Turambar Posted January 2, 2012 Share Posted January 2, 2012 (edited) Μια ιστοριούλα που έγραψα πρόσφατα. Προειδοποιώ, είναι ατελής και δεν έχω ιδέα αν θα υπάρξει συνέχεια (το #1 στον τίτλο το έβαλα για να είμαι σίγουρος) Όνομα Συγγραφέα: Turambar Είδος: Φαντασία (Μυθολογία) Βία; Ναι Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων: 1085 Αυτοτελής; Ναι (κατά κάποιο τρόπο) Το τέλος του Κόσμου. Ένα απειροελάχιστο ψήγμα γης στη μέση του ωκεανού, πολύ μακριά από το βλέμμα οποιουδήποτε θνητού, ή ακόμη και θεού۬ τόσο μακρινό, που ακόμη και τα πιο τολμηρά θαλασσοπούλια δεν τολμούσαν να απομακρυνθούν τόσο πολύ από την ξηρά, ώστε να το φτάσουν. Ο κορμός ενός νεκρού από καιρό δέντρου μαρτυρούσε ότι ίσως κάποτε να υπήρχε ζωή σ’ αυτόν τον τόπο. Μα όχι πια. Πλέον δεν ήταν παρά ένας βράχος που προεξείχε από το νερό. Σ’ αυτόν τον έρημο, νεκρό τόπο είχε οριστεί να γίνει μια μάχη, η έκβαση της οποίας θα όριζε τη μοίρα ολόκληρου του κόσμου. Οι δύο άντρες βρίσκονταν εκεί για αρκετή ώρα. Χωρίς να μιλούν, χωρίς να κινούνται, απλά κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο, ζυγίζοντας τη δύναμη του αντιπάλου τους. Ο νεότερος από τους δύο με τη βιασύνη που χαρακτηρίζει την ηλικία του έσπασε τη σιωπή: “Λοιπόν, μάλλον έφτασε η ώρα να απαλλαγεί ο κόσμος από την τυραννία σου”. Ήταν ένας ψηλός άντρας με καστανά μαλλιά και όμορφα χαρακτηριστικά πίσωαπό την κοντή του γενειάδα. Ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω και στα χέρια του κρατούσε ένα κοντό σπαθί. “Ακόμη κι αν καταφέρεις να με νικήσεις, γιε μου, τι θα γίνει μετά; Θα με εγκαταλείψεις σ’ αυτό το νησί; Θα μερίξεις στα Τάρταρα; Ότι κι αν κάνεις μην ξεχνάς πως είμαστε κι οι δυο μας αθάνατοι και πως αργά ή γρήγορα οι δρόμοι μας αναπόφευκτα θα ξανασυναντηθούν”. Ο δεύτερος άντρας φορούσε έναν πορφυρό μανδύα- σύμβολο αρχόντων και βασιλιάδων και η μακριά, μαύρη του γενειάδα ανέμιζε στον δυνατό άνεμο. Ήταν φανερά μεγαλύτερος σε ηλικία, παρ’ όλα αυτά δεν φαινόταν να μειονεκτεί καθόλου σε σωματική δύναμη. Στα μάτια του όμως φαινόταν καθαρά το τρομακτικό σημάδι της τρέλας. Κρατούσε μόνο ένα δρεπάνι, στα δικά του χέρια όμως το μικρό αγροτικό εργαλείο έμοιαζε εξίσου θανατηφόρο με οποιδήποτε όπλο. “Δεν είμαι γιος σου!” φώναξε οργισμένος ο νεαρός “Ίσως ο πατέρας μου να ζούσε κάποτε μέσα σε αυτό το σώμα,όμως δεν είσαι εσύ αυτός!” “Μπορείς να προσβάλλεις όσο θέλεις, αλλά αυτό δεν αλλάζει απολύτως τίποτα. Μπορείς να με απαρνηθείς, να πείσεις τον εαυτό σου ότι δεν υπάρχω, στο αίμα σου όμως πάντα θα είσαι ένας Κρονείδης!” Τώρα πια η παράνοια έλαμπε ολοφάνερα στα μάτια του. Και στα μάτια του νεαρού όμως γυάλιζε κάτι εξίσου δυνατό: οργή! “Δεν… Έχω… Πατέρα!” φώναξε και με ένα τρομερό ουρλιαχτό θυμού, πόνου και αγανάκτησης σήκωσε το ξίφος του και έτρεξε προς τον αντίπαλό του. Το πρώτο χτύπημα δεν βρήκε ποτέ το στόχο του. Με ταχύτητα που θα ταίριαζε σε άτομο πολύ μικρότερης ηλικίας ο άντρας με τον πορφυρό χιτώνα απέφυγε το σπαθί του νεαρού και προσπάθησε να τον χτυπήσει με το δρεπάνι του. Ο νεαρός απέφυγε με δυσκολία το χτύπημα και παραλίγο να χάσει την ισορροπία του. Το χτύπημα ακολουθήθηκε από ένα δεύτερο, ένα τρίτο, ένα τέταρτο… Τώρα πια η τρέλα είχε τον απόλυτο έλεγχο της ψυχής και του σώματός του πατέρα του, δίνοντάς του μια όψη σχεδόν δαιμονική. Τελικά ονεαρός παραπάτησε και έπεσε στο έδαφος, νιώθοντας το δέρμα του να σκίζεται στις πέτρες. Με ένα χαιρέκακο παρανοϊκό γέλιο ο άντρας με τον πορφυρό χιτώνα ακούμπησε με τη μύτη του δρεπανιού το λαιμό του νεαρού σκύβοντας από πάνω του. Βλέποντας το τέλος να πλησιάζει ο νεαρός έκλεισε τα μάτια και ευχήθηκε. Ευχήθηκε τίποτε από όλα αυτά να μην είχε συμβεί. Ευχήθηκε να μην είχε φύγει ποτέ από την Κρήτη, να περνούσε όλη του τη ζωή στη σπηλιά της Αμάλθειας με μόνη συντροφιά τους περήφανους Κουρήτες. Ευχήθηκε να είχε γεννηθεί ένας απλός άνθρωπος, ένας θνητός και οι Μοίρες να μην είχαν γι’ αυτόν τόσο μεγαλεπήβολα σχέδια. “Έχασες” είπε ο άντρας με τον πορφυρό μανδύα και ο σαρκασμός ήταν ευδιάκριτος στη φωνή του “αλλά το μαρτύριο σου τώρα αρχίζει, να το ξέρεις. Γιατί προκάλεσες τον κύριο του κόσμου και γι’αυτό σε περιμένει μια μοίρα χειρότερη από το θάνατο! Ο κόσμος νεαρέ μπορεί να πάει μπροστά μόνο αν όλοι γνωρίζουν τη θέση τους. Θα έπρεπε να είσαι ευτυχισμένος απλά και μόνο επειδή είχες καλύτερη τύχη από τα αδέρφια σου…” Ο άντρας συνέχιζε να μιλά, αλλά ο νεαρός δεν άκουγε πια. Στο άκουσμα της λέξης “αδέρφια” ένιωσε κάτι να τον χτυπά δυνατότερα από γροθιά. Πώς μπορούσε να είναι τόσο εγωιστής; Να ευχηθεί να μην είχε γίνει τίποτα, να σβηστούν όλα λες και η μάχη ήταν μονάχα δική του; Σίγουρα, το δικό του χέρι κρατούσε το σπαθί αλλά δεν πολεμούσε μόνο για τον εαυτό του. Πολεμούσε και για τη μητέρα του, που είχε χύσει αμέτρητα δάκρυα στη ζωή της και για τα αδέρφια του που είχαν καταβροχθιστεί από το τέρας που αυτοαποκαλούνταν πατέρας του. Πολεμούσε και για το Χρυσό Γένος των ανθρώπων που τώρα έκανε τα πρώτα του βήματα στις πεδιάδες της Αρκαδίας. Πολεμούσε για να εκθρονίσει έναν τύραννο, όχι για να πάρει απλά τη θέση του, αλλά για να απαλλάξει τον κόσμο από τη σκληρή κυριαρχία του, να τους χαρίσει ένα καλύτερο μέλλον. Συνειδητοποίησε ότι το σπαθί του είχε φύγει από το χέρι του, αλλά δεν το είχε ανάγκη πια Καταβάλλοντας τρομερή δύναμη- δύναμη που δενήξερε ότι είχε, όχι σε τέτοιο βαθμό- τίναξε τα χέρια του πετώντας τον άντρα με τον πορφυρό μανδύα πολλά μέτρα παραπέρα. Περπατώντας με δυσκολία έφτασε από πάνω του και άρχισε να τον χτυπά με τέτοια οργή που, οποιαδήποτε άλλη στιγμή, θα τον τρόμαζε. Τώρα όμως την αποδεχόταν. Κάθε του χτύπημα ήταν και μια μικρή εκδίκηση για κάθε αδικία που είχε διαπράξει. Αίμα γέμιζε πια το δέρμα του άντρα με τη μαύρη γενειάδα, έτσι που σώμα και χιτώνας δεν ξεχώριζαν καν σε μερικά σημεία. Ο νεαρός τον σήκωσε και, μισοαναίσθητος καθώς ήταν, τον ακούμπησε στο δέντρο. Στη συνέχεια κατευθύνθηκε λίγο παραπέρα, στο σημείο όπου είχε αφήσει κάτι πριν τη μάχη. Γύρισε κουβαλώντας βαριές μεταλλικές αλυσίδες. «Αυτές» είπε καθώς τον έδενε στο δέντρο «σφυρηλατήθηκαν στα Τάρταρα από τους μονόφθαλμους Κύκλωπες, και δεν πρόκειται να σπάσουν πριν από το τέλος του Χρόνου» Δεν πήρε απάντηση. Ο άντρας με τον πορφυρό μανδύα κοιτούσε στο άπειρο με ένα μοχθηρό χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του, σαν να μην είχε συνειδητοποιήσει την ήττα του. «Μείνε εδώ λοιπόν ‘κύριε του κόσμου’, ως την αιωνιότητα, και κοίτα με καθώς θα διώχνω τους πιστούς σου Τιτάνες από τον Όρθυ. Μείνε να κοιτάζεις καθώς η εποχή σου τελειώνει.» είπε και μ’ αυτά τα λόγια γύρισε την πλάτη του στον άντρα με τον πορφυρό μανδύα. Θα επέστρεφε στον Όλυμπο. Θα συγκέντρωνε τα αδέλφια του και θα ξεκινούσαν την εκστρατεία τους. Ήταν ήδη πολύ μακριά για να μπορέσει να ακούσει όταν ο άντρας με τον κόκκινο μανδύα και το τρελαμένο βλέμμα άρχισε να γελά… Edited January 2, 2012 by Turambar Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
laas7 Posted January 2, 2012 Share Posted January 2, 2012 Δεν ειναι κακη η ιστορια σου... μου αρεσει σαν ατμοσφαιρα αλλα νομιζω πως οπως ειπες και εσυ θελει δουλιτσα. Η δευτερη προταση παραειναι μεγαλη και σε χαλαει σαν εισαγωγη. Καποια σημεια θελουν καλυτερη στιξη, νομιζω λειπουν κατι κομματα η βρισκονται σε λαθος σημεια. Καποια αρθρα ειναι κολημενα με την επομενη λεξη... γενικα μου αρεσε θα την ηθελα ομως με λιγο μεγαλυτερη περιγραφη και αρα λιγο μεγαλυτερη. Μου αρεσει επισης που παρουσιαζεις την αρχαια ελληνικη θεογονια. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted January 2, 2012 Share Posted January 2, 2012 (edited) Πιστεύω ότι είναι ένα αρκετά δύσκολο εγχείρημα να γράψεις κάτι που έχει ήδη γραφτεί, επειδή η ιστορία είναι εκεί και την ξέρουμε. Δεν μας λες κάτι καινούριο, δεν μας ξαφνιάζεις, αυτό που μπορείς μόνο καταφέρεις είναι να κερδίσεις τις εντυπώσεις με σκηνές μάχης και έντονους διαλόγους. Κάτι που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν βοηθάει και πολύ, επειδή τους χαρακτήρες -στον ρόλο που τους βάζεις να παίξουν- τους γνωρίζουμε. Σκέψου το σαν το remake μιας ταινίας, με καλύτερα εφέ. Πρότασή μου, αν σου αρέσει η αρχαιοελληνική μυθολογία και θέλεις να ασχοληθείς, συγγραφικά, μ' αυτήν: γράψε κάτι καινούριο. Φτιάξε καινούριους θεούς, καινούριους ήρωες, καινούριες περιπέτειες. Αν το κάνεις με σεβασμό και αγάπη, κανένας δεν θα σε κατηγορήσει ότι «αλλοίωσες» τη μυθολογία... Δηλαδή, μην το φοβηθείς. Ένα πολύ ωραίο παράδειγμα είναι αυτό. Και στα της ιστορίας... Μ' άρεσε ο τρόπος που έστησες τη μάχη. Είχε κάτι το κινηματογραφικό, ζωηρές περιγραφές, κίνηση... σαν γινόταν μπροστά μου. Το να έχεις τέτοια παραστατικότητα σε τέτοιου είδους σκηνές είναι πολύ καλό. Χρειάζεται, όμως, να βελτιώσεις τον τρόπο γραφής, κάτι που θα γίνει σιγά-σιγά και με εξάσκηση. Το κείμενο θέλει ακόμη ένα προσεκτικό πέρασμα για να διορθωθούν κάποια λαθάκια, κυρίως στην στίξη. Εκείνο το Κρονείδης δεν μου έκατσε πολύ καλά. Ακούγεται πολύ νεοελληνικό. Ίσως Κρόνιος... ή κάτι τέτοιο. Κατά τα άλλα, διαβάστηκε εύκολα και μου άφησε καλές εντυπώσεις, ως δείγμα γραφής και ανάπτυξης της ιστορίας. Αυτά από μένα. Ελπίζω να μην σε στεναχώρησα με αυτά που είπα. Το έκανα με κάθε καλή πρόθεση. Καλή συνέχεια. Περιμένω τις επόμενες ιστορίες σου. Edited January 2, 2012 by Mesmer Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Turambar Posted January 2, 2012 Author Share Posted January 2, 2012 (edited) Καποια σημεια θελουν καλυτερη στιξη, νομιζω λειπουν κατι κομματα η βρισκονται σε λαθος σημεια. Καποια αρθρα ειναι κολημενα με την επόμενη λέξη. Σημεία στίξης! Ο χειρότερος εφιάλτης μου! Όσο για τις κολλημένες λέξεις, γι' αυτό ευθύνεται το pc μου, το οποίο, καθώς έκανα copy-paste το κείμενο, πήρε πρωτοβουλία και μου κόλλησε μερικές λέξεις. Τις περισσότερες τις διόρθωσα αλλά βλέπω ότι κάποιες μου ξέφυγαν. Ελπίζω να μην σε στεναχώρησα με αυτά που είπα. Εννοείτε πως δεν με στεναχώρησες. Η κριτική είναι εξάλλου το βασικό κίνητρο για να ανεβάσει κανείς ένα κείμενο (εγώ τουλάχιστον). Οπότε ευχαριστώ. Edited January 2, 2012 by Turambar Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Μπόρχες Posted January 3, 2012 Share Posted January 3, 2012 Καλή Χρονιά! Να κάνω κι εγώ τον σχολιασμό μου, μιας και ως θέμα σου έχεις την πολυαγαπημένη μου Ελληνική μυθολογία. Λοιπόν, είναι πάντοτε πολύ δύσκολο να γράψεις μια ιστορία με θέμα γνωστό και σχεδόν εξαντλημένο από κάθε πλευρά. Πρέπει να διαθέτεις τεράστιο συγγραφικό χάρισμα, ώστε να μας ξαναπείς τον μύθο. Σκέψου ότι ακόμη και ο Καζαντζάκης δεν τα κατάφερε και πολύ καλά με την Οδύσσεια του! Τέλος πάντων, στα θετικά πιστώνονται το καλό ύφος σου, αν και πρέπει τα σημεία στίξεως και ο διαχωρισμός των προτάσεων και των παραγράφων να υποστεί επεξεργασία. Επίσης, μού άρεσε η επιλογή του τοπίου(νησιού) της μονομαχίας καθώς και η περιγραφή του. Θεωρώ ότι έχεις καλές ιδέες και η γραφίδα σου πολλά περιθώρια βελτίωσης. Σ' ευχαριστώ. Να' σαι καλά! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.