Evanescent Posted April 26, 2014 Share Posted April 26, 2014 (edited) **Το παρακάτω ποίημα δε μου ανήκει. Το έγραψε ένας φίλος, αλλά έχω την άδεια του να το αναρτήσω και να το μοιραστώ μαζί σας.** Όνομα Συγγραφέα: Γιώργος Γ.Είδος ποιήματος: Πλεκτός Λυρικός Ιαμβικός Δεκαπεντασύλλαβος σε Παραβολή.Αριθμός Στίχων: 46 Σχόλια: Βασισμένο σε διήγημα του Khalil Ghibran Είναι στιγμές που η ψυχή αποζητά τη φύση, ν' αφουγκραστεί τον ιερό, καθάριο της παλμό,μες στην πρωτόγεννη ζωή γαλήνια να βαδίσει, αρχαίων, αγήρευτων θεών ν' ακούσει το λυγμό.Αργά το βήμα κίνησε χωρίς να με ρωτήσει, πήρε το δρόμο που έβγαζε έξω απ' τη γειτονιά,κει που η ανθρώπινη βουή αθόρυβα θα σβήσει, τριγμοί, φωνές και χλαλοή πέφτουν στη λησμονιά.Θυμάμαι πάντα έστεκε στο τέλειωμα του δρόμου, ένα παλιό ερείπιο, καμένο, γκρεμισμένο,από καιρό δεν τ' άγγιξε το χέρι οικοδόμου κι ο χρόνος το κουφάρι του το είχε αργασμένο.Έν' αεράκι απαλό άξαφνα εσηκώθη, χάιδεψε τα χαλάσματα, πήρε φωνή το χτίσμακι ήτανε σα να μού λεε "κανένας δε μας νοιώθει, γιατί δε στέκω μόνο μου, μα δυο ζούμε από πείσμα".Πλησίασα περίεργος το σπίτι που 'χε πέσει, σκόρπιες παντού οι πέτρες του και στάχτες η σκεπή του,κι είδα ένα σκύλο ξαπλωτό στων συντριμμιών τη μέση, βρώμικο, γέρο κι άρρωστο, πράο μες στη σιωπή του.Το πληγιασμένο σώμα του, λιπόσαρκο και μαύρο, ξύπναγε αισθήματα οικτιρμού, συμπάθεια και θλίψη,λέξεις να εκφράσω την οσμή δε θα μπορούσα νά βρω, ακόμα και απ' τα μάτια του απέπνεε η σήψη.Ενίοτε, πολύ αργά σήκωνε το κεφάλι και προς το ηλιοβασίλεμα έδειχνε να κοιτάζει,λες κι ήθελε του ουρανού το μεγαλείο να ψάλλει, τον ήλιο να ευγνωμονεί που εγκάρδια τον σκεπάζει.Συμπόνια και ψυχοπονιά μου 'παν να πλησιάσω, αλλά αυτός σα μ' ένοιωσε σάλεψε ταραγμένος,σταμάτησα, την ταραχή μήπως και κατευνάσω, πάσχιζε ν' ανασηκωθεί στα πόδια του ο καημένος.Ταπείνωση κι απόγνωση στο ξέπνοο του σώμα, δε βάστηξε, τον πρόδωσαν πείνα και κακουχία,έπεσε, μα το βλέμμα του κόκκινο πήρε χρώμα, οργή, ικεσία ανάκατα μαζί κι απελπισία.Κι αυτό το βλέμμα καθαρά και δυνατά μιλούσε, σπαράζοντας πιο γοερά από γυναίκας κλάμα,κι απ' της αλήθειας την κραυγή πιο ξάστερα αντηχούσε, και πήρε να μονολογά της αδικίας το δράμα:"Τί ψάχνεις άνθρωπε εδώ, τί θέλεις από μένα; Ποιά μοίρα κακορίζικη σ' έφερε στην αυλή μου;Στερνό μου σπίτι κάρβουνα σε λήθη τυλιγμένα, μα από σένα πιο ζεστά φέρθηκαν στο κορμί μου.Κι αν τσάκισε η όψη μου κι η ικμάδα μου έχει σβήσει, εσύ υπαίτιος γι' αυτά κι η αθλιότητα σου,Θεός την κτηνωδία σου ποτέ μη συγχωρήσει, που χάραξες στη σάρκα μου τη βαναυσότητα σου.Σε υπηρέτησα πιστά κι υπάκουα για χρόνια, σύντροφος μα και φύλακας κάθε στιγμή της μέρας.Κανείς δε με γονάτισε, ούτ' ήλιος ούτε χιόνια, για σένα θα γινόμουνα μάνα, αδερφός, πατέρας.Σε μαλακά παπλώματα κοιμόσουν χωρίς έγνοια, γιατί έστεκ' άγρυπνος φρουρός απάνω σε σανίδια.Ψίχουλα απ' το τραπέζι σου τροφή μου τιποτένια, το κρέας ήτανε για σε, για μένα τα σκουπίδια.Μα ο χρόνος αδυσώπυτος κι άτεγκτος δικαστής, με γέρασε τον έρημο, μου 'κλεψε τη ζωντάνια,με κλώτσησες, με χτύπησες λες κι ήμουνα ληστής, κι έφυγα, αντίς για διασυρμό διάλεξα την ορφάνια.Είσαι αψυχοπόνετος άνθρωπε, να το ξέρεις, και δεν το λέω μόνο 'γω, το λεν κι όμοιοί σου.Ρώτα τους συνανθρώπους σου πόσο τους ενδιαφέρεις, θα 'ναι σε χρεία δίπλα σου βοηθοί ή δήμιοί σου;Τους γέροντες που δούλεψαν σε κρύο και λιοπύρι, τώρα που ανήμποροι ζητούν μια στάλα ευσπλαχνία,θέλει να στείλει η φάρα σου γοργά στο κοιμητήρι, και μοιρολόγια κίβδηλα στριγκλίζει στην κηδεία.Και το στρατιώτη που τη γης την πότισε με αίμα, για να καυχιέσαι ολημερίς ελεύθερος πως ζεις,τον είπες ήρωα στην αρχή, του έδωσες και στέμα, μα όταν κόπασε η φωτιά τον ξέχασες ευθύς.Ακόμα και τη μάνα σου αχάριστε και σάπιε, που πόνεσε να γεννηθείς και να σε αναθρέψει,χολή της έδωσες να πιεί κι εκείνη το κατάπιε, γριά και μόνη καρτερά τη ζήση να τελέψει.Φύγε! Και ξαναγύρισε στης ασπλαχνιάς το δρόμο, δάκρυα κι έλεος δε ζητώ απ' τ' άγρια θηρία,εγώ και το ερείπιο ίσο βαστάμε νόμο, και στα συντρίμια κατοικεί αγνή ελευθερία".Βουβό το ζώο κοίταζε, ασάλευτο σα βράχος, μα τ' ατσαλένια λόγια του χτυπούσαν σα σφυριά,κέρινος μπρος στην κρίση του στεκόμουνα μονάχος, δίκαια στο λαιμό μου πέρναγε του φταίχτη τη θηλειά.Πισωπατώντας έριξα τα μάτια μου στο χώμα, δε βρήκα ούτ' ένα πρόσχημα το κρίμα ν' απαλύνωμόνο την πίκρα σφράγισα στο άλαλο μου στόμα και την αλήθεια που πονά δυσβάσταχτο μου θρήνο.Μπορεί να 'ταν παραίσθηση, όνειρο ή απάτη, κάποιο στοιχειό που γέλασε πλανεύοντας το νου,μα απ' την καρδιά μου σκίστηκε ένα τραχύ κομμάτι, αντίτιμο της απονιάς τ' ανθρώπου του στυγνού.------ H Βουβή αλήθεια: 0001.rtf Edited April 26, 2014 by Evanescent Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
laas7 Posted April 28, 2014 Share Posted April 28, 2014 Μοιαζει να εχει πολυ ενδιαφερον ο φιλος σου. Το φανταστηκα ως εναν φοβερο οιωνο μιας αγνωστης σιβυλλας που μεταμορφωνεται ποτε σε δαρμενο σκυλι, οτι εχει απομεινει απο ενα αγριμι ισκιο και ποτε σε γρια μαντισσα με μπερδεμενα μακρια μαλλια που μπλεκονται με τα κουρελια ρουχα της καθως οδυρεται πανω σε εναν βραχο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted July 6, 2014 Share Posted July 6, 2014 Πες συγχαρητήρια στο φίλο σου. Ξέρεις τι δύσκολη είναι η ρίμα; Είναι πολύ επιτυχημένο το ποίημά του. Θα ήθελα να διάβαζα και άλλα σε τέτοιο στυλ, αλλά σπανίζουν σήμερα. Επίσης μήπως μπορείς να πεις ποιο ήταν το διήγημα του Γκιμπράν; Γενικά το ηθικό δίδαγμα είναι μεταξύ άλλων δρυός πεσούσης πᾶς ἀνήρ ξυλεύεται και ισχύει δυστυχώς, δυστυχώς, δυστυχώς για την ανθρώπινη ράτσα. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Evanescent Posted July 17, 2014 Author Share Posted July 17, 2014 "Το Βουβό ζώο" από το βιβλίο "Ο Προφήτης" (The Speechless Animal - The Prophet) THE SPEECHLESS ANIMALIn the twilight of a beautiful day, when fancy seized upon my mind, I passed by the edge of the city and tarried before the wreck of an abandoned house of which only rubble was left.In the rubble I saw a dog lying upon dirt and ashes. Sores covered his skin, and sickness racked his feeble body. Staring now and then at the setting sun, his sorrowful eyes expressed humiliation, despair, and misery.I walked slowly toward him wishing that I knew animal speech so that I might console him with my sympathy. But my approach only terrified him, and he tried to rise on his palsied legs. Falling, he turned a look on me in which helpless wrath was mingled with supplication. In that glance was speech more lucid than man's and more moving than a woman's tears. This is what I understood him to say:"Man, I have suffered through illness caused by your brutality and persecution. "I have run from your bruising foot and taken refuge here, for dust and ashes are gentler than man's heart, these ruins ruins less melancholy than the soul of man. Be gone, you intruder from the world of misrule and injustice. "I am a miserable creature who served the son of Adam with faith and loyalty. I was man's faithful companion. I guarded him day and night. I grieved during his absence and welcomed him with joy upon his return. I was contented with the crumbs that fell from his board, and happy with the bones that his teeth had stripped. But when I grew old and ill, he drove me from his home and left me to merciless boys of the alleys."Oh son of Adam, I see the similarity between me and your fellow men when age disables them. There are soldiers who fought for their country when they were in the prime of life, and who later tilled its soil. But now that the winter of their life has come and they are useful no longer, they are cast aside. "I also see a resemblance between my lot and that of a woman who, during the days of her lovely maidenhood enlivened the heart of a young man; and who then, as a mother, devoted her life to her children. But now, grows old, she is ignored and avoided. How oppressive you are, son of Adam, and how cruel!"Thus spoke the speechless animal whom my heart had under-stood. 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted February 17, 2015 Share Posted February 17, 2015 Ευχαριστώ. Τώρα είδα ότι το ανέβασες. Είναι έξοχο, πράγματι. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.