Jump to content

ΠΑΙΔΙΚΟ ΒΛΕΜΜΑ


Salonikia

Recommended Posts

ΠΑΙΔΙΚΟ ΒΛΕΜΜΑ

 

 

 

Σκοτάδι.

Όπου και να γυρνούσε το βλέμμα ,μόνο απόλυτο σκοτάδι.

 

Με τα χέρια ψηλάφισε τον χώρο.

 

Κρύες παγωμένες επιφάνειες, πάτωμα υγρό, μια πόρτα από μέταλλο.

 

Που με βάλανε?

 

Στο σπίτι δεν θυμόταν να υπήρχε τέτοιο δωμάτιο, ούτε στην σοφίτα αλλά ούτε και στο υπόγειο.

 

«Μαμάααα»

 

Περίμενε για λίγο να ακούσει την θυμωμένη φωνή της, να της έλεγε πόσο θα καθίσει ακόμα εκεί, τιμωρία για την ανυπακοή της.

 

Καμιά φωνή δεν ράγισε το σκοτάδι που την τύλιγε.

 

«Μαμάααα..σε παρακαλώω».

 

Σύρθηκε σε μια γωνιά, να αισθάνεται την προστασία του παγωμένου τοίχου στην πλάτη της.

 

Αγκάλιασε τα γόνατα της που έτρεμαν από το κρύο και την υγρασία, έγειρε το κεφάλι της, ακούμπησε επάνω τους.

 

Ο μικρός Αλέξης ήρθε στο μυαλό της…σίγουρα αυτός έφταιγε για την τιμωρία της.

 

Από την ημέρα που τον έφεραν στο σπίτι, μικρό σαν ποντίκι, χωρίς μαλλιά και δόντια, να κλαίει συνέχεια σαν γατί, τον αντιπάθησε.

 

Όταν της είπαν να μην τον τσιμπάει ,όταν η μαμά την κτύπησε στο χέρι, τον μίσησε.

 

Η αγκαλιά της μαμάς που ήταν μόνο δική της, όλες τις ώρες, πρωί και βράδυ ο Αλέξης ήταν κουρνιασμένος εκεί, να παίρνει τα χάδια της και τα φιλιά της.

 

Το έκανε επίτηδες, μόλις τον άφηνε στο κρεβατάκι του για να πάρει έμενα αγκαλιά, άρχιζε την διαμαρτυρία με κλάματα.

 

Ήθελε την μαμά μόνο για εκείνον, το ξέρω ότι δεν μ΄αγαπούσε, αλλά εγώ ήθελα να φύγει από το σπίτι μας.

 

Να έχω την μαμά πάλι μόνο για μένα.

 

Ένα ρίγος την διαπέρασε, ήταν το κρύο?, η μήπως μαζί του ήρθαν και εικόνες ζωντανές πιο μαύρες και από το σκοτάδι που βρισκόταν.

 

Ένα μεσημέρι όταν η μαμά ήταν στην κουζίνα, γλίστρησε στο δωμάτιο του Αλέξη χωρίς να την δει,( τις είχαν πει πολλές φορές να μην μπαίνει εκεί μέσα μόνη της)το δωμάτιο που ήταν κάποτε δικό της, δίπλα από το δωμάτιο της μαμάς, ακόμα και τα πρώτα της παιχνίδια ήταν εκεί, να τα έχει ο Αλέξης…ο Αλέξης να τα έχει όλα, και εκείνη τίποτα.

 

Τον είδε να κοιμάται αλλά δεν τον πίστεψε, σε λίγο θα ζητούσε πάλι την αγκαλιά και τα χάδια της δικής της μαμάς ,και εκείνη θα ήταν στην άκρη παραπονεμένη ακόμη μια φορά.

 

Το μαξιλαράκι ήταν δίπλα στο κεφάλι του, το σήκωσε γρήγορα και το έβαλε επάνω στο στόμα του, να μην κλάψει, να μην τον πάρει η μαμά αγκαλιά, να μείνει χρόνος για εκείνη.

 

Πρώτη φορά άκουσε την μαμά να της μιλά τόσο άγρια, έφερνε το γάλα του Αλέξη και την δική της τιμωρία.

 

«Θα τα πω όλα στον μπαμπά σου..να δεις τι έχεις να πάθεις»

 

Όχι στον Μπαμπά..εκείνος ακόμα με έπαιζε, ακόμα με έπαιρνε στην αγκαλιά του, ο Μπαμπάς μ’αγαπούσε..

 

«Εσύ δεν μ’ αγαπάς πια…μόνο ο Αλέξης υπάρχει για σένα..αυτό το κλαψιάρικο σε πήρε από μένα.»

 

Την κλείδωσαν στο δωμάτιο της, τα δάκρυα της έτρεχαν όχι για την τιμωρία, για την μαμά της που έχασε, γιατί ο Αλέξης της έκλεψε την αγάπη της,..και τον μίσησε ακόμα μια φορά.

 

Αυτός, αυτός φταίει για όλα.

 

Δεν έμαθε ποτέ αν το είπε στον μπαμπά, τον έβλεπε καμιά φορά να την κοιτά σκεπτικός αλλά η αγκαλιά του ήταν πάντα ανοικτή και τα φιλιά του ζεστά.

 

Αυτό την έφτανε, ο μπαμπάς την αγαπούσε, αν έφευγε και ο Αλέξης από το σπίτι τους , η μαμά πάλι θα ήταν μόνο δική της.

 

«Μαμάαααα που είσαι?»

 

Πόσο θα κρατούσε η τιμωρία της?

 

Τώρα θα κρατούσε το κλαψιάρικο αγκαλιά και εκείνη την είχε στα σκοτεινά..

 

Μα τι έκανε για να αξίζει τέτοια τιμωρία?

 

Η γιαγιά είχε έλθει στο σπίτι, την κάθισε στα γόνατα της, της μιλούσε γλυκά όπως πάντα.

 

Η καλή μου η γιαγιά, εκείνη με καταλάβαινε, όλο μου έλεγε…

 

«Άστο αυτό το μυξιάρικο..θα το δώσουμε στον γύφτο..»

 

Κλείστηκε στην αγκαλιά της, τα λόγια της την έκαναν και πάλι ευτυχισμένη, θα έφευγε από το σπίτι ο Αλέξης, η μαμά θα ήταν και πάλι ολόκληρη δική της.

 

«Ετοίμασε τα παιδιά να τα πάω μια βόλτα στο πάρκο, έχει όμορφη μέρα ,να πάρουν καθαρό αέρα.»

 

Κρατούσε την γιαγιά σφικτά από το χέρι, η καρδούλα της χαρούμενη, μπορεί στο πάρκο να έβρισκαν τον γύφτο ..

 

Έτρεξε στην παιδική χαρά με όρεξη πολύ, τα μάτια της όμως έκαναν συνέχεια έναν γύρο, μην τυχόν περάσει ο γύφτος και δεν τον δει.

 

Κούνησε το χέρι όλο χαρά στην γιαγιά που κάθονταν στο παγκάκι με το καροτσάκι του Αλέξη δίπλα της.

 

Και τότε την άκουσε..μια μουσική από μακριά..τέτοια ,που γύφτοι παίζουν.

 

Έπρεπε να τρέξει να τους προλάβει, να μην φύγουν, να μην γυρίσει ξανά στο σπίτι ο Αλέξης.

 

Δεν προλάβαινε να πάει στην γιαγιά να της το πει, θα τους έχανε…

 

«Που πας?..Εδώ να είσαι να σε βλέπω» άκουσε την γιαγιά να φωνάζει.

 

Κούνησε το χέρι της ότι την άκουσε αλλά τρέχοντας χάθηκε στους θάμνους.

 

Την μουσική άκουγε και όλο έτρεχε…να ,πιο κάτω μακριά. δυο γύφτοι με τα όργανα.

 

Με κομμένη την ανάσα, λαχανιασμένη ,τους τραβά από τα ρούχα.

 

Είχαν τελειώσει τον σκοπό τους, γύρισαν ,την είδαν.

 

«Θέλεις τραγούδι να σου παίξουμε μικρούλα?» είπαν και γέλασαν.

 

«Όχι..τον Αλέξη να πάρετε, ελάτε να σας πάω.»

 

«Ποιος είναι αυτός?»

 

«Το κλαψιάρικο που έχουμε στο σπίτι, ελάτε, είναι εδώ στο πάρκο τώρα.»

 

«Τέτοια λένε στα παιδιά και μαυρίζουν την γενιά μας» είπαν σκυθρωποί και απομακρύνθηκαν.

 

Απελπισία, ούτε και εκείνοι δεν τον ήθελαν, μήπως κάποιοι άλλοι?

 

Ο Αλέξης δεν έπρεπε να γυρίσει στην μαμά.

 

Έπρεπε να επιστρέψει, η γιαγιά θα την έψαχνε..αλλά από πού είχε έλθει?

 

Χάθηκε.

 

Μια κυρία που στεκόταν κοντά την πλησίασε.

 

«Κοριτσάκι με ποιον είσαι εδώ?»

 

«Με την γιαγιά μου(ούτε ήθελα να πω το όνομα του Αλέξη)αλλά την έχασα.»

 

«Έλα να την βρούμε μαζί.»

 

Το πάρκο μεγάλο, την έπιασε από το χέρι κοιτώντας γύρο, μήπως κάποιος την φωνάξει.

 

«Την βλέπεις πουθενά την γιαγιά σου?»

 

«Όχι»..κόντευαν να την πάρουν τα κλάματα.

 

«Μην στενοχωριέσαι, έλα να σε πάρω αγκαλιά»

 

Άπλωσε τα χεράκια της και σφίχτηκε στην αγκαλιά της.

 

«Μήπως γύρισαν στο σπίτι, στην μαμά»

 

«Ξέρεις που μένεις?»

 

Κούνησε αρνητικά το κεφαλάκι της, τα δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα γαλανά ματάκια.

 

«Μην κανείς έτσι, θα την βρούμε την μαμά.»

 

Ένα νούμερο πήρε στο κινητό της τηλέφωνο, έλεγε για εκείνην, ότι είναι μικρούλα, ότι χάθηκε.

 

Τι καλή κυρία..!!

 

Από την τσέπη της έβγαλε ένα σοκολατάκι, το καθάρισε, της το έδωσε.

 

«Δεν θέλω».

 

Ο μπαμπάς μου έλεγε να μην παίρνω πράγματα από ξένους ανθρώπους.

 

«Έλα, πάρε το για μένα».

 

Αυτή η κυρία ήταν καλή, την είχε αγκαλιά, θα την πήγαινε στην μαμά.

 

Είχε περίεργη γεύση αλλά την κατάπιε, δεν ήθελε να πικράνει την καλή κυρία.

 

«Πότε θα πάμε στην μαμά?»

 

«Τώρα κουκλίτσα μου, εκεί πάμε, θα έρθει ένα αυτοκίνητο να μας πάει.»

 

Τα ματάκια της άρχισαν να κλείνουν, αφέθηκε περισσότερο στην αγκαλιά της και μουρμούρισε.

 

«Την μαμά μου θέλω.»

 

«Κοιμήσου μικρό μου, όταν ξυπνήσεις θα είσαι με την μανούλα σου, κοιμήσου κοριτσάκι μου»

 

Τι γλυκά λόγια, κοιμήθηκε σαν άγγελος στον ώμο της.

 

«Μαμάααααααααα……φοβάμαι, βγάλε με από εδώ..»

 

Τόσο μεγάλη τιμωρία επειδή δεν άκουσε την γιαγιά και έφυγε ,δεν την περίμενε…

 

«Μανούλα μου βγάλε με από δω, θα είμαι καλό παιδί……»

 

Αναφιλητά φούσκωσαν το στηθάκι της, ήθελε την αγάπη της μαμάς της και τίποτα άλλο.

 

Ακόμα και τον Αλέξη θα προσπαθούσε να συμπαθήσει, αλλά να την έβγαζαν από εκεί…ΤΩΡΑ.

 

Κάτι ακούμπησε το πόδι της και οι κραυγές τις ακούστηκαν σπαρακτικές..

 

«Βγάλτε μεεεεεεεεε..»

 

Βήματα ακούστηκαν έξω από την πόρτα, κοντοστάθηκαν..

 

«Μανούλα μου γλυκιά το ήξερα ότι αγαπάς και μένα..άνοιξε μου σε παρακαλώωω.»

 

Η πόρτα δεν είχε ανοίξει ακόμα..

 

«Πάρε με από εδώ και θα κάνω ότι θέλεις μανούλα μου…σαγαπάωωωωωωωω.»

 

Η πόρτα άνοιξε με έναν στριγκό ήχο.

 

Τα ματάκια της άνοιξαν στην αρχή με απορία, που αμέσως έγινε βουβός παγωμένος τρόμος.

 

Το χέρι που την άνοιξε δεν ήταν της μανούλας……

 

 

 

ΤΕΛΟΣ

 

 

Link to comment
Share on other sites

Tήν καλησπέρα μου σε όλη τήν παρέα.

 

Ειμαι καινούρια στόν χώρο καί με ενδιαφέρει η άποψη τού καθ'ένός από εσάς,γιατί θεωρώ ότι η εμπειρία σας θά με οδηγήσει.

 

Εύχαριστώ εκ των προτέρων.:rolleyes:

Link to comment
Share on other sites

Ωραία ιστοριούλα. Ο τρόπος που είναι γραμμένη, αφήγηση/διάλογοι/σκέψεις μέσα από μικρές προτάσεις, την κάνει να διαβάζεται εύκολα. Αν και κατάλαβα από νωρίς προς τα πού το πάει η ιστορία, δεν με πείραξε και η αλήθεια είναι ότι προκαλεί ένα μικρό σφίξιμο.

 

«Δυστυχώς», ανέβασες την ιστορία σου ενώ ο διαγωνισμός τρόμου βρίσκεται σε εξέλιξη και πολλοί είναι απασχολημένοι μ' αυτόν. Ελπίζω να βγω λάθος και να διαβαστεί από πολλούς η ιστορία σου, μιας και είναι η πρώτη σου συμμετοχή.

 

Καλώς ήρθες στο φόρουμ, Μαρία.

Link to comment
Share on other sites

Η ιστορία είναι καλή. Ένα πάντρεμα παιδικών βιωμάτων και απεχθών ιστοριών, με θύματα μικρά παιδιά. Φυσικά η πρωτοτυπία είναι απούσα, αλλά πιστεύω ότι με την πρώτη σου ιστορία ήθελες περισσότερο να μας δείξεις το επίπεδο γραφής παρά την πρωτοτυπία στην ιστορία.

Γενικώς εμένα με αφησε ευχαριστημένο το στυλ γραφής. Δεν κουράζει, ρέει όμορφα, υπάρχει ειρμός και πλοκή και η γλώσσα είναι ταιριαστή. Μια καλή πρώτη εμφάνιση στο φόρουμ και στον τρόμο ειδικότερα.

 

Καλωσόρισες και περιμένουμε και επόμενα έργα σου.

Link to comment
Share on other sites

Πολύ καλή η πρώτη σου συμμετοχή.

Καλή χρήση του λόγου, το στυλ δεν κουράζει τον αναγνώστη και τον παρακινεί να διαβάσει μέχρι τέλους την ιστορία.

Χειρίζεσαι καλά τον τρόμο.

Αυτά για την ώρα. Καλωσήρθες Μαρία και θα χαρώ να διαβάσω κι άλλα κείμενά σου.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..