Jump to content

Κάργιες


DinoHajiyorgi

Recommended Posts

[Χθες στο Halloween Flash Fiction μόνο τον σκελετό πρόλαβα να σχηματίσω. Δεν λειτουργώ κάτω από πίεση, και γράφω πολύ αργά. Τέλος πάντων, αυτό είναι το δικό μου διήγημα με το θέμα "Γλυκά".]

 

 

 

Ο ψυχρός άνεμος θρόισε τα κιτρινισμένα φύλλα στα ψηλά κλαδιά των δέντρων. Αντιδρώντας θαρρείς στο βουητό τους, ο φύλακας χώθηκε βαθύτερα στο σακάκι του. Στράφηκε προς την βορινή είσοδο του πάρκου όπου τον περίμενε το στενόχωρα μικρό κουβούκλιο του. Τουλάχιστο ήταν απάνεμο και θα σκότωνε τη βάρδια του ακούγοντας το ντέρμπι στο μικρό του τρανσιστοράκι. Δεν υπήρχε κίνηση, οι μεθυσμένοι χουχούλιαζαν στα μπαρ, και οι νεολέρες ανάμεσα στα μπατζάκια των φιλενάδων τους. Μπορούσε να αγνοήσει την περιπολία του για σήμερα. Δίπλα στο στεγνό, κεντρικό σιντριβάνι, δύο γριούλες, πετσί και κόκαλο μέσα στα παχιά, σκούρα τους ρούχα, μοιράζονταν ένα παγκάκι αγνοώντας την ψύχρα του Φθινοπωρινού απογεύματος. Καθισμένες μπράτσο με μπράτσο, σκυμμένες η μία προς την άλλη, κακάριζαν χαμηλόφωνα προφανώς κάποια κουτσομπολιά, σημαντικά στον δικό τους μικρόκοσμο. Ο ίδιος δεν αισθανόταν το ίδιο γενναίος ενάντια στον καιρό, και τάχυνε το βήμα του προς το μικρό του καταφύγιο. Ένα δυνατό φύσημα ανασήκωσε στον αέρα έναν στρόβιλο από νεκρά φύλλα που για λίγο του έκρυψαν τον κόσμο πίσω από μια σάπια κουρτίνα. Τον τύλιξε μια οσμή από πηχτή λάσπη και σκουλήκια. Δεν θυμόταν πως γνώριζε αυτή τη μυρωδιά, η σκέψη όμως αναμόχλευσε δυσάρεστα συναισθήματα που έγιναν κόμπος στο στομάχι του. Πλησιάζοντας την αψίδα της πύλης του, συνάντησε και τρίτη γριά να μπαίνει στο πάρκο. Αυτή έσερνε και το εγγόνι της παρέα.

«Τρελόγριες» σκέφτηκε, «Γιατί δεν μένουν στα ζεστά τους σπιτάκια;»

Το αγοράκι, ο λαιμός του τυλιγμένος με ένα παρδαλό, μάλλινο κασκόλ, είχε το νου του στο καραμελωμένο μήλο που τραγάνιζε λαίμαργα. Δεν έδειχνε να πτοείται από το φύσημα του ανέμου.

 

_ _ _

 

 

Η γριά σταμάτησε μπροστά στο παγκάκι με τις συνομήλικες της κυρίες. Οι άλλες, σα να κατάλαβαν την άφιξη της την τελευταία στιγμή, γύρισαν και την κοίταξαν ξαφνιασμένες.

«Ευτέρπη» είπαν με μια φωνή και χαμογέλασαν ξεδοντιάρικα.

«Ασπασία, Λουκριτία» της απευθύνθηκε εκείνη, «Κοιτάξτε τι σας έφερα! Αυτός είναι ο Γιωργάκης.»

Τον κοίταξαν με υγρό βλέμμα που γυάλιζε, αφήνοντας τσιριχτά επιφωνήματα. Οι κόρες των ματιών τους φούσκωσαν, κατάπιαν κάθε ίχνος από ασπράδι, το κοίταγμα τους ήταν πηγάδι απύθμενο. Οι γλώσσες τους στριφογύρισαν και τρίφτηκαν ανάμεσα στα μαύρα τους δόντια. Άπλωσαν τα ανυπόμονα χέρια τους, τράβηξαν το αγόρι στην αγκαλιά τους, πασπάτεψαν τα μπράτσα του, τσίμπησαν τα μάγουλα του, χτένισαν με φλεβιασμένα δάχτυλα τα μαλλιά του. Έτριψαν τα πρόσωπα τους στο δικό του και με λιμασμένα, ορθάνοιχτα ρουθούνια ρούφηξαν την μεθυστική οσμή του. Η Ευτέρπη, ακόμα όρθια και συγκρατημένη, χαμογέλασε με την λαιμαργία των φιλενάδων της. Το αλεπουδίσιο της βλέμμα κοίταξε μια δεξιά, μια αριστερά, το άδειο πάρκο. Μόνο ο άνεμος ήταν παρόν μαζί τους, βούιζε συνωμοτικά ανάμεσα από τα δέντρα, τα οποία έτριζαν και έσκαγαν, σκορπώντας κομμάτια της φλούδας τους σαν φόρο υποτελείας στις αφέντρες τους. Τα ήξερε αυτά τα δέντρα. Από την εποχή πριν μαντρωθούν σε πάρκο. Όταν εκεί που έστεκε σήμερα το σιντριβάνι κόχλαζε τέτοιες νύχτες το μεγάλο καζάνι. Έκλεισε τα μάτια της και ρούφηξε τις οσμές, πως μοσχοβολούσαν τα μαλλιά του κάτω από τον σκούφο. Το αγοράκι έδειχνε να αγνοεί τις εκδηλώσεις των γηραιών κυριών, η προσοχή του εστιασμένη στην επικάλυψη που έκρυβε το καραμελωμένο του κέρασμα. Τα χείλη, τα δόντια και η γλώσσα του ήταν κατακόκκινα σαν το αίμα. Κοίταξε για μια στιγμή την Ευτέρπη και της έστειλε ένα ηλίθιο χαμόγελο.

 

Η γριά γέλασε τρανταχτά και χτύπησε μια φορά τις παλάμες της.

«Καλέ πως κάνετε έτσι, σαν πεινασμένες; Θα το κατσιάσετε ολόφρεσκο παιδάκι» είπε παίρνοντας κι εκείνη θέση στο παγκάκι.

«Σου αρέσουν τα γλυκά, ε Γιωργάκη;» είπε με ενθουσιασμό η Ασπασία.

Το αγόρι κούνησε καταφατικά το κεφάλι του.

«Σου έχουμε κι εδώ όσα θέλεις» είπε η Λουκριτία.

Οι δύο γριές άνοιξαν τις τσάντες τους και έβγαλαν από μέσα χούφτες γεμάτες με καλούδια.

«Ζαχαρωμένα Δαχτυλάκια» είπε η μία.

«Καρδούλες Σοκολάτας» είπε η άλλη.

Το αγόρι παραμέρισε το μήλο από τα δόντια και δέχτηκε πρόθημα τα νέα κεράσματα. Οι τρεις σταφιδιασμένες γυναίκες τον κοίταζαν με γουρλωμένα μάτια να τρώει τα γλυκά, σα να απολάμβαναν οι ίδιες την κάθε λαίμαργη μπουκιά.

«Μελωμένα Τζιέρια, κούκλε μου…»

«Χειλάκια Ζελεδάκια…»

Εκείνες τα έβγαζαν από τις μαύρες τους τσάντες, και το αγόρι γέμιζε αχόρταγα το στόμα του.

 

_ _ _

 

 

Τον είχε πάρει σχεδόν ο ύπνος όταν ένα δυνατό ράπισμα στο τζαμάκι του κουβούκλιου τον επανέφερε στην πραγματικότητα. Το πανικόβλητο, δακρυσμένο βλέμμα μιας νέας γυναίκας τον τράβηξε έξω στο τσουχτερό κρύο.

«Μήπως είδατε τον γιο μου;» είπε η γυναίκα μέσα από τα αναφιλητά της, «ένα αγοράκι πέντε χρονών...με χρωματιστό μάλλινο σκούφο και κασκόλ…»

Η περιγραφή του παιδιού του ήταν γνώριμη. Το μουδιασμένο του μυαλό θυμήθηκε το αγοράκι που είχε δει μόλις πριν από ένα μισάωρο.

«Ήταν με τη γιαγιά του;» ρώτησε.

«Ποια γιαγιά του!» ούρλιαξε σχεδόν η γυναίκα.

 

Ήρθαν τροχάδην στα παγκάκια δίπλα στο στεγνό σιντριβάνι. Δεν ήταν κανείς εκεί. Μόνο ένα μισό καραμελωμένο μήλο πεταμένο στα χαλίκια καταγής. Κοίταζαν πανικόβλητα δεξιά και αριστερά, προσπαθώντας να ξεχωρίσουν λίγο χρώμα μέσα στις πένθιμες αποχρώσεις του πάρκου. Η γυναίκα παράτησε τον φύλακα και έτρεξε πάνω στο νεκρό γρασίδι. Το μουλιασμένο κασκόλ ξεδιπλωνόταν ανάμεσα στα δέντρα σαν ψόφιο φίδι. Θρόισαν τα ξερά φύλλα και ακούστηκε ένα κράξιμο. Ο φύλακας τίναξε το κεφάλι του σίγουρος πως άκουσε εκείνες τις γριές να κακαρίζουν. Αντίκρισε αντ’αυτού τρεις κάργιες καθισμένες ψηλά στα συρματόσχοινα που διέσχιζαν το πάρκο. Το σκοτάδι έπεφτε γοργά και οι λάμπες του πάρκου είχαν αρχίσει να ανάβουν αυτόματα. Δεν μπορούσε να πάρει το βλέμμα του από τα γυρτά ράμφη των τριών πουλιών που έκραζαν σα να γελούσαν. Ένιωσε πάλι την μυρωδιά, σκουλήκια σε πηχτή λάσπη, όταν πίσω του άρχισε να ουρλιάζει η νεαρή γυναίκα.

Edited by DinoHajiyorgi
Link to comment
Share on other sites

Άσ' τα αυτά, το ένα δάχτυλο φταίει για όλα:lol:

 

Παράξενο πώς συνδυάστηκαν τόσο πολύ τα γλυκά με την

ανθρωποφαγία

 

 

Εντάξει, εχω διαβάσει πολύ πιο δυνατά πράγματα από σένα, αλλά μια χαρά halloweenιάυτικο σφηνάκι ήταν.

 

Μπορούσε να αγνοήσει τους γύρους του για σήμερα

:huh:

Edited by aScannerDarkly
Link to comment
Share on other sites

Μπορούσε να αγνοήσει τους γύρους του για σήμερα

:huh:

:lol: "His rounds".

 

Πως θα το λέγαμε πιο σωστά; "Την περιπολία του";

Link to comment
Share on other sites

Εγώ νόμιζα πως ήθελες να πεις να αγνοήσει τους γύρω του. Πάντως έτσι ακούγεται αρκετά διεστραμμένο:devil2:

Link to comment
Share on other sites

Εγώ νόμιζα πως ήθελες να πεις να αγνοήσει τους γύρω του. Πάντως έτσι ακούγεται αρκετά διεστραμμένο:devil2:

Κάνω λάθος ή στα νοσοκομεία λέμε συνήθως "ο γιατρός κάνει την γύρα του";

Link to comment
Share on other sites

Νομίζω το λέμε. Πάντως το περιπολία είναι μάλλον η πιο ακριβής λέξη.

Link to comment
Share on other sites

Χμ, μου άρεσε στο τέλος, έκλεισε αρκετά ανατριχιαστικά.

 

Σχετικά με τους γύρους, εγώ θα έλεγα ότι δεν είναι και λάθος, αν και ίσως καλύτερο θα ήταν το "τις γύρες του".

 

Επίσης, μην ξεχνιόμαστε πως "θάνατος είν' οι κάργιες" κλπ κλπ.

Link to comment
Share on other sites

Χαίρεται,

 

Λοιπόν, βρήκα το forum πριν λίγες μέρες και έχω ειλικρινά εντυπωσιαστεί...

Πήρα το θάρρος να γράψω γιατί μου άρεσε πάρα πολύ η ιστορία σου, κυρίως η γλώσσα που χρησιμοποιείς περιγράφοντας εικόνες του πάρκου.

Φτιάχνουν ωραία ένα μακάβριο σκηνικό για την ιστορία!

"Ένα δυνατό φύσημα ανασήκωσε στον αέρα έναν στρόβιλο από νεκρά φύλλα που για λίγο του έκρυψαν τον κόσμο πίσω από μια σάπια κουρτίνα"

"Μόνο ο άνεμος ήταν παρόν μαζί τους, βούιζε συνωμοτικά ανάμεσα από τα δέντρα, τα οποία έτριζαν και έσκαγαν, σκορπώντας κομμάτια της φλούδας τους σαν φόρο υποτελείας στις αφέντρες τους."

Μου άρεσαν επίσης που παίζεις με γνώριμες εικόνες των γιαγιάδων που πασπατεύουν το παιδάκι ( και νομίζω ότι όλοι βιώναμε τον τρόμο σε εκείνη τη φάση...tongue.gif ). Φοβερός επίσης ο τρόπος που κλείνεις το κείμενο...

Link to comment
Share on other sites

Λοιπόν, βρήκα το forum πριν λίγες μέρες και έχω ειλικρινά εντυπωσιαστεί...

Πήρα το θάρρος να γράψω γιατί μου άρεσε πάρα πολύ η ιστορία σου, κυρίως η γλώσσα που χρησιμοποιείς περιγράφοντας εικόνες του πάρκου.

Ευχαριστώ "Άνθρωπε του Μέλλοντος" για τα καλά σου λόγια. Χαίρομαι που σου άρεσε, και καλώς ήρθες στην παρέα μας. Ψαχούλεψε στις βιβλιοθήκες μας και θα βρεις πολλές καλές ιστορίες από πολλά ταλαντούχα μέλη μας. Καλή διαμονή!

Link to comment
Share on other sites

Ωραία ιστορία. Πολύ ατμοσφαιρική.

Μου άρεσαν οι περιγραφές του πάρκου και, παρόλο που που μάντευα τι πάει να γίνει, μια ανατριχίλα στο τέλος δεν την απέφυγα.

 

 

 

Πάντα είχα μια απέχθεια προς αυτές τις γιαγιάδες και τις θείτσες που φιλάνε και πασπατεύουν τα πιστιρίκια.

Τώρα ξέρω γιατί.

 

 

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Αν γράφεις τέτοιες ιστορίες υπο πίεση χρονου μην ανησυχείς καθόλου.

Παρότι σύντομη ζωγράφησε πολύ δυνατές εικόνες στο μυαλό μου.

Αν ήταν η αρχή μιας ταινίας ή ενός επεισοδίου στην τηλεόραση σίγουρα θα έμενα και για την συνέχεια.

Link to comment
Share on other sites

  • 1 year later...

Μου άρεσε πάρα πολύ! Το γράψιμό σου είναι το κάτι άλλο. Είναι η χρυσή τομή ανάμεσα στον Μπράντμπερυ και τον Μπάρκερ. Μην αλλάξεις ούτε λέξη. Ανυπομονώ να το διαβάσω ολόκληρο.  :clap_1:

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..