Stathius12 Posted February 23, 2013 Share Posted February 23, 2013 (edited) Παιδιά είμαι καινούριος εδώ και δεν ξέρω γενικά πως γίνονται τα πράγματα. Αυτή είναι μια ιστορία μικρού μήκους που έγραψα. Αν τη διαβάσετε και σας αρέσει, αφήστε ενα σχόλιο. Παρακάτω στα σχόλια, είναι η ιστορία για όσους δε μπορούν να ανοίξουν το αρχείο. Ευχαριστώ!! Στάθης Μπαλτούμας Συγγραφέας: Στάθης Μπλατούμας Είδος: Ηρωική φαντασία Σεξ: Λίγο Βία: Ναι Η ιστορία ειναι αυτοτελής Ελπίζω να σας αρέσει.! ΣΙΓΗ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ Ο Σάλανταρ ο πονηρός κοίταξε στο διάδρομο μπροστά του. Ένας δαυλός στο τοίχο έριχνε το λιγοστό φώς στις κρύες μαρμάρινες πλάκες του πατώματος. Αυτοί οι διάδρομοι είχαν να περπατηθούν για δεκάδες χρόνια πριν τις περάσει η όμορφη φυγάδα που καταδίωκε ο Σάλανταρ. Ο τρόμος είχε φωλιάσει στη ψυχή του και όχι λόγω της φυσικής του δειλίας απέναντι στα πανάρχαια κτίσματα των ξωτικών και των ξένων για αυτόν πολιτισμών, αλλά για τις φήμες πως κάτι σκοτεινό και υπερφυσικό σερνόταν σε αυτούς τους διαδρόμους. Ο ίδιος είχε αποκοπεί από τη συμμορία του, όταν, ύστερα από την επιδρομή στον κατακλυσμό ενός καραβανιού μέσα στη βαριά χειμωνιάτικη νύχτα, κυνηγούσε μια νεαρή κοπέλα που είχε ξεφύγει και είχε βρει καταφύγιο στα αρχαία χαλάσματα ενός ξωτικίσιου οικοδομήματος. Είχε απομακρυνθεί από τους συντρόφους του, αλλά η ιδέα ενός ζεστού γυναικείου κορμιού, τον έκανε να αδιαφορεί για το πόσο μακριά θα πήγαινε. Την είχε ακολουθήσει, μα η γυναίκα είχε προηγηθεί και είχε ξεφύγει από τον ληστή. Τώρα βρισκόταν μόνος στα σκοτεινά δρομάκια του αρχαίου κτηρίου. Ο Σάλανταρ ήταν νευρώδης, με γυμνασμένη πλάτη και στενή μέση. Το πρόσωπο του ήταν άγριο και σκαμμένο από μια ζωή γεμάτη σκληρότητα και μίσος. Είχε μαύρα μακριά μαλλιά και πυκνά γένια. Φορούσε δερμάτινο παντελόνι, μπότες από μαλακό δέρμα ελαφιού και σκούρο πράσινο πουκάμισο. Μια ζώνη στη μέση του συγκρατούσε ένα μεταλλικό θηκάρι στο οποίο αναπαυόταν ένα μακρύ ατσάλινο μαχαίρι. Στα μυώδη χέρια του κρατούσε με εμπειρία μια μακριά ξύλινη λόγχη, στην άκρη της οποίας μια ατσαλένια λάμα γυάλιζε στο κιτρινωπό φώς του πυρσού. ‘’Τι διαβολική μαγεία είναι αυτή; Πώς μπορεί ένας δαυλός να καίει τόσο καιρό; Ανάθεμα το γύναιο. Δεν έπρεπε να το ακολουθήσω μέσα εδώ. Αλλά θα τη βρω, και τότε θα εύχεται να μην είχε γεννηθεί ποτέ.’’ Σκέφτηκε ο ληστής. Προχώρησε λίγα βήματα προσπαθώντας να διακρίνει κάτι στο πηχτό σκοτάδι. Οι μόνοι ήχοι που ακουγόταν ήταν αυτός των βημάτων του Σάλανταρ και το αθώο τρίξιμο της φλόγας. Ο κλέφτης σταμάτησε ξαφνικά και αφουγκράστηκε χρησιμοποιώντας την πολύχρονη εμπειρία το ως φυγάς του αυτοκρατορικού στρατού. Ο ήχος αδύναμων βημάτων έφτασε στα αυτιά του και αυτός το ερμήνευσε ως το βάδισμα της κοπέλας. Η πηγή του θορύβου ήταν κάπου μπροστά, κάπου πέρα από το αδιαπέραστο σκοτάδι. Ο Σάλανταρ τράβηξε τον δαυλό από τον τοίχο και τον κράτησε στο αριστερό του χέρι. Με το δεξί κρατούσε σταθερά το δόρυ έτοιμος να καρφώσει με θανατηφόρα ταχύτητα οποιονδήποτε ή οτιδήποτε εμφανιζόταν μπροστά του. Συνέχισε να προχωρά μέσα στο σκοτεινό διάδρομο όταν άκουσε ένα βογγητό ίσια μπροστά του, λίγο πιο μακριά από την ακτίνα όρασης που του χάριζε το φώς του δαυλού. Προχώρησε ένα βήμα και τέντωσε το δαυλό προσπαθώντας να διακρίνει κάτι μέσα στο μαύρο. Ξαφνικά μέσα από το σκοτάδι ξεπρόβαλλε μια φιγούρα. Τα μάτια του Σάλανταρ γούρλωσαν από τον φόβο. Η γυναίκα ήταν μπροστά του. Ήταν καλυμμένη με αίμα και της έλειπε ο μισός κορμός. Το ένα χέρι απλωνόταν ικετευτικά προς το μέρος του Σάλανταρ ενώ το άλλο της έλειπε. Οι ξανθιές μπούκλες της ήταν βαμμένες κόκκινες και από το σώμα της κρεμόταν τα εντόσθια της. Αφήνοντας πίσω της ένα ρυάκι από αίμα παραπατούσε προς το μέρος ενώ τα χείλη της ανοιγόκλειναν σα να προσπαθούσαν να πουν κάτι. Ο Σάλανταρ ένιωσε το στομάχι του να κλωτσά τον λαιμό του. Πισωπάτησε αργά χωρίς να καταφέρει να κρατήσει το βλέμμα του μακριά από την κοπέλα. Εντελώς απροσδόκητα, με μια αστραπιαία κίνηση, κάτι μαύρο τινάχτηκε από το σκοτάδι και άρπαξε το ματωμένο κρανίο της γυναίκας, τραβώντας την έξω από την ακτίνα φωτός του δαυλού. Ο Σάλανταρ, λευκός σαν το πανί, νιώθοντας ανυπέρβλητη φρίκη, άρχισε να τρέχει μέσα στο σκοτάδι, στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτή της γυναίκας. Ο παράνομος άκουσε πίσω του μια κραυγή γεμάτη τρόμο η οποία έσβησε όσο ξαφνικά είχε εμφανιστεί. Αυτή τον έκανε να τρέξει ακόμα πιο γρήγορα, σα να το κυνηγούσε ο ίδιος ο διάβολος. Ξαφνικά το φώς του δαυλού εμφάνισε στην αριστερή μεριά του Σάλανταρ, μια ξύλινη πόρτα. Ο ληστής την έσπρωξε και αυτή αποκάλυψε ένα δωμάτιο, στο οποίο βρισκόταν κρεμασμένα από την οροφή δεκάδες πτώματα, των οποίων το δέρμα είχε αφαιρεθεί, άλλων εντελώς και άλλων, λωρίδες σάρκας κρεμόταν από σημείο που είχαν αποκοπεί. Οι σκοτεινές γητείες που είχαν υφανθεί στις αραχνιασμένες αίθουσες και κρατούσαν τα ξωτικά ζωντανά αμέτρητους αιώνες δεν επέτρεπαν στην ίδια τους τη σάρκα να σαπίσει. Τα σώματα θυμάτων που είχαν πεθάνει εκατοντάδες χρόνια πριν από τα νύχια δαιμόνων που τα ίδια τα ξωτικά κάλεσαν με την αλαζονεία τους από τις ακατανόμαστες πύλες της κολάσεως. Εκείνος, γεμάτος αισθήματα ανύποπτου φόβου, έκλεισε την πόρτα με δύναμη και βγήκε στο διάδρομο. Άφησε κάτω τον δαυλό και κοίταξε προς τη μεριά που είχε εγκαταλείψει την κατακρεουργημένη γυναίκα. Το σκοτάδι κάλυπτε τα πάντα. Ήταν απελπισμένος και τρομοκρατημένος όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή του. Τα μάτια του είχαν αντικρίσει πανάρχαια μυστικά ανήλιαγης φρίκης, που εδώ και αμέτρητους αιώνες δεν είχαν αντικρίσει μάτια θνητού. Παρόλο το φόβο του ήξερε πως δεν υπήρχε σωτηρία γι’ αυτόν από τον εφιάλτη που ζούσε. Οι προοπτικές ήταν δυσοίωνες και εξίσου καταστροφικές. Είτε θα πέθαινε σαν την άτυχη κοπέλα, σφαγμένος σα πρόβατο σε πανάρχαιους διαδρόμους, που, έχοντας ξεφύγει το αλησμόνητο πεπρωμένο των πάντων στον κόσμο, δηλαδή την καταστροφή, έστεκαν ακόμα σα τερατώδη φαντάσματα σε έναν αυτοκαταστροφικό κόσμο, είτε θα πέθαινε σαν άνδρας, με το αίμα του αντιπάλου στα χέρια του και το δικό του στο ψυχρό πάτωμα. Όπως αξίζει να πεθάνει ένας άνδρας. Ήξερε πως το να ξεφύγει ήταν κάτι το απίθανο, όπως, όμως, ήταν και το να νικήσει τον δαίμονα. Θα επεδίωκε να προκαλέσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ζημιά στον προσωποποιημένο τρόμο. Είχε ζήσει όλη του τη ζωή σαν άνδρας. Πώς ήταν δυνατόν να δειλιάσει, καθώς ο θάνατος είχε τυλίξει το βαρύ πέπλο του επάνω σε αυτόν; Άθελα του αναμνήσεις γέμισαν το μυαλό του. Από μικρός είχε γνωρίσει τον πόνο και εγκατάλειψη. Οι γονείς του είχαν αλληλοσκοτωθεί μπροστά στα μάτια του. Από μικρός είχε γνωρίσει τον πόνο και την εγκατάλειψη. Οι γονείς του είχαν αλληλοσκοτωθεί μπροστά στα μάτια του. Ο πατέρας του, ένας βυρσοδέψης είχε καρφώσει το μαχαίρι του στο στήθος της γυναίκας του, όταν κατάλαβε πως το φαγητό που του είχε δώσει ήταν ποτισμένο με μια μεγάλη ποσότητα δηλητηρίου. Ο ίδιος πέθανε λίγη ώρα αφού έχυσε το αίμα της συζύγου του. Τα μόνα που είπε στον Σάλανταρ πριν πέσει ήταν τα εξής: ‘’ Να είσαι ανδρείος και να μην δένεσαι με κανέναν. Γιατί αυτός με τον οποίο θα δεθείς θα σου καρφώσει ατσάλι στη πλάτη μόλις συνειδητοποιήσει πως αυτό θα του εξασφαλίσει κάτι.’’ Μετά από αυτό, ο εραστής της μάνας του λεηλάτησε το σπίτι και εξαφανίστηκε. Έπειτα ο νεαρός Σάλανταρ εγκατέλειψε το σπίτι του και ακολούθησε μια ομάδα άλλων παιδιών που ξεκινούσαν για να βρουν τη δόξα και την περιπέτεια. Αντί αυτού βρήκαν το πόνο και ανακάλυψαν τη βρωμιά και την ασχήμια του κόσμου. Είδαν τον πλούσιο να λιώνει τον φτωχό για απλά καπρίτσια των περιστάσεων. Αδερφούς να προδίδουν τους αδερφούς τους για θέματα πλούτου και δόξας. Νομίσματα να πετιούνται και να καλύπτονται στη λάσπη υπό τη προϋπόθεση να μην τα ανακαλύψει και τα να μην τα χρησιμοποιήσει κανένας άλλος. Άνθρωποι να σπαταλούν τροφή όταν κάποιοι άλλοι δεν είχαν φάει για μέρες. Όλα αυτά τους έκαναν να κατανοήσουν ότι δε ζούσαν σε έναν αγγελικά πλασμένο κόσμο, άλλα σε έναν κόσμο δημιουργημένο από τον Θεό, παραχωρημένο στους ανθρώπους για να ζήσουν σε αυτόν με μόνη προϋπόθεση τη πίστη τους σε Αυτόν. Πράγματι ειρωνεία, αφού αυτοί που ισχυριζόταν πως είναι οι άνθρωποί Του, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά αδίστακτοι υποκριτές που κέρδιζαν στο όνομα Του. Βλέποντας όλα αυτά, η παρέα των παιδιών αποφάσισε να μη μοιάσει στους βρομερούς υποκριτές, μα ούτε και σε αυτούς που σερνόταν στη λάσπη ζητώντας ελεημοσύνη και στηρίζοντας τις πιθανότητες επιβίωσης τους στη γενναιοδωρία των άλλων. Όχι. Θα καθόριζαν μόνοι τους η μοίρα τους μέσα από αυτόν τον ετοιμοθάνατο κόσμο. Όμως η μοίρα τους έπαιξε σκληρό παιχνίδι και τους μετέτρεψε σε φυγάδες που σερνόταν στα δάση ενώ ο αυτοκρατορικός στρατός τους ακολουθούσε και τους σκότωνε έναν έναν. Έτσι για να επιζήσουν είχαν αναγκαστεί να γίνουν κλέφτες και εγκληματίες. Σκληροί και απάνθρωποι, σα τον κόσμο που τους περιέβαλλε. Και ανάμεσα τους, ο ίδιος, πιο άγριος και αιμοδιψής από τους άλλους. Ο Σάλανταρ δεν είχε μετανιώσει για την απόφαση του ποτέ στο παρελθόν. Τώρα, αντικρίζοντας το θάνατο, δυσοίωνες σκέψεις γέμισαν τον μυαλό του. Μήπως είχε κάνει λάθος; Εξάλλου ποιοι ήταν αυτοί που θα άλλαζαν τον κόσμο απλά και μόνο επειδή είχαν να ζήσουν με αυτόν τον τρόπο; Αυτός, θέλοντας να εκδικηθεί για όλα όσα του συνέβησαν, είχε γίνει ένα τέρας. Χαμογέλασε ειρωνικά με τις σκέψεις του, γνωρίζοντας πως αν του δινόταν η ευκαιρία, θα έκανε ξανά το ίδιο. Ένας σφυριχτός ήχος από το σκοτάδι έφθασε στα αυτιά του. Άφησε το δαυλό στο έδαφος και κράτησε το δόρυ με τα δύο χέρια. Ήταν πια παρατημένος. Δεν τον ενδιέφερε αν θα πέθαινε ή όχι, αν το να επιζούσε θα του πρόσφερε μια ζωή δυστυχίας. Αδιαφορούσε για τη ζωή του, μα σκεφτόταν με μίσος το πλάσμα που τον καταδίωκε. Ξαφνικά στο χώρο του φωτός εισέβαλλε μια φιγούρα που μονάχα από το πιο σκοτεινό και διεστραμμένο εφιάλτη θα μπορούσε να ξεπηδήσει. Ο κορμός ήταν γεμάτος λέπια και από αυτόν ξεπηδούσαν τέσσερα τεράστια άκρα, από τα οποία προεξείχαν δάχτυλα και τεράστια, κατάμαυρα νύχια, κοφτερά σα ξυράφια. Το πλάσμα ισορροπούσε στα δύο πόδια. Το κεφάλι είχε δυο κατάμαυρα μάτια με κίτρινες κόρες, λεπτές σα της γάτας, που τον κοιτούσαν με διαβολική μανία. Είχε μια σειρά από κοντούς χαυλιόδοντες που προεξείχαν από το στόμα. Το κρανίο του είχε σφηνοειδές σχήμα και, όπως όλο το σώμα, καλυπτόταν από σκουρόχρωμα λέπια. Το πλάσμα άνοιξε τα σαγόνια και ούρλιαξε με μανία, καθώς μια μακριά μωβ γλώσσα τινάχτηκε στον αέρα σκορπώντας σταγόνες ενός φρικτού κίτρινου πολτού, που κάποιος θα μπορούσε να πει πως ήταν τα σάλια του όντος. Το κοίταξε με ένα μελαγχολικό χαμόγελο. ‘’ Ωραία μέρα να πεθάνεις.’’ μονολόγησε. Για μια ακόμα φορά, θυμήθηκε τους γονείς του και τους συντρόφους του. Είχαν επιζήσει μόνοι τους, χωρίς τη βοήθεια και την ελεημοσύνη κανενός σε έναν απάνθρωπο κόσμο. Ξαφνικά το πρόσωπό του έγινε μια μάσκα οργής. Τώρα πια μόνο ο παράνομος κυριαρχούσε στη ψυχολογία του. Αυτός που επιβίωσε, όταν οι άλλοι πέθαναν. Αυτός που έσφαξε αμέτρητους ανθρώπους, για να βγει ζωντανός σε έναν κόσμο που τα πάντα θα μπορούσαν να σου κάνουν κακό και να σε προδώσουν. Έσφιξε τα δόντια και το αγριοκοίταξε. ‘’Έλα μπάσταρδε. Δείξε μου τι έχεις.’’ του βροντοφώναξε γεμίζοντας τη σιωπή στους διαδρόμους με τα λόγια του. Το πλάσμα τον κοίταξε μα δε έκανε καμία κίνηση εναντίον του. Ο Σάλανταρ γέλασε άγρια και με μια αστραπιαία κίνηση, όρμησε στο δαίμονα. Κάρφωσε με όλη του τη δύναμη το δόρυ στο στόμα του κτήνους κάνοντάς το, να βγάλει μια φρικτή, μακρόσυρτη κραυγή. Αίμα πιτσίλισε το στήθος του ληστή βάφοντάς το πουκάμισο του κόκκινο. Με μια πανίσχυρη κίνηση του χεριού του ο δαίμονας εκτόξευσε τον Σάλανταρ στον τοίχο πίσω του. Το χτύπημα δεν προκάλεσε ζημιά στον σκληροτράχηλο ληστή. Έμεινε πεσμένος να κοιτάζει το πλάσμα καθώς αυτό σφάδαζε, ώσπου έμεινε ακίνητο, βάφοντας το σκονισμένο πάτωμα με το αίμα του. Ο Σάλανταρ, το πλησίασε και απέσπασε το δόρυ από τα ματωμένα σαγόνια με τη βία. Το κοίταξε με περιφρόνηση και έφτυσε το κουφάρι. Είχε επιζήσει… Ξαφνικά δεκάδες ήχοι σαν αυτούς που έβγαζε ο δαίμονας γέμισαν τα αυτιά του. Γύρισε το κεφάλι και προσπάθησε να διακρίνει κάτι στο μαύρο πέρα από το φώς του ετοιμοθάνατου δαυλού. Μάτια γυάλιζαν στο σκοτάδι, που τον κοιτούσαν με μίσος. Χαμογέλασε και τράβηξε το μαχαίρι από τη ζώνη. ‘’Όντως ωραία μέρα για να πεθάνεις.’’ είπε. Ύστερα, ένας άγριος βρυχηθμός κάλυψε τους δαιμονικούς ήχους και ο Σάλανταρ έτρεξε καταπάνω τους. Τερατώδης κραυγές και άγριες βλαστημιές γέμισαν τους πανάρχαιους διαδρόμους, ενώ, μετά από αυτό μια ανδρική κραυγή έσπασε τον αχό της μάχης και λίγες στιγμές μετά, το σκοτάδι και η μελωδία της σιωπής κάλυψαν τα χαλάσματα των ξωτικών για τελευταία φορά…. ΣΙΓΗ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ.docx Edited February 24, 2013 by Mesmer Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
abuno Posted February 24, 2013 Share Posted February 24, 2013 Δεν μπορώ να ανοίξω το αρχείο. Αν θέλεις ανέβασέ το σε doc.word ή σε pdf. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Stathius12 Posted February 24, 2013 Author Share Posted February 24, 2013 Δεν μπορώ να ανοίξω το αρχείο. Αν θέλεις ανέβασέ το σε doc.word ή σε pdf. Ωπ, συγνώμη! Το ανέβασα ξανά, σαν κείμενο και όχι το αρχείο. Ευχαριστώ! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
flamandin Posted February 24, 2013 Share Posted February 24, 2013 (edited) Είσαι σίγουρος ότι το ανέβασες ξανά σαν κείμενο;Γιατί βλέπω μόνο το αρχείο docx(που δεν μπορώ να ανοίξω ούτε εγώ με τα XP).Και με την ευκαιρία καλώς όρισες στο φόρουμ. Edited February 24, 2013 by flamandin Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Stathius12 Posted February 24, 2013 Author Share Posted February 24, 2013 Είσαι σίγουρος ότι το ανέβασες ξανά σαν κείμενο;Γιατί βλέπω μόνο το αρχείο docx(που δεν μπορώ να ανοίξω ούτε εγώ με τα XP).Και με την ευκαιρία καλώς όρισες στο φόρουμ. Ευχαριστώ! Και καλώς σας βρήκα.. Βασικά δεν ξέρω για τη σελίδα και τα ποστ τόσα γι' αυτό συγχωρέστε με αν κάνω λάθος. Μου δείχνει οτι η ιστορία έχει γίνει reply στο κείμενο αυτο. Μου δείχνει οτι είναι το δεύτερο σχόλιο σε αυτό το ποστ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Loch Moors Posted February 26, 2013 Share Posted February 26, 2013 Μάλλον διόρθωσες το πρόβλημα που υπήρχε γιατί εγώ μια χαρά το κατέβασα το αρχείο σου Λοιπόοοοον, η ιστορία ξετυλίγεται γύρω από το πρόσωπο ενός πρωταγωνιστή, ο οποίος είναι ουσιαστικά και το μόνο άτομο που συμμετέχει. Παράνομος και αδίστακτος, μπαίνει σ' ένα μέρος, που ψυλλιάζεται ότι είναι περίεργο, για να κυνηγήσει μια γυναίκα. Μια χαρά ως εδώ, αλλά μετά, έχω την αίσθηση ότι δε γίνεται τίποτα άλλο. Τι εννοώ: απ' ότι κατάλαβα στα κτίρια των ξωτικών οι δαίμονες σκοτώνουν όποιον μπαίνει, κι έτσι ούτε ο πρωταγωνιστής ούτε η γυναίκα γλιτώνουν απ' τη τύχη αυτήν. Τι μεσολαβεί όμως μεταξύ της εισόδου του και της κατάληξης; Γιατί αυτή η μεσολάβηση είναι το βασικό στοιχείο του κειμένου (ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι). Το γεγονός που συνδέει την αρχή με το τέλος. Γίνεται μια μάχη. Τα κίνητρα του πρωταγωνιστή όμως παραμένουν θολά, δεν ξέρω αν μπορείς να πεις "ναι, καλά έκανε και το πολέμησε ως το τέλος" ή "ας τον σκότωνε κι ο 1ος δαίμονας, το ίδιο θα ήταν". Μαθαίνουμε κάποια πράγματα για τον εαυτό του, για τον σκληρό κόσμο που μεγάλωσε και έζησε, για το ότι η ζωή του στην πραγματικότητα δεν είχε καμία ευκαιρία, ότι είχε κάποιους συντρόφους με τους οποίους είχε μια κοινή πορεία (αν και απ' ότι κατάλαβα η συντροφικότητα της ομάδας χάθηκε εν τέλει), απλά για να καταλήξουμε στο ότι θα πολεμήσει μόνο και μόνο για να πεθάνει σαν άντρας; Νομίζω πως αυτό αδικεί το υπόβαθρο που έφτιαξες και το πλήθος στοιχείων που μας είπες για τον χαρακτήρα του. Προσωπική μου άποψη πάντα, αλλά σαν πλοκή εμένα αυτό ήταν που με χάλασε περισσότερο. Το κείμενό σου βέβαια είχε και πολύ ωραία σημεία. Οι περιγραφές του έξω κόσμου, ωμού και ρεαλιστικού, που δε χαρίζεται σε κανέναν. Πραγματικά σου αφήνει την αίσθηση της αδικίας. Επειδή τώρα θα σκέφτεσαι "Σα πολύ φόρα δεν πήρες εσύ;" σταματάω, αυτά ήταν τα πιο σημαντικά που μου έμειναν απ' την ανάγνωση. Μπράβο για την προσπάθεια και το απ-λόουντ! Για μερικά πιο πρακτικά θέματα που αφορούν στη ίδια τη γραφή του κειμένου διάβασε - αν δε βαριέσαι - τις σημειώσεις στο παρακάτω αρχείο ΣΙΓΗ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ_ΣουσΑν.pdf Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Stathius12 Posted February 26, 2013 Author Share Posted February 26, 2013 Μάλλον διόρθωσες το πρόβλημα που υπήρχε γιατί εγώ μια χαρά το κατέβασα το αρχείο σου Λοιπόοοοον, η ιστορία ξετυλίγεται γύρω από το πρόσωπο ενός πρωταγωνιστή, ο οποίος είναι ουσιαστικά και το μόνο άτομο που συμμετέχει. Παράνομος και αδίστακτος, μπαίνει σ' ένα μέρος, που ψυλλιάζεται ότι είναι περίεργο, για να κυνηγήσει μια γυναίκα. Μια χαρά ως εδώ, αλλά μετά, έχω την αίσθηση ότι δε γίνεται τίποτα άλλο. Τι εννοώ: απ' ότι κατάλαβα στα κτίρια των ξωτικών οι δαίμονες σκοτώνουν όποιον μπαίνει, κι έτσι ούτε ο πρωταγωνιστής ούτε η γυναίκα γλιτώνουν απ' τη τύχη αυτήν. Τι μεσολαβεί όμως μεταξύ της εισόδου του και της κατάληξης; Γιατί αυτή η μεσολάβηση είναι το βασικό στοιχείο του κειμένου (ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι). Το γεγονός που συνδέει την αρχή με το τέλος. Γίνεται μια μάχη. Τα κίνητρα του πρωταγωνιστή όμως παραμένουν θολά, δεν ξέρω αν μπορείς να πεις "ναι, καλά έκανε και το πολέμησε ως το τέλος" ή "ας τον σκότωνε κι ο 1ος δαίμονας, το ίδιο θα ήταν". Μαθαίνουμε κάποια πράγματα για τον εαυτό του, για τον σκληρό κόσμο που μεγάλωσε και έζησε, για το ότι η ζωή του στην πραγματικότητα δεν είχε καμία ευκαιρία, ότι είχε κάποιους συντρόφους με τους οποίους είχε μια κοινή πορεία (αν και απ' ότι κατάλαβα η συντροφικότητα της ομάδας χάθηκε εν τέλει), απλά για να καταλήξουμε στο ότι θα πολεμήσει μόνο και μόνο για να πεθάνει σαν άντρας; Νομίζω πως αυτό αδικεί το υπόβαθρο που έφτιαξες και το πλήθος στοιχείων που μας είπες για τον χαρακτήρα του. Προσωπική μου άποψη πάντα, αλλά σαν πλοκή εμένα αυτό ήταν που με χάλασε περισσότερο. Το κείμενό σου βέβαια είχε και πολύ ωραία σημεία. Οι περιγραφές του έξω κόσμου, ωμού και ρεαλιστικού, που δε χαρίζεται σε κανέναν. Πραγματικά σου αφήνει την αίσθηση της αδικίας. Επειδή τώρα θα σκέφτεσαι "Σα πολύ φόρα δεν πήρες εσύ;" σταματάω, αυτά ήταν τα πιο σημαντικά που μου έμειναν απ' την ανάγνωση. Μπράβο για την προσπάθεια και το απ-λόουντ! Για μερικά πιο πρακτικά θέματα που αφορούν στη ίδια τη γραφή του κειμένου διάβασε - αν δε βαριέσαι - τις σημειώσεις στο παρακάτω αρχείο Καταρχάς, θέλω να σε ευχαριστήσω για το σχόλιο σου! Ειλικρινά, μου τόνισες κάποια μέρη που πρέπει να δουλέψω περισσότερο για να είναι όσο το δυνατόν η ιστορία καλύτερη.! Θέλω να σε ευχαριστήσω δύο φορές, που έκατσες και έφτιαξες το κείμενο σε μορφή pdf με τις σημειώσεις σου! Ειλικρινά αυτό σημαίνει πολλά για μένα. Τώρα, εκεί που λές οτι δε δίνω καθαρά, το λόγο που πολεμάει, πιστεύω οτι είναι αρκετός λόγος το να θέλει να πολεμήσει για να πεθάνει σαν άνδρας, με το κεφάλι ψηλά και όχι σα φοβισμένη γυναίκα. Παρόλα αυτά, σε ευχαριστώ ξανά!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
flamandin Posted March 5, 2013 Share Posted March 5, 2013 Γεια σου stathius.Διάβασα την ιστορία σου και μου άρεσε αρκετά.Πόσο μάλλον όταν η ηρωική φαντασία είναι το αγαπημένο μου είδος.Η ατμόσφαιρα της ιστορίας σου είναι πετυχημένα σκοτεινή και απειλητική.Αν και δεν είμαι πολύ του υπερβολικού σπλάτερ σίγουρα προσθέτει στην ωμότητα του κόσμου της ιστορίας σου καθιστώντας τον ακόμα πιο απειλητικό.Αλλά υπάρχουν δύο σημεία που με χάλασαν κάπως.Το πρώτο είναι το σημείο με την περιγραφή του ήρωά σου και το δεύτερο το τμήμα που μιλάς για το παρελθόν του.Μου φάνηκαν σαν να μην κολάνε καλά στη υπόλοιπο διήγημα.Στην πρώτη περίπτωση μου φάνηκε σαν να κόπηκε ξαφνικά η ιστορία και ξεκίνησε ένα κατεβατό σχετικά με το πως μοιάζει ο Σάλανταρ,πως είναι τα ρούχα του,τι οπλισμό μεταφέρει και μετά συνέχισες κανονικά με την περιπέτεια.Αλλά περισσότερο ήταν η δεύτερη περίπτωση που δεν μου έκατσε καλά για τον ίδιο λόγο.Ο τρόπος που άρχισες να μιλάς για το παρελθόν του πρωταγωνιστή σου ήταν σαν να διέκοψες την αφήγησή σου και να έβαλες ολόκληρη παράγραφο για να προσπαθήσεις να προσθέσεις λίγο γκρίζο στον χαρακτήρα του.Ότι δεν φταίει αυτός για αυτό που είναι αλλά το σύστημα,κλπ.Έμοιαζε λίγο...ξέρεις...σαν να το γύρισες στην κοινωνική καταγγελία για μία παράγραφο και μετά συνέχισες κανονικά την περιπέτεια.Ίσως αν ήταν μικρότερο αυτό το τμήμα θα δούλευε καλύτερα.Αλλά όταν επικεντρώνεσαι στην δράση και στην ατμόσφαιρα το διήγημα μου αρέσει πολύ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
KELAINO Posted March 6, 2013 Share Posted March 6, 2013 Ποτέ δεν λέω όχι για λίγο ωραίο, γνήσιο σπαθί-και-μαγεία. Προσπερνάω με πολύ δυσκολία το ''να πεθάνει σαν άνδρας, με το κεφάλι ψηλά και όχι σα φοβισμένη γυναίκα'' και πάω στα της ιστορίας, η οποία γενικά μ' άρεσε, αλλά είχε και κάποια θεματάκια. Κατ' αρχάς συμφωνώ με Φλαμαντίν. Οι πληροφορίες θα μπορούσαν να δοθούν διάσπαρτες μέσα στο κείμενο, πριν όμως αρχίσει η δράση. Όσο περιφέρεται στους διαδρόμους δεν συμβαίνουν και πολλά πράγματα, οπότε έχεις όλον τον καιρό να μας πεις τι φοράει, την ιστορία της ζωής του και το αγαπημένο του συγκρότημα βάρδων. Επίσης πολύ καλή ευκαιρία να χτίσεις ατμόσφαιρα σταδιακά αυξανόμενης απειλής. Αλλά από τη στιγμή που βρίσκει την κοπέλα, δεν έχεις καιρό για τέτοια. 'Ο,τι έχτισες, έχτισες, τώρα πρέπει να εστιάσεις στο τι συμβαίνει εκεί και τότε και να μας οδηγήσεις στην κορύφωση, χωρίς άλλα χασομέρια. Για τον ίδιο τον χαρακτήρα, τώρα. Όλα καλά, ενδιαφέρων τύπος, μας νοιάζει η τύχη του και ο λόγος που ακολουθεί την κοπέλα είναι σαφής: έχει συνηθίσει να παίρνει αυτό που θέλει. Ως εκεί με είχες. Αλλά εκείνο το ''να πεθάνει σαν άντρας'' πραγματικά δεν κολλάει. Λογικά, και με την ιστορία που έχει, το πρώτο του μέλημα θα έπρεπε να είναι να βγει ζωντανός από κει μέσα, πάση θυσία. Αν ήθελε έναν ηρωικό θάνατο είχε άπειρες ευκαιρίες στη ζωή του, φαντάζομαι. Θέλω να πω ότι, για κάποιον που επί χρόνια πατάει σε πτώματα για να επιβιώσει, παραιτείται πολύ γρήγορα: ''Παρόλο το φόβο του ήξερε πως δεν υπήρχε σωτηρία γι’ αυτόν από τον εφιάλτη που ζούσε. Οι προοπτικές ήταν δυσοίωνες και εξίσου καταστροφικές.'' Δεν έχει δώσει εντύπωση ανθρώπου που με την πρώτη θα έλεγε ''ωχ αυτό ήταν μάγκες, την κάτσαμε''. Ακόμα κι αν είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται αντιμέτωπος με το υπερφυσικό (είναι; ). Την απόφαση να πεθάνει με το κεφάλι ψηλά μπορεί κάλλιστα να την πάρει στο τέλος, όταν τον έχουν περικυκλώσει και όλα δείχνουν πως τώρα την κάτσαμε, που λέει και το γνωστό ανέκδοτο. Τι θα ήθελα να δω, προσωπικά σαν αναγνώστρια: - Λίγο περισσότερη δυσκολία στη μάχη με το πρώτο τέρας. Έστω ένα τραύμα, μια γρατζουνιά ένα κάτι, σα να βγαίνει υπερβολικά αλώβητος. - Κάποιου είδους εξέλιξη στον ήρωα. Μια συνειδητοποίηση, μια υπέρβαση, μια φλασιά, ένα κάτι. έναν λόγο για τον οποίο συνέβησαν όλα αυτά που συνέβησαν. Δηλαδή, ακολουθεί την κοπέλα, του την πέφτουν οι δαίμονες και αυτό είναι όλο; Κέρδισε κάτι; Έχασε κάτι; Έμαθε κάτι; Δεν ξέρω αν γίνομαι κατανοητή. Τέλος, είσαι σίγουρός για το δόρυ; Με φαίνεται λίγο άβολο για στενούς διαδρόμους και μονομαχίες. Μια λόγχη ίσως να ταίριαζε καλύτερα, ή γιατί όχι ένα παλιό καλό σπαθί; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted March 10, 2013 Share Posted March 10, 2013 Δεν έχω να σου πω κάτι καινούργιο, συμφωνώ με τα παιδιά. Μου αρέσουν αυτές οι περιπέτειε, μόνο που αυτό το κείμενο... δεν ήταν. Πολλές πληροφορίες για τη ζωή του (πιστεύω, πως σε τόσο μικρό κείμενο θα αρκούσαν μια-δυο γραμμές για τη ζωή του) και τελικά τίποτα. Δεν έγινε κάτι στους διαδρόμους, δεν έψαξε, δεν προσπάθησε καν να ξεφύγει. Νομίζω πως κανείς δεν θα τα παράταγε τόσο εύκολα (γιατί τα παράτησε, πραγματικά αυτό έκανε). Για να φτάσει στο σημείο να πει "ας πεθάνω, τουλάχιστον, γενναία", πρέπει να περάσει από μια διεργασία, μια εσωτερική (και εξωτερική, αμέ ) πάλη. Αυτά είχα να σου πω, περιμένω με χαρά το επόμενο μαγόσπαθό σου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Stathius12 Posted March 10, 2013 Author Share Posted March 10, 2013 Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τα σχόλια σας. Η αλήθεια είναι πως θα γράψω ξανά την ιστορία, έχοντας στο νού μου όλα τα σχόλια σας. Σας ευχαριστώ πολύ! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted March 20, 2013 Share Posted March 20, 2013 (edited) Καταρχήν, καλώς τον. Σε δεύτερη φάση, να δηλώσω εξαρχής ότι σχολιάζω χωρίς αν έχω διαβάσει τα σχόλια των προηγούμενων. Οπότε μπορεί να πω κάτι που έχει ήδη ειπωθεί, ή που να το έχεις ήδη εξηγήσει. Μη μου δίνεις σημασία σε αυτό το θέμα, μόλις γράψω την γνώμη μου, θα γυρίσω να δω τι κουβεντιάσατε. Ξεκινάς λίγο στεγνά, αλλά αυτό δεν είναι καθόλου κακό. Αντίθετα, μπαίνεις κατευθείαν στο θέμα σου, λιτά αλλά περιεκτικά. Με ελάχιστες κουβέντες μου φτιάχνεις ατμόσφαιρα κι αυτό μου άρεσε πάρα πολύ. Αν ξέρεις να κάνεις έτσι πυκνή τη γραφή σου, είσαι ήδη σε καλό δρόμο (σε ό,τι αφορά την συγγραφή διηγημάτων, τουλάχιστον). Δυστυχώς δεν συνεχίζεις έτσι καλά. Μόλις αρχίζει ο τρόμος, ξεφεύγεις σε παλαιομοδίτικες εκφράσεις (ανήλιαγος, πανάρχαιος, αλησμόνητος, και λοιπά επίθετα) και λίγο μπαρόκ. Και εκεί που πάει να ξεκινήσει η πραγματική δράση και τρίβω τα χέρια μου, μου πετάς ένα φλας μπακ μιας ολόκληρης σελίδας. Και μετά που εμφανίζεται ο δάιμονας, πάλι μου πετάς τις σκέψεις του Σάλανταρ. Και μετά... τέλειωσε. Έτσι όπως είναι, έχει ασύμμετρη έκταση. Εφόσον μιλάμε για sword and sorcery διήγημα, τότε οι σκέψεις θα πρέπει να κρατάνε λίγο, να υποστηρίζουν το διήγημα και να μην του τρώνε σελίδες ολόκληρες. Έτσι όπως το έχεις τώρα, είναι ένα διήγημα δράσης πέντε σελίδων, εκ των οποίων οι δύο είναι καθαρά σκέψεις και flash back. Είναι άνισο, πώς να το κάνουμε. Κι άδικο γι' αυτό που πρωταρχικά μας κάνει να θέλουμε να το διαβάσουμε. Η γνώμη μου κι η πρότασή μου είναι να μειώσεις κάπως τις σκηνές του παρελθόντος (μπορεί να προσθέτουν βάθος χαρακτήρα στον ήρωά σου, αλλά δεν είναι το άμεσα ζητούμενο εδώ) και να απλώσεις τουλάχιστον στο τριπλάσιο τις σκηνές μάχης. Κοτζάμ δαίμονα και τον ξεπετάς μέσα σε μία και κάτι παραγράφους. Δώσε μας άρτο και θεάματα, damn it! Θέλουμε πάλη σώμα με σώμα! :2handed: Λεπτομέρειες που θα ήθελα να προσέξεις: - Με μπέρδεψε λιγάκι εκείνο το "μικρού μήκους" που είπες στα στοιχεία της ιστορίας. Νόμιζα ότι ήταν σενάριο για ταινία μικρού μήκους και αρχικά το γείωσα λιγάκι. Καλό θα ήταν, αν μπορείς να το αλλάξεις σε "διήγημα" ή "σύντομη ιστορία". - Μάλλον ψειρίζω τα ψειρισμένα, αλλά η περιγραφή του Σάλανταρ θα έπρεπε ίσως να γίνει λίγο πιο νωρίς ή λίγο πιο μετά, ή να μην γίνει και καθόλου. - Όταν ο Σάλανταρ βλέπει τον κορμό της γυναίκας, λες ότι η γυναίκα "παραπατούσε". Αυτό με μπέρδεψε εντελώς. Αν της έλειπε ο μισός κορμός από τη μέση και κάτω, τότε δεν είχε πόδια για να παραπατάει. Θα περίμενα να σέρνεται στο έδαφος, πιθανόν αφήνοντας πίσω της ένα ματωμένο αυλάκι ή κάτι τέτοιο. Σε δεύτερη ανάγνωση, υποψιάστηκα ότι της έλειπε ο μισός κορμός, αριστερά ή δεξιά της σπονδυλικής στήλης. Σε κάθε περίπτωση, νομίζω ότι θα 'πρεπε να το γράψεις λίγο πιο ξεκάθαρα, πχ, ο ώμος και τα δεξιά της πλευρά της έλειπαν (έτσι διατηρεί τα πόδια της για να μπορεί να παραπατάει). Η πιθανότητα βέβαια να μπορεί κάποιος έστω να παραπατάει με ένα τέτοιο τραύμα, καταλαβαίνεις και μόνος σου ότι είναι μηδενική. Οπότε θα πρέπει να δεις και λίγο το θέμα της αληθοφάνειας εδώ. - Ο Σάλανταρ τρέχει να φύγει αλλά σταματάει για ν' ανοίξει μια random πόρτα; Δεν είναι και πολύ πιστευτό. Αν όμως μου πεις ότι τρέχοντας χάθηκε μέσα στα ερείπια (θες τουλάχιστον ακόμη μια παράγραφο γι' αυτό), τότε ναι, να το δεχτώ, ότι έχει αρχίσει ν' ανοίγει πόρτες, γιατί δε βρίσκει άλλη έξοδο προς τα έξω. - Ανείπωτος φόβος. Όχι ανύποπτος φόβος. - Σου ξεφεύγουν κάπου κάποια πράγματα όπως το ότι αφήνει κάτω το δαυλό του και μετά ξαναφήνει κάτω το δαυλό. Εντιτ: τυπογραφικούλια Edited March 20, 2013 by Naroualis Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.