Nantia Posted August 31, 2013 Share Posted August 31, 2013 Όνομα Συγγραφέα: Νάντια ΙβασούκΕίδος: ΦαντασίαςΒία: ΕλάχιστηΣεξ: ΌχιΑριθμός Λέξεων: 1749Αυτοτελής: ΝαιΣχόλια: Σκέφτηκα πως ο καλύτερος τρόπος να συστηθώ, είναι ένα διήγημα Η Εκδίκηση Είχε περάσει πολλής καιρός που η Έβελιν περιπλανιόταν στους δρόμους, στα δάση, στις παραλίες και σε πολλά άλλα μέρη, αναζητώντας την γαλήνη. Καμιά φορά έβρισκε την όρεξη να σπάσει την μονοτονία, τρομάζοντας συνήθως παιδάκια που πηγαίνανε τα μεσάνυχτα στα νεκροταφεία, για να αποδείξουν το ένα στ’ άλλο την γενναιότητα τους. Το μοτίβο ήταν πάντα ίδιο: απλά πλησίαζε ένα παιδάκι, του ψιθύριζε στο αυτί ‘’Έλα σε ‘μένα’’ και αυτό ήταν, το παιδάκι πάντα το έβαζε στα πόδια τσιρίζοντας και οι υπόλοιποι, αναμφισβήτητα ‘’γενναίοι’’, φίλοι του ακολουθούσαν με τον ίδιο τρόπο. Σε γενικές γραμμές όμως, δεν της άρεσε να τρομοκρατεί τον κόσμο, ούτε να παροτρύνει κάποιον να κάνει κάτι που δεν θέλει, ούτε να καταλαμβάνει το σώμα τους και για την ακρίβεια, οι άνθρωποι της ήταν παντελώς αδιάφοροι. Τον περισσότερο καιρό τον περνούσε καθισμένη σε κάποιο σημείο με όμορφη θέα ή ευχάριστο περιβάλλον έστω, κάθε φορά διαφορετικό, διότι αρκούσε να κάτσει κανείς δυο-τρείς φορές στο ίδιο σημείο για να βγάλουν φήμη ‘’στοιχειωμένο’’ και να έρχονται έπειτα κάθε λογής περίεργοι και ενοχλητικοί για να ταράξουν την ησυχία σου καλώντας σε, ρωτώντας πως σε λένε και γιατί είσαι εδώ και ούτω καθεξής.Σήμερα έκλεινε 3 χρόνια απ’ την μέρα της δολοφονίας της και έκρινε σωστό να βρει ένα ξεχωριστό μέρος αυτή τη φορά για να αναπολήσει την ημέρα εκείνη και το ό,τι ακολούθησε μετά. Πήρε για πρώτη φορά, μετά από τόσο καιρό, το θάρρος να κάτσει σε ένα μεγάλο βράχο στη παραλία που ξαπλώνανε κάθε Σάββατο με τον Άλεξ και κοιτάγανε τα αστέρια. Μέσα σε αυτά τα 3 χρόνια δεν επέτρεψε στον εαυτό της να ξεχάσει την παραμικρή λεπτομέρεια ελπίζοντας ότι κάπου εκεί, ανάμεσα στα γεγονότα, θα έβρισκε το εισιτήριο για την αιώνια γαλήνη που υπόσχεται ο θάνατος. Ξεκίνησε την καθημερινή της ‘’άσκηση’’ φέρνοντας στις σκέψεις της, τον πρώτο και τελευταίο άντρα που ερωτεύτηκε και αγάπησε. Με τον Άλεξ ήταν έτοιμη να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια, όταν η Παμ μια γυναίκα απ’ το παρελθόν του, αποφάσισε ότι αν δεν τον έχει αυτή, δεν θα τον έχει καμία. Αυτό είχε πει και εκείνη την στιγμή που της κάρφωνε ένα κουζινομάχαιρο μες το ίδιο της το σπίτι. Όταν η Έβελιν άφησε και την τελευταία της πνοή, της δόθηκαν δύο επιλογές: ή να αποχωρήσει ειρηνικά και να συνεχίσει το ταξίδι που προορίζεται για την ψυχή της ή να παραμείνει στην γνωστή, για εκείνη, διάσταση με διαφορετική φυσικά υπόσταση, και να πάρει την εκδίκηση της. Τυφλωμένη απ’ το μίσος και την αδικία, επέλεξε το δεύτερο, χωρίς να σκεφτεί αν είναι σωστό και το τι επιπτώσεις μπορεί να έχει έπειτα.Αφού πέρασε κάμποση ώρα και συνήθισε το καινούριο εγώ της, άρχισε να ακολουθεί για μέρες καταπόδας την Παμ, τρομοκρατώντας την κάθε βράδυ με σκοπό να μην την αφήσει σε ησυχία μέχρι να γίνει αυτόχειρας. Η Παμ, αποδείχτηκε σκληρό καρύδι και λύγησε μετά από 3 μήνες σχεδόν ανελέητης καταδίωξης, όσο για τον Άλεξ, δεν βρήκε ποτέ το θάρρος έστω να τον κοιτάξει από μακριά. Όταν η Παμ πέθανε, η Έβελιν υπέθεσε ότι θα έρχονταν, όποιοι κι αν ήταν, να την πάρουν και να την στείλουν στο ταξίδι που της είχαν τάξει τότε. Πέρασε πολλής καιρός για να καταλάβει πόσο άπληστα είχε σκεφτεί και από τότε προσπαθούσε να βρει τον τρόπο να διορθώσει την κατάσταση και να της δοθεί για άλλη μια φορά η ευκαιρία να φύγει.Την στιγμή που σκεφτόταν την Παμ και το πόσο άδικα στερήθηκε τα όνειρα και την ζωή της, εξαιτίας της, άκουσε μια ανατριχιαστικά γνώριμη φωνή. «Έβελιν…Θεέ μου, Έβελιν… Θεέ μου γιατί…» Γύρισε μουδιασμένη να δει από πού ακουγόταν η φωνή, ελπίζοντας να είναι κάποια ανόητη σύμπτωση και ότι η φαντασία της, της έπαιζε παιχνίδια λόγο της ημέρας. Παρόλα αυτά είδε τον Άλεξ, ξαπλωμένο στην υγρή άμμο, να κοιτάει τα αστέρια όπως ακριβώς κάνανε μαζί κάποτε…σηκώθηκε σαν υπνωτισμένη και πλησίασε κοντά του. Δεν μπορούσε να το πιστέψει! Τόσα χρόνια δεν τόλμαγε να τον αναζητήσει φοβούμενη τον πόνο που θα νιώσει και τώρα, απ’ το πουθενά, τον βλέπει σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα από πάνω του, ξαπλωμένο στην άμμο κλαίγοντας γι’ αυτήν. Είχε αποκλείσει το ενδεχόμενο να ήταν και αυτός στην συγκεκριμένη παραλία διότι είχαν περάσει 3 ολόκληρα χρόνια και εκτός από αυτό, είχε περάσει κοντά απ’ το σπίτι του πριν ένα χρόνο και ήταν έρημο, με μια ταμπέλα καρφωμένη στον κήπο ‘’Ενοικιάζεται’’.Χωρίς να πάρει τα μάτια της από πάνω του, ξάπλωσε δίπλα του προσέχοντας να μην τον ακουμπήσει. «Μου λείπεις ψυχή μου, μου λείπεις πολύ…» είπε δακρύζοντας ο Άλεξ. Ήθελε τόσο πολύ να τον αγκαλιάσει, να του πει πόσο τον αγαπούσε και τον αγαπάει ακόμα αλλά δεν το επέτρεψε ούτε κατά διάνοια στον εαυτό της, μη θέλοντας να τον τρομάξει και πάνω απ’ όλα ήθελε ο Άλεξ να πιστεύει ότι η Έβελιν ήταν στον παράδεισο και όχι κολλημένη εδώ, ανάμεσα στους δύο κόσμους. Οπότε ξάπλωσε απλώς δίπλα του, χαζεύοντάς τον, παρατηρώντας τα γκρίζα βουρκωμένα μάτια του, τα πυκνά μαύρα του μαλλιά, ξέροντας πως δεν θα είχε ποτέ ξανά την ευκαιρία να τα χαϊδέψει. «Έβελιν, είμαι σίγουρος ότι με ακούς, ότι είσαι κάπου εκεί πάνω και με κοιτάς, θέλω να ξέρεις ότι δεν σε ξέχασα και δεν θα σε ξεχάσω ποτέ. Θέλω να ξέρεις ότι η ζωή μου τελείωσε μαζί με την δική σου και θα περιμένω, όσο αποφασίσει ο Θεός, για να έρθω κοντά σου. Όταν έρθει η ώρα, θα είμαστε και πάλι μαζί, ευτυχισμένοι, όπως ονειρευόμασταν, θυμάσαι;» και ξέσπασε σε κλάματα. Τον άκουγε θλιμμένη, βάζοντας όλη την δύναμη της θέλησής της να κρατηθεί και να μην του μιλήσει. Εντελώς απροειδοποίητα, ο Άλεξ τινάχτηκε πάνω, σκούπισε τα βρεγμένα του μάγουλα και ξεκίνησε να φύγει, με βήμα αποφασιστικό. Ξαφνιασμένη η Έβελιν, έμεινα να κοιτάει την πλάτη του και τις σφιγμένες παλάμες του καθώς απομακρυνόταν. Και τότε ένιωσε ένα πολύ άσχημο προαίσθημα. Θεέ μου, θα κάνει τρέλα. Τον ακολούθησε βιαστικά, μην ξέροντας τι να κάνει και πώς να αποτρέψει το κακό, εάν αυτό τελικά συμβεί. Περπατούσε σκυφτός, τρέχοντας σχεδόν, χειροτερεύοντας τους φόβους της Έβελιν. Όταν φτάσανε στο διαμέρισμα του -που ήταν ένα μικρό δωμάτιο ουσιαστικά στο φτηνό Ξενοδοχείο της γειτονιάς- η Έβελιν παρατήρησε ότι τα χέρια του Άλεξ τρέμανε την ώρα που ξεκλείδωνε και λίγο έλειψε να ρίξει κάτω ένα φωτιστικό στα αριστερά της πόρτας καθώς έμπαινε μέσα. Η Έβελιν πήρε θέση στην πιο απομακρυσμένη γωνία του δωματίου, μη τυχών και τον ακουμπήσει κατά λάθος την ώρα που εκείνος έκοβε βόλτες σαν τρελός απ’ τη μια άκρη στην άλλη. Μετά από πέντε λεπτά περίπου -που της Έβελιν της φάνηκαν αιώνας- στάθηκε ακίνητος, έκατσε στο κρεβάτι, έσκυψε και με πολύ αργές κινήσεις άρχισε να ψαχουλεύει στην τσάντα του. Αφού βρήκε αυτό που έψαχνε, ξάπλωσε στο κρεβάτι, όπως ήταν με τα ρούχα, ανάσκελα, κρατώντας στο χέρι του ένα σουγιά. «Έβελιν…έρχομαι κοντά σου» είπε και έφερε το χέρι που κρατούσε το σουγιά κοντά στο λαιμό του. Η Έβελιν πετάχτηκε πάνω του και του άρπαξε το χέρι. «Άλεξ! Εγώ είμαι, σε παρακαλώ άκουσε με» «Τι στο..» έκανε να πει. «Άκου! Σε αγαπάω όσο τίποτα άλλο στον κόσμο, δεν βρήκα ποτέ το θάρρος να σου μιλήσω και πάνω απ’ όλα δεν το έκανα για να φτιάξεις την ζωή σου, να προχωρήσεις παραπέρα και να μην αφήσεις το παρελθόν να σου καταστρέψει ότι όμορφο μπορείς να δημιουργήσεις. Αυτό που πας να κάνεις είναι μια τρέλα, μια ανοησία! Θέλω να σταματήσεις αυτό που πας να κάνεις τώρα, θέλω να φτιάξεις την ζωή σου και θέλω να το κάνεις για χάρη μου, θέλω να γίνεις ευτυχισμένος και σου υπόσχομαι πως θα είμαι για πάντα κοντά σου και θα σε προσέχω, θα με έχεις φύλακα άγγελό σου. Σε παρακαλώ, θα μου το υποσχεθείς; Αν μ’ αγαπάς καν΄ το.»Το πρόσωπο του Άλεξ είχε παγώσει. Τα γκρίζα μάτια του κοιτάγανε αδιάφορα το ταβάνι. «Άλεξ;» Τον κοίταγε με απορία όταν διέκρινε στα μάτια του, πολύ αχνές καφετί πινελιές που σταδιακά γινόντουσαν πιο πυκνές και ευδιάκριτες μέχρι που το χρώμα των ματιών του άλλαξαν ολοκληρωτικά από γκρι σε καφέ. «Άλεξ!» ξανάπε κάτι παραπάνω από ανήσυχα. «Έβελιν! Χρόνια και ζαμάνια!» είπε ο Άλεξ κεφάτα ξυπνώντας απ’ τον λήθαργό του ξαφνικά, κοιτάζοντας την Έβελιν στα μάτια, με μια φωνή που δεν ήταν πια δική του και που η Έβελιν την αναγνώρισε αμέσως. Ήταν της Παμ. «Λοιπόν, Έβελιν, νόμιζες ότι μόνο σε ‘σένα δόθηκε η ευκαιρία της εκδίκησης; Η μήπως επειδή δεν είσαι ζωντανή νόμιζες πως δεν μπορεί να σε εκδικηθεί κανείς; Βλέπεις, χρόνια σχεδίαζα το πώς ακριβώς θα πάρω την εκδίκησή μου…Θυμάσαι τι σου είχα πει λίγο πριν σε σκοτώσω;» «Όχι σε παρακαλώ…μην το κάνεις…τον αγαπούσες κι εσύ…» είπε η Έβελιν, χωρίς πολλές ελπίδες πια. «Ακριβώς Έβελιν, επειδή τον αγαπάω, δεν μπορούσα ούτε εν ζωή αλλά ούτε και τώρα να τον μοιραστώ με καμία, ο Άλεξ πρέπει να πεθάνει και εσύ θα είσαι εδώ για να το δεις. Όπως είπα και τότε λοιπόν, αν δεν τον έχω εγώ δεν θα τον έχει καμία» Ο Άλεξ-Παμ τράβηξε με αφύσικη δύναμη το χέρι, που ακόμα το κρατούσε η Έβελιν και με μία και μόνο αποφασιστική κίνηση, έκοψε το λαρύγγι του. Τα μάτια του Άλεξ επανήλθαν στο φυσιολογικό τους χρώμα λίγο πριν θολώσουν για πάντα. Μια κραυγή φρίκης και απελπισίας ξέφυγε απ’ το άυλο στόμα της Έβελιν. Η Παμ καθόταν πλέον στο κρεβάτι και χάιδευε το άψυχο πρόσωπο του Άλεξ με τρυφερότητα. «Κοιμήσου καλό μου αγόρι, τελείωσαν τα βάσανά σου πλέον, δεν θα μπορεί κανείς να σε πειράξει πλέον. Όσο για σένα Έβελιν, εγώ τελείωσα μαζί σου και οφείλω να σου διευκρινίσω, ότι ο Άλεξ σε είχε ξεχάσει όπως είχε ξεχάσει και εμένα. Ό,τι άκουσες και είδες ήταν δικά μου λόγια και δικές μου πράξεις με σκοπό να σε παραπλανήσω. Αν το καλοσκεφτείς ίσως του άξιζε να πεθάνει, να μάθει πως δεν μπορεί να ξεχνάει έτσι απλά τους ανθρώπους που του δώσανε τα πάντα και με αυτόν τον τρόπο δεν θα μπορέσει να πληγώσει πια ούτε την γυναίκα του αλλά ούτε και το παιδί που περιμένανε» «Καταραμένη σκρόφα!» φώναξε η Έβελιν και την άρπαξε απ’ το λαιμό. «Υπάρχουν πολύ τρόποι να καταραστεί κανείς ένα πνεύμα, να το ξέρεις, αρκεί να ξέρεις που να ψάξεις. Και να ‘σαι σίγουρη, πως θα βρω τον τρόπο και πίστεψέ με θα το μετανιώσεις πάρα πολύ ακριβά αυτό που μόλις έκανες» «Χμμ… Αυτό το τελευταίο με ενδιαφέρει, θα μπορούσες να μου δώσεις περισσότερες λεπτομέρειες;» Η Παμ και η Έβελιν γυρίσανε ξαφνιασμένες να δουν από πού ερχόταν η φωνή. Ο Άλεξ καθόταν στο μικρό σκαμπό που βρισκόταν στη μια γωνιά του δωματίου και τις κοίταγε με ολοφάνερο μίσος που υποσχόταν πολλά. Και τότε η Έβελιν κατάλαβε. Κάποιος έπρεπε να κάνει την αρχή και να συγχωρέσει. Η συγχώρεση είναι το κλειδί για την πόρτα του παραδείσου. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Pooka Posted September 1, 2013 Share Posted September 1, 2013 Καλώς ήρθες, Νάντια! Μου άρεσε πολύ η ιστορία σου, χτύπησες και ευαίσθητη χορδή (οι post-mortem ιστορίες είναι απο τις αγαπημένες μου!) Μου άρεσε ο γρήγορος ρυθμός, "μπήκα" στην ψυχολογία των χαρακτήρων, ωραίο back-story. 1-2 σημεία με ξένισαν λίγο: α) Η Έβελιν, ως φάντασμα, δεν μπορούσε να δει ότι η Παμ είχε μπει στο σώμα του Άλεξ;β) Ο Άλεξ γιατί να κοιτά με μίσος και την Έβελιν; Δεν του είχε κάνει τίποτα, απεναντίας ήθελε να τον σώσει Επίσης καναδυό ορθογραφικά σου ξέφυγαν εδώ κι εκεί, με ένα χτένισμα θα τα βρεις! Καλωσήρθες και πάλι, και ανυπομονώ να δω κι άλλες ιστορίες σου! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nantia Posted September 1, 2013 Author Share Posted September 1, 2013 Καλώς σας βρήκα! Ευχαριστώ πολύ για τις συμβουλές, τις περίμενα πώς και πώς για να πω την αλήθεια Το είχα φανταστεί ότι θα γεννούσε ερωτήματα η ιστορία, κυρίως το φινάλε, αλλά προτίμησα να μην δώσω πολλές εξηγήσεις με σκοπό να διατηρήσω τον γρήγορο ρυθμό. Καταλαβαίνω όμως τελικά ότι θα έπρεπε έστω να εστιάσω περισσότερο στην μεγάλη απώλεια απ’ την μεριά του Άλεξ, για να δικαιολογηθεί το τυφλό του μίσος που υπό αυτές τις συνθήκες δεν λειτουργούμε και εντελώς λογικά. Ίσως φταίει το ότι είναι το πρώτο μου διήγημα και μπορώ να πω πως με δυσκόλεψε αρκετά, αφού είχα το άγχος να μην επεκταθώ πολύ στις περιγραφές με αποτέλεσμα να το πετσοκόψω ίσως παραπάνω απ’ ότι έπρεπε. Όσο για τα ορθογραφικά, I ‘ll do my best! Ευχαριστώ και πάλι και χαίρομαι που σου άρεσε! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
niceguy0973 Posted September 1, 2013 Share Posted September 1, 2013 Καλώς ήρθες κι από μένα! Μάλιστα! Ένα τριγωνικό love story τρόμου, γραμμένο σαν παραμύθι. Ενδιαφέρον συνδυασμός, ο οποίος με ένα καλό χτένισμα θεωρώ πως θα γίνει αξιέπαινος. Νομίζω πως η αρχή του δεν είναι τόσο δυνατή όσο το υπόλοιπο κείμενο. Με κλώτσησαν λίγο κάποιες λέξεις, όπως “παιδάκι”, κλπ, που δεν ταιριάζουν με την υπόλοιπη γραφή σου. Θα πρότεινα να μεταφερθεί στη βιβλιοθήκη Τρόμου κι όχι Φαντασίας. Καλή συνέχεια σου εύχομαι!!! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
xrusaki Posted September 1, 2013 Share Posted September 1, 2013 H Παμ οπως την περιγραφεις ειναι ψυχασθενης. Μου κανει εντυπωση πως μετα τον φονο συνεχισε να κυκλοφορει ενα τετοιο ατομο αδιαγνωστο , δεν την καταλαβε κανεις παρολο που κρυβοταν και σκοτωσε και αλλον; Υπο αυτην την εννοια δεν κολλαει και το τελος με την συγχωρεση..και να την συγχωρεσουν οι υπολοιποι θα συνεχισει να ειναι αυτο που ειναι..δεν ξερω ψυχολογικα δεν μου πολυκολλαει.. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nantia Posted September 1, 2013 Author Share Posted September 1, 2013 Niceguy0973, Έχεις ένα point όσο αναφορά το ‘’παιδάκι’’ για παράδειγμα, απ’ ότι βλέπω όντος δεν πολυκολλάει, και εννοείτε αν πιστεύεται ότι είναι περισσότερο τρόμου το διήγημα θα το μεταφέρω, απλά δεν ξέρω τον τρόπο Copy-Paste ας πούμε; Ή υπάρχει κάποιος τρόπος να το μεταφέρω όπως είναι, μαζί με τα replies; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted September 1, 2013 Share Posted September 1, 2013 Πάτα report στο αρχικό ποστ και ζήτησε να μεταφερθεί στη βιβλιοθήκη τρόμου. (Αν και κατά τη νγώμη μου είναι μια χαρά κι εδώ, αλλά ό,τι θες). Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nantia Posted September 1, 2013 Author Share Posted September 1, 2013 Ευχαριστώ Cassandra Gotha! Ίσως το αφήσω προς το παρών εδώ, να μαζέψει λίγους ψήφους ακόμα ως διήγημα τρόμου για να το μεταφέρω Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cyrano Posted September 10, 2013 Share Posted September 10, 2013 Για πρώτο διήγημα, είναι πολύ καλό. Εντελώς συνειρμικά, το τρίγωνο μού έφερε στο μυαλό το "Κεκλεισμένων των θυρών" του Σαρτρ. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Havoc Posted September 21, 2013 Share Posted September 21, 2013 Καλωσηρθες και απο μενα! Μ' αρεσε το διηγημα σου, κυριως για τον γρηγορο αλλα οχι βιαστικο ρυθμο του που μου κρατησε το ενδιαφερον μεχρι το τελος. για πρωτο διηγημα ειναι πολυ καλο, συνεχισε ακαθεκτη! Σε μερικα σημεια η γρηγορη εξελιξη με μπερδεψε οσον αφορα στους χαρακτηρες, για παραδειγμα ποιος σκοτωσε ποιον, αναλυσε τους χαρακτηρες λιγο παραπανω και με εναν ορθρογραφικο- συντακτικο ελεγχο, θα εχεις ενα αρκετα ελκυστικο διηγημα. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.