Jump to content

Είδωλο σε σπασμένο καθρέφτη


gismofbi

Recommended Posts

Είδος:  τρόμου

Βία; απειροελάχιστη
Σεξ; Όχι
Αριθμός Λέξεων: 2.215 (χωρίς την εισαγωγή)

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Είναι η συμμετοχή μου για το #70 write off

 

 

   Κλώτσησε με δύναμη μια πέτρα, ταράζοντας την ήρεμη επιφάνεια της λίμνης. Αυτό που του συνέβαινε ήταν αδιανόητο. Είχε εγκλωβιστεί σ’ αυτή την ερημιά και δεν ήξερε πώς να φύγει. Τριγύρω δεν έβλεπε ψυχή· παρά μόνο λόφους, τον άθλιο χωματόδρομο που τον είχε οδηγήσει μέχρι εκεί, και τη λίμνη με το ακανόνιστο σχήμα, που βρισκόταν μπροστά στα πόδια του.

   Όλα έμοιαζαν ήρεμα, αλλά ήταν απόλυτα πεπεισμένος πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Κάτι δεν ταίριαζε στο καθρέφτισμα των λόφων στη λίμνη, στο θρόισμα των δέντρων της απέναντι όχθης, στον ελαφρύ κυματισμό του νερού. Σε μιαν απεγνωσμένη προσπάθεια να καταλάβει τι δεν κολλούσε στο τοπίο, πετροβόλησε τις λεύκες που τον κορόιδευαν από την απέναντι όχθη.

   Η πέτρα φυσικά δε βρήκε το στόχο της, παρά έπεσε μέσα στη λίμνη σχηματίζοντας ομόκεντρους κύκλους ολόγυρά της. Τους παρακολούθησε με το βλέμμα του καθώς ξεμάκραιναν προς την απέναντι όχθη και τότε το είδε. Είδε στην επιφάνεια της λίμνης την αντανάκλαση ενός σπιτιού, χωμένου ανάμεσα στις λεύκες. Το αναζήτησε ανάμεσα στα δέντρα, μα δεν το βρήκε. Υπήρχε η αντανάκλαση, μα δεν υπήρχε το πρωτότυπο.

   «Δεν είναι δυνατό», μονολόγησε και αμφιταλαντεύτηκε· να το εξερευνήσει ή να πάρει τον κακοτράχαλο δρόμο και να προσπαθήσει να φύγει από τούτο το παράξενο μέρος;

   Κοίταξε το ρολόι του. Ήταν οχτώμιση η ώρα και σε λίγο θα νύχτωνε. Δεν ήθελε να τον βρει η νύχτα σε μια τέτοια ερημιά. Πόσο μάλλον σε ένα μέρος που έμοιαζε τόσο περίεργο…

   Αποφάσισε λοιπόν να φύγει. Έπρεπε να φτάσει γρήγορα στον προορισμό του. Τον περίμεναν τα φιλαράκια του για σαββατοκύριακο σε ένα χωριό λίγα χιλιόμετρα πιο βόρεια, στο βουνό. Βέβαια, το κινητό του δεν είχε σήμα για να τους πάρει τηλέφωνο και να τους ενημερώσει σχετικά, γι’ αυτό και έβαλε μπρος τη μοτοσικλέτα του. Ένιωθε πως κάτι τον παρακολουθεί και μέσα του φύτρωνε σαν σπόρος μια αδικαιολόγητη ανησυχία ότι έπρεπε να φύγει γρήγορα από κει. Δεν ήξερε και τον δρόμο και  δεν θα ρίσκαρε να οδηγήσει νύχτα σε άγνωστα και κακοτράχαλα μέρη.

   Έβαλε πρώτη και ξεκίνησε. Η χωμάτινη διαδρομή ήταν δύσκολη, γεμάτη λάσπες και πέτρες αλλά οι οδηγικές ικανότητες του Μιχάλη ήταν εκπληκτικές και έχοντας τη μοτοσικλέτα ως προέκταση του εαυτού του ελισσόταν ανάμεσα στα δέντρα και τα βράχια. Άφησε πίσω του τη λίμνη με τις λεύκες και κατευθύνθηκε βόρεια σε αναζήτηση κάποιας πινακίδας που μαρτυρούσε την ύπαρξη του χωριού των φίλων του. Του είχαν υποσχεθεί ατέλειωτο φαγοπότι με μπύρες και λουκάνικα και προσπαθούσε να σκεφτεί μόνο αυτό και όχι το παράξενο μέρος στο οποίο βρισκόταν ολομόναχος.  Ανέβαινε το βουνό οδηγώντας συνεχώς σε ελικοειδείς ανηφόρες και στροφές σαν πέταλα και αναρωτιόταν πότε θα έβρισκε κάποιο ίχνος φωτός από σπίτι. Η πρόσφυση δεν ήταν και η πιο άριστη και το άγριο έδαφος τον προβλημάτιζε αρκετά.

   Πλέον έγραψε αρκετά χιλιόμετρα και δεν βρήκε κάποιο σημάδι χωριού. Η νύχτα ήδη είχε απλώσει το μαύρο πέπλο της και ο Μιχάλης είχε διαπιστώσει ότι όχι μόνο κάτι τον παρακολουθούσε ανάμεσα από τα δέντρα αλλά και ο χώρος γύρω του φαινόταν γνωστός. Παράξενο! Ο δρόμος ήταν μόνο ένας, χωρίς διασταυρώσεις αλλά αυτός έκανε κύκλους γύρω από τη λίμνη. Σαν να μην τον άφηνε το μέρος να ξεφύγει… Σαν η ίδια η λίμνη να τον κρατούσε εγκλωβισμένο εκεί…

   Μην έχοντας άλλη επιλογή, έσβησε τη μηχανή του και τη στήριξε στην όχθη της λίμνης. Αυτό που παρατήρησε τον άφησε άναυδο. Ούτε αυτός ούτε η μοτοσικλέτα του δεν καθρεφτίζονταν στην επιφάνεια. Δεν είχαν είδωλο! Το μοναδικό πράγμα που καθρεφτιζόταν εκεί ήταν εκείνο το ανατριχιαστικό σπίτι. Και τώρα έβλεπε από ένα παράθυρο να τον κοιτάζει μια ξανθιά κοπέλα με γαλακτένιο δέρμα. Κοίταξε φοβισμένος γύρω του. Δεν υπήρχε πουθενά. Τι συνέβαινε εκεί πέρα; Είχε αρχίσει να τρομοκρατείται στα αλήθεια. Είχε στρέψει την προσοχή του στην αναζήτηση του σπιτιού και δεν πρόσεξε ποτέ εκείνο το υδάτινο χέρι που ξεπρόβαλε σιγανά και αθόρυβα από το νερό της λίμνης πίσω του και πλησίαζε προς το μέρος του…

 

*****

 

   «Ρε παιδιά, ο Μιχάλης γιατί έχει αργήσει τόσο;» είπε ο Αργύρης που έτρωγε τα νύχια του από την αγωνία. «Έπρεπε να ήταν ήδη εδώ».

   «Δεν πήρε κανένα τηλέφωνο;» ρώτησε ο Στάθης.

   «Γιατί υπάρχει σήμα σε αυτά τα κατσάβραχα;»

   «Λες να έπαθε τίποτα με τη μηχανή; Βράδυ είναι. Και ο δρόμος δύσκολος».

   «Χτύπα ξύλο ρε».

   «Πάμε να ψάξουμε με το τζιπ;» ρώτησε ο Νικήτας. «Αργύρη, έλα εσύ. Στάθη, εσύ πρόσεχε τη φωτιά, μην αρπάξουν τα κρέατα και καούμε εδώ μέσα. Θα έρθουμε σε λίγο».

   Οι δύο άντρες έκλεισαν την πόρτα και πήγαν προς το αυτοκίνητο. Άνοιξαν την πόρτα και μπήκαν μέσα.

   «Το πιστεύεις αυτό;» ρώτησε ο Αργύρης.

   Ο Νικήτας σχεδόν τον κεραυνοβόλησε με το βλέμμα του.

   «Τι; Ότι χάθηκε; Όχι. Ότι έπεσε με τη μηχανή; Όχι, ο Μιχάλης είναι πιλότος».

   «Τότε;»

   «Κοίτα, φίλε, μη με πεις προκατειλημμένο αλλά υπάρχουν κάποιες δοξασίες για το βουνό εδώ».

   Ο Αργύρης γέλασε.

   «Τι; Ότι είναι στοιχειωμένο;»

   «Μην κοροϊδεύεις, ισχύει. Απλά ελπίζω να είναι καλά. Δεν έπρεπε να έρθει εδώ μόνος του. Δοκίμασε να τον πάρεις τηλέφωνο».

   Ο Αργύρης επιχείρησε κάμποσες φορές να τον καλέσει αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η γνωστή γυναικεία μαγνητοφωνημένη φωνή έλεγε ότι η κλήση προωθείται. Αποφάσισαν να εστιάσουν την προσοχή τους στο δρόμο μήπως βρουν κάποιο ίχνος του φίλου τους.

   Εκεί μέσα στη νύχτα, το χλωμό φεγγαρόφως διέγραφε το βουνό, αυτόν τον απόκοσμο όγκο που σαν ψίθυρος στη νύχτα ξεπερνούσε τη ροή του χρόνου και κατέληγε σαν κραυγή παράνοιας. Οι θρύλοι γι’ αυτό το μέρος ήταν ποικίλοι, σε σημείο που οι δοξασίες πλησίαζαν το πλαίσιο της πραγματικότητας. Ο μύθος, το μυστήριο και η αλήθεια βάδιζαν μαζί και χάνονταν στα παράξενα στενά του παραλογισμού. Στις ημιφωτισμένες πλαγιές, τις απρόσωπες πέτρες και τα μονοπάτια του βουνού υπήρχε κάτι που έμοιαζε σαν να μην κοιμάται σε ένα σιωπηλό και ατάραχο όνειρο αλλά σαν να ζει και να πλανιέται όπως η πνοή του ανέμου ή η δεσμίδα φωτός στα δαιδαλώδη μονοπάτια των αβυσσαλέων βαθών του βουνού. 

   Έφτασαν στον παραλίμνιο δρόμο που ήταν στενός και γεμάτος σηκωμένες ρίζες από λεύκες και πλατάνια που έκαναν τα λάστιχα του αυτοκινήτου να ταλαντεύονται.  Έβλεπαν τη λίμνη στο βάθος και την αντανάκλαση του φεγγαριού πάνω της. Ο αέρας από τα ανοιχτά παράθυρα έσκουζε σαν πληγωμένο ζώο και μια γλυκιά μυρωδιά μούχλας και σαπισμένων από την υγρασία φύλλων τρυπούσε τα ρουθούνια των δύο αντρών.

   Ο ελάχιστος φωτισμός έκανε το μέρος να μοιάζει λες και είχε ξεπηδήσει από θρίλερ του ’60. Το άδειο αυτό μονοπάτι έριχνε τη σκιά του στη μικρή βραχώδη λίμνη δημιουργώντας τερατώδη σχήματα που παραμορφώνονταν από την κυματιστή επιφάνεια του νερού. Λες και η λίμνη μιλούσε σε μια παλιά γλώσσα σε αυτούς που την καταλάβαιναν και για τους υπόλοιπους έμενε στο νου ως ψευδαίσθηση, ως τρομαχτικός θρύλος μιας υπέρβασης της καθημερινότητας που από στόμα σε στόμα στοίχειωνε τις ψυχές των ανθρώπων.

   Πέρασαν ένα ύψωμα σπαρμένο από αγριόχορτα και έστριψαν δεξιά, εκεί που έδειχνε η παλιά ξύλινη πινακίδα ότι υπήρχε η μισογκρεμισμένη πετρόχτιστη γεφυρούλα που ένωνε τις όχθες της λίμνης με το υπόλοιπο βουνό. Το τοπίο ήταν όμορφο αλλά και τρομαχτικό συνάμα. Λες και υπήρχε κάτι εκεί, μια κρυμμένη αρχαία απειλή…

   «Κάνε λίγο πίσω», φώναξε ο Αργύρης. «Νικήτα, κάτι βλέπω. Εκεί, το βλέπεις εσύ; Στη λίμνη», και έδειξε με το δάχτυλο σε ένα σημείο.

   Πλησίασαν με το αυτοκίνητο εκεί. Κατέβηκαν επιφυλακτικά αλλά με την καρδιά να χτυπάει ακατάπαυστα λόγω της αδρεναλίνης. Ίσως ο φίλος τους χρειαζόταν βοήθεια. Είδαν τη μοτοσικλέτα του Μιχάλη σταθμευμένη στην όχθη της λίμνης αλλά ο ίδιος άφαντος. Άρχισαν να φωνάζουν το όνομά του. Ένα σμήνος από πουλιά τρόμαξε από τις φωνές και φτερούγισε μακριά από τα δέντρα σαρώνοντας φύλλα και κλαδάκια στο πέταγμα τους. Καμία ανταπόκριση από τον φίλο τους.

   Τότε ήταν που τον είδαν. Στην αντανάκλαση της επιφάνειας της λίμνης… Κοίταξαν γύρω τους. Τίποτα! Λες και ο Μιχάλης βρισκόταν μέσα στη λίμνη. Ή καλύτερα πίσω από τη λίμνη. Και η αλήθεια ήταν αυτή. Ότι η λίμνη ήταν απλά ένας καθρέφτης. Μόνο που δεν βλέπεις μόνο εσύ το είδωλο σου αλλά και το είδωλο σου εσένα…

 

*****

 

    Η κοπέλα καθόταν δίπλα στη λίμνη, καθισμένη στα βότσαλα της όχθης.
Το σπίτι της βρισκόταν μπροστά στη λιμνούλα, ανάμεσα σε ένα δασάκι από λεύκες και η κοπέλα συνήθιζε να πηγαίνει εκεί κάθε μεσημέρι. Μόνο εκεί μπορούσε να ηρεμήσει λίγο. Από τότε που η μητέρα της πέθανε, ο πατέρας της έγινε ένας μέθυσος και την χτυπούσε. Την κατηγορούσε ότι του ήταν βάρος και ότι έπρεπε να παντρευτεί για να ξεφορτωθεί αυτό το βάρος. Άκουγε την φράση του πατέρα της κάθε μέρα στα αυτιά της. ‘’Εσύ φταις που είσαι άσχημη και ηλίθια που δεν σε παίρνει κανένα παλικάρι. Καλύτερα να μην ήσουν παιδί μου, να μην είχες γεννηθεί ποτέ. Ντρέπομαι για σένα’’. Αυτά τα λόγια βούιζαν στο κεφάλι της, τα ένιωθε λες και είχαν παλμό τυμπάνου που χτυπούσαν τα τοιχώματα του κρανίου της.

   Τα ξανθά μαλλιά της φιλούσαν τις άκρες του νερού που καθρέφτιζαν τη γαλακτένια φιγούρα της.  Κι εκείνη έμεινε να κοιτάζει την αντανάκλαση της. Σιχαινόταν αυτό που έβλεπε. Άρπαξε μια πέτρα και την εκτόξευσε με μίσος στην επιφάνεια του νερού. Ταράχτηκε και γέμισε κυκλάκια και ρυτίδες.

   «Γιατί να είμαι τόσο άσχημη; Γιατί δε με αγαπά κανένας εμένα; Μακάρι να ήμουν όμορφη. Κάποιος θα με αγαπούσε…»

   Τότε η λίμνη ταράχτηκε για ακόμα μια φορά. Σιγά-σιγά, το νερό μαζεύτηκε σε ένα σημείο στο κέντρο της λίμνης. Το υδάτινο στοιχείο έπαιρνε μορφή. Από μέσα του ξεπήδησε ένα πλάσμα φτιαγμένο εξ ολοκλήρου από νερό. Έμοιαζε με γυναίκα αλλά δεν είχε χαρακτηριστικά. Δεν διακρινόταν ούτε στόμα ούτε μάτια, μόνο μια υδάτινη γυναικεία μορφή. Η κοπέλα τρόμαξε. Έκανε να φύγει αλλά το νερό της γράπωσε τα πόδια και δεν την άφηνε.

   «Μην φοβάσαι», ακούστηκε μια γάργαρη φωνή από το πλάσμα. «Θέλω να σε βοηθήσω».

   «Τι είσαι;»

   «Είμαι το στοιχειό της λίμνης. Κάποτε ήμουν κι εγώ κοπέλα. Πριν από εκατοντάδες χρόνια. Ήμουν όμορφη. Τα παλικάρια είχαν θαμπωθεί από την ομορφιά μου και διαφωνούσαν για το ποιος θα με πρωτοπαντρευτεί. Ήταν όμως φτωχοί. Ο πατέρας μου με έταξε σε έναν πλούσιο άσχημο γέρο όμως. Δεν άντεχα να ζήσω ολόκληρη τη ζωή μου με έναν γέρο που δεν θα αγαπούσα ποτέ και έπεσα σε αυτή τη λίμνη. Έβλεπα μόνο το θάνατο ως σωτηρία. Κάλλιο να γίνω στοιχειό στη λίμνη παρά να παντρευτώ αυτόν, είπα. Από τότε είμαι απλά το στοιχειό της λίμνης».

   «Με συγκίνησε η ιστορία σου. Εγώ όμως είμαι άσχημη και δεν με αγαπά κανένας. Εσύ τουλάχιστον ήσουν όμορφη και ας μην είχες καλή μοίρα».

   «Μπορώ να σε βοηθήσω αν θες», είπε το πλάσμα με μία χροιά κακίας στη φωνή του αλλά η κοπέλα δεν το κατάλαβε από τη λαχτάρα της.

   «Πως; Και γιατί ήρθες τώρα;»

   «Να σου πω ένα μυστικό; Όταν κάποιος πετάξει ένα βότσαλο της λίμνης στο νερό, τότε ξυπνάω από το βαθύ μου ύπνο…»

   Αυτό ήταν αλήθεια αλλά αυτό που δεν ήξερε η κοπέλα ήταν ότι το στοιχειό που κοιμόταν εκεί είχε στήσει την πλεκτάνη του. Ήξερε ότι όπως όταν σπάσεις ένα καθρέφτη βλέποντας το είδωλο σου η ψυχή σου παγιδεύεται για πάντα εκεί, έτσι και όταν καθρεφτίζεσαι στην επιφάνεια της λίμνης και πετάξεις μία πέτρα μέσα, η ψυχή σου παγιδεύεται στο ρυτιδιασμένο και αλλοιωμένο νερό.

   «Και πως μπορείς να με βοηθήσεις;»

   «Θα σε κάνω όμορφη. Δώσε μου το χέρι σου…»

   Το κορίτσι ενθουσιασμένο άπλωσε το χέρι κι έπιασε το υγρό χέρι του πλάσματος. Αυτό την τράβηξε στα βάθη της λίμνης για πάντα! Έπειτα πήρε τη θέση και τη μορφή της κοπέλας, της οποίας η ψυχή παγιδεύτηκε ξεγελασμένη στο υδάτινο στοιχείο. Ήταν ο μόνος τρόπος για να λυθεί η κατάρα. Έπρεπε να πάρει τη θέση της ένα άλλο στοιχειό για να ελευθερωθεί η ψυχή της ξανά. Ήταν η κοπέλα που είχε την ατυχία να πετάξει την πέτρα στο νερό. Ήταν η κοπέλα αυτή που έγινε πλέον το στοιχειό της λίμνης. Ήταν η κοπέλα που περίμενε τον επόμενο που θα πετούσε μια πέτρα στη λίμνη. Ήταν η κοπέλα που είδε εκατοντάδες χρόνια μετά, μέσα από τον βυθό, να καθρεφτίζεται η μορφή ενός αγοριού που ήρθε καβάλα σε ένα παράξενο μηχανικό άλογο και πέταξε εκείνη την πολυπόθητη πέτρα…

 

*****

 

   «Στάσου Νικήτα, κάτι βλέπω», είπε ο Αργύρης.

   «Που;»

   «Να εκεί, στην άλλη όχθη της λίμνης, πίσω από τη γέφυρα. Πάμε».

   Οι δύο άντρες έτρεξαν προς τα κει και αντίκρισαν τον Μιχάλη που ξεπρόβαλε από το νερό.

   «Που είσαι ρε φίλε, τρομάξαμε», ξεστόμισε ο Αργύρης. «Είσαι καλά; Πως έπεσες στη λίμνη;»

   «Πάμε να φύγουμε από δω», είπε ο Μιχάλης-στοιχειό με μάτια που έλαμπαν και με ένα παγωμένο χαμόγελο στο στόμα. Ένιωθε… όμορφος!

 

*****

 

   Αρκετά χρόνια αργότερα, δυο πιτσιρίκια βρέθηκαν να παίζουν στις όχθες της λίμνης. Ήταν το αγαπημένο τους στέκι. Βέβαια το μέρος δεν ήταν όπως παλιά. Πλέον έσφυζε από ζωή. Οι λεύκες κόπηκαν, η γέφυρα χτίστηκε ξανά και ανεγέρθηκαν εκατοντάδες σπίτια τριγύρω. Φήμες έλεγαν ότι ο δήμαρχος είχε εντάξει σε πρόγραμμα αποξήρανσης τη λίμνη ώστε να μπορέσουν να χτιστούν περισσότερες οικοδομές. Οι παλιές δοξασίες είχαν ξεχαστεί. Η λίμνη ήταν το μοναδικό μέρος όπου μπορούσαν πλέον τα παιδιά να παίξουν.

   Ποτέ κανείς δεν αναρωτήθηκε για την ιστορία του μέρους, της λίμνης και του ξύλινου σπιτιού στην αντανάκλαση της επιφάνειας της. Ούτε τα παιδάκια το είχαν προσέξει.

   «Πόσα ψαράκια μπορείς να κάνεις με την πέτρα; Εγώ δεκαπέντε», καυχήθηκε το ένα.

   «Δείξε μου. Σιγά μην μπορείς τόσα».

   Τότε το άλλο πήρε από κάτω μια πέτρα και για να αποδείξει την αξία του, έγειρε το κορμάκι του και την πέταξε με τρόπο στο νερό. Αυτήν αναπήδησε στην επιφάνεια σαν βατράχι ώσπου βυθίστηκε σε ένα πλήθος φυσαλίδων και ομόκεντρων κύκλων νερού.

   «Μόνο έξι έκανες», είπε το άλλο παιδί ενώ από πίσω του, χωρίς να το παρατηρήσουνε, απλώνονταν ύπουλα πέντε γαμψά υδάτινα νύχια…

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

 Ειμαι καινουργια γενικως,αλλα λεω να προσπαθησω να κανω μια αρχη,συνεισφεροντας με την κριτικη μου :p

 Κατ αρχην φιλε gismofbi μ αρεσει ο τροπος γραφης σου.Καταφερνεις να κανεις ωραιες κ ζωντανες περιγραφες λογοτεχνικα, που ειναι εντελως φυσικες μεσα στο κειμενο χωρις να ξεφευγουν προς ποιηση/τι λεξιπλαστης ειμαι ( δεδομενου οτι ειμαστε στο genre τρομου με χαλαει οταν παραγινεται αυτο ,ισως ειναι και υποκειμενικο θεμα γουστου.)Μ αρεσουν και οι διαλογοι σου που ειναι φυσικοι.

 Στα αρνητικα θα βαζα καποια κομματια του διαλογου αναμεσα στην ξανθια και το στοιχειο,αν και δεν ειμαι ακριβως σιγουρη τι με χαλαει,μου φαινονται πολυ απλοικα(?)(  πχ «Με συγκίνησε η ιστορία σου. Εγώ όμως είμαι άσχημη και δεν με αγαπά κανένας. )απ την αλλη δεν ειμαι σιγουρη αν ειναι συγγραφικο το θεμα,η απλα αντικατοπτριζουν τη χαζαμαρα της ξανθιας :hmm:

 

 

 Οσον αφορα το στορυ,αρκετα πρωτοτυπο,μου θυμισε λιγο παραδοσιακες ελληνικες ιστοριες τρομου σε θεματολογια,ξερεις στοιχειο της λιμνης και τετοια.Το γεγονος οτι κινειται σε πολλα επιπεδα το κανει πολυ πιο ενδιαφερον απ το να επαιρνες τα γεγονοτα γραμμικα.Το τελος με τα παιδακια σαφως δεν ειναι καθολου ασχημο σαν ιδεα και σαν εικονα,αλλα σε αντιθεση με την προηγουμενη ανατροπη της επανεμφανισης του Μιχαλη,δεν αφηνει και πολυ περιθωριο αμφιβολιας για το πως θα εξελιχθει,προσωπικα μαλλον περιμενα να δω πως η ξανθια-στοιχειο θα βγαλει τη σεξουαλικη της καταπιεση πανω στην παρεα του Μιχαλη. (Ισως αυτο ειναι θεμα για αλλη ιστορια :whip: )

  Επισης απο υπερ-σχολαστικοτητα εντοπισα ενδεχομενως την εξης ανακολουθια :Οταν ειναι ο Μιχαλης χαμενος στην περιοχη της λιμνης,αν καταλαβα καλα το μερος δεν τον αφηνει να φυγει,κατι τον κραταει εκει με καποιο υπερφυσικο τροπο.Μετα τα παιδια υποτιθεται οτι ερχονται συχνα εκει.ισως απλα εχει αλλαξει η φυση του στοιχειωματος μετα απο τοσες αλλαγες κ χρονια?

     Και κατι αλλο,οταν περιγραφεις τη μορφη του στοιχειου,μου φερνει πααρα μα παρα πολυ εντονα στο μυαλο την εισαγωγη της σειρας με τον Ηρακλη που ειχε στο Star,υπηρχε ακριβως ενα τετοιο πλασμα σε μια σκηνη -ειχε οποιαδηποτε σχεση με την εμπνευση σου? :p

 Γενικα παντως well done και καλη επιτυχια στο write-off!

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σου και την κριτική σου. Χαίρομαι που σου άρεσε η ιστορία μου, αν και προσωπικά εμένα δεν με ικανοποίησε και πολύ. Να περάσω στις απαντήσεις μου τώρα.

α)Ο διάλογος της ξανθιάς με το στοιχειό δεν ήταν σεξιστικό στερεότυπο χαζομάρας ξανθιάς. Απλά υποτίθεται ότι συνέβησαν σε μια πολύ παλιά εποχή όπου οι διάλογοι δεν ήταν όπως οι σημερινοί. Επίσης ήθελα να δώσω μια πιο ποιητική και παραμυθένια χροιά.

β)Αυτό με τη σεξουαλική καταπίεση της κοπέλας αν γινόταν ιστορία θα γινόταν κάτι σαν τις 50 αποχρώσεις του γκρι (πορνό) χαχα

γ)Τον Μιχάλη, σε αντίθεση με την παρέα του, η λίμνη και γενικότερα η περιοχή δεν τον αφήνουν να φύγει γιατί είχε ήδη πετάξει την πέτρα στο νερό και ενεργοποίησε την κατάρα του στοιχειού

δ)Η μορφή του στοιχειού ήταν καθαρά δικής μου φαντασίας. Δεν θυμόμουν καν το πλάσμα του Ηρακλή που λες, τώρα που το ανέφερες το θυμήθηκα.

Ελπίζω να σε βοήθησα λιγάκι.

Link to comment
Share on other sites

Στα θετικά, έχω να πω ότι χρησιμοποιήθηκε σωστά η εισαγωγή. Άντλησες ό,τι μπορούσες απ' αυτές τις λίγες λέξεις της διοργανώτριας. Αυτό είναι ένα απ' τα βασικότερα προαπαιτούμενα σε αυτό το διαγωνισμό, οπότε η προσπάθεια σου είναι επιτυχημένη απ' αυτής της απόψεως. Επίσης το στόρι ήταν καλό, είχε μία αρχή, μια μέση και ένα τέλος (αν και λίγο απότομο στα δικά μου μάτια, αλλά σίγουρα τέλος). Δεν καταπιάστηκε με κάτι περίπλοκο σα θεματολογία που θα σε έσερνε σε πολλές λέξεις κι αυτό ήταν καλή επιλογή. Η ιστορία γενικά μου άρεσε, όλα αυτά τα στοιχεία μύθων και θρύλων.

 

Παραθέτω στη συνέχεια κάποια σημεία που με ξένισαν:

 

1) "μη με πεις προκατειλημμένο αλλά υπάρχουν κάποιες δοξασίες για το βουνό εδώ"

Θα προτιμούσα να δω το νέο να μιλά με πιο "χύμα" λέξεις, αν με πιάνεις και σίγουρα να 'ναι πιο επιφυλακτικός. Φαίνεται σα να τα πιστεύει χωρίς αμφιβολία κι αυτό δε με πείθει εμένα και πολύ.

 

2) "αυτόν τον απόκοσμο όγκο που σαν ψίθυρος στη νύχτα ξεπερνούσε τη ροή του χρόνου και κατέληγε σαν κραυγή παράνοιας"

Υπήρχαν διάφορες τέτοιου τύπου φράσεις στο κείμενό σου, που στα μάτια μου μπήκαν για σκοπούς ωραιοποίησης και μόνο. Η συγκεκριμένη παρομοιώση για παράδειγμα, ενώ έχει "όμορφες" λέξεις, είναι τόσο δυσνόητη (ίσως και αποτυχημένη, αφενός γιατί μιλάμε απλά για ένα βουνό κι αφετέρου γιατί δε βλέπω πως το απεικονίζει νοερά), που καταντά άχρηστη. Είναι απ' αυτά τα σημεία που τα περνάς λίγο γρήγορα διαβάζοντας, γιατί ο συγγραφέας ήταν σε έναν περίεργο οίστρο τον οποίον εσύ δυσκολεύεσαι αφόρητα να πιάσεις. Έχοντας λοιπόν ένα διήγημα, το οποίο από μόνο του έχει λίγες λέξεις, πρέπει κατά τη γνώμη μου κάθε λέξη που πέφτει να δίνει βάρος στο σύνολο. Εδώ δεν το πέτυχε. 

 

3) "στη μικρή βραχώδη λίμνη"

Εδώ προφανώς κάτι άλλο ήθελες να πεις, εκτός κι αν η λίμνη είναι από πέτρα. Δε στέκει σαν προσδιορισμός το "βραχώδης".

 

4) "Η κοπέλα καθόταν δίπλα στη λίμνη, καθισμένη στα βότσαλα της όχθης."

Εδώ το πρόβλημα είναι αρκετά προφανές και είναι φυσικά τα πολλά - και χωρίς λόγο - καθίσματα. 

 

5) "ο πατέρας της έγινε ένας μέθυσος και την χτυπούσε"

Εδώ δε με ενοχλεί το κλισέ του θέματος. Δεν είναι τυχαία κλισέ άλλωστε, είναι ένα κλασσικό πρόβλημα. Με ενόχλησε όμως ο τρόπος που το έθεσες, αυτή τη φράση που πρέπει να υπάρχει ατόφια σε 1000 βιβλία κλασσικής λογοτεχνίας κι άλλα τόσα σίριαλ από όλη την υφήλιο. Πιστεύω (βλέποντας και τη συνολική γραφή δηλαδή που ήταν καλή και ευφάνταστη σ' αρκετά μέρη") πως μπορούσε να το πεις αλλιώς. 

 

Τέλος, να πω ότι στη σκηνή που το στοιχειό εμφανίζεται στην κοπέλα, μου φάνηκε λίγο εύκολη η αποδοχή του απ' την κοπέλα. Δεν ένιωσα το ξάφνιασμά της, το οποίοπ οφείλει να υπάρχει. Εντάξει, παλιότερες εποχές, αλλά και πάλι είναι κάπως να σκάει ένα πλάσμα από νερό από μία λίμνη, να σου μιλά και να σου λέει και ό,τι έλεγε και να 'σαι χαλαρός σε γενικές γραμμές.

 

Αυτά από μένα. Εύχομαι καλή συνέχεια και καλή επιτυχία στο διαγωνισμό! :)

Link to comment
Share on other sites

Ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια σου. 

1) Όντως, έχεις δίκιο ότι δεν είναι και πολύ πειστικός ως επιφυλακτικός σχετικά με τον παράξενο τόπο αλλά σκέψου ότι όταν μένεις χρόνια εκεί, κάποια στιγμή συνηθίζεις και αυτές οι ιστορίες δεν σου κάνουν τόση εντύπωση πια.

2) Έχεις δίκιο ότι είναι λίγο ακαταλαβίστικα όλα αυτά αλλά να σου πω μια αστεία ιστορία; Από την πολύ μου σκέψη για το τι να γράψω, ονειρεύτηκα αυτή τη σκηνή και ένας αφηγητής έλεγε ακριβώς αυτά τα λόγια. Τότε ξύπνησα απότομα και κατέγραψα σε ένα μπλοκάκι όσα πιο πολλά θυμόμουν. Είναι λίγο περίεργα αλλά τέτοιος οίστρος χαμένος; χαχα

3) Βραχώδη λίμνη βασικά εννοούσα λίμνη φτιαγμένη ανάμεσα σε βράχια και πέτρες.

4) Δεν το πρόσεξα στις διορθώσεις, ευχαριστώ. Δαίμονας του τυπογραφείου.

5) Έχεις δίκιο για αυτά που λες στο τέλος. Πίστευα ότι θα ήταν πιο παραμυθένιο το στυλ γιατί και στα παραμύθια δεν σοκάρει τόσο η μάγισσα ή ο δράκος ή το τέρας. Όλα τα παραμύθια έχουν μέσα τους κάτι κλισέ και τρελό. Ίσως δεν πέτυχε τόσο σε μένα. Θα κοιτάξω μήπως μπορέσω να το διορθώσω.

Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια και ακόμα περισσότερο για τις παρατηρήσεις σου. Αυτές σε βελτιώνουν.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Γενικά, με κάλυψαν τα παιδιά παραπάνω στα βασικότερα σημεία, οπότε δεν έχω και πολλά να προσθέσω.

 

Στα θετικά θα βάλω κι εγώ την καλή χρήση της εισαγωγής. Πάτησες πολύ καλά πάνω της κι έχτισες γύρω της την ιστορία σου. Δημιουργείς από την αρχή μια αρκετά καλή ατμοσφαίρα, η οποία διατηρείται σε πολλά σημεία του κειμένου, αν και κάπου-κάπου χάνεται. Οι εικόνες και οι περιγραφές σου είναι πολύ καλές, και σχηματίζονταν πολύ εύκολα στο μυαλό μου ενώ διάβαζα. Μου άρεσε ο «κύκλος του στοιχειού», αν μπορώ να τον ονομάσω έτσι, μου έφερε κάπως στο νου το κόμικ Ν του Στίβεν Κινγκ.

 

Στα αρνητικά βάζω κι εγώ κάποιες από τις ευκολίες στην εξέλιξη της πλοκής, όπως αναφέρθηκαν και πιο πάνω, καθώς και οι κάπως αδύναμοι διάλογοι. Ίσως λιγάκι να με χαλάει που δεν έχει ένα οριστικό τέλος, που δείχνει ότι ο κύκλος συνεχίζεται. Από την άλλη, με κάνει να θέλω να μάθω και να φαντάζομαι περισσότερα γι' αυτό το στοιχειό, κάτι που είναι καλό.

 

Καλή συνέχεια!

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Καλως ορισα κ γω στην παρεα σας..  :ahappy: 

Σχετικα με την ιστορια μου αρεσε ο τροπος που "εσπασες" την ιστορια σε σκηνες διαφορετικης χρονολογιας και χωρου.

Για να μην επαναλαβω αυτα που ειπαν τα παιδια πιο πανω, η μοναδικη μου "παρατηρηση" εχει να κανει οτι σε καποια (λιγα ωστοσο) σημεια χρησιμοποιεις λιγο πιο επιτηδευμενο λογο με αποτελεσμα να μην αφομοιωνονται αυτα τα σημεια το ιδιο ομαλα στο υπολοιπο κειμενο (χαρακτηριστικη η φραση που αναφερει ο Tregorian στο νο2).

Ειναι σαν να εχουν μπει σφηνα στο κειμενο,ξεχωριζουν αλλα οχι με την καλη εννοια.Ισως να χρειαζεται απλη γραφη χωρις ομορφες λεξεις και περιεργες παρομοιωσεις ωστε να κυλαει ομαλα και γρηγορα η αναγνωση,να μην χρειαστει δλδ ο αναγνωστης να διαβασει ξανα καποια προταση.

 

Επαναλαμβανω ομως οτι αυτο εγινε σε 2-3 μεμομενα σημεια, το συνολικο αποτελεσμα ηταν αρκετα καλο κατα τη γνωμη μου,μπραβο για την προσπαθεια!

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Προσωπικά το βρήκα εξαρετικό! Μου άρεσε που έπαιξε σε διαφορετικά επίπεδα και διαφορετικούς χωροχρόνους. Και η γραφή κυλάει όμορφα....

Edited by Vanessa Van Hault
  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

  • 6 months later...

Αξιώθηκα επιτέλους, μετά από έξι και πλέον μήνες, να διαβάσω κι εγώ την ιστορία σου.

 

Σ' ευχαριστώ πολύ για τη χρήση που έκανες στην εισαγωγή!

 

Κάποιες πολύ χοντρικές παρατηρήσεις, με τις περισσότερες μάλλον θα αναμασήσω απλά τα προηγούμενα σχόλια, είναι οι εξής:

 

- Οι διάλογοι σε ορισμένα σημεία θέλουν δουλειά για να μοιάζουν πιο πειστικοί και ζωντανοί.

 

- Το σπίτι που καθρεφτίζεται στη λίμνη ήταν εκείνο που έμενε η ξανθιά κοπέλα με τον μέθυσο πατέρα της, αν κατάλαβα καλά; Αν ναι, τότε δε θα έπρεπε να υπάρχει κανονικά και τον καιρό της πρώτης γυναίκας που έγινε στοιχειό;

 

- Ωραία η σύλληψη της υπόστασης του στοιχειού.

 

- Ωραίες οι ποιητικές περιγραφές, αν και στο συγκεκριμένο κόνσεπτ μάλλον ταιριάζει καλύτερα λιτή γραφή. Μεταδίδει πιο εύκολο τον "τρόμο".

 

- Ωραίο το τουίστ του τέλους. Σίγουρα δεν το περιμένει κανείς. Και είναι και ενδιαφέρον να βλέπουμε πώς εξελίσσονται οι δοξασίες και τα στοιχειά στο περιβάλλον των πόλεων, που συνήθως μας εμπνέει μια σιγουριά σε σχέση με το ύπαιθρο. Μόνο που έχει μια αδυναμία και αυτή είναι το ότι τα εξής στοιχεία:

"Ήταν το αγαπημένο τους στέκι."

και

" «Πόσα ψαράκια μπορείς να κάνεις με την πέτρα; Εγώ δεκαπέντε», καυχήθηκε το ένα."

υποδηλώνουν πως αν ήταν να έχει συμβεί κάτι με το στοιχειό, θα έπρεπε να είχε γίνει σε στιγμή προηγούμενη από αυτή που μας εξιστορείς.

 

Και πάλι σε ευχαριστώ πολύ για τη συμμετοχή σου, έστω και τόσο αργοπορημένα! :)

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..