Jump to content

Εύα


Alucard

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Alucard (Ηλίας T.)

Είδος: Μυθοπλασία, σύγχρονη

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: 1935

Αυτοτελής; Ναι

 

 

Εύα.doc

 

Εύα

 

‘Εύα!’, φώναξε ο Δημήτρης και ανακάθισε μπλεγμένος στα μουσκεμένα από τον ιδρώτα σεντόνια του. Καμία απάντηση. Ήταν μόνος στο μικρό του δωμάτιο, μόνος με τους εφιάλτες του. Ακόμα και τα όνειρα τον απαρνιόταν πλέον. Και όμως, την είχε νιώσει εδώ, δίπλα του, πλάι του, όπως παλιά. Πόσο θα ήθελε να ήταν αλήθεια…Δεν ήταν όμως και το ήξερε. Εκνευρισμένος, έριξε μια ματιά στους φωσφοριζέ δείκτες του ξυπνητηριού του: 4.37 τα ξημερώματα. ‘Υπέροχα’, σκέφτηκε ξεφυσώντας. ‘Σε δύο ώρες πρέπει να σηκωθώ να για πάω στη δουλειά.’ Δούλευε σε ένα κατάστημα με κινητά τηλέφωνα, για το βασικό μισθό και μισά ένσημα. Υπό άλλες συνθήκες, θα θεωρούσε τον εαυτό του τυχερό. Όχι τώρα όμως. Τώρα, μούσκεμα στον ιδρώτα και με την ανάμνηση εκείνης να καίει σαν πυρωμένο σίδερο το μυαλό του, δεν ένιωθε τίποτα. Ούτε θυμό, ούτε θλίψη, ούτε τίποτα. Ένιωθε κενός. Άδειος. Ένα κορμί χωρίς θέληση, χωρίς σκοπό.

Συνειδητοποιώντας πως και να ξάπλωνε πάλι, ο Μορφέας δε θα του έκανε το χατίρι να τον επισκεφτεί ξανά, σηκώθηκε, έβαλε νερό και δυο κουταλιές καφέ στην καφετιέρα και μπήκε στο μπάνιο για ένα ντους. Άφησε το ζεστό νερό να τρέξει άφθονο στο σώμα του, με την ελπίδα να τον ανακουφίσει, να παρασύρει στο διάβα του τις αναμνήσεις. Το μυαλό του όμως επέστρεφε συνέχεια σε εκείνη, στην Εύα. Τη δική του Εύα. Έντονες εικόνες τον κατέκλεισαν, εικόνες από αυτό εδώ το μπάνιο. Το κορμί της να γυαλίζει από το νερό, τη μύτη της πασαλειμμένη με σαπουνάδες, τα μακριά της μαλλιά να ακουμπάνε το στήθος του ανατριχιάζοντας τον. Ένας μικρός αναστεναγμός ξέφυγε από τα χείλη του και ταυτόχρονα η σφιγμένη του γροθιά χτυπούσε τα μπλε πλακάκια του τοίχου. ‘Όχι’, ψιθύρισε, ‘δεν θα κλάψω’. Τους πρώτους δυο μήνες έκλεγε συνέχεια, κρατώντας σφιχτά στην αγκαλιά του την φωτογραφία από την ορκωμοσία της. Ήταν τόσο όμορφη εκείνη τη μέρα. Τότε ήλπιζε πως θα την έβλεπε τόσο λαμπερή και χαρούμενη και την ημέρα του γάμου τους. Τώρα…Το ξυπνητήρι τον επανάφερε στην πραγματικότητα. Είχε κοιμηθεί μέσα στη μπανιέρα με το νερό να τρέχει εδώ και ώρα χλιαρό. Φόρεσε το αγαπημένο του γαλάζιο μπουρνούζι, ήπιε τον καφέ του και ντύθηκε για να αντιμετωπίσει άλλη μια βαρετή μέρα περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που παραπονιούνταν πως ο τελευταίος λογαριασμός του κινητού τους ήταν αδικαιολόγητα φουσκωμένος.

Μετά από περίπου δέκα ώρες δουλειάς -είχε κάτσει λιγάκι παραπάνω για να βοηθήσει το Γιάννη να τακτοποιήσει κάτι νέες παραγγελίες- γύρισε στο σπίτι του. Εκεί όπου παλιότερα τον υποδεχόταν με ένα τρυφερό φιλί η Εύα, τώρα τον περίμεναν δύο άδεια κουτιά πίτσας, τρία βιβλία με σελιδοδείκτες σφηνωμένους μέσα τους και μια μικρή, αλλά αρκετά βρώμικη, στοίβα με άπλυτα πιάτα. Η ζωή μπορεί να γίνει πολύ σκληρή τελικά και ο Δημήτρης το είχε μάθει με τον χειρότερο τρόπο. Η μελωδία του ‘Fear of the Dark’ γέμισε ξαφνικά το σαλόνι και ανάγκασε τον Δημήτρη να ψάχνει στις έξι τσέπες του δερμάτινού του για το κινητό. ‘Πρέπει να αλλάξω ringtone’, σκέφτηκε με μια υποψία χαμόγελου να κοσμεί τα χείλη του. ‘Είμαι πολύ μεγάλος για να έχω στο κινητό μου τους Iron Maiden’. Πριν προλάβουν να ακουστούν οι στίχοι, πάτησε το μεσαίο κουμπί, λέγοντας ταυτόχρονα:

‘Έλα ρε Μιχάλη. Έχεις βάλει κάμερες; Μόλις μπήκα στο σπίτι.’

‘Ναι, ρε μαλάκα, για να βλέπω τους γυμνασμένους σου κοιλιακούς όταν βγαίνεις από το μπάνιο’, απάντησε με χαρούμενο ύφος ο φίλος του. Ήταν φίλοι από το γυμνάσιο και η σχέση τους ήταν αναμφίβολα η μακροβιότερη και για τους δύο. Και η πιο επιτυχημένη επίσης.

‘Μόνο να με βλέπεις θέλεις ή κάνεις και τίποτα άλλο ταυτόχρονα;’, τον ρώτησε στον ίδιο τόνο ο Δημήτρης. Ένιωθε όμορφα που μιλούσε με τον Μιχάλη. Τον αγαπούσε περισσότερο και από τον ίδιο του τον αδελφό. Τους τελευταίους μήνες δεν βλεπόντουσαν και πολύ συχνά, κυρίως εξαιτίας του Δημήτρη και της ψυχολογικής του κατάστασης μετά από αυτό που συνέβη με την Εύα.

‘Ωχ ρε φίλε, με αναγούλιασες τώρα.’, του απάντησε ο Δημήτρης και αμέσως ξέσπασαν και οι δύο σε γέλια, ένας ήχος που είχε καιρό να ακουστεί σε αυτό το σπίτι.

‘Σοβαρά τώρα, πήρα να δω τι κάνεις, πώς είσαι’, είπε με πιο χαμηλή φωνή ο Μιχάλης, λες και δεν ήθελε να ταράξει τον κολλητό του.

‘Καλά είμαι, αδελφέ’, απάντησε αμέσως ο Δημήτρης, μισώντας τον εαυτό του για το ψέμα που ξεστόμισε. Ήταν η απάντηση που έδινε σε όλους, όμως το να λέει ψέματα στον Μιχάλη ήταν σαν να κατάπινε ένα κομμάτι γυαλί που ξέσκιζε το λαιμό του. ‘Λίγο κουρασμένος, αλλά κατά τα άλλα, εντάξει. Εσύ, πως πάει το μαγαζί; Η Κατερίνα;’

‘Όλα τέλεια, κανένα παράπονο!’ είπε με την χαρακτηριστική του αισιοδοξία ο φίλος του. ‘Δε μου λες, πότε έχεις ρεπό;’

‘Αύριο. Γιατί;’, ρώτησε με μια μικρή δόση περιέργειας ο Δημήτρης.

‘Υπέροχα! Λοιπόν, αύριο έρχεται η ξαδέλφη της Κατερίνας από την Σπάρτη και σκεφτόμασταν να βγούμε έξω, τετράδα, ξέρεις.’, φώναξε σχεδόν μέσα στο ακουστικό του Δημήτρη ο φίλος του.

‘Ρε συ, συγνώμη, αλλά να…’, ξεκίνησε άτολμα ο Δημήτρης. ‘Έλεγα να κάτσω μέσα.’

‘Δημήτρη, πέρασαν έξι μήνες.’, του απάντησε απλά ο Μιχάλης, λες και μπορούσε να διαβάσει τις ενδόμυχες σκέψεις του κολλητού του.

‘Πέντε μήνες και είκοσι μέρες’, τον διόρθωσε ο Δημήτρης και ένιωσε να ξυπνάει από έναν βαθύ λήθαργο. Κάτι περισσότερο από μισό χρόνο. ‘Πόσο ακόμα;’, άκουσε μια φωνή να λέει μέσα του. ‘Αρκετά έκλαψες. Θα την αγαπάς για πάντα. Αυτό κανείς δεν μπορεί να στο πάρει. Θα είναι για πάντα η Εύα σου’, συνέχισε να τον καλοπιάνει η άγνωστη φωνή. Όχι, όχι άγνωστη. Την αναγνώρισε. Ήταν η φωνή του είναι του. Της καρδιάς και του μυαλού του. Η φωνή του παρόντος που εδώ και μήνες είχε υποχωρήσει κάτω από τα ουρλιαχτά του παρελθόντος. Μέχρι σήμερα. Μέχρι τώρα.

‘Έ, αδελφέ, μου το έκλεισες; Δημήτρη;’, άκουσε αχνά από το κινητό του.

‘Έλα ρε, σόρυ, αφαιρέθηκα. Εδώ είμαι’, του απάντησε με μια υπόνοια ελπίδας στη φωνή του.

‘Δε σου λέω να κοιμηθείς μαζί της ή τίποτα τέτοιο, οκέι; Σε ξέρω χρόνια και γνωρίζω πολύ καλά πως ένιωθες για την Εύα. Απλώς σου προτείνω να βγεις έξω μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι και μια ελεύθερη αιθέρια ύπαρξη.’, είπε σε συγκαταβατικό τόνο ο Μιχάλης.

‘Ακόμα νιώθω έτσι’, σκέφτηκε ο Δημήτρης. Στο μικρόφωνό του τηλεφώνου του όμως είπε: ‘Εντάξει, φίλε! Με έπεισες. Κατά τις δέκα στο γνωστό;’

‘Ναι, φίλε μου, μια χαρά. Τα λέμε εκεί, έτσι;’, απάντησε εμφανώς ανακουφισμένος ο Μιχάλης.

‘Ναι ρε, τα λέμε αύριο.’, είπε και έκλεισε το κινητό του.

Το υπόλοιπο της ημέρας του το πέρασε όπως συνήθως: από την τηλεόραση στον υπολογιστή και πάλι από την αρχή. Σκέφτηκε να διαβάσει ένα από τα βιβλία που κείτονταν μισοτελειωμένα στο τραπεζάκι αλλά βαρέθηκε. Δεν θα το απολάμβανε. Ένιωθε μουδιασμένος, λες και ξυπνούσε από νάρκωση. Μετά από καιρό, άρχισε να συνειδητοποιεί και να συμφιλιώνεται με την κατάσταση. Ήξερε πως θα του έπαιρνε καιρό, αλλά…το πρώτο βήμα είχε γίνει. Χάρη στο Μιχάλη, τον αδελφό του.

Το βράδυ του πέρασε ήσυχα, χωρίς εφιάλτες. Η μορφή της Εύας δεν τον επισκέφτηκε για πρώτη φορά εδώ και έξι σχεδόν μήνες. Το πρωί ένιωθε τύψεις γι’ αυτό. Λες και εκείνη είχε καταλάβει την αλλαγή που άρχισε να συντελείται μέσα του και θέλησε με αυτόν τον τρόπο να του το δείξει. Και πάλι όμορφες αναμνήσεις κατέκλυσαν το νου του, σαν να του φώναζαν, ‘Μην την ξεχάσεις!’. Τα μακριά της δάχτυλα να χαϊδεύουν ερεθιστικά το λαιμό του, τα χείλη της να κλείνουν παθιασμένα πάνω στα δικά του, το γυμνό της κορμί να λικνίζεται αργά από πάνω του…

‘Όχι!’, φώναξε άγρια, πιο πολύ στον εαυτό του παρά στο άδειο διαμέρισμα. ‘Δε θα την ξεχάσω ποτέ. Την αγαπώ ακόμα. Αλλά θα ζήσω τη ζωή μου. Θα τη ζήσω.’

Λίγο μετά τις δέκα το βράδυ, ο Δημήτρης άνοιγε την πόρτα του ‘Blue Rose’ του μπαρ που σύχναζαν με τον Μιχάλη τα τελευταία επτά χρόνια.

‘Δημήτρη!’, άκουσε μια γυναικεία φωνή να τον καλεί. Δεν ήταν η Εύα, όπως ήλπιζε για μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου. Ήταν η Κατερίνα, η αρραβωνιαστικιά του Μιχάλη. Καστανόξανθη με μελιά μάτια και χυμώδες κορμί, η Κατερίνα ήταν μια γυναίκα που σίγουρα δεν περνούσε απαρατήρητη. Φορούσε μια στενή, κοντή δερμάτινη φούστα και ένα απλό μαύρο T-shirt με στάμπα ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Πλησίασε προς το μέρος της και τη φίλησε στο μάγουλο.

‘Γεια σου, Δημήτρη!’, του είπε με την ελαφρώς βραχνή φωνή της. ‘Καιρό έχουμε να τα πούμε. Να σε γνωρίσω στην ξαδέλφη μου, την Ελένη.’

‘Χαίρω πολύ, Δημήτρη!’, άκουσε μια σαγηνευτική φωνή να του λέει.

‘Και εγώ το ίδιο’, απάντησε αυτός ενώ τα μάτια του καρφώθηκαν για λίγο στα δικά της, λαμπερά πράσινα, προτού κατηφορίσουν και προς τα κάτω. ‘Αιθέρια ύπαρξη όντως, φίλε Μιχάλη’, σκέφτηκε. ‘Πολύ όμορφα γονίδια έχει αυτή η οικογένεια.’

Αμέσως στο μυαλό του έζησε για πολλοστή φορά, τη μέρα που γνώρισε την Εύα. Θυμόταν τα ρούχα της, πώς είχε πιασμένα τα μαλλιά της, το μεθυστικό της άρωμα. Θυμόταν ακόμα και την ηλίθια ατάκα που της είπε όταν του συστήθηκε: ‘Ελπίζω εσύ να έχεις αφαλό.’. Ευτυχώς, είχε γελάσει με το ηλίθιό του αστείο.

‘Πού είσαι ρε φίλε, χρόνια και ζαμάνια!’, του είπε ο Μιχάλης και τον χτύπησε ελαφρά στον ώμο, επαναφέροντας τον για ακόμα μια φορά στο παρόν.

‘Εδώ, φίλε. Εδώ.’, του απάντησε απλά ο Δημήτρης, ρίχνοντας μια πλάγια ματιά προς την Ελένη. Πόσο πιο εύκολο του ήταν να λέει την αλήθεια στο φίλο του.

Μιάμιση ώρα και τέσσερις μπύρες αργότερα, ο Δημήτρης σχεδόν άγγιζε την γλώσσα του στο αυτί της Ελένης, συζητώντας για διάφορα, άσχετα μεταξύ τους θέματα ‘Επειδή έχει πολύ φασαρία’, είπε στον εαυτό του και στην ίδια. Κανένας από τους δύο δεν φάνηκε να το πιστεύει αλλά και πάλι, κανείς δεν έφερε αντίδραση.

‘Δε μου λες, θέλεις να πάμε κάπου πιο ήσυχα;’, τη ρώτησε ξαφνικά ο Δημήτρης. Αμέσως σκέφτηκε πως βιάστηκε. Στο κάτω κάτω, είχε πολύ καιρό να φλερτάρει μια κοπέλα.

‘Ναι, γιατί όχι;’, του απάντησε η Ελένη εκπλήσσοντας τον. ‘Μισό λεπτό μόνο να πάω μια στιγμή στο μπάνιο.’

‘Ναι. Ναι, βέβαια’, είπε αμέσως αυτός. ‘Στο βάθος αριστερά.’

Ενώ την κοιτούσε να ανοίγει δρόμο ανάμεσα στους θαμώνες, αυτή γύρισε και του χαμογέλασε. ‘Α ρε, Μιχάλη, την άλλη φορά κερνάω εγώ.’, μονολόγησε χαμηλόφωνα, ενώ ένα τεράστιο χαμόγελο κόντευε να σκίσει το πρόσωπό του στα δύο. Ο Μιχάλης και η Κατερίνα ήταν απορροφημένοι ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. ‘Θα τους στείλω μήνυμα αργότερα’, είπε από μέσα του. ‘Ας μην τους διακόψω τώρα.’

Ξαφνικά ένιωσε έναν αγκώνα να τον χτυπάει άτσαλα στα πλευρά. ‘Έι, πρόσεχε λίγο, μεγάλ…’, ξεκίνησε να λέει αλλά πάγωσε. Ήταν η Εύα. Η Εύα του. Ήταν εκεί και άνοιγε την ξύλινη πόρτα του μπαρ για να φύγει. ‘Εύα!’, φώναξε. ‘Εύα, περίμενε!’. Εκείνη όμως δεν φάνηκε να τον αντιλαμβάνεται. Βγήκε έξω και πέρασε χωρίς να κοιτάξει στο απέναντι πεζοδρόμιο. Ο Δημήτρης ήταν πέντε μέτρα πιο πίσω, φωνάζοντας και ξαναφωνάζοντας το όνομά της. ‘Εύα!’

Ένας διαπεραστικός ήχος, τον έκανε να κοιτάξει αριστερά του. Το μόνο που πρόλαβε να δει, ήταν μια κόκκινη θολούρα που ερχόταν με ταχύτητα κατά πάνω του. Μετά, τα πάντα θόλωσαν. Έπεσε με φόρα στο οδόστρωμα, νιώθοντας το κορμί του να σπάει σε πολλά σημεία. Δεν μπορούσε να δει καθαρά, όλα ήταν τυλιγμένα στις σκιές, λες και παρακολουθούσε ταινία τρόμου σε παλιά, ασπρόμαυρη τηλεόραση. Ξαφνικά την είδε. Ερχόταν προς το μέρος του, λουσμένη στο πιο λευκό φως που είχε δει ποτέ.

‘Εύ…’, προσπάθησε να πει, αλλά το στόμα του γέμισε με αίμα. Το δικό του αίμα.

‘Σςςςς’, του είπε εκείνη απαλά, ακουμπώντας τα δάχτυλά της στα ματωμένα του χείλη. ‘Μη μιλάς, αγάπη μου. Εδώ είμαι.’

‘Εύα’, κατάφερε να πει ψιθυριστά, ενώ τον τύλιγε το σκοτάδι. Πλέον έβλεπε μονάχα εκείνη. Την Εύα του. ‘Σ’ αγαπώ…’

Η Εύα χαμογέλασε, και το λευκό φως τον τύλιξε, τυφλώνοντας τον. Ήξερε ότι πέθαινε και όμως δεν ένιωθε τίποτα. Ούτε πόνο, ούτε φόβο, τίποτα. Μονάχα αγαλλίαση. ‘Και εγώ σε αγαπώ, αγάπη μου. Τώρα και για πάντα’.

‘Μόνο για πάντα;’, κατόρθωσε να ψελλίσει ο Δημήτρης και ένα υπέροχο χαμόγελο σχηματίστηκε στο βρώμικο πρόσωπό του.

Edited by Alucard
Link to comment
Share on other sites

Πολύ όμορφο διήγημα, συμβολικό και με βαθιά νοήματα για αυτούς που θέλουν και μπορούν να τα καταλάβουν. Συνήθως η ευτυχία και η δυστυχία μας είναι δίπλα μας αρκεί να μπορούμε να την διακρίνουμε και πάντα ένας αληθινός φίλος μπορεί να μας βοηθήσει σε αυτό.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Α, χαίρομαι που πόσταρες σχεδόν αμέσως κι άλλη ιστορία. Αυτό θα πει γρήγορο πιστόλι! :D

 

Αν εξαιρέσεις μερικά μικρολαθάκια (απαρνιόταν-απαρνιούνταν και διάσπαρτα κάποια διπλά σημεία στίξης στους διαλόγους) η ιστορία κυλάει πολύ όμορφα, δίνοντας πολύ ρεαλιστικά την ιστορία του πρωταγωνιστή. Το μόνο που μπορώ να πω ότι με χάλασε ήταν το τέλος. Ακόμα κι αυτό όμως οφείλεται στο ρεαλιστικό κλίμα που έχεις καταφέρει να χτίσει, τόσο που αυτό το κλείσιμο με 'προσγείωσε' απότομα, μια και μου υπενθύμισε ότι διάβαζα μια φανταστική ιστορία κι όχι μια πραγματική.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Σας ευχαριστώ και τους δυο σας που διαβάσατε την Εύα και ακόμα περισσότερο που σας άρεσε! :thumbsup:

Έλενα, αυτό για το τέλος μου το έχουν πει πολλοί φίλοι μου, κάποιοι με έβρισαν κιόλας, αλλά έτσι το σκέφτηκα! Τι να κάνουμε; Και πάλι ευχαριστώ! Όσο για τα σημεία στίξης, θα το ξανακοιτάξω και ελπίζω να τα διορθώσω.

 

Α, η Εύα είναι η πρώτη μου ιστορία και είμαι πιο συναισθηματικά δεμένος από όσο με τις άλλες!

Link to comment
Share on other sites

Έλενα, αυτό για το τέλος μου το έχουν πει πολλοί φίλοι μου, κάποιοι με έβρισαν κιόλας, αλλά έτσι το σκέφτηκα! Τι να κάνουμε;

 

Για κάποιον που δεν πιστεύει πάντα στα happy endings και είναι συμφιλιωμένος με τον θάνατο, το τέλος της ιστορίας είναι σίγουρα μια ρεαλιστική πιθανότητα. Η στάση του Δημήτρη απέναντι στην ζωή και τα συναισθήματα του καθώς και η επιφανειακή αδιαφορία της Εύας σκιαγραφούν με ακρίβεια την μάστιγα της σύγχρονης εποχής. Το δυστύχημα υπενθυμίζει στους ανθρώπους να είναι ειλικρινείς, αλτρουιστές και να μην χρονοτριβούν. Για μια στιγμή τους ξυπνάει από τον λήθαργο ότι είναι "αιώνιοι" με τον πιο σκληρό τρόπο. Αυτόν της απώλειας.

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..