πυκνώσουν, ελπίζοντας ότι ο απρόσκλητος πολύχρωμος επισκέπτης μου θα γοητευτόταν από τη μυρωδιά της βροχής και θα το έσκαγε από μέσα μου, τόσο ανεξήγητα όσο είχε εμφανιστεί. Βεβαίως, τίποτα απολύτως δεν συνέβαινε, ούτε ακόμα κι όταν γινόμουν μπλε καθώς σφιγγόμουν με μανία για να το βγάλω από μέσα μου.

Την τρίτη μέρα είχα πια βαρεθεί, αλλά αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Βλέπεις, ένας κόμπος δέθηκε στον λαιμό μου ξαφνικά και άρχισα να δυσκολεύομαι στην αναπνοή, λες και οι κορδέλες του ουράνιου τόξου μου έσφιγγαν τα πνευμόνια. Σύντομα συνειδητοποίησα ότι το ουράνιο τόξο μέσα μου φούσκωνε, έτσι που πίεζε το διάφραγμά μου προς τα πάνω. Καταλαβαίνεις την τόσο δυσάρεστη θέση μου! Έπρεπε να βάλω ένα τέλος σε αυτήν τη φάρσα, αλλά πώς; Έτρεμα και μόνο στην σκέψη -ίδρωνα, δαγκωνα τα χείλια μου, ξεφυσούσα- να την αντιμετωπίσω κατά πρόσωπο μετά την άτακτη φυγή της πριν από 3 μέρες. Αλλά εκείνο το άτιμο ήταν απτόητο, μεγάλωνε ίδια όπως ένα μωρό μέσα στην κοιλιά μου -θυμάμαι ότι ξαναχρησιμοποίησα την ίδια παρομοίωση, αλλά πραγματικά έτσι ήταν!- και μου έκοβε ολοένα και περισσότερο την ανάσα. Δεν είχα περιθώριο, έπρεπε να την αντιμετωπίσω –κι εκείνη και τους φόβους μου.

 

Ήταν βράδυ και η νύχτα μου θύμιζε τα μαλλιά της. Μόλις την είδα να κατεβαίνει τα σκαλιά, φαντάστηκα τη γλώσσα μου να ξετυλίγεται έξω από το στόμα μου και τα χέρια μου να προσπαθούν να την συμμαζέψουν. Μόλις με είδε να περιμένω στα σκαλιά, το μέλι που γυάλιζε στην επιδερμίδα της μαράζωσε και τα πόδια της πήδηξαν στο απέναντι πεζοδρόμιο. Για πρώτη φορά με σιγουριά στην ζωή μου, έβγαλα τα χέρια από τις τσέπες και την κυνήγησα. Την έφτασα, την τράβηξα από τον αγκώνα προς το μέρος μου και αντίκρισα τα μαύρα μάτια, την υπέροχη μύτη, τον μακρύ λαιμό και ...αυτό που προφανώς ακολουθεί λίγο πιο κάω. Με κοίταξε αρχικά ενοχλημένη, αδιάφορη στη συνέχεια. Εκείνη η αδιαφορία, όμως, ήταν χειρότερη από κάθε πιθανή εκδήλωση δυσαρέσκειας! Για το Θεό, στεκόμουν μπροστά σου, ανήμπορος κι ερωτευμένος, με ένα στόμα που έκρυβε πεταλούδες για χάρη σου, βαριανασαίνοντας, τρέμοντας σαν φρεσκοψημένη κρέμα, κι εσύ δεν έκανες καν τον κόπο να με κοιτάξεις! Για μια στιγμή έγινα μια τσίχλα που την είχαν φτύσει και κολλήσει με την μύτη του παπουτσιού στο πλακάκι του πεζοδρομίου, και με δυσκολία μπορούσα να την δω εκε ψηλά που βρισκόταν. Αλλά το είχα ήδη κουράσει το ζήτημα. Δεν με ενδιέφερε τι θα γινόταν, ξεκόλλησα από τον πάτο και άνοιξα τα χείλια μου με σκοπό να προφέρω κάτι σαχλό, κάτι όσο πιο ευτελές και του συρμού μπορούσα, αλλά μόνο τα χρώματα βγήκαν από εκεί μέσα, χαιδεύοντας το πρόσωπό της. Αυτό που ακολούθησε, δεν το περίμενα ποτέ από εκείνη. Μήπως ήταν μια ακόμη παρενέργεια, μια παραίσθηση από την παραφορά μου; Ή κάποιο διαβολάκι συνείδησης που είχε μπουχτίσει μαζί μου και με χαστούκισε για να μπορέσω να ανακτήσω όσην από την αξιοπρέπειά μου είχε απομείνει; Όχι, ήταν σίγουρα η παλάμη της που είχε σκάσει στιγμιαία πάνω στο μάγουλό μου, αφήνοντας αμέσως μετά ένα ρόδινο αποτύπωμα. Και θα την έβριζα –ναι, θα την έκανα σκουπίδι!- αν ταυτόχρονα δεν ένιωθα το στομάχι μου να αδειάζει. Ξαλάφρωσα, το μωρό είχε επιτέλους γεννηθεί, και η ανάσα άρχισε να μπαινοβγαίνει φρέσκια στα λαίμαργά μου πνευμόνια. Το είχα φτύσει σαν ένα κουκούτσι.

 

΄΄Ευχαριστώ!΄΄ ήταν τα πρώτα λόγια που ξεστόμισα μετά από τρεις (3!) ολόκληρες μέρες και ήταν σαν να μην είχα πάψει ποτέ να μιλάω.

 

Εκεί ακριβώς τέλειωσε για μένα αυτή η ιστορία, αυτή η νύχτα. Δεν θυμάμαι τι έγινε μετά, πώς έφυγε εκείνη, πώς με αντιμετώπισε, αν νοιάστηκε να πει το παραμικρό ή αν με κοίταξε καν. Δεν θυμάμαι ούτε πώς γύρισα σπίτι και τι έφαγα αργότερα για να ξεπλύνω την γεύση των φρούτων από το στόμα μου. Ίσως χαντάκωσα κάθε λεπτομέρεια στο υποδυνείδητο, ίσως πάλι το φιλμ της ταινίας να τέλειωσε και να μην φάνηκε καμία εικόνα. Σημασία έχει πως από τότε δεν ξαναέκανα, σε καμία περίπτωση και μακριά από κάθε πειρασμό, έρωτα μέσα στην βροχή και ότι το μόνο που θυμάμαι –όπως είμαι σίγουρος και πολλοί άλλοι που είχαν την τύχη να βρεθούν παραδίπλα- είναι ο σκοτεινός ουρανός, άδειος από αστέρια και σύννεφα, μα με ένα πελώριο, λαχταριστό ουράνιο τόξο να κρέμεται σαν σκουλαρίκι από πάνω του.

Edited by Stanley
Link to comment
Share on other sites

Όμορφο, γλυκό, ρομαντικό, μελαγχολικό και κατά τόπους αστείο. Μου άρεσε, αν και αυτή τη μεταφορά με το ουράνιο τόξο δε νομίζω ότι την πολυκατάλαβα.

 

...αλλά δεν τολμούσα να κάνω την πρώτη κίνηση γιατί... γιατί έτσι!

Πόσες πολλές, καταραμένες φορές δεν είναι αυτό αλήθεια;

Link to comment
Share on other sites

Άγγελε, είχα στο μυαλό μου αυτό που λένε ότι

όταν είσαι ερωτευμένος έχεις πεταλούδες στο στομάχι σου, και το παράλλαξα λίγο, με επιρροή από ένα τραγούδι των Genesis.

 

 

thmbup.gif

Link to comment
Share on other sites

Ωραίο κείμενο, πολύ γλυκό αν και ούτε εγώ μπόρεσα να καταλάβω τι έγινε από τη μέση ως το τέλος. Το μόνο που μπορώ να εικαστώ είναι ότι

ο τυπάς μετά έπαθε κάτι ανάμεσα σε "ντροπή" και "μαλακία εγκεφάλου" να το πω και τα χρώματα ήταν διάφορες βλακείες που έλεγε και την ψύχραναν, εκτός και αν δεν σκόπευες κάποιο υπαινιγμό και απλά έβγαζε χρώματα.

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

πολύ όμορφο, και σταθερό...(με δυνατή) γλώσσα....και με άγγιξε, κάτι που είναι ο σκοπός αυτών των ιστοριών..

 

Αλήθεια...δεν είναι πολύ σπαστικό να μην έχεις τι να πεις στην άλλη? και όταν την γνωρίζεις και κάποιες μέρες μετά....πολύ δύσκολα μπορώ να βρω πράγματα να μιλήσουμε..

Link to comment
Share on other sites

Νικολή, κάπως όπως το είπες είναι...Εγώ, προσωπικά, του δίνω μια πιο κυνική διάσταση,

ότι δηλ. μόλις εκείνος την ερωτεύτηκε, εκείνη σαν να ξενέρωσε. Δεν έλεγε τίποτα άσχημο, απλά άφησε το νευρικό υφάκι και ήθελε περισσότερα, όμως εκείνη (η άκαρδη) ήθελε μόνο να παίξει. Γιατί, στο κάτω κάτω, δεν είναι μόνο αυτές αισθηματίες.

 

Συγγνώμη, κυρίες μουholiday.gif

 

Εκπλήσσομαι πάντως που το βρίσκετε ΄΄γλυκό΄΄. Είναι αυτό που λένε, ότι το έργο αποδεσμεύεται μόλις φεύγει από τα χέρια σου!

Link to comment
Share on other sites

Χμμ.... Η ιδέα είναι πολύ καλή και πρωτότυπη. Η χρήση της λίγο διφορούμενη, καθώς

το ξενέρωμα της κοπέλας

έρχεται κάπως σε αντίφαση με την, έτσι κι αλλιώς δεδομένη, αλλά και τονισμένη από εσένα, ομορφιά και γαλήνη που αποπνέει η εικόνα του τόξου. Μία αντιστροφή αυτού του συμβόλου θα είχε πολύ ενδιαφέρον, αλλά δε βλέπω να την υπηρετείς ώστε να τονιστεί αρκετά.

 

Από κει και πέρα, δυστυχώς πρέπει να το πω, αλλά γλωσσικά, το παρακάνεις. Όχι μόνο το

κάνοντάς με να εύχομαι να ήμουν τρίχες

μοιάζει από άστοχο έως απωθητικό, ξαναχρησιμοποιείς σε πολύ σύντομο διάστημα το ίδιο σχήμα

(ευχόμουν να ήμουν κάποιος τόμος του Δον Κιχώτη)

, και ξανά με αταίριαστο τρόπο. Γενικά, αυτά τα εμβόλιμα σημεία εξυπνακίστικου χιούμορ μου φάνηκαν εντελώς παράταιρα με το ρομαντικό - μαγικό ύφος του κειμένου. Καταλαβαίνω τη χρησιμότητά τους (αν και όχι και τόσο την εφαρμογή τους), καθώς ο τελικός σκοπός της ιστορίας δικαιολογεί ένα τέτοιο ύφος, αλλά τότε θα έπρεπε να περιορίσεις ΠΑΡΑ πολύ το λυρισμό. Ο οποίος, αν και υπάρχουν στο κείμενο μερικά πραγματικά όμορφα σημεία, αλλού γίνεται φορτικός και υπάρχουν κάποιες εκφράσεις μάλλον άστοχες, οι οποίες τον κάνουν να μοιάζει μάλλον αυτοσκοπός (συμπαγές, απαλό και ακέραιο σαν κουτάβι; ).

 

Τι κατάλαβα;

Το ουράνιο τόξο είναι η γλυκιά χαύνωση, η σαχλή αίσθηση του έρωτα που έχει μείνει στον τύπο, κι αυτός δεν μπορεί να τη "χωνέψει", όσο κι αν βλέπει γύρω του τη ματαιότητα, και το χαστούκι έρχεται σαν το απαραίτητο σοκ για να ανοίξει τα μάτια του.

Αυτό είναι πολύ καλό και θα έπρεπε να το κρατήσεις, και ο συμβολισμός του τόξου ταιριάζει. Η αντίδραση της κοπέλας σε αυτό πάλι, καθόλου.

Το να βγάζει κάποιος χρώματα και αρώματα φρούτων από το στόμα του είναι, αν μη τι άλλο, όμορφο, αινιγματικό και γοητευτικό.

Η άποψή μου είναι ότι ο τύπος απλά θα έπρεπε να μην μπορεί να μιλήσει, αλλά το ουράνιο τόξο αυτή να μην το βλέπει ποτέ.

 

Ίσως είμαι πολύ αυστηρός, αλλά πιστεύω ότι αντέχεις, και να ξέρεις ότι όταν έχει κάποιος τόσα πολλά να παρατηρήσει, ακόμα κι αρνητικά, είναι γιατί κάτι αξίζει εδώ πέρα. Και η ιδέα σου εδώ έχει περισσότερα να δώσει.

 

ΥΓ: Να διαγραφεί πάραυτα αυτό με το τρία (3!). Νόμιζα ότι τελικά κάτι θα έπαιζε με αυτό τον αριθμό, αλλά απλά πεταγόταν εκεί σαν ξέρεις τι...

Edited by aScannerDarkly
Link to comment
Share on other sites

Σκάνερ, έχεις καταλάβει ότι η αυστηρότητα σε καμία περίπτωση δεν με ενοχλεί, αρκεί να είναι εύστοχη και ευθεία, όπως εδώ. Τώρα, η αλήθεια είναι πως την ιστορία δεν την πήρα καθόλου στα σοβαρά, μάλλον αψήφιστα την έγραψα, για αυτό και τα ΄΄εξυπνακίστικα΄΄ και ΄΄΄άστοχα΄΄ που, πολύ σωστά, επισημαίνεις! Με εφαλτήριο τα σχόλιά σας, ίσως του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία και το ξανακοιτάξωthmbup.gif

 

Δεν ήταν κουτάβι, αλλά καράβι!Ήθελες να πεις κάτι άλλο;

 

Σχετικά με το τρία (3!), δεν φταίω εγώ που είσαι εσύ πονηρός! Απλώς υπογράμμιση του αριθμού ήθελε να δηλώσει...

Link to comment
Share on other sites

Ναι, με πρόλαβε ο Scanner παραπάνω. Δε θέλω να επαναλάβω ακριβώς τα ίδια αφού σχεδόν σε όλα συμφωνώ. Και ειδικά στα γλωσσικά.

 

Οι δύο εικόνες σύμβολα μου έπεσαν λίγο βαριά.

 

Τόξο και χρώματα απ' το στόμα του ήρωα. Και γίνεται ακόμα βαρύτερο το πράμα όταν ανακατεύεις σε άνισες ποσότητες γεύσεις και μυρωδιές, αρκετές φορές μέσα στο κείμενο.

 

Προτιμούσα να μείνεις στο ένα και να δουλέψεις αυτό. Το διήγημα είναι μικρό για ν' αντέξει παραπάνω. Θέλω τη μία γαμάτη εικόνα/αίσθηση να πιαστώ και να γουστάρω.

 

 

Δε ξέρω αν ο τύπος θα μπορούσε να μιλήσει στην κοπέλα στο τέλος. Ξέρω όμως αυτό: ο λυρισμός που αποπνέει η πολύ όμορφη εικόνα -το καλύτερο σημείο σου- με τον τύπο που μιλάει

χρώματα κι αρώματα

θα αντισταθμίσει και με το παραπάνω την λιτή γραφή που οφείλεις σε μια τέτοια ιστορία και θα την απογειώσει τόσο που δε θα το πιστεύεις. Δεν ξέρω τι θα κάνεις, αλλά επειδή σε κάθε σου ιστορία έχεις αλήθεια κάτι πολύ ωραίο να πεις, αξίζει να το προσπαθήσεις. Ακόμα κι αν πρέπει να γράψεις με το ένα δάχτυλο.

 

Εγώ κατάλαβα αυτά που κατάλαβε κι ήρωάς σου στην τελευταία παράγραφο. ( Πριν την γράψεις, αλλά σου αναγνωρίζω το δικαίωμα :p ) Και αλήθεια δε με νοιάζει να καταλάβω τίποτα παραπάνω και ειδικά για την κοπέλα. Αυτή κατά τη γνώμη μου είναι η δύναμη μιας ερωτικής ιστορίας όταν την αφηγείται (ειδικά στο πρώτο πρόσωπο) ο ένας εκ των δύο. Αυτή η μυωπική και μονόφθαλμη αφήγηση είναι η μόνη πραγματικότητα. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι;

 

Λέει ο Scanner:

Ίσως είμαι πολύ αυστηρός, αλλά πιστεύω ότι αντέχεις, και να ξέρεις ότι όταν έχει κάποιος τόσα πολλά να παρατηρήσει, ακόμα κι αρνητικά, είναι γιατί κάτι αξίζει εδώ πέρα. Και η ιδέα σου εδώ έχει περισσότερα να δώσει.

Συμφωνώ και επαυξάνω.

 

Και τέλος: Πίστεψέ με, τρεις μέρες δεν είναι τόσο πολλές (ούτε τόσο λίγες αν εκεί το πήγαινες) ώστε να τις βάζεις σε παρένθεση με θαυμαστικό!

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..