niceguy0973 Posted July 29, 2013 Share Posted July 29, 2013 Όνομα Συγγραφέα: Νεκτάριος ΜπουτεράκοςΕίδος: Τρόμος με λίγο από ΦαντασίαΒία; ΝαιΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων: 2.136Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Για το συγγραφικό παιχνίδι In Media Res Κομμάτια σάρκας άδολης θαμμένα μες στα βάθη της γης αυτής που άνεμοι κι ο ήλιος τη θερίζουν, στου νότου το απαύγασμα εκεί που ο νους εχάθη ανθρώπων που τη μοίρα τους με πόνο τη βαφτίζουν. Αυτά τα μαύρα χώματα της Μάνης που σκορπίζουν δυο χέρια, φτυάρια ξύλινα, με φλέβες δίχως αίμα, και χώνουν κείθε άτσαλα δυο σώματα π’ ελπίζουν εκδίκηση να πάρουνε στου θύτη τους το βλέμμα. Μα εκείνη στόχος ήτανε αγριότητας μεγάλης και τώρα αναγκάστηκε τα θύματα μιας άλλης να θάβει μες στην άσπλαχνη τη γη την πατρική της με πέτρες σκόρπιες πάνω τους να κρύβει την ντροπή της, ετούτη π’ αναγκάστηκε ξωπίσω της να σέρνει για πάντα στο κεφάλι της το μίασμα να φέρνει σαν βράχος που ασήκωτος θα στέκει στην καρδιά της, θα πνίγει την ανάσα της, θα σβήνει τη ματιά της. Η Μάρω δεν επρόσεξε τις δυο σκιές που βγήκαν ευθύς από τα χώματα τα μαλακά σκαμμένα κι έτοιμα για εκδίκηση του θάνατου π’ ανήκαν να δουν γνωστά τους πρόσωπα με αίματα βαμμένα. Τριγύριζαν το θύμα τους, ακούγαν τον καημό της και χλεύαζαν τον πόνο της, τα δάκρυά της τ’ άγια που έχυνε για χάρη τους, τον δυνατό λυγμό της, τους έταζε μνημόσυνα, παπάδες και τρισάγια. “Πώς μπόρεσες και έκοψες το νήμα της ζωής τους; Κατάρα πέφτει πάνω μας με τη στερνή πνοή τους.”, εφώναζε και έσκουζε η Μάρω λαφιασμένη. Κανείς δεν τήνε άκουγε τους θρήνους να υφαίνει. Μονάχα δυο πετούμενα αερικά γελούσαν, με κόγχες άδειες έσκουζαν καθώς την εθωρούσαν, γιατί στο βάθος ήξεραν το τέλος που θα ‘ρχόταν για κάθε έναν απ’ αυτούς, το πώς θα πορευόταν. Γυρίζει σπίτι, τρέμοντας, με χέρια λερωμένα, με αίματα και χώματα και μια ψυχή χαμένη, μα όλοι την προσπέρασαν με λόγια πεταμένα μπροστά στην αμαρτία τους βαθιά καλά κρυμμένοι. Ο Θύμιος μόλις ζήτησε διαζύγιο απ’ την Άννα, αφού πάντα λαχτάραγε τη δίδυμη αδελφή της. Κι εκείνη τον περίμενε κι ας μη γινόταν μάνα, γιατ΄ ήταν στέρφα κι άκληρη, χωρίς τιμή δική της. Στον κήπο τους αντίκρισε πιασμένους απ’ το χέρι χωρίς ντροπή, μα να ‘ξεραν η μοίρα τι θα φέρει. Λογάριαζαν την τύχη τους, τον τρόπο που θα δράσουν, τον πόθο να χορτάσουνε και τον Θεό να φτάσουν. Τον έρωτα εμίσησε στη θέα τους η Μάρω, προτίμησε να έχει για ζευγάρι της τον Χάρο. Τους άφησε να κρύβονται στην ψεύτικη σκιά τους κι έτρεξε στο σπίτι της, το πιο γοργόν μακριά τους. Ευθύς αμέσως άνοιξε, μα στο κατώφλι εστάθη κι αγνάντεψε τη μάνα της στον αργαλειό να στέκει, υφαίνοντας τον θάνατο, λες κι η ντροπή εχάθη κι όλα μαλλί εγίνηκαν για να μπορεί να πλέκει. Προχώρησε, κοιτάζοντας την ήρεμη μορφή της, τον τρόπο που τα χέρια της κινούσαν το υφάδι, το χάιδευε, του μίλαγε, σαν να ‘τανε παιδί της, κανείς δεν θα επίστευε πως ζούσε στο σκοτάδι. Η Μάρω τότε στάθηκε μπροστά από την Άννα. “Με τι ψυχή το έκανες; Πως μπόρεσες ρε μάνα;”. “Τα μούλικά μου έπρεπε να λιώσω στο καμίνι… Τα έθαψες, σαν διέταξα;”, ερώτησε εκείνη. “Τρελή, καταραμένη, σου την έκανα τη χάρη, μα τώρα σου το λέγω σου, ο διάβολος να πάρει, πως άλλο δε βαστώ και την αλήθεια θα μιλήσω, τα κάτεργα θα σ’ έβρουνε κι ο θάνατος ξωπίσω!”. “Θαρρείς πως εφοβόμουνα του θάνατου το βόλι, σαν μόνη μου τεμάχιζα τα δόλια τα παιδιά μου; Μακάρι να ξεπάστρευα και τη γενιά του όλη, σαν μ’ άφησε και έκαμε τη Γιασεμή δικιά του!”. Εξάφνου εσκοτείνιασε κι ο ουρανός εχάθη, οι τοίχοι ετρεμούλιασαν, τα τζάμια εραγίσαν, κλονίστηκε συθέμελα το σπίτι απ’ τα βάθη, τα πνεύματά τους ούρλιαξαν, τη μάνα τους μισήσαν. “Κατάρα στο κεφάλι μας”, της φώναξε η Μάρω κι εκείνη την εκάφρωσε με μάτια σαν τον Χάρο. “Το στόμα κλείσε γρήγορα και άχνα να μη βγάλεις, γιατί θα γίνεις μάρτυρας μιας τραγωδίας άλλης”. “Παντού θα τρέξω να το πω, δε σε φοβάμαι διόλου και πρώτα στον πατέρα τους, μη μου μιλάς καθόλου!”. Η πόρτα τότε άνοιξε κι ο Θύμιος μέσα μπήκε, ξωπίσω του η Γιασεμή, που πλέον του ανήκε. Ο Θύμιος μπροστά στάθηκε κι η Γιασεμή από πίσω, δεν άντεχε το βλέμμα το πικρό της αδελφής της, εκείνο που την κάρφωνε, σαν βέλος ήταν ίσο, γεμάτο δηλητήριο της μαύρης της ψυχής της. “Σεισμός θαρρώ πως ήτανε ετούτη η αντάρα. Τ’ ακούσατε πως τρίζανε τα πάντα εδώ πέρα; ”. Κανείς τους δεν απάντησε, έπεσε παγωμάρα, τα λόγια κείνα χάθηκαν του Θύμιου στον αέρα. Η Άννα εσηκώθηκε, πλησίασε σιμά τους, τα μάτια της αστράψανε μπροστά στα βλέμματά τους. “Συγγνώμη να ζητήσετε, συρθήκατε σε μένα με λόγια τώρ’ αταίριαστα, ψέματα καμωμένα; Να λείπει η αλήθεια σας, δεν θέλω να την πείτε, φευγάτε από τα μάτια μου, στην κόλαση χαθείτε”. Φαρμάκι σκέτο έτρεχαν τα λόγια που πετούσε, κανείς όμως δεν ήξερε η μοίρα τι ζητούσε. “Σαν πρέπει να μιλήσουμε, μια λύση να εβρούμε, κανείς μη μάθει χωρισμούς και όσα ‘γίναν τώρα. Τη λύση να σχεδιάσουμε και νικητές να βγούμε, αφού η μοίρα φύλαγε για μας φωτιά και μπόρα”. “Προτού αρχίσεις να μιλάς για άκου με λιγάκι…”. “Το στόμα κλείσε γρήγορα”, πετάχτηκε η Άννα. “Τι θέλεις Μάρω να μου πεις, για πες μικρό αντράκι;”. Τα πνεύματα εθέριεψαν σαν χτύπησε η καμπάνα. Τα λόγια ρέαν ποταμός, τα χείλια δεν εκλείναν, ανάσες δεν επάρθηκαν, θολά τα μάτια μείναν. Σαν έμαθε ο Θύμιος για τα άτυχα παιδιά του την Άννα εγονάτισε μπροστά στα άρβυλά του. “Ο θάνατος θα ήτανε μια λύτρωση για σένα, γι’ αυτό για χρόνια θε να ζεις μια κόλαση από μένα”. Σιμά της τότε έτρεξε η δίδυμη αδελφή της, το χέρι του σαν έπιασε τραντάχτει το κορμί της. “Η μοίρα δεν της στάθηκε ποτέ αντάξιά της, η τρέλα την οδήγησε το φονικό να κάνει. Τον πρώτο άντρα έχασε στον πόλεμο μακριά της. Μια χάρη Θύμιο κάνε μου και διώξ’ τη απ’ τη Μάνη. Μονάχα σκέψου άτυχη θα είναι όπου τρέξει, ποτέ δε θα βρει ριζικό στον κόσμο τούτο τώρα, μια Μήδεια θα είναι και αυτή, κι όπου κι αν φέξει αγάπη άλλη δε θα βρει σ’ ολάκερη τη χώρα!”. “Δεν ξέρω αν καλύτερο θα είναι για να μείνει ή μήπως να την έδιωχνα το φονικό μη γίνει. Κακούργα πώς ετόλμησες στα σπλάχνα σου να μπήξεις μαχαίρι κακορίζικο και θάνατο να ρίξεις;”. Η Άννα τον εκοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια και σκέφτηκε τα λόγια που τον έκαναν κομμάτια. “Γιατί θρηνείς τα σπλάχνα μου, σαν πώς παιδιά σου είναι; Εγγόνια σου είναι άμυαλε, γι’ αυτό μακριά μου μείνε!”. Εγέλασαν τα πνεύματα με την αλήθεια κείνη, αγέρας εξεκίνησε, τα σύννεφα φουντώσαν, η Μάρω λιποθύμησε κι η Γιασεμή ‘χε μείνει να σκέφτεται τα ψέματα που τώρα πια τελειώσαν. Ο Θύμιος πισωπάτησε, τα μάτια του γεμίσαν με δάκρια πόνου κι έκπληξης για όσα ειπωθήκαν. Καιρό τα ελογάριαζε μα τώρα τον επείσαν τα λόγια της γυναίκας του σαν μαχαιριές τον βρήκαν. “Τα λες πάνω στην τρέλα σου που σ’ άφησα μονάχη!”. “Το γιο σου ρώτα που ‘ρχεται κι όσα ζητάς θα τα ‘χει…”. “Σταμάτα!”, τότε φώναξε με δάκρυα η αδελφή της. “Γιατί φοβάσαι;”, ούρλιαξε μέσα στην ταραχή της. Ο Θύμιος τότε έσπρωξε τη Γιασεμή μακριά του. “Τι ξέρεις σκρόφα, μίλα μου!”, την κάρφων’ η ματιά του. “Σαν έφυγες στον πόλεμο, ο γιος σου που σου μοιάζει, κατάφερε ακατόρθωτα, όσα ο νους σχεδιάζει”. “Μου λες πως τηνε έριξε μαζί του στο κρεβάτι κι εκείνη εθεώρησε πως είμ’ εγώ; Χριστέ μου!”. “Σαν ήρθες και με ζήτησες, το είχες το γινάτι, μετ’ από λίγο άλλαξες, σωστά άντρα πιστέ μου; Βαρέθηκες και θέλησες τη δίδυμη αδελφή μου να σβήσεις τις ορέξεις σου με κείνη τη ρουφιάνα. Το γιο σου, όμως, άφησες να μπει μες στο βρακί μου. Μα όλα εδώ πληρώνονται!”, του φώναξε η Άννα. Στα πόδια της σηκώθηκε η Μάρω που συνήλθε, στα μάτια τους εκοίταξε, το μίσος τότε ήρθε. “Εσύ μάνα παντρεύτηκες αυτόν που δεν σε θέλει, γιατί εκείνος λαχταρά του καθρεφτιού το μέλι. Κι ο γιος του εκατάφερε παιδιά να σου χαρίσει και μ’ έβαλες τα έθαψα για τα δικά σας μίση! Κατάρα να βρει όλους σας, μαύρο το ριζικό σας, το αίμα που μας πότισε να πάρει το δικό σας!”. Ο Θύμιος την πλησίασε, της έπιασε το χέρι. “Μικρή μου Μάρω έτυχε παιδί να μη σε έχω, σ’ αγάπησα μαθές και ο ντουνιάς παντού το ξέρει. Μακάρι όλα ν’ άλλαζαν, γαλήνη πια να φέρω, αλλά ο κόσμος είν’ μικρός κι αυτά δεν συγχωρνάει, γι’ αυτό σιγά για μίλα τα κι οι τοίχοι έχουν μάτια”. “Κι εσύ κι όλοι να φύγετε, στο διάβολο να πάει ο κόσμος όλος, πρόστυχοι με κάνατε κομμάτια!”. Τα δυό μικρά πλησίασαν και σαν καπνός τρυπώσαν στο στόμα μες της μάνας τους και το μυαλό θολώσαν. “Αμάρτησε ο γιόκας σου κι αυτός θε να πληρώσει την ίδια του ζωή θυσίας ξέπλυμα να δώσει. Εσύ είσ’ ο μόνος ικανός τη μοίρα να ορίσεις, το όνομά σου καθαρό στη γη αυτή ν’ αφήσεις”. Καπνός αχνός της ξέφυγε με τη στερνή της λέξη κι ο Θύμιος τότε κλήθηκε ευθύς να επιλέξει. “Τα λόγια της σε τρύπησαν σαν βέλος μες στο στήθος κι αντάρα σου ξεκίνησαν το φονικό να κάνεις, μα άκουσέ με άντρα μου, αν σου ‘χει μείνει ήθος, το έγκλημα να αρνηθείς και την ψυχή δεν χάνεις”. Η Άννα τότε γέλασε μ’ όσ’ απ’ τα χείλη βγήκαν εκείνης που το πρόσωπο σαν το δικό της μοιάζει. Μα να που ξάφνου βήματα απ’ έξω ακουστήκαν, τη ρότα όλα πήρανε που ο Χάροντας σχεδιάζει. Η πόρτα ‘μέσως άνοιξε κι ο Νικολής εφάνη, ο γιος του Θύμιου έφτασε τη μοίρα να υφάνει. “Φωνές απ’ έξω άκουσα, τι γίνεται δω πέρα; Γιατί ‘στε όλοι έκρυθμοι, σαν να σας βρήκε σφαίρα;”. Ο Θύμιος τότε άρπαξε τον γιο του απ’ τη μέση, τον πέταξε στο πάτωμα κι αμέσως πήρε θέση. “Του ήλιου φως να μη σε βρει κι ανάσα της ημέρας, θαρρείς δεν θα τα μάθαινα όσα σε κάνουν τέρας;”. “Μια τρέλα ήταν της στιγμής, συγνώμη σου μου πρέπει, κρασί ήταν το αίτιο, δεν ήξερα τι πράττω”. Ευθύς ο Θύμιος έβγαλε στιλέτο από την τσέπη, πλησίασε τον δύστυχο που έτρεμε κει κάτω. Τα μάτια του καιγόντουσαν, τα χείλη του σφιγμένα, το χέρι πέτρα έμοιαζε που ψάχνει για τον στόχο. Φαντάστηκε τα έντερα στη γη κάτου ριγμένα, το γιο του δε να ξεψυχά με τον στερνό του βρόγχο. Αμέσως πάνω του όρμησε μα τη στιγμή εκείνη τη μάχαιρ’ άλλη δέχτηκε κι αίμα πολύ να χύνει. Σωριάστη κάτ’ η Γιασεμή νεκρή απ’ τη θυσία, που έρωτας κρυφός απ’ όλους ήταν η αιτία. Τα πνεύματα χορεύανε στου αίματος τη λίμνη, κατάρες ακουγόντουσαν κι όχι αγγέλων ύμνοι. Το δράμα δεν τελείωσε σαν κόπηκε το νήμα της άτυχης της δίδυμης που έγινε το θύμα. “Θεέ μου, την εσκότωσα, πως μπόρεσα, τι κάνω;”. Σαν ξύπνησε από όνειρο, μέσα από μια θολούρα. “Πατέρα τώρα σύνελθε και φύγε από πάνω μα ξέρω ποιος σου έκανε τα μάτια σου τα σκούρα να θέλουν να σκοτώσουνε τον άτυχο το γιό σου που άθελα σου έκανε κακό μα θα πληρώσει”. Ο Θύμιος παραμέρισε. “Ας κόψεις το λαιμό σου!”, του είπε και τον άφησε στην τύχη να κληρώσει. “Πώς μπόρεσες και ξάπλωσες στο στρώμα της μητριάς σου και πώς παιδιά της έκανες, ποια η παλικαριά σου;”. “Παιδιά εγώ δεν έκανα, τι μου ζητάς δεν ξέρω. Θαρρώ πως σου εσάλεψε, παράτα με ρε γέρο!”. “Τα δυο παιδιά της άχρηστε δικιά σπορά σου είναι, μα πια κι αυτά τα σκότωσε κι εσύ φονιάς της γίνε!”. Το χρώμα του εγίνηκε λευκό σαν να ‘ταν χιόνι, τα δάκρυά του έσταζαν σαν το κερί που λιώνει. Η Άννα που κατάλαβε πως ήρθε η σειρά της να φύγει επροσπάθησε μήπως και τη γλιτώσει. Η πόρτα είχε σφαλιστεί απ’ τα νεκρά παιδιά της που στάθηκαν εμπόδιο με μια μανία τόση. Στο τζάκι τότε σύρθηκε ο Νικολής και πήρε μασιά που εκοκκίνιζε απ’ της φωτιάς τα χνώτα. “Πατέρα φύγε κι άσε με, στην κάμαρά σου σύρε”, του φώναξε σαν σκούπισε τα δάκρυά του πρώτα. Το βλέμμα του το έστρεψε ο Νικολής στην Άννα, την κοίταξε και έφριξε που είχε γίνει μάνα στα δυο παιδιά που έχασε πριν καν να τα γνωρίσει, τα χέρια τους να πιάσει και αγάπη να χαρίσει. “Μαντάτο να τους πας στη γη εκεί που θα σε στείλω. Εκδίκηση πως πήρε ο πατέρας τους με ζήλο σαν δώρο τους εστέλνει τον φονιά τους να χαρούνε και ήσυχα τα πνεύματα στη λήθη να χαθούνε”. Ευθύς σιμά της έτρεξε, την κάρφωσε στον τοίχο, μ’ αυτό που δεν περίμενε ήταν τα δυο της χέρια που σαν αγκίστρια χώθηκαν μ’ ένα μονάχα ήχο και ξέσκισαν τα μάτια του σαν να ‘τανε μαχαίρια. Νεκροί κι δύο έπεσαν μέσα στα αίματά τους κι ο Θύμιος πισωπάτησε, κουνώντας το κεφάλι, ανάσα πια δεν έβγαινε, την κλέψαν τα μικρά τους, σωριάστηκε στο έδαφος νεκρός όπως κι άλλοι. Η Μάρω τότε κοίταξε, πριν χάσει το μυαλό της, και είδε τα αδέλφια της πα στο προσκέφαλό της. Τα πρόσωπά τους έμοιαζαν με κείνα του διαβόλου, μα κείνη δεν τη φόβισαν, δεν σκιάχτηκε καθόλου. Κατάλαβε πως ήρθανε εκδίκηση να πάρουν στον άδικό τους το χαμό τα σώματα να γδάρουν. Θαμμένα πλέον μυστικά μαζί με τα κορμιά τους, κανείς ποτέ δεν έμαθε πως έσβησ’ η γενιά τους. Θαμμένα μυστικά.docx Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Evanescent Posted August 1, 2013 Share Posted August 1, 2013 Είναι αξιέπαινη προσπάθεια, με ατμόσφαιρα, ροή και δυνατές εικόνες. Διαλέγεις όμως ποίηση με μέτρο και ομοιοκαταληξία. Και μάλιστα Ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Το γεγονός ότι αλλάζεις ανά δυο στροφές από ζευγαρωτή σε πλεκτή, δε με ξενίζει καθόλου, αντιθέτως αφήνει ωραία αίσθηση. Αλλά, - Δυστυχώς αυτό το μέτρο θέλει σχεδόν απόλυτη πειθαρχία. Είναι μουσική, κι ακούγεται φάλτσο να βγαίνεις απ' το μέτρο. Το κάνεις συχνά, τυχαίο παράδειγμα: "Τον έρωτα εμίσησε στη θέα τους η Μάρω, προτίμησε να έχει για ζευγάρι της τον Χάρο." Ομολογώ ότι ένα τέτοιας έκτασης ποίημα θέλει δουλειά και κόπο, αλλά κατά τη γνώμη μου, είναι κάτι που δεν μπορείς ν' αποφύγεις με "έμμεσες" λύσεις. Μην το πάρεις στραβά, δε θέλω να σε "διορθώσω", απλά προσπαθώ να δώσω το παράδειγμα: "Τον έρωτα εμίσησε στη θέα τους η Μάρω, προτίμησε και δέχτηκε για άντρα της το Χάρο." - Ασυναίρετα, ντοπιολαλιές, ιδιώματα, βοηθάνε και δίνουν λύσεις στο μέτρο αλλά απαιτούν σωστή χρήση. και είδε τα αδέλφια της πα στο προσκέφαλό της. Το ιδίωμα είναι "απά", κόβεις το -α για να βγει το μέτρο, δε χάνεται μεν το νόημα, χάνεται όμως η γλώσσα. Πολύ καλή αρχική μορφή, φαίνεται η δουλειά κι οι ώρες που ξόδεψες. Έχω την εντύπωση ότι αν το βασανίσεις εκεί που πονάει θα γίνει εξαιρετικό. 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mesmer Posted August 16, 2013 Share Posted August 16, 2013 Αρχικά να πω ότι αυτό που θέλησες να κάνεις ήταν ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα. Θέλεις να πεις μια ιστορία (μάλιστα τρόμου), αλλά θέλεις να έχει και ρυθμό (μέτρο), ομοιοκαταληξία, ατμόσφαιρα. Σίγουρα απαιτούνται πολλές γνώσεις και μεγάλη προσπάθεια για να τα καταφέρεις όλα στον ίδιο υψηλό βαθμό. Αλλά εδώ έδειξες το συγγραφικό θάρρος να κάνεις κάτι που δεν έχεις ξανακάνει (ή που δεν σε έχω ξαναδεί να κάνεις) κι αυτό είναι αρκετά σημαντικό. Η ιστορία σου είναι ενδιαφέρουσα. Όχι κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί, αλλά ο τρόπος που την παρουσιάζεις την κάνει να φαίνεται διαφορετική από άλλες παρόμοιες. Οφείλω να πω ότι κάπως με μπέρδεψε, κι αυτό συνέβη κυρίως από τις μικρές ολισθήσεις στο ρυθμό του ποιήματος, όπως επισημαίνει και παραπάνω ο Evanescent. Όταν χαλάει το μέτρο, αναγκαστικά, δημιουργούνται και κάποιοι αναγνωστικοί λόξυγκες που καθυστερούν την ανάγνωση και ως εκ τούτου την κατανόηση του ποιήματος. Γενικά, μια αρκετά ενδιαφέρουσα παρουσίαση μιας εξίσου ενδιαφέρουσα ιστορίας, που με λίγη περισσότερη φροντίδα μπορεί να αναδειχτεί ακόμη πιο πολύ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted August 21, 2013 Share Posted August 21, 2013 ( Συμπαίκτη Νεκτάριε, ελπίζω να έχεις μάθει πια ότι θέλω να είμαι ειλικρινής στα σχόλια, χωρίς κορδέλες. Η προσπάθειά σου - μάλλον, το αποτέλεσμα - δεν μου άρεσε. Παρακάτω σου εξηγώ το γιατί). Για να γράψεις τόσο μεγάλο ποίημα, πρέπει να είναι άψογο. Πρέπει να κυλάει άνετα, να έχει μουσικότητα και οι εικόνες να έρχονται φυσικά, αβίαστα. Τα θαμμένα μυστικά με κούρασαν. Θέλει πολλή δουλειά ακόμα για να γίνει αυτό που επιθυμείς. Πολύ μπέρδεμα, παραπάνω λέξεις από ό,τι χρειαζόταν σε κάτι στροφές, σαν να μην ήξερες πώς να συνεχίσεις και χρονοτριβούσες μέχρι να βρεις πάλι το ρυθμό, κάποιες άστοχες φράσεις, σε συνδυασμό με το πολύπλοκο οικογενειακό δράμα, με έκαναν να γυρνάω πίσω για να καταλάβω, χάλασαν το κλίμα. Το Φανταστικό το έβαλες στο τέλος (μόνο για να κρατάει την πόρτα! ), πράγμα που το βρήκα λίγο. Είναι ιστορία τρόμου, αλλά υπερφυσικού τρόμου (έπρεπε να είναι). Κι όμως, θα μπορούσε να είναι ακριβώς το ίδιο και χωρίς τα νεκροζώντανα παιδιά, θα μπορούσαν όλοι αυτοί να σκοτωθούν μεταξύ τους (όπως και έγινε, έτσι κι αλλιώς). πως άλλο δε βαστώ και την αλήθεια θα μιλήσω --> πως άλλο δε βαστώ, τα πάντα θα μιλήσω (πρόταση) κι εκείνη την εκάφρωσε με μάτια σαν τον Χάρο --> εκάρφωσε (τυπογραφικό) Μια χάρη Θύμιο κάνε μου και διώξ’ τη απ’ τη Μάνη --> βάλε ένα ν , "διώξ' την απ' τη Μάνη", ε; μια Μήδεια θα είναι και αυτή--> εδώ με εξαναγκάζεις να κάνω τον παραλληλισμό Γιατί ‘στε όλοι έκρυθμοι, σαν να σας βρήκε σφαίρα; --> Αλήθεια; Ο Νικολής, ο γιος του Θύμιου; "Έκρυθμοι"; Ευχαριστώ για το παιχνίδι. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
wordsmith Posted August 26, 2013 Share Posted August 26, 2013 Τόση φασαρία για έναν Θύμιο... Πολύ φιλόδοξη προσπάθεια να το γράψεις σαν ποίημα και φαίνεται η προσπάθεια που έκανες. Αλλά ίσως προσπαθώντας να τα πεις με ομοιοκαταληξία άφησες σε δεύτερη μοίρα την κατανόηση της πληροφορίας. Δε με πειράζει που το υπερφυσικό στοιχείο δεν είναι απαραίτητο και μπαίνει μόνο στο τέλος για να δώσει γοτθική ατμόσφαιρα, αλλά με πειράζει που, πχ, η πολύπλοκη οικογένεια του Θύμιου και της Άννας δεν εξηγείται καθόλου και θεωρείται δεδομένη, ενώ μέχρι πολύ αργά στο ποίημα δε μας έχεις δώσει αρκετές πληροφορίες για να συμπεράνουμε τι έχει γίνει. Εγώ κατάλαβα ότι όταν ο Θύμιος και η Άννα παντερύτηκαν, είχαν ήδη ο καθένας από ένα παιδί από προηγούμενο γάμο, ο Θύμιος τον Νικολή και η Άννα τη Μάρω. Αλλά κάτι τέτοια δε νομίζω ότι είναι συνηθισμένα σε ένα χωριό, όπως πρέπει να συμπεράνουμε από την ατμόσφαιρα, τη γλώσσα και τα ονόματα, οπότε ίσως θα έπρεπε να δίνεις και κάποιες εξηγήσεις γι' αυτό, έστω και απλώς να το παρουσιάζεις ως περίεργο, ότι και οι δύο ατύχησαν στους πρώτους τους γάμους κλπ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
niceguy0973 Posted August 27, 2013 Author Share Posted August 27, 2013 Συμφωνώ πως ήταν δύσκολο αυτό που επιχείρησα να κάνω και πως υπάρχουν αρκετά λάθη, αλλά μου άρεσε σαν ιδέα και είπα να το δοκιμάσω για πρώτη φορά. Μπορώ να πω μάλιστα πως στην πορεία ενθουσιάστηκα. Θα διαφωνήσω πως το φανταστικό υπάρχει στο τέλος. Αν διαβάσετε το κείμενο θα δείτε πως από το τρίτο κιόλας οκτάστιχο αναφέρομαι στις σκιές-φαντάσματα και πως συχνά γίνεται αναφορά μέχρι το τέλος. Όσον αφορά τώρα τη σύσταση της οικογένειας, επιτρέψτε μου να πω πως ξέρω καλά τις παλιές Μανιάτικες οικογένειες - λόγω καταγωγής - και η συγκεκριμένη είναι από τις νορμάλ περιπτώσεις... Ευχαριστώ για τις παρατηρήσεις σας... 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Myyst Posted August 28, 2013 Share Posted August 28, 2013 Κατ' αρχάς, (μιας και έχει αναφερθεί αρκετά παραπάνω), νομίζω ότι η ροή της πληροφορίας ήταν καλή. Η ιστορία δεν μου δημιούργησε απορίες. Και φυσικά στα χωριά είναι οι κατάλληλοι τόποι για τέτοιες ιστορίες! Από που έχουν ξεφυτρώσει τα τόσα τρομακτικά παραμύθια αν όχι από τα χωριά; Θα διαφωνήσω με τα σχόλια ως προς την χρήση του ποιητικού ύφους. (Και δεν νομίζω να συμφωνήσουν πολλοί ή πολλές μαζί μου). Το ποίημα δεν πρέπει να είναι άψογο. Τα πιο όμορφα ποιήματα δεν είναι. Η κατανόηση της πληροφορίας αναγκαστικά περνά σε δεύτερο επίπεδο και με τον ποιητικό λόγο αναδεικνύονται άλλες πτυχές. (Κι ας ψάχνει μετά ο αναγνώστης να καταλάβει, δεν πειράζει.) Πόλυ όμορφη προσπάθεια που πιστεύω ότι έχει κι άλλα στοιχεία να δώσει σαν ύφος μέσα από την γραφή σου. Το φανταστικό στοιχείο καταλαβαίνω πως εισέρχεται στην ιστορία και τι ρόλο έχει. Παρ' όλα αυτά και εγώ θεωρώ την ιστορία μη υπερφυσικό τρόμο. Να 'ναι η φωνήπεθαμένων φίλων μαςή φωνογράφος; (Γ. Σεφέρης) Το φάντασμα ως έννοια (ιδίως σε παραδοσιακά μοτίβα όπως αυτό των Θαμμένων Μυστικών) μερικές φορές ξεφεύγει εύκολα από το υπερφυσικό. Δεν είναι κακό για εμένα. Η βασική μου παρατήρηση είναι η εξής: Τόση φασαρία για έναν Θύμιο... Αυτό που νομίζω ότι χρειάζονται τα Θαμμένα Μυστικά είναι μία δόση παραλογισμού παραπάνω ή μία ακόμη διαστάση. Η ιστορία βασίζεται σε ένα οικογενειακό δράμα που μας μεταφέρεται ποιητικά, αλλά το δράμα είναι μικρό. Μόνοι τους σκοτωθήκανε, μόνοι τους ξεκληριστίκανε, κανένα ενδιαφέρον δεν είχαν για τους υπολοίπους, εκτός από το ότι ήταν άνθρωποι. (Μία ακόμη περίεργη άποψη μου.) Υ.Γ.: Γενικά μην ασχολείσαι με τα δικά μου σχόλια πολύ, εστιάζω σε παράξενες λεπτομέρειες. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
niceguy0973 Posted August 28, 2013 Author Share Posted August 28, 2013 Πίστεψέ με, έχω μάθει να ασχολούμαι με όλα τα σχόλια, θετικά κι αρνητικά, απλά και παράξενα... Κι έχω διδαχθεί πολλά από αυτά... Σε ευχαριστώ πολύ για τα σχόλιά σου. Συμφωνώ απόλυτα με το γεγονός πως διαδραμματίζεται μόνο μέσα σε μια οικογένεια. Θα μπορούσε να βγει και πιο έξω και να γίνει ακόμα πιο μεγάλο, αλλά πίστεψέ με, με δυσκόλεψε πολύ... πάααααρα πολύ, όμως. Αλλά το χάρηκα... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
adri Posted August 28, 2013 Share Posted August 28, 2013 Καλησπέρα σας και από μένα. Μου άρεσε πολύ αυτή σου η προσπάθεια. Για να είμαι πιο συγκεκριμένη θα έλεγα ότι διαβάζοντάς την, είχα εικόνες μπροστά μου.. είχα τα πρόσωπα, είχα το σκηνικό. Συνήθως δεν αρκεί μόνο η προσπάθεια και εδώ έρχομαι να συμφωνήσω. Ωστόσο στη συγκεκριμένη περίπτωση έχω το αποτέλεσμα. Επίσης μου αρέσει πολύ ο τρόπος που επέλεξες να αφηγηθείς την ιστορία σου. Τέλος, επειδή διάβασα και τις προηγούμενες αναφορές, θα έρθω να συμφωνήσω σε ότι αφορά την κατανόηση της πληροφορίας.. Σε κάποια σημεία χρειάστηκαν δύο φορές και τρεις φορές να καταλάβω αυτό που ήθελες να πεις, χωρίς βέβαια να με πειράξει. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted August 31, 2013 Share Posted August 31, 2013 Γενικά: μια τίμια και ειλικρινής προσπάθεια που χάνει στα σημεία. Πώς λένε στο μπάσκετ, you had a very nice team, αλλά ταλαιπωρήθηκε από τραυματισμούς. Μου άρεσε: όσο κι αν φανεί παράξενο στην εκλεκτή ομήγυρη, μου άρεσε ιδιαίτερα η επιλογή του μέσου έκφρασης (βλέπε παραδοσιακός ρυθμός). Θεωρώ επίσης ιδιαίτερα γενναία την απόφαση να προσθέσεις ΚΑΙ ομοιοκαταληξία, την οποία –και ας μη με λιθοβολήσουν οι ποιητές κι οι γνώστες αυτή της μορφής γραφής- καταφέρνεις και τη διεκπεραιώνεις αξιοπρεπέστατα. Κάποιες από τις εικόνες που περιγράφεις, ειδικά εκείνες που αφορούν τα αερικά είναι πολύ δυνατές. Δε μου άρεσε: Λίγο πολύ, αυτά που δε μου άρεσαν αναφέρθηκαν ήδη. Έχεις αρκετές φορές παραπατήσει τόσο στο ρυθμό ενός στίχου όσο και στην επιλογή των λέξεων. Κάποιες μοιάζουν πάρα πολύ λόγιες για να χωράνε σ’ ένα μανιάτικο μοιρολόι. Η γνώμη μου είναι να μην το αφήσεις καθόλου έτσι, να το δουλέψεις όσο περισσότερο μπορείς, χτενίζοντας και ξαναχτενίζοντας τη γραφή σου, ώστε να την κάνεις να λάμψει. Κάτι ακόμη που δε με ικανοποίησε όσο θα ήθελα, ήταν η σαφήνεια με την οποία περιγράφεται η επίδραση του υπερφυσικού στοιχείου (είδες και από τα προηγούμενα σχόλια ότι δεν κατάλαβαν όλοι και πολύ καλά τον ουσιαστικό ρόλο των αερικών). Και είναι κρίμα, γιατί μοιάζουν και να ακολουθούν τη Μάρω από το σημείο της ταφής τους και να τριγυρίζουν σαν ερινύες μέσα στο δωμάτιο κι αυτό είναι μια πολύ δυνατή εικόνα, κάτι που πραγματικά με ενθουσίασε. Επίσης υπήρχαν ασάφειες σχετικά με το ποιος είναι γιος ποιανού. Ίσως έπρεπε να γράψεις μια ακόμη στροφή εκεί που μιλάς για τη «οικογενειακή κατάσταση» των εμπλεκομένων, που να περιγράφει και να ενημερώνει για την ύπαρξη του Νικολή. Έτσι όπως είναι τώρα, η εισαγωγή της ύπαρξής του στο δράμα θυμίζει λίγο Άγκαθα Κρίστι: ποτέ δε μπορείς να βρεις το δολοφόνο, γιατί υπάρχει πάντα κάποιο παλιό αμάρτημα που φυσικά το αποκαλύπτει στην τελική σκηνή ο εκάστοτε Πουαρώ. Όμως εσύ εδώ δεν ψάχνεις για δολοφόνους, αλλά για το δράμα, την τραγωδία της κατάστασης. Οπότε το θεωρώ σοφότερο να τονίσεις την ύπαρξη όλων των προσώπων που θα λάβουν μέρος σε αυτήν. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Tiessa Posted August 31, 2013 Share Posted August 31, 2013 Δεν θα πρωτοτυπήσω και πολύ αν πω ότι κι εμένα μου φάνηκε πολύ μεγάλο και πολύ ζόρικο εγχείρημα να γράψεις ένα τόσο μεγάλο ποίημα. Προφανώς, κάτι τέτοιο έχει τα προβλήματά του και είναι αυτά που ανέφεραν οι προλαλήσαντες. Δεν είναι πάντα εύκολο να διατηρείς ομοιοκαταληξία και ρυθμό, οπότε κάποιες φορές μπορεί να πετάξεις τον άλλον έξω, να μείνει στην έκφραση και να χάσει πληροφορία. Γι αυτό ίσως υπήρχε μια μικρή δυσκολία στην πρώτη ανάγνωση να καταλάβω κάποιες σχέσεις, όπως ποιανού ήταν το κάθε παιδί. Μπορεί πάλι να φταίω μόνο εγώ, που δεν είμαι και πολύ συνηθισμένη στα ποιήματα, οπότε επειδή διάβαζα μια ιστορία γραμμένη σ' ένα μέσο με το οποίο δεν έχω και μεγάλη οικειότητα να δυσκολεύτηκα λίγο. Πιστεύω θα άξιζε τον κόπο να το χτενίσεις λίγο το κείμενο. Με ένα δεύτερο πέρασμα, θα βρεις κάποιες λέξεις πιο κατάλληλες ή θα αντιστρέψεις τη σύνταξη να έχει τον σωστό ρυθμό και να μην κολλάει πουθενά. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Airbourne Posted August 31, 2013 Share Posted August 31, 2013 Συμφωνώ με την Τιέσσα. Επίσης και εγώ δεν είμαι συνηθισμένος στο να διαβάζω ποίηματα (κακώς!) αλλά δεν μπορώ να πώ τουλάχιστον ένα μπράβο για την προσπάθεια και το γεγονός ότι πρέπει να κουράστηκες αρκετά για το δέσεις όλο αυτό και να το κάνεις να έχει ένα νόημα. Η ιστορία είναι καλή. Τα υπόλοιπα τα έχουν πεί οι περισσότερο έμπειροι από εμένα. Καλή συνέχεια... 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ad Noctum Posted September 26, 2013 Share Posted September 26, 2013 Εγώ με την ποίηση είμαι τσακωμένος. Προφανώς όταν έβρεχε ποίηση κρατούσα ομπρέλα και λοιπά κλισέ... Όταν είδα ποίηση, πήγα να το κλείσω! Αλήθεια λέω! Την τελευταία στιγμή όμως πριν πατήσω το "X" είδα το εξής: "Δυο χέρια, φτυάρια ξύλινα, με φλέβες δίχως αίμα, και χώνουν κείθε άτσαλα δυο σώματα π’ ελπίζουν" Εκεί είπα "όπα, για να του δώσουμε μία ευκαιρία"... Ναι, το διάβασα όλο. Ναι, μου άρεσε! Δεν περίμενα να βρω εξηγήσεις, δεν περίμενα να με τρομάξει ως ιστορία, περίμενα όμως να με ανταμείψει η λυρικότητά του (αν μπορώ να την πω έτσι). Και με αντάμειψε! Εύγε! Τώρα για λάθη και λοιπά, όπως κατάλαβες δεν είμαι ειδικός για να το κάνω και ήδη έχεις πάρει πολλά σχόλια πάνω σε αυτό. Φαντάζομαι ότι αν στρωθείς και εφαρμόσεις όσα πιστεύεις εσύ πρώτα απ' όλα ότι πρέπει να γίνουν, το ποίημα θα απογειωθεί! Εγώ... απλά θα περιμένω την επόμενη έκδοση ;) 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
niceguy0973 Posted September 26, 2013 Author Share Posted September 26, 2013 Εγώ με την ποίηση είμαι τσακωμένος. Προφανώς όταν έβρεχε ποίηση κρατούσα ομπρέλα και λοιπά κλισέ... Όταν είδα ποίηση, πήγα να το κλείσω! Αλήθεια λέω! Την τελευταία στιγμή όμως πριν πατήσω το "X" είδα το εξής: "Δυο χέρια, φτυάρια ξύλινα, με φλέβες δίχως αίμα, και χώνουν κείθε άτσαλα δυο σώματα π’ ελπίζουν" Εκεί είπα "όπα, για να του δώσουμε μία ευκαιρία"... Ναι, το διάβασα όλο. Ναι, μου άρεσε! Δεν περίμενα να βρω εξηγήσεις, δεν περίμενα να με τρομάξει ως ιστορία, περίμενα όμως να με ανταμείψει η λυρικότητά του (αν μπορώ να την πω έτσι). Και με αντάμειψε! Εύγε! Τώρα για λάθη και λοιπά, όπως κατάλαβες δεν είμαι ειδικός για να το κάνω και ήδη έχεις πάρει πολλά σχόλια πάνω σε αυτό. Φαντάζομαι ότι αν στρωθείς και εφαρμόσεις όσα πιστεύεις εσύ πρώτα απ' όλα ότι πρέπει να γίνουν, το ποίημα θα απογειωθεί! Εγώ... απλά θα περιμένω την επόμενη έκδοση ;) Σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια και χαίρομαι που σου άρεσε... 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.