Jump to content

κοκτέηλ


Rikochet

Recommended Posts

Το πρώτο πράγμα που βλέπω ξυπνώντας είναι τα πόδια μου. Το καλσόν έχει σκιστεί στο μεγάλο δάχτυλο. Το μπλέ βερνίκι έχει αρχίσει να ξεθωριάζει. Παραμέριζω ένα χέρι απ'την κοιλιά μου και σηκώνομαι. Κάνω ένα βήμα τρίβοντας τα μάτια μου και ρίχνω ένα πλαστικό ποτήρι γεμάτο με τζίν, βότκα, κάτι ασπριδερό τελος πάντων που χύνεται και αρχίζει να ποτίζει το στρώμα. Σκύβω να το μαζέψω, αλλάζω γνώμη, το αφήνω στη θέση του, φοράω τα παπούτσια μου και πάω στην τουαλέτα. Το πάτωμα είναι υγρό, γλιστράω, στηρίζομαι στον τοίχο. Το χείλος της λεκάνης γυαλίζει με τα κάτουρα που συγκεντρώνονταν και αναμειγνύονταν εκεί όλη τη νύχτα. Κάθομαι στα γόνατα μου, με προσοχή να μην ακουμπήσω το χείλος. Τα μπούτια μου ανατριχιάζουν απ'το κρύο, νιώθω καούρες στο στομάχι, οι γάμπες μου παθαίνουν κράμπα απ'την άβολη στάση.

 

Βγαίνοντας πετυχαίνω έναν τύπο που κάθεται οκλαδόν δίπλα στις σκάλες, με την πλάτη στον τοίχο, που με κοιτάζει και λέει Σε ψάχνει ο δικός σου. Από χτές.

Τον ρωτάω τι ώρα είναι. Μου λέει πρωί. Τον ρωτάω πού είναι ο Μιχάλης. Μου λέει στην ταράτσα.

Ανεβαίνω τις σκάλες σιγά-σιγά. Σε κάθε όροφο βλέπω κόσμο που προσπαθεί να συνέλθει από χτές, κόσμο που δεν μπορεί να συνέλθει από χτές, κόσμο που δεν θέλει να συνέλθει από χτές.

 

Στο δωμάτιο που οδηγεί στην ταράτσα κάποιοι χορεύουν ακόμα. Ο ένας κάτι μου θυμίζει. Τζίβες, μύες, σκισμένο τζιν, χορεύει με τις ελάχιστες δυνατές κινήσεις για να αντέξει κανά δύωρο ακόμα. Τον αναγνωρίζω, χτες είχε στριμώξει μια τύπισσα στη γωνία και τη σάλιωνε. Εκείνη φαινόταν αηδιασμένη. Δεν είδα ποτέ την κατάληξη.

Τον πλησιάζω και τον κλωτσάω στο καλάμι, ελπίζοντας να σπάσει. Τον πλησιάζω και του ρίχνω μια κουτουλιά. Τον πλησιάζω και του τραβάω μια γονατιά στ'αρχίδια.

 

Τον προσπερνάω κοιτώντας τον με το χειρότερο μου βλέμμα αλλά φυσικά δεν παίρνει χαμπάρι.

 

Στην ταράτσα με τυφλώνει ο ήλιος. Οι καούρες δυναμώνουν, μου σκάει ένας αδιανόητος πονοκέφαλος. Νιώθω τα κόκκαλα μου λαστιχένια. Στο απέναντι κτίριο: ένας τεράστιος πίνακας με κάποια σκισμένη διαφήμιση, αγνώριστη πλέον. Μου θυμίζει το σχολείο. Εστιάζω εκεί, φαντάζομαι μια γιγάντια, γελοία ΚΑΛΗΜΕΡΑ γραμμένη με κιμωλία για να μην δώ το Μιχάλη, που στηρίζεται και καλά άνετος στο κάγκελο, με αυτό το θλιμμένο ύφος που κάποτε μου φαινόταν μυστηριώδες τουλάχιστον, τώρα απλά κακομοίρικο. Είναι μαυροντυμένος και γεμάτος άσπρες τρίχες, μάλλον κοιμήθηκε παρέα με το σκυλί. Αναρωτιέμαι αν η δικιά μου παρέα στο στρώμα ήταν καλύτερη. Τον πλησιάζω. Πού ήσουν; με ρωτάει.

Πού ήμουν πότε;

Όλη νύχτα λέει και ακούω το γνωστό παράπονο στη φωνή του.

Ε ξέρεις, λέω. Με κοιτάει ερωτηματικά. Προφανώς δεν ξέρει.

Ε χόρευα λέω. Μου τα έσκασε λίγο περίεργα μετά και πήγα να ξαπλώσω.

Πού πήγες να ξαπλώσεις; ρωτάει με όλο το δίκιο του αδικημένου. Έψαξα όλη την κατάληψη.

Είχα το πάπλωμα από πάνω λέω.

Σιωπή. Δε μπορώ να το κάνω αυτό πρωινιάτικα. Δε μπορώ να το ξανακάνω οποιαδήποτε ώρα. Εσύ πώς πέρασες; τον ρωτάω, μπας και ακούσω αυτό που θέλω. Με κοιτάει σχεδόν απορημένος. Το κάνω ακόμα πιο σαφές: Είχε πολύ ωραία κοριτσάκια το πάρτυ.

Το στόμα του μισανοίγει. Κλείνει αμέσως, τα χείλη του σφίγγουν, προσπαθεί να χαμογελάσει, προσπαθεί να το παίξει κουλ, άνετος αλλά και σκληρός, το βλέμμα του θέλει να λέει “εγώ δεν θα σπάσω” αλλά η έκφραση του μου θυμίζει κακομαθημένο παιδάκι που δε πήρε αρκετά δώρα τα χριστούγεννα.

Δεν θέλω αυτά τα ωραία κοριτσάκια, λέει τελικά.

Χαμογελάω. Σηκώνω τους ώμους. Κάθομαι δίπλα του, με την πλάτη στο κάγκελο. Βλέπω τα πόδια του να σιγοτρέμουν με την άκρη του ματιού μου. Δεν έχω κοιμηθεί καθόλου λέει.

Μου ξεφεύγει: ούτε εγώ.

Αφού ξάπλωσες λέει και ακούω τη φωνή του να σπάει λίγο. Κάποτε κι αυτό το έβρισκα χαριτωμένο.

Ξανασηκώνομαι, τώρα στεκόμαστε με την πλάτη προς την ταράτσα, κοιτώντας τα κτίρια απέναντι. Νιώθω ότι θέλω να βάλω τα κλάμματα. Γειά σου Αθήνα, λέω. Ο Μιχάλης γέρνει το κεφάλι του στον ώμο μου, αλλά είναι πιο ψηλός, και η κίνηση φαίνεται τόσο στημένη. Ας έκλαιγε τουλάχιστον. Αλλά ούτε αυτό, απλά ανασαίνει βαριά, και αυτό δε το έβρισκα ποτέ χαριτωμένο, απλά με φρίκαρε.

 

Κοιτάζω την Αθήνα και σκέφτομαι τη σκληρότητα και την τρυφερότητα, πώς ένιωθα χτες να μην έχω σώμα καθώς χόρευα, πώς εκείνο το μπητ ήταν το καλύτερο πράγμα του κόσμου εκείνη τη στιγμή, πώς ανατρίχιασα όταν ένιωσα μαλλιά δάχτυλα και μετά χείλη στην πλάτη μου να μου ρουφάνε τον ιδρώτα, πώς δεν ήθελα ποτέ να φύγω απ'το στρώμα -

και μετά σκέφτομαι τα ΚΤΕΛ, ότι πρέπει να φύγω από εδώ, ότι κάτι τέλειωσε χτες – πολλά πράγματα τέλειωσαν χτές – φαντασιώνομαι μια άλλη πόλη, με περισσότερη δροσιά, λιγότερες χημείες και πιο ήσυχα βράδια, έχω αρκετά λεφτά; έχω, θα φύγω για λίγο, ίσως πολύ, κάτι τέλειωσε -

 

Περνάω τα δάχτυλα μου μέσα απ'τα μαλλιά του Μιχάλη για τελευταία φορά, και του λέω Όλα θα πάνε καλά, παρόλο που δεν το πιστεύω, παρόλο που δεν με νοιάζει.

Link to comment
Share on other sites

Γροθιά μεγάλη. Το μεταμοντέρνο γράψιμο δείχνει τη μεγάλη δυναμική του.

Γροθιά στην κλασσική λογοτεχνία, ακόμα και στη μοντέρνα μόνο και μόνο με το παρακάτω παράδειγμα:

"Τον ρωτάω τι ώρα είναι. Μου λέει πρωί. Τον ρωτάω πού είναι ο Μιχάλης. Μου λέει στην ταράτσα."

Εδώ επίτηδες δεν προσπαθεί να αλλάξει ο συγγραφέας την επανάληψη του απλών ρημάτων "ρωτάω" και "λέει", με αποτέλεσμα να έχουμε μια ακόμα πιο έντονη πρόταση.

 

Το θεαματικό για μένα όλη της ιστορίας;

Ότι μέσα από σκηνές κι ένα περιβάλλον που λες ότι δύσκολα θα ζούσες, αν όχι ποτέ, ξαφνικά σε κάνει ο συγγραφέας να αισθάνεσαι κάτι τόσο οικείο που λες, fuck μιλάει και για μένα. Σου έριξε τις άμυνες και αναγκαστικά είσαι αντιμέτωπος με την πραγματικότητα. Κακέ Ρίκο! :glare:

Edited by Διγέλαδος
Link to comment
Share on other sites

Μου άρεσε πολύ! Μπράβο σου. Όλη αυτή η αίσθηση της παρακμής αποτυπώθηκε με πολύ ωραίο τρόπο στο γραπτό σου. Μου άρεσαν οι διάλογοι και πολύ περισσότερο οι μορφασμοί και οι σκέψεις τους.

Link to comment
Share on other sites

Πραγματικά πολύ καλό.

 

Μόνο η διατύπωση

Κοιτάζω την Αθήνα και σκέφτομαι τη σκληρότητα και την τρυφερότητα
λειτούργησε κάπως προσγειωτικά, σαν εκτός κλίματος, για μένα, αλλά μετά ξαναπήρε αμέσως τα πάνω του.

Καλή χρονιάdrinks.gif

 

έντιτ: μάλλον η φράση αυτή μου φάνηκε πολύ αφαιρετική μέσα σε ένα κείμενο που χτίζει την ατμόσφαιρά του εστιάζοντας στη χειροπιαστή λεπτομέρεια.

Edited by Μάρβιν ΑΑΠ
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..