Rikochet Posted May 29, 2011 Share Posted May 29, 2011 (edited) Με προσέλαβε η μητέρα του. Με έστειλε στο χωριό να βρω γιατί ο γιός ήταν ο μόνος που έλειπε από έναν ολόκληρο λόχο που επέστρεψε στη χώρα μας δίχως άλλες απώλειες. Ο φούρναρης μου είπε ότι ο νεαρός ερχόταν κάθε χάραμα να πάρει το ψωμί για το λόχο. Μίλαγε ελάχιστα τη γλώσσα των χωρικών και ήταν γενικά ανέκφραστος, αλλά κάθε φορά προσπαθούσε να δείξει στο φούρναρη πόσο ωραία μύριζε το φρέσκο ψωμί. Τον στρατιώτη τον βοηθούσαν τα παιδιά του φούρναρη. Ένας γιος που μόλις είχε βγεί απ'την εφηβεία και είχε γίνει σωστός άντρας, όπως λεγόταν, και μια κόρη σεμνή και χαριτωμένη. Ρώτησα το φούρναρη αν ο στρατιώτης ανέπτυξε κάποια ιδιαίτερη σχέση με τα παιδιά του. Αυτός απάντησε ότι με την κόρη του δε κοιτάζονταν ποτέ, κι εγώ συμπέρανα ότι το τείχος που χώριζε τους νέους και η εσκεμμένη απώλεια επαφής δεν υπονοούσαν τίποτα παραπάνω. Ο φούρναρης δεν ήξερε πού μπορεί να βρίσκεται ο νεαρός, προφανώς θα είχε φύγει με το λόχο. Η γυναίκα του μπακάλη μου περιέγραψε το νεαρό με ακόμα καλύτερα λόγια. Λαμπερός, κατάξανθος, αέρινος, σα ξωτικό που λένε. Ήταν πάντα ευγενικός μαζί της, μου είπε, όχι σαν μερικούς άλλους, παρόλο που και αυτοί και ο άντρας της ήταν απ'τους εξυπηρετικότερους. Μου διευκρίνησε ότι ήταν αυτοί που βοήθησαν το λόχο περισσότερο απ'όλο το χωριό μαζί, και χωρίς να τους ζητηθεί μάλιστα, και ότι ακόμα και όταν τους ζητήθηκαν περισσότερα, αυτοί δεν έβγαλαν τσιμουδιά. Όχι, δεν ήξερε που είναι ο νεαρός, αλλά ήλπιζε αυτός τουλάχιστον να είναι καλά. Φάνηκε λίγο ανήσυχη για την παρουσία μου, ίσως επειδή μοιράζομαι την ίδια εθνικότητα με τους άντρες του λόχου; Ένας απ'τους αγρότες μου είπε ότι έρχονταν κάθε τόσο για γάλα και αυγά και ότι ο νεαρός ήταν ανάμεσα τους. Τον είχε συμπαθήσει γιατί ο στρατιώτης αντί να ασχοληθεί με το κουβάλημα και με τις ερωτήσεις του πόσο και πότε, έσκυβε και κοιτούσε τα σκυλιά του αγρότη, τα κοιτούσε για πολλή ώρα και μετά τα χάιδευε διστακτικά. Ο αγρότης μου παινεύτηκε ότι είχε τα ωραιότερα σκυλιά στο χωριό. Μου είπε πως όταν ρώτησε το νεαρό αν του άρεσαν τα σκυλιά τα μάτια του έλαμψαν με σχεδόν υπερβολικό ενθουσιασμό. Έδειξε στον αγρότη μάλιστα ένα συγκεκριμένο σκυλί, με μεγάλα χαρούμενα μάτια και ένα στόμα που όταν χαμογελούσε έμοιαζε ανθρώπινο. Ο αγρότης δεν ξαναείδε το νεαρό. Προτού φύγω μου είπε ότι το σκυλί το λέγαν Χάχα. Δεν ρώτησα γιατί αλλά μου εξήγησε παρόλαυτα ότι είχε ξεκοιλιάσει κάποτε έναν Αλβανό κλεφτοκοτά και ότι ήταν σα να χαμογελούσε όταν τους βρήκαν. Ρώτησα αν ζει ακόμα. Ο Αλβαναράς ή το σκυλί; με ρώτησε. Το σκυλί, είπα. Όχι, δυστυχώς, απάντησε και έφυγα. Ο μανάβης θεωρούσε πως δεν είχε τίποτα σημαντικό να μου πεί. “Ο μικρός” είχε έρθει μαζί με δυο άλλους μερικές φορές και ο μανάβης τους έδωσε τα καλύτερα φρούτα. Τον ρώτησα αν αυτό συνηθιζόταν σε τέτοιες περιπτώσεις. Απάντησε ότι προσέχεις τον άλλο για να σε προσέξει κι αυτός. Δεν το σχολίασα αλλά τον ρώτησα αν είχε παρατηρήσει οτιδήποτε περίεργο. Το σκέφτηκε λίγο, απάντησε αρνητικά, και όταν έκανα να φύγω μου είπε ότι το μόνο που μπορούσε να θυμηθεί ήταν ένα σχόλιο του ίδιου για κάποιο φρούτο, “σφιχτό” ή “ζουμερό σα κώλος” είχε πεί, μαζί με τις ανάλογες χειρονομίες, και ενώ οι άλλοι δύο γέλασαν ο γιός της πελάτισσας μου έγινε κατακόκκινος και απομακρύνθηκε βιαστικά. Ο μανάβης δεν είχε ιδέα για το τι μπορεί να απέγινε ο νεαρός. Ο ψαράς κατέθεσε την πιο αποκλίνουσα περιγραφή μέχρι στιγμής: είχε αρνηθεί να παραδώσει στο λόχο μια πλούσια, λαχταριστή ψαριά που προόριζε για το τραπέζι του φούρναρη, για την κόρη του οποίου είχε ελπίδες. Του ρίχτηκαν ταυτόχρονα και οι τρείς που είχαν έρθει και κάποιος τον χτύπησε στα φρύδια με μια γροθιά. Το δαχτυλίδι του στρατιώτη του έσκισε στο δέρμα. Ο ψαράς τυφλώθηκε απ'το αίμα του και ύστερα δυο στρατιώτες τον κράτησαν και ο τρίτος, ο νεαρός, γι'αυτό ήταν σίγουρος, του έσκισε την παλάμη με ένα αγκίστρι, το ίδιο που ήταν υπεύθυνο γι'αυτή την τόσο πλούσια ψαριά. Τώρα δε μπορώ να ξαναχρησιμοποιήσω τα δάχτυλα μου, κατέληξε τρέμοντας ο ψαράς. Κάτι πήγε να προσθέσει αλλά σταμάτησε. Τον ρώτησα πώς ήταν τόσο σίγουρος ότι ήταν ο νεαρός αυτός που τον τραυμάτισε. Με κοίταξε περίεργα τότε. Τράβα ρώτα τον φούρναρη καλύτερα μου είπε και έφυγε. Όταν ξαναπήγα στο φούρνο βρήκα το γιό του φούρναρη. Ο κατά τους υπόλοιπους “σωστός άντρας” μου φάνηκε ντροπαλός και θηλυπρεπής. Όταν του είπα την ιστορία του ψαρά τα έχασε και άρχισε να τραυλίζει. Με ρώτησε γιατί έψαχνα τον νεαρό. Του είπε ότι εξαφανίστηκε και ότι τον ψάχνει η μητέρα του. Έβαλε τα κλάματα τότε. Προσπάθησα να τον ηρεμίσω. Όταν τελικά ησύχασε, και καθώς σκούπιζε τα δάκρυα του, μου είπε ένοχα ότι ο ψαράς μπορεί να είχε ελπίδες για την αδερφή του αλλά όλο τον ίδιο κοίταζε, και ότι ευτυχώς που τώρα δε θα την παντρευτεί. Εξαφανίστηκε στα ενδότερα του φούρνου προτού προλάβω να τον ρωτήσω κάτι παραπάνω. Η ψυχή ενός ανθρώπου που θέλει να ολοκληρώσει την εργασία του με αυστηρότητα, προσοχή και υπευθυνότητα δε μπορεί να επηρεάζεται ούτε από τη γλύκα των αμούστακων παιδιών ούτε απ'τη σκληρότητα ανθρώπων όπως ο ψαράς. Αλλά η ψυχή είναι ευμετάβλητη και είναι καλό ένας άνθρωπος να αναγνωρίζει τις μεταβολές της και να φροντίζει τις ανάγκες της, ενώ ταυτόχρονα διατηρεί ακέραιο το παρουσιαστικό του. Αποφάσισα να απευθύνω τις ερωτήσεις μου στη χαρτορίχτρα. Περίμενα ότι, μαζί με όλα τα κουτσομπολιά που θα της είχαν εκμυστηρευτεί, θα με διασκέδαζε επίσης με κάποια τρέλα της. Δυστυχώς, απ'ό,τι μου είπε, ούτε κάποιος απ'το λόχο την επισκέφτηκε ποτέ, ούτε είχε ακούσει κάτι σχετικό με το νεαρό. Τη ρώτησα, πιο χλευαστικά απ'όσο σκόπευα, αν μπορούσε να τον δει στη σφαίρα της. Ατάραχη μου απάντησε ότι δεν χρησιμοποιεί σφαίρα, ότι αν ενδιαφερόμουν πραγματικά θα ήταν πρόθυμη να μου δείξει τα εργαλεία της, και πως μπορεί τώρα να μην είχε κάτι χρήσιμο να μου πεί αλλά ήταν βέβαιη πως θα επέστρεφα σε αυτήν. Γιατί να επιστρέψω; τη ρώτησα. Θα επιστρέψεις σε εμένα, μου είπε, όταν δε θα χρειάζεσαι πλέον ούτε την κατεύθυνση ούτε τις προειδοποιήσεις μου. Της απάντησα πως τέτοια πράγματα δεν τα είχα ανάγκη απ'την ίδια, και πως οι συγχωριανοί της ήταν στ'αλήθεια πολύ πιο εξυπηρετικοί. Ναι, είναι πολύ εξυπηρετικοί είπε, και χαμογέλασε κρυπτικά. Δε μου άρεσε καθόλου το χαμόγελο της. Έφυγα αμέσως. Όταν έφτασα στο χασάπικο ήμουν ακόμα συγχισμένος. Η εμφάνιση του χασάπη δε με ηρέμισε. Ισχνός και χλωμός, το δεξί του αυτί έλειπε, τα μισά του μαλλιά επίσης, μόνο απ'τη δεξιά μεριά, αλλά το υπόλοιπο δέρμα ήταν περιέργως άθικτο. Έμοιαζε περισσότερο με στρατιωτικό χειρούργο. Η λαβή του στον μπαλτά ήταν η απαλότερη που έχω δει. Μου είπε ότι ξέρει τα καμώματα του μικρού. Ότι αυτός έσωσε το χέρι του ψαρά, που αλλιώς θα σάπιζε. Πήγα να τον ρωτήσω πώς το κατάφερε, όντας χασάπης, αλλά με έκοψε λέγοντας “Ο μικρός ήταν μαλακός.” Τα σίγμα του σφύριζαν ενοχλητικά. Τον ρώτησα τι εννοούσε. Χαμογέλασε. Μου είπε ρώτα τη γυναίκα του μπακάλη. Προτού φύγω παρατήρησα μερικά κομματάκια κρέας που παρέμεναν ακόμα πάνω στον μπαλτά. Μου ήρθε αναγούλα και χρειάστηκε να γυρίσω στο δωμάτιο μου νωρίτερα απ'ότι συνήθως και να φρεσκαριστώ, προτού επισκεφτώ το μπακάλικο. “Τον δοκίμασα” μου είπε η γυναίκα του μπακάλη. Δεν ήταν ωραία, όχι όπως εννοούμε την ομορφιά στην πατρίδα μου. Ήταν μάλλον χυδαία. Αναρωτιέμαι πώς δεν το πρόσεξα την πρώτη φορά. Πολλοί άνθρωποι έχουν την κακή συνήθεια να συνδέουν την αμεσότητα με κάποιου είδους αρετή, εγώ όμως όχι. Η χυδαιότητα της εμπεριέχει την ίδια αμεσότητα με τους ολοφάνερους χαυλιόδοντες του κάπρου: ένας κίνδυνος ορατός, άρα ευκολότερος στην αποφυγή. “Τον δοκίμασα” μου είπε, και προσέθεσε ένα “αλλά” με πολλά αποσιωποιητικά, γεμάτο υπονοούμενα τα οποία μάλλον περίμενε να καταλάβω. “Αλλά” τι; Μάλλον θα την απέρριπτα το ίδιο εύκολα όσο ο νεαρός στρατιώτης. Ίσως μάλιστα και ευκολότερα. Της έκανα μια ερώτηση το ίδιο αναπάντεχη και στους δυό μας. Ρώτησα τι απέγινε ο χαμογελαστός σκύλος του αγρότη. Μου είπε να μην ανησυχώ. Τη ρώτησα γιατί. Μου είπε ότι ο σκύλος χαμογελάει ακόμα. Έφυγα άρον άρον απ'το μπακάλικο και περπάτησα στο χωριό. Έπεισα τον εαυτό μου ότι η αίσθηση απειλής ήταν μια ανώριμη αυθυποβολή και τίποτα παραπάνω. Ύστερα σκέφτηκα ότι μπορεί η απειλή να υπήρχε, αλλά να μην απευθυνόταν σε μένα (λόγω της θέσης μου, πίστευα πως ήμουν απρόσβλητος), ή ακόμα και να μην απευθυνόταν στο παρόν που βίωνα. Προβληματίστηκα με αυτές τις σκέψεις, παραήταν αφηρημένες, και μάλλον πιο ταιριαστές σε ανθρώπους με λιγότερο σημαντικές υποθέσεις απ'τις δικές μου και με περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Για να εξισσοροπήσω τα κύματα που μου έστελνε κατά ριπάς το χωριό, που γίνονταν ξάφνου ανοίκεια και ανησυχητικά, σκέφτηκα την πατρίδα μου. Την άκαμπτη λογική της, την εμμονική της αγάπη για πράγματα υψηλά και καθάρια, τις αιθέριες δεσποσύνες της και το αθάνατο ιπποτικό της πνεύμα. Συνειρμικά όμως σκέφτηκα και τη μητέρα του εξαφανισμένου στρατιώτη, και όχι με τον τρόπο που έπρεπε. Θυμήθηκα το έντονο, σχεδόν απτό της άγχος. Τα παρακαλετικά της λόγια, την αφόρητη αγάπη της για το παιδί. Τον πόνο που ήταν έτοιμος να ξεσπάσει με την παραμικρή πιθανότητα άσχημων μαντάτων. Την ανησυχία της που γινόταν ιδρώτας, ο οποίος κυλούσε ανάμεσα στα στήθη της και έκανε τα ξανθά μαλλιά της να κολλάνε στις κλείδες και τους ώμους της... Θλιμμένο και ξαναμμένο με βρήκε η κόρη του φούρναρη, και δεν φαινόταν λιγότερο θλιμμένη η ίδια, αλλά η φούρια της ήταν ισχυρότερη. Με τράβηξε απ'το χέρι και μου έκανε νοήματα να την ακολουθήσω και να παραμείνω σιωπηλός. Κοιτούσα την ιδρωμένη της πλάτη κάτω απ'το άσπρο λινό και τη χαίτη που κολλούσε πάνω της ακριβώς όπως τα μαλλιά της πελάτισσας μου. Φτάσαμε στο πιο αραιοκατοικημένο σημείο του χωριού, σε ένα κτίσμα που έμοιαζε με αποθήκη. Το κοριτσάκι έτρεμε, αλλά με οδήγησε μέσα. Δεν ξέρω τι περίμενα να δω, αλλά συνάντησα ένα μέρος που έσφυζε από προμήθειες και μύριζε έντονα ελαιόλαδο. Προχωρήσαμε βαθύτερα στην αποθήκη, σε ένα χώρο που φαινόταν άδειος, εκτός απ'τους σκούρους λεκκέδες, σίγουρα από χυμένο λάδι, στο πέτρινο πάτωμα. Μου είπε “Εδώ έρχονταν για να μη τους βλέπουν.” Μου έδειξε τη μια γωνία και είπε: “Εκεί το παιδί.” Μου έδειξε την άλλη γωνία: “Και εκεί... το γελαστό σκυλί.” “Η γυναίκα του μπακάλη και οι βελόνες της. Είναι πολύ καλή ράφτρα. Αυτήν έβαλαν να το κάνει.” * Συνάντησα μια τελευταία φορά τη χαρτορίχτρα προτού φύγω απ'το χωριό. Δε κατάφερα να αρθρώσω λέξη και εκείνη με κοίταζε με ικανοποίηση, αυτή την μοναδική ικανοποίηση που νιώθει ο αληθινός προφήτης. Φεύγοντας είδα επίσης το γιό του φούρναρη να με κοιτάζει φοβισμένος και, έχω την εντύπωση, ευγνώμων. Μακάρι να με κοιτάξει με ευγνωμοσύνη και η πελάτισσα μου όταν μάθει ότι ο γιός της χαμογελάει ακόμα. - “Καταραστήκαμε το χώμα και του ράψαμε το σώμα δυό σταυρωτά στο στόμα δυό σταυρώτα στο στόμα” Edited May 29, 2011 by Rikochet Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Stanley Posted May 29, 2011 Share Posted May 29, 2011 (edited) Αν και ενδιαφέρουσα και καλογραμμένη, η ιστορία δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Ίσως επειδή από την πρώτη παραγραφούλα είχα σχηματίσει στο μυαλό μου το τέλος ότι θα ήταν να μην βρίσκεται καθόλου ο γιος. Θα το προτιμούσα έτσι, να έψαχνε και να έψαχνε, και τελικά να έφευγε άπραγος, με νύξεις για αυτό που μας παρουσίασες ωμά. Τώρα, όπως το πήγες μου φάνηκε υπερβολικό και αναίτιο, αν και η εικόνα να κουβαλάει τη σωρό είναι συνειρμικά γοητευτική. Αφήνω το σχόλιό μου γιατί δεν είναι μια κακή ιστορία, είναι μια ιστορία που έχει στοιχεία αλλά δεν με κέρδισε. Edited May 29, 2011 by Stanley Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Rikochet Posted May 29, 2011 Author Share Posted May 29, 2011 το άλλαξα το τέλος. μετά την υπόδειξη σου κατάλαβα ότι όντως έπρεπε να είναι ακόμα πιο υπαινικτικό. και τα βρισίδια μάλλον προσωπική μου αδυναμία μάλλον παρά ταιριαστά στοιχεία. ευχαριστώ =) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted May 30, 2011 Share Posted May 30, 2011 Ωραία ιστορία. Μου άρεσε αυτή η αφαιρετική προσέγγιση, χωρίς πολλές λεπτομέρειες και περιγραφές, τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Σίγουρα αυτό τής έδωσε μια πολύ καλή ατμόσφαιρα. Η προσθήκη διαλόγων θα της έδινε ένα πιο αστυνομικό χαρακτήρα, αλλά θα της στερούσε αυτό το κλίμα. Δεν ξέρω πώς ήταν το τέλος αρχικά, αλλά μ' άρεσε έτσι όπως είναι τώρα. Μια διόρθωση. Όχι αποσιωποιητικά, αλλά αποσιωπητικά. Καλή συνέχεια! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.