Jump to content

Η φωτιά


Kafka

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Κυριάκος Χαλκόπουλος

Είδος: Τρόμος

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 1980

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Δεν έχω καμιά σταθερή γνώμη για αυτό το διήγημα. Το τέλος του με ενοχλεί αρκετά, δεν νομίζω οτι είναι καλό. Αν έχετε καμιά υπόδειξη για διορθώσεις θα χαρώ πολύ να την ακούσω, και οτιδήποτε άλλο έχετε να πείτε για το κείμενο...

 

Η φωτιά

 

 

 

Ποια άλλη ιδιότητα της Λογικής θα μπορούσε να ανταγωνιστεί σε ωφέλεια εκείνη που παρέχει την άμεση δύναμη κανείς να διακόψει τα επικίνδυνα φτερουγίσματα φαντασιώσεων τρομακτικών;

 

 

 

Λογικός νομίζω ότι είμαι, ή έστω αυτό πίστευα ως αυτό το βράδυ. Δε μπορώ να θυμηθώ ποτέ άλλοτε να έχω βιώσει το συναίσθημα που συχνά έχω ακούσει να το προφέρουν με τη λέξη «τρόμος». Δε μπορώ βέβαια να αποκλείσω ότι όντως το αισθάνθηκα άλλοτε, στα παιδικά μου έτη, όμως η σφοδρότητα με την οποία το ένοιωσα, το αποψινό βράδυ, πριν από λίγη ώρα, σε εκείνο το σπίτι στο κέντρο της πόλης ήταν σίγουρα πρωτόγνωρη.

 

Είμαι απόφοιτος της σχολής της αγγλικής φιλολογίας. Τα φοιτητικά μου χρόνια κύλησαν όμορφα, και ήρεμα, και δίχως να το καταλάβω παρέλαβα το πτυχίο μου. Ακολούθως, λόγω των οικονομικών της οικογένειάς μου όφειλα άμεσα να βρω εργασία, πριν να έρθει ο χρόνος να διοριστώ σε κάποιο κρατικό σχολείο. Συνεπώς έπρεπε να διδάσκω παιδιά που αναζητούσαν ιδιαίτερα μαθήματα σε αυτή τη Βόρεια γλώσσα.

 

Όμως η προσφορά φιλολόγων είναι πολύ μεγάλη, και η ζήτηση, παρά τη φιλομάθεια που για τον ένα ή τον άλλο λόγο διακατέχει τα παιδιά ως προς τα αγγλικά, και μάλλον οφείλεται απλώς σε έναν πρακτικό υπολογισμό των γονέων τους, δεν είναι ικανή να της ανταποκριθεί. Έτσι για αρκετές εβδομάδες παρέμεινα δίχως εργασία, παρόλο που έκανα όλα τα βήματα που μπορούσα να διανοηθώ ώστε να πετύχω να βρω κάποια. Τελικά, πριν από τρεις μέρες, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα σε απάντηση μιας αφίσας που είχα κολλήσει σε έναν τοίχο σε κάποιο κεντρικό σημείο του κύριου δήμου της Θεσσαλονίκης. Ζητούσαν να με προσλάβουν! Δέχτηκα αμέσως να παρουσιαστώ στο σπίτι τους- μια ηλικιωμένη κυρία μου μιλούσε- το αποψινό βράδυ, για να συζητήσουμε για τις τιμές, το πρόγραμμα του μαθήματος, και να συναντηθώ και με τον υποψήφιο πρώτο μου μαθητή.

 

Ήμουν τόσο χαρούμενος! Είχε σημειωθεί ήδη μια επιτυχία, σκεφτόμουν. Σίγουρα θα ήμουν εξαιρετικά, όσο μπορούσα, συγκαταβατικός όσον αφορούσε την πληρωμή μου, καθώς φυσικά με αυτήν δε θα αποκτούσα απλώς μια εργασία, αλλά ίσως και πολλές προοπτικές για επιπρόσθετες, αφού θα γινόταν η οικογένεια του μαθητή μου να με συστήσει και σε γνωστούς της. Ναι, κάτι τέτοιο σκεφτόμουν και ήταν σα να είχα ήδη εξασφαλίσει ένα σημαντικό ποσό κάθε μήνα, ένα ποσό που θα βοηθούσε τους γονείς μου, και με το οποίο θα γινόταν να τους ξεπληρώσω τις θυσίες που έκαναν για να με αναθρέψουν.

 

Φτάνοντας στη διεύθυνση που είχα σημειώσει σήκωσα το κεφάλι μου προς τον ουρανό, το κτίσμα ήταν πολύ ψηλό, παρόλο που ο δρόμος μπροστά του ήταν μικρός. Ήταν στην περιοχή όπου ένας μεγάλος αριθμός από παλιά κτίρια που έχουν συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής στοιβάζονται το ένα πίσω από το άλλο, παραχωρώντας ίσως σε κάποιους κατοίκους τους ένα μοναδικό, αν και ίσως πένθιμο, θέαμα από τα παράθυρα, του δάσους των πολυκατοικιών, του καπνού και του αδυσώπητου ήλιου στις χαμηλότερες στέγες τους.

 

Η πόρτα του κτιρίου είχε αφεθεί ανοικτή, κάτι που έκρινα πως θα μπορούσε να οφείλεται σε μία αναμονή μου, αν και αργότερα, καθώς ανέβαινα από τις σκάλες για να φτάσω στον τρίτο όροφο αναλογίστηκα πως ίσως να είχα κάνει ένα λάθος και τώρα τίποτε δε θα ειδοποιούσε την οικογένεια πως είχα φτάσει πριν να πατήσω το κουδούνι τους. Ωστόσο έκρινα πως αυτό δεν αποτελούσε κάτι το τραγικό, αν και το παιδάκι ίσως να ήταν ντροπαλό και να ανησυχούσε για την εντύπωση που θα μου έκανε, και ίσως να ήθελε να ρίξει ακόμα κλεφτά κάποιες ματιές στον καθρέφτη πριν να εμφανιστεί στο χώρο όπου θα ήμουν καθισμένος.

 

Και, όντως, παρόλο που είχα ήδη κτυπήσει, χρειάστηκε να περάσει αρκετή ώρα πριν να μου ανοίξουν, παρόλο που ήταν προφανές πως ακούγονταν βηματισμοί πίσω από την πόρτα, και ένα βουητό που πρέπει να είχε τη σημασία χαμηλόφωνων συνομιλιών. Κατόπιν ωστόσο μου άνοιξε η γερασμένη κυρία που είχε επικοινωνήσει μαζί μου τηλεφωνικά.

 

Η θέα της μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Φορούσε κατάμαυρα ρούχα, και μαύρο σάλι που κάλυπτε τα μαλλιά της εντελώς, και κάτω από το οποίο φαινόταν ένα έντονα ζαρωμένο πρόσωπο που δε θα το μάντευα από την σχεδόν ειρηνική της φωνή. Η ηλικία της ήταν απροσδιόριστη, όμως εκτιμούσα πως θα όφειλε να είναι όχι η μητέρα του παιδιού, αλλά η γιαγιά του, παρόλο που φυσικά θα ήταν ανήκουστο να ρωτήσω κάτι τέτοιο.

 

Ωστόσο όταν άρχισε να μου μιλάει θυμήθηκα πάλι την ήρεμη εντύπωση κατά τη διάρκεια του τηλεφωνήματος, και εκείνη με τη σειρά της μου θύμισε τις καλές μου ελπίδες. Καθώς πήγε στην κουζίνα για να μου φέρει ένα ποτήρι νερό, κοίταξα ολόγυρα το καθιστικό όπου βρισκόμασταν.

 

Τα έπιπλά του ήταν παλιά, όλα ξύλινα και θα πρέπει μερικά τουλάχιστον να είχαν αγοραστεί σε κάποιον πλειστηριασμό, καθώς υπήρχαν χαραγμένα αρχικά που επαναλαμβάνονταν. Κατά τα άλλα το δωμάτιο ήταν βαμμένο με ένα ευχάριστο σκούρο λαδί χρώμα, με λευκή την οροφή, ενώ πολλοί πίνακες, με πολυκαιρισμένες κορνίζες, στόλιζαν τους τοίχους.

 

Και μπορώ να θυμηθώ ότι το βλέμμα μου ξεκίνησε από τα δεξιά, και στη συνέχεια μεταφέρθηκε απότομα στην αριστερότερη άκρη, από την οποία άρχισα να κοιτάζω ό,τι δεν είχα ακόμα παρατηρήσει, όταν είδα, μόνο λιγάκι στα αριστερά μου, απέναντι, στον τοίχο, ένα μεγάλο μαύρο ξύλινο Εσταυρωμένο.

 

Αρχικά δε μπορούσα να καταλάβω γιατί, αλλά αυτό το γλυπτό μου προκάλεσε σχεδόν αποστροφή. Το ξύλο ήταν σίγουρα παλιό, και δε θυμόμουν αλλού να έχω δει κάτι τέτοιο σε τόσο σκοτεινό χρώμα, όμως χρειάστηκε να το παρατηρήσω λίγο περισσότερο- όλα αυτά έγιναν σχεδόν σε μία στιγμή- πριν να καταλάβω πως το δεξί του πόδι ήταν φαγωμένο. Φυσικά την πρώτη στιγμή με απασχολούσε η κρίση ότι μάλλον θα ήταν απλά λυγισμένο, σε μία περίεργη στάση- δε θα έπρεπε να είχε καρφωθεί και αυτό στον Σταυρό όπως και τα άλλα άκρα; - αλλά ασυναίσθητα σχεδόν σηκώθηκα και το πλησίασα για να το κοιτάξω πιο καθαρά, τις γραμμές στο ξύλο, και τότε συνειδητοποίησα πέραν κάθε αμφιβολίας ότι ένα κομμάτι του, εκείνο το πόδι, είχε αφαιρεθεί. Μάλιστα δεν είχε κοπεί καθόλου προσεκτικά, έτσι που χοντρά τμήματα ξύλου σχημάτιζαν μυτερές απολήξεις, κατάμαυρα και αυτά όπως και όλο το υπόλοιπο έργο.

 

Και ήταν σε αυτή τη στάση που με βρήκε η οικοδέσποινά μου, και δεν κατάφερα να μην τιναχτώ λιγάκι δυσοίωνα όταν ακούστηκε η φωνή της πίσω μου.

 

Με ρώτησε αν κοιτώ “το Θεό”. Απάντησα καταφατικά, με ένα βεβιασμένο χαμόγελο, και καθώς εκείνη κάθισε πήρα και εγώ την προηγούμενη μου θέση. «Τα τέλεια πλάσματα είναι καθ ομοίωσήν του» υποστήριξε ενώ είχα καθίσει. Κούνησα το κεφάλι μου προσπαθώντας να έχω μια ουδέτερη έκφραση που δε θα πρόδιδε τις πεποιθήσεις μου.

 

«Σας προκάλεσε εντύπωση η απουσία του δεξιού ποδιού;» ρώτησε έπειτα. Αποκρίθηκα πως όντως αυτό είχε συμβεί, και ζήτησα συγνώμη που με είχε βρει έτσι αφηρημένο να παρατηρώ το αντικείμενο. Συνέχισε να μιλάει, και είπε ότι προμηθεύτηκε τον σταυρό από μία εκκλησία που βρισκόταν εκεί κοντά, θαμμένη από τα ψηλά κτίρια. «Τον αγόρασα πριν από τρία χρόνια, μια σημαντική μέρα για το παιδί μου».

 

Ζήτησα να μάθω ποια ήταν η περίσταση, αν και ομολόγησα στον εαυτό μου πως η συζήτηση δυστυχώς έτσι απομακρυνόταν από αυτό που αφορούσε εμένα, και ποιος ήξερε πότε θα επέστρεφε ξανά σε αυτό. Ώστε ήταν η μητέρα του, κατά συνέπεια πρέπει να έδειχνε αρκετά πιο γερασμένη από την ηλικία της.

 

«Πέρασαν ήδη τρία χρόνια!» συνέχισε εκείνη, «μπορώ να θυμηθώ πολύ καλά εκείνη τη μέρα όμως. Δεν είχε συμβεί κάτι ιδιαίτερο ως και το απόγευμα, όταν άρχισε να σκοτεινιάζει. Έπειτα, σε μια στιγμή, έγινε κάτι πολύ μεγάλο».

 

Παρόλο που τυπικά απευθυνόταν σε εμένα, είχε καρφωμένο το βλέμμα της στα αριστερά μου, κάπου ίσως ανάμεσα σε εμένα και την πόρτα απ όπου είχα μπει. Επίσης μια φορά γύρισε το κεφάλι της προς το διάδρομο, που, βυθισμένος στο σκοτάδι, υπήρχε πλάι στην πολυθρόνα της, κάνοντας και εμένα να γυρίσω προς τα εκεί το βλέμμα μου.

 

«Κάτι πολύ μεγάλο, ναι. Ο γιός μου ήταν τότε πέντε χρονών. Τον αγαπώ τόσο πολύ! Ο Θεός όμως φαίνεται ότι τον αγαπά πολύ περισσότερο από εμένα. Γι αυτό και εγώ του πήρα αυτό το ομοίωμά του, για να το βλέπει κάθε μέρα».

 

«Είναι ένα όμορφο γλυπτό» υποστήριξα, κοιτώντας και πάλι το αποκρουστικό αντικείμενο.

 

«Στ αλήθεια το λέτε;» είπε γυρνώντας ξαφνικά το βλέμμα της πάνω μου, και με τη φωνή της να ζωηρεύει, σα να ενδυναμωνόταν από κάποια ελπίδα. «Το πιστεύετε ότι είναι όμορφο; Και μετά από την αλλαγή που επέφερα πάνω του;»

 

«Αναφέρεστε στο ένα πόδι; Ναι, νομίζω ότι το κάνει να ξεχωρίζει αρκετά, δε βλέπει κανείς κάθε μέρα κάτι τέτοιο» είπα.

 

«Σας ευχαριστώ!» ήρθε η απάντηση σε αυτή μου τη δήλωση. «Όλα τα πλάσματα του Θεού είναι κατ ομοίωσήν του, να το ξέρετε αυτό!»

 

Σε αυτό το σημείο, και παρόλο που με μια υπεράνθρωπη προσπάθεια κατάφερα να διατηρήσω το τελείως πλέον προσποιητό μου χαμόγελο, με συγκλόνισε μια σκέψη, που ως τότε μου διέφευγε, και που τώρα μου έμοιασε αντίθετα τόσο εύλογη. Το παιδάκι ίσως να είχε μόνο ένα πόδι! Για ποιόν άλλο λόγο να υπάρχει η αναφορά σε αυτό ως πλάσμα του Θεού, και ως τέλεια εικόνα του σκοτεινού αγαλματιδίου που ήταν κρεμασμένο απέναντί μου; Και ενώ η μητέρα του συνέχιζε να μιλάει, δεν την άκουγα, παραδομένος σε δυσάρεστες σκέψεις, αφού τώρα μου φαινόταν όλο και πιο πιθανό ότι αφ ενός θα είχα να κάνω με έναν μαθητή με ειδικές απαιτήσεις, και αφ ετέρου εξανεμιζόταν μάλλον κάθε ελπίδα να κερδίσω από αυτή την οικογένεια μια γνωριμία και άλλων ενδιαφερομένων για τη μάθηση των αγγλικών, αφού όλα έδειχναν πως ένα φοβερό κακό τους είχε κτυπήσει και ίσως να τους είχε οριστικά ξεριζώσει από την υπόλοιπη κοινωνία.

 

«Και τα ακούσατε όλα αυτά, που είπα, δίχως ούτε καν να δείξετε την παραμικρή θλίψη!» είπε ξαφνικά, αν και σε συνέχεια του ακαθόριστου προηγούμενου βουητού, η γυναίκα, ήρεμα, αλλά προφανώς πολύ χαρούμενη. «Σας ευχαριστώ πολύ, δεν είναι όλοι σαν και εσάς. Σας ευχαριστώ από την καρδιά μου, κύριε. Τώρα, τώρα θα φωνάξω το μικρό να έρθει να σας γνωρίσει». Και αφού σηκώθηκε πρόφερε το όνομά του.

 

Άθελα μου, μάλλον από τη θεατρικότητα της σκηνής, την υποβλητικότητά της, σηκώθηκα και εγώ, σα να υποδεχόμουν στο δωμάτιο αντί για ένα μικρό παιδάκι κάποιον σεβάσμιο άνθρωπο.

 

Κοιτούσα στο διάδρομο. Το σκοτάδι ήταν όμως ακόμα απόλυτο. Προσπαθούσα να ακούσω κάποια πατερίτσα, αλλά το μόνο που έφτανε ως τα αυτιά μου ήταν ένας άγνωστος ήχος, που έμοιαζε περισσότερο με σύρσιμο. Και κοιτούσα, ακόμα, το πυκνό σκοτάδι, όταν νόμισα, για μια στιγμή, ότι κάτι διέκρινα σε αυτό, ήδη εκεί, ακίνητο, από ώρα. Και πραγματικά ξαφνιάστηκα όταν διέκρινα ένα κεφάλι κούκλας, κάποιο παιδικό παιχνίδι, με μέγεθος όσο μια παλάμη, και χέρια που σπρώχνονταν πάνω στο πάτωμα. Σε μια στιγμή σκέφτηκα ότι το παιδί θα πρέπει να παρουσίαζε πρώτα ένα παιχνίδι του, κάτι συγγνωστό αν δεν ήταν εξοικειωμένο με τη συνάντηση με έναν ξένο ενήλικα. Ξαφνικά όμως, δίχως να το περιμένω, η κούκλα σηκώθηκε, πολύ απότομα, και έκανε μετά ένα βήμα προς το φως, αποκαλύπτοντας ότι πίσω της δε φαινόταν τίποτα! Σε μια στιγμή ένοιωσα να γεμίζω μέσα μου, σαν πυρκαγιά που εξαπλώνεται αφύσικα και τρομερά, από τον φόβο, που με κατέκλυσε ολότελα την επόμενη συνειδητή ώρα της ύπαρξής μου. Γιατί για μια στιγμή ήταν σα να είχα αφαιρεθεί τελείως, να μην υπήρχα, να υπήρχε μόνο εκείνη η φωτιά του τρόμου. Άνοιξα το στόμα μου. Γέλασα δυνατά και νευρικά, παράγοντας έναν αποκρουστικό ήχο που αποσβόλωσε- το μάντεψα από την απότομη στροφή του σώματός της- τη γριά γυναίκα, και έτρεξα στην πόρτα, την άνοιξα και βυθίστηκα κάτω, στο σκοτάδι, στις σκάλες, βέβαιος ότι θα γκρεμιστώ και θα σπάσω το λαιμό μου.

 

Και τώρα, που έχει περάσει ακριβώς μια εβδομάδα από τότε, ακόμα τρέμω με την ανάμνηση εκείνου του μικροσκοπικού σώματος που άρχισε να κινείται βγαίνοντας από το σκοτάδι. Έχω σκεφτεί, εν τω μεταξύ, πως ίσως όντως να ήταν απλώς μια κούκλα, και απλά να έκανα λάθος νομίζοντας ότι άρχισε να περπατά προς το μέρος μου, ίσως το παιδί, και το χέρι του, να βρίσκονταν ακόμα στο σκοτάδι. Είναι αυτό το λογικότερο. Ωστόσο, ακόμα και έτσι- και πρέπει να είναι έτσι- μένει μέσα μου ο τρόμος, το ξάφνιασμα, η στιγμή της απουσίας κάθε λογικής εξήγησης, η στιγμή που εκείνο το νοούμενο ως εξαρτημένο αντικείμενο άρχισε να κινείται αυτόνομα.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Μου άρεσε. Καλογραμμένη, όπως όλες οι ιστορίες σου, και διαβαζόταν πιο εύκολα, ίσως λόγω ύπαρξης διαλόγων, που συνήθως απουσιάζουν απ' τα κείμενά σου.

 

Θα σταθώ σε μερικά σημεία όπου δεν μου άρεσαν οι εκφράσεις που χρησιμοποίησες. Λες: «ένα βουητό που πρέπει να είχε τη σημασία χαμηλόφωνων συνομιλιών». Γιατί «σημασία»; Ίσως: «ένα βουητό που προερχόταν από χαμηλόφωνες συνομιλίες (ή από ψιθύρους)». Αμέσως μετά λες: «Κατόπιν ωστόσο μου άνοιξε η γερασμένη κυρία». Το «κατόπιν ωστόσο» δεν ακούγεται καλά, μάλλον σου ξέφυγε. Και λίγο πιο κάτω: «την σχεδόν ειρηνική της φωνή». Δεν ξέρω πόσο ταιριάζει το «ειρηνική» σε φωνή. Νομίζω ότι υπάρχουν πολύ καλύτερα επίθετα που μπορείς να χρησιμοποιήσεις -αβρή, ευγενική, ήρεμη κλπ-.

 

Το τέλος μού άρεσε. Το βρήκα ανατριχιαστικό. Αλλά δεν μου έδωσε μια πολύ ικανοποιητική εικόνα τού τι είδε ο ήρωας. Ίσως αυτό το αδιευκρίνιστο να αφήνει μια πιο ανατριχιαστική αίσθηση. Το σημείο

του νευρικού γέλιου και της εξόδου

πολύ καλό.

 

Καλή συνέχεια, Κυριάκο!

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ Άγγελε :)

 

 

 

 

Καλές οι διορθώσεις σου.

 

Εγώ θεωρώ οτι καλά πήγαινε το κείμενο, μέχρι την καθοριστική σκηνή στο σκοτάδι, εκεί μάλλον είναι λίγο φτιαχτό (άλλωστε το είχα γράψει αλλιώς και μετά το άλλαξα, κάτι που δεν κάνω σχεδόν ποτέ).

 

 

 

 

Μπράβο και για την άνοδο σου στις τάξεις των moderators :D

Edited by Iwannhs
Link to comment
Share on other sites

Κι εμένα μου άρεσε, αλλά έχω ένα πρόβλημα με τη γλώσσα που χρησιμοποιείς. Νομίζω πως έχω διαβάσει και στο παρελθόν ένα κείμενό σου και πάλι τα ίδια σου είπα. (Συγγνώμη αν αυτό είναι αλήθεια και επαναλαμβάνομαι).

Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί κάποιος να υιοθετεί το στυλ που γράφονταν τα κείμενα δύο αιώνες πριν. Σαν αναγνώστρια με κουράζει, και με κάνει να νιώθω σα να μου έχει δέσει κάποιος μπαστούνι στην πλάτη. Το ίδιο και ο εξαιρετικά αργός ρυθμός που εξελίσσονται τα πράγματα. Το ξέρω ότι ταιριάζει με τη γλώσσα, αλλά πάλι θα αναρρωτηθώ "γιατί;".

 

Ατμοσφαιρικό κείμενο, καθόλου πομπώδες (ως προς τις εικόνες και το θέμα του), αλλά νομίζω πως είναι από τις φορές που η αφήγηση πρώτου προσώπου δεν ωφέλησε.

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ για το σχόλιο,

 

 

 

 

Διαμόρφωσα το τρόπο που γράφω, που είναι εξάλλου και αυτός με τον οποίο γενικά σκέφτομαι, απο μεταφράσεις κειμένων της κλασσικής λογοτεχνίας. Ωστόσο απο την πλευρά μου δε βρίσκω γιατί να φαίνεται αυτό παράξενο, θα ήταν λιγότερο παράξενο να έγραφα με την κακώς εννοούμενη καθομιλουμένη η οποία είναι συνήθως γεμάτη με εκφράσεις κατά τη γνώμη μου τελείως αντι-λογοτεχνικές;

 

Σίγουρα καταλαβαίνω πως δεν είναι όλα τα κείμενα για όλους, και αυτό δε σημαίνει οτι κάνει λάθος ο αναγνώστης' απλώς δεν του αρέσει και καλά κάνει. Και σε εμένα δεν αρέσουν πολλά κείμενα για τον αντίστοιχο λόγο, ενώ με τραβούν άλλα που μου φαίνονται παρεμφερή με το γούστο μου.

 

 

 

 

Όσον αφορά την αφήγηση πρώτου προσώπου, είμαι περίεργος, γιατί βρήκες οτι δεν το βοήθησε; :)

 

 

Link to comment
Share on other sites

Ξέρουμε ότι ο ήρωας μας αφηγείται την ιστορία, άρα δεν έπαθε τίποτα τελικά. Το ξέρουμε από την αρχή της αφήγησης. Αυτό από μόνο του ξεφουσκώνει την ένταση (είμαστε στις ιστορίες τρόμου, ε; ). Θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, και στο τέλος να μας ξαφνιάσει λέγοντας πως βρίσκεται στο στόμα του τέρατος, στο κλουβί με τα λιοντάρια, δεμένος στις γραμμές του τραίνου...

 

Αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο, το να πάθει κάτι ο ήρωας. Εντάξει, δεν μας ξαφνιάζει.

Όταν φτάνουμε στο τέλος όμως, που μας λέει ότι μετά από μία εβδομάδα ακόμη σκέφτεται τι μπορεί να ήταν αυτό που είδε, μου φάνηκε πολύ καλύτερο να ήταν άλλος ο αφηγητής και άλλος ο πρωταγωνιστής. Εκεί ήταν που το σκέφτηκα "Χμ, το πρώτο πρόσωπο δεν δούλεψε καλά". Μέχρι εκείνη την ώρα δεν του είχα δώσει πολλή σημασία.

Link to comment
Share on other sites

Το τέλος είναι το χειρότερο σημείο του κειμένου κατά τη γνώμη μου. Γενικά δεν είναι απο τα καλύτερα μου, και όπως σημείωσα παραπάνω αναγκάστηκα να το γράψω και δεύτερη φορά, κάτι που δεν κάνω σχεδόν ποτέ, και κάτι που μάλλον όποτε το έκανα τελικά δε μου άρεσε το κείμενο...

 

 

 

 

Και δυστυχώς ή ευτυχώς πάντα γράφω σε πρώτο πρόσωπο. Μου αρέσει, διότι έτσι μπαίνω περισσότερο στην ιστορία. Έχω και άλλες αντιπάθειες για το τρίτο πρόσωπο, αν και κάποιοι συγγραφείς που μου αρέσουν το χρησιμοποιούν (παράδειγμα ο Κάφκα, αν και σε αυτόν το τρίτο πρόσωπο πάλι παρουσιάζει τα πάντα σχεδόν μέσα απο τα μάτια του κύριου χαρακτήρα).

 

 

Link to comment
Share on other sites

Μου άρεσε η ατμόσφαιρα του κειμένου κι η γλώσσα δε με ενόχλησε καθόλου (είμαι λάτρης του 19ου αιώνα). Ο αφηγητής μου δίνει την αίσθηση ότι δεν διηγείται, αλλά σα να γράφει μια αναφορά του συμβάντος, σα να κρατά μια απόσταση από την αμεσότητα της εμπειρίας του ή σα να επιθυμεί να τη δώσει φιλτραρισμένη στον αποδέκτη της. Είναι μια χαρά προσέγγιση, αλλά κατά τη γνώμη μου θα ήταν καλύτερο να έμενες πιστός σε αυτή καθ' όλη τη διάρκεια του διηγήματος (αναφέρομαι στις προτάσεις που τελειώνουν με θαυμαστικό). Αν όντως αυτός ήταν ο υφολογικός στόχος σου, τότε θα μπορούσες να είχες λιγότερο διάλογο.

 

 

 

 

 

Σε μερικά σημεία πάντως έχω την εντύπωση ότι το παρακάνεις, γίνεται κάπως επιτηδευμένο. Πρόσεξε για παράδειγμα την αρχική λέξη μιας σειράς προτάσεων στη δεύτερη παράγραφο, όπου συνεχίζεται και στην τρίτη. “Ακολούθως”, “Συνεπώς”, “Όμως”, “Έτσι”, “Τελικά”.

 

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ,

 

 

 

 

Γιατί υποστηρίζεις οτι υπάρχει κάποιο πρόβλημα με κάποιες αρχικές λέξεις προτάσεων; Δεν κάνω κάτι απο υπολογισμό για ύφος, έχω αυτό το ύφος για χρόνια και είναι τελείως φυσικό για εμένα πλέον είτε είναι καλό είτε είναι κακό. Όμως πάντα με ενδιαφέρει να το βελτιώνω, και ομολογώ οτι δεν κατάλαβα γιατί βρήκες κάτι μεμπτό σε αυτές τις εναρκτήριες λέξεις. Αν το εξηγήσεις θα χαρώ πολύ να το διαβάσω :)

 

 

Link to comment
Share on other sites

Δικό μου το λάθος, δεν το διατύπωσα σωστά. Φυσικά και δεν υπάρχει κάτι μεμπτό σε αυτές καθεαυτές τις λέξεις. Αυτό που ήθελα να πω ήταν ότι με ξένισε το ότι χρησιμοποιήθηκαν ως αρχικές λέξεις σε πέντε συνεχόμενες προτάσεις, μου έδωσε μια αίσθηση βημάτων μαθηματικού συλλογισμού, ή κάτι σαν γλώσσα προγραμματισμού. Όμως τώρα που το ξανασκέφτομαι, είναι καθαρά υποκειμενική η αίσθηση, οπότε αγνόησε το σχόλιο.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Ίσως να μοιάζει λίγο, όντως, με μαθηματικό λογισμό. Αλλά είναι στις προθέσεις μου να προσπαθώ να αποδίδω σε συγκεκριμένες σκέψεις την κάθε εντύπωση, οπότε αυτό είναι ηθελημένο.

 

 

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

Ατμοσφαιρικό διήγημα. Διαβάζεται εύκολα. Συμφωνώ με τον Άγγελο για κάποιες εκφράσεις σου που θέλουν να ξαναγραφτούν (υπάρχουν και άλλες εκτός από αυτές που εντόπισε ο Mesmer που αν δεν αλλάξουν αδικούν το κείμενό σου). Γενικά πρέπει να το ξανακοιτάξεις.

 

Το τέλος, χωρίς να είναι εντυπωσιακό, δεν το βρίσκω κακό… Περίμενα όμως κάποιο συσχετισμό με φαγωμένο πόδι - έστω η κούκλα να εμφανιζόταν κουτσαίνοντας με ένα πόδι…

Edited by andlib
Link to comment
Share on other sites

[…] Περίμενα όμως κάποιο συσχετισμό με φαγωμένο πόδι - έστω η να κούκλα εμφανιζόταν κουτσαίνοντας με ένα πόδι…

 

 

Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ αυτό περίμενα, αλλά καλύπτομαι και με την ιδέα ότι ο ήρωας τρόμαξε τόσο πολύ που δεν κάθισε να δει ολόκληρο το πλάσμα.

 

Η παραμόρφωση είναι το βασικό θέμα που με τρομάζει στον τρόμο και μπορώ να πω ότι για μένα δούλεψε πολύ καλά ως αντικείμενο της ιστορίας σου.

Έχω κι εγώ κάποιες ενστάσεις με τη γλώσσα, που παραπέμπει σε άλλη εποχή, αλλά αφού λες ότι αυτό είναι το στυλ που σε εκφράζει, ΟΚ.

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ για τα σχόλια σας,

 

 

 

 

Είναι αλήθεια πως δεν είναι και το καλύτερο κείμενό μου, αν και ως το σημείο του τέλους θεωρούσα οτι είναι αρκετά καλό και ρέει ικανοποιητικά ο λόγος. Το τέλος όμως είναι κακό κατά τη γνώμη μου, όπως έχω υποστηρίξει και παραπάνω. Δυστυχώς όποτε έχω να διορθώσω κάτι πάντα, μα πάντα, το κάνω χειρότερο... Γι αυτό και δε διορθώνω σχεδόν ποτέ :)

 

 

 

 

Αν θέλετε και έχετε χρόνο ρίξτε μια ματιά και σε αυτά τα δύο, που τα θεωρώ τα καλύτερα που ανέβασα, και θα με ενδιέφερε να διαβάσω τη γνώμη σας:

 

 

 

 

1) Το σκοτάδι

 

 

 

 

http://community.sff...834-το-σκοτάδι/

 

 

 

 

2) Το ελάττωμα

 

 

 

 

http://community.sff...86-το-ελάττωμα/

 

 

 

 

 

Link to comment
Share on other sites

 

Αν θέλετε και έχετε χρόνο ρίξτε μια ματιά και σε αυτά τα δύο, που τα θεωρώ τα καλύτερα που ανέβασα, και θα με ενδιέφερε να διαβάσω τη γνώμη σας:

 

 

1) Το σκοτάδι

 

2) Το ελάττωμα

 

 

Αν κατέτασσα τα διηγήματα, Σκοτάδι, Ελάττωμα, Φωτιά, θα τα έβαζα με την εξής σειρά:

1. Το ελάττωμα (μακράν καλύτερο)

2. Φωτιά

3. Σκοτάδι

 

Στο ελάττωμα μπαίνεις πιο ελκυστικά στην ουσία της ιστορίας, αντίθετα από το σκοτάδι που οι πρώτες παράγραφοι τραβάνε πολύ σε μάκρος. Σαφώς βέβαια όλα αυτά είναι θέμα προσωπικού γούστου.

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ πολύ για τη γνώμη,

 

 

 

 

Το ελάττωμα έχει ένα πρόβλημα, είναι κάπως προβλέψιμο τί θα γίνει στο τέλος. Κατά τα άλλα μου αρέσει αρκετά.

 

Το σκοτάδι όμως είναι το μόνο κείμενο που ανέβασα εδώ το οποίο το συμπεριλαμβάνω στη συλλογή που στέλνω σε εκδοτικούς οίκους. Η προσωπική μου γνώμη είναι πως είναι το καλύτερο που έχω ανεβάσει.

 

Όμως όπως είπες και εσύ οι γνώμες διαφέρουν. Σίγουρα το κάθε σχόλιο ωφελεί :)

Edited by Iwannhs
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..