Jump to content

Μετεώρες


Stanley

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα:Stanley

Είδος: Όχι φαντασία.

Βία; Ίσως

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:2200

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Ο κος Χατζηγιώργης παρακαλείται να μην διαβάσει αυτήν την ιστορία, δεν θα φταίω εγώ μετά.

 

 

 

 

 

Ανοίγω τα μάτια μου και βλέπω τα σύννεφα να σπάνε λίγο χαμηλότερα από τον ώμο μου. Παντού το λευκό, μόνο το λευκό, έτσι που αναγκάζομαι να γυρίσω τα μάτια μου μέσα στο αεροπλάνο για να τα προστατέψω από το στραφτάλισμα, γιατί μετά από τόσες ώρες ύπνου έχουν γίνει πολύ μαλακά κι ευαίσθητα, σαν δυο σφαιρίδια από ζελέ. Πόσες ώρες κοιμόμουν, τέλος πάντων; Κι ακόμα να φτάσουμε; Τι κάνει ο πιλότος; Φωνάζω με λεπτότητα κάποια αεροσυνοδό –«Δεσποινίς, δεσποινίς»- χτυπώντας τα χέρια μου σαν κάποια ψηλομύτα στην όπερα την στιγμή του φινάλε, αλλά αμέσως συνειδητοποιώ ότι δεν βρίσκεται καμιά να με εξυπηρετήσει. Για την ακρίβεια, το ίδιο ισχύει και για τους επιβάτες, που δεν υπάρχουν. Είναι λες και ναύλωσα αυτό το ιδιωτικό τζετ για να με πάει σπίτι μου, και ίσως να είναι και έτσι, ναι, υπάρχει αυτή η πιθανότητα, όσο το μυαλό μου συνέρχεται από τον ύπνο και ξελασπώνει, ολοένα και περισσότερο σκέφτομαι ότι ίσως να ήμουν ο μοναδικός επιβάτης αυτής της πτήσης εξ αρχής. Και πού θα ήταν το παράξενο, σάμπως για κάθε προορισμό σε αυτόν τον πλανήτη υπάρχουν ορδές λαίμαργων και εκστασιασμένων ανθρώπων που ποδοπατούνται στα εκδοτήρια για ένα εισιτήριο προς την αθλιότητά τους; Έστω, θα μπορούσα, πολύ εύκολα, να έχω πέσει σε μια από τις λεγόμενες μέρες της αναδουλειάς και να μην έτυχε κανείς άλλος από την χώρα από την οποία επιστρέφω να επισκέπτεται τη δική μου αυτήν την περίοδο. Ναι, καθόλου δεν θα με εξέπληττε μια τέτοια εξήγηση.

 

Τσάμπα κούρασα το κεφάλι μου με αυτές τις υποθέσεις, όμως, οι οποίες τελικά αποδεικνύονται μοναχά αερολογίες, γιατί μερικά καθίσματα μπροστά, στην ίδια σειρά, ξεπρόβαλε ένα γκρίζο καπέλο που ορκίζομαι ότι μέχρι πριν από λίγες στιγμές δεν υπήρχε. Το καπέλο αναδεύεται στον αέρα σαν αυτός που το φορούσε να έχει μόλις ξυπνήσει. Παίρνω τη μαγκούρα μου και τον πλησιάζω με τα ασθενικά μου βήματα.

 

Χαίρετε, μου λέει και μου βγάζει το καπέλο και φανερώνει ότι είναι καραφλός κι εγώ τον ρωτάω αν μπορώ να καθίσω δίπλα του κι απαντάει ότι και βέβαια μπορώ, ποιος θα με ενοχλήσει; Είναι συμπαθής, δεν μπορώ να πω, μου μοιάζει κιόλας, αν θα ήταν ποτέ δυνατό η μητέρα μου να είχε κάνει καμιά παρασπονδία, θα είχα σοβαρές σκέψεις για αυτόν εδώ το μεσήλικο άντρα, αλλά φυσικά και δεν μου μοιάζει, το λέω απλώς για να αστειευτώ με τον εαυτό μου και να του προσδώσω μια ψευδαίσθηση οικειότητας που θα με κάνει να νιώσω πιο άνετα με αυτόν εδώ τον ξένο.

«Ξέρετε πού ακριβώς είμαστε;» τον ρωτάω.

«Ω, δεν έχω ιδέα» μου απαντάει.

«Πόσες ώρες ταξιδεύουμε; Θέλω να πω, αισθάνομαι αρκετά κουρασμένος και βοηθάει λίγο στην ψυχολογία του ταξιδιώτη να ξέρει πόσο θέλει ακόμα να φτάσει στον προορισμό του»

«Συγγνώμη, αλλά δεν έχω ιδέα! Μόλις ξύπνησα κι εγώ και νιώθω λιγάκι χαυνωμένος, συγχωρέστε με»

 

Βάζει το καπέλο μπροστά από το στόμα του και το κεφάλι του όλο συσπάται δονούμενο, δίνοντάς μου την εντύπωση ότι χασμουριέται τρανταχτά. Έπειτα, με κοιτάει με ένα γλυκό, σχεδόν μωρουδίσιο, βλέμμα που παρά τις λιγοστές του τσίμπλες δείχνει να έχει ξαλαφρώσει, και με ρωτάει:

 

«Λοιπόν, είναι η πρώτη σας φορά στην πόλη;»

«Φυσικά και όχι, είναι η πόλη όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα. Εκεί μένει η οικογένειά μου κι εκεί εργάζομαι. Μήπως να χτυπήσουμε την πόρτα του πιλότου; Αυτός θα ξέρει σίγουρα πόσο έχουμε ακόμα»

«Όχι, όχι, σε εκείνη τη ταμπέλα το γράφει ρητά. Κοιτάξτε»

 

Μου δείχνει ένα κομμάτι κόκκινου τσίγκου κολλημένο στα πλαϊνά της εισόδου για το πιλοτήριο, που γράφει:

 

Μην ενοχλείτε τον κυβερνήτη

 

«Μα είναι μοναχά μια κουρτίνα, δεν έχει καν πόρτα!» απορώ εγώ και κάνω να σηκωθώ αλλά ο ξένος με τραβάει από το μανίκι και με κρατάει στη θέση μου.

«Τι σημασία έχει; Είμαστε σε ένα αεροπλάνο ποιος ξέρει πόσα χιλιόμετρα ψηλά στην ατμόσφαιρα, και αυτός ο άνθρωπος εκεί μέσα μας οδηγεί στον προορισμό μας, είναι ο μόνος που κατέχει τη γνώση για αυτό και κάνει εμάς να μοιάζουμε απλό εμπόρευμα μπροστά του. Φανταστείτε τι τεράστια ευθύνη κουβαλάει στην πλάτη του, δεν μπορεί ο καθένας που βασανίζεται από την ανυπομονησία να παραβαίνει τις εντολές που έχει ορίσει και να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια ολόκληρης της πτήσης»

«Ας συμβιβαστώ με την άποψη αυτή, χωρίς όμως να σημαίνει ότι μου φαίνεται και λιγότερο παράλογη. Πείτε μου, τουλάχιστον, τι σας φέρνει στην πόλη μου;»

«Μισό λεπτό να θυμηθώ… Μπα, δεν μου έρχεται κάτι. Θα το σκεφτώ όσο θα μιλάμε» λέει και ανακατεύει την τσέπη της καρέκλας μπροστά του. Ξεθάβει ένα σάντουιτς σε ζελατίνα κι αρχίζει να το μασουλάει με όρεξη.

«Δεν θυμάστε;» κάνω εγώ. « Ας είναι. Στην πατρίδα σας με τι ασχολείστε; Κάποια σύζυγος, ίσως;»

«Υποθέτω ότι κάποια δουλειά θα έχω, όσο για σύζυγο, βλέποντάς με δεν το νομίζω, αλλά δεν θέλω να σας παραπλανήσω με κάτι για το οποίο δεν είμαι και σίγουρος. Είναι σα να με ανακρίνετε, όμως, και καταλαβαίνετε ότι νιώθω άβολα. Εσείς κάτι αναφέρατε πριν για οικογένεια. Πείτε μου, αν δεν σας δυσαρεστεί»

«Υποθέτετε… Τέλος πάντων. Η οικογένειά μου! Είμαι παντρεμένος με μια πεντάμορφη, ξέρετε, από εκείνες τις γυναίκες για τις οποίες έχουν γραφτεί τα ωραιότερα ρομαντικά ποιήματα και νομίζεις ότι υπάρχουν μόνο μέσα από αυτά. Έχουμε μια κόρη κι έναν γυιο και όλοι μαζί ζούμε σε ένα σπίτι στο προάστια. Έχει κήπο και παρτέρια με λουλούδια και τις Κυριακές καθόμαστε πάνω στο γρασίδι και τρώμε τις λιχουδιές που ετοιμάζει η καλή μου. Δεν έχω παράπονο από τη ζωή, η οικογένειά μου είναι μια ευλογία για την οποία ευγνωμονώ το Θεό και, να, τώρα την έχω στο μυαλό μου σαν ένα μαγνήτη που συνεχώς με τραβάει, μαζί με το σίδερο του αεροπλάνου, προς το μέρος του και… Μα, νομίζω ότι σας κούρασα;»

 

Ο ξένος δεν μιλάει, γιατί ακόμα μασουλάει και κοντεύει να αποτελειώσει το κολατσιό του. Δείχνει να ακούει με αληθινή προσοχή, όμως, και με ένα κυματιστό νεύμα της ελεύθερης παλάμης του μου κάνει να συνεχίσω.

 

«Που λέτε, έχω και την δουλειά μου. Δουλεύω δικηγόρος σε ένα μεγάλο γραφείο, μεγάλο όχι μόνο σε όνομα, αφού το κτήριο του ομίλου μας προεξέχει σαν σουβλί ανάμεσα στα άλλα της πόλης. Πληρώνουν καλά, πολύ καλά, θα έλεγα! Η δουλειά μου είναι ο έβενος που ντύνει το μαργαριτάρι της οικογένειας, αν μου επιτρέπετε την έκφραση. Αχ, ανυπομονώ να γυρίσω σπίτι και να τους δω όλους, να καθίσουμε ολόγυρα στο τραπέζι και να- Μα, σας παρακαλώ, αφήστε με να ρωτήσω τον πιλότο»

 

Κάνω ξανά μια κίνηση να σηκωθώ, αλλά ο ξένος, που έχει τελειώσει το φαγητό του, με κόβει:

 

«Φίλε μου…» λέει, και στα δόντια του βλέπω σφηνωμένο ένα κομματάκι από ντομάτα, που γρήγορα το εξαφανίζει με μια ανεπαίσθητη κίνηση της γλώσσας, «…φαίνεστε ένας έξυπνος άνθρωπος, αλλά όπως όλοι οι έξυπνοι, έχετε εκλάμψεις επιπολαιότητας και βλακείας. Δεν σας κατηγορώ, είναι η φύση της ευφυΐας τέτοια. Να, δοκιμάστε αν θέλετε να φωνάξετε τον κύριο πιλότο. Αν σας ανταποκριθεί, θα δεχτώ κι εγώ ο ίδιος ότι μπορείτε ελεύθερα να τον ενοχλήσετε»

 

Αρχίζω να φωνάζω, όπως και πριν τις αεροσυνοδούς, μόνο ελάχιστα πιο έντονα, αλλά απόκριση καμία.

 

«Ορίστε! Είδατε; Ο κύριος πιλότος είναι απασχολημένος και αυτή του η στάση είναι μια τέλεια επιβεβαίωση της πινακίδας. Απολαύστε τη διαδρομή. Έτσι κι αλλιώς, και να του μιλήσετε και να μάθετε πού βρισκόμαστε ή πόσο θέλουμε ακόμα, θα αλλάξει τίποτε; Είμαι σίγουρος ότι ήδη κάνει το καλύτερο που μπορεί»

 

Βουλιάζω στο κάθισμά μου και σφίγγω τη μαγκούρα στη χούφτα μου, σαν για να νιώσω μεγαλύτερη ασφάλεια και να καταπραΰνω την ανυπομονησία μου. Τελικά, ίσως όντως μου μοιάζει αρκετά, ίσως και όχι, δεν μπορώ να είμαι καθόλου σίγουρος, όπως και να έχει, μόνο αυτή τη στιγμή φαίνεται να συνειδητοποιεί την κατάστασή μου, γιατί δείχνει με το πηγούνι του κατά το πόδι μου.

 

«Ναι, είναι σακατεμένο. Έπεσα πριν από χρόνια από το κλαδί της κερασιάς στην αυλή μας. Σας είπα ότι έχουμε κερασιά; Αλήθεια. Την άνοιξη ανθίζουν τα μπουμπουκάκια της και μια ροδαλή λίμνη σκάει καταμεσής του χορταριού. Μερικοί μπερδεύουν τα άνθη της κερασιάς με αυτά της αμυγδαλιάς, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ εύκολο να τα ξεχωρίσεις, γιατί της αμυγδαλιάς είναι πιο λευκά. Κι όταν τα μπουμπούκια αυτά, λοιπόν, γίνονται καρποί, κάτι ρουμπίνια που κρέμονται από τα κλαδιά και γυαλίζουν και σε λιγώνουν μόνο στο αντίκρισμά τους, η καλή μου τα μαζεύει και τα κάνει πίτα και γλυκό και μαρμελάδα και ό,τι άλλο βάζει ο νους σου. Αλλά μια μέρα που με έστειλε να μαζέψω, μόνο ψηλά ψηλά είχαν περισσέψει μερικά και όταν σκαρφάλωσα για να κόψω, έχασα την ισορροπία μου κι έπεσα και πλάκωσα αυτό εδώ»

«Α, πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Θα ήθελα κάποτε να δοκίμαζα μια κερασόπιτα από τα χεράκια της γυναίκας σας, να την γνώριζα κιόλας για να δω αν όντως είναι τόσο όμορφη και καλή όσο λέτε»

«Γιατί όχι; Εγώ δεν έχω κανένα πρόβλημα και δεν φαντάζομαι να έχει εκείνη, σε καμία περίπτωση. Μόλις φτάσουμε θα ορίσουμε ώρα και μέρα, πολύ εύκολο!»

«Υπέροχα. Ελπίζω μόνο να μου το επιτρέψουν οι υποχρεώσεις μου στην πόλη σας»

«Και ποιες είναι αυτές;»

«Χωρίς αμφιβολία, δεν θα άφηνα την δική μου πατρίδα για να έρθω στην δική σας, αν δεν είχα κάποιες επείγουσες δουλειές. Δεν συμφωνείτε;»

«Ω, φυσικά. Αλλά τι είδους δουλειές είναι αυτές, εννοώ. Εκτός κι αν γίνομαι αδιάκριτος και δεν μπορείτε να μου πείτε»

 

Ο ξένος χαμογελάει και ξεσκονίζει το καπέλο του και κοιτάει στιγμιαία έξω από το παραθυράκι του αεροπλάνου και ύστερα μου χαρίζει ένα βλέμμα όλο συμπάθεια.

 

«Θα σας έλεγα ευχαρίστως, αν θυμόμουν. Όχι, μην σας προκαλεί έκπληξη, αγαπητέ. Πρέπει να πετάμε πολλές ώρες σε αυτό το κατασκεύασμα και μάλλον είναι η πρώτη μου φορά στον αέρα. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι το κεφάλι μου είναι λιγάκι ανάστατο και θυμάμαι μόνο τα απολύτως απαραίτητα , όπως το από πού είμαι και το πού πηγαίνω»

«Το όνομά σας το θυμάστε;» ρωτάω με προσμονή.

«Μα, πώς θα μπορούσα; Είναι από τις πιο ασήμαντες λεπτομέρειες στη ζωή ενός ανθρώπου το όνομα, δεν βρίσκετε; Να, εσείς θυμάστε το δικό σας;»

Κοκαλώνω στη διαπίστωση ότι έχει δίκιο και ψελλίζω ίσα ίσα ένα όχι. Όμως…

«Σταθείτε! Δεν θυμάμαι το δικό μου, αλλά θυμάμαι της γυναίκας μου. Την λένε, λοιπόν…»

«Δεν χρειάζεται, τι σημασία έχει»

«Όχι, όχι, τη λένε… Τη λένε..»

 

Σκύβω κατά το μέρος του και του ψιθυρίζω στο αφτί το όνομά της.

 

«Γιατί το κάνατε αυτό; Θα μας άκουγε, άραγε, ο πιλότος;» λέει και γελάει και μου χτυπάει φιλικά την πλάτη με το καπέλο. «Όπως και να έχει, αυτό είναι κάτι διαφορετικό: το δικό σας το όνομα δεν το θυμάστε, αλλά μην ανησυχείτε, είναι φυσικό και λογικό. Μόλις φτάσουμε, θα μας έρθουν όλα από μόνα τους»

«Ναι, αλλά πότε θα γίνει αυτό;» φωνάζω και σηκώνω ψηλά τα χέρια, με την μαγκούρα να χτυπάει παραλίγο τον ουρανό του αεροπλάνου. «Ξέρετε, βαρέθηκα το ταξίδι. Πρέπει να ταξιδεύουμε πράγματι πάρα πολλές ώρες και κανείς δεν μας εγγυάται ότι αυτές που απομένουν είναι λιγότερες ή υποφερτές. Δεν βλέπω την ώρα να φτάσω σπίτι και να δω την γυναίκα μου και τα παιδιά μου, να κάτσουμε κάτω από την κερασιά και να τρώμε και να γελάμε και να απολαμβάνουμε ο ένας τον άλλον. Μονάχα αυτό μου έλειψε όσο ήμουν στην πατρίδα σας, όπου… Αλήθεια, δεν θυμάμαι τι έκανα εκεί. Αστείο δεν είναι;»

«Καθόλου! Αλλά κάντε υπομονή, φίλε μου. Σύντομα θα δείτε την γυναίκα σας, που αν είναι το μισό όμορφη όσο και το όνομά της, μπορώ να πω ότι ήσαστε αρκετά εγκρατής στα σχόλιά σας για αυτήν. Χαλαρώστε στη θέση σας, δείτε τα σύννεφα από κάτω μας, πόσο μεγαλόπρεπα τα προσπερνάμε. Σε λίγο θα νυχτώσει και θα περνάμε ανάμεσα από τα αστέρια σχεδόν, ίσως δούμε και τον ήλιο να δύει μπροστά μας, κι εμείς θα είμαστε εδώ πέρα τόσο αναπαυτικά. Τι όμορφη που είναι η διαδρομή!»

 

Βγάζει το καπέλο του και καλύπτει το πρόσωπό του, με τα χέρια του να μπαίνουν πίσω στο σβέρκο του σαν μαξιλάρι. Εγώ του το παίρνω και το πετάω πίσω σε ένα τυχαίο κάθισμα.

 

«Δεν μπορώ άλλη υπομονή, κύριε. Ποιος ξέρει πόσο θα συνεχιστεί αυτή η κατάσταση; Και στο κάτω- κάτω ο πιλότος μπορεί να έχει βάλει τον αυτόματο και να τον έχει πάρει ο ύπνος κι εμείς εδώ να βασανιζόμαστε στην αναμονή. Ή, ακόμα…»

 

Μια σκέψη που δεν είχα κάνει, αλλά τώρα μου φαίνεται προφανής, με κάνει να παραλύσω για ένα δευτερόλεπτο.

 

«… μπορεί και να μην υπάρχει καθόλου πιλότος! Αφήστε με να δω!»

 

Ο ξένος ανασυντάσσεται από τη ραστώνη του και με τραβάει ξανά κάτω.

 

«Παραλογίζεστε» φωνάζει και προσπαθεί να με συγκρατήσει. «Η πινακίδα!»

 

Εγώ αντιστέκομαι και τον σπρώχνω με βία στο κάθισμά του. Πετάγεται όρθιος και φέρνει τα δυο του χέρια στο σακάκι μου και με το βλέμμα του καρφώνει την πινακίδα. Αρπάζω την μαγκούρα και την σηκώνω ψηλά, αλλά τελευταία στιγμή διστάζω. Αρκούμαι σε ένα αργό γλείψιμο των χειλιών. Χαμογελάει, ξεσφίγγει τις χούφτες του από το σακάκι μου και κάθεται. Επιτέλους, προχωρώ ελεύθερα και στέκομαι μπροστά από την κουρτίνα. Είναι γαλάζια. Όχι, είναι πράσινη. Είναι γαλάζια. Μαύρη; Γαλάζια. Κοιτάζω δεξιά:

 

Μην ενοχλείτε τον κυβερνήτη

 

Την διαβάζω κάμποσες φορές και επαναλαμβάνω το νόημά της μέσα μου. Αυτή είναι κόκκινη, σίγουρα είναι κόκκινη. Την ξαναδιαβάζω μια τελευταία φορά και γυρνάω το κορμί μου και αρχίζω να περπατάω τον διάδρομο. Από κάποιο κάθισμα ξεθάβω ένα καπέλο και το πετάω αδιάφορα στον ιδιοκτήτη του λίγο πιο μπροστά. Εκείνος γνέφει ένα ανεπαίσθητο ευχαριστώ, το κουνάει αποχαιρετιστήρια στον αέρα, το φοράει, εξαφανίζεται στο κάθισμά του και τον φαντάζομαι να βυθίζεται στον ύπνο. Ανταποδίδω και επιστρέφω στο κάθισμά μου και αγναντεύω έξω από το παραθυράκι. Πριν κλείσω τα μάτια, βλέπω τα σύννεφα να σπάνε λίγο χαμηλότερα από τον ώμο μου.

 

Edited by RObiN-HoOD
change of real name on author request
Link to comment
Share on other sites

Σχόλια: Ο κος Χατζηγιώργης παρακαλείται να μην διαβάσει αυτήν την ιστορία, δεν θα φταίω εγώ μετά.

Μπορώ να πω ότι από την αρχή ψυλλιάστηκα για ποιο λόγο έκανες αυτό το σχόλιο...:tease:

 

Πολύ ωραία σουρεαλιστική/μυστηριώδης ατμόσφαιρα, που σε γοητεύει και σε τραβάει για να πας παρακάτω. Από άποψη γραφής, στα συνηθισμένα εξαιρετικά επίπεδά σου.

 

Ίσως έπεσαν λιγάκι πολλές οι επαναλήψεις του τύπου «πάω εκεί, αλλά δεν ξέρω γιατί», αλλά σίγουρα ενίσχυαν την ατμόσφαιρα.

Όταν έφτασε το τέλος εγώ συνέχισα να σκρολάρω για να πάω παρακάτω. Εντάξει, καταλαβαίνω γιατί το αφήνεις ανοιχτό. Δίνεις μεγαλύτερη βάση στο φιλοσοφικό στοιχείο, που υπάρχει και σ' όλες τις ιστορίες σου. Αλλά μήπως παραείναι ανοιχτό;

Link to comment
Share on other sites

Άγγελε, χαίρομαι που με καταλαβαίνειςlaugh.gif

 

 

 

 

Ήθελα να κλείσω την ιστορία κυκλικά: να τελειώσει όπως ακριβώς άρχισε, λες και δεν μεσολάβησε τίποτα στο ενδιάμεσο, ή λες και ό,τι μεσολάβησε δεν είχε σημασία. Έχω κι ένα εναλλακτικό τέλος για την ιστορία: ο αφηγητής χτυπάει με την μαγκούρα τον ξένο κι αυτός σωριάζεται αιμόφυρτος, με τον αφηγητή τελικά να μην προχωράει ούτε και τότε πέρα από την κουρτίνα. Αν και πιο δυνατό σαν σκηνή, χαλούσε τη συμμετρία και το νόημα του κειμένου, οπότε τα άφησα όλα όπως στην αρχή.

 

Εξάλλου, το λέει και ο τίτλος: όλα είναι μετέωρα, το αεροπλάνο,οι ζωές των επιβατών του, οι ίδιοι οι επιβάτες.

 

 

 

 

Ευχαριστώ για το σχόλιο.

Edited by Stanley
Link to comment
Share on other sites

Ναι, θα ξεκινήσω από το προφανές. ΟΧΙ ΑΛΛΟ ΦΑΪ! Ποιον δραματουργικό ρόλο παίζει το σάντουϊτς, κι ακόμα περισσότερο το ότι του κόλλησε ένα κομμάτι ντομάτα στα δόντια; Δεν είναι μόνο ότι σε ξέρουμε. Αν έπαιρνε κάποιος μια συλλογή με διηγήματά σου κι άρχιζε να διαβάζει, το ίδιο θα αναφωνούσε. Και για να μην παρεξηγηθούμε, αν είχε κάποιον δραματουργικό ρόλο, καλώς να υπήρχε. Αν ήθελες να το βάλεις απλά ως εικόνα, και πάλι οκ, αν δεν είχαμε ξαναδεί την ίδια εικόνα σε όλα τα προηγούμενά σου. Αλλά ιδίως αυτό με την ντομάτα είναι απλά απωθητική εικόνα, χωρίς λόγο ύπαρξης.

 

Στα υπόλοιπα τώρα. Η γλώσσα είναι πολύ καλή, οι διάλογοι μεταξύ των αγνώστων αρκούντως ευγενικοί αλλά και παπουδίστικοι. Συμφωνώ ότι όντως το έχεις παρατραβήξει μια σταλιά με το "δεν ξέρω γιατί πάω εκεί που πάω", ίσως μια-δυο φορές να έκοβες θα ήταν καλύτερα. Κατά τα άλλα βεβαίως, πέρα από το κυκλικό σχήμα της αφήγησης, πέρα από την επιτυχημένη δημιουργία μιας σκηνής μυστηριώδους και μιας αγωνίας, δεν μπόρεσα να βρω ούτε κάποιο τέλος, έστω ανοιχτό στην ιστορία, ούτε να διαβάσω κάποιον συμβολισμό/αλληγορία ή συναισθηματική απεικόνιση κι αυτό σίγουρα με άφησε ανικανοποίητο.

Link to comment
Share on other sites

Ε,θες να σου απαντήσω τώρα; Το σάντουιτς συμβάλλει στη γενικότερη χαλαρή στάση του τύπου. Θα μπορούσα να τον είχα βάλει να προσφέρει λίγο και στον αφηγητή, ο οποίος φυσικά θα αρνείτο. Ο αφηγητής μιλάει για τη ζωή του κι ο άλλος δεν λέει τίποτα, απλώς ακούει μασουλώντας. Τώρα, η ντομάτα που λες...Τι να πω, γελάω και μόνο στη σκέψη ότι πάω να δικαιολογήσω κάτι σαν κι αυτό! Σαν μια εικόνα το έβαλα, λίγο κόκκινο στην γκρίζα απόχρωση του κειμένου.

 

Οι διάλογοι όντως παππουδίστικοι, το ήθελα. Τώρα, για το άλλο, ίσως αυτός ήταν ο σκοπός μου. Ότι δεν έγινε, τελικά, τίποτα.Τέλος λογικό είναι να μην έχει, λόγω της κυκλικότητας που αναφέρθηκε ήδη, όσο για το συμβολισμό, εγώ έχω μερικά πράγματα στο μυαλό μου και είναι σίγουρα θέμα προς εξέταση αν δεν περνάνε αυτά στον αναγνώστη...

Link to comment
Share on other sites

Κοίταξε, πιθανότατα δε θα έλεγα το ίδιο αν δεν είχα διαβάσει κι άλλα σου κείμενα. Άλλωστε όλοι έχουμε τις εμμονές μας. Το ότι ο τύπος έβγαλε το σάντουϊτς στο χαλαρό, το έπιασα. Τώρα, η σκηνή του μασουλήματος και της διαβόητης ντομάτας, είναι αφ' ενός αδικαιολόγητα (για μένα) απωθητική, και μάλλον χαλάει την ατμόσφαιρα, παρά προσθέτει χρώμα, αφετέρου δεν μπόρεσα να μη φέρω στο νου μου τον τύπο που έμεινε με τη φρυγανιά στο στόμα πχ από το προηγούμενο διήγημα. Δε λέω - προφανώς - ότι είναι εξ' ορισμού κακό να χρησιμοποιείς το φαγητό ως αφηγηματικό εργαλείο, λέω ότι όλα έχουν τη θέση τους και την ώρα τους.

 

Κι επειδή ξέρω τι θα πεις ;-) κι εγώ βάζω κανένα ποτάκι καμιά φορά, βεβαίως. Αν όμως βάλω έναν τύπο να μιλάει με κάποιον στο δρόμο και ξαφνικά εκείνος να βγάλει φλασκί να πιει, χωρίς τελικά αυτό να έχει καμία σημασία για την εξέλιξη της υπόθεσης ή για την εικόνα του χαρακτήρα, ε δε θα μου την πεις κι εσύ; :drinks:

Edited by aScannerDarkly
Link to comment
Share on other sites

Είναι καλογραμμένη η ιστορία σου σίγουρα. Ωραίοι διάλογοι, πειστικοί μέχρι ενός σημείου… Και σε αυτή την ιστορία σου όπως και στην ιστορία του διαγωνισμού με κάνεις να πιστεύω ότι ο ήρωας σου βρίσκεται σε όνειρο. Αυτή η υποβόσκουσα ανησυχία του, το ότι φαίνεται να κάνει πράγματα που στη καθημερινότητά του δεν θα τα έκανε και η ανεξήγητη αντίδρασή του, εκεί με πάνε χωρίς να καταλαβαίνω γιατί.

 

Αυτό που ήθελες να περάσεις έχει να κάνει με το ότι όσο εύκολα κολλάει το μυαλό μας σε κάτι τόσο εύκολα περισπάται και αποπροσανατολίζεται από τα διάφορα ερεθίσματα; Αφήνοντας ανολοκλήρωτες σκέψεις και αντιδράσεις μας; Αυτό εννοείς με το μετέωρες;; Δεν ξέρω αν πλησίασα. Όπως δεν ξέρω αν πλησίασα και στην ιστορία του διαγωνισμού! Ένα είναι σίγουρο θέλεις να παίζεις με το μυαλό των ηρώων σου και κυρίως το ασυνείδητο μέρος του μυαλού τους( εκεί γίνεται όλο το παιχνίδι!) και ακόμα περισσότερο με το δικό μας!

 

 

Link to comment
Share on other sites

Σκάνερ, την επόμενη φορά θα βάλω μπίρα και θα είμαι καλυμμένος! Μην σου πω να γράψουμε κάτι από κοινού, και να κάνουμε ολοκληρωμένο το φαγοπότι. Είναι κι αυτό μια αφορμήwink.gif

 

Anysia, χαμογέλασα με το σχόλιό σου! Μου αρέσουν οι ιστορίες που υπονοούν το όνειρο, χωρίς να το δηλώνουν ρητά(π.χ Μάτια Ερμητικά Κλειστά), μια ερμηνεία θα μπορούσε να είναι κι αυτή. Εγώ είχα στο μυαλό μου μια κατάσταση... μετέωρη, χωρίς τίποτα το σίγουρο και το αναμφισβήτητο. Για μένα, όλα όσα λέει ο αφηγητής για την οικογένεια και τη δουλειά του σε καμία περίπτωση δεν είναι οπωσδήποτε αληθινά. Μπορεί κάλλιστα να λέει ψέματα, για να κάνει φιγούρα, για να δώσει νόημα στη ζωή του, η οποία, σε ακραίο συμβολισμό, είναι όλη πάνω στο αεροπλάνο. Εδώ μπαίνει ξανά το μετέωρο, στην κυριολεκτική του έννοια. Με γοητεύουν οι ιστοριες που αφήνουν κενά να τα συμπληρώσει ο καθένας, αρκεί να υπάρχει λόγος και να μην γίνεται αυτοσκοπός. Βίτσιο;laugh.gif

Link to comment
Share on other sites

O.T.

Είχαμε δεν είχαμε, σαν καλοί sffίτες, πάλι στα φαγοπότια το ρίξαμε. :eat: :beerchug:

 

Στο θέμα μας τώρα. Καλή η επιλογή του τίτλου για το θέμα, αν και στην αρχή άλλα περίμενα (καμιά βροχή μετεωριτών απ' όπου θα πέρναγε το αεροπλάνο, κάτι τέτοιο).

Παρατηρώ ένα σχέδιο που αναδύεται από αυτή και την προηγούμενη ιστορία σου με την πόλη:

Βλέπουμε έναν ήρωα που ξεχνάει τι έχει συμβεί και συναντάει κάποιον που του θυμίζει τον εαυτό του (ή προσπαθεί να πειστεί ότι έχουν κάτι κοινό). Δεν είναι φυσικά το ίδιο -και καλύτερα για το κυκλικό που ήθελες να δώσεις που το άφησες να ξεφουσκώσει αντί να έχουμε κάποια άγρια αντιπαράθεση με αιμοτοχυσίες- αλλά με έκανε να αναρωτηθώ αν θέλεις να υποδηλώσεις κάποια υπέρβαση και αποκοπή (με την εξαφάνιση των αναμνήσεων) και κάποια αναζήτηση για τον εαυτό (με την ομοιότητα). Μπορεί βέβαια απλώς να κάνω λάθος και να επηρεάστηκα πολύ περισσότερο από το προηγούμενό σου κείμενο.

 

Οι διάλογοι κι εμένα μού φάνηκαν "παπουδίστικοι" όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Βέβαια λες ότι αυτό ήθελες, οπότε πάω πάσο.

Είναι λίγο σαν μια παλιότερη έκδοση της Ζώνης του Λυκόφωτος. Μπορώ να την πάρω έτσι όπως τη βλέπω και να μην ψάχνω για πολλά και θα το έκανα, αν σε ορισμένα σημεία δεν αισθανόμουνα ότι μου υπόσχεται περισότερα απ' όσα τελικά μου παρέχει: ας πούμε υπήρχε μια έξαρση ενδιαφέροντος εκεί που ψιθυρίζει το όνομα της γυναίκας του, νόμιζα ότι θα γινόταν κάτι (επειδή ήταν και κάπου κοντά στα 2/3 της ιστορίας) και μου κακοφάνηκε που δεν έγινε.

Link to comment
Share on other sites

Μετεωρίτες; Τι νόμιζες ότι διάβαζες,

Χατζηγιώργη;

rofl.gif

 

Δεν έχω δει ποτέ μου τη Ζώνη, με εκπλήσσει αυτό που λες.Αν ήθελα να του βάλω πράγματα να γίνουν, θα μπορούσα να σκεφτώ πολλά, μέχρι και αεροπειρατεία, που λέει ο λόγοςtease.gif. Είπαμε, όμως, αλλού ήθελα να βαδίσω.

 

Η ομοιότητα που αναφέρεις με την προηγούμενη ιστορία όντως ισχύει, τυχαία όμως. Είναι μάλλον η διάθεσή μου αυτόν τον καιρό.

Link to comment
Share on other sites

1. Μετεωρίτες; Τι νόμιζες ότι διάβαζες,

Χατζηγιώργη;

rofl.gif

 

2. Δεν έχω δει ποτέ μου τη Ζώνη, με εκπλήσσει αυτό που λες.

 

 

1. Βασικά, φταίει που εκείνες τις μέρες που το ανέβασες είχα διαβάσει για μια βροχή μετεωριτών και σκέφτηκα ότι εμπνεύστηκες από εκεί. (Άσχετα που σήμερα κάθισα τελικά και το διάβασα).

 

2. Δε χρειάζεται να έχεις δει κάτι από τη Ζώνη του Λυκόφωτος για να πέσεις μέσα. Στην πορεία αυτής της σειράς έχουν βγει δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες επεισόδια, σε πολλά απ' αυτά υπάρχει κάποιος που εμπλέκεται σε μια περίεργη κατάσταση.

Πάντως, επειδή μου άρεσε η σειρά, για καλό το είπα... :rolleyes:

Link to comment
Share on other sites

1. Μετεωρίτες; Τι νόμιζες ότι διάβαζες,

Χατζηγιώργη;

rofl.gif

 

2. Δεν έχω δει ποτέ μου τη Ζώνη, με εκπλήσσει αυτό που λες.

 

 

1. Βασικά, φταίει που εκείνες τις μέρες που το ανέβασες είχα διαβάσει για μια βροχή μετεωριτών και σκέφτηκα ότι εμπνεύστηκες από εκεί. (Άσχετα που σήμερα κάθισα τελικά και το διάβασα).

 

2. Δε χρειάζεται να έχεις δει κάτι από τη Ζώνη του Λυκόφωτος για να πέσεις μέσα. Στην πορεία αυτής της σειράς έχουν βγει δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες επεισόδια, σε πολλά απ' αυτά υπάρχει κάποιος που εμπλέκεται σε μια περίεργη κατάσταση.

Πάντως, επειδή μου άρεσε η σειρά, για καλό το είπα... :rolleyes:

 

 

1. Χμ, τώρα που το λες...laugh.gif

 

2. Το κατάλαβα, δεσπονίες, απλώς εγώ, ως αδαής σχετικά με τη σειρά, την έχω στο μυαλό μου σαν κάτι πιο...δρακουλιάρικο να το πω; Πιο σκοτεινό και ατμοσφαιρικό, ίσως.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Ωραίο φλου κείμενο!

Μάρεσαν πολύ τα σημεία που ο επιβάτης φλυαρεί για τη ζωή του και την οικογένεια του.

Υπογράμμιζε τη ματαιότητα και έκανε αντίθεση με την όλη αφηρημένη ατμοσφαίρα, όπως το εξέλαβα.

Μου έβγαλαν και μια κωμικότητα, την ίδια που μου βγάζει συχνά και η καθημερινότητα μας.

Περίμενα (και ήλπιζα) ότι δε θα είχε τέλος. Νομίζω οτί του ταιριάζει αυτό.

Και τεχνικά δεν έχω κάτι να πω, μόνο ότι μ'άρεσε πολύ.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..