Larry Cool Posted December 16, 2011 Share Posted December 16, 2011 Συναντῶ τὸν κ. Ἀγγελὴ, τὸν διαχειριστὴ τῆς πολυκατοικίας, στὸ ἀσανσὲρ καὶ κατεβαίνουμε μαζί. «Καλημέρα κύριε Ἀγγελή, τί κάνετε;» «Εὐχαριστῶ Λάρρυ παιδί μου, ἐσύ πῶς εἶσαι; Ἡ Μαρία καλὰ εἶναι;» «Μιὰ χαρά, μιὰ χαρά…» «Τώρα πᾶς δουλειά;» «Ὄχι· εἶμαι βραδυνὸς σήμερα· τώρα πάω στὸ super market…» Σιωπή· ἡ γνωστὴ ἀμηχανία τοῦ ἀσανσέρ. «Πῶς τὴ βλέπετε τὴν κατάσταση κ. Ἀγγελή;» τὸν ῥωτάω. «Χάλια. Ἀπ’ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο. Ὅπως πᾶμε, θὰ φᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο…» «Ἔ, ὄχι δά!» «Ἄκου ποὺ σοῦ λέω, ἄκου ποὺ σοῦ λέω…» Ἦταν ὡραία ἡ μέρα. Σὲ δέκα λεπτὰ ἤμουν στὸν “Βασιλόπουλο” καὶ ψώνιζα. Ἐκεῖ ποὺ ἔσκυβα νὰ πιάσω ἕνα βιολογικὸ κοτόπουλο, περνάει μιὰ κυρία μ’ ἕνα πιτσιρίκι, μὲ βουτᾶ ἀπ’ τὸ σβέρκο καὶ μὲ βάζει στὸ καρότσι της λέγοντας στὸ διαόλι της: «Αὐτὸν θὰ φᾶμε σήμερα, καὶ μὴ πεῖς ὄχι» Ὁ μικρὸς μὲ κοιτᾶ μοχθηρὰ καὶ λέει: «Ἐγὼ δὲν θὰ φάω. Δὲν μ’ ἀρέσει» «Θὰ τὸν φᾶς καὶ θὰ πεῖς κι ἕνα τραγούδι» «Ὄχι, ὄχι, ὄχι! Δὲν μ’ ἀρέσει, εἶναι μαλλιάς» Προσβλήθηκα τότε. «Γιατί ῥὲ κωλόπαιδο; Λίγος σοῦ πέφτω; Κοίτα ’δῶ» καὶ τοῦ δείχνω τὸ ποντίκι μου. «Πιάσε» «Μαμὰ μὲ εἶπε “κωλόπαιδο”» «Ἀφοῦ εἶσαι» τοῦ λέει ἐκείνη. «Κυρία μου, ὁ γιός σας εἶναι κακομαθημένος» «Δὲν σοῦ δίνω τὸ δικαίωμα» Στὸ ταμεῖο ἡ ταμίας μὲ πέρασε ἀπὸ τὸ λέϊζερ καὶ εἶπε ὅτι δὲν εἶμαι προϊόν τοῦ καταστήματος κι ἔτσι δὲν μὲ χρέωσε. Ὅλοι χαρήκαμε ποὺ ἤμουν τσάμπα πράμα σὲ καιρὸ οἰκονομικῆς κρίσης. Μὲ μετέφεραν σπίτι τους καὶ μ’ ἔβαλαν στὴν κατσαρόλα μὲ πατάτες. Ἦταν ἐκεῖ κι ἕνα σατανικὸ κοριτσάκι, ἡ μικρὴ ἀδερφὴ τοῦ ἀγοριοῦ. Ἡ μάνα τους πῆγε στὸ ἄλλο δωμάτιο ν’ ἀλλάξει. Σὲ λίγο μπήγω τὶς φωνές: «Κυρία, κυρία βοήθεια! Τὰ παιδιά σας μὲ χτυπᾶνε μὲ τὶς κουτάλες!» Τρέχει καὶ τοὺς ἁρπάζει τὶς κουτάλες ἀπ’ τὰ χέρια. «Γιατί χτυπᾶτε τὸ φαΐ;» «Τρώει τὶς πατάτες ποὺ μᾶς ἀρέσουν» λένε τὰ σκατόπαιδα μουτρωμένα. «Τρῶς τὸ φαγητὸ τῶν παιδιών;! Σὰ δὲ ντρέπεσαι, ἀναίσθητε!» «Πεινάω» δικαιολογήθηκα. «Καλὰ σοῦ κάνανε» λέει καὶ μὲ κλείνει μὲ δύναμη μὲ τὸ καπάκι. Σιγόβραζα ποὺ λέτε μέσ’ τὸ σκοτάδι χωρὶς ἐλπίδα σωτηρίας καὶ τὸ ’χα πάρει ἀπόφαση ὅτι θὰ εἶμαι τὸ μεσημεριανὸ γεῦμα αὐτῆς τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας ὅταν.., ἀκούω τὸ κουδούνι τῆς πόρτας καὶ τὴ φωνὴ τῆς Μαρίας θυμωμένη: «Ποῦ ἔχετε βάλει τὸν Λάρρυ μου;» κι ἔρχεται, καὶ ξεσκεπάζει τὴν κατσαρόλα, καὶ τὴν βλέπω μὲ πολλὴ χαρά. Δὲν μπορῶ νὰ σᾶςπεριγράψω πόση! Μὲ βουτᾶ ἀπ’ τὶς φτεροῦγες καὶ μὲ βγάζει ἀπ’ τὴν κατσαρόλα ὅπου ἔβραζα, καὶ πᾶμε σπίτι μας. «Σ’ ἔσωσα Λάρρυ μου» λέει καὶ μ’ ἀγκαλιάζει καὶ μὲ φιλᾶ. «Ἄλλη φορά δὲν θὰ σ’ ἀφήσω νὰ πᾶς μόνος σου στὸ super, γιατὶθὰ σὲ φᾶνε καημενούλη μου» Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
deadend Posted December 16, 2011 Share Posted December 16, 2011 Καλή και έντονα υπερρεαλιστική ιστορία που την διάβασα στο one story. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest old#2065 Posted December 17, 2011 Share Posted December 17, 2011 Ναι φίλε, εσύ τουλάχιστον έχεις σοβαρό λόγο που γράφεις. Ένα κείμενο που ενώ δεν έχει σκίτσα , αναβιώνει τους Ρεζέ και Εντικά, των ανατρεπτικών Κανάρ ενσενέ και χαρα-κιρι. Δυό ιστορικά έντυπα που γεννήθηκαν απο το πνεύμα του γαλλικού Μάη την δεκαετία του 70. Ναι η γραφή μπορεί να γίνει όπλο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Oceanborn Posted December 17, 2011 Share Posted December 17, 2011 Σουρεάλ η κατάσταση ε; Κι όμως τόσο ρεαλιστική ταυτόχρονα. Τη διασκέδασα αρκετά μπορώ να πω. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.