Jump to content

Ο Άρχοντας των Θαλασσών


GeoVa

Recommended Posts

Είδος: Φαντασία

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: ~1.530

Αυτοτελής; Όχι (ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ)

Σχόλια: Δεν είμαι σίγουρος για το είδος του κειμένου αυτού, γιατί, απ' ό,τι νομίζω, στη συνέχεια θα γίνει και Φαντασία και Επιστημονική Φαντασία, δύο όροι αρκετά διαφορετικοί το ένα απ' το άλλο. Έτσι, το ονομάζω Φαντασία/Επιστημονική Φαντασία, αλλά θα το κάνω post στο 'Φαντασία' topic, για να μην υπάρχουν μπερδέματα. Ωστόσο, αυτό το μέρος είναι καθαρά Φαντασία.

ΜΕΡΟΣ 1: Σκιές κι Άνθρωποι

Ένας άντρας πηγαινοερχόταν, χωρίς να ξέρει πού βρίσκεται και πώς είχε έρθει εκεί, απεγνωσμένος, ψάχνοντας για βοήθεια, χαμένος και ντυμένος με κουρέλια, που μοιάζανε με καλύμματα μαξιλαροθήκης, και είχαν χρώμα μπεζ. Κινιόταν πέρα-δώθε, σκεπτικός και λαχανιασμένος. Πάταγε με τις φθαρμένες μπότες το πυκνό χορτάρι και, ύστερα, στήριξε τη πλάτη του σ’ ένα δέντρο. Ένα δέντρο ψηλό και μεγάλο, με πολλά φύλλα, ενώ φαινόταν πως ήταν εκατοντάδων χρονών. Πήρε μια βαθιά ανάσα, σέρνοντας μια μικρή, χειροποίητη βαλίτσα, φτιαγμένη από δέρμα, το ίδιο φθαρμένη όπως οι μπότες του. Είχε ιδρώσει και λαχάνιαζε ακόμα. Ακούμπησε το χέρι του στο δέντρο και γύρισε να το κοιτάξει.

 

Στο κορμό του δέντρου ήταν χαραγμένα κάποια είδους γράμματα, που εκείνος δυσκολεύτηκε πολύ να βρει τι στο καλό να εννοούσαν. Ήταν νύχτα και τον δυσκόλευε ακόμα περισσότερο. Στο τέλος, προσπάθησε να διαβάσει:

 

Εδώ έγινε η μεγάλη μάχη των Καλικατζάρων με το γιγάντιο Τρολ. Ηττήθηκε το γιγάντιο Τρολ.

Ένα μικρό αεράκι κούνησε τα πρασινωπά φύλλα και αυτά έκαναν ένα χαρακτηριστικό ήχο. Αυτή η επιγραφή τον δυσκόλεψε, ενώ λέξεις όπως ‘Καλικάτζαρος’ και ‘Τρολ’ τον τρόμαξαν. Φοβήθηκε και πήγε πάλι πίσω, από εκεί όπου ήρθε, στο λιμάνι. Λόγω της νύχτας, είχε σκοντάψει σε πάρα πολλές πέτρες, κάνοντάς τον να κουράζεται όλο και περισσότερο. Στο τέλος, αναρωτιόταν, πού θα βρει μέρος να κοιμηθεί, αφού ούτε σκηνή είχε, ούτε ζούσαν πολύ φιλόξενα πλάσματα για να τον φιλοξενήσουν, εντύπωση που πήρε από τούτη την επιγραφή.

 

Έφτασε σ’ ένα μικρό λιμάνι και πήγε να βρει τη βάρκα του, που τον έφερε εδώ, σ’ αυτό τον αφιλόξενο και παράξενο τόπο, όπως τον χαρακτήρισε εκείνος, και ήλπιζε να τη βρει εκεί σώα, χωρίς να την έχουν καταστρέψει τα κύματα. Κάθε βήμα που έκανε, έτρεχε όλο και περισσότερο, κουράζοντας τον εαυτό του όλο και πιο πολύ. Και τότε είδε με τα μάτια του ένα κύμα, ένα τεράστιο και ορμητικό κύμα, να καταφτάνει, σημαδεύοντας τη βάρκα. Για καλή του τύχη, δε πήδηξε πάνω για να τη σώσει, επειδή, στο τέλος, κανένας από τους δύο δε θα σωζόταν. Έμεινε εκεί, κοιτάζοντας λαχανιασμένος τη βάρκα, που τελικά το κύμα έφτασε, καταστρέφοντάς τη και δημιουργώντας τη σε χίλια δυο μικρά ξύλινα κομματάκια.

 

Χωρίς να αντέχει να πιστεύει ότι μόλις έχασε τη μοναδική του σωτηρία, γύρισε τη πλάτη στο λιμάνι, γυρνώντας πάλι πίσω. Ήταν ανηφόρα, ένα μονοπάτι γεμάτο βράχια και λάσπες. Ανέπτυξε ταχύτητα και σκόνταψε σε μια πέτρα. Έβγαλε μια κραυγή πόνου και έπεσε κάτω στο πυκνό γρασίδι. Ύστερα, έπιασε τη πέτρα με το χέρι του και είδε άλλη μία επιγραφή:

 

Μ’ αυτή τη πέτρα ηττήθηκε η πρώτη Σκιά από ένα Ξωτικό.

Ο άντρας, εκνευρισμένος και γεμάτος πόνο, πέταξε μ’ όλη του τη δύναμη, αυτή που του απόμενε, τη πέτρα, που κατέληξε στη θάλασσα τελικά. Λίγο πριν σηκωθεί εκείνος, η πέτρα εκσφενδονίστηκε και ξαναγύρισε κοντά στον άντρα. Είχε επιστρέψει κανονικά στην αρχική της θέση. Ο άντρας, τη στιγμή που η πέτρα ερχόταν, δε κουνήθηκε, ούτε καν κούνησε το κεφάλι του, γιατί αν το κούναγε, η πέτρα θα του ερχόταν κατάμουτρα. Είχε επιστρέψει κυριολεκτικά στην αρχική της θέση, στη θέση που την είχε πιάσει ο άντρας και διάβασε την επιγραφή. Εκείνος έμεινε σαστισμένος και περιποιήθηκε τα ανάστατα μαύρα μαλλιά του. Ακούμπησε τα δασιά γένια του και κατάλαβε πόσες μέρες και νύχτες είχε να εμφανιστεί στο σπιτικό του, με τη γυναίκα και τα μικρά παιδιά του. Δυστυχώς, αυτή η απώλεια των συντρόφων του τον έκανε να νιώθει βαριά απογοήτευση. Μετά τη καταστροφή του καραβιού του, και το χαμό των συντρόφων του, αναγκάστηκε να πάει με μια μικρή βαρκούλα που, τελικά, τον οδήγησε στο πιο φρικτό μέρος που θα ήθελε κάποιος να πάει: αυτό εδώ.

 

Άκουσε φωνές. Αμέσως σηκώθηκε και προσπάθησε να δει ποιος ήταν. Τίποτα δεν είδε, όμως. Αλλά κάτι άκουσε. Άκουσε ένα σιγανό γέλιο, γέλιο ειρωνικό. Με τη χρήση του αυτιού του, προσπαθούσε να ακούσει από ποιο σημείο ερχόταν το πιο φρικτό πλάσμα του νησιού. Αυτό ερχόταν δεξιά, άρα ο άντρας έστριψε αριστερά, έτσι ώστε να ξεφύγει, αλλά είχε ξεχάσει κάτι ή κάτι που δεν ήξερε, κάτι που δεν είχε μάθει, και κάτι που δεν είχε ποτέ την όρεξη να το μάθει: οι Σκιές μπορούσαν να πετούν τόσο γρήγορα, που ποτέ δεν αποτύχαιναν. Έτσι, σ’ ένα λεπτό, μπορεί και λιγότερο, δεν είχε την αίσθηση του χρόνου, η Σκιά κατέφτασε.

 

Ήταν άυλη, σχεδόν αόρατη, αλλά στο βράδυ φαινόταν καλύτερα σε σχέση με το πρωί. Κάτι σαν πνεύμα ή φάντασμα, με κρυμμένα χαρακτηριστικά, ούτε μάτια ούτε στόμα. Συνέχισε να γελά ασταμάτητα, τώρα πια, και ύστερα σώπασε. Η Σκιά προσπαθούσε να δει ποιος άλλος ερχόταν, μόνο που δε μπορούσε να δει κανέναν. Το διαισθανόταν πως κάποιος θα ’ρθει. Μετά από λίγο, ένα μικρό, τοσοδούλικο πλάσμα, με γκρίζα μαλλιά και μυτερή μύτη, ντυμένο με κουρέλια σαν του άντρα, έφτασε, κρατώντας μια μεγάλη πέτρα, έτοιμη να τη ρίξει στη Σκιά. Η Σκιά, βέβαια, ξανάρχισε το γέλιο και άπλωσε το χέρι της, που πέρασε μέσα από το σώμα του άντρα (αυτή τη στιγμή, ο άντρας έβγαλε ένα σιγανό επιφώνημα τρόμου και αγωνίας) και το κατέβασε. Η πέτρα που κρατούσε το κοντό πλάσμα θρυμματίστηκε.

 

Μετά το θρυμμάτισμα της πέτρας, η Σκιά πέταξε και εξαφανίστηκε. Το κοντό πλάσμα έδωσε το χέρι του, σηκώνοντας το όσο πιο ψηλά μπορούσε, για να πιάσει το χέρι του άντρα. Ο Καλικάτζαρος δεν ένιωθε ίχνος φόβου, αλλά ο άντρας έτρεμε πολύ. Ο καλικάτζαρος ήταν τόσο χαρούμενος που τσίριξε.

 

«Ήρθε ο Άνθρωπος, ήρθε ο Εκλεκτός!» ούρλιαξε και αυτή η φωνή ήχησε για πολλά χιλιόμετρα παραπέρα. Το χαμόγελό του ήταν τόσο πλατύ, που κοκκίνισαν τα μακριά και μυτερά αυτιά του. Είχε αυτιά και μύτη σχεδόν το διπλάσιο από έναν κανονικό Άνθρωπο, ενώ το ύψος ήταν το δυο φορές μικρότερο από ένα φυσιολογικό Άνθρωπο.

 

«Ήρθε ο Άνθρωπος, ήρθε ο Εκλεκτός!» ξανάπε. Έδειχνε τόσο χαρούμενος, που ο άντρας δε κατάλαβε το γιατί. Δεν είχε ποτέ την ιδέα ότι θα ήταν αυτός ο Εκλεκτός. Αλλά Εκλεκτός για ποιο πράγμα…;

 

«Συγγνώμη…» προσπάθησε να πει, αλλά ο καλικάτζαρος τον σταμάτησε. Βασικά, ήταν τόσο δυνατή η φωνή του, που δε θα μπορούσε να ακούσει τη φωνή του Ανθρώπου. «ΣΥΓΓΝΩΜΗ» φώναξε.

 

Τότε, έπαψαν όλα, και ο καλικάτζαρος έπαψε. Ο μόνος ήχος ήταν το αεράκι και το κούνημα των φύλλων των δέντρων. Θα ’πρεπε να ήταν περασμένα μεσάνυχτα ή μπορεί να κόντευε και πρωί. Μια ο χαμός για τους συντρόφους του, μια η βάρκα που καταστράφηκε, μια η κούραση και η νύστα που ένιωθε, μια η Σκιά και μια η εμφάνιση του καλικάτζαρου, τον ζάλισε τόσο πολύ, που το μόνο που θα ήθελε ήταν να κοιμηθεί σ’ ένα απαλό κρεβάτι για μέρες ολόκληρες.

 

«Μπορώ να σού μιλήσω;» του είπε πιο σιγανά αυτή τη φορά. Ο καλικάτζαρος έτρεμε. Προφανώς, τρόμαξε από τη φωνή του Ανθρώπου ή μάλλον δεν τον περίμενε τόσο χαρούμενο.

 

Ο καλικάτζαρος έγνεψε καταφατικά, χωρίς να τον κοιτάζει, σα να ένιωθε ντροπή. Για να έχει να ασχολιέται με κάτι «έπαιζε» με το κουρελιάρικο ρούχο που φορούσε, πασπατεύοντάς το.

 

«Γιατί τόση χαρά;» ρώτησε ο Άνθρωπος. Είχε αρχίσει πια, παρά τη κούραση, τη στεναχώρια και τα τραύματά του, να νευριάζει και ένιωθε ότι αυτός ήταν ο αφέντης. Αυτός θα έλεγε πότε θα πάψει ο διάλογος και αυτός που θα έδινε προσταγές στο καλικάτζαρο να σωπάσει ή να κάνει το ό,τι άλλο. Το αεράκι όλο και δυνάμωνε που ξανά ανακάτωσε τα μαλλιά του. Άμα ήταν πιο «κομψά» ντυμένος, και χωρίς αυτά τα κουρέλια, θα ένιωθε ο άρχοντας, ο άρχοντας του Μακρινού Και Απομακρυσμένου Νησιού. «Και τι πάει να πει ότι είμαι ο “Εκλεκτός”;» ρώτησε στο τέλος.

 

«Τ’ όνομά σου, μόνο, και θα στα πω όλα, ό,τι θες, αλλά αργότερα, όχι τώρα, σε παρακαλώ…» είπε ντροπαλά ο καλικάτζαρος. «Το δικό μου είναι Βερεκούνδιος και είμαι εκατό χρονών».

 

Ο Άνθρωπος πήγε να ρωτήσει πώς ζει στα εκατό του χρόνια, αλλά προσπάθησε να συγκρατηθεί. Τώρα έπρεπε να τού συστηθεί. «Φέροξ», είπε, «Τριάντα χρονών».

 

Ο ντροπαλός καλικάτζαρος σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε τα γαλάζια μάτια του. Ο Βερεκούνδιος είχε σκούρα πράσινα και άτριχο κεφάλι.

 

«Πού βρίσκομαι;» ρώτησε ο Φέροξ. «Θέλω να μάθω πού είμαι και τι ήταν αυτό το πλάσμα που παραλίγο να μου επιτεθεί. Μπορείς, σε παρακαλώ, να μου πεις;»

 

Ο Βερεκούνδιος, γεμάτος φόβο μη τυχόν κι έρθει ο Πρώτος Άρχοντας αυτοπροσώπος (κάτι που δε συνηθίζεται, αλλά αυτή ήταν ειδική περίπτωση), κοίταξε δεξιά κι αριστερά, μπρος, πίσω και πάνω, για να βεβαιωθεί πως ούτε οι Σκιές ούτε καν η Απόλυτη Σκιά δεν είχαν στήσει καρτέρι πάνω από τα κεφάλια τους. «Σσς!» είπε. «Θα μάθεις ό,τι θες, αρκεί μόνο να έχεις υπομονή. Σε παρακαλώ, ω Εκλεκτέ Φέροξ, ακολούθησέ με».

 

Ο Καλικάτζαρος και ο Άνθρωπος, προχώρησαν, πέρνωντας τον αντίθετο δρόμο από αυτό που πήρε η Σκιά (εκεί υπήρχαν δύο μεγάλα δάση αντίθετης κατεύθυνσης το ένα με το άλλο), και χάθηκαν μες στο σκοτάδι.

 

 

***

Παράλληλα, η Σκιά, που είχε πετάξει πάνω από τα ‘άλλα’ δάση, έφτασε σ’ ένα μεγαλοπρεπές και σκοτεινό κάστρο, που βρισκόταν στο βουνό (θα μπορούσε να πάει κανείς, αφότου βρισκόταν στο τέλος του δάσους), και μετέφερε όλα τα μηνύματα στον Πρώτο Άρχοντα, τη πιο μεγάλη και πιο δυνατή, και σε δύναμη και σε εξουσία, Σκιά. Μετά τη μετάδοση των κακών νέων, ο Πρώτος Άρχοντας, αφού έδωσε μια πληροφορία σε κάποιους φρουρούς, γέλασε ειρωνικά. Μ’ ένα ξόρκι των φρουρών, η Σκιά πέταξε αρκετά μέτρα πάνω, όπου και θρυμματίστηκε, σαν τη πέτρα που θρυμμάτισε η ίδια Σκιά: η Σκιά δεν ήταν πια Σκιά, αλλά είχε μετατραπεί σε Σκοτεινή Ύλη.

 

 

Link to comment
Share on other sites

ενδιαφερόν ! μου άρεσε

σαν εισαγωγικό κομμάτι που είναι

σου δημιουργεί κάποιες απορίες για την συνέχεια

αναμένω να δω και πως θα ενώσεις το φαντασυ με την ε.φ

 

καλή συνέχεια ;)

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ παρα πολυ για το σχολιο σου!

Και βεβαια θα το συνεχισω, αλλα δε ξερω ποση ωρα θα μου παρει, μιας και ειναι και οι εξετασεις μεσα στη μεση.

Παντως, εχω σχεδον ολη την ιστορια μες στο μυαλο μου, και θα γινει αρκετα ξαφνιαστικη ιστορια.

Όπως ειπες για επιστημονικη φαντασια, σκοπευω να περιλαμβανω και καποια "φυσικης" θεματα, αλλα δικης μου φαντασιας. (Καποια φανταστικα σωματιδια, για παραδειγμα.) Βεβαια, μπορει να το παρακανω, αλλα εμενα προσωπικα μ' αρεσει! Δε ξερεις ποσες φορες εχω γραψεις αυτο το κεφαλαιο!! (Τυχαια βρηκα τη σελιδα, εδω, και σκεφτηκα να το κανω post. Το πρωτο κεφαλαιο το 'χα γραψει πριν απο κατι μηνες.)

ενδιαφερόν ! μου άρεσε

σαν εισαγωγικό κομμάτι που είναι

σου δημιουργεί κάποιες απορίες για την συνέχεια

αναμένω να δω και πως θα ενώσεις το φαντασυ με την ε.φ

 

καλή συνέχεια ;)

Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Καλησπερα,

μου αρεσε κι εμενα η αρχη, καπου με δυσκολευει λιγο το γραψιμο σου αλλα η ιδεα ειναι πιστευω καλη κι η ιστορια ελκυστικη.

σιγουρα θα εχεις διαβασει αρκετα βιβλια του ειδους.

Λοιπον, θα διαβασω συντομα την επομενη συνεχεια και θα επανελθω!!

Link to comment
Share on other sites

  • 1 month later...

Γιώργο αυτή σου η ιστορία είναι πιο στιβαρή απ' την άλλη σου ιστορία που είδα. Ο λόγος σου είναι πιο "σκληρός" αν και σε κάποια σημεία παρασύρεσαι και χρησιμοποιείς πιο ανάλαφρες φράσεις. Θα 'θελα μια πιο άμεση, εξωτερική περιγραφή του ήρωα απ' την αρχή του κεφαλαίου και πιο ζωντανές περιγραφές για το περιβάλλον στο οποίο βρισκόταν. Ήθελα να με βάλεις να μυρίζω την αλμύρα, ν' ακούω τη βουή των κυμάτων, να νιώθω την υγρασία στο πετσί μου. Δούλεψε λίγο το κομμάτι περιβάλλον.

 

Στα θετικά να παρατηρήσω το γεγονός ότι η ιστορία έχει το "κάτι" που με τραβάει να διαβάσω παρακάτω και θα το κάνω!

 

Κατά τ' άλλα, κάποια πιο τεχνικά πραγματάκια που εντόπισα:

 

ο άρχοντας των θαλασσων μέρος 1-σχόλια.doc

 

Θα διαβάσω και τα υπόλοιπα μέρη που έχεις και τα ξαναλέμε! ;-)

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..