Jump to content

Ο Προορισμός


Μίχελος

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα:Στέφανος Παπασταύρου.

Είδος: τρόμος

Βία; Ναι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:1500

Αυτοτελής; Ναι

Αρχείο: Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ.doc

 

 

Ο Προορισμός

 

 

Έτρεχαν στο διάδρομο τρομαγμένοι. Ένας άντρας τους κυνηγούσε. Το πρόσωπό του ήταν γεμάτο ρυτίδες, από τις οποίες έτρεχε αίμα. Η μύτη του ήταν τόσο μεγάλη που, κανονικά, θα έπρεπε να προκαλεί γέλιο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, κάτι τέτοιο δεν ίσχυε ούτε στο ελάχιστο. Τα χέρια του δεν ήταν ενωμένα με το υπόλοιπο σώμα. Αιωρούνταν, λίγα μόνο εκατοστά από το σημείο όπου βρίσκονταν οι ώμοι. Και, σαν σε πετυχημένο ταχυδακτυλουργικό κόλπο, το ένα από αυτά κρατούσε ένα μάτι. Ήταν το δικό του μάτι, το οποίο είχε ξεκολλήσει από το βαθούλωμα στο δεξί πάνω μέρος του κεφαλιού, αφήνοντας πίσω του κάτι μπλε και κόκκινα πραγματάκια που έμοιαζαν με καλώδια.

 

Η πόρτα βρισκόταν στο τέλος του διαδρόμου. Το μόνο που έπρεπε να κάνουν ήταν να προλάβουν να την ανοίξουν. Μετά, όλα θα γίνονταν όπως πριν. Έτσι πίστευαν. Οι πιθανότητες, όμως, δεν ήταν με το μέρος τους. Ο άντρας τούς είχε σχεδόν φτάσει. Άνοιξε το στόμα του και μια γλώσσα τινάχτηκε προς το μέρος τους.

 

Ακούστηκε ένας πυροβολισμός.

 

Και τέσσερα ουρλιαχτά.

 

 

 

 

 

ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΝΩΡΙΤΕΡΑ

 

 

Ο Σαμ Έβανς βρισκόταν στο δωμάτιό του και έφτιαχνε τη βαλίτσα του. Είχε περάσει ένα καθόλου ευχάριστο σχολικό πρώτο τρίμηνο, γεμάτο τεστ, διαγωνίσματα, ασκήσεις και πολύωρα διαβάσματα και το μόνο που ήθελε ήταν να μπορέσει επιτέλους να ξεκουραστεί. Όταν οι γονείς του τού ανακοίνωσαν ότι θα πήγαιναν για τις διακοπές των Χριστουγέννων σε ένα χωριό πεντακόσια χιλιόμετρα από εκεί, ο Σαμ είχε θυμώσει. Περίμενε πώς και πώς να τελειώσουν τα σχολεία, έτσι ώστε να κάτσει στο σπίτι του και να απολαύσει τις διακοπές του. Τα όνειρά του ανατράπηκαν από μία απλή φράση: «Θα πάμε στο Κέιρντσφιλντ, ένα χωριό της βόρειας Μασαχουσέτης, την άλλη βδομάδα». Τελικά, δέχτηκε να πάει μαζί τους –όχι πως είχε κι άλλη επιλογή. Καθόταν, λοιπόν, στο κρεβάτι του και έβαζε στη βαλίτσα τα ρούχα που θα έπαιρνε μαζί του. Είχε επιλέξει βαμβακερά ρούχα –«χοντρά» συνήθιζε να τα αποκαλεί-, έτσι ώστε το τσουχτερό κρύο που θα επικρατούσε στο Κέιρντσφιλντ να μην κατάφερνε να τον διαπεράσει. Αν ήξερε βέβαια τι επρόκειτο να του συμβεί, δε θα ανησυχούσε τόσο πολύ για το κρύο.

 

Σε δυο ώρες όλα ήταν έτοιμα και τα τέσσερα μέλη της οικογένειας Έβανς (ο μπαμπάς Έβανς- Τζον-, η μαμά Έβανς- Κριστίν-, ο Σαμ και ο μικρός αδερφός του ο Μπιλ) αναχώρησαν από το σπίτι στο οποίο είχαν περάσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους.

 

Το ταξίδι ήταν βαρετό και το παλιό Φορντ του Τζον δε βοηθούσε καθόλου την κατάσταση. Είχε μόνο ραδιόφωνο, χωρίς καμία υποδοχή για CD, και η θέρμανση ήταν για τα πανηγύρια. Ο Σαμ, όμως, είχε προνοήσει και είχε αγοράσει μια καινούρια φορητή κονσόλα παιχνιδιών κι έτσι έπαιζε σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, αφήνοντας τους άλλους να κοιμούνται τον ύπνο του εαυτού τους.

 

Πέντε ώρες διήρκεσε αυτό το βαρετό (για τον Σαμ αρκετά διασκεδαστικό) ταξίδι. Χιόνιζε, μόλις έφτασαν στο Κέιρντσφιλντ. Δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά την έκανε τη δουλειά του. Πέρασαν τη μεγάλη πλατεία του χωριού και έφτασαν στο ξενοδοχείο όπου θα έμεναν.

 

Πριν πατήσουν το πόδι τους στο χολ, ο Σαμ έριξε μια ματιά γύρω του. Η πλατεία ήταν άδεια. Τα παγκάκια στις διάφορες πλευρές του χωριού ήταν άδεια. Οι ταβέρνες, που κανονικά θα έπρεπε να σφύζουν από ζωή, ήταν άδειες. Από τις στέγες των σπιτιών δεν έβγαινε καπνός, σημάδι ότι οι κάτοικοι των σπιτιών αυτών δεν είχαν ανάψει τα τζάκια τους. Έκανε όμως τόσο κρύο και το άναμμα του τζακιού ήταν χαρακτηριστικό των χωριών σαν το Κέιρντσφιλντ. Συμπέρασμα: Τα σπίτια ήταν άδεια. Παράξενο, σκέφτηκε ο Σαμ. Πολύ παράξενο.

 

Μπήκαν μέσα στο ξενοδοχείο και ένιωσαν ένα αναζωογονητικό κύμα ζέστης να τους κατακλύζει. Το τζάκι εδώ ήταν αναμμένο. Ένας άντρας βρισκόταν στη ρεσεψιόν. Τους έκανε νόημα να πλησιάσουν.

 

«Καλώς ήλθατε στο ξενοδοχείο μας» του είπε με ένα τεράστιο χαμόγελο χαραγμένο στο πρόσωπό του.

 

«Γεια σας» ανταπέδωσε γλυκά ο Τζον. «Θα θέλαμε ένα δωμάτιο για εμάς τους τέσσερις».

 

«Πόσες μέρες θα μας κρατήσετε συντροφιά;» ρώτησε κοιτάζοντάς τους εξεταστικά ο άντρας.

 

«Τρεις».

 

«Λίγες είναι, αλλά αρκούν» είπε ο άντρας συνεχίζοντας να χαμογελάει. Τι ψεύτικο χαμόγελο, σκέφτηκε ανεπαίσθητα ο Σαμ.

 

«Λίγες; Γιατί λίγες;» ρώτησε παραξενεμένος ο Τζον.

 

«Μα για να δείτε τα αξιοθέατα του χωριού φυσικά» αποκρίθηκε ο άντρας. «Ορίστε το κλειδί. Είστε οι μόνοι μας πελάτες, οπότε θα έχετε την ευκαιρία να μείνετε στο καλύτερο δωμάτιο του ξενοδοχείου μας».

 

Ο Σαμ κοίταξε αστραπιαία τους γονείς του. Και ύστερα τον αδερφό του. Φαίνονταν ευτυχισμένοι. Μα καλά, κανείς τους δεν παρατήρησε ότι αυτό το χωριό είναι έρημο; Και το γεγονός ότι είμαστε οι μόνοι πελάτες του ξενοδοχείου; Δεν τους λέει τίποτα;

 

Ο Τζον πήρε το κλειδί και κατευθύνθηκαν όλοι προς τι σκάλες. Καθώς απομακρύνονταν, ο Σαμ άκουσε τον άντρα να μουρμουρίζει κάτι. Δεν έδωσε σημασία, αλλά αργότερα κατάλαβε ότι αυτό που είχε ακούσει ήταν «…ταιριάζουν απόλυτα. Όλα είναι όπως τότε».

 

Το δωμάτιό τους ήταν όντως υπέροχο. Ένα μεγάλο σαλόνι απλωνόταν μπροστά στην είσοδο, με έναν καναπέ στην άκρη και ένα γυάλινο τραπέζι στο κέντρο του. Η σαραντάρα τηλεόραση ταίριαζε εντυπωσιακά στο τοπίο, αυτό που τους έκανε όμως να μην πιστεύουν στα μάτια τους, ήταν το χριστουγεννιάτικο δέντρο δίπλα από αυτή. Ήταν διακοσμημένο με κάθε λογής στολίδια. Εξωπραγματικά στολίδια, στολίδια μιας άλλης εποχής. Τα φωτάκια που ήταν τοποθετημένα ανάμεσα από αυτά χόρευαν σε έναν παράξενο ρυθμό, μια εναλλαγή δύο χρωμάτων- κόκκινου και μπλε.

 

Ο Σαμ ήταν ο πρώτος που απέστρεψε τα μάτια από αυτό το μαγευτικό, θα έλεγε κανείς, θέαμα. «Πάω να κάνω ένα μπάνιο» είπε. Κανένας δεν του έδωσε σημασία. Κοιτούσαν με δέος το δέντρο, αιχμαλωτισμένοι

 

(από μια παράξενη δύναμη)

 

από την απίστευτη ομορφιά του. Μπήκε στην τουαλέτα και αυτό που είδε –ή μάλλον αυτό που δεν είδε- του έκοψε την ανάσα.

 

«Μαμάααα» ούρλ

 

(όχι, δεν ούρλιαξε από τώρα, θα είχε όσο χρόνο ήθελε για να ουρλιάξει αργότερα)

 

φώναξε μόλις το οξυγόνο κατάφερε να φτάσει και πάλι στους πνεύμονές του. «Μαμά τρέχα, έλα γρήγορα. Γρήγορα».

 

Η Κριστίν όμως δεν άκουγε. Ήταν τόσο συνεπαρμένη από

 

(την παράξενη δύναμη)

 

την ομορφιά του χριστουγεννιάτικου δέντρου που είχε χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα.

 

Ο Σαμ αναγκάστηκε να βγει έξω, να την ταρακουνήσει και τελικά να τη χαστουκίσει –ελαφρά- για να τη συνεφέρει. Τα απλανή πριν από λίγο μάτια της εστίασαν τώρα πάνω του.

 

«Τι έγινε Σαμ;» τον ρώτησε ψύχραιμα ή απλά χωρίς να καταλαβαίνει τίποτα.

 

«Έλα στην τουαλέτα, κάτι παράξενο συμβαίνει με τον καθρέφτη» της απάντησε εκείνος και την οδήγησε μέσα στο «Βασίλειο της Καθαριότητας», όπως είχε ακούσει να αποκαλούν την τουαλέτα δύο παρουσιαστές μιας φτηνιάρικης τηλεοπτικής εκπομπής.

 

Κοίταξαν και οι δύο τον καθρέφτη. Εκείνος, όμως, δεν τους ανταπέδωσε το βλέμμα. Γιατί, σε ολόκληρη την επιφάνειά του, ήταν καλυμμένος με μια θολούρα, ένα διαφανές άσπρο χρώμα, λες και πριν από λίγο κάποιος είχε κάνει ένα ζεστό μπάνιο εκεί μέσα.

 

Ο Σαμ γύρισε προς τη μεριά της μητέρας του… απλά για να ανακαλύψει ότι είχε εξαφανιστεί. Τότε ήταν που το πρώτο ουρλιαχτό βγήκε από το στόμα του και πλημμύρισε το δωμάτιο. Διακόπηκε σχεδόν αμέσως, χωρίς να προλάβει να ολοκληρώσει τη μελωδία της αόρατης παρτιτούρας που βρισκόταν στο εσωτερικό του λαιμού του Σαμ. Το φταίξιμο, βέβαια, δεν ήταν δικό του. Εκείνη η καταραμένη βρύση που άνοιξε μόνη της, γεμίζοντας το εσωτερικό της μπανιέρας με ένα κόκκινο υγρό έφταιγε. Μα καλά, είναι δυνατόν να είναι τόσο κακιά, αναρωτήθηκε το ουρλιαχτό, που να θέλει να μου καταστρέψει το σόλο μου;

 

Τα μάτια του Σαμ τεντώθηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις, με το στόμα του να προσπαθεί να τα μιμηθεί. Η θολούρα του καθρέφτη άρχισε να υποχωρεί, μόνο όσο χρειαζόταν για να σχηματιστούν δύο λέξεις: ΕΙΣΤΕ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΜΕΝΟΙ. Η μπανιέρα γέμισε, η βρύση δεν έκλεισε, το κόκκινο υγρό απλώθηκε στο πάτωμα, τα πόδια του Σαμ άρχισαν να τρέμουν, το κόκκινο υγρό τα πλησίασε, η πόρτα πίσω του έκλεισε με βρόντο, τα χέρια του Σαμ ακούμπησαν το πόμολο

 

(ήταν κρύο, έρημο, μοναχικό, όπως και όλο το υπόλοιπο χωριό)

 

την ίδια στιγμή που η καρδιά του χτυπούσε τόσο δυνατά λες και είχε βαρεθεί αυτό το σώμα και ήθελε να βγει και να πάει σε κάποιο άλλο. Το πόμολο γύρισε, τα χέρια του Σαμ όμως δεν είχαν κάνει τίποτα, εκείνα το είχαν απλά ακουμπήσει, σιγά μην τολμούσαν να το γυρίσουν κιόλας, η πόρτα άνοιξε, σπρώχνοντας τον Σαμ και αναγκάζοντάς τον να πατήσει το κόκκινο υγρό, το οποίο έτρεχε πλέον με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Ο Σαμ γλίστρησε κι έπεσε κάτω, λερώνοντας τα καινούρια του ρούχα που ήταν

 

(«χοντρά»)

 

βαμβακερά για να μην κρυώνει. Την έβαψα, σκέφτηκε. Μόλις ανακαλύψει η μητέρα μου ότι λέρωσα τα καινούρια μου ρούχα

 

(μα η μητέρα σου είναι στο σαλόνι και κοιτάζει το χριστουγεννιάτικο δέντρο μαζί με την υπόλοιπη οικογένειά σου, πιστεύεις ότι δίνει δεκάρα ακόμα και για το αν ζεις ή αν πέθανες;)

 

θα… Δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει τη σκέψη του, γιατί μπαίνει στο δωμάτιο ο αδερφός του ο Μπιλ. Κρατάει ένα στολίδι, μια μικρή μαύρη μπάλα με τη μύτη ενός μαχαιριού να εξέχει στο πάνω μέρος της. Το πρόσωπό του είναι σκοτεινό και οι κόγχες των ματιών του μαύρες. Σηκώνει το χέρι με το οποίο κρατάει την μπάλα και το κατεβάζει με δύναμη, θέλοντας να πετύχει την καρδιά του Σαμ.

 

 

 

Ο δεκάχρονος Στηβ κλείνει την τηλεόραση και πηγαίνει τρέχοντας στο δωμάτιό του. Φοβάται πολύ τα θρίλερ.

 

 

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Μόλις τελείωσα να διαβάζω την ιστορία έμεινα να κοιτάζω αποσβολωμένος την οθόνη του υπολογιστή μου για περίπου ένα λεπτό. Μου άρεσε αρκετά, συγχαρητήρια.

Link to comment
Share on other sites

Νομιζω ειχα διαβασει απο εσενα την ιστορια με τα σκουληκια ε;

Ειναι πιο προσφατο αυτο το κομματι;

Προοδευεις. :)

Η ατμοσφαιρα ειναι τρομακτικη και οι περιγραφες και το στησιμο πολυ καλυτερα.

Θελει νομιζω κι αλλη δουλιτσα... π.χ. στην αρχη εκει που αναφερεις τα μπλε και κοκκινα πραγματακια απο την αδεια κογχη του ανδρα... θα ηταν καλυτερο να λες π.χ. κομματια απο αρτηριες και φλεβες (που ειναι κοκκινες και μπλε και νομιζω αυτα εννοουσες εξ αρχης) επεφταν πισω του.

Καποιες φρασεις θα μπορουσαν να ειναι πολυ πιο περιποιημενες. Και επισης ενω το κειμενο εχει πολυ ζουμι (και ο τροπος που το τελειωνεις ειναι φοβερος! Μου αρεσε πολυ!) μου φαινονται καπως ασυνδετα τα δυο κομματια μεταξυ τους. Θα ηθελα καλυτερη συνδεση και το ενα να συμπληρωνει το αλλο. Τα κομματια του παζλ που δεν βρισκουμε στο ενα να ενωνονται με τα κομματια του δευτερου.

Και ο τιτλος ειναι ωραιος! :)

Link to comment
Share on other sites

Εμένα δεν μου άρεσε καθόλου το κλείσιμο, τέτοια τρικ τα θεωρώ κλέψιμο κατά κάποιον τρόπο. Μου αφήνουν μια δυσάρεστη αίσθηση ότι εξαπατήθηκα, αφού περιμένω τη λογική εξέλιξη κάθε ιστορίας (αρχή, μέση, κορύφωση/κλείσιμο) και μένω κάπου στη μέση να αναρωτιέμαι γιατί ο συγγραφέας δεν έκανε τον κόπο να βρει μια πλοκή.

 

Ξεκινάς πολύ φλύαρα, κόψε κάτι από τα πήγαινε-έλα, αυτοκίνητο, ρούχα, ταξίδι, κονσόλα, τι προσφέρουν όλα αυτά στο κείμενο;

 

Νομίζω ότι τα βαμβακερά ρούχα είναι ελαφριά, όχι χοντρά. Τα φοράμε το καλοκαίρι (π.χ. το μακό είναι βαμβακερό - το μακό είναι το ύφασμα του κλασσικού T-shirt). Το λέω επειδή το τονίζεις μέσα στο κείμενο. (Διορθώστε με αν κάνω λάθος :hmm:).

 

Κάτι πήγες να κάνεις εκεί με το δέντρο και τον τύπο της αρχής, αλλά το παράτησες (όπως όλα τα άλλα).

 

Οι κραυγαλέες ανωμαλίες που κανείς άλλος δεν προσέχει εκτός από τον ήρωα εννοείται ότι είναι αστείες και ανακουφίστηκα που αναφέρθηκες σε αυτές ως τυπικό στοιχείο στα θρίλλερ. Αλλά και πάλι, αφού δεν διάλεξες ξεκάθαρα να γράψεις παρωδία αλλά κάτι ενδιάμεσο, αναποφάσιστο, δεν λειτουργεί καθόλου καλά αυτή η αναφορά.

 

Χιόνιζε, μόλις έφτασαν στο Κέιρντσφιλντ. Δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά την έκανε τη δουλειά του.

Τι έκανε τη δουλειά του; Το χιόνι; Εννοείς ότι έκανε κρύο; Δεν φαίνεται πολύ καλά τι θες να πεις εδώ.

 

 

Για τη γραφή σου: προσπαθείς πολύ. Κατά συνέπεια, με άσχημα αποτελέσματα. Κάτι περιγραφές είναι υπερβολικές και μοιάζουν τόσο ψεύτικες που κάνουν το αντίθετο από αυτό που προορίζονταν: με πετάνε έξω από το κείμενο. Αντί να δω την εικόνα που θες, βλέπω κάτι γκροτέσκο, κάτι που με αποσπά από τη ροή των γεγονότων, σε μια προσπάθεια να φανταστώ την "παρτιτούρα που βρισκόταν στο εσωτερικό του λαιμού του Σαμ", για παράδειγμα. Σαν να προσπαθείς, εκβιαστικά, να χωρέσεις όλα τα κόλπα και τις υπερβολές αγαπημένων σου συγγραφέων σε ένα κείμενο.

 

Θα χαρώ να διαβάσω κάτι δικό σου, δικό σου όμως, να έχεις χαλαρώσει και να πεις μια ιστορία.

Link to comment
Share on other sites

Εχεμ... φοβαμαι πως αν ακουσει εμενα και εσενα Κασσανδρα το παιδι θα τρελαθει!:tease: Εχουμε εντελως αντιθετες αποψεις! Ειναι η δευτερη φορα που στο ιδιο κειμενο λεμε ακριβως τα αντιθετα! :hmm:

Edited by laas7
Link to comment
Share on other sites

Εντάξει μωρέ, αυτά συμβαίνουν. Όταν μαζεύεις γνώμες καλό είναι να προετοιμάζεσαι και για λίγο βραχυκύκλωμα. ;-)

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..