Jump to content

Η άκρη της ουράς


Naroualis

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Ευθυμία Δεσποτάκη (a.k.a. Naroualis)
Είδος: μάλλον τρόμος. Μάλλον δεν έχω εγώ καταλάβει αν είναι τρόμος. Μάλλον για σας θα είναι ξεκάθαρο, αλλά τέλος πάντων
Βία; Ναι
Σεξ; Όχι
Αριθμός Λέξεων: 2300 παρά κάτι
Αυτοτελής; Ναι
Σχόλια: Για τον 34ο διαγωνισμό ΣΣΙ
Αρχείο: Η άκρη της ουράς.doc

 

 

 

Η άκρη της ουράς

 

Με κοιτάζει. Ερευνητικά, επίμονα. Δεν έχει λόγο να με κοιτάζει, αλλά το κάνει, μιας και δεν έχει και τίποτε άλλο να τον απασχολεί. Με κοιτάζει και, δεν ξέρω γιατί, αλλά θα ήθελα ν’ απέστρεφε το βλέμμα του. Κάποιες φορές με ταράζει η τόση αποφασιστικότητά του.

 

Στεκόμαστε σε μιαν ακτή που δεν έχω ξαναδεί, εκεί που πριν από αιώνες τα τείχη της Κωνσταντινούπολης έφταναν ως τη θάλασσα. Είναι ήσυχα εδώ, δε μας βλέπει κανείς. Θα χαράξει σε λίγο. Σιωπηλά ξέφτια ομίχλης θα κυλήσουν πάνω στο Βόσπορο, κουρελιασμένα εδώ κι εκεί από τα φώτα των καϊκιών. Η κίνηση έχει ήδη αρχίσει να πυκνώνει· στο βάθος του ορίζοντα, η μόνη γέφυρα στον κόσμο που ενώνει δύο ηπείρους ξερνάει την Ασία στην Ευρώπη και την Ευρώπη στην Ασία. Κάπου από απόσταση, ακούγεται το καμπανάκι ενός τραμ, αν και μάλλον είναι η ιδέα μου, δεν υπάρχουν πια τραμ με καμπανάκι στην Πόλη, ή μάλλον στην Ιστανμπούλ, έτσι τη λένε τώρα οι κάτοικοί της. Η ευωδιά του σταριού που μεταμορφώνεται, ένας φούρνος είναι έτοιμος ν’ ανοίξει κάπου, ζάχαρη και μέλι, σουσάμι που καβουρντίζεται, καφές, τσάι. Δεν αργεί το καλοκαίρι.

 

Μπορεί και ν’ αργήσει, όμως. Τα άστρα δύουν στη σωστή θέση ετούτο το πρωί, η στάθμη της θάλασσας είναι η σωστή, ικανός αριθμός μεγάλων σεισμών έχει τραντάξει το χώμα τούτου του τόπου. Ικανός αριθμός αιώνων έχει περάσει από την τελευταία φορά.

 

Αναστενάζω. Ο άντρας συνεχίζει να με κοιτάζει, μόνο που τώρα το κάνει με περισσότερη ένταση. Όμορφο τον λες, με τα δικά μου πρότυπα. Γύρω στα τριάντα πέντε, πεντακάθαρος και μοσχομυριστός σαν κήπος, τα μαλλιά του ως τους ώμους, κυματιστά, το μεσόφρυδο πυκνό, τα γένια πλούσια αλλά περιποιημένα. Κι ετούτα τα μαύρα μάτια, ετούτα τα μάτια της λαχτάρας, της προσμονής, της φιλοδοξίας. Φοράει ρούχα εργασίας, παπούτσια ορειβασίας, έχει περάσει ένα πιστόλι στη ζώνη του, κρατάει σφιχτά ένα μπαστούνι που πιο πολύ μοιάζει με ρόπαλο, περιμένει.

 

Όχι μόνος, κι αυτό με ανησυχεί περισσότερο από την προοπτική του ανοίγματος. Περιβάλλεται από δέκα πρόσωπα σκοτεινά, οπλισμένα ως τα δόντια. Σκόπευτρα με λέιζερ, γυαλιά νυχτερινής όρασης, οδοντωτά μαχαίρια στην περίπτωση που η τεχνολογία δεν τα βγάλει πέρα. Χειροβομβίδες. Δακρυγόνα. Κέβλαρ παντού.

 

Τι ελπίζουν; Τι φοβούνται; Μια πύλη είναι. Ανάμεσα στο τότε και στο τώρα. Μια πύλη που θα ανοίξει, θα κοιτάξουν μέσα της και μετά θα την ξανακλείσουν. Σαν παράθυρο. Έτσι σχεδιάζουν δηλαδή. Για ποιο πράγμα προετοιμάστηκαν έτσι βαριά; Τι μπορεί να πάει στραβά;

 

«Açmak ne zaman?» ψιθυρίζει κάποιος.

 

«Sabir.» Η φωνή του είναι ταιριαστή με το παρουσιαστικό του –βαθιά, ελαφρά κυματιστή, σα σκοτεινή θάλασσα. Υπομονή, λέει. Ξέρει ότι γνωρίζω τούρκικα, δεν προσποιείται ότι είναι κάποιος άλλος, όχι μπροστά μου. Αναριγώ. Τόσο πολύ αποφασισμένος. Όλα είναι στη θέση τους, όλα καμωμένα ως πρέπει. Υπομονή κι έχουμε ήδη ξοδέψει τα δύο τρίτα από την άπειρη υπομονή μας.

 

Υπάρχει κι ένα ακόμη πρόσωπο, που αναριγεί. Εκείνος που με έδεσε, εκείνος που έχει το δικαίωμα να με προσφέρει σε θυσία. Απλώνει τακτικά το χέρι του και με χαϊδεύει, κι εμένα και τη γυναίκα που κείται στα πόδια του. Προσπαθώ σκληρά να τον κάνω να καταλάβει ότι είναι ανεπιθύμητος. Σιχαμένος. Αλλά δε νομίζω ότι το καταλαβαίνει.

 

«Ουφούκ, τι λένε;» ρωτάει στα ελληνικά. Δεν ξέρει ότι γνωρίζω ελληνικά, προσποιείται ότι είναι κάτι εξωτικό, ότι είναι κάποιος άλλος. Αναριγώ. Τόσο πολύ ηλίθιος.

 

«Βιάζονται,» απαντάει στην ίδια γλώσσα ο όμορφος Τούρκος. Δεν έχει σχεδόν καθόλου προφορά.

 

«Τους είπες ότι πρέπει να γίνει την κατάλληλη ώρα; Ότι δεν πρέπει να βιαστούμε;»

 

«Το ξέρουν. Δε χρειάζεται να τους το πω.»

 

«Μήπως πρέπει να τους το πεις;»

 

Ο Ουφούκ παίρνει για μια στιγμή τα μάτια του από μένα και ρίχνει ένα βλέμμα βαρύ στον Έλληνα. Τον βλέπω που τον κοιτάζει από πάνω ως κάτω, από το κεφάλι με τα αραιωμένα καστανά μαλλιά και την γαμψή μύτη, ως τα στραβοπατημένα σκαρπίνια.

 

«Το ξέρουν» επαναλαμβάνει αργά. «Δε χρειάζεται να τους το πω.»

 

Χαίρομαι που βλέπω τον Έλληνα να μπαίνει στη θέση του. Αυτός φταίει που είμαι εδώ τώρα. Άραγε αυτός θα φταίει και για τα υπόλοιπα; Δεν αντιλαμβάνεται το βάρος του βλέμματος του Ουφούκ, συνεχίζει να φλυαρεί ανήσυχος.

 

«Δε νομίζω ότι ένα μάτσο μισθοφόροι μπορούν να καταλάβουν τη σημασία του εγχειρήματός μας, παιδί μου, πρέπει να τους μιλήσεις, δεν πρέπει να το διακινδυν-»

 

«Δάσκαλε.» Η φωνή τώρα έχει πάρει τόνους βαθείς, κάπου στο πίσω μέρος αυτού του λαρυγγιού ξυπνάει το φάντασμα ενός Τουρκομάνου νομάδα παππού, μιας ρίζας πατρογονικής που φτάνει ως την εποχή του Πορθητή. Ο Έλληνας προσπαθεί να συνεχίσει να μιλάει, αλλά ο Ουφούκ ακουμπάει το χέρι στον ώμο του και τον σφίγγει απαλά. «Δάσκαλε, μην ανησυχείς. Εγώ τα έχω αναλάβει όλα, εγώ τα έχω διεκπεραιώσει όλα. Εσύ ο ίδιος έλεγες, απ’ όταν ήμουν φοιτητής σου, πόσο μεθοδικός ήμουν, πόσο προσεκτικός. Στο έχω αποδείξει άπειρες φορές. Μην ανησυχείς.» Τώρα ο Τουρκομάνος υποχωρεί, αλλά είναι κόλπο, περιμένει να τον ακολουθήσεις με το βαρύ ιππικό σου για να γυρίσει και να σου επιτεθεί όταν θα είσαι περικυκλωμένος. «Το ξέρουν ότι πρέπει να γίνει την κατάλληλη ώρα. Δε χρειάζεται να τους το πω.»

 

Ο Δάσκαλος βγάζει ένα μαντήλι από την τσέπη του και σκουπίζει μέτωπο και χείλη. Ιδρώνει, δεν αργεί το καλοκαίρι. Με χαϊδεύει πάλι, πολύ θα ήθελα να τον πλακώσω αλλά είμαι δεμένη, έχεις χάρη, μορμολύκειο. Υπερβάλλω βέβαια, δεν είναι και τόσο μεγάλος, γύρω στα εξήντα. Άλλες εποχές ετούτες. Άλλο το προσδόκιμο ζωής.

 

«Δεν έπρεπε να φοβάται αυτή η γυναίκα;» λέει ο Τούρκος αφηρημένα. «Να αντιδρά κάπως, να προσπαθεί να ξεφύγει; Μοιάζει πολύ ήρεμη για την κατάστασή της.»

 

«Όπως κι εσύ, έτσι κι εγώ είμαι αρκετά μεθοδικός, παιδί μου. Της έχω δώσει ένα μυοχαλαρωτικό κι είναι αρκούντως ισχυρό. Δε μπορεί να μιλήσει καν. Αχ, ετοιμάσου. Ένα λεπτό ακόμη.»

 

«Hazirlanmak» λέει ο Ουφούκ, ετοιμαστείτε, και γυρίζει το βλέμμα του πάλι σε μένα. Ο ήχος των στρατιωτών που σαλεύουν ελαφρά, έτοιμοι για δράση, ακούγεται σα θρόισμα. Ακούω το καμπανάκι του τραμ. Μυρίζω το φρέσκο ψωμί και την πάχνη του Βοσπόρου. Νιώθω την πίεση των δεσμών μου.

 

Νιώθω και κάτι άλλο. Ένα τράνταγμα, λες και κάπου μακριά ένας ελέφαντας καλπάζει φρενιασμένος. Θολώνω, η αντίληψή μου δεν είναι καθαρή. Νιώθω το Δάσκαλο να μ’ ακουμπάει με τα δυο του χέρια, τινάζομαι, με αηδιάζει, σιχαμένε! Αλλά δε μπορώ ν’ απομακρυνθώ, να εξαφανιστώ, μ’ έχει δεμένη, μ’ έχει στη διάθεσή του, θα με θυσιάσει στην απληστία του για γνώση, θα θυσιάσει έναν άνθρωπο για χάρη της Ιστορίας.

 

Θέλει να ζήσει την Ιστορία όπως έγινε, ο κεφάλας. Θέλει να δει με τα μάτια του τον Παλαιολόγο να πεθαίνει. Θέλει να δει ποιο ήταν το σημείο που πρωτοράγισαν τα τείχη. Και θέλει να το κάνει κρυφά απ’ όλους, γιατί πιστεύει ότι μόνο αυτός κι ο μαθητής του είναι αρκετά αντικειμενικοί. «Δε θα σταθώ εγώ στην άκρη της ουράς από ένα εκατομμύριο ηλίθιους» λέει αν τον ρωτήσεις. Κι όταν βρήκε στο αρχαίο χειρόγραφο τον τρόπο να καλέσει το φάντασμα της ίδιας της Κερκόπορτας, δε μίλησε σε άλλον κανέναν, παρά μόνο στον ικανότερο των μαθητών του. Κι όταν βρήκε στο ίδιο χειρόγραφο και τον τρόπο να κάνει το φάντασμα της Κερκόπορτας να τον οδηγήσει στην αρχική της θέση, δε σταμάτησε πουθενά, δε δίστασε μπροστά σε τίποτα, ούτε καν μπροστά στην ανθρώπινη ζωή. Όλα τα έχει φροντίσει, το σφάγιο, τα χρειώδη της τελετουργίας, ένα μάτσο μπράβους για προστασία, ακόμη και μια ψευτοάδεια έχει πάρει, τάχα ότι γυρίζουν ντοκιμαντέρ, να μπορεί να γυρνάει σε μέρη κοντά στα τείχη χωρίς να τον σταματήσουν.

 

Κι ο Ουφούκ ήταν ο ιδανικός συνένοχος σ’ αυτό. Ο Ουφούκ ξέρει πού στέκεται και πού πατάει. Δεν τον νοιάζει που πίσω του δεν έχει καθαρούς Τούρκους, αλλά πληρωμένους μισθοφόρους. Του αρκεί που, διακριτικά, έχει φροντίσει να υπακούν μόνο σ’ αυτόν. Του αρκεί που, κάπου ανάμεσα στους άντρες που θα δει σε λίγο, ένας θα είναι αίμα του, μακρινός του πρόγονος, εκείνος ο παλιός Τουρκομάνος παππούς που είχε τρέξει στις φαρδιές λεωφόρους της Πόλης σφάζοντας και λεηλατώντας, κατακτώντας την πιο σημαντική πόλη του κόσμου.

 

Τον καταλαβαίνω τον Ουφούκ. Ξέρω τι σκέφτεται, ξέρω τι επιθυμεί και τον λυπάμαι. Έχει το ιστορικό άγχος του νικητή, που φοβάται μήπως εκείνο που τον έφερε ως εδώ δε γίνει ποτέ, που πρέπει να επιβεβαιώσει, να σιγουρευτεί ότι όλα έγιναν τελικά, ότι η Πόλη είναι πια δική τους. Αλλά το Δάσκαλό του τον μισώ με όλη μου την ύπαρξη. Με όλη μου την ύπαρξη.

 

Είναι ήσυχα εδώ, δε μας βλέπει κανείς. Φέρνουν τη γυναίκα στα πόδια μου, τη σηκώνουν όρθια. Το κεφάλι της γυρίζει μια από εδώ, μια από εκεί, δε μπορεί να το κρατήσει όρθιο. Ο Ουφούκ την κρατάει από τα μαλλιά, ο Δάσκαλός του τής καρφώνει ένα μαχαίρι στην καρωτίδα. Είναι εικοσιεννιά ετών, όπως ήταν εικοσιεννιά του Μάη όταν έπεσε η Πόλη. Είναι δεμένη πισθάγκωνα, όπως με έδεσε κι εμένα ο Έλληνας πριν από λίγο. Είναι αθώα, όπως αθώα είμαι κι εγώ.

 

Έχω υλοποιηθεί μπροστά τους εδώ και ώρα κι έχουν κάπως συνηθίσει τη φασματική μορφή μου. Όμως τώρα βογκάω, οι αρμοί μου τρίζουν, κροταλίζω αλυσίδες και αμπάρες και δεσμά. Οι μισθοφόροι προσπαθούν να μείνουν ακίνητοι, αλλά δεν το καταφέρνουν όλοι. Ριγούν. Νιώθουν τα δόντια τους να τραντάζονται και δεν κάνει κρύο, δεν αργεί το καλοκαίρι. Νιώθουν δέος, σαστίζουν. Νιώθουν τη δύναμη που φέρουν οι στιγμές, ο χρόνος, τα άστρα. Χαϊδεύουν τα όπλα τους, τις χειροβομβίδες. Κάποιοι ίσως και να φοβούνται.

 

Όχι ο Ουφούκ, όχι ο Δάσκαλός του. Βάφουν τα χέρια τους στο αίμα που πετιέται από τον κομμένο λαιμό, πετούν τη γυναίκα που πεθαίνει στο πλάι και με πλησιάζουν. Τα χείλη τους δεν έχουν σταματήσει να μουρμουράνε ξόρκια σε μια γλώσσα που ήταν αρχαία όταν εγώ ήμουν ακόμη δέντρο και πέτρα μεταλλοφόρα και λινάρι φυτεμένο για να γίνει σκοινί. Γύρω από το φάντασμά μου, τυλίγουν μια αλυσίδα από ατσάλι, καμωμένο από λιωμένες πανοπλίες και καρβουνιασμένα κόκαλα προδοτών. Κρατούν κι οι δυο μαζί την άκρη της αλυσίδας και με διατάζουν στην ίδια αρχαία γλώσσα να τους οδηγήσω στην αρχική μου θέση.

 

Ηλίθιοι. Πώς είναι δυνατόν να διασχίσετε μια ολόκληρη πόλη χωρίς να σας δει κανείς; Πώς είναι δυνατόν να εμπιστευτείτε το φάντασμα μιας πύλης να σας οδηγήσει, χωρίς να σας περάσει πάνω από πολυώροφα οικοδομήματα και μέσα από χτισμένους τοίχους; Αλλά ξεχνώ, είναι η άδεια για το ντοκιμαντέρ. Είναι κι οι μισθοφόροι, σίγουρα συμμορίτες που κάθε φρόνιμος νοικοκύρης αποφεύγει να τους ενοχλεί. Κι είναι κι η αλυσίδα, αυτή η καταραμένη αλυσίδα που με δένει, αυτή που την τραβούν για να μ’ εμποδίζει να τους ταλαιπωρώ. Αυτή η αλυσίδα, σαν ουρά, που κρέμεται πίσω μου και μ’ εξοργίζει, μ’ αρρωσταίνει. Αυτή που με κάνει να θέλω να τους καταστρέψω.

 

Ξαφνικά στέκομαι∙ εδώ ήμουν. Ο κόσμος ο υπόλοιπος χάνεται, δε βλέπω τίποτε άλλο εκτός από τη θέση μου. Το παρόν πίσω μου και το παρελθόν μπροστά μου, ενωμένα σε μια και μόνη στιγμή, πάνω από το κουφάρι μου. Εδώ με διέρρηξαν και με γκρέμισαν, με έκοψαν σανίδες και σκλήθρες να με εξαφανίσουν. Εδώ έγινα φάντασμα, εδώ απέκτησα την κακιά μου φήμη, εδώ σάπιζα όταν οι Ρωμηοί απ’ άκρη σ’ άκρη της Αυτοκρατορίας τους με καταριόνταν. Δεν άνοιξα μόνη μου, αυτό το ξεχνούσαν συχνά και το ξεχνούν ακόμα. Δεν άνοιξα μόνη μου, κάποιος άνθρωπος σήκωσε τις αμπάρες, κάποιος άνθρωπος έλυσε τις αλυσίδες.

 

Στέκομαι∙ Δάσκαλος και μαθητής τινάζονται γιατί εκτός από τους ήχους της Ιστανμπούλ που ξυπνάει, ακούνε κι άλλους ήχους, τους ήχους της Κωνσταντινούπολης που μάχεται. Στέκομαι κι όσο εκείνοι σφίγγουν μηχανικά την αλυσίδα μου στα χέρια τους, εγώ ανοίγω διάπλατα, γκρεμίζομαι, καταρρέω. Ξανά, μετά από τόσους αιώνες.

 

Κι όμως, όμορφέ μου Ουφούκ, δεν τα σκέφτηκες όλα. Μπορεί να σκέφτηκες πως μια πύλη δεν είναι παράθυρο, πως από μια πύλη κάτι μπορεί να περάσει από το τότε στο τώρα, αλλά τι μπορούν να κάνουν δέκα μισθοφόροι μπροστά στην ορμή μιας ορδής; Πόσες σφαίρες να ρίξουν, πόσα καπνογόνα, πόσες χειροβομβίδες, πόσο ν’ αντέξει το κέβλαρ; Κάποιοι κρατούν το χάσμα ανοιχτό, ξεχύνεται για δεύτερη φορά το τουρκομάνικο ποτάμι μες την Ιστανμπούλ κι ο Ουφούκ δεν προλαβαίνει να το χαρεί, δεν προλαβαίνει να τραβήξει το πιστόλι, να σηκώσει το μπαστούνι, τσαλαπατιέται μαζί με το Δάσκαλό του, κάτω από μια πλημμύρα ποδιών, ανθρώπινων και αλογίσιων.

 

Τα υπόλοιπα δε μ’ ενδιαφέρουν. Μπορεί οι μαγγανείες του Έλληνα να πήγαν στραβά κι αντί να πάει αυτός στο τότε, ήρθε το τότε σ’ αυτόν. Μπορεί η ύπαρξή μου στην αρχική της θέση να άνοιξε την πύλη ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν και μπορεί δέκα μισθοφόροι να μη μπορούν να αντιμετωπίσουν μια τουρκομάνικη ορδή, αλλά το σύγχρονο τούρκικο κράτος θα το μπορέσει. Ακόμη και ό,τι κουβαλάνε επάνω τους αυτοί οι υποτακτικοί του Πορθητή, χολέρα, τύφο, πανούκλες, ακόμη κι αυτά μπορεί να τα αντιμετωπίσει ένα σύγχρονο κράτος.

 

Αυτό που μ’ ενδιαφέρει είναι ότι το φάντασμά μου εξακολουθεί να υπάρχει. Πριν με καλέσει στην ύπαρξη ο Δάσκαλος, μετρούσα απλά τους αιώνες που περνούσαν, χάζευα το μέρος, τις αλλαγές, το νέο. Στο εξής όμως θα έχω παρέα, γιατί ο θάνατος των δύο συνεργατών τούς έδεσε μαζί μου, όπως εκείνοι είχαν προσπαθήσει να με δέσουν.

 

Γελώ, αλλά εκείνοι δε μπορούν να το καταλάβουν. Γι’ αυτούς είμαι μια πόρτα, ένα ξύλινο αντικείμενο, κι όχι ένα πλάσμα ζωντανό. Κανείς από τους δυο τους δεν αναρωτήθηκε ποτέ πώς είναι δυνατόν ένα πλάσμα που δεν είναι ζωντανό να έχει φάντασμα. Αυτό έπρεπε να το είχαν προσέξει. Ήταν το μόνο που δεν πρόσεξαν και τώρα ουρλιάζουν κι οι δύο σιωπηλά, χωρίς ήχο, γιατί εδώ στο τίποτα δεν παράγεται ήχος ή εικόνα ή φιλοδοξία. Μόνο εμένα μπορούν να βλέπουν, που τους κρατώ δεμένους πάνω μου, σαν ουρά, στην άκρη της αλυσίδας.

 

Θα τους κρατώ έτσι δεμένους και τους δύο, ως πάλι τα άστρα να δύσουν στο σωστό σημείο, ως πάλι η στάθμη της θάλασσας να είναι η σωστή, ως ικανός αριθμός μεγάλων σεισμών να τραντάξει το χώμα τούτου του ισθμού. Ως ικανός αριθμός αιώνων να περάσει. Ως ικανώς φιλόδοξοι δάσκαλοι να διαβάσουν με χέρια τρεμάμενα το αρχαίο χειρόγραφο.

 

Θα τους σέρνω πίσω μου, κέρκος εγώ, ουρά, κι εκείνοι θα ‘ναι η άκρη της ουράς μου.

Βύρωνας, 23/9/2013

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Χμμ. Ενδιαφέρον πραγματικά! Και πολύ πρωτότυπο.

Τι μου άρεσε:

Μα φυσικά η πόρτα που σκέφτεται, μιλάει και έχει φάντασμα. Ανοίγει ένα ολόκληρο σύμπαν σε ενδιαφέρουσες σκέψεις. Η χρήση ενός ιστορικού γεγονότος και μάλιστα πολύ γνωστού στον πυρήνα της ιστορίας, τοποθετημένο και χρησιμοποιημένο με τόσο ιδιόρρυθμο τρόπο. Μου άρεσε που παίρνει αρκετό χρόνο να καταλάβουμε ποιανού την οπτική γωνία βλέπουμε, πως δεν έχουμε μια ακόμα γυναίκα.

Η στιγμή που καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει είναι νομίζω πολύ σωστά τοποθετημένη στη ροή της ιστορίας.

Επίσης: Τα αστέρια που είναι στην κατάλληλη θέση, το νερό στο σωστό ύψος, οι σεισμοί που έχει μετρήσει εκείνος ο ισθμός.

Με φτιάχνουν κάτι τέτοια :)

 

Τι δεν μου άρεσε:

 Μερικά στοιχεία που σπέρνεις για να μας παρασύρουν να νομίσουμε ότι παρακολουθούμε τις σκέψεις κάποιας άλλης γυναίκας είναι λίγο υπερβολικά. Π.χ. «… θα με θυσιάσει στην απληστία του για γνώση, θα θυσιάσει έναν άνθρωπο για χάρη της ιστορίας». Τον άνθρωπο που θα θυσίαζε τον βλέπω, την πόρτα δεν κατάλαβα πώς θα την θυσίαζε.

 

Η ασάφεια ως προς το χρονικό πλαίσιο. Από την αρχική περιγραφή (μια μόνο γέφυρα κι ένα τραμ που δεν υπάρχει πια στην Πόλη) φαίνεται σαν να είναι σε προηγούμενες δεκαετίες το περιστατικό. Η τεχνολογία όμως που χρησιμοποιούν είναι σύγχρονη. Γιατί μπερδεύονται έτσι οι σκηνές; Φαίνεται λογικό να είναι μόνο δυο οι στιγμές: Τώρα και 1453. Αλλά αν είναι παραπάνω, θα ήταν πιο ενδιαφέρον να δούμε περισσότερες.

 

Στα συν επίσης:

Οι ωραίες περιγραφές και η καλή χρήση της γλώσσας.

Αυτή η πρόταση: … εκτός από τους ήχους της Ίστανμπούλ που ξυπνάει, ακούνε κι άλλους ήχους, τους ήχους της Κωνσταντινούπολης που μάχεται.

Α, ναι. Και ο

 

 

κέρκος  με το λογοπαίγνιό του.

 

 

Link to comment
Share on other sites

Mπόλικες αισθήσεις που στο σύνολό τους είτε με τις απουσία είτε με την παρουσία μας συνθέτουν την παλιά Κωνσταντινούπολη και την τωρινή Κωνσταντινούπολη. Αναμνήσεις και επαναφορά στο παρόν.  

Λέξεις που ζωντανεύουν τον πολιτισμό που βρίσκεται στο σταυροδρόμι των δυο ηπείρων. Ένα φάντασμα που φαίνεται σαν να μην είναι μόνο με το ένα πόδι στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση, αλλά και με το ένα στη παρόν και το άλλο στο μέλλον. Θα ήθελα να μάθω λίγο περισσότερα στοιχεία για το παρελθόν αυτής της γυναίκας. Επίσης δεν κατάλαβα

γιατί έγιναν και οι άλλοι δυο φαντάσματα

Πάντως το γεγονός ότι με μετέφερες εκεί πέρα ήταν αυτό που με κράτησε σε αυτήν την ιστορία.

 

Καλή τύχη Ευθυμία!

Link to comment
Share on other sites

Ωραία ιδέα και πολύ πρωτότυπη, το ίδιο όμορφη και η χρήση της γλώσσας, λυρική όσο πρέπει, και με πολύ σωστό ρυθμό. Το ...ποιός είναι ο αφηγητής δεν το περίμενα καθόλου και σου δίνει πόντους και αυτό. Ομολογώ όμως ότι και εμένα με μπέρδεψαν τα ίδια σημεία που μπέρδεψαν τη Βάσω (ειδικά ο χρόνος που εξελίσσεται η ιστορία, στην αρχή σκέφτηκα ότι είμαστε στην Πόλη του '50 π.χ).

 

Τελικό πρόσημο, (πολύ) θετικό, με κύριο ατου την ίδια την κεντρική ιδέα!

 

Καλή επιτυχία!

Edited by Adicto
Link to comment
Share on other sites

Ωχχχ, πολύ έξω από τα ενδιαφέροντά μου, μη μου λες για Κωνσταντινούπολη και ελληνική ιστορία... Τέλος πάντων, αντικειμενικά:

-Επαγγελματικό γράψιμο ως συνήθως και αρκετές πολύ ωραίες φράσεις στις περιγραφές.

-Πρέπει να προσέξεις, όπως λέει και η Βάσω, τα σημεία όπου μπερδεύεται το αν η αφηγήτρια είναι

μια πύλη ή μια γυναίκα

- δεν είναι αρκετά ξεκάθαρα, παρά μόνο αν το διαβάζεις δεύτερη φορά. Πχ δε θα μπορούσαν τα ίδια ρήματα να έχουν για υποκείμενο είτε έναν άνθρωπο είτε ένα αντικείμενο.

-Λίγο περίεργο ο Τούρκος και ο Έλληνας να θέλουν να δουν το ίδιο ιστορικό γεγονός για να το επιβεβαιώσουν, ο καθένας για άλλο λόγο, να διέπονται από τέτοιου είδους πατριωτισμό ο καθένας για την πλευρά του και να μην τσακώνονται στην πορεία. Ή κάτι δεν κατάλαβα.

-Η θυσία της γυναίκας σαν να μην κολλάει με την ατμόσφαιρα. Δηλ εδώ έχουμε κάτι τόσο ζωντανό και αληθινό (και ανήκον στην πεζή πραγματικότητα) όσο ένα ιστορικό γεγονός, οι ανθρωποθυσίες μάς πάνε εντελώς αλλού, δεν κολλάνε με τον τούρκικο ή τον ελληνικό πολιτισμό, μόνο στην Αφρική (;) ή σε άρθρα για σατανιστές θα έμπαιναν σαν κάτι φυσικό. Δεν ξέρω, perhaps it's just me, αλλά σαν τούρκικο τελετουργικό θα περίμενα κάτι πιο "Λωξάντρα" στυλ, όπως αυτό με τη στάθμη της θάλασσας και τον αριθμό των σεισμών που πρέπει να είναι τα σωστά.

Πάντως γενικά πολύ καλό και σίγουρα πρωτότυπο. Καλή επιτυχία!

Link to comment
Share on other sites

Μια ιστορία που σου τραβάει την προσοχή από πολύ, πολύ νωρίς. Κι όταν λέω νωρίς, εννοώ απ’ τον τίτλο της. Πολύ ευρηματικός. Σε κάνει να θες να μάθεις τι είναι στην άκρη της ουράς και τι ακριβώς είναι αυτή η ουρά. Κάτι που στην ιστορία χρησιμοποιείται πολύ έξυπνα, σαν το «πού ήμουν και πού κατάληξα».

Μου άρεσε πολύ η κεντρική ιδέα της ιστορίας,

 

 

 

Το φάντασμα μιας πόρτας, που έχει την «ικανότητα» να ανοίγει μια πύλη μεταξύ στο τότε και στο τώρα. Αυτό δίνει και μια ΕΦ νότα στην ιστορία, κάτι που μου άρεσε. Γενικά, έχει στοιχεία και από τα τρία είδη, κάτι που είναι κάπως δύσκολο να το πετύχεις, αλλά εσύ το καταφέρνεις με μεγάλη επιτυχία. Αλλά νομίζω ότι δεν ήταν αρκετά τρόμου για να μπει στην αντίστοιχη βιβλιοθήκη.

 

Στην πρώτη ανάγνωση της ιστορίας είχα την αίσθηση ότι μου έλειψαν κάποιες πληροφορίες σχετικά με τις θυσίες και το άνοιγμα της πύλης. Στη δεύτερη ανάγνωση κατάλαβα ότι οι πληροφορίες είναι όσες χρειάζονται για να έχουμε την γενική εικόνα, χωρίς να μπαίνουμε πολύ σε λεπτομέρειες. Μάλλον έτσι είναι καλύτερα, επειδή οι πολλές «φάντασυ» πληροφορίες δεν θα ταίριαζαν με τον σύγχρονο κόσμο.

 

Το τέλος της ιστορίας ήταν όπως έπρεπε: οι ζωντανοί μαθαίνουν το μάθημά τους, ενώ το φάντασμα παίρνει, κατά κάποιον τρόπο, την εκδίκησή του, έστω κι αν αυτό έγινε «κατά λάθος» από τα δεσμά των ανθρώπων.

 

 

Καλή επιτυχία!

Edited by Mesmer
Link to comment
Share on other sites

Μου άρεσε πολύ το λογοπαίγνιο το τέλους και το πως την πατάνε και οι δύο, επίσης μου άρεσε το όλο σκηνικό, αν κι εγώ το ομολογώ μπερδεύτηκα λίγο με τη χρονολογία, που ξεκαθάρισε όμως στο μυαλό μου σε εύλογο χρόνο-μήκος κειμένου.

 

Πολύ πρωτότυπη ενσωμάτωση του θέματος, τουλάχιστον εγώ δεν το περίμενα να τελειώσει έτσι, ενώ σε αρκετές άλλες ιστορίες του διαγωνισμού υποψιάστηκα τουλάχιστον που θα καταλήξουν τα πράγματα. Αυτό μόνο θετικό είναι για την ευχαρίστηση που προκαλεί η ανατροπή του τέλους.

 

Τέλος μερικές εκφράσεις ήταν πάρα πολύ όμορφες. :yessir:

Link to comment
Share on other sites

Πρωτότυπη η ιδέα σου, μου άρεσε. Επίσης άγγιξες ευαίσθητη χορδή με την Κωνσταντινούπολη καθώς τη λατρεύω και με τις περιγραφές σου ένιωσα λες και ήμουν εκεί. Καλή η χρήση της γλώσσας σου αλλά λίγο βαριά για τα δικά μου γούστα καθώς λίγο με κούρασε και με αποσυντόνιζε με αποτέλεσμα να με κάνει να το διαβάζω κομμάτι-κομμάτι δυο τρεις φορές. Επίσης στα σχόλια των παιδιών κατάλαβα ότι η αφηγήτρια ήταν η πύλη. Καλή ιδέα αλλά ίσως έπρεπε να το προιδεάσεις στον αναγνώστη πιο εύκολα, χωρίς βέβαια να χαθεί η αρχική αγωνία και τα ερωτηματικά. Το τέλος σου μου άρεσε πολύ. Καλή επιτυχία.

Link to comment
Share on other sites

Τα γνωστά σχετικά με την προσεγμένη γλώσσα και την πολύ καλή έκφραση. Ένα τυπογραφικό (‘αν’ αντί για ‘να’) και δύο στίξης (ανάποδη απόστροφος και κόμματα μέσα από εισαγωγικά).

Ωραία η περιγραφή του Τούρκου. Δεν μου έγινε σαφές γιατί δεν αρέσει στην

κερκόπορτα-αφηγητή

ο Έλληνας Δάσκαλος, σε τι δηλαδή διαφέρουν τα κίνητρά τους ως προς τη δεοντολογία.


Καλό και αρκετά πρωτότυπο το

ότι ο αφηγητής χαρακτήρας αποδεικνύεται άψυχος και όχι ανθρώπινος,

και μάλιστα αυτό γίνεται με ομαλό τρόπο όπως προχωράει η ιστορία.


Στα αρνητικά: η ιδέα δεν είναι τίποτα το ιδιαίτερο και το τέλος

δεν επιφυλάσσει κάτι ενδιαφέρον, πέρα από μια αρκετά συνηθισμένη υπεραιώνια τιμωρία. 


 

Link to comment
Share on other sites

Τι μου άρεσε…

Δυνατή γραφή με μικρές προτάσεις που προσωπικά λατρεύω, γιατί έχει ρυθμό και αγωνία. Υπάρχει μέσα στη γραφή σου ένας παραμυθόκοσμος που είναι έκδηλος και ιδιαίτερα αρεστός σε μένα. Μου άρεσε πολύ η ιδέα της προσωποποίησης της πύλης και συνεπώς το δικαίωμα να αφηγείται.

 

Τι δεν μου άρεσε…

Το μόνο που θα καταλογίσω σε αυτήν την ιστορία είναι πως με έκανε λίγο να χαθώ, να γυρίσω πίσω και να ξαναδιαβάσω κάποια πράγματα, διότι δεν μου έγιναν απόλυτα κατανοητά. Το θεωρώ προσωπικό μου θέμα, βέβαια, αλλά οφείλω να το πω…

 

Καλή επιτυχία…

Link to comment
Share on other sites

*Η ιδέα ήταν εκπληκτική αλλά μου άρεσε περισσότερο από την ίδια την εκτέλεση.
*Προσωπικά, το βρήκα ελαφρώς άνευρο, μάλλον λόγω της επιλογής του πρωτοπρόσωπου αφηγητή. Την παραβρήκα cool.

*Τρόμου δεν θα το χαρακτήριζα, γιατί στις καταλυτικές σκηνές απέστρεψες το βλέμμα, τις πέρασες επιφανειακά ενώ θα ήθελα να τις νιώσω.

*Η ευχέρεια που έχεις στο λόγο καθώς και οι γνώσεις σου γύρω από το αντικείμενο βοήθησαν την ιστορία να αποκτήσει την απαραίτητη αληθοφάνεια. Κοινώς, με έπεισες πως όλα αυτά συνέβησαν.

*Εκπληκτική η εικόνα του τι συμβαίνει όταν ανοίγει,αν και είναι παράδειγμα ενός σημείου που πέρασε χωρίς περιγραφές. Θα το 'θελα να το διαβάσω απο εσένα, κι όχι μόνο να το φανταστώ.

*Πολύ πολύ καλή χρήση του θέματος.

 

Καλή επιτυχία!

Edited by DinMacXanthi
Link to comment
Share on other sites

Ένα ιστορικό - φανταστικό διήγημα με δόσεις τρόμου; Το καλύτερό μου!

Η πύλη της Κων/πολης ήταν το πρώτο θέμα για το οποίο μου πέρασε από το μυαλό να γράψω, κι εγώ, μόλις είδα το θέμα του διαγωνισμού.

Τελικά όμως η Ευθυμία επέλεξε κάτι πολύ πρωτότυπο – να βάλει την ίδια την πύλη να διηγείται της ιστορία της.

Ωραίες εικόνες με το μπέρδεμα των δύο κόσμων και των διαφορετικών εποχών να δημιουργούν όμορφη ατμόσφαιρα. Η ιδέα γενικά είναι πολύ καλή αν και θα ήθελα την πλοκή να είναι λίγο πιο ξεκάθαρη σε ορισμένα σημεία ώστε να μην χρειάζεται ο αναγνώστης να ξαναδιαβάσει την ιστορία προκειμένου να διασαφηνίσει κάποια πράγματα.

 

Καλή επιτυχία Ευθυμία!

Link to comment
Share on other sites

-Γρήγορα πήγε. Πολύ ευκολοδιάβαστο. (όχι πως δεν το περίμενα :) :) )

 

-Μου άρεσε η ιδέα να υπάρχει

το φάντασμα μιας πόρτας

, αν και πρέπει να ομολογήσω ότι δεν ήταν και πολύ εύκολο να ταυτιστώ, να ζήσω μαζί της την ιστορία.

 

-Ξεκάθαρα εντός θέματος.

 

-Έχω την αίσθηση ότι το σημείο στο οποίο το σχέδιο του Ουφούκ και του δασκάλου

γυρνάει μπούμερανγκ

, πέρασε κάπως γρήγορα.

 

-Αν μου έλειψε κάτι, θα έλεγα ότι αυτό ήταν μια πιο ανεπτυγμένη πλοκή. Το λέω αυτό επειδή, κατά τη γνώμη μου, όπως είναι τώρα η ιστορία, ένα μεγάλο μέρος της (αν όχι το μεγαλύτερο) μοιάζει να εξυπηρετεί μονάχα την παροχή πληροφοριών στον αναγνώστη.

 

-Ίσως να πήγαινε καλύτερα στη βιβλιοθήκη με τις ιστορίες φαντασίας.

Link to comment
Share on other sites

Λυρικότητα, ομορφιά, αρμονία. Ατμοσφαιρική γραφή που με έστειλε και εμένα στην Πόλη με την Πύλη...Πανέξυπνο δέσιμο του λόγου και της ιστορίας ακριβώς ότι θα περίμενε κανείς από την Ναρού. Στα αρνητικά το μόνο που εντόπισα είναι πως χάθηκα στη αρχική ροή του λόγου και της περιγραφής (όχι απαραίτητο κακό) ίσως απλά περίμενα να κυλίσει έτσι και το υπόλοιπο κείμενο. Επίσης είναι κομματάκι άνευρο. Ξέρω ότι θα ήθελες κάτι περισσότερο από αυτό για κριτική αλλά δεν νομίζω ότι έχω κάτι παραπάνω να πώ. Σε ευχαριστώ για την ιστορία, καλή συνέχεια και καλή επιτυχία. 

Edited by Airbourne
Link to comment
Share on other sites

Λογοτεχνικά πολύ όμορφο, με τον τίτλο να με κεντρίζει, πριν απ’ όλα τα άλλα.

Ωραίες περιγραφές, ζωντανές εικόνες, οσμές και γεύσεις που προκαλούν …σιελόρροια στο αρχικό κομμάτι του διηγήματος,  εύστοχη απόδοση λεπτομερειών, εξαιρετική ατμόσφαιρα  (τα γνωστά, αλλά, γιατί να μην ξαναειπωθούν;).  

 

Η πένα της Ευθυμίας μπορεί να περνά με συναρπαστικό τρόπο από θρυλικά μονοπάτια και να ξεδιπλώνει Ιστορικές μνήμες με συμβολιστικές διαστάσεις, εισβάλλοντας στο χρόνο με τα δικά της fantasy οχήματα.   

 

Η ιστορία μου θύμισε την έντυπη εικονογραφημένη σειρά “Ήμουν κι εγώ εκεί” που, αν θυμάμαι καλά, ήταν προσφορά ενός απορρυπαντικού, κάποια παλιά χρόνια. Ο νεαρός πρωταγωνιστής, ο Άλκης νομίζω, ζούσε έντονες γνωστές στιγμές της Ιστορίας σαν χρονοεπισκέπτης. Καταπληκτική σειρά, για την παιδική μας ηλικία!  Στην εδώ περίπτωσή μας βέβαια θα έπρεπε να λέγεται, “Ήρθαν κι αυτοί εδώ”!

 

Το συγκεκριμένο εύρημα της ιστορίας παρ’ όλα αυτά,  η ιδέα του φαντάσματος της  Κερκόπορτας, που σκέφτεται, αισθάνεται, αφηγείται, ας με συγχωρήσει η Ευθυμία - θα το πω μόνο για στατιστικούς λόγους - δεν μου άφησε τον ίδιο ενθουσιασμό με αυτόν που μου άφησε η θαυμαστή ικανότητα να το περιγράφει.

Αυτό ασφαλώς είναι καθαρά ζήτημα προσωπικού γούστου που βρίσκει πιθανή ερμηνεία στο  ότι εγώ εδώ βρίσκομαι έχοντας περάσει τα σύνορα των ιδιαίτερων αναγνωστικών αδυναμιών μου (που ανήκουν στην επικράτεια του sci fi), και είναι λογικό οι προτιμήσεις μου να είναι λιγότερο fantasy -ακές. 

 

Ωραίο το κλείσιμο και το λεκτικό παιχνίδι στην τελευταία φράση.

 

Σ’ ευχαριστώ, Naroualis.

 

 

Υ.Γ. Σωστά, θυμήθηκα, αν και  …νεογέννητο, τότε!  :baby:

http://www.teamgr.gr/index.php?option=com_kunena&func=view&catid=154&id=8067&Itemid=314#  

 

http://www.teamgr.gr/index.php?option=com_kunena&func=view&catid=154&id=8117&Itemid=314 

Edited by Πυθαρίων
Link to comment
Share on other sites

Η ιδέα πολύ καλή, μα η υλοποίησή της δεν μου άρεσε, τη βρήκα ανόρεχτα γραμμένη. Επίσης, για 'μένα καθόλου καλή επιλογή εδώ η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, (αν και εκείνο που κάνεις στην αλλαγή πέτυχε, αλλά μόνο εκείνο το σημείο σε όλο το κείμενο). Φαντάζομαι με αυτή την ιδέα μία περιπέτεια με τα όλα της και χαίρεται η ψυχούλα μου. Έχει το σκοτεινό της το κάτι, αλλά δεν είναι τρόμου, κυρίως γιατί δεν αναπτύσσεις αυτή τη νταρκίλα, δεν εστιάζεις ούτε εκεί. Σε αυτό το διήγημα πραγματικά νικήτρια είναι η ιδέα.

Link to comment
Share on other sites

Παρόλο που είμαι περισσότερο της δράσης και τον διαλόγων, μου άρεσε πολύ η ατμόσφαιρα που είχε, οι εικόνες και οι περιγραφές. Ακόμα περισσότερο μου άρεσε η επανάληψη στο τέλος και πιο συγκεκριμένα η ειρωνεία.

 

Αφού το διάβασα και δεύτερη φορά,

 

κατάλαβα γιατί, εφόσον είναι ξεκάθαρα φάντασμα στο τέλος λέει:
Γι’ αυτούς είμαι μια πόρτα, ένα ξύλινο αντικείμενο, κι όχι ένα πλάσμα ζωντανό. Κανείς από τους δυο τους δεν αναρωτήθηκε ποτέ πώς είναι δυνατόν ένα πλάσμα που δεν είναι ζωντανό να έχει φάντασμα. Αυτό έπρεπε να το είχαν προσέξει.
Με προβλημάτισε λίγο γιατί πιο πάνω λες:
Έχω υλοποιηθεί μπροστά τους εδώ και ώρα κι έχουν κάπως συνηθίσει τη φασματική μορφή μου.
Εν τέλει κατάλαβα, απλώς θέλω να πω γιατί με δυσκόλεψε

 

 

Δύο πράγματα που ακόμα δεν καταλαβαίνω είναι:

 

Ξαφνικά στέκομαι. Πως το αντιλαμβάνονται οι γύρο της αυτό εφόσον βλέπουν απλώς μια πύλη (μάλλον λεπτομέρεια).
Γιατί θυσία, εφόσον δεν ξέρουν ότι είναι φάντασμα και στο τέλος τελικά δεν πεθαίνει ή δεν χάνεται.

 

 

.

Πάντος στο σύνολό του είναι πολύ όμορφο.

Καλή επιτυχία!

Link to comment
Share on other sites

Σε καμία περίπτωση μην ανοίξετε τα σπόιλερ οι περίεργοι!

 


 

 

Ξαφνικά στέκομαι. Πως το αντιλαμβάνονται οι γύρο της αυτό εφόσον βλέπουν απλώς μια πύλη (μάλλον λεπτομέρεια).
Γιατί θυσία, εφόσον δεν ξέρουν ότι είναι φάντασμα και στο τέλος τελικά δεν πεθαίνει ή δεν χάνεται.

 

 

Πώς το κατάλαβα εγώ:

 

Θυσίασαν μία ζωή (τη γυναίκα που της έκοψαν το λαιμό) για να γίνει το ξόρκι και μία άλλη (τη γυναίκα που αφηγείται την ιστορία) πάνω στην οποία έδρασε το ξόρκι (το πνεύμα της πύλης μπήκε στο σώμα της γυναίκας).

 

Link to comment
Share on other sites

Σε καμία περίπτωση μην ανοίξετε τα σπόιλερ οι περίεργοι!

 

 

 

Ξαφνικά στέκομαι. Πως το αντιλαμβάνονται οι γύρο της αυτό εφόσον βλέπουν απλώς μια πύλη (μάλλον λεπτομέρεια).

Γιατί θυσία, εφόσον δεν ξέρουν ότι είναι φάντασμα και στο τέλος τελικά δεν πεθαίνει ή δεν χάνεται.

 

 

 

Πώς το κατάλαβα εγώ:

 

Θυσίασαν μία ζωή (τη γυναίκα που της έκοψαν το λαιμό) για να γίνει το ξόρκι και μία άλλη (τη γυναίκα που αφηγείται την ιστορία) πάνω στην οποία έδρασε το ξόρκι (το πνεύμα της πύλης μπήκε στο σώμα της γυναίκας).

 

Αν είναι έτσι,

 

 

τότε σίγουρα εξηγείται η θυσία. Αν υποθέσουμε ότι αρχικά η αφηγήτρια είναι μια δεύτερη γυναίκα (και όχι το φάντασμα της πύλης) τότε κάποια στιγμή γίνεται μια μετάβαση ως προς το πρόσωπο που αφηγείται στο σημείο μεταξύ:

«Φέρνουν την γυναίκα στα πόδια μου… όπως αθώα είμαι και εγώ» και «Έχω υλοποιηθεί μπροστά τους εδώ και ώρα κι έχουν κάπως συνηθίσει τη φασματική μορφή μου.»

κάτι το οποίο δεν είναι πολύ εμφανές.

 

 

Μπορώ να πω ότι με μπέρδεψες λίγο παραπάνω τώρα  :p

Link to comment
Share on other sites

Πανεμορφη η αφηγηση σ’ αυτό το διηγημα. Η περιγραφη του βοσπορου και της Πολης, μαγευτικη εξαπτει πολλες αισθησεις. Μ’ αρεσε ο συμβολισμος της πυλης, αν και δεν καταλαβα ποιος ηταν ο σκοπος των δυο αντρων. Ηθελαν να αποτρεψουν την αλωση της Πολης; Υποπτευομαι ότι οι δυο αντρες εχουν καποια αλληγορικη σημασια που δεν επιασα.. Πολύ καλογραμμενο διηγημα παντως και πολύ δυνατη η γραφη σου. Παντως θεωρω πως θα ταιριαζε περισσοτερο στη βιβλιοθηκη φαντασιας.

Εξαιρετικη δουλεια. 

Link to comment
Share on other sites

Πολύ έξυπνη η δομή της ιστορίας σου, την διάβασα ξανα και ξανά για να πιάσω όλα τα υπονοούμενα σχετικά με τη φύση του ομιλητή. Πολύ ταξιδιάρικες περιγραφές με ωραία ατμόσφαιρα. extra points για την τελευταία παράγραφο που δένει τον τίτλο με το διήγημα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο! Και μόνο για αυτή την παράγραφο θα μπορούσα άνετα να δεχτώ το διήγημα ως horror.

Link to comment
Share on other sites

Πολύ ενδιαφέρουσα η ιδέα, πολύ όμορφος ο χειρισμός, λεπτός και ανεπιτήδευτος. Πολύ αγαπημένο θέμα αυτή η πόρτα. Πολύ αγαπημένο και ελάχιστα χρησιμοποιημένο νομίζω. Μου αρέσει αυτή η πύλη σου, ιδιαίτερα εκεί που μας λέει ότι ένας άνθρωπος την άνοιξε (που θεωρώ ότι και το παράπονό της στους αιώνες βασικά) κι ότι δε φταίει αυτή.

 

Ντάξει, δεν είναι τρόμου γιατί δεν ήτανε αυτή η πρόθεσή σου, να μας τρομάξεις δηλαδή, αλλά κι εγώ μάλλον εδώ θα την έβαζα γιατί αυτό που συμβαίνει είναι άπειρα τρομαχτικό, άσχετα που όταν φτάνουμε σε αυτό το σημείο ουσιαστικά έχουμε τόσο πολύ ταυτιστεί με την πόρτα που ντάξει… λίγο μας νοιάζει κι εμάς.

 

Τι φάση το τραμ; Ούτε κι εγώ το κατάλαβα, αλλά πολύ μου αρέσει η εικόνα.

 

Υπάρχει μια αντίφαση εκεί που στην αρχή η αφηγήτρια από αυτά που λέει εισπράττουμε πως τη νοιάζει για τη ζωή της κοπέλας που θα της θυσιάσουνε, αλλά μετά που τη θυσιάζουνε, παρόλο που είναι από την ίδια ο.γ., είναι λίγο αδιάφορη η όλη φάση.

 

Νομίζω λίγο ήθελες να γράψεις νουβελίτσα και την εκβίασες ότι άμα δε χωρέσει στον επετειακό δε θα την ξαναμιλήσεις. Να όμως εκείνη το έκανε αυτό που ήθελες εσύ, τώρα μήπως μπορείς να κάνεις κι εσύ αυτό που ήθελε εκείνη; Ε; Εεεε; Μπας και μάθουμε, ρε παιδί μου, για αυτούς εκεί τους Ελληνοτούρκους, τα μαθήματα ιστορίας και το γιατί δεν τους (ή τον) πάει μία η πορτούλα;

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Σίγουρα αυτό που μου άρεσε περισσότερο σ' αυτό το κείμενο είναι η προσωποποίηση της Πύλης, ως μια οριακή οντότητα που απέκτησε υπόσταση απ' την ισχυρή επίταση της ιστορικής στιγμής (αν και νομίζω ότι η Κερκόπορτα είναι λίγο περισσότερο "μυθικό" και όχι τόσο "ιστορικό" ντοκουμέντο, αλλά μπορεί να λέω και βλακείες). Και ως οντότητα γίνεται, με πολύ ωραίο τρόπο, τα μάτια του αναγνώστη για να βιώσει μια συναισθηματική και εικονική μίξη των εποχών.

Μέσα στην υλοποίηση αυτού του εγχειρήματος όμως υπήρχαν και μερικά σημεία που, πιστεύω, πως θέλουν κάτιτις παραπάνω για να υποστηριχθεί η ιδιόρυμθη αυτή αφηγηματική επιλογή σου. Αρχικά, θέλει λίγο περισσότερο ξεκαθάρισμα το παιχνίδισμα του ποιος αφηγείται στην αρχή... υπάρχει η Πύλη και υπάρχει και η γυναίκα κι εμείς νομίζουμε πως είμαστε η γυναίκα, αλλά τελικά είμαστε η Πύλη; Ή στην αρχή είμαστε και λίγο η γυναίκα; Δεν θέλω να γίνει τελείως ξεκάθαρο, θα χάσει την ομορφιά του, απλώς να είναι λίγο πιο απτό. Ο βασικός μου προβληματισμός όμως είναι στο ότι κάπου έχασα την αίσθηση του συγκεκριμένου χώρου της Κων/πολης, ο οποίος είναι και κυρίαρχο θέμα του κειμένου. Ειδικότερα, απ' τη στιγμή που αλυσοδένουν την Πύλη και προχωρούν, ίσως δε μ' ενδιαφέρει τόσο να μάθω γιατί κανείς δε τους σταματά, αλλά τι τους αποκαλύπτει αυτή η διαδρομή που θα αποκαταστήσει αυτό το ισχυρό σημείο στη θέση του; Κάπου με βγάζει εκτός κλίματος αυτό και μετά δε μπορώ να ευχαριστηθώ ούτε την αμοιβαία εισβολή παρόντος και παρελθόντος. Τέλος, είναι πολύ όμορφες οι εικόνες που βάζεις και σκιαγραφούν το χρόνο ύπαρξης της Πύλης, φυσικά έχει γίνει μάρτυρας και ολων των ενδιάμεσων γεγονότων. Απώς θα ήθελα λίιιγο, λίγο περισσότερο να διακρίνω στα συναισθήματα και στη μελαγχολία τους πόλους 1453-σήμερα. Είναι οι χρονικές περίοδοι στις οποίες επιμένεις κι εσύ και επιστρέφοντας στο γεγονός ότι η Πύλη "στοιχειώθηκε" λόγω του ρόλου που έπεξε στην ιστορία, θα περίμενα να μου φέρει ήχους απ' την περίοδο της πολιορκίας και των αυτοκρατόρων και όχι τόσο απ' το τραμ π.χ. 

 

Αυτό που με ιντρίγκαρε είναι ότι οι δύο έμειναν δέσμιοι της Πύλης... δεν ξέρω για ποιον λόγο ακριβώς, αλλά μου φάνηκε πολύ ταιριαστό να συμβεί αυτό στο τέλος. Γίνεται αρκετά ξεκάθαρο εξ' άλλου πως λίγο ή πολύ, οι πράξεις τους οδήγησαν σε ένα είδος ύβρεως. 

 

Μπράβο πάντως τόσο για την πρωτοτυπία, όσο και για την επιλογή της τοποθεσίας...

 

Μια τελείως χαζή και υποτυπώδης λεπτομέρεια: Νομίζω ότι ο ήχος απ' το καμπανάκι του τραμ είναι πανταχού παρόν στην Ιστάνμπουλ, τουλάχιστον δεξιά κι αριστερά απ' τον Κεράτιο και σίγουρα σε μεγάλο κομμάτι του Σουλταναχμέτ. Βέβαια, είναι το σύγχρονο τραμ πλέον, αλλά ο ήχος είναι ίδιος με του παλιού. Η Κερκόπορτα βέβαια μάλλον σκέφτεται και ακούει με πιο ιδιαίτερο τρόπο από μας... :)

Edited by Σουσαμένια Άνοιξη
Link to comment
Share on other sites

Κάποιες πρώτες απαντήσεις.
 
 
@Tiessa: Σχετικά με το χρονικό δίπολο, νόμιζα ότι η αναφορά στη γέφυρα ήταν αρκετή για να σημαδέψω το τώρα. Η γέφυρα του Βοσπόρου, «που ενώνει την Ευρώπη και την Ασία» περατώθηκε το 1973 (κι η δεύτερη η «Φατίχ Σουλτάν Μεχμέτ» το 1988). Μου φάνηκε αρκετά σύγχρονο για να το διασαφηνίσω. Επιπλέον, τραμ -όπως βεβαιώνει κι η Σουσαμένια Άνοιξη- υπάρχει ακόμη στην Κωνσταντινούπολη και μάλιστα το κουδουνάκι του είναι σαν παλιό. Αυτό ομολογώ ότι δεν το ήξερα κι ότι δεν το έψαξα περισσότερο.
 
@Διγέλαδος: Δεν είναι φάντασμα γυναίκας. Είναι φάντασμα πύλης. Οπότε είναι λογικό να μην ήθελα να σου πω περισσότερα για το υπόβαθρό της. :p
 
@Wordsmith

Ωχχχ, πολύ έξω από τα ενδιαφέροντά μου

 
Αυτό το προσπερνάω. Ομολογώ ότι με πείραξε όταν το πρωτοδιάβασα, γιατί ούτε στα δικά μου ενδιαφέροντα είναι το young adult ή η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά ποτέ δε βαρυγκόμησα να διαβάσω κάτι τέτοιο σε διαγωνισμό ή δεν προσπάθησα να το δω αντικειμενικά.
 
Για τον πατριωτισμό των δυο αντρών, κάποτε διάβασα ότι ένας τίμιος ιστορικός δεν πρέπει να είναι πατριώτης, αλλά να βλέπει τα πράγματα αντικειμενικά. Θωρώ ότι κάθε ιστορικός έχει αυτήν την πεποίθηση για τον εαυτό του, άσχετα με τα λάθη δεοντολογίας που κάνει στη συνέχεια. Γι’ αυτούς είναι μόνο μια ιστορική ανακάλυψη, ο ένας Δάσκαλος, ο άλλος μαθητής. Στην καρδούλα τους μέσα όμως είναι απλά ένα κομβικό σημείο της εθνικής τους ταυτότητας. Ο καθένας προσπαθεί να δικαιολογήσει αυτό που νιώθει για τη φυλή του άλλου.
 
Για τη θυσία, καταρχήν πουθενά δεν αναφέρω τι σόι χειρόγραφο είναι αυτό. Θα μπορούσε να είναι σελίδα από το Unaussprechlichen Kulten, το φανταστικό βιβλίο που έγραψε ο εξίσου φανταστικός Φρίντρηχ Βίλελμ Φον Γιούνστ (υπόκλιση στη φαντασία του Ρόμπερτ Χάουαρντ γι’ άλλη μια φορά). Σε δεύτερη φάση, θα εκπλαγείς αν μάθεις τι σόι ανθρωποθυσίες έκαναν και οι μεν και οι δε και μάλιστα μέχρι πρότινος, όπως πχ η περίφημη γυναίκα του εκάστοτε πρωτομάστορα, που μπορεί να είναι θρύλοι, αλλά κάπου υπάρχει και η φωτιά του καπνού.
 
@mman: Σχετικά με το γιατί η αφηγήτρια δε χωνεύει τον Δάσκαλο, point taken. Ήταν μια από τις αδυναμίες του κειμένου που ήξερα ότι υπάρχουν, αλλά δεν είχαν άλλες δυνατότητες να τις διαχειριστώ, τουλάχιστον όχι τη στιγμή εκείνη.
 
@Cassandra Gotha:

 

Θυσίασαν μία ζωή (τη γυναίκα που της έκοψαν το λαιμό) για να γίνει το ξόρκι και μία άλλη (τη γυναίκα που αφηγείται την ιστορία) πάνω στην οποία έδρασε το ξόρκι (το πνεύμα της πύλης μπήκε στο σώμα της γυναίκας).

 

 
Εμ, όχι.

Κάλεσαν το πνεύμα της πύλης, που αναφέρεται στον εαυτό του ως θηλυκό και θυσίασαν μια τυχαία γυναίκα


 
@Havoc: ήθελαν απλά να γίνουν μάρτυρες του γεγονότος. Όχι να το αλλάξουν, αλλά να το δουν. Οι μισθοφόροι που έχουν μαζί του είναι για την απίθανη -πιθανή τελικά- περίπτωση να λειτουργήσει η πύλη ως κανονική και να μπουκάρουν στο σήμερα πράγματα από το χτες.
 
@Σουσαμένια Άνοιξη:

δε μ' ενδιαφέρει τόσο να μάθω γιατί κανείς δε τους σταματά, αλλά τι τους αποκαλύπτει αυτή η διαδρομή που θα αποκαταστήσει αυτό το ισχυρό σημείο στη θέση του

 
Αυτό είναι το στοίχημά μου για μετά. Θέλει λίγη έρευνα σχετικά, να δω από πού θα τους πάω και τι θα συναντήσω, αλλά μάτωσε η καρδιά μου, που δεν είχαν τη δυνατότητα να το κάνω -λόγω χρόνων και μόνο.

Link to comment
Share on other sites

@Wordsmith

Ωχχχ, πολύ έξω από τα ενδιαφέροντά μου

 

Αυτό το προσπερνάω. Ομολογώ ότι με πείραξε όταν το πρωτοδιάβασα, γιατί ούτε στα δικά μου ενδιαφέροντα είναι το young adult ή η τεχνητή νοημοσύνη, αλλά ποτέ δε βαρυγκόμησα να διαβάσω κάτι τέτοιο σε διαγωνισμό ή δεν προσπάθησα να το δω αντικειμενικά.

 

 

Μα απ'ό,τι θυμάμαι σε ψήφισα ακριβώς στη θέση που πήρες τελικά, οπότε δε μπορείς να πεις ότι επηρεάστηκα από το ότι δε διαβάζω συνήθως λογοτεχνία με τέτοια θέματα. Το θεωρώ ένα από τα πιο καλά και επαγγελματικά του διαγωνισμού και συγχαρητήρια.

Edited by wordsmith
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..