thanatos Posted October 21, 2011 Share Posted October 21, 2011 (edited) Ήταν απόγευμα στις 18:00. Κατέβηκε στην οδό Συγγρού στο ύψος των στηλών του Ολυμπίου Διός. Σχεδόν κάθε μέρα έκανε αυτή την βόλτα. Ο δρόμος ήτανε γεμάτος από εξεγερμένους διαδηλωτές που άναβαν φωτιές, έστηναν οδοφράγματα και πετούσαν πέτρες στους μπάτσους. Μαύροι καπνοί έβγαιναν από καιγόμενους κάδους και υψώνοταν δεκάδες μέτρα ψηλά κάνοντας την Αθήνα για πολλοστή φορά εμπόλεμη ζώνη. Έβλεπε τον κόσμο να συζητάει για τους αγώνες από δω και πέρα μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου. Όλοι έδειχναν στεναχωρημένοι με τα πρωτοφανή μέτρα λιτότητας που ψηφίστηκαν αλλά παρόλ αυτά δεν πτοούνταν. Συνέχιζαν να μάχονται στα οδοφράγματα, να προσφέρουν βοήθεια σε αυτούς που πνίγονταν στα δακρυγόνα, να μιλάνε για τον χαφιεδισμό των κουκουέδων, για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσουν την εξουσία κλπ. Κοίταζε τους ανθρώπους…απλώς τους κοίταζε σαν να παρακολουθούσε μια ταινία χωρίς ήχο. Νεαροί με ορμητικότητα , ηλικιωμένοι που δεν έκατσαν στον καναπέ του σπιτιού τους να παρακολουθούν παθητικά τα γεγονότα μα βγήκαν στους δρόμους, ζευγάρια πιασμένα χέρι χέρι και οι δυο τους με μάσκες και γυαλιά. «Έχω τις ίδιες ανάγκες μ’αυτούς, αναλογίστηκε. Μαζί τους πρέπει να παλέψω, να στηρίξουμε ο ένας τον άλλον» Μια μικρή ελπίδα άναψε μες την καρδιά του: Ότι αξίζει να πάει να παλέψει με αυτό τον κόσμο για μια πιο αξιοπρεπή ζωή, για υψηλότερους μισθούς, για λιγότερους φόρους. Όσο ξαφνικά άναψε αυτή η ελπίδα τόσο άδοξα έσβησε. Κάτι του έλεγε μέσα του πως δεν τίποτα δεν είχε νόημα. Όλα ήταν μάταια γι αυτόν. Ένιωσε αόρατος μέσα στο πλήθος. «Τίποτα δεν έχει νόημα. Δεν ανήκω εδώ, δεν ανήκω πουθενά», σκέφτηκε. «Δεν υπάρχει κανείς για μένα σ αυτή την ζωή, ποτέ δεν υπήρξε». Συνήθως έφευγε απ τις διαδηλώσεις, αν η ατμόσφαιρα γινόταν δυσβάσταχτη από τα δακρυγόνα ή έκαναν επιδρομή τα ματ, μα εκείνη την στιγμή αισθάνθηκε μια θλιβερή ματαιότητα και χωρίς να συμβεί κάτι αξιοσημείωτο έστριψε αριστερά της Συγγρού και κίνησε προς τα πάνω. Έφτασε στην πλατεία του Μεντς, αυτή που είναι δίπλα από ένα νεκροταφείο. Κάθησε σ ένα γωνιακό καφενείο κοιτάζοντας την άπλα που προσέφερε η πλατεία. Τα κτίρια, τα μαγαζιά, τα αυτοκίνητα, τον αττικό ουρανό που σκοτείνιαζε σιγά σιγά. Ο σερβιτόρος του φερε ένα τσίπουρο που παρήγγειλε μαζί με ένα πιατάκι μεζέδες. Τα μάτια του ήταν γεμάτα δάκρυα, πολύ σπάνιο γι αυτόν. Πάντα αισθανόταν ότι κάτι του επιφύλασσε η ζωή. Μια όμορφη έκπληξη, κάτι που θα τον έβγαζε από την ατέλειωτη μοναξιά. Συγκρατούσε τα δάκρυά του και τις επιθυμίες του για κείνη την στιγμή. Τότε, θα γινόταν πάλι το μικρό παιδί που είχε μέσα του και που δεν πέθανε ποτέ, μα συνέχιζε να περιμένει να βγει ξανά στο φως του ήλιου. «Τίποτα δεν έχει νόημα», ψιθύρισε δακρύζοντας. «Δεν ανήκω σ’ αυτό τον κόσμο». Γύρω του έβλεπε ανθρώπους να κάθονται στα τραπέζια και να συζητάνε για τα επεισόδια στην Αθήνα. Κάποιοι άλλοι μιλάγανε στα ξένα. Ήταν στέκι μάλλον Αλβανών. Το συναίσθημα της μοναξιάς τον κατέλαβε ακόμη περισσότερο. «Όλα τέλειωσαν», είπε από μέσα του. «Είναι καιρός να φύγω, να πάρω το καράβι που με περιμένει και να κάνω το ταξίδι. ». Παρήγγειλε ακόμη ένα τσίπουρο. Η διάθεσή του άλλαξε. Το πρόσωπο του ζωντάνεψε, τα μάτια του έλαμπαν και τα μάγουλά του πήραν ένα ροδαλλό χρώμα. Υποδέχτηκε με χαμόγελο τον σερβιτόρο που του έφερνε το δεύτερο ποτήρι, ευχαριστώντας τον. «Αύριο φεύγω», μίλησε για μια ακόμη φορά από μέσα του. «Ας χαρώ την αποψινή νύχτα που είναι η τελευταία εδώ πέρα.» Έκανε έναν απολογισμό της ζωής του. Σκεφτόνταν το πόσο καλά τα κατάφερε με την δουλειά του και την διαχείριση των χρημάτων του, το όμορφο μέρος όπου ζούσε-κοντά στην Ακρόπολη- την ατέλειωτη μοναξιά, τους καθημερινούς μοναχικούς περιπάτους του. «Μα αύριο όλα τελειώνουν», σκέφτηκε. Στο μυαλό του είχε εικόνες για την αυριανή του επιβίβαση. Φαντάζονταν έναν υπάλληλο του καραβιού με κομψή στολή να τον υποδέχεται ευγενικά κατά την είσοδό του στο καράβι. Ένας άλλος να παίρνει στα χέρια του τις βαλίτσες και να τον οδηγεί στην καμπίνα του. Ότι στεκόνταν μπροστά στην πλώρη του καραβιού αγναντεύοντας τον λαμπρό ανατέλοντα ήλιο που χρωμάτιζε χρυσαφί τη θάλασσα. Το γλυκό αεράκι χτένιζε την επιφάνειά της και χάϊδευε το πρόσωπό του. Αισθανόταν, με ψυχή πανάλαφρη, να χάνεται μέσα στο φως του ήλιου. Η σπιτονοικοκυρά βρήκε την πόρτα του διαμερίσματός του ανοικτή. Παραξενεύτηκε και μπήκε μέσα. Κάθε τέτοια μέρα ερχόνταν για να πάρει το νοίκι. Τον φώναξε με τ’ όνομά του αλλά δεν πήρε απάντηση. Προχώρησε μέσα προς το δωμάτιο που ήταν φωτισμένο .Ολόκληρο το σπίτι ήταν πεντακάθαρο και σε τάξη, μα είχε μια έντονη μυρωδιά κλεισούρας. Ήταν ένα σπίτι υπόγειο, με δυο παράθυρα να βλέπουν στον έξω κόσμο. Τον είδε ξαπλωμένο ανάσκελα στο κρεβάτι και άθελά της έβγαλε μια κραυγή. Το στήθος του ήταν καταματωμένο, τα μάτια του ανοικτά ενώ από το στόμα του έβγαινε αίμα. Δίπλα απ το κρεβάτι υπήρχαν δυο μεγάλες βαλίτσες ενώ αυτός είχε φορεμένο το παλτό και τα παπούτσια του. Ο δείκτης του αριστεριού χεριού του είχε παραμείνει ακόμη μέσα στην σκανδάλη του πιστολιού ενώ ανάμεσα από τα δάχτυλα του δεξιού χεριού βρισκόνταν ένα κομμάτι χαρτί. Έγραφε: ΄΄Θα ήθελα ΄΄, μετά τρία τέσσερα γράμματα που δεν τα διέκρινες καλά και τίποτ' 'αλλο. Edited October 21, 2011 by thanatos Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Lady Nina Posted October 21, 2011 Share Posted October 21, 2011 Καλησπέρα και καλώς ήρθες στο φόρουμ μας! Δεν έχω κάποιο εποικοδομητικό σχόλιο να κάνω επί της ιστορίας σου. Φαντάζομαι πως θες να περάσεις κάποια μηνύματα μέσω αυτής, κι έτσι η τεχνική δεν έχει τόση σημασία, ούτως ή άλλως. Μέσα στο κλίμα των ημερών που ζούμε, ποτισμένη με μια ανείπωτη θλίψη, που σε εμένα προσωπικά μεταδόθηκε αρκετά έντονα, η ιστορία σου κλιμακώνεται μέχρι το τέλος. Διάφορα συναισθήματα διαδέχονται το ένα το άλλο, καθώς οι εικόνες ζωντανεύουν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη. Αγωνία, πόνος, ματαιότητα και τέλος ελπίδα, μια ελπίδα που όταν φανερώνεται δε μοιάζει πια με ελπίδα, μα με απελπισία. Το τέλος, αν και αναμενόμενο λόγω του τίτλου, δεν παύει να ξαφνιάζει τον αναγνώστη. Πρέπει να ήσουν αρκετά μελαγχολικός πάντως, όταν το έγραψες. Σωστά; Α, και μια πρόχειρη παρατήρηση, τώρα που το πρόσεξα. Σε λογοτεχνικά κείμενα αποφεύγουμε να χρησιμοποιούμε συντμήσεις τύπου "κλπ". Αυτά και ξανά καλώς όρισες! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted October 21, 2011 Share Posted October 21, 2011 Καλώς μάς ήρθες κι εδώ, Νίκο. (Τον Νίκο τον έφερα εγώ εδώ, από ένα άλλο μέρος, χωρίς να χρησιμοποιήσω βία, δωροδοκίες και απειλές... αλήθεια ) Λίγα έχω να πω για το κείμενο. Θα συμφωνήσω με την Έλενα. Αρκετά συναισθηματικό και μελαγχολικό. Ίσως να έβαλες και λίγο από τον εαυτό σου μέσα στην ιστορία, για να δείξεις πώς αισθάνεσαι για την κατάσταση που επικρατεί. Είναι αρκετά καλογραμμένο, αλλά υπάρχουν μερικά ψιλολαθάκια. Και πάλι καλωσόρισες. Θα τα λέμε! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
thanatos Posted October 21, 2011 Author Share Posted October 21, 2011 Γεια σας Έλενα και Άγγελε, καλώς σας βρήκα και ευχαριστώ για τα σχόλια! ΠΟλυ καλό το site, έψαχνα από καιρό καπου να ανεβάζω ιστορίες και να επικοινωνώ με ανθρώπους μέσα από αυτή την τέχνη. Ναι, αρκετά μελαγχολική ιστορία και την έγραψα έτσι ξαφνικά. Είχα αυτά τα συναισθήματα και ήθελα ν ατα φτιάξω ιστορία εκείνη την στιγμή. Τα λέμε! Καλώς μάς ήρθες κι εδώ, Νίκο. (Τον Νίκο τον έφερα εγώ εδώ, από ένα άλλο μέρος, χωρίς να χρησιμοποιήσω βία, δωροδοκίες και απειλές... αλήθεια ) Λίγα έχω να πω για το κείμενο. Θα συμφωνήσω με την Έλενα. Αρκετά συναισθηματικό και μελαγχολικό. Ίσως να έβαλες και λίγο από τον εαυτό σου μέσα στην ιστορία, για να δείξεις πώς αισθάνεσαι για την κατάσταση που επικρατεί. Είναι αρκετά καλογραμμένο, αλλά υπάρχουν μερικά ψιλολαθάκια. Και πάλι καλωσόρισες. Θα τα λέμε! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
odesseo Posted October 21, 2011 Share Posted October 21, 2011 Σε σχέση με τον Νίκο και το αρνί, αυτό το κείμενο έχει περισσότερη ειλικρίνεια. Ο συγγραφέας βρίσκεται κοντά στον ήρωα, τον γνωρίζει, συμπάσχει μαζί του - τον κάνει αληθινό και έτσι μού επιτρέπει να ταυτιστώ μαζί του. Το τέλος κάπως μελοδραματικό, αλλά βλέπω και εδώ ότι έχεις μια ωραία αίσθηση στον τρόπο με τον οποίο κλείνεις μια αφήγηση. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.