Jump to content

Συνέντευξη με τον Λευτέρη Κεραμίδα - Κοράκι σε Άλικο Φόντο


RObiN-HoOD

Recommended Posts

  • Management

RObiN-HoOD: Με χαρά σας παρουσιάζω τον Λευτέρη «Electroscribe» Κεραμίδα στο νέο του βιβλίο Κοράκι σε Άλικο Φόντο, καθώς ο Αντώνης «Solonor» Πάσχος, ειδικές αποστολές paintball, τον "ανακρίνει" στο πεδίο της μάχης: :lol:

Solonor: Οι συνεντεύξεις δεν απαιτούν αντικειμενικότητα. Έτσι λοιπόν, χαίρομαι που μπορώ να είμαι εγώ αυτός που θα ανακρίνει τον φίλο μου, Λευτέρη Κεραμίδα, για το πρώτο του, πολλά υποσχόμενο έργο: το «Κοράκι σε Άλικο Φόντο»!

 

 

Λευτέρη, συγχαρητήρια για το βιβλίο σου. Πότε ήρθε η σύλληψη της ιδέας και πότε ξεκίνησες τη συγγραφή του;

Η πρώτη ιδέα που είχα – που δε μοιάζει και πολύ μ’ αυτό που γράφτηκε τελικά – εμφανίστηκε κάπου στο 2001. Ο εμπλουτισμός της, η μελέτη και η προεργασία μου πήραν περίπου ένα χρόνο. Η πρώτη γραφή, με αρκετές και μακριές παύσεις, πήρε δεκατέσσερις μήνες.

 

Αν είχες μια παράγραφο για να το περιγράψεις –εκτός του οπισθόφυλλου- ποια θα ήταν αυτή;

Ένα μυθιστόρημα που προσπαθεί να αξιοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τις λέξεις που χρησιμοποιεί και το χρόνο που θα του αφιερώσει ο αναγνώστης, αποφεύγοντας τη φλυαρία και την περιττολογία. Ένα μυθιστόρημα που προσπαθεί να συνδυάσει διάφορα υποείδη της φαντασίας για να ικανοποιήσει κάθε είδους αναγνώστη δίχως να απογοητεύσει κανέναν. Ένα μυθιστόρημα που προσπαθεί να παίξει με τις συμβάσεις του είδους, αλλά και να θέσει τις βάσεις για έναν νέο κώδικα με εγχώριο χρώμα, πάνω στον οποίο μπορούν να χτίσουν οι επόμενοι, αν θέλουν.

 

Ο κόσμος του βιβλίου σου θυμίζει Βυζάντιο, ή όπως διάβασα κάπου, την αυτοκρατορία που θα εξελισσόταν αν δεν πέθαινε νωρίς ο Μέγας Αλέξανδρος. Πώς θα χαρακτήριζες εσύ τον κόσμο σου; Τι ήταν αυτό που σε ώθησε να γράψεις για έναν τέτοιο κόσμο;

Νομίζω ήταν ‘την αυτοκρατορία του Φιλίππου αν δεν πέθαινε νέος’. Οι άνθρωποι του Πατάκη το έχουν χαρακτηρίσει ‘ελληνικό Μεσαίωνα’. Εγώ νομίζω είναι απλά ένας ελληνικός φανταστικός κόσμος, όπου οι δικές μου εμπνεύσεις συνδυάζονται με στοιχεία από την ελληνική ιστορία και μυθολογία/λαογραφία, αντί με τα δυτικότροπα μοτίβα που συνηθίζονται στο συγκεκριμένο είδος λογοτεχνίας. Τεχνολογικά και κοινωνικά προσεγγίζει το Βυζάντιο, αλλά πολιτισμικά ήταν επιλογή μου να λείπουν όσο γίνεται οι ρωμαϊκές και οι ιουδαϊκές επιρροές. Όχι από ιδεολογικά κίνητρα, αλλά γιατί δεν είχα εγώ κάτι να πω με αυτές ή γι’ αυτές. Με την ίδια λογική, άφησα απέξω και πολλά ακόμη ιστορικά στοιχεία. Σκοπός μου δεν ήταν να περιγράψω κάποια εποχή, έστω και εξιδανικευμένη, αλλά να πατήσω κάπου για να πω τη δική μου ιστορία. Χαρακτηριστικά, πολύ πριν σκεφτώ οποιαδήποτε πλοκή, διαβάζοντας κάποιο βιβλίο για τη μεσαιωνική Κωνσταντινούπολη, είχα εντυπωσιαστεί από κάποιες εφευρέσεις και θεσμούς και είχα σκεφτεί «ρε, αυτά είναι πολύ φάνταζυ!» Δηλαδή, το βασικό κριτήριο επιλογής μου ήταν λογοτεχνικό.

Από την άλλη, το διάβασμα το θεωρούσα απαραίτητο. Ήθελα το βιβλίο μου να έχει λογική και συνοχή κι αυτό κατά τη γνώμη μου επιτυγχάνεται μόνο μετά από μελέτη και έρευνα. Και τα έργα και οι μύθοι των ανθρώπων αυτού του τόπου ήταν μάλλον προφανής επιλογή, αφού είναι μέρος των παραστάσεων που όλοι έχουμε και όσο τις γέννησαν, άλλο τόσο γεννήθηκαν κι απ’ αυτές. Έχω ιδέες και για φάνταζυ εμπνευσμένο από παλιότερες ακόμη εποχές, αλλά δεν έχει έρθει ακόμη η ώρα να τις πιάσω.

 

Αν και έργο του φανταστικού, το βιβλίο σου χαρακτηρίζεται από συνέπεια και ρεαλισμό. Πόσο δύσκολο ήταν να κρατηθείς μακριά από την υπερβολή;

Στην πρώτη γραφή, η υπερβολή είναι πάντα αναπόφευκτη γιατί η συγγραφή είναι διαδικασία φαντασίωσης και ταυτιζόμαστε με τους ήρωες μας, τους υποδυόμαστε την ώρα που γράφουμε γι’ αυτούς. Μετά, στις διορθώσεις, πρέπει να επιδείξουμε μέτρο και θάρρος, να ψαλιδίσουμε ό,τι είναι ανέφικτο, όσο θεαματικό κι αν φαντάζει. Έχουμε συνηθίσει στις ταινίες, όπου με την εικόνα όλα είναι θεμιτά. Σε ένα βιβλίο, δεν ισχύει αυτό.

Στο επίπεδο της σύλληψης από την άλλη, είχα αποφασίσει από την αρχή να αποφύγω κάποια πράγματα που έχω βαρεθεί να βλέπω σε βιβλία του φανταστικού. Κάθε μάγος είναι ο μεγαλύτερος, κάθε στρατός είναι ανίκητος, κάθε αυτοκρατορία είναι η πιο πολιτισμένη, κάθε τύραννος είναι ασταμάτητος αλλά και εντελώς ανόητος, κάθε γωνιά του δάσους και κάθε καλύβα είναι σαν ξενοδοχείο πέντε αστέρων. Μα κανένας πια δεν έχει δυνατά και αδύνατα σημεία; Πουθενά δε βρωμάει και δεν κάνει κρύο; Τα χρήσιμα αντικείμενα φυτρώνουν πάνω στα δέντρα;

 

Πόσο σημαντικό θεωρείς το ρεαλισμό για ένα έργο του φανταστικού;

Το ίδιο σημαντικό όπως και σε κάθε άλλο είδος. Πολλοί μπερδεύουν το φανταστικό με το φαντασιακό, αυτό στέκει μόνο μέσα στο μυαλό τους. Νομίζουν πως το να γράφουν φαντασία – οποιουδήποτε είδους – τους δίνει άλλοθι για να πετάξουν στο χαρτί ό,τι τους κατέβει τους κατέβει ή να αναμίξουν πράγματα που δε στέκουν μαζί. Εγώ δε νομίζω πως η λογοτεχνία του φανταστικού μάς απαλλάσσει από καμία υποχρέωση προς τον αναγνώστη. Ειδικά οι λεπτομερείς περιγραφές και η εξέταση των συνεπειών ενός γεγονότος είναι κατά τη γνώμη μου απαραίτητη αντίστιξη για να γίνει πιστευτό το φανταστικό στοιχείο. Όταν τα αποφεύγουμε αυτά, το απομακρύνουμε από τον αναγνώστη και το αποδυναμώνουμε.

 

Παρά το πλήθος χαρακτήρων που προελαύνει από τις σελίδες του έργου σου, προσωπικά το βρήκα ευκολοδιάβαστο. Πόσο εύκολο ήταν να κρατήσεις τις ισορροπίες;

Αυτό δεν ήταν τόσο δύσκολο, τελικά. Απλά πρέπει να μην ξεχνάς τους αναγνώστες. Ότι πρέπει να τους δίνεις κάτι, να τους πείθεις πως κάθε σελίδα που διαβάζουν έχει μια χρησιμότητα στο βιβλίο, πως αξίζει να σου αφιερώσουν την προσοχή τους. Και κάθε τόσο να τους ανταμείβεις που το κάνουν. Στο θέμα των χαρακτήρων, ορισμένοι είναι πολύ αβανταδόρικοι – ειδικά οι πιο δυνατοί κι οι πιο αστείοι – και θα μπορούσες να γεμίσεις το βιβλίο μ’ αυτούς. Αλλά κάτι τέτοιο θα ικανοποιούσε μόνο τους πιο αφελείς αναγνώστες, ενώ η επανάληψη θα επέτρεπε στους πιο παρατηρητικούς να αντιληφθούν τα τεχνάσματα που χρησιμοποιείς· το όλο οικοδόμημα του κειμένου θα κατέρρεε. Οπότε βάζεις μέτρο και λες ‘αυτός τόσο χρειάζεται, εκείνος τόσο’ κι απ’ ότι φαίνεται αποδίδει.

 

Προσωπικά, το στοιχείο που με εντυπωσίασε περισσότερο στο βιβλίο σου ήταν η πλοκή. Πόσο εύκολο ήταν να καταστρώσεις ένα τόσο πολύπλοκο έργο;

Αυτό όντως ήταν δύσκολο. Χρησιμοποίησα διάφορες τεχνικές, το δούλεψα πολύ στο μυαλό μου πριν γράψω κάθε κομμάτι. Και πάλι, χρειάστηκε να δώσω σημασία στη λεπτομέρεια στο δεύτερο χέρι, να γυρίσω πίσω και να προοικονομήσω κάτι ή να εξαφανίσω κάποια αντίφαση. Κάποιες φορές είδα εκ των υστέρων κάποια αντιστοιχία που θα μπορούσα να εκμεταλλευτώ και δεν την άφησα να πάει χαμένη. Για να μη μακρηγορήσω, δούλεψα πολύ μεθοδικά, αλλά κέρδισα πολύ κι από τις διορθώσεις, ένα στάδιο στο οποίο οι περισσότεροι συγγραφείς νομίζω πως δε βρίσκουν το θάρρος να γράψουν λίγες λέξεις παραπάνω ή ακόμη περισσότερο να σβήσουν μερικές.

 

Ποιο θεωρείς εσύ το ισχυρότερο στοιχείο του βιβλίου σου;

Την πολυφωνικότητα. Προσπάθησα να κάνω όλες τις επιμέρους πλοκές ενδιαφέρουσες, αλλά ελπίζω πως ο καθένας θα βρει μια που να του «μιλήσει» πραγματικά. Και με τον τρόπο τους, όλες καταπιάνονται με το ίδιο θέμα κατά βάθος.

 

Έχεις κάποιον αγαπημένο χαρακτήρα από τους «Γιους της Στάχτης»;

Όταν στρώνομαι να γράψω για κάποιον, αυτός είναι ο αγαπημένος μου, γιατί μ’ αυτόν μπορώ να δημιουργήσω εκείνη τη στιγμή. Και μόνο με τέτοιον τρόπο σκέψης μπορεί να βγει κάτι που ίσως αγγίξει τον αναγνώστη.

 

Αν έπρεπε να διαλέξεις τρία έργα του φανταστικού που να είναι κοντινά στο δικό σου, ποια θα ήταν αυτά;

Το A Game of Thrones του G.R.R. Martin (αν και το διάβασα μόλις πρόσφατα) και το Dune του Frank Herbert. Για τρίτο έχω πολλές υποψηφιότητες, αλλά όσο κοντινές είναι σε κάποια σημεία, άλλο τόσο είναι και μακρινές σε άλλα.

 

Έχεις ήδη λάβει κάποιες κριτικές, στο SFF.gr τουλάχιστον, για το έργο σου. Πες μας μια πρόταση από αυτές που θεωρείς πως είναι εύστοχη.

Το υπερφυσικό στοιχείο είναι περιορισμένο, σε βαθμό που οι κοινοί άνθρωποι και οι πράξεις τους να μην είναι αδύναμοι μπροστά στα γεγονότα, ούτε χωρίς σημασία ενώ επιπλέον έχει εσωτερική συνοχή σαν μυθολογία.

 

Ποιος είναι ο αγαπημένος σου συγγραφέας και ποιο το έργο που θα ήθελες να έχεις γράψει εσύ;

Ποτέ μου δεν κατάλαβα την έννοια του «αγαπημένου συγγραφέα». Νομίζω κάθε καινούριος συγγραφέας με τον οποίο ερχόμαστε πρώτη φορά σε επαφή, μας δίνει πολλά, είτε μας αρέσει αυτό που διαβάζουμε, είτε όχι. Το επόμενο ολοκληρωμένο έργο του που θα διαβάσουμε – και λέω ‘έργο’ κι όχι ‘βιβλίο’ γιατί μπορεί να είναι και μια δεκαλογία – έχει πιστεύω πολύ λιγότερα να μας δώσει και κάθε ένα δικό του που ακολουθεί, δε μας δίνει σχεδόν τίποτα. Οπότε, υπάρχουν ένας-δυο συγγραφείς στους οποίους επανέρχομαι κάθε τόσο για την αναγνωστική απόλαυση και μόνο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως τους αναγνωρίζω κάποια ξεχωριστή λογοτεχνική αξία σε σχέση με όλους τους άλλους.

Βιβλία που να ζηλεύω για την ιδέα τους, για την τεχνική τους ή για τη δημοτικότητά τους, υπάρχουν πάρα πολλά. Αλλά κατά τη γνώμη μου το «μπορώ» και το «θέλω» είναι το ίδιο πράγμα στη συγγραφή. Θαυμάζω, ας πούμε, τις ιστορίες με τον Σέρλοκ Χολμς και δε θα μπορούσα να τις έχω γράψει εγώ. Αλλά αν πραγματικά ήθελα να γράψω κάτι τέτοιο, δε θα είχα διαμορφώσει με τα χρόνια τη γραφή μου έτσι που να μπορώ να το γράψω; Δε θα είχα φροντίσει να αποκτήσω τις ανάλογες γνώσεις; Ο καθένας γράφει το βιβλίο που θέλει να γράψει. Και αν εξαιρέσουμε τα συγκυριακά όπως η επιτυχία, που δεν έχει περισσότερο νόημα να τα συζητάμε από το ‘γιατί δε γεννήθηκα γιος εφοπλιστή;’, τελικά ο καθένας σε ποιότητα μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον ίδιο του τον εαυτό. Υπάρχουν πολύ καλύτερες ιδέες από τη δική μου; Τότε, μήπως έγραψα την πρώτη μπούρδα που μου ήρθε στο νου; Υπάρχουν πολύ πιο καλογραμμένα βιβλία από το δικό μου; Τότε, μήπως το ξεπέταξα και βιάστηκα να ψάξω εκδότη πριν το δουλέψω αρκετά για να ικανοποιεί εμένα τον ίδιο πρώτα-πρώτα; Υπάρχουν πολύ πιο καλοανεπτυγμένα βιβλία από το δικό μου; Τότε, μήπως ξεκίνησα να γράφω χωρίς να σκεφτώ πρώτα πώς θα αξιοποιήσω το υλικό μου; Αν σκέφτομαι έτσι, τότε μπορεί άλλοι να ζηλεύουν το επόμενο βιβλίο μου. Αν δε σκέφτομαι έτσι, το πιο πιθανό είναι να γράψω μια μετριότητα για την οποία δε θα μου φταίει κανένας άλλος από την τεμπελιά μου.

 

Τι σου αρέσει να διαβάζεις, από το χώρο του φανταστικού αλλά και από άλλα είδη;

Ακούω πολλούς να λένε «μόλις διάβασα το τάδε, έχεις να μου προτείνεις κάτι παρόμοιο;» κι εννοούν κυριολεκτικά κάτι παρόμοιο. Εγώ θέλω να διαβάσω κάτι που δεν έχω ξαναδεί ποτέ ή κάτι που δεν το έχω ξαναδεί έτσι, κατά προτίμηση κάτι που να ζορίσει λίγο τη σκέψη μου. Θέλω να σέβονται το χρόνο μου, να μη μου πουν μια ιστορία 50 σελίδων σε 500 σελίδες. Να σέβονται την ευφυΐα μου, να μην πιστεύουν πως είμαι υποχρεωμένος να καταπιώ οτιδήποτε μου σερβίρουν, επειδή μου το σερβίρουν (κατά τη γνώμη τους) καλά. Και δεν αντέχω τα βιβλία στα οποία δε συμβαίνει τίποτα, μόνο ατέρμονες (αυτό)ψυχαναλύσεις. Γι’ αυτό τείνω να διαβάζω περισσότερο φαντασία και κανένα νουάρ, αν και με γοητεύουν τα κείμενα που ξεπερνούν τα όρια ενός συγκεκριμένου είδους και δεν το κάνουν μόνο και μόνο για να πρωτοτυπήσουν. Από ιδιοσυγκρασία, προτιμώ τα πιο προσγειωμένα και λιγότερο αισιόδοξα βιβλία. Κι από φόρμες, για το φάνταζυ μου κάνει περισσότερο το μυθιστόρημα, για την ΕΦ και το αστυνομικό η νουβέλα, ενώ για το Τρόμο το διήγημα. Διαβάζω επίσης πολλά βιβλία Ιστορίας και Λαογραφίας, ίσως περισσότερα από λογοτεχνίας.

 

Στο SFF.gr έχουν γίνει αμέτρητες συζητήσεις για την έκδοση. Πες μας τη δική σου ιστορία. Πώς έφτασε το «Κοράκι» από το πρόγραμμα του υπολογιστή σου στα χέρια ενός μεγάλου εκδότη;

Δεν είναι και πολύ εντυπωσιακή ιστορία. Έστειλα το βιβλίο μου σε μεγάλο εκδότη γιατί πίστευα σε αυτό. Θα μου πεις, όλοι πιστεύουμε στα βιβλία μας, αλλιώς δε θα προσπαθούσαμε να τα εκδώσουμε. Αλλά νομίζω πως έχω καλό κριτήριο. Γράφω περίπου είκοσι χρόνια. Έχω ολοκληρώσει κι άλλα πράγματα παλιότερα. Δεν τα είχα στείλει κάπου όχι επειδή με αποθάρρυνε κανείς, αλλά γιατί δεν τα θεωρούσα ο ίδιος αρκετά καλά.

Πριν ο Πατάκης εγκρίνει το βιβλίο μου, το είχα στείλει σε άλλο εκδοτικό οίκο, επίσης μεγάλο. Έλαβα πολύ σύντομη αρνητική απάντηση, χωρίς καμία εξήγηση. Απλά το είχα τυπώσει, το είχα βάλει σε έναν μεγάλο κίτρινο φάκελο και το είχα ταχυδρομήσει. Για τον Πατάκη έκανα ακριβώς τα ίδια πράγματα, αλλά είχα γράψει (μετά από συμβουλή φίλης εκ του φόρουμ) και μια μονοσέλιδη επιστολή στην οποία περιέγραφα συνοπτικά και με πλήρη ειλικρίνεια το είδος του βιβλίου, το κοινό στο οποίο απευθύνομαι (ηλικιακά και θεματικά), τη δομή κτλ. Μου είπαν ότι βρήκαν την περιγραφή πάρα πολύ ακριβή εκ των υστέρων και τους είχε βοηθήσει να κρίνουν αν ενδιαφέρονται, καθώς και να επιλέξουν σε ποιον αξιολογητή θα το δώσουν να το διαβάσει. Ας μην περιμένουμε να μαντέψουν μόνοι τους οι εκδότες τι τους έχουμε στείλει από τον τίτλο ή ξεφυλλίζοντάς το. Και αν είναι να μας απορρίψουν επειδή τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο δεν τους ενδιαφέρει το θέμα μας ή το είδος που γράφουμε, καλύτερα να το κάνουν άμεσα, με την ανάγνωση και μόνο της συνοδευτικής επιστολής, παρά να περιμένουμε ένα τρίμηνο τσάμπα, ώσπου να βρεθεί διαθέσιμος αξιολογητής.

 

Αν έπρεπε να δώσεις τρεις συμβουλές σε νέους συγγραφείς του φανταστικού, ποιες θα ήταν αυτές;

α. Διαβάστε. Όσο περισσότερο μπορείτε, όσο πιο πολλά πράγματα μπορείτε, μέσα στο είδος που θέλετε να υπηρετήσετε αλλά και μακριά από αυτό. Και, κυρίως, διαβάστε με αυστηρότητα: Μου αρέσει αυτό, αλλά είναι πραγματικά καλό; Γιατί μου αρέσει; Το άλλο γιατί δε μου αρέσει; Πώς θα μπορούσε το καθένα να γίνει καλύτερο;

β. Γράψτε. Μόνο στην πράξη μαθαίνεται η «τέχνη» μας. Ξαναγράψτε, διορθώστε, δοκιμάστε πολλές τεχνικές για την ίδια ιδέα, πολλές ιδέες για την ίδια τεχνική. Μην αφήνετε μεγάλα διαστήματα στα οποία δε γράφετε ούτε λέξη, μην επαναπαύεστε δουλεύοντας πάντα με τον ίδιο τρόπο. Όσο δεν προσπαθείτε να βελτιωθείτε, δε βελτιώνεστε.

γ. Μάθετε να διαβάζετε τον εαυτό σας σαν να ήταν κάποιος άλλος και ν’ ακούτε με τον ίδιο τρόπο τις κριτικές που σας γίνονται. Αν στο κείμενο που μόλις ολοκληρώσατε δε μπορείτε να βρείτε τίποτα να διορθώσετε (πέρα από ορθογραφικά), δεν κοιτάζετε αρκετά προσεκτικά. Αν τα σχόλια που λαμβάνετε σας στενοχωρούν ή σας προσβάλουν, αν δε βρίσκετε τίποτε ανάμεσά τους που θα μπορούσατε ή θα θέλατε να κάνετε στο κείμενό σας για να το βελτιώσετε, τότε δεν αναζητάτε στ’ αλήθεια γνώμες, απλώς ψάχνετε κάποιον να σας χειροκροτήσει. Κι αυτό σημαίνει πως αγνοείτε την προηγούμενη συμβουλή μου.

 

Πολλά λέγονται για την κατάσταση στο χώρο του Ελληνικού φανταστικού. Ποια είναι η γνώμη σου για το παρόν και το μέλλον του;

Παρόν δεν έχει. Η φήμη του είναι κακή και την έχει κερδίσει με το σπαθί του (και το ακτινοπίστολό του και το αλυσοπρίονό του). Όχι ότι δεν υπάρχουν καλές φωνές και αξιόλογα βιβλία, αλλά χάνονται μέσα στο βούρκο των υπόλοιπων. Για το ελληνικό φανταστικό, δεν υπάρχει κοινό που να το παρακολουθεί συστηματικά, οίκος που να ασχολείται με αυτό, περιοδικό που να του δίνει φωνή, χώρος που να συγχρωτίζονται οι δημιουργοί του, βιβλιοστήλη που να μην το θεωρεί εφηβικό είδος ή παραλογοτεχνία. Οι αξιόπιστες κριτικές βιβλίων σπανίζουν. Το SFF.gr κάνει ό,τι μπορεί, αλλά δεν είναι ούτε τόσο γνωστό όσο του αξίζει, ούτε έχει τόσα ενεργά μέλη όσα θα μπορούσε. Έξω από αυτό, δεν υπάρχει πληροφόρηση ούτε για τις νέες κυκλοφορίες του χώρου, που είναι σκόρπιες και με περιορισμένη προβολή. Αν δεν πέσεις πάνω τους σε κάποιο βιβλιοπωλείο – και συνήθως δεν έχουν μεγάλη διανομή – δε θα μάθεις ποτέ την ύπαρξή τους.

Μέλλον δεν μπορεί να υπάρξει, αν δεν υπάρξει πρώτα παρόν. Οι εκδόσεις είναι και θέμα μόδας. Αλλά έστω ότι ένα ελληνικό βιβλίο φάνταζυ ή ΕΦ ή τρόμου πουλάει δέκα χιλιάδες αντίτυπα. Πρωτοφανής επιτυχία για το είδος, αλλά αμελητέα σε σχέση με τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού mainstream. Αρκεί και με το παραπάνω θεωρώ για να πειστεί ο εκδότης του να δοκιμάσει και μερικούς Έλληνες του είδους ακόμη. Αν οι πωλήσεις αυτές δε συνοδευτούν και από κάποιου είδους μεγάλο ντόρο όμως, κανείς άλλος εκδότης δε θα τις αντιληφθεί για να τις ζηλέψει.

Τι μπορούμε να κάνουμε; Σαν συγγραφείς, να γράψουμε καλύτερα βιβλία, να μην απευθυνόμαστε μόνο στον μικρόκοσμό μας και να κυνηγήσουμε όσο μεγαλύτερο εκδοτικό μπορούμε. Σαν αναγνώστες, να οργανωθούμε, να είμαστε κάπως λιγότερο σνομπ, να προωθούμε τα αξιόλογα και να θάβουμε τα μη αξιόλογα. Τίποτα περισσότερο, δηλαδή, απ’ ό,τι θα ήταν φυσιολογικό να κάνουμε.

 

Το έργο σου, αν και ολοκληρώνεται και θα μπορούσε να διαβαστεί και μόνο του, αποτελεί το ξεκίνημα μιας τετραλογίας. Τι μπορούμε να περιμένουμε από τα επόμενα βιβλία;

Ελπίζω όχι απλώς μία από τα ίδια. Στο πρώτο προσπάθησα να παίξω με τις συμβάσεις του είδους και τις προσδοκίες του αναγνώστη. Στα επόμενα ελπίζω να το κάνω σε μεγαλύτερο βαθμό και με μεγαλύτερη επιτυχία. Να περιμένετε περισσότερες συγκρούσεις και δυσκολίες για τους χαρακτήρες, ώσπου να μη μείνει σχεδόν τίποτα όρθιο. Και, πάνω απ’ όλα, στοχεύω σε μια ιστορία που θα δικαιολογεί το άπλωμα της σε τέσσερα βιβλία.

 

Γνωρίζω πως σου αρέσει να γράφεις και άλλα είδη. Ετοιμάζεις τίποτα άλλο εκτός από τους Γιους της Στάχτης και αν ναι πότε;

Ώσπου να παραδώσω το χειρόγραφο για το δεύτερο βιβλίο των Γιων, δε θα ασχοληθώ σοβαρά με κάτι άλλο. Για μετά έχω διάφορες ιδέες, αλλά ως τότε μπορεί να αλλάξουν πολλά, πρώτο και καλύτερο η διάθεσή μου.

 

Ποια ερώτηση που δεν σου έχουν κάνει, θα ήθελες να σου κάνουν σε μια συνέντευξή σου και ποια θα ήταν η απάντηση σ’ αυτή;

Λένε πως κάθε έργο τέχνης έχει φωνή, πως μια εικόνα είναι χίλιες λέξεις κτλ. Η αλήθεια είναι πως εμείς οι συγγραφείς είμαστε σε προνομιακή θέση, γιατί η ίδια η τέχνη μας μας δίνει βήμα κυριολεκτικά να μιλήσουμε. Πιστεύω πως έχουμε την ευκαιρία να πούμε ό,τι έχουμε να πούμε, μέσα από τις σελίδες μας και μόνο. Σίγουρα είναι κολακευτικό να σου παίρνουν συνέντευξη, ειδικά αν σε ρωτούν πράγματα που δείχνουν πως το διάβασαν προσεκτικά το βιβλίο και τους απασχόλησε το περιεχόμενό του. Αλλά κατά τη γνώμη μου, οι συγγραφείς που κυνηγούν μανιωδώς ευκαιρίες να μιλήσουν για το έργο τους, είτε δεν έκαναν καλή δουλειά όταν το έγραφαν και δεν έβαλαν μέσα σε αυτό όσα είχαν να πουν, είτε τελικά δε θέλουν να μιλήσουν για το βιβλίο, μα για τον εαυτό τους.

 

Σ’ ευχαριστώ και κάθε επιτυχία στο «Κοράκι σε Άλικο Φόντο» και σε σένα προσωπικά!

 

Αντώνης “Solonor” Πάσχος για το SFF.gr

 

Ευχαριστώ Θερμά και τους δυο συγγραφείς για την προσφορά τους, ανακριτή και θύματος, στην εκπομπή «Βελάκια με πένες» :shuriken:.

 

RObiN-HoOD :bow_arrow:

 

 

Σχετικό Topic: Οι Γιοι της Στάχτης: Κοράκι σε άλικο φόντο - Κεραμίδας Ελευθέριος

Ανακοίνωση Επίσημης Παρουσίασης Βιβλίου: Παρουσίαση - Κοράκι σε άλικο φόντο - Το δίχτυ του ουρανού

Edited by Spark
Μειώθηκε λίγο η απόσταση μεταξύ των ερωτήσεων και των απαντήσεων.
Link to comment
Share on other sites

Μία ακόμα απολαυστική συζήτηση με το Λευτέρη, κατατοπιστική, σοφή και χρήσιμη. Σας ευχαριστώ και τους τρεις.

Link to comment
Share on other sites

  • 6 months later...

Ανυπομονώ να διαβάσω το "Κοράκι" και θέλω με την πρώτη ευκαιρία να το κάνω. Πιστεύω ότι δίνει και θα δώσει πολλά στο ελληνικό φανταστικό κι ο Λευτέρης Κεραμιδάς έχει κάνει μια αξιολογότατη προσπάθεια, όπως όλα δείχνουν!. Μπράβο στον συγγραφέα, στον "ανακριτή":lol: και καλή συνέχεια εύχομαι!!! θα επανέλθω σύντομα με review ;-)

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
  • Upcoming Events

    No upcoming events found
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..