Howard Crease Posted May 17, 2011 Share Posted May 17, 2011 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Howard Crease Είδος: TIΠΟΤΑ (απλή σύνοψη) Βία; Πνευματική, σίγουρα... Σεξ; Δεν θυμάμαι βρε παιδιά... Αριθμός Λέξεων: 1353 Αυτοτελής; Υποθέτω και ελπίζω πως ναι Σχόλια: Το ξέρω πως είναι μια ηλίθια σύνοψη. Το ξέρω πως θα μου τα πρήξουν μερικοί που την ανέβασα στη βιβλιοθήκη ενώ δεν είναι καν ιστορία, μα ένα μάτσο π@π@ριές. Δε με νοιάζει καθόλου. Την έγραψα κατά τις μυθικές στιγμές ενός αξέχαστου μεθυσιού, και είμαι σίγουρος πως πολλοί θα έχουν την περιέργεια να κάτσουν να την διαβάσουν. Αν όχι, it's okay with me. ΠΙΝΩ ΚΑΙ ΜΕΘΩ... Έχουμε λοιπόν αυτόν τον τρομερό συγγραφέα, τον επιτυχημένο από κάθε άποψη. Λεφτά, γυναίκες, βραβευμένα βιβλία... Τα πάντα! Μέχρι που ένα πρωί, ένα γαμημένο, άτυχο πρωί, το κεφάλι του αδειάζει. Ίσως να το έκανε κάποια μυστική οργάνωση που δεν τη συνέφερε η επιτυχία του, ίσως οι εξωγήινοι, ίσως ο Τσακ Νόρις... Το θέμα είναι πως έγινε. Και από τη στιγμή που έγινε ο συγγραφέας μας δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Καμία όμως. Αρχικά, κάνει τα πάντα για να ξαναβρεί το ταλέντο του. Διαβάζει βιβλία που έχει εκδώσει, ζητά στήριξη από τη μαμά του, κάνει σεξ με μία από τις κοπέλες του περιμένοντας η θεία πρόνοια να τον χτυπήσει τη στιγμή που θα τελειώνει... Τίποτα δε συμβαίνει. Μάπα το καρπούζι. Ο συγγραφεύς παραμένει τζούφιος. Και η διωρία για το επόενο βιβλίο του τελειώνει.... Απελπισμένος, παίρνει τους δρόμους και γίνεται άφαντος... Μεθάει σε παμπ και μένει σε μοτέλ, πηδώντας ανώνυμες πόρνες. Δεν έχει μαζί του ούτε τετράδιο ούτε στυλό, ούτε μολύβι ούτε καν χαρτοπετσέτα. Μόνο το αμάξι του, ένα Σεβρολέτ Ιμπάλα του 67, μαύρο στο χρώμα, και τον εαυτό του, και καμιά χιλιάρα δολάρια που πρόλαβε να σηκώσει από την τράπεζα πριν αφήσει για πάντα την πολυτελή του έπαυλη. Τότε, μετά από εβδομάδες περιπλάνησης, άσκοπων μεθυσιών και ακόμα πιο ανούσιων βραδιών ηδονής, ο συγγραφέας μετά από το καθιερωμένο σεξ έχει μια συζήτηση με τη συγκεκριμένη πουτάνα. Να σημειώσω εδώ πως ο συγγεαφέας λέγετε Ντόνυ Μπάρο, και η πόρνη Ταμάρα Κρολ, η αλλιώς, “το ροζ πόνυ”. Η Ταμάρα λοιπόν ρωτά τον Ντόνυ ποιο είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει, γιατί, λέει, φάνηκε στη στύση του πως “άλλες φορές είσαι στα πάνω σου, και άλλες φορές δε βλέπεσαι”. Της εξηγεί την επιτυχία που είχε ως τώρα, την ανατροφή του στο καλύτερο ιδιωτικό σχολείο της χώρας, τις πρώτες θέσεις σε σχολικούς διαγωνισμούς, τα έπαθλα, τη δόξα, την υστεροφημία που ήδη είχε εξασφαλίσει... Η Ταμάρα, όντας του δρόμου, δεν είχε ιδέα για όλα αυτά. Το βρήκε όμως πολύ περίεργο, ένας άντρας με τέτοιο ταλέντο να ξυπνά ξαφνικά άδειος. Γι αυ΄τό λοιπόν, και αφού ο Ντόνυ την πληρώνει λίγα χρήματα παραπάνω, η Ταμάρα επικοινωνεί με το αδερφό της, ένα αποτυχημένο μέντιουμ και αστρολόγο. Του εξηγεί την κατάσταση του Ντόνυ και κανονίζει για αυτόν ένα ραντεβού την επόμεη μέρα στο σπίτι του αδερφού της, μια καλύβα στν κορυφή ενός βουνού, δίπλα σε μια μεγάλη λίμην της οποίας το νερό ήταν ευχάριστα ζεστό. Ο Ντόνυ, έχοντας δοκιμάσει τα πάντα, δεν αρνείται. Οδηγεί την επομένη με προορισμό το σπίτι του αδερφού της Ταμάρα, του Μουσταφά Αμπντούλ. Στο δρόμο τρακάρει, γιατί πλέον έχει γίνει αλκοολικός, τρακάρει λοιπόν με μια νταλίκα που μετέφερε αλλαντικά. Ξυπνάει περικυκλωμένος από λουκάνικα και μπέικον, και θυμάται το σκοπό του. Παραπατώντας, βρίσκει το βουνό στην κορυφή του οποίου υπάρχει ο Μουσταφά. Ξεκινά να το σκαρφαλώσει μόνος του, χωρίς βοήθεια. Ανέλπιδος και κουρασμένος ως ήταν, καθώς ανέβαινε το βουνό και έτρωγε συχνά πυκνά τις τούμπες του, ο Ντόνυ είχε παραισθήσεις. Βασικά, δεν ξέρει καν αν ήταν παραισθήσεις. Υπήρχαν όμως. Μορφές που τον ενθάρρυνναν να συνεχίσει, και άλλες μορφές που τον χλεύαζαν. Μορφές που προσφέρονταν να τον απαλλάξουν μια για πάντα, και μορφές που του ούρλιαζαν να μην αυτοκτονήσει, γιατί θα ήταν κρίμα. Αυτές η μορφές είχαν την όψη του εκδότη του, της συζύγου του, των παιδιών που ήξερε πως θα γεννούσαν οι πόρνες που πηδούσε χωρίς σύνεση και προσοχή, παιδιών που δεν θα τον γνώριζαν ποτέ πιθανότατα. Όλοι αυτοί έκαναν τον Ντόνυ να κάνει μερικά άλματα αυτοκτονίας, όμως τελικά δεν τα κατάφερε καμιά φορά, γιατί πάντα τον έσωνε το πουκάμισό του. Ένα κόκκινο καρό πουκάμισο, με απρόσμενα δυνατή ραφή, που όποτε ο Ντόνυ πήδαγε από κάπου προς το κενό, το πουκάμισο πιανόταν σε κάποιο κλαδί ή εξόγκωμα βράχου ή ξεχασμένο γάντζο ορειβάτη ή οτιδήποτε, και ο Ντόνυ δεν πέθαινε. Μια μέρα ο Ντοόνυ ξύπνησε στην κορυφή, και ίδε το καλύβι του Μουσταφά. Τρεκλίζοντας εμφανίστηκε στην πόρτα του, βαριά συναχωμένος και ετοιμοθάνατος, γιατί δεν είχε φάει τίποτα. Γρήγορα, ο Μοθσταφά τον “εξέτασε”. Έμαθε πράγματα γι αυτόν και κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο Διάβολος τον ζήλευε για την επιτυχία του. Τί έπρεπε να γίνει λοιπόν? Σε εκείνο το σημείο ο Ντόνυ σκέφτηκε πως ίσως και να ημντ ον ένοιαζε πια το τί θα έκανε, από την άλλη όμως δεν είχε και τίποτε άλλλο να κάνει, οπότε γιατί να μην τα έβαζε με τον διάβολο? Τί θα είχε να χάσει; ίσως αυτή η εμπειρία, στο κάτω κάτω, να του έδινε μια νέα έμπνευση για ένα νέο βιβλίο. Για νέες ιδέες δεν έψαχνε? Να 'τη! Ο Ντόνυ πρώτα λούζεται με χυμούς από βότανα του Μουσταφά, έπειτα πίνει ένα μαγικό ποτό και μεθά όπως δεν είχε μεθύσει ποτέ του. Οι παραισθήσεις που του προκαλούνται είναι τεράστιες. Βλέπει πως είναι ένας πολεμιστής που σκοτώνει δράκους, και έχει βρεθεί στην άκρη ενός γκρεμού και έχει στήσει καρτέρι σ'ένα δράκο, που τελικά πλησιάζει στον γκρεμό και ο Ντόνυ πηδάει και.... ο Ντόνυ δεν καταφέρνει να καρφώσει το ξύλινο ματσούκι στην καρδιά του δράκου και ο πραγματικός Ντόνυ μόλις έχει πηδήξει απότ ην κορυφή του βουνού και τσακίζεται στα βράχια και πεθαίνει. Και τότε, ο Ντόνυ βρίσκεται στην κόλαση. Ζεσταίνεται τόσο πολύ που βγάζει τα ρούχα του και μένει με το μποξεράκι του. Χαιρετά χαρούμενος τους κακόμοιρους θνητούς των οποίων οι ψυχές βασανίζονται στ καζάνια της κολάσεως, και συνεχίζει το δρόμο του με βήμα ταχύ, μέχρι που συνανατά ένα δαίμονα με το όνομα Σκατ, ο οποίος προσφέρεται να του δείξει την είσοδο στο παλάτι του Σατανά αν ο Ντόνυ ρου εξηγήσει καλύτερα τη λύση του μυστηρίου του τελευταίου του βιβλίου (γιατί ναι, ο Ντόνυ ήταν τόσο σπουδαίος που τα βιβλία του διαβάζονταν μέχρι τον κάτω και τον πάνω κόσμο) Ο Ντόνυ του εξηγεί, έτσι ο Σκατ μετατρέπει τον Ντόνυ σε φλόγα η οποία ταξιδεύει μέσα στην κόλαση για να καταλήξει στο καυτό τζακούζι του σατανά. Εκεί ο Ντόνυ, και αφού πάρει λίγο μάτι, γιατί βρίσκει τη νέα του, ανούσια ζωή διασκεδαστική νιώθει ελεύθερος, πώς να το πούμε ρε αδερφέ, εκεί λοιπόν ο Ντόνυ παίρνει την κανονική του μορφή και μετατρέπεται στν σχεόν τσίστσιδο θνητό που ήρθε να ζητήσει λογαριασμό στο σατανά. Ο σαταναάς λοιπόν του εξηγεί πως απλά ζηλεύει την επιρροή του, και δεν θα σταματήσει μέχρι να μάθει το μυστικό της επιτυχίας του, για να αρχίσει να γράφει κ αυτ΄΄ος μυθιστορήματα και να αποκτήσει πάλι την εκτίμηση των δαιμόνων, και αν πάει καλά, γιατί να μην το εκδόσει και στους ζωντανούς? Ο Ντόνυ λοιπόν δίνει στον Διάοβολο να καταλάβει πως δεν γίνεται αν τον διδάξει τιποτα από τη στιγμή που δε θυμάται το μυστικό της δικής του επιτυχίας. Ο Διάβολος λοιπόν κάνει με τον Ντόνυ την εξής συμφωνία¨ο Ντόνυ επιστρέφει στους ζωντανούς με πλήρη έμπνευση, ζει όλη την υπόλοιπο ζωή του πετυχημένος, αι κρατά καθημερινά σημειώσεις σε ένα μικρό μαύρο μπλοκάκι γι το πως να κάνει κανείς μια ιστορία ενδιαφέρουσα. Όταν ο Ντόνυ γίνει 94 χρονών, εκείνη τη μέρα γράφει την τελευταία σημείωση στο μπλοκάκι του. “Να εμπιστεύεσαι τον Διάβολο”. Έχει πια ζήσει τη ζωή του όπως την ήθελε, από τη μέρα που επέστρεψε από την κόλαση. Και τώρα, με τον καρκίνο του προστάτη να τον πολιορκεί, και το AIDS από τις ποόρνες που πηδούσε να του χτυπά την πόρτα, ο Ντόνυ είναι έτοιμος να πεθάνει. Πριν από αυτό, ζητά να θαφτείστο προαύλιο ενός γηπέδου μπάσκετ, για δικούς του λόγους (που στην πραγματικότητα είναι ότι ο Διάβολοσ για να τον φέρει πίσω χρειάστηκε να ευυστοχήσει σε ένα....τρίποντο σε μπασκέτα που έγραφε το όνομα του Ντόνυ). Εκείνη τη μέρα, ο Ντόνυ πεθαίνει. Βασικά, ένας δαίμονας του χτυπάει την πόρτα και του λέει πως αράζουν στην κόλαση με έναν από τους ήρωες που ο Ντόνυ είχε δημιουργήσει και έπειτα είχε σκοτώσει στα βιβλία του, και ο ήρωας αυτός θέλει να παίξουν μια παρτίδα τάβλι. Ο Ντόνυ λοιπόν δέχεται την πρόκληση, και βάζει τον πιστό του υπηρέτη, τον Ντούκον, να τον δολοφονήσει, χτυπώντας τον δυνατά στο κεφάλι με ένα τάβλι! Από τότε, ο Ντόνυ παίζει χαμογελαστός τάβλι με τους ήρωες που σκότωσε στην κόλαση, και ο Σατανάς, υποδυόμενος πολλούς και διάφορους διάσημους ζωντανούς συγγραφείς, εκδίδει μυθιστορήματαπου κάνουν πάταγο!! Αυτά λοιπόν. Να μια ιστοριούλα που σκέφτηκα όταν ήμουν μεθυσμένος. Είναι χάλια, σαν τα μούτρα μου. Δεν με πειράζει. Peace. (drunk) Chris. Edited May 17, 2011 by Howard Crease Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted May 18, 2011 Share Posted May 18, 2011 Δεν με νοιάζει τι γνώμη έχεις εσύ για την ιστορία σου, εγώ πάντως την βρήκα ενδιαφέρουσα, συναρπαστική και ξεκαρδιστική. Πολύ σουρίαλ καταστάσεις. Ίσως από συνοχή να είναι λίγο ελλιπής σε κάποια σημεία -ξέρουμε τι να κατηγορήσουμε γι' αυτό- αλλά γενικά, αφήνει μια πολύ καλή εντύπωση. Ειδικά η φράση «Να εμπιστεύεσαι τον Διάβολο» Υπάρχουν κάμποσα τυπογραφικά λαθάκια στο κείμενο. Κάνε ένα μικρό έλεγχο, θα τα βρεις και μόνος σου. Αυτό για τον κακοχαρακτηρισμό των ίδιων μας των έργων, ισχύει και εδώ αυτό που είπε σε μένα ο DinMacXanthi στην Επική Πτώση. Κι έχει δίκιο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted May 18, 2011 Share Posted May 18, 2011 Τότι είξνα προιόν μειθυσιόύ δεν την κα΄νει αυόματα κακ'ή ή ανολοκλήρωτη, ακλλά το ότι δνε την ΄πέρασες ένα χε΄ρακι μετά μου δίνει στα νεύαρ. Να σοβαρευτώ καλύτερα: Η ιστορία έχει καλές ιδέες και τη διάβασα νεράκι, όπως γράφτηκε. Κράτα το αυτό. Το ότι, αφού ξεμέθυσες, δεν έκανες τον κόπο να διορθώσεις τουλάχιστον τα τυπογραφικά (αν δεν ήθελες να την πειράξεις σε οτιδήποτε άλλο), και την ανέβασες έτσι, δεν ξέρω τι νόημα έχει. Κατά τη γνώμη μου, αν της αφιέρωνες μισή ωρίτσα προσοχής, θα γινόταν πολύ καλή. Είναι ζωηρή, ευχάριστη, με χιουμοριστικές νότες. Μικρά πραγματάκια ήθελε, όπως ας πούμε στην αρχή που λες ότι ξύπνησε μια μέρα χωρίς να μπορεί να αρθρώσει λέξη. Ηθοποιός ήταν; Όχι. Συγγραφέας. Αν έγραφες "δεν μπορούσε να σταυρώσει λέξη", θα ήσουν πιο εύστοχος, χωρίς να αφαιρέσεις κάτι από τον αυθορμητισμό του κειμένου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Howard Crease Posted May 18, 2011 Author Share Posted May 18, 2011 Δεν με νοιάζει τι γνώμη έχεις εσύ για την ιστορία σου, εγώ πάντως την βρήκα ενδιαφέρουσα, συναρπαστική και ξεκαρδιστική. Πολύ σουρίαλ καταστάσεις. Ίσως από συνοχή να είναι λίγο ελλιπής σε κάποια σημεία -ξέρουμε τι να κατηγορήσουμε γι' αυτό- αλλά γενικά, αφήνει μια πολύ καλή εντύπωση. Ειδικά η φράση «Να εμπιστεύεσαι τον Διάβολο» Υπάρχουν κάμποσα τυπογραφικά λαθάκια στο κείμενο. Κάνε ένα μικρό έλεγχο, θα τα βρεις και μόνος σου. Αυτό για τον κακοχαρακτηρισμό των ίδιων μας των έργων, ισχύει και εδώ αυτό που είπε σε μένα ο DinMacXanthi στην Επική Πτώση. Κι έχει δίκιο. Xαχα! Σ' ευχαριστώ για τα πολύ καλά σου λόγια φίλε μου! Των τυπογραφικών την ύπαρξη τη γνωρίζω, μα την άφησα σκοπίμως ανέπαφη, γιατί δεν ήθελα να πειράξω καθόλου το αποτέλεσμα του "πειράματός" μου. Όσο για τον κακοχαρακτηρισμό, είναι κάτι για το οποίο ξέρουμε επίσης τί να κατηγορήσουμε -αν αναφέρεσαι στο φινάλε του κειμένου. Αν μιλάς για τα σχόλια στην αρχή, OK, απλά δεν θέλω να πάρω στα σοβαρά κάτι που σχεδόν δε με θυμάμαι να δημιουργώ. Αυτό μόνο. Σε ευχαριστώ για την ανάγνωση! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Howard Crease Posted May 18, 2011 Author Share Posted May 18, 2011 Τότι είξνα προιόν μειθυσιόύ δεν την κα΄νει αυόματα κακ'ή ή ανολοκλήρωτη, ακλλά το ότι δνε την ΄πέρασες ένα χε΄ρακι μετά μου δίνει στα νεύαρ. Να σοβαρευτώ καλύτερα: Η ιστορία έχει καλές ιδέες και τη διάβασα νεράκι, όπως γράφτηκε. Κράτα το αυτό. Το ότι, αφού ξεμέθυσες, δεν έκανες τον κόπο να διορθώσεις τουλάχιστον τα τυπογραφικά (αν δεν ήθελες να την πειράξεις σε οτιδήποτε άλλο), και την ανέβασες έτσι, δεν ξέρω τι νόημα έχει. Κατά τη γνώμη μου, αν της αφιέρωνες μισή ωρίτσα προσοχής, θα γινόταν πολύ καλή. Είναι ζωηρή, ευχάριστη, με χιουμοριστικές νότες. Μικρά πραγματάκια ήθελε, όπως ας πούμε στην αρχή που λες ότι ξύπνησε μια μέρα χωρίς να μπορεί να αρθρώσει λέξη. Ηθοποιός ήταν; Όχι. Συγγραφέας. Αν έγραφες "δεν μπορούσε να σταυρώσει λέξη", θα ήσουν πιο εύστοχος, χωρίς να αφαιρέσεις κάτι από τον αυθορμητισμό του κειμένου. Αγαπητή Cassandra, κατ' αρχάς, θα σε ευχαριστήσω για την ανάγνωση! Για τα τυπογραφικά, έχω να πω πως, εκτός αυτού το οποίο εξήγησα στον Mesmer, έχουν και συναισθηματική αξία για εμένα. Τα βλέπω σαν ουλές από ένα ευχάριστο δυστύχημα, και γι αυτό αποφάσισα να τα κρατήσω. Φέρνοντάς με όμως στη θέση κάποιου που το διαβάζει (το κείμενο) για πρώτη φορά, ναι, ίσως και να αντιπροσωπεύουν φρεσκοανοιγμένες πληγές για τον δύστυχο τον άνθρωπο Anyway, θέλω να καταλήξω στο ότι δεν σκόπευα αυτό που ανέβασα να είναι κάτι ολοκληρωμένο και επιμελημένο. Γιατί τότε δεν θα ήταν μια ιστορία που έγραψε ένας μεθυσμένος, μα μια πιο εκλεπτυσμένη μορφή της. Αν στο μέλλον αποφασίσω να ασχοληθώ μαζί της σοβαρά όμως, φυσικά και θα λάβω υπόψη όσα μού είπες. Και πάλι σ'ευχαριστώ που ξόδεψες το χρόνο σου για το "κείμενό" μου, και ελπίζω να καταλαβαίνεις την πατρική αντιμετώπιση που δείχνω σε αυτό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.