ΔημήτρηςΤ Posted August 3, 2013 Share Posted August 3, 2013 (edited) Είδος: φανταζυΒία; ΌχιΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων: 3048Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Γράφω συνεχώς μικρά διηγήματα απ' το καλοκαίρι για εξάσκηση, με σκοπό να γίνω έστω λίγο πιο έμπειρος. Όποτε ελπίζω σε κριτική, μπας και διορθώσω λάθη που κάνω και γίνω λίγο καλύτεροςΑρχείο: Η μαγική συνταγή.doc Η μαγική συνταγή Το κερί έριχνε το λιπαρό του φως του στο δωματιάκι. Χίλιες φορές το είχε ανάψει ο γέρος και σύντομα θα έπρεπε να το αλλάξει. Η πηγή του φωτός, αργοπέθαινε στον πάγκο, τον γεμάτο χαρτιά και τόμους. Όμοια με τον πάγκο ήταν φορτωμένη κάθε επιφάνεια του δωματίου . Αυτός ο χώρος ανήκε φανερά σε άνθρωπο βιβλιοφάγο. Στον πάγκο, δίπλα στο υπερήλικο κερί, ο ασπρομάλλης άντρας διάβαζε απορροφημένος από έναν βαρύ τόμο. Που και που του ξέφευγαν μερικά άναρθρα μουρμουρητά, που φανέρωναν ικανοποίηση και περίσκεψη ή σήκωνε αργά την παλάμη του, έφερνε στα χείλη τον δείκτη του και άλλαζε σελίδα. Έξω είχε ξημερώσει από ώρα, αλλά αυτός δεν φαινόταν να το αντιλαμβάνεται και το κερί συνέχιζε να καίει. Στα πόδια του, μια γάτα εξίσου γέρικη με τον ιδιοκτήτη της, κοιμόταν κουλουριασμένη, γουργουρίζοντας ρυθμικά. Το μαύρο της τρίχωμα είχε χάσει την γυαλάδα του και σε μερικά σημεία ξεχώριζε το δέρμα. Το ένα της αυτί ήταν φαγωμένο στην άκρη. Παλιότερα της άρεσε να κάθεται στα πόδια του γέρου, αλλά αυτά τα χρόνια είχαν περάσει προ πολλού. Κάποια στιγμή η ήρεμη και καλοσυνάτη έκφραση του γέροντα άρχισε ν’ αλλάζει και έδωσε την θέση της σε έκπληξη και υπερδιέγερση. Τα χέρια του άρχισαν να τρέμουν ελαφρώς και τα μουρμουρητά πολλαπλασιάστηκαν. «Το βρήκα Φελίσια! Ακούς το βρήκα!» είπε με σπαστή φωνή, κοιτώντας την γάτα. Μίλησε χαμηλόφωνα αλλά η έντασή του ήταν φανερή. Η γάτα φάνηκε να καταλαβαίνει ότι απευθυνόταν σ’ αυτήν και άφησε ένα ερωτηματικό νιαούρισμα, μισοκοιμισμένη ακόμα. «Δεν ξέρεις τι σημαίνει αυτό ε; Δεν πειράζει καλή μου θα δεις σύντομα. Θα δεις με τα μάτια σου!» συνέχισε ο γέρος. «Έλα τώρα. Έλα να φας γιατί εγώ φεύγω.» Βγήκε απ’ το δωμάτιο κουτσαίνοντας και έβαλε σ’ ένα πιατάκι φαγητό για την Φελίσια που είχε σηκωθεί και τον είχε ακολουθήσει. Ύστερα φόρεσε την καλή του κάπα, έβαλε το πουγκί του στην τσέπη και βγήκε απ’ το σπίτι. Έξω οι κάτοικοι της πόλης κυκλοφορούσαν στους δρόμους κάτω απ΄ τον καθαρό ανοιξιάτικο ουρανό. Αχ, τι μέρα όμορφη, τι μέρα ονειρεμένη σκέφτηκε ο γέροντας παίρνοντας μια βαθιά ανάσα και τέντωσε τα χέρια του δεξιά κι αριστερά. Το μετάνιωσε αμέσως. «Αχ!» αναφώνησε καθώς μια σουβλιά πόνου τον κέντρισε. «Καταραμένα γεράματα.» μονολόγησε κατσούφικα. Περπάτησε λίγη ώρα σέρνοντας αργά τα πόδια του ώσπου έφτασε σ’ ένα μικρό μαγαζί. Η πινακίδα έγραφε «Μαντζούνια και Χορταρικά» και από κάτω με μικρότερα «Χίλντα του Γκορ. βοτανολόγος- μάγισσα». Ο γέρος άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα. Βρέθηκε σ’ ένα δωμάτιο που μύριζε κλεισούρα . Ο πάγκος ήταν άδειος και η ιδιοκτήτρια άφαντη. «Χίλντα» φώναξε μ’ όλη την δύναμη της φωνής του, που μεταξύ μας, δεν ήταν και τόσο δυνατή. Η λέξη πλανήθηκε στον χώρο νωθρά και εξατμίστηκε λίγο πριν φτάσει στους τοίχους. Είχε ξανάρθει εδώ μερικές φορές. Συγκεκριμένα κάθε φορά που του τέλειωνε η αλοιφή για τις αιμορροΐδες. Κοίταξε γύρω του. Ράφια γέμιζαν τον χώρο και στοιβαγμένα πάνω τους βρισκόταν πλήθος από βαζάκια με διάφορα βότανα στο εσωτερικό τους. Κάτω από κάθε ράφι υπήρχε μια ταμπελίτσα, αλλά τα γράμματα ήταν πολύ μικρά για να τα ξεχωρίσει από τόσο μακριά. Πλησίασε ένα ράφι όπου τα βαζάκια περιείχαν κάτι αποξηραμένα κλωναράκια. Turnera Diffusa, έγραφε. «Καλώς τον γερό-Βάλγκους.» ακούστηκε μια βραχνή φωνή πίσω του. «Ενδιαφέρεσαι για ένα βαζάκι νταμιάνα;» Ο γέρος στράφηκε. Η Χίλντα ήταν μια σταφιδιασμένη γριά, καμπουριασμένη και αδύναμη. «Λένε ότι ανεβάζει την ερωτική όρεξη και βοηθά εχμ.. πώς να το πω; Να σηκωθούν τα λάβαρα! Γνώρισες καμιά κοπελίτσα;» ο Βάλγκους κοκκίνισε ολόκληρος. «Εε.. όχι απλά κοιτούσα.» Η Χίλντα γέλασε βραχνά. «Καλά μην ταράζεσαι, πλάκα σου κάνω. Λοιπόν σου τέλειωσε η αλοιφή;» είπε. «Όχι, όχι. Θα ‘θελα..» έκανε μια παύση σαν να σκεφτόταν τι θα πει «..κάτι άλλο.» «Ώστε ήρθες όντως για την νταμιάνα.» είπε αμέσως η Χίλντα και τον κοίταξε επικριτικά. «Εε.. όχι άσε με να σου πω!» παραπονέθηκε ο Βάλγκους και έγινε πάλι κατακόκκινος. «Εντάξει, εντάξει, χωρατά κάνω» είπε η Χίλντα. «Τι θέλεις τότε;» «Να.. δύο κλωναράκια μάραθο, δύο χούφτες φύλλα αρτεμισίας και μια ρίζα σφερδουκλιού.» είπε με μιαν ανάσα. «Και μήπως ξέρεις που μπορώ να βρω ένα κέρατο μονόκερου;» συμπλήρωσε. «Τι τα θες όλα αυτά Βάλγκους; Μήπως το ‘ριξες στην μαγεία στην ηλικία σου;» ρώτησε η Χίλντα και τον κοίταξε εξεταστικά. Ο γέρος δεν απάντησε. «Είσαι τυχερός. Όλα αυτά τα ‘χω εγώ να στα δώσω, ακόμα και το κέρας μονόκερου, αλλά πρώτα πρέπει να μου πεις τι τα θες.» είπε. «Αυτό δεν είναι δικιά σου δουλειά.» είπε ο γέρος και σταύρωσε τα χέρια του μουτρωμένος. «Μα είναι. Εγώ ασχολούμαι με τα μαντζούνια και τα φίλτρα απ’ τα γεννοφάσκια μου. Ξέρω όλα τα μαγικά συστατικά απ’ έξω και ανακατωτά. Τι νομίζεις δεν θα σε καταλάβαινα; Λοιπόν αυτή είναι η συμφωνία. Θα στα δώσω όλα όσα μου ζήτησες τζάμπα αν μου πεις τι θα τα κάνεις.» «Ε όχι λοιπόν δεν θα γίνει το δικό σου και δεν μ’ αρέσει να με εκβιάζουν. Θα τα βρω αλλού. Καλημέρα σου.» είπε έξαλλος ο Βάλγκους και βγήκε απ’ το μαγαζί χτυπώντας με δύναμη την πόρτα πίσω του. Βέβαια το μετάνιωσε αμέσως μιας και το χέρι του πιάστηκε και πέρασε ώρα για να μπορέσει να το ξανακουνήσει. Όπως μετάνιωσε σύντομα και τα λόγια που είπε στην γριά μάγισσα. Είχε τριγυρίσει λίγο στην πόλη και βρήκε σε διάφορα μέρη τα φυτά που έψαχνε. Όμως κανείς δεν ήξερε να του πει για το κέρας του μονόκερου. Το είδος είχε χρόνια εξαφανιστεί και το κέρατό του ήταν κάτι παραπάνω από σπάνιο, τον ενημέρωσε ένας απ’ τους καταστηματάρχες. Ύστερα τον ρώτησε δήθεν αδιάφορα τι το ήθελε. Ο Βάλγκους του ευχήθηκε τότε υγεία και έφυγε βιαστικά. Τώρα κουρασμένος απ’ την πεζοπορία και ιδρωμένος απ’ τον ήλιο που είχε ορθωθεί στον ουρανό και έψηνε τους δρόμους της πόλης, κάθισε σε ένα παγκάκι να ξεκουράσει το καταπονημένο σώμα του. Ανακατωσούρες όλοι τους. Ανακατωσούρες και άχρηστοι, σκέφτηκε. Ειδικά αυτήν η Χίλντα. Πονηρή γυναίκα που είναι.. Να ανακατεύεται με τις δουλείες μου. Αλλά το γεγονός ότι μόνο αυτήν βρέθηκε να ‘χει το κέρατο του μονόκερου δεν άλλαζε μ’ αυτές τις σκέψεις. Θα πάω και θα της το πω. Άκουσε με κυρά-Χίλντα, δεν πρέπει να ρωτάς τους πελάτες πράγματα προσωπικά, όλοι το ξέρουν. Δώσε μου αυτά που σου ζήτησα να πάω στο καλό. Αχ βρε γερο-Βάλγκους ποιον κοροϊδεύεις, δεν θα πετύχει αυτό. Αν της έδινα παραπάνω χρήματα; Τι να τα κάνει τα χρήματα γριά γυναίκα, όμως; Και σάμπως τα’ χω να της τα δώσω; Τι να κάνω; Το κουδουνάκι χτύπησε καθώς η πόρτα άνοιξε και ο Βάλγκους μπήκε στο «Μαντζούνια και Χορταρικά». «Βρε, βρε, καλώς τον γερό-Βάλγκους.» τον καλωσόρισε η Χίλντα. Τον συμπαθούσε τον άντρα και της φαινόταν ευχάριστη η ντροπαλή του φύση. Δεν ήταν συχνός πελάτης αλλά ήταν απ’ τους αγαπημένους της. Της άρεσε να τον πειράζει. «Ήρθες για την νταμιάνα;» τον ρώτησε. Να ‘τος πάλι άλλαξε χρώμα, σκέφτηκε. «Σταμάτα επιτέλους με αυτή την νταμιάνα.» της είπε αυτός και η φωνή του φανέρωνε απόγνωση, «ήρθα για το κέρας του μονόκερου.» συνέχισε με επιβλητική φωνή, ίδιος ιππότης σε αποστολή. Αποσυρμένος αλλά ιππότης. «Α ναι, γι’ αυτό.» είπε η Χίλντα, «Σου είπα τι θα γίνει. Πρέπει να μου πεις τι το θες.» είπε η Χίλντα. Το κέρας μονόκερου ήταν ένας απ’ τους πιο δυνατούς μαγικούς καταλύτες. ήξερε η Χίλντα. Και τρομερά σπάνιος πια. Ήταν μεγάλη τύχη που έφτασε στα χέρια της ένα κομμάτι. Ήξερε πολλά ξόρκια και φίλτρα που απαιτούσαν το συγκεκριμένο συστατικό, αλλά κανένα που να περιλαμβάνει και τα υπόλοιπα φυτά που είχε ζητήσει ο Βάλγκους. Ποια χαμένη φόρμουλα να έχει ξεθάψει άραγε γέρος; αναρωτήθηκε. «Να σου πω. Στην εγγονή μου αρέσουν τα ζώα. Προψές διάβαζε, ένα βιβλίο για τους μονόκερους και το όμορφο κέρατό τους και σκέφτηκα τι καλά να της έκανα δώρο ένα. Τα βότανα τα θέλω για τσάι. Άντε τώρα να μου τα φέρεις.» είπε. Λοίτα να δεις τον παλιοψεύτη, τι πήγε και σκαρφίστηκε. «Βάλγκους θες να με θυμώσεις και μου λες ψέματα; Αφού εγγόνια δεν έχεις βρε κατεργάρη. Αυτό ήταν η προσφορά τέλειωσε. Πάει. Καλή σου μέρα.» «Όχι, όχι» παραπονέθηκε ο Βάλγκους. «Συγγνώμη, με συγχωρείς. Είναι που δεν ήθελα να σου πω και συ με αναγκάζεις. Αχ. Θα στα πω όλα. Σε παρακαλώ.» Η Χίλντα τον κοίταξε, και πήρε ένα βλέμμα τάχα ότι ζύγιζε τι να κάνει. «Καλά μ’ έπεισες. Είμαι καλός άνθρωπος εγώ. Σ’ ακούω λοιπόν.» Ο Βάλγκους χαμήλωσε το κεφάλι νικημένος και άρχισε να μιλάει. «Σ’ όλους λέω πως περνάω τις μέρες μου, γράφοντας την ιστορία της ζωής μου.» είπε, «Αλλά δεν είναι αλήθεια. Κάθε μέρα και κάθε βράδυ της ζωής μου είχα έναν στόχο. Να βρω το μυστικό της μακροζωίας. Δεν ήταν εύκολο αλλά τα κατάφερα. Μελέτησα πάνω από εκατό τόμους και μια ντουζίνα αλληλογραφίες. Μου στοίχισε όλα τα λεφτά που είχα και τον γάμο μου, αλλά το βρήκα. Μ’ ακούς; Το βρήκα! Είναι εκεί κρυμμένο πίσω απ’ τις λέξεις των βιβλίων και περιμένει τον αποφασισμένο άνθρωπο να το ανακαλύψει.» φόρεσε ένα χαμόγελο ευτυχίας στο πρόσωπο, «Το φίλτρο που σε ξανακάνει νέο υπάρχει! Όπως μου τα έλεγε η γιαγιά μου, όταν ήμουν αγόρι. Τώρα ξέρεις κι ας τα λες παραμύθια.» «Χμ.. μεγάλα λόγια ακούω, Βάλγκους. Είσαι σίγουρος πως δεν σ’ έπιασαν κορόιδο; Ή πως δεν ξεμωράθηκες απλά;» Ο Βάλγκους έγινε παντζάρι. «Φυσικά και είμαι σίγουρος, νομίζεις πως θα έλεγα τέτοια πράγματα αν δεν ήμουν;» έφτυσε της λέξεις μία-μία. «Δεν ξέρω έχουν ακούσει πολλά τα’ αυτιά μου. Όχι ξέρεις κάτι, σε πιστεύω. Το ένστικτό μου δεν με ξεγελάει ποτέ. Τα εννοείς τα λόγια σου. Η συμφωνία μας άλλαξε. Θα μου πεις ακριβώς την συνταγή και θα γίνουμε κι οι δύο νέοι. Τι λες;» τον ρώτησε καλοσυνάτα. «Αυτό δεν είναι δίκαιο, δεν μπορείς να αλλάξεις την συμφωνία.» πέταξε ο Βάλγκους. Μετά σώπασε και το σκέφτηκε. «Εντάξει δεν έχω πρόβλημα μ’ αυτό. Μόνο να μην το πεις πουθενά, εντάξει;» «Τάφος.» ψιθύρισε συνωμοτικά η Χίλντα. «Τότε θα πάω σπίτι να φέρω τις σημειώσεις μου και θα γυρίσω. Γεια σου.» «Στο καλό.» Βρε λες, να ‘μαι τόσο τυχερή; αναρωτήθηκε η Χίλντα. Αυτό που είχε μάθει τόσα χρόνια μάγισσα ήταν ότι τα πάντα ήταν δυνατά σ’ αυτόν τον κόσμο. Πάντως αυτονόητα, θα έβαζε τον Βάλγκους να δοκιμάσει πρώτος το φίλτρο. Φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά, δεν λένε; Αρκετή ώρα μετά, ο Βάλγκους επέστρεψε. Στο ένα χέρι κρατούσε ένα πάκο περγαμηνές και στο άλλο την Φελίσια. «Άργησες. Δεν είναι ευγενικό να κάνεις μια κυρία να περιμένει.» τον χαιρέτισε ψυχρά η Χίλντα. Μετά πλησίασε βιαστικά με το βλέμμα καρφωμένο στην γάτα. «Βρε κοίτα να δεις μια ομορφιά που ήρθε στο μαγαζί.» είπε βραχνά και χάιδεψε την γάτα που κρεμόταν στο χέρι του Βάλγκους. «Πως σε λένε καλή μου;» «Φελίσια!» πετάχτηκε ο Βάλγκους. «Χαίρομαι που σε γνωρίζω καλή μου» είπε η Χίλντα και κούνησε την πατούσα της γάτας σε χειραψία. «Νιάου» απάντησε η Φελίσια Ο Βάλγκους την άφησε στο πάτωμα και έτεινε τα χαρτιά στην Χίλντα. «Ορίστε αυτή είναι η συνταγή.» είπε. Αυτήν άρπαξε τα χαρτιά και αφοσιώθηκε στην ανάγνωση τους. Κάποια στιγμή κάτι ακούστηκε να σπάει και η γριά σήκωσε το βλέμμα να δει. Η γάτα, που απ’ ότι φαινόταν ένοιωθε σαν το σπίτι της, στεκόταν πάνω από ένα θρυμματισμένο βαζάκι και μύριζε το περιεχόμενο του με περιέργεια. Ο Βάλγκους της φώναξε και την άρπαξε στην αγκαλιά του. Η Χίλντα κατέβασε πάλι το βλέμμα στις περγαμηνές εντελώς ατάραχη. «Μάλιστα.» είπε μόλις τελείωσε, «Η συνταγή φαίνεται εντάξει. Όλα τα βήματα ήταν καλογραμμένα. Λίγο με δυσκόλεψαν τα γράμματα σου.» έκανε μια μικρή παύση, «Είναι βέβαια δύσκολη διαδικασία και είσαι τυχερός που σε βοηθάω γιατί διαφορετικά όλο και κάποιο λαθάκι θα έκανες και θα αποκτούσες ουρά ή τίποτα χειρότερο. Πολλά βήματα βρε παιδί μου. Αλλά όχι ασυνήθιστα» έριξε ένα σκεφτικό βλέμμα εναλλάξ στις περγαμηνές και τον Βάλγκους. «Πόση ώρα σου πήρε να τα γράψεις όλα αυτά;» «Δέκα χρόνια.» απάντησε στωικά ο Βάλγκους. Η Χίλντα είχε αποσυρθεί εδώ και ώρα στο πίσω δωμάτιο του «Μαντζούνια και χορταρικά» αφήνοντας τον Βάλγκους και την Φελίσια μόνους στο μαγαζί. Ο γέρος είχε κάτσει μια καρεκλίτσα και έτριβε τον σβέρκο του, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να καταλάβει τι συνέβαινε στο διπλανό δωμάτιο. Στα αυτιά του έφτανε φασαρία μεγάλη και ορυμαγδός, λες και πίσω απ’ την κλειστή πόρτα γινόταν πόλεμος. Άκουγε αντικείμενα να σπάνε και πράγματα να ανατινάζονται ενώ που και που νόμιζε πως άκουγε συζητήσεις. Ήξερε την συνταγή, αυτός την έγραψε, και τα πράγματα που απαιτούνταν απ’ τον παρασκευαστή ήταν τελείως παράλογα. «Βήμα 6: Ψιλοκόβεις την ρίζα του σφερδουκλιού. Βήμα 7: Κρατάς τα κομματάκια στο δεξί σου χέρι και τα πετάς ένα-ένα ψηλά, ώστε ν’ αγγίξουν το ταβάνι και να προσγειωθούν στο καζάνι. Αν κάποιο πέσει κάτω πήγαινε στο Βήμα 1». Τρελά πράγματα. Αναρωτήθηκε τι θα έκανε αν δεν έβρισκε την Χίλντα. Σίγουρα θα ήταν χαμένος. Αλλά κι η Χίλντα; Μπορούσε να τα κάνει όλα αυτά; Μήπως κάτι δεν πήγαινε καλά; Η καρδιά του Βάλγκους είχε σφιχτεί από αγωνία. Κάποια στιγμή μην αντέχοντας την αναμονή, μισάνοιξε την πόρτα του πίσω δωματίου και έχωσε το κεφάλι στο άνοιγμα. Η Φελίσια τον ακολούθησε όλο περιέργεια και κοίταξε κι αυτήν προσεκτικά. «Χίλντα όλα καλά;» ρώτησε διστακτικά και προσπάθησε να προσαρμόσει την όρασή του στο σχεδόν απόλυτο σκοτάδι του δωματίου και να διακρίνει τι γίνεται. Δεν πρόλαβε όμως γιατί με το που τέλειωσε την ερώτηση, ένα αντικείμενο προσγειώθηκε με δύναμη δίπλα απ’ το κεφάλι του. Ένα βαρύ γκντουπ ακούστηκε και η Φελίσια νιαούρισε αγριεμένη. Ο Βάλγκους έκλεισε βιαστικά την πόρτα και γύρισε ήσυχα, σχεδόν πειθήνια, στην καρέκλα. Κάποια στιγμή οι θόρυβοι κόπασαν και η Χίλντα φάνηκε στην πόρτα . Ο Βάλγκους σηκώθηκε γρήγορα, με τον ίδιο τρόπο που σηκώνονται οι άντρες όταν η μαμή βγει απ’ το δωμάτιο της γέννας, να τους πει πως παν τα πράγματα. Η Χίλντα κρατούσε στο χέρι της, αντί για μωρό, ένα γυάλινο μπουκαλάκι, γεμισμένο μέχρι πάνω με ένα πράσινο αναβράζον υγρό, που έβγαζε ατμούς. «Έτοιμο» είπε και η ένταση της φωνής της ήταν λίγο χαμηλότερη από αυτήν του συνηθισμένου ψιθύρου. Στα μάτια του Βάλγκους φαινόταν καταβεβλημένη. Το πρόσωπό της ήταν ιδρωμένο και τα ρούχα της βρομισμένα. Προχώρησε αργά, άφησε το μπουκαλάκι στον πάγκο και σωριάστηκε στην καρέκλα που μέχρι πρότινος καθόταν ο Βάλγκους. «Είσαι καλά;» την ρώτησε. «Άψογα..» είπε αυτή, αλλά ο Βάλγκους δεν κατάφερε να την ακούσει καθώς η Φελίσια αποφάσισε να αφήσει ένα σιγανό νιαούρισμα εκείνη την στιγμή, καλύπτοντας τελείως την φωνή της Χίλντα. Ο Βάλγκους βάλθηκε να της κάνει αέρα με μια βεντάλια που βρήκε παραδίπλα και αρκετή ώρα μετά η Χίλντα ανέκτησε ένα μικρό μέρος της ενεργητικότητάς της. «Λοιπόν είναι έτοιμο.» είπε άτονα, «ώρα να δούμε τι πουλιά πιάσαμε. Μιας και δικιά σου είναι η συνταγή, μου φαίνεται σωστό να δοκιμάσεις πρώτος.» Ο Βάλγκους δεν κατάλαβε τον πονηρό τρόπο που σκεφτόταν η μάγισσα. Αλλά βλέποντας την έτσι καταπονημένη, είχε αρχίσει να την συμπαθεί. Έπρεπε να είναι ευγενικός και να την αφήσει να δοκιμάσει αυτή το υπέροχο φίλτρο. «Όχι καλή μου Χίλντα. Εσύ την έκανες όλη την δουλειά. Εσύ αξίζεις να πιείς το φίλτρο πρώτη. Άλλωστε προηγούνται οι κυρίες.» «Επιμένω Βάλγκους. Εσύ πρώτος.» «Κι εγώ επιμένω. Εσύ πρώτη.» Αν η Χίλντα δεν ήταν τόσο κουρασμένη θα είχε κατατροπώσει ήδη τις αντιστάσεις του Βάλγκους, αλλά με το ζόρι κατάφερνε να μιλήσει. Σιώπησε και έριξε πίσω το κεφάλι της απελπισμένη. Τότε ο Βάλγκους μίλησε. «Υπάρχει κάτι που δεν σου είπα.» είπε, «Να, σκεφτόμουν την αγαπημένη μου Φελίσια. Έχει γεράσει κι αυτή βλέπεις και δεν μπορώ να την αποχωριστώ. Θα ήθελα αν συμφωνείς να την αφήσουμε να δοκιμάσει αυτή πρώτη. Υπάρχει αρκετό φίλτρο και για τους τρεις μας;» Βολικό, σκέφτηκε η Χίλντα, Πολύ βολικό. «Φυσικά, καλή ιδέα. Είσαι καλός άνθρωπος. Εμπρός λοιπόν.» είπε στον Βάλγκους και του έδειξε ένα μικρό σκεύος. Αυτός χαμογέλασε ευτυχισμένος. Μετά στράφηκε στην Φελίσια. «Ψιτ ψιίτ έλα εδώ καλή μου. Έλα σου έχω κάτι να πιείς. Θα σου κάνει καλό.» Την ανέβασε στον πάγκο και έριξε λίγο απ’ το πράσινο υγρό, στο σκεύος. Η Φελίσια το μυρίστηκε διστακτικά και ύστερα άρχισε να καταπίνει με την γλώσσα της. «Μπράβο. Μπράβο Φελίσια. Τώρα θα γίνεις δυνατή και νέα όπως ήσουν κάποτε.» Σύντομα η Φελίσια τέλειωσε και στράφηκε στον ιδιοκτήτη της. Ο Βάλγκους την κοίταζε έντονα περιμένοντας τις αλλαγές να συμβούν. Την κοίταξε, την ξανακοίταξε και τίποτα δεν συνέβη. Πέρασαν πέντε λεπτά, πέρασαν δέκα και η γάτα παρέμενε ίδια και απαράλλακτη. Γύρισε σαστισμένος προς την μεριά της Χίλντα ψάχνοντας μια εξήγηση. Η γριά κοιμόταν του καλού καιρού. Ο Βάλγκους την σκούντηξε, της φώναξε αλλά δεν κατάφερε να την ξυπνήσει. Απογοητευμένος σήκωσε την γάτα στα χέρια του και έφυγε απ’ το μαγαζί. «Πάμε Φελίσια, φαίνεται χάρηκα πολύ νωρίς. Ήταν πολύ καλό για να ‘ναι αληθινό τελικά. Πάμε, θα ξαναπεράσουμε αύριο, που θα ‘χει ξεκουραστεί η Χίλντα.» Περπάτησε αργά μέχρι το σπίτι του, μες στην νύχτα που είχε πλέον απλώσει το πέπλο της στην πόλη. Λυπημένος, φόρεσε τα νυχτικά του και ξάπλωσε προσεκτικά στο κρεβάτι. Έριξε μια τελευταία ματιά στην Φελίσια που είχε ξαπλώσει στο πάτωμα. Φαινόταν εξίσου γριά με χθες. Μια μέρα γηραιότερη. Κρίμα, σκέφτηκε και τον πήρε ο ύπνος. Μες στα μαύρα μεσάνυχτα, ο ήχος τζαμιού που σπάει, ξύπνησε απότομα τον Βάλγκους. Σηκώθηκε όσο πιο γρήγορα μπορούσε και κίνησε για την κουζίνα. Κάτι είχε σπάσει το παράθυρο πάνω απ’ το τραπέζι γεμίζοντας το έπιπλο με κομμάτια σπασμένου γυαλιού. Κλέφτες, σκέφτηκε έντρομος ο γέρος και κοίταξε έναν γύρω το δωμάτιο. Κανείς δεν είχε μπει στο σπίτι. Έψαξε τα υπόλοιπα δωμάτια και δεν βρήκε κανέναν. Στην κυριολεξία κανέναν, συνειδητοποίησε μόλις ησύχασε κάπως. Η Φελίσια είχε κάνει φτερά. Τις επόμενες μέρες, ρίχτηκε στην αναζήτηση της χαμένης του συντρόφου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Τι κι αν γύρισε όλη την γειτονιά, τόσες φορές που τα πόδια του τον πονούσαν με κάθε βήμα. Η γάτα είχε γίνει άφαντη. Όταν τελικά παραιτήθηκε απ’ την προσπάθεια, κλειδώθηκε στο σπίτι του καταλυπημένος. Αυτό το καταραμένο το φίλτρο έφταιγε. Ποιος ξέρει τι είχε συμβεί στην καημένη την Φελίσια; Να ‘ταν ζωντανή τώρα; Έτσι μόνος και απελπισμένος βούλιαζε όλο και περισσότερο στις σκέψεις του μέρα με την μέρα. Κάτω απ’ το φως του φεγγαριού, μια μορφή περπατούσε στο σκοτάδι. Ήταν μια μαυρομάλλουσα γυναίκα. Δεν θα ‘χε πολλά χρόνια που πέρασε την εφηβεία, αλλά το βαθύ βλέμμα της σ’ έκανε να νομίζεις πως είχε ζήσει πολλά. Τα βήματά της την έφεραν σε μια μικρή πλατεία καλυμμένη με χαμηλό γρασίδι. Μια μικρή γάτα έπαιζε με κάποιο έντομο. Η νεαρή πλησίασε ήσυχα. Η γάτα την εντόπισε και παράτησε το θήραμά της, παρατηρώντας την νεοφερμένη εξεταστικά. Η γυναίκα πλησίασε κοντά και κάθισε στα γόνατα της. «Μωρέ κοίτα να δεις ποια είναι δω. Η γριά Φελίσια δεν είναι; Τρόμαξα να σε γνωρίσω, έγινες άλλη γάτα. Τι λες μήπως είναι ώρα να επισκεφτούμε τον φίλο μας τον Βάλγκους;» «Νιάου» απάντησε η Φελίσια απαλά και χαϊδεύτηκε στα πόδια της Χίλντα. Edited August 3, 2013 by Tyelcur 4 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Viktor_S Posted August 4, 2013 Share Posted August 4, 2013 Μου άρεσε πολύ το κείμενο σου. Πιστεύω πως κάθε ιστορία φαντασίας πρέπει να έχει και μια δόση αληθοφάνειας. Κάνει την ιστορία πιο εύπεπτη και πιστευτή. Χρησιμοποίησες αληθινά βότανα π.χ. νταμιάνα τον οποίων την ύπαρξη αγνοούσα και έψαξα στο ιντερνετ για να μάθω περισσότερα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
ΔημήτρηςΤ Posted August 4, 2013 Author Share Posted August 4, 2013 Ευχαριστώ για την ανάγνωση και για το σχόλιο που άφησες! Είναι ενδιαφέρον να μαθαίνεις τέτοια πραγματάκια! Και 'γω τώρα την έμαθα την νταμιάνα (αχρείαστη να 'ναι). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Pooka Posted August 18, 2013 Share Posted August 18, 2013 Χαχαχαχαχ καταπληκτική η ιστορία σου! Πραγματικά την απόλαυσα και τη διασκέδασα! Και θέλει αρκετό κόπο να γράψεις χιουμοριστικά. Μπράβο! υγ: τσέκαρε και την μπρουγκμάνσια! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted August 21, 2013 Share Posted August 21, 2013 Ανάλαφρο και ενδιαφέρον, μου άρεσε πολύ. Μου άρεσε ο ρυθμός του, το ύφος του, η αλλιώτικη οπτική του θέματος (του αιώνιου θέματος). Λίγη προσοχή θα ήθελε στην πλοκή: παραγίνεται εύκολα κάτι τόσο μεγάλο (το αιώνιο θέμα! ). Επίσης, ο Βάλγκους στην αρχή μοιάζει με μάγο, ήμουν σίγουρη ότι ήταν μάγος ώσπου πήγε στο μαγαζί με τα μαντζούνια. Πάνω σ' αυτό ίσως να χωρούσε λίγο παιχνίδι με την Χίλντα, και εδώ που τα λέμε, έτσι θα γινόταν και πιο πιστευτός. Πώς κατάφερε να ανακαλύψει αυτό που ανακάλυψε, πώς ήξερε πού να ψάξει; Επίσης, ποια η χρησιμότητα του μάγου/της μάγισσας, όταν ο καθένας μπορεί απλά να φτιάξει ένα μαγικό φίλτρο, αρκεί να βρει τη συνταγή; (Στην αρχή ήθελε να το κάνει μόνος του, πράγμα που βρίσκω λάθος: θα έπρεπε να την χρειάζεται την Χίλντα, και όχι μόνο τα υλικά που θα του πούλαγε). Ήθελε, δηλαδή, βάσεις η κοσμοπλασία σου, για να γίνει αυτό το ευχάριστο διήγημα στέρεο, να μην του λείπει τίποτα. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
ΔημήτρηςΤ Posted August 21, 2013 Author Share Posted August 21, 2013 (edited) Cassandra χαίρομαι που σου άρεσε και σ' ευχαριστώ για την κριτική! Έχεις δίκιο αν έκανα τον Βάλγκους μάγο, θα γινόταν πιο πιστευτή η ιστορία. Πολύ κρίμα που δεν το σκέφτηκα. Ίσως να αξίζει ένα rewrite μόνο και μόνο γι' αυτό. Όντως φάνηκε εύκολο να βρει μια τόσο δυνατή συνταγή. Αν ήταν μάγος θα ήταν πιο λογικό να τα καταφέρει. Όσον αφορά τον λόγο που χρειάζεσαι μια μάγισσα: Με σιγουριά μπορούμε να πούμε πως είναι καλά εκπαιδευμένη στην καλαθοσφαίρηση. Ποιος ξέρει τι άλλο; υ.γ. όσα ανέφερες δεν τα 'χα σκεφτεί και πολύ. Είναι η δεύτερη φορά που σχολιάζεις ιστορία μου και είναι η δεύτερα φορά που μαθαίνω κάτι. Δηλαδή πως πρέπει να κάνω περισσότερες ερωτήσεις στον εαυτό μου για το πως λειτουργεί ο κόσμος της κάθε ιστορίας και όσα συμβαίνουν σ' αυτόν. Εκτιμώ πολύ την κριτική σου γιατί είναι ειλικρινής και εύστοχη. Edited August 21, 2013 by Tyelcur Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted August 22, 2013 Share Posted August 22, 2013 Όχι, έτσι έχει πιο πολύ ενδιαφέρον (που δεν είναι μάγος λέω). Απλά θα ήταν πιο πιστευτός αν τόνιζες αυτή την ιδιαιτερότητα "δεν είμαι μάγος αλλά σας έχω όλους", αν έβαζες την Χίλντα να τραβάει τα μαλλιά της για πώς τα κατάφερε έτσι ένας Μαγκλ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted September 24, 2013 Share Posted September 24, 2013 Τι όμορφο που είναι τούτο δώ! Πραγματικά το ευχαριστήθηκα, το απόλαυσα Και όσο το σκέφτομαι, δηλαδή... Έχεις φτιάξει μια μαγική ιστοριούλα σχεδόν από το τίποτα. Και για να εξηγηθώ, δεν έχει σύγκρουση, δεν έχει ουσιαστικούς χαρακτήρες παρά τύπους, πολύ κλασικούς κι όλας, δεν έχει κάνα θέμα που να μπορείς να το απομονώσεις και να πεις "ουάου, κοίτα τι σκέφτηκε τώρα", βασικά, δεν έχει καν πλοκή. Και όμως, κοίτα τώρα που οι δόσεις από όλα αυτά που έχεις βάλει δουλέυουνε τόσο πολύ όμορφα και φτιάχνουνε μια μαγική αφήγηση που εγώ πιστεύω πως μπορεί να την ευχαριστηθεί κάθε ηλικία. Σωστή δόση χιούμορ, σωστή δόση έντασης, οι χαρακτήρες ακριβώς όσο χρειάζονται για να τους συμπαθήσεις με μιας, η αφήγηση μεστή, οι εικόνες καθαρές. Ειλικρινά μπράβο Δεν νομίζω πως έχω διαβάσει κάτι άλλο δικό σου, δηλώνω ενθουσιασμένη τόσο με την ειλικρίνια στη γραφή σου, όσο και με τον πολύ έξυπνο τρόπο με τον οποίο την έχεις οργανώσει. Αν κάποια στιγμή την ξαναπιάσεις, έτσι για τα πρακτικά, α) συμφωνώ με την Άννα απολύτως, θα ήθελα να δω κι εγώ τη Χίλντα να τραβάει τα μαλλιά της επειδή ένας μαγκλ κατάφερε να βρει εκείνο που ψάχνουνε οι μάγοι χρόνια. Το θεωρώ κι εγώ πολύ ωραία ιδέα. β) θα μπορούσες λίγο ακόμα να ξεκαθαρίσεις τις οπτικές γωνίες και το πού πραγματικά χρειάζεσαι την αλλαγή τους. Αν δώσεις έμφαση στο να αγανακτήσει λίγο η Χίλντα, τότε η πρώτη σου αλλαγή θα γινόταν και απόλυτα καθαρή και χρήσιμη γ) κάνε λίγη δουλειά ακόμα με τη στίξη σου, πάρε κάνα δυο αποφάσεις Βεβαίως, εγώ την απόλαυσα ως έχει επομένως και οι όποιες παρατηρήσεις είναι καθαρά καλλωπιστικές. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
ΔημήτρηςΤ Posted September 29, 2013 Author Share Posted September 29, 2013 @Nienor: Ακριβώς το ίδιο πράγμα σκεφτόμουν κι εγώ. Το διάβαζα (όσο πιο αντικειμενικά μπορούσα) και αναρωτιόμουν πώς γίνεται να μ' αρέσει ενώ έχει τόσο υποτυπώδη πλοκή. Αποφάσισα πως έχει να κάνει με το ελαφρύ χιούμορ που δίνει ανάλαφρο τόνο στην ιστορία. Δηλαδή πως να είσαι ως αφηγητής λίγο πειραχτήρι με τους πρωταγωνιστές σου μπορεί να τους κάνει περισσότερο συμπαθητικούς. Δεν ξέρω αν ισχύει αλλά προς τα 'κει κλίνω. Κρατάω και τα α) β) σε περίπτωση που το ξαναπιάσω και κυρίως το γ) γιατί όντως δεν νοιώθω ικανοποιημένος με την στίξη στα κείμενα μου. Ακόμη και θαυμαστικό να πάω να βάλω το σκέφτομαι πολύ, δεν νοιώθω σίγουρος. Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια και χαίρομαι πολύ που σου άρεσε. O.T. Δεν ξέρω πως φαίνεται που το ζητάω, αλλά θα το εκτιμούσα πολύ αν μπορούσες να διαβάσεις την ιστορία "η περιπέτεια του Τροντ" και να μου πεις την γνώμη σου (αν δουλεύει δηλαδή ή κάπου χαλάει η συναγή. Δεν είμαι σίγουρος πιο απ' τα δύο ισχύει αν και νομίζω το πρώτο. Δεν έχω πάρει καμιά άποψη ακόμα). Έχει κοντινό στυλ, λίγο πιο δομημένη πλοκή και λίγο πιο έντονο χιούμορ. Καμιά πίεση εννοείται! ;) Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
gismofbi Posted December 23, 2013 Share Posted December 23, 2013 Γενικά εντυπωσιάζομαι πολύ όταν κάποιος περιγράφει κάποιον χώρο ή χαρακτήρα και δίνει σημασία σε ασήμαντες λεπτομέρειες που όμως κάνουν το κείμενο αληθοφανές. Π.χ. η γάτα που το ένα της αυτί ήταν φαγωμένο στην άκρη, ο γέρος που είχε κάτσει σε μια καρεκλίτσα και έτριβε τον σβέρκο του. Κατάλαβες τι εννοώ. Ήταν ωραίες και ολοκληρωμένες εικόνες λες και τις έζησες στα αλήθεια και δεν τις φαντάστηκες απλά και επιφανειακά. Γενικά ωραία ιστορία και παρόλο που πραγματεύεται ένα κλισέ στόρι με χαρακτήρες που δεν συγκρούονται και πολύ, προσωπικά το διασκέδασα και το ευχαριστήθηκα. Στα αρνητικά μου ήταν όπως προείπαν και τα υπόλοιπα παιδιά ο απλός τρόπος που βρήκε τη συνταγή ο γέρος ενώ εξειδικευμένοι μάγοι την αγνοούσαν, η Χίλντα που την περίμενα πιο δυναμική και μυστηριώδη ως μάγισσα, και πρόσεξε λίγο στίξη και συντακτικά λαθάκια. Το τέλος αν και ωραίο και ανατρεπτικό, αισθάνομαι ότι του λείπει κάτι. Ξαναδες το αν θέλεις. Νιώθω ότι γίνεται απλά για την ανατροπή ως αυτοσκοπός. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
elgalla Posted December 23, 2013 Share Posted December 23, 2013 Το "Μαγικό Φίλτρο" του Michael Ende ήταν ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία ως παιδίσκη και, επομένως, οτιδήποτε μου το θυμίζει δεν θα μπορούσε παρά να φέρει αυτόματα ένα χαμόγελο στο πρόσωπό μου. Μου άρεσε η ιστορία σου, αν και τελειώνει κάπως απότομα και αφήνοντας ερωτηματικά. Για παράδειγμα, είναι πράγματι λογικό κάποιος που έχει ξοδέψει όλη του την περιουσία και τόσα χρόνια από τη ζωή του αναζητώντας κάτι να έχει μια τόσο ουδέτερη αντίδραση; Δεν θύμωσε, δεν πείσμωσε, δεν καταρρακώθηκε που όλα ήταν για το τίποτα, απλά σκέφτηκε "κρίμα" κι έπεσε λυπημένος για ύπνο; Τι τον έσπρωξε να μην πετάξει το φίλτρο τελείως από τη στιγμή που είδε ότι δεν είχε αποτέλεσμα; Δεν ήθελε π.χ. να νομίσει η Χίλντα ότι το ήπιε όλο ο ίδιος κι εξαφανίστηκε αθετώντας τη συμφωνία τους; Και, τέλος, ποια είναι η λογική στο ότι η Χίλντα έψαξε τη γάτα και μετά αποφάσισε να πάει στον Βάλγκους αντί να πάει απευθείας σ'αυτόν και να του πει τα καλά νέα; Γιατί περίμενε μια βδομάδα; Γενικά, δεν ξέρω, κάτι στο τέλος δεν με πείθει απόλυτα. Η στίξη σου πράγματι θέλει αρκετή δουλειά. Οι τόσες αναφορές στο κερί στην αρχή του κειμένου είναι μάλλον πλεονασμός, μας λες από δύο φορές ότι κοντεύει στο τέλος του και από άλλες δύο ότι είναι πάνω στον πάγκο. Η χημεία των χαρακτήρων είναι πολύ καλή, όμως, και από τη στιγμή που μπαίνει ο διάλογος στο παιχνίδι ο λόγος σου μοιάζει να βγαίνει λίγο πιο αβίαστα και φυσικά, σαν να το έγραφες πιο αυθόρμητα και να μην το σκεφτόσουν υπερβολικά. Πολύ διασκεδαστική και χαριτωμένη ιστορία, γενικά, μπράβο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Αγγελίνα Posted January 5, 2014 Share Posted January 5, 2014 Μου άρεσε πολύ η ιστορία σου. Ήταν ευχάριστη με πολλές λεπτομέρειες και καλή ροή του κειμένου, Λίγο στην αρχή προβληματίστηκα με την περιγραφή του κεριού αλλά κατά τα άλλα ήταν τέλεια. Μου άρεσε πολύ το τέλος σου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
ΔημήτρηςΤ Posted January 11, 2014 Author Share Posted January 11, 2014 @gismofbi: Χαίρομαι που σου άρεσε κι ευχαριστώ για το feedback! Όσον αφορά το τέλος, νομίζω ότι του λείπει καμιά σελιδούλα. Εννοώ ότι η προτελευταία παράγραφος θα μπορούσε να 'ναι κάπως εκτενέστερη για να κολλήσει καλύτερα και η τελευταία. Όσον αφορά την ευκολία που συνέθεσε ο γέρος την συνταγή καθώς και κάποια άλλα σημεία, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα στο μυαλό μου. Γι' αυτό τον λόγο αποφάσισα να ξαναπιάσω την ιστορία και να κάνω κάποιες αλλαγές, μόλις βρω λίγο ελεύθερο χρόνο. Σ' ευχαριστώ και πάλι! @elgalla: Γεια σου elgalla! Πρώτα απ' όλα σ' ευχαριστώ για την ανάγνωση και το σχόλιο. Τώρα όσον αφορά την αντίδραση του Βάλγκους, αν και σημασία έχει πως την ερμήνευσες εσύ, να σου πω πως στο δικό μου μυαλό ο γέρος πίστευε πως το φίλτρο θα πετύχαινε την επόμενη φορά, γι' αυτό και λέει πως θα ξαναπεράσει απ' το μαγαζί. Κυρίως η εξαφάνιση της γάτας είναι η αιτία της μελαγχολίας του. Σκοπεύω πάντως να αλλάξω λίγο την ιστορία προσθαφαιρώντας κάποια πράγματα. Το σχόλιο σου ήταν μεγάλη βοήθεια! @elgalla, @Αγγελίνα: Και μάλλον το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να ελαττώσω τις αναφορές στο κερί! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Lady Nina Posted April 21, 2014 Share Posted April 21, 2014 Πολύ όμορφη ιστορία, που κύλησε σαν νεράκι! Μου άρεσε κυρίως η ατμόσφαιρά της. Η αρχή-αρχή είναι λίγο κουραστική, μια και αναφέρεται συνέχεια το κερί, αλλά από το σημείο που ζητάει τα συστατικά και μετά, σε κρατάει σε αγωνία για το τι τα θέλει ο Βάλγκους. Ωραίοι και ανάλαφροι οι διάλογοι, αλλά καλό θα είναι να μην πλατειάζουν τόσο πολύ και να μην επαναλαμβάνονται. Κάποιες εκφράσεις μπορούν να γραφούν διαφορετικά ή και να απαλειφθούν τελείως (όπως για παράδειγμα η φράση "Αυτός ο χώρος ανήκε φανερά σε άνθρωπο βιβλιοφάγο." που είναι περιττή, μια και ήδη έχεις τονίσει την ύπαρξη πολλών τόμων στο δωμάτιό του). Καταλαβαίνω βέβαια πως ίσως ήθελες να το τονίσεις για τη συνέχεια που ακολουθεί, αλλά πιστεύω πως δε χρειάζεται. Διασκέδασα πολύ με κάποιες άλλες εκφράσεις σου, όπως την εξής: "Ο Βάλγκους σηκώθηκε γρήγορα, με τον ίδιο τρόπο που σηκώνονται οι άντρες όταν η μαμή βγει απ’ το δωμάτιο της γέννας, να τους πει πως παν τα πράγματα.", ενώ μου άρεσε απίστευτα και η περιγραφή των βημάτων του φίλτρου. Πλάκα είχε επίσης και η πονηριά της γριάς, σε έκανε να την ψιλοσυμπαθήσεις στο τέλος. Συνολικά, η ιστορία μου άρεσε πολύ, με τα δυνατά και τα αδύναμα σημεία της. Αν αποφασίσεις να την ξαναγράψεις, δώσε λίγη σημασία στους διαλόγους, καθώς και στις επεξηγήσεις. Σε ορισμένα σημεία φαίνεται να προσπαθείς πολύ να μας πείσεις για ορισμένα πράγματα για τα οποία έχουμε ήδη πειστεί μέσα από την εξέλιξη της πλοκής - πχ το ότι ο Βάλγκους έχει ανάγκη την Χίλντα για την πραγματοποίηση του φίλτρου. Καλή συνέχεια, Tyelcur! Συνέχισε να γράφεις! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
ΔημήτρηςΤ Posted April 22, 2014 Author Share Posted April 22, 2014 @lady nina Όντως σκοπεύω να την ξαναγράψω! Σ' ευχαριστώ πολύ για το feedback! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.