NIKANTHI Posted January 25, 2011 Share Posted January 25, 2011 Όνομα Συγγραφέα:Νικος Παναγιωτου Είδος: τρόμος Βία;Ναι Σεξ; Ναι Αριθμός Λέξεων: 2754 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Ε Ν Α Π Ο Τ Ο Α Κ Ο Μ Α «Πάμε σπίτι »τρυφερά, ναζιάρικα μου το ζήτησε. «Όχι ,μωρό μου για ένα ακόμα ποτό.. Dizzy τι λες?» «Κουρασμένη είμαι ρε Νίκο, το πρωί ποιος σηκώνεται» «Έλα ρε πάμε για ένα ποτό,» μαραζωμένος ακουγόμουν ,το αφιέρωμα στους Manowar δεν παίζει να το έχανα, αποκλείεται. «Καλά μην αργήσουμε όμως» «Φύγαμε.» Τα κράνη φορέσαμε, στο μοτορι πήδηξα fazer μαύρο ,τα κλειδιά στην κλειδαριά τα έχωσα, μίζα κελάηδησε ,ο ήχος με διέγειρε με έφτιαχνε, το τιμόνι έσφιξα . «Είσαι έτοιμη?» «Ναι.» Γύρισα το γκάζι, τον συμπλέκτη απαλά άφησα, οι ρόδες κύλησαν, ομίχλη, το είπανε ο καιρός θα χάλαγε ,κρύο υγρασία ,οι δρόμοι άδειοι ,Δευτέρα ξημέρωνε ,από Βενιζέλου έστριψα, στον Φάρο χώθηκα. «Γέμισε το.» Η αντλία ήχησε, η μηχανή χόρτασε, φαί ήθελε . «30 ευρώ.» Την αντλία κοίταξα, 1.63 το λίτρο, εγκεφαλικό, που πάμε ρε γαμωτο, αναρωτήθηκα. Πλήρωσα, πάλι μπρος, άντε γεια …. Λαγκαδά με Αγίου Δημητρίου το φανάρι κόκκινο, κόβω σταματώ, αυτό περίμενα και ο ίδιος πεινούσα, ένταση ήθελα, για αδρεναλίνη διψούσα, πράσινο, ανοίγω πρώτη δευτέρα υπερστροφη το λάστιχο τσίριξε στην άσφαλτο κόλλησε, πλαγιάζω μια ελαφριά στροφή με πέταξε, στα φρένα πλακώνομαι η πίσω ρόδα μάγκωσε κολιά και στοπ την Μοναστηρίου έβλεπα, απαλά έπιασα το πόδι της Μαρίας, την χάιδεψα . «Κόψε τις μαλακιές θα κατέβω.» «Ααχαχ εντάξει το υπόσχομαι.» Από τον ενθουσιασμό παρασύρθηκα, παρορμητικός όπως πάντα δεν κρατήθηκα, αφέθηκα. Ναι ,τα βρισιδια μου άξιζαν ,η Μαρία γούσταρε αλλά φοβόταν, με εμπιστευόταν αλλά εκείνη την ώρα που από την πίεση νιώθεις το κεφάλι σου να εκρήγνυται τι να σκεφτείς, τι να πεις, δίκιο είχε, ντουμπεκιαστικα, τη βραδιά να μην την χαλούσα, ώρες- ώρες ήμουν μαλακας αλλά ήξερα που να το κόβα . Ξεκίνησα Δωδεκανήσου, μια παρέα από μπάτσους έξω από το τμήμα πηγαδάκι έστησαν, πάλι τι έλεγαν, αντί να ψάχνουν εκεί την έπεφταν, συνετά αλλά γοργά απομακρύνθηκα, έφτασα Τσιμισκη, στο Σαββίκο πανικός, το καλό σουβλάκι κρίση -ξεκρίση πάντα το εκτιμάς, χρόνια μαγαζί που διανυκτέρευε, ευκαιρία να παρκάρουμε, ανέβηκα το πεζοδρόμιο. «Κατέβα». Πλαγιοστατης, το πόδι μου σήκωσα, έσκυψα, το λουκέτο έβαλα, το κράνος κλείδωσα, γύρισα την κοίταξα, έβραζε θα με σκότωνε, το βλέμμα της το έδειχνε, το μαχαίρι τις έλειπε, μόνη της ξεκίνησε. «Μαρία περίμενε.» Γοργά περπάτησα το χέρι της έπιασα. «Σταμάτα, εντάξει λάθος μου δεν θα το ξανακάνω,» χαμογελούσα. «Άσε με» το χέρι τις τράβηξε « φοβάμαι κατάλαβε το, μόνος κάνε ότι θες μα έμενα θα με σέβεται, αλλιώς» …. «Αλλιώς τι» …. «Δεν ξανανεβαίνω, τελείωσε.» «Καλά -καλά πάμε τώρα» δεν την πίστεψα «εντάξει…. πάμε να διασκεδάσουμε.» Το κράνος τις πήρα και προχωρήσαμε, διστακτικά από το χέρι την έπιασα, δέχτηκε ,μου το έδωσε εντάξει η ανακωχή θεσπίστηκε, στρίψαμε δεξιά στο στενό κατηφορίσαμε όλα τα μαγαζιά άδεια, το Dizzy βάραγε ,την πόρτα έσπρωξα, την κράτησα, μπήκε, η πόρτα έκλεισε ,στο metal l το μαγαζί παλλότανε, σεισμός, άκουσα με το που μπήκα Warriors of the World καλή αρχή ,το έργο θυμήθηκα τον Λεωνίδα τους 300, ένα φιλαράκι με πλησιάζει. “This is Sparta” του λέω, τον σπρώχνω, στον Καιάδα δεν έπεσε, στο σκαμπό χτύπησε, τον αγκάλιασα σταυρωτά τον φίλησα. «Καλά είσαι.» Το κεφάλι του κούνησε. «Ήρθες τα κατάφερες.» Όλα καλά, το μαγαζί σκοτεινό βαθύ διώροφο αλλά επάνω ποιος πάει, από αριστερά το μπαρ ,στο βάθος ο D.J. κρυμμένος , στο τοίχο μια tsoper κρεμόταν, από τον ουρανό κεριά τρεμόπαιζαν, χαμηλός φωτισμός ψεύτικα όλα ναι ,αλλά η αίσθηση παρέμεινε, μεταφέρεσαι ταξιδεύεις σε μια άλλη εποχή ,πας σε ένα κάστρο, χάνεσαι εκεί που τα ιδανικά, η τιμή ήταν το παν ,τώρα ..άστα αυτά.. ας πιούμε. Η σερβιτόρα έφτασε . «Μια stoli λεμονάδα και ένα comfort κόλα» Τα ποτά σερβιρίστηκαν και 3 σφηνάκια τεκίλας, κοιτάζω το φιλαράκι. «Για τον Λεωνίδα» χαμογέλασε. Τσουγγρίσαμε, καήκαμε ,τα ήπιαμε, αυτόματα χαλαρώσαμε, να και η Γωγώ συμπληρώθηκε τα καρέ, με την Μαρία φιλιά αγκαλιές, τι κάνεις.. τα κλασικά. «Κάτσε στην παρέα μας» της είπα. «Εννοείτε, με τον Βαγγελη είμαι». Μου τον έδειξε τον είδα ,χαιρετηθήκαμε τον κάλεσα και γίναμε 5 ,το βράδυ κύλησε, τα ποτά άφθονα, το κέφι ,η παρέα όπως πάντα τέλεια , η Μαρία το καημό της έλεγε για το τι με έμενα τραβαγε ,το πως ήρθαμε ,με έβριζε το άκουγα που και που ,όμως αυτό το νάζι με έπειθε, το κουμπί της το ήξερα, μια λέξη και τα πάντα τέλειωναν, τα χείλη της άνοιγαν και δεν τα έκλεινε και να ξημέρωνε αποκλείεται να σταματούσε, σαν το Ελληνικό χρέος ήταν αστείρευτη, χαχαχα γέλασα ,το σκέφτηκα ,το τόλμησα ,το είπα . «Rοχy» Ε αυτό ήταν, αυτόματα ξεκίνησε ακόμα μια βότκα, παρήγγειλα Depon δεν είχε το μαγαζί, ποτά θα πίναμε ,ο σκύλος μας, το Akita μας ,το έργο με τον Richard Gere θυμήθηκα, είμαι σινεφίλ τι να κάνουμε, στο σταθμό που για χρόνια τον περίμενε, την Μαρία να περίμενε όμως θα σταμάταγε ,δεν θα άντεχε, θα έφευγε μάλλον ,στο Dizzy θα πήγαινε, της το’ πα, πειράχτηκε αλλά γούσταρε. Χαμπάρι δεν πήρα πως η ώρα κύλησε, δυστυχώς όμως ο μόνος ήμουν, τον ώμο μου χτύπησε την ώρα μου έδειξε 4,30 , νόημα μου έκανε, απογοητεύτηκα αλλά κατανόησα, το κράνος από το μπαρ που το κρύψαμε μας το έφεραν , τους χαιρετίσαμε και το πάρτι αφήσαμε αγκαλιά ,αγκαζέ, ζαλισμένοι στο όριο ,το αλκοτέστ θα μας έσκιζε, στο fazer πήγαμε, το λουκέτο αφαίρεσα, το κράνος μου πήρα. «Πεινάς» την ρώτησα. «Όχι νυστάζω». «Ότι θες». Μπρος το έβαλα, το ζέστανα. «Καλό βράδυ». Ένα ταξί κάλεσε , ο ταρίφας φυσικά ευκαιρία δεν έχασε, η πιάτσα δίπλα, τον πούστι στο δευτερόλεπτο ,ούτε Καπτεν Κερκ να ήτανε.. αχ αυτά τα έργα. «Μαρία μην με ξενερώνεις, ξεκόλλα». Την πόρτα ήδη την άνοιξε. «Σου είπα, δεν ξανανεβαίνω τουλάχιστον όχι σήμερα, τα λέμε στο σπίτι» . «Καλά είμαι». «Το ξέρω, καλό βράδυ». Είδα τον ταρίφα, γομάρι, μια ουλή στο πρόσωπο του σε μαγνήτιζε, άλλο από αυτόν δεν έβλεπες, τρόμαξα ,ήμουν και κάπως, φοβήθηκα. «Εντάξει» έκανα τον κύκλο, μπροστά έκατσα. «Ρε Νίκο τι κάνεις». «Μαζί πάμε». «Και το μηχανάκι πάλι θα μας το κλέψουν» . «Σε αφήνω σπίτι και γυρνάω ..άντε». Πίσω έκατσε, τέτοια τις έκανα, να μην με αγαπήσει είναι δυνατόν, τζέντλεμαν όπως πάντα κύριος, τόσα γίνονται. «Πολίχνη στο τρίγωνο». Χάζευα δεν πρόσεξα πώς ο ταρίφας με κοίταζε, τον πρόσβαλα, προσωπικά χεστηκα, αλλά σε λίγο άλλα θα έλεγα. Το ταξίμετρο πριν τις ρόδες κύλησε, τι έγινε, φτάσαμε!!, όχι ακόμα δεν ξεκινήσαμε, 3 ευρώ για το καλημέρα για την μπουγάτσα και καλή σου όρεξη. Στον δρόμο μόνο ταξί έβλεπες με κουκούλα αναμμένη, στην πιάτσα γυρναγαν νεκρά, που λεφτά για έξοδο, από Αντιγονιδων έστριψε Διοικητηρίου ανέβηκε Δουμπιωτη ,Παναγία Φανερωμένη, Ζακκα, γειτονιά αριστερά και όλα ευθεία. «Εδω σταμάτα και πάλι πίσω γυρνάμε, το μηχανάκι εκεί το άφησα». Τα διακοπτόμενα πάτησε . «Περίμενε». Η Μαρία κατέβηκε. «Μισό…». Να την έβλεπα στην πολυκατοικία να έμπαινε, είδα την Roxy ,χρόνο δεν έχανε, ξεκίνησε, έκλαιγε ..γιατί ποτέ δεν κατάλαβα, αφού ήρθαμε κλαίει ,γιατί κλαίει ?φεύγουμε κλαίει, γυρνάμε κλαίει, πεινάει χεζεται κλαίει ,γυναίκες… τι να πεις . «Πάμε» Προς Αγνώστου Στρατιώτη έστριψε αναστροφή στην πορεία μας να έκανε και πάλι, κατηφορίσαμε, μπάφιασα τόση ώρα ,χωρίς τσιγάρο έσκασα, είδα τον ταρίφα επιδεικτικά ρουφούσε τον καπνό, και αυτός ο νόμος πια, τις τσέπες μου έψαξα ,γαμωτο στο μπαρ τα ξέχασα, Λαγκαδά με Δαβάκη φτάσαμε στα Goody’s μπροστά, πάνε και αυτά, kaput όπως και ένα φίλος μου έλεγε, όχι τώρα ..ασθενοφόρα, κακό, ατύχημα έγινε καραμπόλα 3 αμάξια το δρόμο έκλεισαν ,θα περιμέναμε, δεν ήμουν καλά ,για τις ιδιοτροπίες της κόλλησα ,σε ένα ταξί ήμουν αναίτια, περίμενα και η νικοτίνη μου έλειπε, διστακτικά τον ρώτησα.. «Μήπως ένα τσιγάρο..» «Μισό..» Ένα τσιγάρο έβγαλε από την τσέπη του όχι από το πακέτο που στο ταμπλό του ακουμπισμένο ήταν, δεν βαριέσαι.. με τον αναπτήρα μου άναψε, μια τζούρα η καύτρα πυρακτώθηκε, απόλαυση, άλλη μια στο καπάκι να’ νε καλά ο άνθρωπος και τον παρεξήγησα, καλά λένε εξ όψεως μην κρίνεις ,αφού σκέφτηκα συγγνώμη να του ζήταγα, άστο και τι έγινε.. το στομάχι μου, αναγούλα μου ήρθε, η βότκα, αηδίασα, το χέρι μου στο στόμα μου έβαλα να κρυφτώ, ναυτία ζαλάδα, μα γιατί καλά ήμουν.. είδα τον ταξιτζή, ανέκφραστα με έβλεπε, κουνούσε το κεφάλι του ,ικανοποιημένος έδειχνε, τα πνευμονια μου με υγρό γέμισαν, το στόμα μου πλημύρισε, ξέρασα, γέμισα ζουμιά φιστίκια κρέατα, όλα θόλωσαν, το χερούλι έπιασα να άνοιγα την πόρτα να έφευγα ,δεν μπορούσα , μετά…… το τίποτα. Ξύπνησα μαυρίλα, που βρίσκομαι.. τα χέρια να κινήσω αδύνατο, ήμουν δεμένος, τα πόδια μου να λυγήσω… κάτι με έσφιγγε το ένιωθα, την σάρκα μου τρύπαγε . « Όχι!!» Που είμαι τι έγινε.. άγχος πανικός ,να ελευθερωθώ ήταν αδύνατο, τον εαυτό μου ώθησα τα λουριά τινάχτηκαν θεέ μου .. «Γαμημένε άσε με» Νίκο ηρέμησε σκέψου.. το βλέμμα μου έπαιζε κάτι να δω οτιδήποτε, σκοτάδι, ίδρωνα ασφυκτιούσα, ο αέρας βαρύς πνιγόμουνα, που βρίσκομαι ,τι έκανα, θυμήσου ..τον εαυτό μου ώθησα, πονούσε η καρδιά μου την ένιωθα. «Τι σας έκανα ρε μιλήστε.. έχετε αρχίδια.. ελάτε… !!!!» Σταμάτα , συγκεντρώσου.. λαχανιασμένα ανέπνεα μια εισπνοή μια εκπνοή ξανά εισπνοή εκπνοή ,το στομάχι μου… το τσιγάρο ήταν. «Τι μου’ βαλες» Ούρλιαξα κατά εμπρός πετάχτηκα ,όχι ..οι μυς μου πόνεσαν, την Μαρία θυμήθηκα, ευτυχώς στο σπίτι έφτασε, θα με περίμενε ,θα ανησυχούσε ,δάκρυζα, γιατί ήπια, γιατί έτρεχα.. τι ώρα να’ νε, ξημέρωσε? Λιποθύμησα? Πόση ώρα? μεσημέρι είναι ,πρωί, η ακόμα βράδυ? δεν ήξερα, το στόμα ξερό από την δίψα, πέθαινα, ένιωθα τα ξεραμένα αποφάγια στην γλώσσα μου ,στην μύτη μου ,στα μάτια μου ,έτσι πώς κατάντησα ξαφνικά, πώς έμπλεξα.. ξέσπασα σε λυγμούς τα μάτια μου βούρκωσαν, τα δάκρυα έτρεξαν, την βρόμα όμως από το πρόσωπο μου δεν την ξέπλυναν. Τα φώτα άναψαν, τινάχτηκα με τύφλωσαν, άσπρο φώς με τρύπησε, η όραση μου προσαρμόστηκε, κοίταξα, σε ένα κρεβάτι ήμουν σκληρό, σαν και αυτά που χειρουργεία κάνουνε, ιμάντες παντού στα πόδια, από τα γόνατα και από τους αστραγάλους με κραταγαν, ένα γύρο από την μέση μου, στα χέρια μου στους καρπούς μου, και ένας από τον λαιμό μου με έσφιγγε ,προσπάθησα να τον δαγκώσω με τα δόντια μου να τον έσκιζα, δεν τον έφτανα . «Τι θέλετε ρε…» Παραληρούσα, τον εαυτό μου έχανα, άκουσα βήματα, το κεφάλι όσο μπορούσα το σήκωσα. Τον ταξιτζή είδα και άλλον έναν ,αυτός ένα γλυφητζουρι έγλυφε, με κοίταζαν με ανυπομονησία, με προσμονή με έβλεπαν ,στην πόρτα στάθηκαν, από έμενα τι γύρευαν.. δεν τους άκουγα, μίλαγαν με απάθεια, αδιάφορα, άχρωμα, τι να λέγαν… να σκεφτώ δεν μπορούσα από τον τρόμο πάγωσα. «Μπούτι η πλευρό..» «Όχι, κωλο θέλω». «Φυσικά ,το τραπέζι δικό σου είναι». «Όχι χάχα δεν εννοώ αυτό, ας γλεντήσουμε λίγο». «Σωστά , συκώτι, σπλήνα, πάγκρεας και νευρά πουλήθηκαν, το υπόλοιπο να το πετάξουμε …έχεις φάει ?». «Εννοείτε , στον Αντένα προχθές είχε το επιζήσαντες». «Μια χαρά ..που να’ ξεραν». «Στην υγεία τους λοιπόν, εκπαιδευτική τηλεόραση όπως τότε θυμάσαι..». «Για τα κόκκαλα κανόνισες?». «Στα γουρούνια, στην Βέροια». «Πάμε». Το κεφάλι του κούνησε ,προς τα έμενα πλησίασαν ,με τρόμο τους είδα, γέλασαν . «Λεφτά θέλετε» τους είπα.. «Έχω 3 χιλιάρικα δικά σας και η μηχανή μαζί, δεν θα μιλήσω». «200000 έχεις ?..τόσο αξίζεις» Χλόμιασα, πετάχτηκα, ούρλιαξα, οι φλέβες μου πρήστηκαν, τα χέρια μου έτρεμαν μελάνιασαν, τα λουριά με έσφιγγαν, κυκλοφορία το αίμα μου δεν έκανε, οι ιμάντες με περιόριζαν, θα τους σκότωνα με τα ιδία μου τα χέρια ,θα τους έσφαζα, σφίχτηκα, δεν μπορούσα άλλο, παραδόθηκα. «Ηρέμησε, θα τελειώσει γρήγορα». Ο ταξιτζής ένα μικρό τσαντάκι άνοιξε, μια σύριγγα έβγαλε, την πίεσε ,ένα άσπρο υγρό έσταξε ,ο φίλος του μου όρμισε στο χέρι μου, πήδηξε με το βάρος του με κράταγε, ο ταξιτζής την βελόνα μου κάρφωσε ,τα μάτια μου γύρισαν παρέλυσα ,τους έβλεπα τους άκουγα , στην σκέψη μου μίλαγα ,τα χείλη μου όμως να τα ανοίξω ,όχι ,δεν τα ένιωθα. «Πόσο έβαλες». «Όσο χρειάζεται». «Θα ακούει ,θα καταλαβαίνει?» «Φυσικά, αυτή είναι η ομορφιά του ,το σώμα του νεκρώθηκε το μυαλό του όμως.. δες…» Τους παλμούς μου έπιασε, ο ταξιτζής έβγαλε μαχαίρι ,τράβηξε πάνω από το μάτι μου, το πλησίασε. Μη- μηηηηη Απότομα το χέρι του σήκωσε. Οχιιιιιιιιιιι Στο μάτι μου το’ χωσε, τον καρπό του περίστρεψε, απότομα το τράβηξε, το ‘βλεπα, το μάτι μου κρατούσε μου το έδειχνε, στην γλώσσα του το ‘βαλε, το ‘γλυφε, ο φίλος του τους σφυγμούς μου δυνατά αισθάνθηκε, τον πόνο μου γεύτηκε, τον απήλαυσε. «Είδες..». «Τέλειο» «Έλα βοήθησε με» Με έπιασαν με γύρισαν, θα με βίαζαν ..θεέ μου όχι.. τι έκανα ..τη ζώνη του άκουσα να λύνεται ,από τον καθρέπτη μπροστά μου τον έβλεπα, το παντελόνι του κατέβασε το πουλί του χάιδεψε, τον κωλο μου έπιασε, έκλαιγα δάκρυα όμως δεν έβγαζα ,γελούσαν, στο μυαλό μου την Μαρία μου έβαλα για να μην σκέπτομαι ,να έφευγα από εκεί να χανόμουν , προσευχόμουν ο θεός να με έπαιρνε να με έσωζε, χωρίς να ξέρω αν με άκουγε. «Ντριιγκ» ένα κινητό χτύπησε, ο ταξιτζής βλαστήμησε. «Στο διάολο». «Για την δουλειά θα είναι»κι ο φίλος του να γελαει δεν σταμάτησε. «Χααχαχα… Σε’ κοψε» «Ναι» Ο ταξιτζής απάντησε. «Πότε.. τώρα.. πιο μετά??καλά..» το κινητό έκλεισε με δύναμη στο πάτωμα το έριξε. «Τι έγινε». «Χες’τον, πρέπει να τον χειρουργήσουμε, είναι ανάγκη, διπλασίασαν την τιμή» Το πρόσωπο του φώτισε. Ο ταξιτζής ντύθηκε, ένιωσα να με σπρώχνουν να με μεταφέρουν σε ένα άλλο δωμάτιο, με πήγαιναν χειρουργείο ήταν, μπλε φωτισμό είχε ανάλογο, ανάσκελα και πάλι με γύρισαν, σε ένα καρδιογράφο με σύνδεσαν, με ένα νυστέρι τα ρούχα μου έσκισε ο φίλος του, κάτι έψαχνε, πριόνι έβγαλε, να φύγω, να απομακρυνθώ, τον εαυτό μου όμως πώς να τον έλεγχα…, από επάνω μου έσκυψε, το δεξιό μου πόδι έκοβε, είδα το αίμα μου στα ρούχα του που έσταζε, με τεμαχίζανε ,θα με πουλούσανε και ότι περίσσευε θα το τρωγανε.. στον τοίχο πιο μακριά μια φωτογραφία είδα, του ταξιτζή ήταν, δεν με ένοιαζε, μόνο το να μην σκέπτομαι, χειρούργος ορθοπεδικός έγραφε.. ακόμα ένας αδιόριστος που σάλεψε.. εγώ τι έφταιγα.. στα χέρια μου ανέβηκε το πριόνι βαμμένο κόκκινο, τον καρδιογράφο μου είδα, της καρδίας μου οι παλμοί σταθεροί, θα άντεχα, όχι δεν θα πέθαινα. Περίμενα, τον θάνατο μου ανέμενα, ο ταξιτζής χάιδευε της τρίχες μου ,το στήθος μου ψηλάφιζε, με τα δόντια την γλώσσα του δάγκωνε, Είδα τα άκρα μου να τα ακρωτηριάζουνε, σε ένα τελάρο να ρίχνονται , είδα ένα μικρό ψυγείο φορητό ,τα όργανα μου εκεί θα τα αποθήκευαν, να τα μεταφέρουνε Το νυστέρι του το βουτά μες στο στήθος μου, θυμήθηκα την διαφήμιση που κάποιος στο γιατρό πάει, προτού να μάθει το οτιδήποτε τον ρωτά για την μεταμόσχευση οργάνων τι πιστεύετε, τα δικά του λέει και όταν τα νέα του ανακοινώνονται παγώνει, καταρρέει, μόνο άμα πάθεις, το ζήσεις θα μάθεις, πλέον το ξέρω το βίωσα από την ανάποδη ,την αλήθεια του γνώρισα …….. Το εμπόρευμα πολύτιμο, τουλάχιστον έστω και έτσι κάποιες ζωές θα’ σωνα, ανακουφίστηκα, το μωρό μου κοιμόταν στο σπίτι,, ασφαλές ήταν.. ένα κόκκινο χρώμα με τύλιξε που σιγά- σιγά άπλωνε, έφευγα, μια λάμψη είδα, ένα φώς που εστίαζα το μοναδικό μου μάτι, που ξαφνικά έγινε πράσινο, μια κόρνα άκουσα. «Μαλακα ξύπνα» Πετάχτηκα, σάστισα, ακόμα στο φανάρι ήμουν, με το χέρι μου το μωρό μου άγγιζα, την άκουσα. «Είσαι καλά..?» Όνειρο δεν ήτανε, όραμα να υποθέσω ,εξωσωματική εμπειρία ..δεν ξέρω . Δεν απάντησα, το κράνος μου έβγαλα στο δρόμο το πέταξα, την έπιασα την φίλησα να την νιώσω να την γευτώ, την αγάπη μου για αυτήν να μοιραστώ. «Τι έπαθες.. το κράνος..» Φλας.., Άγιου Δημητρίου έστριψα και πάλι αριστερά Αρχαιοτήτων, στο σπίτι γυρναγα. «Ματάκια μου που πας» μου είπε.. « Στο Dizzy δεν πάμε?» «Άστο κουρασμένη είσαι, άλλη φορά ,ποιος ο λόγος ..» «Καλά ,το κράνος.. να το πάρουμε» Έβγαλα διακοπτόμενα, το κράνος της μου έδωσε, την είδα που έτρεχε, από κάτω το μάζεψε, προς τα εμένα γύρισε, με αγκάλιασε. «Σε ευχαριστώ»μου είπε ,με φίλησε. Τα μαλλιά της χάιδεψα, την ομορφιά της χάζεψα, δάκρυζα, όχι δεν κρύφτηκα, ξέσπασα. «Ηρέμησε»μου είπε « σώπα …» «Καλά είμαι, έλα πάμε ..» Συμπλέκτη ,πρώτη, απαλά δευτέρα.. τετάρτη.. γιατί να τρέχω.. έπρεπε να χάσω για να καταλάβω..? ποιος ο λόγος.?Μπορεί σε ψυχάκια δολοφόνο ποτέ να μην έπεφτα, αλλά σε κάποιο χειρουργείο σίγουρα θα κατέληγα. Τα άκρα μου από κάποιο ατύχημα πάλι μπορεί και να τα έχανα, η παράλυτος πια να μην μπορούσα να τα έλεγχα,και την χαρά μου ποτέ δεν θα την έβλεπα, τις ζωές μας μόνο έτσι θα τις εσωνα . Το πρωί στο ΑΧΕΠΑ πήγα, ο γιατρός έκπληκτος με υποδέχτηκε, «κάθισε» κάτι έγραφα συμπλήρωσα με ενημέρωσε ,καθώς μίλαγε την θλίψη του διέκρινα την απογοήτευση του ένιωσα. «Από πέρσι μόνο τριάντα αιτήσεις κατατέθηκαν…..» σιωπή ακολουθησε, όταν συνέχισε ο λόγος του κόμπιασε « η ζήτηση ξεπερνά τις χίλιες». «Καταλαβαίνω» το στομάχι μου σφίχτηκε. «Στην απόγνωση του ο άνθρωπος δεν μπορείς να διανοηθείς τι είναι ικανός να κάνει»… την κόλα μου έστριψε, το στύλο του με έδωσε «υπέγραψε εδώ » «Πιστέψτε με ,το ξέρω» το μονόγραμμα μου με την μελάνη το χάραξα, τον χαιρέτησα και έφυγα. Από τότε υπόσχεση έδωσα, ποτέ δεν θα ξαναέτρεχα…γιατί η δίψα, η πείνα για την ζωή δεν αναπληρώνεται. Τ Ε Λ Ο Σ Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Drake Ramore Posted January 27, 2011 Share Posted January 27, 2011 (edited) Χμμ, μπέρδεμα! Δεν ξέρω απο που να πρωτοπιάσω να σχολιάσω... Η πείνα δεν παίζει κάποιον πρωτεύοντα ρόλο, και τελικά όπως φαίνεται στο τέλος δεν παίζει καν δευτερεύοντα ρόλο. Ο τρόμος έρχεται σε κάποια στιγμή αρκετά δυνατός, αλλά αποφασίζεις να μας τον στερήσεις για να κάνεις κατήχηση. Τέλος, το συγγραφικό στυλ δεν δουλεύει. Χαώνει τον αναγνωστη σε σημείο να πηδάει γραμμές για να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα. Μιας και χρησιμοποιείς μοτοσυκλέτα στο διηγημα θα γνωρίζεις τον παρακάτω κυριο κατα πάσα πιθανότητα. Το στυλ γραφής με το ρήμα στο τέλος μου θυμισε κειμενα του Ντάνη Φώτου, μονο που (και εδω είναι η διαφορά) σε εκείνον δουλεύει, γιατί το κάνει για να δωσει έμφαση σε συγκεκριμένες προτάσεις. Στο δικό σου κείμενο δημιουργεί ένα συνεχές σκάλωμα στις λέξεις, στην περιγραφή, και στο νόημα. Τέλος, κάτι έξω απο την συγγραφή, αλλά σχετικό. Υπάρχει μια μεγάλη παγίδα, όταν γράφεις για κάτι που αγαπάς και το γνωρίζεις. Εν προκειμένω για τις μοτοσυκλέτες. Θέλει μεγάλη προσοχή μιας και απο την υπερβολική αγάπη, αλλά και τις πολλές γνωσεις γυρω απο το αντικείμενο υπάρχει πιθανότητα να φύγεις εκτός θέματος με περιττές περιγραφές. Το ενδεχόμενο να πλατυάσεις χωρίς λόγο και χωρίς να παίζει ρόλο στην ιστορία είναι κάτι περισσότερο απο πιθανό. Αυτό ισχύει για όλα τα πραγματα που αγαπάμε στην ζωή μας και τα χρησιμοποιούμε στην συγγραφή. Edited January 27, 2011 by Drake Ramore Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
alkinem Posted January 27, 2011 Share Posted January 27, 2011 Το ύφος με ξένισε. Δε με απέτρεψε βέβαια από το διαβάσω ολόκληρη την ιστορία, μα και πάλι μου χτύπαγε αρκετά άσχημα στο μάτι. Τρόμος δεν υπήρχε κατά τη γνώμη μου. Κάπου πλησίασες στο να περιγράψεις κάτι το τρομαχτικό, μα γρήγορα το σταμάτησες και αναλώθηκες σε κύρηγμα για την ανάγκη να υπάρχουν περισσότεροι δότες οργάνων. Δε με ενθουσίασε. Ίσως το συγκεκριμένο στυλ να μην το "έχεις" ή απλά να χρειάζεσαι πιο πολλή δουλειά πάνω σε αυτό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted January 27, 2011 Share Posted January 27, 2011 Χμ. Ας τα πάρουμε από την αρχή: Σε πάρα πολλά σημεία δεν καταλαβαίνω τι λες. Όχι "λογοτεχνικά", τι εννοείς με κάποιον συμβολισμό, αλλά απλά, κυριολεκτικά, δε βγάζουν νόημα οι φράσεις σου. Κάποιοι θα το έβλεπαν ως στιλ, "αυτοματική" γραφή, λογοτεχνία του παραλόγου ή κάτι τέτοιο, αλλά εγώ νομίζω ότι, για να γίνεται κατανοητό ένα κείμενο, είτε λογοτεχνικό είτε οποιουδήποτε είδους, πρέπει πρώτα απ' όλα να είναι γραμμένο με σωστό συντακτικό, να είναι οι λέξεις στη σωστή σειρά. Αλλιώς ο αναγνώστης χρειάζεται να μαντέψει τι λες, σαν να διαβάζει αρχαίο πάπυρο και προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει τη γλώσσα. Οπότε ο αναγνώστης κουράζεται και η επικοινωνία συγγραφέα-αναγνώστη χάνεται. Εσύ θα ευχαριστιόσουν να διαβάζεις ένα κείμενο γραμμένο σε μια ξένη γλώσσα που δεν την ξέρεις καλά και κάθε λίγο και λιγάκι αναγκάζεσαι να ανοίγεις λεξικό; Κάτι τέτοιο συμβαίνει και εδώ. Από κει και πέρα, είσαι εκτός θέματος. Η πείνα παρουσιάζεται σε ένα μόνο σημείο και δεν παίζει κανένα ρόλο. Θα μπορούσε, δηλαδή, να αφαιρεθεί το στοιχείο της πείνας χωρίς να αλλάξει και πολύ το διήγημα. Είναι ενδιαφέρουσα, για διήγημα τρόμου, η ιδέα κάποιου που τον κόβουν κομμάτια ενώ είναι ζωντανός και παρακολουθεί, αλλά για να αναδειχτεί χρειάζεται καλή εκτέλεση, λογοτεχνικά καλό γράψιμο, που εδώ δεν υπάρχει. Επίσης, αν μαντεύω σωστά τι πας να πεις, αργείς πολύ να μπεις στο θέμα, στο ζουμί της ιστορίας, που είναι η απαγωγή, το χειρουργικό τραπέζι κλπ. Σε τι χρειάζονται όλα τα άλλα μέχρι εκεί, τα στέκια, τα ποτά, η μοτοσικλέτα κλπ; Έστω ότι χρησιμεύει ο διάλογος του ζευγαριού. Αλλά τα υπόλοιπα; Γενικά είσαι πάρα πάρα πολύ επιεικής με τον εαυτό σου. Γίνε πιο αυστηρός, ξαναπέρνα τα κείμενά σου, κόψε, διόρθωσε, ξαναγράψε. Και να διαβάζεις περισσότερο λογοτεχνία. Αν δε διαβάζεις, δε γίνεται να γράψεις. Πολύ φοβάμαι ότι σε περιμένουν πολύ άσχημες εκπλήξεις στα αποτελέσματα του διαγωνισμού... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mors Planch Posted January 27, 2011 Share Posted January 27, 2011 Η ιδέα δεν είναι κακή... από εκεί και πέρα ο ήρωας φαίνεται να πάσχει από δυσλεξία, δεν έχει αφήσει ρήμα κι αντικείμενο που να μην έχει αναποδογυρίσει τη σειρά τους. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ad Noctum Posted January 28, 2011 Share Posted January 28, 2011 (edited) Δυσκολεύτηκα να το διαβάσω. Δεν κρύβω ότι την πρώτη φορά πηδούσα γραμμές. Την δεύτερη φορά τις διάβασα όλες, αλλά και πάλι δεν καταλάβαινα το νόημα τους. Εκεί που ο ήρωας ήταν δεμένος, θα μπορούσες να χτίσεις κάτι πολύ ωραίο, αλλά το ξεπέταξες στα γρήγορα... Πολύ καλή ιδέα, θα σου έλεγα να την χρησιμοποιήσεις στο μέλλον για καλύτερο. Υ.Γ. Ξέχασα να αναφέρω ένα κομμάτι που με τρόμαξε πραγματικά: Η αντλία ήχησε, η μηχανή χόρτασε, φαί ήθελε . «30 ευρώ.» Την αντλία κοίταξα, 1.63 το λίτρο, εγκεφαλικό, που πάμε ρε γαμωτο, αναρωτήθηκα. Στη Κύπρο που ζω, η βενζίνη έχει ακόμα 1,17. Όταν είδα το 1,63 με έπιασε πανικός Edited January 28, 2011 by antonisjk Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
DinoHajiyorgi Posted January 28, 2011 Share Posted January 28, 2011 Το διήγημα αυτό με έφερε σε δύσκολη θέση, δεν ήξερα πώς να γράψω γι αυτό που διάβασα, αλλά ευτυχώς τα είπαν όλα κομψότατα οι προηγούμενοι. Δύσκολη ανάγνωση, όχι εκτός είδους, αλλά νομίζω εκτός θέματος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
deadend Posted January 28, 2011 Share Posted January 28, 2011 Νευρικό κείμενο, σαν να οδηγείς στην τσίτα. Ενδιαφέρουσα σύνταξη που παραπέμπει σε ένα ερωτικό στοιχείο. Η πείνα είναι ακόρεστη χωρίς την έννοια της καταβρόχθισης, αλλά σαν μια κριμένη αξία. Παράξενο διήγημα. Βγάλε το καρμπυρατέρ και πέρασε το με βενζίνη, βάλε και μια γέφυρα στο τιμόνι και πάρε τη στροφή πιο πλαγιαστά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ορφέας Κάππα Posted January 28, 2011 Share Posted January 28, 2011 Σε κάποια σημεία άρχισα να πιστεύω οτι πρόκειται για στίχους απο rap (καλά ντε, μη βαράς). Ωραίο, πολύ έντονο, άν κάνεις κάτι πιο ελεύθερο ίσως? Χωρίς την (χμ) πείνα και το κοινωνικό μύνημα (για μια υπηρεσία που εκτός απο άχρηστη στην ελλάδα είναι και επικίνδυνη, βλέπε google) Κάτι μου λέει οτι δεν αντλείς την ιστορία απ' τη σφαίρα του φανταστικού, οτι υπάρχει μια αληθινή ιστορία εδώ. Είμαι λάθος? Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted January 28, 2011 Share Posted January 28, 2011 Πολύ περίεργα γραμμένη ιστορία. Αν και με τράβηξε, αρχικά ο τρόπος γραφής δεν μου άφησε καλή εντύπωση και κάπως με κούρασε. Στην αρχή μακρηγόρησες αρκετά, όλες αυτές οι λεπτομέρειες για το πού πήγαν, ποιους είδαν και τι έκαναν, μου φάνηκαν πολλές και αχρείαστες. Στο κομμάτι με τον ταξιτζή και μετά, έστρωσε κάπως η ατμόσφαιρα κι έγινε λιγάκι ενδιαφέρουσα η υπόθεση, αλλά η ανατροπή της είναι κάτι που έχει παιχτεί πολλές φορές και δεν χτυπάει πολύ καλά. Ίσως να μην με πείραζε και τόσο αν ήταν πιο δυνατή η ιστορία. Καλή επιτυχία! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted January 31, 2011 Share Posted January 31, 2011 Μια περίεργη ιστορία, ακόμα πιο περίεργα γραμμένη. Στα συν Ο όποιος τρόμος υπάρχει βρίσκεται στη σύγχρονη εποχή, σε μια νυχτερινή έξοδο σε μεγάλη πόλη, κι αυτό σε κάνει να θέλεις να ρίξεις μια κλεφτή ματιά πίσω σου. Στα πλην Μα γιατί το έγραψες έτσι; Γιατί έπρεπε να αναποδογυρίσεις τις εκφράσεις και να βάζεις το ρήμα στο τέλος; Αν το έκανες για πλάκα, έχει καλώς -αλλά πλάκα και τρόμος δεν συμβαδίζουν εύκολα. Χρειάζεται μεγάλη εμπειρία και πολύ καλή ισορροπία και των δυο για να επιτευχθεί. Αν το έκανες σοβαρά, για να δώσεις κάποιο άλλο ύφος στη γραφή, δε νομίζω ότι έκανες καλά. Δεν υπάρχει κανένα λογοτεχνικό είδος που να το υπηρετεί σοβαρά μια τέτοια σύνταξη σε τέτοια έκταση. Το αποτέλεσμα ήταν ότι είχαμε ένα ανάγνωσμα εξαιρετικά δυσανάγνωστο. Και όταν αναλώνεσαι να προσπαθείς να καταλάβεις τι γράφει ο άλλος και σπαταλάς όλη την ενέργεια στις προτάσεις, δυσκολεύεσαι πάρα πολύ να βγάλεις νόημα από τις προτάσεις αυτές και να δεις την ίδια την ιστορία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
dagoncult Posted February 1, 2011 Share Posted February 1, 2011 Δεν έχω να πω κάτι που δεν είπαν ήδη οι υπόλοιποι. Τα δυο βασικά μου σχόλια, λοιπόν, είναι πως α) είχα κι εγώ πρόβλημα με τη δομή των προτάσεων και β) η πείνα ήταν δευτερεύουσας σημασίας στην ιστορία αντί για κεντρικό θέμα. Νομίζω δε, πως το πρώτο ζήτημα είναι το πλέον σημαντικό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SpirosK Posted February 2, 2011 Share Posted February 2, 2011 Μου άρεσε η γραφή αλά Yoda. Έδινε την απαιτούμενη ταχύτητα. Ομως: Πού είναι οι τελείες;;; Δεν μπορεί να διαβαστεί μόνο με κόμματα. Πού ήταν η πείνα ακριβώς; Γιατί χάλασες το πολύ καλό στοιχείο τρόμου με το να είναι όνειρο και το happy end? Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Oceanborn Posted February 2, 2011 Share Posted February 2, 2011 Ω αυτό με τον yoda και γω το σκέφτηκα. Αλήθεια, πως και δοκίμασες ένα τέτοιο στιλ; Είναι ωραίο να ρισκάρεις τη διαφορετικότητά σου και μόνο γι αυτό σου αξίζουν συγχαρητήρια. Πάντως, ναι κάποια σημεία ήταν λίγο ασαφή και ναι θα μπορούσες να το κάνεις λίγο πιο τρομακτικό. Η πείνα όντως δεν ήταν έντονη σα θέμα αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπήρξε. Καλή επιτυχία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted February 2, 2011 Share Posted February 2, 2011 Το σίγουρο είναι πως έχεις γράψει κάτι ξεχωριστό. Δυνατό. Όλη αυτή η ανάποδη γραφή που στην αρχή με έκανε σχεδόν να τα παρατήσω, ομολογώ πως ταίριαζε με το κείμενο, με το ρυθμό και τις ιδέες του. Στην αρχή μόνο με ξενέρωσες αφάνταστα με όλες αυτές τις αδιάφορες λεπτομέρειες, αλλά από τη στιγμή που αρχίζει ουσιαστικά η δράση, όλα φτιάχνουν κατά έναν περίεργο, βίαιο τρόπο. Βία. Ναι, αυτή είναι η σωστή λέξη. Μία βία στις αισθήσεις. Αυτό μου έδωσες με το ΕΝΑΠΟΤΟΑΚΟΜΑ, και θέλω να σε ευχαριστήσω για την εμπειρία, γιατί τελικά, αυτό που μου μένει τώρα, όσο περνά η ώρα, είναι ένα ταξίδι-αστραπή που μπόρεσε να χωρέσει πολύ σημαντικά πράγματα. Μπράβο για το θάρρος! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Stanley Posted February 2, 2011 Share Posted February 2, 2011 Δεν ξέρω αν το ήθελες, έδωσες όμως την πιο ιδιαίτερη συμμετοχή στο διαγωνισμό. Την απόλαυσα αυτήν την ιστορία, ήταν πολύ trippy. Να πω κάτω παραπάνω δεν έχει νόημα, απλώς θα αναμασήσω τους υπόλοιπους. Καλή επιτυχία! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
KELAINO Posted February 3, 2011 Share Posted February 3, 2011 Κι εμένα μ' άρεσε η σύνταξη, κατά κάποιον τρόπο ταίριαζε στο σκηνικό με τη μπαρότσαρκα και τις μηχανές. Γούσταρα τη νυχτερινή βόλτα στη Θεσσαλονίκη (λόγω προσωπικών βιωμάτων, αν ήταν σε οποιαδήποτε άλλη πόλη, θα βαριόμουν θανάσιμα). Αλλά, ενώ όλα πάνε μια χαρά και τέλεια, αυτό το τέλος ήτανε... πώς να το πω; ολίγον Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Big Fat Pig Posted February 3, 2011 Share Posted February 3, 2011 ΟΚ. Ο τρόμος εδώ είναι ο εξής: στήνεις ένα αξιοπρεπές (σε γενικές γραμμές) θρίλερ και πάνω στο καλύτερο μας λες "κι ύστερα ξύπνησα - ουφ και πήρα μια τρομάρα!". Και δε φτάνει αυτό, παίρνεις το υλικό της ιστορίας/ονείρου, το διαστρεβλώνεις και ηθικολογείς απροκάλυπτα και με στέλνεις. Συγγνώμη δηλαδή που γίνομαι υπερβολικός, αλλά από αυτό και μόνο, η ιστορία αποτυγχάνει ολοσχερώς. Κι όλα αυτά, ενώ κάνεις μια περίεργη επιλογή στη γλώσσα, καταφέρνεις και συνεχίζω να διαβάζω και σκέφτομαι "έχει την πλάκα του τελικά". Οπότε δεν λέω πολλά για τα περί γλώσσας (που σίγουρα χρειάζεται κανείς σοβαρό λόγο πριν προχωρήσει σε τόσο ακραία χρήση της). Καλή επιτυχία! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Zaratoth Posted February 3, 2011 Share Posted February 3, 2011 Δεν θα πω πολλά. Αρχικά η γλώσσα με ξενέρωσε σε αφάνταστο βαθμό, κόντεψα να το παρατήσω. Το περιεχόμενο ήταν ωραίο αν και σε δυο σημεία ξενέρωσα α) στο ότι η πείνα πρακτικά δεν υπάρχει πουθενά β) στο σημείο που ξυπνάει, καθώς μέχρι τότε είχα πει "ναι, οκ που είναι ο τρόμος;", μπήκε η σκηνή με τον ταξιτζή, λέω ωραία, εδώ είμαστε. Και το βγάζεις εν τέλει όνειρο... Δυστυχώς δεν κατάφερες να με κερδίσεις. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Sonya Posted February 3, 2011 Share Posted February 3, 2011 Θα είμαι κακή μαζί σου. Θα είμαι πιο κακή απ' την Κέλλυ. α) ποια ακριβώς είναι η σχέση σου με τα σημεία στίξης και την σύνταξη; Η σειρά είναι υποκείμενο-ρήμα-αντικείμενο κι όχι υποκείμενο-αντικείμενο-ρήμα. Η Αττική Σύνταξη καταργήθηκε όταν ο Χριστός ήταν βυζινιάρικο. Μόνο ο Master Yoda την θυμάται ακόμα. Επίσης, μια περίοδος δεν μπορεί να έχει έξι-εφτά κύριες προτάσεις χωρισμένες αποκλειστικά με κόμματα. Χρειάζεται τελείες, κανα 'και' ανάμεσα κλπ. Επίσης, τα αποσιωποιητικά αποτελούνται από τρεις τελείες. Ούτε δύο, ούτε τέσσερις. Κι αυτά είναι τα πολύ χτυπητά. Διαβάζοντας το κείμενό σου, σιγουρεύτηκα πως οι περίεργοι ήχοι που ακούγονταν ήταν τα κόκαλα του Τριανταφυλλίδη που έτριζαν. Χρειάζεται να μάθεις καλύτερα το εργαλείο που χρησιμοποιείς, την γλώσσα. Αν ήσουν μουσικοσυνθέτης, μπορεί να έγραφες ένα αριστούργημα και να το έπαιζες στο βιολί σα γάτα σε οίστρο. Πίστεψέ με, κανείς δεν θα σου αναγνώριζε το ταλέντο στη σύνθεση! β) ο τρόμος σπάνια μπορεί να λειτουργήσει κατ' αποκλειστικότητα στην ονειροχώρα. γ) μέχρι να μπεις στο ζουμί, πέρασαν ένα χιλιάρικο λέξεις με άχρηστες πληροφορίες. Είναι διήγημα. Στο διήγημα ο λόγος πρέπει να είναι συμπυκωμένος, τα νοήματα απολύτως μεστά, γιατί δεν υπάρχει η πολυτέλεια της νουβέλας, ν' απλωθείς σα Σουηδέζα στην πλαζ. Ο χώρος σου είναι περιορισμένος και σ' αναγκάζει να περιοριστείς μόνο σ' αυτά που έχουν σημασία. Αλλιώς αποπροσανατολίζεται ο αναγνώστης και μετά δεν σου μένει πολύς χρόνος να τον κερδίσεις. Πάρε την ιστορία και πραγματικά γράφ' την κανά απ' το μηδέν. Με σωστή γραμματική και σωστό συντακτικό. Μη βιάζεσαι να την τελειώσεις, δεν σε κυνηγάει κανείς. Καταλαβαίνω πως θέλεις να δώσεις το ηθικό δίδαγμα, αλλά δεν λειτουργεί στον τρόμο, οπότε ή γράψε μια μέινστριμ ιστορία, ή άλλαξε το τέλος. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
aScannerDarkly Posted February 4, 2011 Share Posted February 4, 2011 Δυστυχώς πρέπει να ομολογήσω πως, για μια ακόμη φορά, δυσκολεύτηκα πάρα πολύ να διαβάσω την ιστορία σου ως το τέλος. Αναγνωρίζω ότι έχεις κάνει μια προσπάθεια – η ορθογραφία είναι κάπως βελτιωμένη και χρησιμοποιείς κάποια στίξη. Μόνο που η στίξη είναι τελείως λάθος, τελείες βάζεις ελάχιστες κι όλο το κείμενο δίνει την αίσθηση του λαχανιάσματος, με τις προτάσεις να βγάζουν πολύ δύσκολα νόημα. Κι έπειτα, είναι αυτή η ανάποδη σύνταξη.... Μα γιατί; Ειλικρινά δεν μπορώ να το καταλάβω. Άλλο να το κάνεις για εφέ σε κάποια σημεία, κι άλλο να το κάνεις συνέχεια. Το αποτέλεσμα είναι τουλάχιστον αλλόκοτο. Κανείς δε μιλάει έτσι. Για την ιστορία, αν και δε βλέπω πείνα πουθενά μα πουθενά, είναι καλή η ιδέα με τους κλέφτες οργάνων, αλλά το συμπέρασμα εντελώς ηθικοπλαστικό, έρχεται και ξεφουσκώνει τα πάντα. Θα ήθελα να μπορούσα να κάνω πιο ουσιαστικά σχόλια, αλλά η σύνταξη και η στίξη τα ισοπεδώνουν όλα. Πρέπει να προσπαθήσεις να τα διορθώσεις. Δες πώς είναι γραμμένα τα βιβλία, από εκεί θα καταλάβεις πολλά. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Soul_walker Posted February 5, 2011 Share Posted February 5, 2011 Περίεργο. Έχει μια γραφή που με ώθησε να το διαβάσω με μία ρουφηξιά σχεδόν χωρίς ανάσα. Με κούρασε λίγο αλλά δεν με χάλασε καθόλου.Γρήγορο, άμεσο, με το θέμα του και με πολλές αναφορές στο σήμερα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Bonanza Jellybean Posted February 5, 2011 Share Posted February 5, 2011 Τραγουδιστό κείμενο και πολύ ραπ μιλάμε!! Για να σοβαρευτούμε... Όταν μπήκες στο κυρίως θέμα από το ταξί και μετά μου άρεσε και το βρήκα πολύ τρομαχτικό (ίσως πιο τρομαχτικό από όλα που διάβασα σαν ιδέα γιατί είναι και πολύ πραγματικό. Μπορεί να σου συμβεί..) Το τέλος με ξενέρωσε απίστευτα. Δεν ήθελα να είναι όνειρο με τίποτα. Και η αρχή ήταν λίγο απάλευτη με τη μηχανή κτλ. Θα μπορούσες να το σώσεις αν δεν έβαζες αυτό το τέλος. Για τη σύνταξη τα είπαν οι προηγούμενοι.. Καλή επιτυχία σου εύχομαι! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Lady Nina Posted February 6, 2011 Share Posted February 6, 2011 Δεν ξέρεις πόσο θα ήθελα να πω μόνο καλά λόγια για την ιστορία σου, δεδομένου ότι με άφησες άναυδη με τη θετική κριτική σου –δεν την περίμενα. Όμως, θα είμαι ειλικρινής. Ομολογώ πως δυσκολεύτηκα λίγο να διαβάσω την ιστορία σου, κυρίως στην αρχή. Μου φάνηκε κάπως περίεργη η θέση των ρημάτων στις προτάσεις και το αποτέλεσμα δεν είμαι σίγουρη ότι μου άρεσε πολύ. Κυλάει γρήγορα μεν (ίσως αυτό ήθελες να επιδιώξεις) είναι όμως παράδοξη αυτή η σειρά ασύνδετων προτάσεων των δυο-τριών λέξεων με το ρήμα να τοποθετείται στη θέση που τοποθετείται. Όλα αυτά μέχρι τη σκηνή στο ταξί, η οποία αργεί χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος. Εκεί όμως, με τράβηξες, με έσυρες κανονικά και λέω, πάει ο άνθρωπος! Και το τέλος, όμως, με αποζημίωσε, μπορώ να πω. Καλή επιτυχία, Νίκο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted February 7, 2011 Share Posted February 7, 2011 Γενικά: Η γλώσσα που χρησιμοποιείς, με τις πολλές αναστροφές, με δυσκόλεψε αφάνταστα. Το έχω κάνει κι εγώ, σε κάποιο κείμενό μου, αλλά τουλάχιστον υποτίθεται ότι ήταν ντοπιολαλιά. Είχε λίγο ηθικοπλαστικό μήνυμα και με χάλασε λιγάκι. Μου άρεσε: Το στακάτο του ρυθμού της αφήγησης. Έχει και τα καλά του. Οι περιγραφές στο κομμάτι του καθαρού τρόμου. Δε μου άρεσε: Το κείμενο είναι αρκετά άνισο. Ξεκινάς με ένα σωρό λεπτομέρειες σχετικά με το ότι ξεκίνησαν και πήγαν και έστριψαν και ξεκαβάλισαν και έσβησαν τη μηχανή, πολλή πληροφορία που κουράζει. Επίσης μεγάλο θέμα είναι η αιτιολόγηση του «ονείρου»; «Οράματος»; Τι ήταν τελικά; Και για να μην το ξεχάσω, κάνε κάτι με τα σημεία στίξης. Χρησιμοποιείς παράξενα το κόμμα κι αυτό δυσκολεύει την ανάγνωση, με χάνεις πριν προλάβεις να μου πεις καν περί τίνος πρόκειται. Για τις απουσίες της τελείας και τις τέσσερις ή δύο τελείες στα αποσιωπητικά το είπαν κι οι προλαλήσαντες. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.