giorgos lagonas Posted March 19, 2014 Share Posted March 19, 2014 (edited) Όνομα Συγγραφέα: Γιώργος ΛαγκώναςΕίδος: τρομο...νουάρ;Βία; ναιΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων: 2500Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Η συμμετοχή μου για τον διαγωνισμό του αστυνομικού διηγήματος στο ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ. Δεν ξεχώρισε και δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό, γιατί πρωτίστως ούτε εγώ τη θεωρώ αστυνομικό διήγημα. Όμως μου αρέσει σαν ιστορία. Η "ορίτζιναλ" εκδοχή έχει πιο τονισμένο το στοιχείο τρόμου, το γοτθικό stuff και μια πιο ολοκληρωμένη προετοιμασία για το φινάλε, όμως κόπηκαν στην βερζιόν του διαγωνισμού για μην υπερβώ το όριο των λέξεων, αλλά και για να μοιάζει το διήγημα περισσότερο "αστυνομικό". Η ορίτζιναλ και πιο ολοκληρωμένη ιστορία θα ανεβεί και αυτή, οσονούπω, στο ίδιο thread. Αφήστε και κάνα σχόλιο, προς τέρψη της ανασφάλειας του συγγραφέα! Αυτά! Επτά Χήρες -Έχεις φωτιά; -Ορίστε. Κάτω από τη φλόγα του αναπτήρα, το σκοτάδι αναλύθηκε σε αμέτρητες αποχρώσεις που σκαρφάλωσαν στο πρόσωπό της σαν διάφανα πέπλα. -Ευχαριστώ. Προσάρμοσε στην άκρη μιας λεπτής κοκάλινης πίπας ένα τσιγάρο. Ο αναπτήρας, ξανά. Λεπτές σκιές χαράκωσαν το δέρμα της σε μικρά καρέ που σκίρτησαν κάτω από το βέλο. Ανάμεσά τους, δυο γαλάζια κομμάτια πάγου κοιτούσαν πέρα μακριά. Εισέπνευσε βαθιά. Η κάφτρα έγινε ένα πυρωμένο μάτι, μέτρησε τη νύχτα αφήνοντας κίτρινες, πορτοκαλιές και κόκκινες τροχιές. Μετακίνησα το βάρος από το ένα πόδι που κόντευε να πιαστεί, στο άλλο. Από το μπαλκόνι, ο Υμηττός έμοιαζε να φωσφορίζει κάτω από το φως των αστεριών. Σκέφτηκα τη σιωπή σαν παραπονιάρικο παιδί που τραβάει και κρέμεται από τα μπατζάκια μου, απαιτεί να πω κάτι. -Ωραία νύχτα. Σκίζω στη συζήτηση. Δεν έδειξε αν μοιραζόταν τη μομφή προς την ευφράδειά μου. Φύσηξε τον καπνό. -Έχεις αγαπήσει κυρ αστυνόμε; Τα γαλάζια κομμάτια πάγου με σημάδεψαν. Τρεμόπαιξαν για μια στιγμή και το ένα άρχισε να λιώνει. Λεπτεπίλεπτο και γεμάτο χάρη, το δάκρυ χάραξε ένα γυαλιστερό χνάρι, παρασέρνοντας υπολείμματα και λασπωμένους κόκκους από σκιά ματιών και μακιγιάζ. Άλλαξα πόδι, ξανά. -Ίσως... μάλλον, ξέρω ‘γω; Είπαμε, σκίζω στη συζήτηση. Τουλάχιστον απέφυγα να της θυμίσω ότι δεν είμαι πια αστυνομικός. Το παλεύω ακόμα, για όσο μπορώ να συγκρατώ τα κουρέλια μου. Δεν έχω περάσει λίγα. Δε σηκώνω πολλά πολλά. Και, ευτυχώς, έχω ακόμα τον τρόπο να περάσω το δικό μου αν κάποιος τραβάει ζόρι. Αλλά έχω τα κολλήματά μου. Μπορώ να γίνω το μεγαλύτερο κορόιδο για χάρη μιας γυναίκας που κλαίει. -Αν δεν είσαι σίγουρος, τότε δεν έχεις αγαπήσει κυρ αστυνόμε. Όταν αγαπάς, το ξέρεις. Είναι σαν να σου ξεριζώνουν κάθε μέρα ένα κομμάτι. Οι άντρες είστε καταδικασμένοι να εγκαταλείπετε τις γυναίκες που σας αγαπούν. Κάποτε θύμωνα, τα έβαζα με ‘σας, τα έσπαγα όλα από τα νεύρα μου. Τώρα συνήθισα. Κατά βάθος δεν φταίτε εσείς. Είναι στη φύση σας. Αλλά είναι πολύ δύσκολο. Σε κάνει διατεθειμένο να κάνεις τα πάντα για να βρεις ξανά το κομμάτι που σου λείπει. Κι άλλα ασημένια ρυάκια. Τα στεφάνωσαν σύννεφα καπνού που παρασύρθηκαν και διαλύθηκαν στο σκοτάδι. Από μέσα τους, ατένιζε τη νύχτα άκαμπτη, υπερήφανη στη θλίψη της. Αγέρωχη στην αλαζονεία της. Συγκλονιστική στην κατάπτωσή της. Κάποτε, όταν περπατούσε, έτριζαν τα πεζοδρόμια. Λιγούρικα ανδρικά κεφάλια εξαρθρώνονταν για να μη χάσουν ένα φευγαλέο της στιγμιότυπο. Τώρα, με διαφορετικό, πιο ουσιαστικό τρόπο, είναι πολύ όμορφη ακόμα. Η ανθρωπιά της ξεγλιστρούσε, κυλούσε στο πρόσωπο, καταποντιζόταν στις πτυχές του μαύρου φορέματος. Τα γυαλιστερά χνάρια έγιναν ρωγμές, μάρτυρες μιας κρυφής, γήινης αλήθειας κάτω από ένα πλάσμα που έμοιαζε με καλοσμιλεμένο υπεροπτικό άγαλμα. Η αντίφαση πολλαπλασίαζε τη γοητεία της. Η Χριστιάννα Κ. Πρώην φωτομοντέλο, από τα καλοπληρωμένα κορίτσια μιας εποχής που πέρασε. Τα περιοδικά λάτρευαν να την φιλοξενούν στα ιλουστρασιόν εξώφυλλα. Πάμπλουτοι εραστές έπεσαν στα πόδια της. Ακόμα περισσότερο από την άνοδο, ο κόσμος εκστασιάστηκε με την παρακμή της και το χρονικό της πτώσης. Διαζύγια, εκτρώσεις, πάρτι με κοκαΐνες, χαμένες επιμέλειες παιδιών. Άτυχα ραντεβού με ακατάλληλους εραστές, ανεπαρκείς πλαστικούς χειρουργούς και ψυχιάτρους. Αυτοί που την ανέδειξαν, την κατασπάραξαν, μπουκώθηκαν μέχρι σκασμού και πέταξαν τα υπολείμματα. Τα υπολείμματα που ντύθηκαν το φόρεμα της αγρύπνιας και μου έδωσαν φωτιά για να ανάψω τσιγάρο. Ναι, το σκηνικό μοιάζει με φτηνή αστυνομική ιστορία. Και όπως οι περισσότερες του είδους της, ξεκίνησε με ένα τηλέφωνο. Είχα σβήσει τα φώτα, ήμουν έτοιμος να κλείσω το γραφείο. Μια γυναικεία φωνή χάραξε τη σιωπή. -Ο κύριος Καρτάλης; -Ο ίδιος. Σε τι μπορώ να βοηθήσω; -Πρέπει να έρθετε. Όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Πέθανε ένας δικός μας άνθρωπος -Νομίζω ότι πήρατε λάθος τηλέφωνο. Πρέπει να καλέσετε ασθενοφόρο, την αστυνομία. Δεν μπορώ να κάνω κάτι για εσάς. -Σας παρακαλώ. Θα γίνει και αυτό. Αλλά πρώτα χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας. Είναι πολύ λεπτή η θέση μας. Είμαστε μόνες, δεν ξέρουμε τι να κάνουμε. Όταν τελειώσετε θα φύγετε, δεν υπάρχει λόγος να ανακατευτείτε. Αλλά τώρα είναι μεγάλη ανάγκη. Σας παρακαλώ. Από την άλλη άκρη της γραμμής οι λυγμοί έφτασαν στα αυτιά μου φθαρμένοι. Μέσα τους ήταν πλεγμένες η στωικότητα, ο πόνος, η απόγνωση. Τα μυρίζομαι αυτά. Και, ενάντια σε κάθε λογική, μπορώ να γίνω το μεγαλύτερο κορόιδο για μια γυναίκα που κλαίει. -Ο εκλιπών… πώς απεβίωσε; -Μάλλον η καρδιά του. Είχε πρόβλημα με την καρδιά του. -Κοιτάξτε, τα πράγματα φαίνονται ξεκάθαρα. Πρέπει να ειδοποιήσετε ένα ασθενοφόρο. Δεν υπάρχει κάτι άλλο να… -Το θέμα δεν είναι τόσο απλό. Μιλάμε για τον Αλέξιο Σταυρόπουλο. Φαντάζομαι ότι μπορείτε να αντιληφθείτε τι έχει να γίνει αν δεν το χειριστούμε σωστά. Το μόνο φως στην καμπίνα του αυτοκινήτου ερχόταν από την οθόνη του υπολογιστή που μάζευε πληροφορίες από το διαδίκτυο. Δεν χρειάστηκε και πολύ ώρα. Τα γεγονότα ήταν πασίγνωστα στο πανελλήνιο. Ο Αλέξιος Σταυρόπουλος. Πρωτοπόρος της νευροχειρουργικής. Πάμφτωχός φοιτητής, διακεκριμένος γιατρός, αυτοδημιούργητος μεγαλοεπιχειρηματίας που επιβλήθηκε στο επιστημονικό κατεστημένο. Πέτρα του σκανδάλου στον χώρο της υγείας. Με μια φωτογραφική τροπολογία, παππούδια που ξεροστάλιαζαν στις ουρές του ΙΚΑ για ένα σιρόπι να υγράνουν τα σκεβρωμένα λαρύγγια τους, ξαφνικά απέκτησαν πρόσβαση σε πανάκριβες πρωτοποριακές επεμβάσεις στις κλινικές του Σταυρόπουλου. Κοινωνική κατακραυγή, λίβελοι στις εφημερίδες, μια κυβέρνηση που έφτασε στα πρόθυρα κατάρρευσης. Η αναδιάρθρωση του νόμου μπάλωσε τα πράματα. Ακόμα τα παππούδια έβρισκαν την υγειά τους κάτω από το νυστέρι του Σταυρόπουλου, ελέω του κρατικού κορβανά. Αλλά σε μικρότερη έκταση, χαμηλότερους τόνους, με μπόλικη συγκάλυψη. Το τελευταίο σκάνδαλο. Δυο θάνατοι και τουλάχιστον άλλοι τόσοι φημολογούμενοι, καταγγελίες για πρωτάκουστες τακτικές και αδιευκρίνιστες απόπειρες μαζικής μεταμόσχευσης νευρικού ιστού. Ακόμα περισσότερη συγκάλυψη, απειλές και συμβιβασμοί ανάμεσα σε δίκες και ανώνυμα τηλεφωνήματα. Τα κατηγορητήρια αδυνάτιζαν, έχαναν την αξιοπιστία τους. Οι μάρτυρες δεν εμφανίζονταν. Οι αναβολές συσσωρεύονταν. Η υπόθεση ξεχάστηκε. Ο Σταυρόπουλος αθωώθηκε αθόρυβα, αποσύρθηκε από την ενεργό δράση πουλώντας την ιατρική του αυτοκρατορία σε μεγαλοεπιχειρηματία που μέχρι σήμερα λειτουργεί τις πολυτελείς κλινικές με το ίδιο όνομα-σήμα κατατεθέν. Πήρα την περιφερειακή Υμηττού και έστριψα στην έξοδο. Ένας ιδιωτικός δρόμος οδηγούσε στην περιφραγμένη με ψηλούς τοίχους έκταση που κούρνιαζε στα ριζά του βουνού. Οι ρόδες τραγούδησαν στο χαλικόστρωτο μονοπάτι. Προσπέρασα περιποιημένο γκαζόν, παρτέρια, πολύχρωμα άνθη. Τα φωτισμένα δωμάτια σπάθιζαν το σκοτάδι. Πάρκαρα στην πυλωτή του τριώροφου νεοκλασικού. Με περίμεναν στην εξώπορτα. Η θέα της υποδοχής κάρφωσε στο μυαλό μου μια σκέψη που παρέμεινε ακλόνητη, ανεξίτηλη, κουδούνιζε σαν κέρμα σε κουμπαρά Επτά χήρες Ο Αλέξιος Σταυρόπουλος δεν υπήρξε παντρεμένος. Όμως επτά μαυροντυμένες ήταν μαζεμένες στο σπίτι του, ένα ζωντανό σκηνικό από γάντια, μαντήλια, επώνυμες τσάντες, από εκείνες τις μεγάλες που αρέσουν στις γυναίκες. Κόκκινα κραγιόν. Ψηλά τακούνια. Πολλά τσιγάρα. Δαντέλες έντυναν αφειδώς τα γυναικεία κορμιά και δαντέλες καπνού στροβιλίζονταν στον αέρα. Η λεπτομέρεια που έκανε τη διαφορά: το πτώμα του Σταυρόπουλου ήταν άφαντο. Πανικόβλητες, με πληροφόρησαν ότι κάποια στιγμή, από την ώρα που μιλήσαμε στο τηλέφωνο μέχρι να φτάσω, το πτώμα είχε εξαφανιστεί. Δεν είχαν ιδέα πώς, δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτα. Εξιστορούσαν, τρεμόπαιζαν χέρια και βλέμματα. Αντάλλαζαν καχύποπτες ματιές. Μακάρι όλο αυτό να ήταν μια φτηνή αστυνομική ιστορία. Τουλάχιστον, εκεί έχεις ένα πτώμα για να ξεκινήσεις. Εδώ, κάθε νέο δεδομένο κατέληγε σε νέα ερωτήματα, καινούρια αδιέξοδα με άρωμα γυναίκας. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι σαφέστατα κάτι άλλο συνέβαινε. Κάποια από τις επτά χήρες είχε μετατρέψει το νεοκλασικό του Σταυρόπουλου σε μια εξαίσια πολυτελή παγίδα. Και ο μόνος τρόπος για να βγει μια άκρη, ήταν να την ενεργοποιήσω. Έπρεπε, για την ώρα, να κερδίσω χρόνο, να μάθω περισσότερα. Συνεπώς, κάναμε το σπίτι άνω κάτω. Θαμπώθηκα από την πολυτέλεια που δέσποζε σε κάθε δωμάτιο. Αυτό δεν ήταν σπίτι εργένη. Κραύγαζε γούστο και καλαισθησία γυναίκας, αυτό το άγγιγμα και τη συνεχή φροντίδα που γίνεται χαρακτήρας του χώρου, κάτι που δεν μπορεί να το αντικαταστήσει κανένας διακοσμητής και καμιά υπηρέτρια. Ζεστά χρώματα, οι σωστές κουρτίνες, το χαλί που ταιριάζει με τα μοτίβα στα αμπαζούρ και τις περίτεχνες, σαν κινέζικα αγγεία, λάμπες. Εκείνες περιφέρονταν σχεδόν αγνοώντας με. Πίσω από την πλάτη μου, σε αντανακλάσεις του καθρέφτη και σε απρόβλεπτες στροφές του κεφαλιού, οι ματιές τους με κεντούσαν. Με την πρόφαση του ψαξίματος, κατάφερα να αποσπάσω λίγες κουβέντες από την κάθε μια. Όλες τους ήταν ριζικά διαφορετικές, έτη φωτός τις χώριζαν, στο παρουσιαστικό, στο επάγγελμα, την μόρφωση, τον χαρακτήρα. Όμως τις ένωναν άλλα τόσα κοινά. Ήταν όμορφες, η καθεμιά με τον δικό της τρόπο, πληγωμένες, ακαταμάχητες. Όλες υπήρξαν, σε διαφορετικές περιστάσεις, ερωμένες του Σταυρόπουλου. Μοιράστηκαν χρόνια από τη ζωή του, τον αγάπησαν παθολογικά. Εγκαταλείφθηκαν, έκλαψαν, σπάραξαν όταν αποφάσιζε να διακόψει την ερωτική τους ιστορία. Όμως καμία δεν έφυγε εντελώς από την ζωή του. Κάτι τέτοιο δεν μπορούσαν να το αντέξουν, κατά τα λεγόμενά τους ούτε και εκείνος μπορούσε να πορευθεί χωρίς την παρουσία τους. Με «τυχαίες» ερωτήσεις και παρατηρήσεις, λογικά συμπεράσματα και άλματα, δικαιολογίες για κάτι που ξεχνούσα ή προέκυπτε, προκειμένου να ελέγξω γεγονότα και ονόματα στον υπολογιστή του αυτοκινήτου, κομμάτια του γρίφου άρχισαν να μπαίνουν σε μια σειρά. Ένα γαϊτανάκι επιρροών άρχισε να ξεπροβάλλει που μέσα στα χρόνια, πίσω από σκιές, πλεκόταν γύρω από την ιλιγγιώδη πορεία του Σταυρόπουλου. Η συνταξιούχος γιατρός, πρώην διευθύντρια του νοσοκομείου που ο Σταυρόπουλος δούλεψε σαν επιμελητής, ξεκινώντας να χτίζει τη φήμη και την καριέρα του. Η εισοδηματίας που τον στήριξε οικονομικά, του αγόρασε τα πρώτα κουστούμια, τα ρολόγια, το γραφείο στο Κολωνάκι, τη βιτρίνα που τον έκανε αποδεκτό από την ιατρική ολιγαρχία. Η σύζυγος υπουργού, που το όνομά του φέρει ο αποσυρμένος νόμος-σκάνδαλο. Η δικηγόρος υπεράσπισης, η δικαστής, η δημόσιος κατήγορος που άφησε την υπόθεση να γλιστρήσει σαν άμμος μέσα από τα δάχτυλα και τα περιποιημένα νύχια της. Η Χριστιάννα Κ., μοιραία και πανέμορφη αιωρούταν αιθέρια και αθέατη, χαλάρωνε αξίες, έπλαθε συνειδήσεις, ξελόγιαζε πεποιθήσεις. Όλες τους τελικά κατέληξαν μόνες, απόλυτα πιστές στον Σταυρόπουλο, οι επτά ανύμφευτες χήρες του, επτά Μαγδαληνές που αναζητούσαν κλαίγοντας τη σορό του Κυρίου τους. Γιατί επέμειναν, γιατί έπλασαν την ύπαρξή τους για να ευεργετήσουν τον άντρα που τις παράτησε; Γιατί εκείνες παρέμεναν στην αφάνεια, κλεισμένες σε επαγγελματικές υποχρεώσεις, συμβιβαστικούς γάμους, σχέσεις που δεν ευοδώθηκαν, στη φροντίδα παιδιών, ενώ εκείνος συνέχιζε να συσσωρεύει χρήμα και φήμη, αφήνοντας τα χρόνια να περνούν, να αποστερούν τη νιότη, να συρρικνώνουν και να στραγγίζουν την θηλυκότητά τους; Ζωές στεγνές, στο περιθώριο και την υπομονή. Τι θα μπορούσε να τους δώσει πίσω ο Σταυρόπουλος για να ξεπληρώσει τις θυσίες, τον χρόνο που κύλησε απόκρημνος και έρημος; Τι έκανε αυτές τις χήρες να μαζευτούν στην αγρύπνια του άντρα που ποτέ δεν τις αποκατέστησε; Ανεβαίνοντας την μαρμάρινη σκάλα για τον δεύτερο όροφο, σταμάτησα στο πορτρέτο του Σταυρόπουλου. Ο επιβλητικός άντρας με κοιτούσε με περιφρόνηση. Οι λεπτομέρειες από το κουστούμι και το βλέμμα του κατέληγαν σε ξέφτια από τις επιδέξιες πινελιές του ζωγράφου. Πρόσωπο μάλλον όμορφο. Αποφασιστικές, σκληρές γραμμές. Τα λόγια έγιναν ανατριχίλα και μούδιασμα. «του μοιάζεις, το ξέρεις;» Ό,τι κι αν ήταν, αρωματισμένος ψίθυρος, ή γυναικεία φωνή μέσα στο κεφάλι μου, χάθηκε εξίσου αιφνίδια Ναι, του μοιάζω. Τα χαρακτηριστικά του θα μπορούσαν να είναι δικά μου, αν το ποτό δεν είχε αμβλύνει το περίγραμμά, δεν είχε κρεμάσει τα μάγουλα και τα βυζιά μου, αν δεν είχε οργώσει βαθιές ρυτίδες σε πρησμένες, κόκκινες εκτάσεις. Για την ώρα την είχα γλιτώσει φτηνά, με λιπώδη διήθηση ήπατος. Θυμήθηκα με έκπληξη το μπουκάλι στο οποίο θα κατέληγα και σήμερα. Δεν μου έλειπε καθόλου. Η παράξενη αυτή ιστορία με γέμιζε πρωτόγνωρη ζωτικότητα. Οι αισθήσεις μου ήταν πιο οξείες από ποτέ. Το μυαλό μου είχε πολλά χρόνια να στροφάρει τόσο. Υπολόγιζα, ψυχολογούσα, μετρούσα παραστάσεις, δεδομένα. Έκλεβα ζωή και ενέργεια από τον πεθαμένο, ένιωθα την καύση της μεγαλόπρεπη και πανηγυρική μέσα μου. Σχεδόν ευχήθηκα να μην βρεθεί ο Αλέξιος Σταυρόπουλος Αμέσως μετάνιωσα για αυτή μου τη σκέψη. Ένα κύμα λογικής, αυτής που απουσίαζε από ο,τιδήποτε είχε σχέση με την παρουσία μου εδώ, με πάγωσε μέχρι το κόκαλο. Τι γνώριζα πραγματικά για τον Σταυρόπουλο, πέρα από τα στεγνά γεγονότα που μπορούσε να μάθει ο οποιοσδήποτε; Ένιωσα το βλέμμα του πάνω μου βαρύ, ένα φάρο εχθρότητας και βάναυσης κτητικότητας. Δεν είχα καμιά δουλειά εδώ. Ο πίνακας πάνω από το κεφάλι μου ήταν η εικόνα ενός αρπακτικού που έπιασε τη ζωή από τα κέρατα, έστριψε το κεφάλι, έκοψε το λαιμό και ήπιε με λαιμαργία το αίμα της. Μάζεψε χρήμα, φήμη, ανθρώπους, προσδοκίες, αρρώστιες κάθε λογής, πόνο, σωματικό ή της καρδιάς και τα έκαψε για να φωτίσει τη δική του αυταρέσκεια. Μπορεί να έμοιαζα φατσικά, αλλά επί της ουσίας δεν έμοιαζα καθόλου στον Σταυρόπουλο. Έκπληκτος και φοβισμένος, αποστράφηκα από την εικόνα του. Δεν έπρεπε ποτέ να έρθω εδώ. Ένα δεύτερο κέρμα κουδούνισε στον κουμπαρά της σκέψης μου… …είναι όντως νεκρός ο Αλέξιος Σταυρόπουλος; Υπομονή. Είναι φριχτή η υπομονή. Έχω δει πολλά, όμως τίποτα δεν είναι πιο παράλογο και καταστροφικό από την υπομονή μιας γυναίκας. Και η δικιά μου εξαντλήθηκε, ο πανικός την σκόρπισε σαν τον καπνό από τα τσιγάρα τους. Δεν άντεχα πια να βρίσκομαι σε αυτό το σπίτι, να ξεψαχνίζω τη φωλιά του αρπακτικού, να μοιράζομαι τις γυναίκες του. Και λογικά να το δει κανείς, δεν μπορούσα να περάσω όλη νύχτα ψάχνοντας για ένα πτώμα. Σαν τον Σταυρόπουλο στα νιάτα του, εγκατέλειψα τις επτά χήρες που, σφίγγοντας τις τσάντες τους, με συνόδευσαν στην εξώπορτα. -Λυπάμαι. Πρέπει να ειδοποιήσετε την αστυνομία, δεν γίνεται να αγνοείται ένας νεκρός για τόσες ώρες, κινδυνεύετε να μπλεχτείτε σε μια υπόθεση πολύ δυσάρεστη… Οι κλαίουσες Μαγδαληνές με αποχαιρέτησαν με ένα τρυφερό φιλί στο μάγουλο. Η Χριστιάννα Κ. τελευταία. Τα χείλη της χάιδεψαν τα δικά μου. - καληνύχτα. Μετά, πισώπλατα, το χτύπημα. Η επιφοίτηση ήρθε αργότερα. Στις ελάχιστες στιγμές μέχρι την πτώση, στον χαμένο χρόνο της απώλειας των αισθήσεων, στα πρώτα στιγμιότυπα της αφύπνισης. Δεμένος στο πάτωμα, φιμωμένος, αναρωτήθηκα, κατάλαβα επτά γυναίκες μαζεύτηκαν, ντύθηκαν στα μαύρα για τον εραστή, τον δάσκαλο, τον φίλο πόση θλίψη, πικρία, αποφασιστικότητα στοιβάζονται πίσω από χρόνια υπομονής; Μέχρι πού μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος για να βρει αυτό που του λείπει; Ίσως να μην τη γλίτωσα μόνο με λίπος στο συκώτι ίσως αρχίζω να χαζεύω ή απλώς φταίει που γίνομαι κορόιδο για χάρη μιας γυναίκας που κλαίει Οι επτά χήρες σχημάτισαν κύκλο. Γδύθηκαν, άνοιξαν τις τσάντες τους. Εκείνες τις μεγάλες επώνυμες τσάντες που τόσο πολύ αρέσουν στις γυναίκες. Έβγαλαν τα κομμάτια του Αλέξιου Σταυρόπουλου και τα απίθωσαν, σχηματίζοντας τις κορυφές ενός πεντάκτινου αστεριού. Μέσα σε διάφανες σακούλες κολλάει ξεραμένο κόκκινο, μέλη, τμήματα κορμού. Η Χριστιάννα Κ. τοποθέτησε με λατρεία το κεφάλι του στο πάτωμα. Ίσιωσε τα μαλλιά, φίλησε τα άψυχα χείλη. Ζήλεια με κέντρισε. Μίλησε σαν μητέρα σε παραπονιάρικο παιδί. - Σε συμπαθώ γιατί του μοιάζεις. Ήσουν δικιά μου επιλογή, ξέρεις. Θα σου κάνω δυο χάρες. Η πρώτη, μια εξήγηση. Ο Αλέξιος Σταυρόπουλος έκανε τα πάντα για να μην πεθάνει πριν την ώρα του. Προσπάθησε να μεταφέρει νεύρα, το μυαλό, με σκοπό να μεταμοσχεύσει αργότερα τον εαυτό του σε ένα πιο γερό κορμί. Απέτυχε. Θα μας εγκατέλειπε ξανά, για πάντα. Δεν μπορούσαμε να επιτρέψουμε κάτι τέτοιο να συμβεί. Όχι μετά από όλα όσα κάναμε για εκείνον. Παραμερίσαμε τις διαφορές μας. Μόνες ήμασταν αδύναμες, μηδαμινές. Όμως, ενωμένες, βρήκαμε τον τρόπο. Η δεύτερη χάρη. Θα σε αφήσω να δεις την Ανταλλαγή, μέχρι το τέλος. Οι επτά χήρες τραγούδησαν στο σκοτάδι που βάθαινε, παλλόταν και διαπερνούσε τους τοίχους Ars Diaboli Quando iudex est venturus,Cuncta stricte discussurus. Tuba mirum spargens sonumPer sepulchra regionum,Coget omnes ante thronum. In nomine Satanas Τουλάχιστον, στα τελευταία της λόγια υπήρξε ειλικρινής. Απέναντί, παρακολούθησα το σώμα που δεν ήταν πια δικό μου, να ξυπνάει… …και είδα … …και θαύμασα… Επτά Χήρες (διαγωνισμού).doc Edited March 19, 2014 by giorgos lagonas Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted March 20, 2014 Share Posted March 20, 2014 (edited) Στα μείον: - Χρησιμοποιημένη ιδέα. - Ασάφεια του πώς τόσο διαφορετικές (και οι περισσότερες άγνωστες) μεταξύ τους γυναίκες έκαναν κάτι τόσο ακραίο. - Το φορμάτ με την κεντρική στοίχιση συγκεκριμένων προτάσεων. Σπάνια δουλεύει σωστά και εδώ δεν είναι εξαίρεση. Δείχνει σαν να προσπαθεί να εκβιάσει την προσοχή του αναγνώστη. - Εφτά γυναικείες τσάντες δεν είναι αρκετά μεγάλες για τον σκοπό αυτό. Στα συν: + Καλή ατμόσφαιρα. + Πειστικό πολιτικό και κοινωνικό φόντο. + Η αυτοαναφορικές αναφορές στις αστυνομικές ιστορίες. Edited March 20, 2014 by mman Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cyrano Posted March 22, 2014 Share Posted March 22, 2014 Κάποια θεματάκια:Γιατί αφήνουν τον ήρωα να βολοδέρνει μέσα στο σπίτι τόση ώρα και δεν τον εξουδετερώνουν από την αρχή;Γιατί παίρνουν το ρίσκο να μιλήσουν για πτώμα και δεν βρίσκουν μια άλλη πρόφαση; Υπάρχει πάντα η πιθανότητα ο ήρωας να καλέσει με δική του πρωτοβουλία την αστυνομία.Η φυσική κατάσταση του ήρωα έχει τα χάλια της. Δε θα ήταν πιο λογικό να διαλέξουν για αντικαταστάτη κάποιον πιο υγιή και να πετύχουν την ομοιότητα με πλαστικές;Η ιστορία δεν έχει καθαρή οπτική γωνία. Άλλοτε είναι πρωτοπρόσωπη, άλλοτε τριτοπρόσωπη κι άλλοτε και τα δύο ταυτόχρονα.Δεν υπάρχει ξεκάθαρο λογοτεχνικό ύφος. Μέσα στην πρώτη κιόλας σελίδα ο ήρωας περνά από το λυρισμό στην αργκό (“Δε σηκώνω πολλά πολλά. Και, ευτυχώς, έχω ακόμα τον τρόπο να περάσω το δικό μου αν κάποιος τραβάει ζόρι. Αλλά έχω τα κολλήματά μου.”). Πιο κάτω γίνεται πιο ουδέτερος. Κ.ο.κ.Αυτά βέβαια είναι λεπτομέρειες. Κατά τη γνώμη μου το βασικότερο πρόβλημα του διηγήματος είναι ότι δεν έχεις αναπτύξει κι εκμεταλλευτεί σε βάθος την κεντρική του ιδέα. Επί της ουσίας όλο το ζουμί της ιστορίας σου είναι στην παράγραφο με τα τελευταία λόγια της γυναίκας προς τον αστυνομικό. Τι έχουμε εδώ; Μία γυναίκα ψυχολογικά εξαρτημένη από έναν εγωιστή, φιλόδοξο κι αδίστακτο άντρα. Ο άντρας αυτός θέλησε να κατακτήσει μόνος την αθανασία, απέτυχε κι είναι η γυναίκα που θα του την προσφέρει συμμαχώντας (κυριολεκτικά) με τον διάβολο, γινόμενη με τη σειρά της εγωίστρια κι αδίστακτη, φθάνοντας μέχρι το φόνο ενός αθώου προκειμένου να πετύχει το σκοπό της. Ο άντρας προσπαθεί μέσω της επιστήμης να πετύχει την ύβρι, η γυναίκα όμως από τη διαισθητική φύση της“ξέρει” ή ανακαλύπτει πως είναι οι αρχέγονες χθόνιες δυνάμεις που μπορούν να επιτελέσουν ένα τέτοιο σκοπό.Έχεις λοιπόν στα χέρια σου ένα καλό, αρχετυπικό δίδυμο που μπορεί να λειτουργήσει μια χαρά με αφηγητή το θύμα, επιφανειακά στο επίπεδο του τρόμου και βαθύτερα σε σκοτεινές πτυχές της σχέσης και τη φύσης του άντρα και της γυναίκας. Αλλά το “νερουλιάζεις” βάζοντας πολλά, τα οποία δε μπορούν ν' αναπτυχθούν επαρκώς στο πλαίσιο ενός διηγήματος. Έχεις επτά χήρες, επτά τσάντες, υπουργούς, κυβερνήσεις κι ένα σωρό κλισέ με τη πολυτελή βίλα, τον πίνακα, το πεντάκτινο αστέρι, τον αλκοολικό αστυνόμο των νουάρ (όλα αυτά θα λειτουργούσαν καλά σε μια παρωδία που όμως θα είχε αναπόφευκτα διαφορετικό τέλος) – εν ολίγοις ένα ωραίο θέμα “θάβεται” έχοντας αναπτυχθεί με ευκολίες.Από τη στιγμή όμως που πρόκειται για μετατροπή, θα περιμένω να διαβάσω και την άλλη εκδοχή της ιστορίας. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
giorgos lagonas Posted March 22, 2014 Author Share Posted March 22, 2014 (edited) Λακωνικός, περιεκτικός και τσεκουράτος! κριτικές σαν και τις δικές σου είναι νομίζω αυτό ακριβώς που χρειάζεται ο καθένας μας γιατί ανήκουν στο μοναδικό είδος που έχει πραγματικά μεγάλη αξία : στο είδος κριτικής που βοηθάει. συμφωνώ με τις περισσότερες παρατηρήσεις σου, απλά, για να έχω κάποια πράγματα πιο ξεκαθαρισμένα : Στα μείον: - Χρησιμοποιημένη ιδέα. Ναι. αλλά ποιά ιδέα ΔΕΝ είναι χρησιμοποιημένη; Πέραν τούτου, το ερώτημά μου είναι άλλο. Είναι ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ χρησιμοποιημένη η ιδέα; Φερ ειπείν, το concept της ανταλλαγής, εγώ το ξέρω από τον Λάβκραφτ (Thing on the Doorstep κλπ) και από το αριστουργηματικό "Angel Heart" του Allan Parker. Δεν το έχω όμως δει πουθενά αλλού... δεν ξέρω, ίσως να μην έτυχε... - Ασάφεια του πώς τόσο διαφορετικές (και οι περισσότερες άγνωστες) μεταξύ τους γυναίκες έκαναν κάτι τόσο ακραίο. το εξηγώ πολύ περιληπτικά. Νομίζω σε μια μεγάλη περίοδο. Νομίζω ότι αν επέκτεινα περισσότερο, θα πλατείαζε. (plus, είχα και το βραχνά των 2500 λέξεων) Δεν ξέρω αν χρειάζεται περεταίρω ανάλυσης... τον έχω και εγώ αυτό τον προβληματισμό... - Το φορμάτ με την κεντρική στοίχιση συγκεκριμένων προτάσεων. Σπάνια δουλεύει σωστά και εδώ δεν είναι εξαίρεση. Δείχνει σαν να προσπαθεί να εκβιάσει την προσοχή του αναγνώστη. αυτό σαν παρατήρηση πραγματικά δεν το γνώριζα και παρατηρώντας το εκ των υστέρων συνειδητοποιώ ότι έχεις απόλυτο δίκιο. Ευχαριστώ πολύ! - Εφτά γυναικείες τσάντες δεν είναι αρκετά μεγάλες για τον σκοπό αυτό. ...νομίζω δεν έχεις αρκετή οικειότητα με γυναικείες τσάντες! Κάποιες από αυτές τις ΜΕΓΑΛΕΣ γυναικείες τσάντες με τις μάρκες και τις στάμπες χωράνε και τους δυο μας μαζί! Πλάκα πλάκα, νομίζω ότι λίγα πράγματα είναι (για τον άντρα) τόσο τρομακτικά όσο το περιεχόμενο μιας γυναικείας τσάντας! Πάνω σε αυτό το συλλογισμό και μόνο, θα μπορούσε κανείς να δώσει ΠΟΛΥ τρόμο! ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο και τις σκέψεις σου!!! Edited March 22, 2014 by giorgos lagonas Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
giorgos lagonas Posted March 22, 2014 Author Share Posted March 22, 2014 (edited) Κάποια θεματάκια: Γιατί αφήνουν τον ήρωα να βολοδέρνει μέσα στο σπίτι τόση ώρα και δεν τον εξουδετερώνουν από την αρχή; Εδώ θα συμφωνήσω μαζί σου. Ο προφανής λόγος είναι επειδή θέλουν πρώτα να μελετήσουν / ζυγίσουν τον ήρωα (κάτι που έτσι και αλλιώς υπονοώ) και επειδή περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία. Όμως δεν θα διαφωνήσω στο ότι ο χρόνος παραμονής στο σπίτι φαντάζει πιο μεγάλος από όσο χρειάζεται. Ίσως να τον συντομεύσω και παράλληλα να κάνω τους ανωτέρω λόγους πιο προφανείς; Γιατί παίρνουν το ρίσκο να μιλήσουν για πτώμα και δεν βρίσκουν μια άλλη πρόφαση; Υπάρχει πάντα η πιθανότητα ο ήρωας να καλέσει με δική του πρωτοβουλία την αστυνομία. Δεν υπάρχει ρίσκο. Ο άνθρωπος πέθανε από φυσικά αίτια και η πρόφαση είναι ότι χρειάζονται έναν πιο "της πιάτσας" τύπο για να διαχειριστούν σε αρχική φάση την κατάσταση και να αποφύγουν όποια επικοινωνιακά λάθη που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σκάνδαλο. Την αστυνομία σαφώς και μπορεί αλλά (ο ήρωας) δεν θέλει να καλέσει. Και στο κάτω κάτω, ρεαλιστικά μιλώντας, γιατί να το κάνει; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να κάνουν οι ίδιες, όπως εξάλλου τους το ξεκαθαρίζει από την αρχή. Η φυσική κατάσταση του ήρωα έχει τα χάλια της. Δε θα ήταν πιο λογικό να διαλέξουν για αντικαταστάτη κάποιον πιο υγιή και να πετύχουν την ομοιότητα με πλαστικές; εδώ απλά είσαι λάθος. Η φυσική κατάσταση του ήρωα δεν έχει τα χάλια της. Είναι αλκοολικός, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να είναι σώνει και καλά ερείπιο. Νομίζω πέφτεις θύμα προκατάληψης / προσχηματισμένης εικόνας που έχουμε στην λέξη "αλκοολικός". Όπως διευκρινίζω, για την ώρα την έχει γλιτώσει φτηνά, μονάχα με μια λιπώδη διήθηση του ήπατος. Λίπώδη διήθηση μπορεί να έχει ο οποιοσδήποτε από εμάς (και εγώ πχ έχω) μόνο και μόνο εξαιτίας κάποιων παραπανίσιων κιλών. Το γιατί την έχει γλιτώσει φτηνά, είναι άλλο θέμα. Ίσως είναι τύχη, καλή κράση, ίσως ο αλκοολισμός του να μην μετράει τόσα χρόνια. Όπως και να έχει, το αίτιο είναι αδιάφορο με την ιστορία, για αυτό και δεν το πρόσθεσα. Η ιστορία δεν έχει καθαρή οπτική γωνία. Άλλοτε είναι πρωτοπρόσωπη, άλλοτε τριτοπρόσωπη κι άλλοτε και τα δύο ταυτόχρονα. εξίσου λάθος. Η ιστορία είναι 100% γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο. Δεν υπάρχει ξεκάθαρο λογοτεχνικό ύφος. Μέσα στην πρώτη κιόλας σελίδα ο ήρωας περνά από το λυρισμό στην αργκό (“Δε σηκώνω πολλά πολλά. Και, ευτυχώς, έχω ακόμα τον τρόπο να περάσω το δικό μου αν κάποιος τραβάει ζόρι. Αλλά έχω τα κολλήματά μου.”). Πιο κάτω γίνεται πιο ουδέτερος. Κ.ο.κ. Σωστή (και ενδελεχής!) παρατήρηση, αλλά πρόκειται για κάτι εσκεμμένο από μεριά μου. Κατ' αρχήν δεν νομίζω ότι μια φράση σαν την παραπάνω είναι τόσο φοβερά και τρομερά αργκό. Όμως, σαφέστατα άλλο πράγμα δείχνει και αντιπροσωπεύει ο ήρωας και άλλο πράγμα είναι μέσα του. Για αυτό και εναλλάσσονται σκέψεις σαν την παραπάνω με άλλες πιο ας πούμε "λογοτεχνικές" στο ύφος. Αυτή η ασυμφωνία όμως είναι και το κεντρικό πρόβλημά του, το θέμα με το χαρακτήρα του. Για αυτό και είναι από πριν "ψημένος" να την πατήσει στην πλάνη που ασφαλώς και είναι σαφέστατα φανερή από οποιονδήποτε "φυσιολογικό" άνθρωπο. Αυτά βέβαια είναι λεπτομέρειες. Κατά τη γνώμη μου το βασικότερο πρόβλημα του διηγήματος είναι ότι δεν έχεις αναπτύξει κι εκμεταλλευτεί σε βάθος την κεντρική του ιδέα. Επί της ουσίας όλο το ζουμί της ιστορίας σου είναι στην παράγραφο με τα τελευταία λόγια της γυναίκας προς τον αστυνομικό... κλπ... Έχεις φυσικά δίκιο όσον αφορά το ποιο είναι το ζουμί του διηγήματος και όλα τα παρακάτω που αναφέρεις όντως θα μπορούσαν να γίνουν και να είναι και πολύ ενδιαφέροντα. Όμως, δεν με ενδιέφερε να κάνω κάτι τέτοιο! Είναι πχ σαν να διαβάζεις μια ιστορία Ψ είδους και να λες ότι οι ιδέες της θα μπορούσαν κανονικά να γίνουν μια ιστορία Χ είδους, και επειδή αυτό ΔΕΝ συμβαίνει, ότι η Ψ ιστορία είναι σώνει και καλά προβληματική. Ή ξερωγω να λες ότι ένα διήγημα δεν είναι καλό επειδή με την ίδια ιδέα θα έπρεπε κανονικά να είναι μυθιστόρημα, η ξέρωγω ποίημα. Δεν νομίζω ότι ένα τέτοιο σκεπτικό ισχύει... ... κι ένα σωρό κλισέ με τη πολυτελή βίλα, τον πίνακα, το πεντάκτινο αστέρι, τον αλκοολικό αστυνόμο των νουάρ (όλα αυτά θα λειτουργούσαν καλά σε μια παρωδία που όμως θα είχε αναπόφευκτα διαφορετικό τέλος) – μα, αυτό ακριβώς κάνω! Ξεσηκώνω με εξώφθαλμο τρόπο τα χιλιοχρησιμοποιημένα και γραφικά πρότυπα των νουάρ (για αυτό και οι αναφορές στις "φτηνές αστυνομικές ιστορίες") για να δώσω τελικά κάτι τελείως διαφορετικό (δεν χρειάζεται να κάνεις σώνει και καλά σάτυρα προκειμένου να σπάσεις τους κανόνες και να διασταυρώσεις ανόμοια μεταξύ τους πράγματα) δηλαδή, μια ιστορία του φανταστικού, αντί του αναμενόμενου αστυνομικού διηγήματος... Edited March 22, 2014 by giorgos lagonas Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Oceanborn Posted March 27, 2014 Share Posted March 27, 2014 Καλησπέρα και από εμένα, Νομίζω ότι η ιστορία σου μου άφησε ανάμεικτα συναισθήματα. Μεγάλο πλεονέκτημα η ατμόσφαιρα που δημιούργησες και που συνοδεύει τα γεγονότα. Πάντα σας ζήλευα εσάς που βάζετε έναν τόνο noir στα διηγήματά σας αφού μου φαίνεται μάλλον δύσκολο να το καταφέρω. Η διάταξη του κειμένου, προσωπικά δεν με ενόχλησε. Τολμώ να πω ότι το βρήκα μάλλον άσκοπη ωστόσο. Τι θα ήθελες να καταφέρεις με αυτήν; Ένα άλλο θετικό είναι και η κατάληξη της ιστορίας. Δεν γνωρίζω αν είναι όντως πολυχρησιμοποιημένη η ιδέα ή όχι, αλλά μου άρεσε και σαν concept και ο τρόπος που τη διαχειρίστηκες. Η χρήση των λατινικών επίσης με κέρδισε αφού σε πολλά κείμενά μου την έχω επιλέξει και εγώ. Στα αρνητικά θα πρέπει να συμφωνήσω με τις αναφορές που έγιναν παραπάνω και στερούν από το κείμενό σου ρεαλισμό. (Οι τσάντες παράδειγμα, ή η στάση των επτά που αναφέρει ο Cyrano...) Τέλος, η εναλλαγή της οπτικής του αφηγητή δεν γνωρίζω αν ήταν αποτέλεσμα σκόπιμο ή αμέλειας. Σίγουρα αν επέλεγες μία οπτική αντί πολλών η αφήγηση σου θα γινόταν πιο στρωτή. Καλή συνέχεια. Ελπίζω να έχεις καλύτερη τύχη σε κάποιον άλλο διαγωνισμό. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
giorgos lagonas Posted March 27, 2014 Author Share Posted March 27, 2014 Ευχαριστώ πολύ για τις σκέψεις και το χρόνο που αφιερώσατε στο κείμενό μου! Τέλος, η εναλλαγή της οπτικής του αφηγητή δεν γνωρίζω αν ήταν αποτέλεσμα σκόπιμο ή αμέλειας. Σίγουρα αν επέλεγες μία οπτική αντί πολλών η αφήγηση σου θα γινόταν πιο στρωτή. ...πάντως, μάλλον θα μείνω με την απορία πού ακριβώς την είδατε την εναλλαγή προσώπων βρε παιδιά... εγώ θεωρώ ότι το κείμενο είναι γραμμένο 100% σε πρώτο πρόσωπο. Ίσως οι περιγραφές ξεγελάνε και μοιάζουν (αν τις δεις ξεκομμένα) να είναι τρίτο πρόσωπο, όμως ΔΕΝ είναι. Είναι απλά το ξετύλιγμα των γεγονότων, η αισθητηριακή καταγραφή κλπ ΠΑΝΤΑ από την οπτική γωνία του ήρωα... ...πάντως, σαν πρώτο και πολύ χρήσιμο συμπέρασμα είναι να ξαναγράψω την ιστορία εξ' ολοκλήρου σε τρίτο πρόσωπο. Έτσι και πιο νουάρ θα γίνει και ο αναγνώστης δε θα μπερδεύεται... ...α! Και να "σφίξω" περισσότερο τα μπουλόνια του ρεαλισμού! Ευχαριστώ και πάλι όλους σας! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Oceanborn Posted March 27, 2014 Share Posted March 27, 2014 Ευχαριστώ πολύ για τις σκέψεις και το χρόνο που αφιερώσατε στο κείμενό μου! Τέλος, η εναλλαγή της οπτικής του αφηγητή δεν γνωρίζω αν ήταν αποτέλεσμα σκόπιμο ή αμέλειας. Σίγουρα αν επέλεγες μία οπτική αντί πολλών η αφήγηση σου θα γινόταν πιο στρωτή. ...πάντως, μάλλον θα μείνω με την απορία πού ακριβώς την είδατε την εναλλαγή προσώπων βρε παιδιά... εγώ θεωρώ ότι το κείμενο είναι γραμμένο 100% σε πρώτο πρόσωπο. Ίσως οι περιγραφές ξεγελάνε και μοιάζουν (αν τις δεις ξεκομμένα) να είναι τρίτο πρόσωπο, όμως ΔΕΝ είναι. Είναι απλά το ξετύλιγμα των γεγονότων, η αισθητηριακή καταγραφή κλπ ΠΑΝΤΑ από την οπτική γωνία του ήρωα... ...πάντως, σαν πρώτο και πολύ χρήσιμο συμπέρασμα είναι να ξαναγράψω την ιστορία εξ' ολοκλήρου σε τρίτο πρόσωπο. Έτσι και πιο νουάρ θα γίνει και ο αναγνώστης δε θα μπερδεύεται... ...α! Και να "σφίξω" περισσότερο τα μπουλόνια του ρεαλισμού! Ευχαριστώ και πάλι όλους σας! Καλέ μου Γιώργο, Μία ιστορία είναι καθαρά δικό μας δημιούργημα. Αν θεωρείς ότι δεν συντρέχει λόγος αλλαγής, μην το κάνεις. Άλλωστε είμαστε εδώ για να βοηθάμε ο ένας τον άλλο και κάποιες φορές καταλήγουμε να διυλίζουμε τον κώνωπα για να βρίσκουμε αδύναμα σημεία. Είναι μία όμορφη ιστορία. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Morfeas Posted April 19, 2014 Share Posted April 19, 2014 Καταρχήν, η ιστορία σου μου άρεσε αρκετά. Θετικά: +Η λυρικότητα της γλώσσας, ειδικά σε κάποια σημεία δημιουργείς πολύ όμορφες εικόνες. Βέβαια αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι, γιατί σε κάποια σημεία (στο δεύτερο μισό για παράδειγμα) μπορεί (κατ’ εμέ) να βαραίνουν το κείμενο. +Η νουάρ ατμόσφαιρα (σε συνδυασμό με το προηγούμενο). Κι όπως σχολιάστηκε κι από άλλους, μου άρεσε η αναφορά στα κλισέ των αστυνομικών ιστοριών. Αρνητικά: -Η αποκάλυψη του ενόχου ήταν σχετικά προβλέψιμη, από τον τίτλο σχεδόν. -Σαν concept θα μπορούσε να αναλυθεί καλύτερα σε μεγαλύτερη έκταση (π.χ. νουβέλα ή μυθιστόρημα) αν ήθελες να δημιουργήσεις περισσότερο σασπένς (π.χ. να αναλύσεις τους χαρακτήρες των 7 γυναικών, να μας δείξεις τη διαφορετικότητά τους στην πράξη). Καταλαβαίνω ότι ίσως δεν ήταν αυτό το ζητούμενο για σένα, αλλά σε κάποια σημεία μου φάνηκε ότι απλώς τα ανέφερες χωρίς να τα αγγίζεις (προφανώς υπήρχε στα πλαίσια του διαγωνισμού κι ο περιορισμός στις λέξεις) κι ίσως να μου έλειπαν κάποια πράγματα. Σχολιασμός για το διαγωνισμό Τα παρακάτω ισχύουν σε περίπτωση που το διήγημά σου στάλθηκε στον διαγωνισμό αστυνομικού διηγήματος με θέμα «Ο Φόβος του Ξένου»: 1.Καταρχήν είναι στα όρια του αστυνομικού διηγήματος, καθώς το τέλος είναι μεταφυσικό (με επιφύλαξη, δεν είμαι σίγουρος αν κατάλαβα καλά), αν και θα μπορούσε να εξηγηθεί και ρεαλιστικά (π.χ. ως μια παραίσθηση λίγο πριν να πεθάνει…;). Ενώ το αστυνομικό ως είδος βασίζεται στον ορθολογισμό. 2. Όσον αφορά το θέμα (αν και το θέμα ο καθένας το αντιλαμβάνεται διαφορετικά) μου φαίνεται ότι είναι σχετικά εκτός(δηλαδή αγγίζει το θέμα όσο και κάθε διήγημα αστυνομικής λογοτεχνίας, καθώς ο φόβος ή το ξένο είναι συχνά συνυφασμένα με το έγκλημα). Δηλαδή τι ήταν το ξένο(ή ο ξένος); Πού υπήρχε ο φόβος ως προς αυτό; Ανεξάρτητα από την απάντηση θεωρώ ότι και μόνο η δυσκολία να βρω τη σύνδεση (όπως κι οι κριτές λογικά) είναι ικανοποιητική απάντηση για το γιατί δε διακρίθηκε το διήγημα. Γιατί, επειδή είχα συμμετάσχει κι εγώ στο διαγωνισμό, γνωρίζω ότι διακρίθηκαν και διηγήματα χειρότερα κατ’ εμέ από το δικό σου. Συνολικά, παρόλα τα «αρνητικά» σχόλια μου άρεσε πολύ. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
giorgos lagonas Posted April 19, 2014 Author Share Posted April 19, 2014 δεν έχω κανένα πρόβλημα για τη μη διάκριση του κειμένου μου, ακριβώς για αυτούς τους λόγους που αναφέρεις, με τους οποίους συμφωνώ απόλυτα. Προσωπικά δεν θεωρώ καθόλου τις "Επτά Χήρες" αστυνομικό διήγημα, μάλλον σκοτεινής φαντασίας (τρόμου;) με "επικάλυψη" αστυνομικού, σαν τα φτηνά παγωτά που τρώγαμε πιτσιρικάδες, με την επικάλυψη σοκολάτας, η οποία ήταν ψεύτικη μεν, νοστιμότατη δε! για αυτό και δεν υπάρχει σασπένς τύπου ποιος είναι ο ένοχος κλπ που εννοείται ότι είναι σαφές (κάτι που και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής το αναγνωρίζει σε ένα σημείο πριν το τέλος). Ο ήρωας εδώ δεν πεθαίνει γιατί απέτυχε να προβλέψει το δράστη. Πεθαίνει γιατί λόγω του χαρακτήρα του, της προδιάθεσής του, της "σπαταλημένης" ζωής του κλπ, είναι ΗΔΗ ψημένος να πεθάνει και απλώς δράττεται (υποσυνείδητα) της ευκαιρίας. στην "κανονική" version, που είναι περίπου κατά 1500 λέξεις μεγαλύτερη, είναι ένα αμιγώς κείμενο του φανταστικού, με την σατανίλα να χτίζεται ομαλά και να υπονοείται κατά καιρούς, ένα πολύ σύντομο μα περιεκτικό πορτρέτο για την κάθε χήρα, αλλά και για τον αφανή πρωταγωνιστή (και ξένο του διαγωνισμού) τον περιβόητο Αλέξιο Σταυρόπουλο. Όταν την τελειοποιήσω, θα την ανεβάσω εδώ. Ευχαριστώ πολύ για το χρόνο και τα σχόλιά σας πάνω στο κείμενό μου! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.