Bardoulas© Posted April 12, 2005 Share Posted April 12, 2005 Είναι πράγματι περίεργο πως τα πιο απλά και συνηθισμένα πράγματα μπορεί να κρύβουν τρέλες ιστορίες. Τρελές, ξεκαρδιστικές, τρομακτικές, σουρεαλιστικές, κάθε λογής ιστορίες. Μου έρχεται αβίαστα στο μυαλό αυτό που είχε πει ο Stephen King, ότι οι ιστορίες είναι σαν τα αρχαιολογικά ευρήματα: όχι πράγματα που πλάθουμε και μπορούμε να καυχηθούμε γι’ αυτά, αλλά προϋπάρχοντα αντικείμενα τα οποία ξεθάβουμε. Ο King το είπε με αφορμή μια παράδοξη εικόνα που είχε δει• έναν νέο άντρα να πετά χαρτονομίσματα στον υπόνομο έξω από το σπίτι που έμενε στα προάστια. Ένοιωσε λοιπόν την υποχρέωση να γράψει μια ιστορία για αυτό. Το δικό μου ερέθισμα δεν ήταν οπτικό, αλλά ακουστικό. Δεν είδα κάτι, αλλά άκουσα έναν μεθυσμένο τύπο, να λέει από τα μεγάφωνα του σταθμού Λαρίσης: «Ένα μαύρο αυτοκίνητο Toyota με πινακίδες (τυχαίες) ΧΨΩ-0000, εμποδίζει την είσοδο. Παρακαλείται ο ιδιοκτήτης του να έρθει για να το απόμ… απομ… απ… απομακρύνει.». Ο τύπος έκανε ένα αστείο τραύλισμα, που πρόδωσε τα τσίπουρα που είχε πιει προηγουμένως (έτσι εικάζω δηλαδή). Γελάσαμε μέσα στο βαγόνι, με την μη ικανότητά του να προφέρει μια σχετικά απλή λέξη. Αμέσως πέρασαν από το μυαλό μου χιλιάδες εικόνες. Δε σας εγγυώμαι την καλή ποιότητα της ιστορίας, όμως είναι η πρώτη εκδοχή που μου ήρθε, και ως εκ τούτου οφείλω να σας τη διηγηθώ. Θα ήθελα επίσης να παρακαλέσω, αν είναι εφικτό, να μη γραφτούν σχόλια για αυτήν την ιστορία. Όχι τουλάχιστον σε αυτό το τοπικ. Θα ήταν ωραία ιδέα πιστεύω, όποιος έχει φανταστεί κάτι παρόμοιο, με έναυσμα δηλαδή μια καθημερινή εικόνα που είδε (ή και άκουσε) να τα γράψει εδώ. Επίσης να γράψει και ένα μικρό εισαγωγικό χωρίο, που θα λέει λίγα λόγια πως του ήρθε η συγκεκριμένη ιδέα. Και αν κάτι τέτοιο δεν είναι σωστό για τον Α ή Β λόγο (η ιδέα να μη γραφούν σχόλια, παρά μόνο ιστορίες) ας είναι. Να θυμάστε μόνο πως οφείλετε να γράφετε κάθε ιστορία που σας έρχεται στο μυαλό. Είναι μια ανακάλυψη που οφείλετε να μοιραστείτε μαζί μας. Π α ρ ά ξ ε ν ο ς Κ ό σ μ ο ς Εκατοντάδες φιγούρες ήταν μαζεμένες στο σταθμό των τρένων. Φιγούρες σκυθρωπές, χαρούμενες, εξουθενωμένες, ανήσυχες, φιγούρες ανθρώπων που ετοιμάζονταν να ταξιδέψουν. Δύσκολα παρατηρούσε κανείς το μωσαϊκό αυτό των συναισθημάτων. Ίσως γιατί ο περισσότερος κόσμος ασχολείται με τον εαυτό του: να μη χάσει το τραίνο του, να βρει θέση σε περίπτωση που δεν έχει, να χαιρετήσει αγαπημένα του πρόσωπα για στερνή φορά. Έχει ο καθένας τις σκοτούρες του χάνει κάθε αίσθηση κοινωνικότητας. Δε βλέπεις και πολύ συχνά κόσμο να συστήνεται σε αγνώστους, νεαρούς να προσφέρουν τις θέσεις τους σε ηλικιωμένους ή απλά ένα χαμόγελο ή μια «Συγγνώμη» αν κατά λάθος πατήσει κανείς το διπλανό του. Όχι πως είναι κατακριτέο αυτό. Είναι απόλυτα δικαιολογημένο. Οι άνθρωποι συνήθως ενώνονται στα δύσκολα. Σε μια φυσική καταστροφή ας πούμε. Ο κόσμος πράττει για το συνάνθρωπό του. Άλλοι ανιδιοτελώς, άλλοι για φιγούρα και προσωπική τους προβολή. Όμως το θέμα είναι ότι σε τέτοιες περιπτώσεις βλέπει κανείς δείγματα ανθρωπιάς. Πράγμα που σε κάνει να πιστεύεις πως υπάρχει ανθρωπισμός. Στην πιο συνηθισμένη όμως περίπτωση, ακούς γκρίνιες από τον κόσμο που δυσανασχετεί με την ταλαιπωρία του, ελεγκτές που γίνονται λίγο άκαρδοι για να τελειώσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα τη δουλειά τους και γενικά το τέλος της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Μια κυριακάτικη λοιπόν βραδιά, τότε που ο περισσότερος κόσμος ταξιδεύει, γιατί είμαστε και άνθρωποι της τελευταίας στιγμής είναι η αλήθεια, όλα τα προαναφερθέντα λάβαιναν χώρα. Το καθεαυτό μη ευχάριστο ταξίδι, γινόταν ακόμα πιο δυσάρεστο με τη γκρίνια του κόσμου. Σπρωξίματα, φωνές και τσακωμοί κυριαρχούσαν αντί των ευγενικών χαμόγελων και των υποχωρήσεων από πλευράς επιβατών. Στο σταθμαρχείο, τα πράγματα ήταν πιο ήρεμα. Ο κύριος Σταμάτης, ο κύριος Γρηγόρης και ο κύριος Διαμαντής ετοίμαζαν τα απαραίτητα χαρτιά για την αναχώρηση της αμαξοστοιχίας που, παρά τα 10’ που απέμεναν μέχρι να φύγει, ήταν ήδη γεμάτη. Τα χαρτιά για την ακρίβεια τα ετοίμαζαν ο κος Σταμάτης με τον κ. Γρηγόρη καθώς ο κος Διαμαντής είχε πιει ήδη αρκετά και δεν ήταν σε θέση να εργαστεί σωστά, παρά τις αντιρρήσεις του. Ήταν πολύ συμπαθητικός για να τον αναφέρουν οι συνάδελφοί του και κυρίως, πολύ ευχάριστος. Ιδίως όταν επέμενε να του δώσουν το μικρόφωνο για να κάνει εκείνος τις ανακοινώσεις. Πάντα του το έδιναν, αποσυνδεμένο όμως, και πάντα γελούσαν σαν τον έβλεπαν να τραυλίζει, λόγω μέθης, προσπαθώντας να αρθρώσει κάποια σχετικά εύκολη λέξη. Ήταν το παιχνίδι τους αυτό , η μοναδική τους ασχολία που, αν και τετριμμένη, δεν την βαριόνταν ποτέ. Έμενε λοιπόν μόνο να έρθει το φορτηγό των προμηθειών του τραίνου, να φορτώσει τα τυποποιημένα σάντουιτς και τα αναψυκτικά και μετά το τραίνο ήταν έτοιμο να αναχωρήσει. «Γιατί άργησε;» είπε ο κος Γρηγόρης, όμως τέλειωσε τη φράση του ασυναίσθητα, καθώς κοιτάζοντας από το παράθυρο, κατάλαβε μόνος του το λόγο. «Α! Ένα αυτοκίνητο έχει παρκάρει στην είσοδο» είπε, απαντώντας έτσι ο ίδιος στην απορία του. «Ρε Σταμάτη, δεν πας να δεις το αμάξι, να φωνάξουμε από τα μεγάφωνα να το πάρουν; Ώρα είναι να μας χρεώνουν καθυστερήσεις» είπε σχεδόν θυμωμένος και ο κος Σταμάτης ένευσε καταφατικά. Ξεκίνησε για την είσοδο των εμπορευμάτων του σταθμού, όταν τα λόγια του κ Διαμαντή τον σταμάτησαν. «Παιδιά, δε μ’ αφήνετε να ακν… ανοκ… ανακαν… ανακοινώσω εγώ;» είπε και οι δύο νηφάλιοι σταθμάρχες γέλασαν. «Έλα ρε Διαμαντή, μαύρο Toyota με πινακίδες ΧΨΩ-0000 εμποδίζει» είπε ο κος Γρηγόρης. Ο κος Διαμαντής, φτάνοντας με δυσκολία το μικρόφωνο, το χτύπησε ελαφρά με τα δυο του δάκτυλα, το φύσηξε και φέρνοντάς το κοντά στο στόμα του είπε: «Ένα μαύρο αυτοκίνητο Toyota με πινακίδες (τυχαίες) ΧΨΩ-0000, εμποδίζει την είσοδο. Παρακαλείται ο ιδιοκτήτης του να έρθει για να το απόμ… απομ… απ… απομακρύνει.». Εξαιτίας του ποτού τραύλισε αρκετά, προκαλώντας τα ακόμα πιο δυνατά γέλια των συναδέλφων του. Αφού το παιχνίδι έλαβε τέλος, ο κος Σταμάτης πήγε να επιθεωρήσει το μέρος, και να αναφέρει πίσω στο δωματιάκι του σταθμάρχη. Σημείωσε λοιπόν τις πινακίδες κυκλοφορίας και τη μάρκα του αμαξιού, και κατευθύνθηκε προς το δωματιάκι του σταθμάρχη. Ο κος Γρηγόρης, μόλις τον είδε να πλησιάζει, ενεργοποίησε το μικρόφωνο και περίμενε. Δεν ήθελε να χάνει καθόλου χρόνο, για να πάει σπίτι του όσο το δυνατόν πιο νωρίς. Καθώς όμως έμπαινε στο δωματιάκι, μια εκτυφλωτική λάμψη έλουσε τον κ. Σταμάτη. Ένα φως τόσο έντονα λευκό, που θαρρούσε κανείς πως έτσι ακτινοβολούσε ο Παράδεισος. Βάζοντας μπροστά στα μάτια του τα χέρια του, σήκωσε ψηλά το κεφάλι του και προσπάθησε να εστιάσει προς την πηγή του φωτός. Ένα περίεργο βουητό ήρθε να προστεθεί, δημιουργώντας έτσι ακόμα περισσότερες απορίες. Το φως σχημάτιζε έναν κυκλικό δίσκο, και το βουητό θύμιζε έντονα κινητήρα αεριωθούμενου σκάφους. Ο κος Σταμάτης γινόταν άθελά του ο πρώτος αυτόπτης μάρτυρας ενός Α.Τ.Ι.Α. Μια διάκριση που πολλοί θα την ήθελαν εκτός ίσως από τον ίδιο, ο οποίος ήθελε να τελειώσει η βάρδιά του χωρίς προβλήματα. Οι επόμενες στιγμές απέδειξαν περίτρανα πως ο κόσμος φοβάται το άγνωστο. Και όταν φοβάται συμπεριφέρεται υστερικά, δίχως ίχνος ψυχραιμίας. Έτσι λοιπόν αρκετά σώματα σπρώχτηκαν στο κενό, πάνω στις ράγες, άλλα στριμώχτηκαν βίαια μέσα ή έξω από τα βαγόνια και τραυματίστηκαν, γεμίζοντας αίματα. Ση θέα όλων αυτών, ο πανικός εξαπλωνόταν με γεωμετρική πρόοδο, κάνοντας την κατάσταση χειρότερη. Όσο δε πλησίαζε το Α.Τ.Ι.Α. στις ράγες, προσπαθώντας να προσεδαφιστεί, τόσο η υστερία του κόσμου μεγάλωνε. Ακόμα και οι πιο ψύχραιμοι ούρλιαζαν με αγωνία, φοβούμενοι για τη ζωή τους. Το Α.Τ.Ι.Α. εντέλει προσγειώθηκε. Τέσσερα μεγάλα μεταλλικά δοκάρια, ακούμπησαν στο έδαφος. Η βάση του Α.Τ.Ι.Α. ήταν πολύ ψηλά• πιο ψηλά από τη σκεπή του σταθμού, και η μεγάλη διάμετρος του κυκλικού δίσκου, μαζί με τα τέσσερα δοκάρια που είχε για να στηρίζεται, θύμιζε έντονα έναν γιγάντιο σκαμνί. Σε λίγα λεπτά, μιας και ο σταθμός βρισκόταν σε κεντρικό σημείο της πόλης, είχαν μαζευτεί όλων των ειδών τα οχήματα εκτάκτου ανάγκης: ασθενοφόρα, πυροσβεστικά και περιπολικά. Όλα με τους πολύχρωμους φάρους τους και τις εκκωφαντικές σειρήνες, δημιουργώντας μια βοή ίσως πιο δυνατή από την ήδη υπάρχουσα. Όμως ούτε αυτοί, οι εκπαιδευμένοι για την αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων φάνηκαν να τα βγάζουν πέρα. Λίγο οι γιατροί που πρόσφεραν τις πρώτες βοήθειες φάνηκαν λίγο πιο συγκροτημένοι, αλλά και αυτοί φοβούνταν μπροστά στη θέα του Α.Τ.Ι.Α. Ο σταθμός τέτοιες μέρες είναι εστία συγκέντρωσης διαφόρων ειδών ανθρώπων• ως εκ τούτου και ποικίλες οι αντιδράσεις που παρατηρούσε κανείς. Όσο περνούσε η ώρα δηλαδή. Γιατί στην αρχή όλοι ήταν έτρεχαν και ούρλιαζαν πανικόβλητοι. Έτσι λοιπόν μπορούσε κανείς να διακρίνει μια παρέα να τραγουδά «…let’s get together and feel alright», άλλοι κήρυτταν το λόγο του Θεού, καθώς ήταν η πλέον κατάλληλη στιγμή να μετανοήσει κανείς για να μην πάει στην Κόλαση, οι δημοσιογράφοι πάντα σε ετοιμότητα να μεταδώσουν πρώτοι το τέλος του κόσμου, άλλοι προσπαθούσαν να γνωρίσουν τη γυναίκα των ονείρων τους τις τελευταίες στιγμές της ζωής τους, άλλες προσπαθούσαν να βρουν κάποιον για να μην πεθάνουν παρθένες και ασφαλώς οι περίεργοι που χάζευαν το Α.Τ.Ι.Α. και το έβγαζαν φωτογραφίες. Οι αστυνομικοί ήταν σε πλήρη ετοιμότητα για να ανοίξουν πυρ. Έδειχναν οι πιο ψύχραιμοι, ως είθισται, ενώ βαθιά μέσα τους προσεύχονταν να έρθει ο στρατός για να τους αντικαταστήσει πριν χρειαστεί να επέμβουν. Ίσως γιατί η εξουσία τους σταματούσε όταν ο αστυνομοβόμενος ήταν πιο ισχυρός από τους ίδιους. Έτσι υπέθεταν και για το Α.Τ.Ι.Α., ότι δηλαδή είναι ισχυρότερο από αυτούς. Οι δε πυροσβέστες, δεν είχαν καμιά συγκεκριμένη αρμοδιότητα, κι έτσι βοηθούσαν τις άλλες δύο μονάδες στο έργο τους, κυρίως τους γιατρούς. Ο περισσότερος κόσμος ανακουφίστηκε στη θέα της έλευσης των πρώτων στρατιωτικών βαγονιών, από τη μοναδική μη μπλοκαρισμένη σιδηροδρομική γραμμή. Με απόλυτη πειθαρχία παρατάχτηκαν κατά μήκος της γραμμής δημιουργώντας μια ανθρώπινη αλυσίδα γύρω από τη στρατιωτική αμαξοστοιχία. Πύραυλοι εδάφους-αέρος και πολλά όπλα ήταν έτοιμα προς χρήση, «υπέρ της προστασίας των πολιτών». Αν και τόση ώρα, δεν είχε δημιουργηθεί ο παραμικρός κίνδυνος από τους άγνωστους επισκέπτες. Όλος ο πανικός ήταν απόρροια της έλλειψης ψυχραιμίας των ανθρώπων. Οι στρατιώτες είχαν ήδη παραταχτεί, τα πολεμικά ελικόπτερα πετούσαν γύρω από το Α.Τ.Ι.Α., σε απόσταση ασφαλείας και το φώτιζαν, και οι μονάδες εκτάκτου ανάγκης απομάκρυναν τον κόσμο από το χώρο του σταθμού. Από την είσοδο της αίθουσας παραλαβής αποσκευών, μπήκε στο προαύλιο του σταθμού ένα μεγάλο χακί αυτοκίνητο ανώμαλου δρόμου. Σταμάτησε πίσω από τη στρατιωτική αμαξοστοιχία, και από μέσα του βγήκαν τέσσερις ένστολοι. Αυτός που ξεχώριζε περισσότερο, ήταν ο πιο κοντός από αυτούς. Κρατούσε ένα μαύρο χαρτοφύλακα, ο οποίος και ήταν συνδεδεμένος με το χέρι του με ένα ζευγάρι χειροπέδες. Φορούσε ένα πηλίκιο και το σύνολο του βάρους των παρασήμων της στολής του ίσως να ήταν μεγαλύτερο από αυτό του λαδί σακακιού που φορούσε. Είχε ένα χοντρό και λιπαρό πρόσωπο, που ασχήμαινε ακόμα πιο πολύ χάρις στο κακοκομμένο μουστάκι του. «Ποια είναι η κατάσταση;» ρώτησε με λακωνικό ύφος ο γαλονάτος αξιωματικός τον αρχηγό της αστυνομικής δύναμης. «Έχουν κοντά μια ώρα που είναι εδώ. Δεν έχουν ενοχλήσει καν..» πήγε να συνεχίσει αλλά ο αξιωματικός τον διέκοψε και του είπε «Καλά». Ο ίδιος περίμενε να ακούσει τον κωδικό της κατάστασης. Οι στρατιωτικοί έχουν αναλύσει κάθε πιθανή κατάσταση και τις έχουν κωδικοποιήσει. Έτσι, όταν κάποιος σε ρωτά πως έχει η κατάσταση, δεν αναλώνεσαι απαντώντας «Έγινε εκείνο, έγινε το άλλο…», παραμόνο λες έναν κωδικό και ο άλλος οφείλει να ξέρει. Αλλά βέβαια αυτό ισχύει για τους στρατιωτικούς. Οι υπόλοιποι κοινοί θνητοί τους έχουν σαν Θεούς που έρχονται τη δύσκολη ώρα για να τους λυτρώσουν. Και τα λόγια τους ακούγονται σαν προφητείες• δεν τις καταλαβαίνει κανείς, και οι προσταγές τους σαν εντολές που πρέπει να γραφούν σε πέτρινες πλάκες. Ένας τέτοιος ήταν και ο Στρατηγός. Ένας Θεός, και μάλιστα άσχημος, που είχε την υποχρέωση να στείλει το γιγαντιαίο σκαμνί από εκεί που ήρθε. Και είχε το μεγαλύτερο όπλο από όλους στα χέρια του: το μαύρο χαρτοφύλακα. Σε λίγα λεπτά είχε στηθεί μια πρόχειρη σκηνή, όπου εκεί θα έκανε τις τελευταίες του εκτιμήσεις πριν την τελική του κίνηση. Προτάθηκε το δωματιάκι του Σταθμάρχη για να στεγάσει πρόχειρα το Στρατηγό, όμως ο ίδιος ήθελε να βρίσκεται στο επίκεντρο. Άλλωστε είχε την υπόθεση εν λευκώ από την κυβέρνηση, πράγμα που σήμαινε πως αν ζητούσε να στηθούν δυο φοινικόδεντρα και να ενωθούν με μια αιώρα για να ξαπλώσει, θα γινόταν εντός ολίγον λεπτών. Όμως ο Στρατηγός ήταν λογικός. Ή μάλλον είχε στρατιωτική λογική. Γιατί είναι πράγματι παράλογο να κινείσαι απειλητικά σε ένα σκάφος που δεν σου έχει δώσει την παραμικρή αφορμή. Και ακόμη πιο παράλογο είναι το γεγονός που δεν έκανε την παραμικρή προσπάθεια να επικοινωνήσει με το εξωγήινο είδος. Όμως είναι στρατιωτικά λογικό, να χρησιμοποιήσεις αμυντικά συστήματα για την απομάκρυνση εισβολέων. Έτσι, μέσα σε λίγα λεπτά, οι κωδικοί πυροδότησης των πυραύλων ήταν ενεργοποιημένοι, και το μόνο που έμενε ήταν η διαταγή του κοντόχοντρου Στρατηγού με το κακοκομμένο μουστάκι. «Θα εκτοξευτούν κατακόρυφα και θα χτυπήσουν το στόχο στην κάθοδό τους. Το κάτω μέρος δε φαίνεται να έχει κανένα αδύνατο σημείο, και υπάρχει και κίνδυνος να γίνουν καταστροφές από τα θραύσματα. Ενώ από πάνω είναι πιο πιθανό να κάνουμε ζημιά», έλεγε σε άλλους δυο στρατιωτικούς, που και αυτοί ήταν γεμάτοι παράσημα. Δεν είχε καμιά υποχρέωση να τους εξηγήσει, όμως το έκανε για να δείξει πόσο έξυπνος και ικανός ήταν, που είχε υπολογίσει έως και την παραμικρή λεπτομέρεια. Έδωσε την εντολή πυροδότησης και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα δύο μεγάλοι πύραυλοι εκτοξεύτηκαν προς το Α.Τ.Ι.Α. Δυο μακρόστενοι μεταλλικοί κύλινδροι, που η μια τους άκρη ήταν μυτερή, και η άλλη πυρωμένη. Ο θόρυβος που έκαναν ήταν δυνατός, που όμως σίγαζε όσο απομακρυνόταν από το έδαφος. Μόλις έφτασαν σε ένα ύψος αρκετά μεγαλύτερο από αυτό του δίσκου, έκαναν μια περιστροφή και άρχισαν να κατεβαίνουν προς το δίσκο. Η έκπληξη του Στρατηγού ήταν μεγάλη, όταν είδε μια φωτεινή αύρα να περικλείει το Α.Τ.Ι.Α., και τους πυραύλους να παρεκκλίνουν της πορείας. Ο ένας έπεσε πάνω στη βάση απ’ όπου εκτοξεύτηκε, κάνοντας έτσι μια πολύ δυνατή έκρηξη. Τόσο δυνατή που έσπασε το στρατιωτικό βαγόνι σε τουλάχιστον πέντε κομμάτια, τα οποία και εκτοξεύτηκαν σε μεγάλη απόσταση. Φλόγες, μικρότερες εκρήξεις και καπνοί έπνιξαν το τοπίο. Οι στρατιώτες, που μόλις είδαν τους πυραύλους να παρεκκλίνουν άρχισαν να τρέχουν, πανικοβλήθηκαν, χάνοντας έτσι την ψυχραιμία και την πειθαρχία τους. Θραύσματα χτύπησαν αρκετούς, τραυματίζοντάς τους, άλλοι άρχισαν να τρέχουν φλεγόμενοι και να ουρλιάζουν, ενώ οι πιο ψύχραιμοι έπεσαν στις γραμμές του τραίνου, που έμοιαζαν με πρόχειρο χαράκωμα. Ο άλλος πύραυλος έπεσε σε ανοιχτό χώρο, μακριά από τον κόσμο. Αν προσπαθούσε κανείς να χαρακτηρίσει το σκηνικό με μια λέξη, αυτή θα ήταν χάος. Ίσως και μακελειό. Σίγουρα όμως όχι αυτό που αναμενόταν με την έλευση του στρατού. Του στρατού, που όλα τα διορθώνει όταν καταφτάνει. Ο θόρυβος της έκρηξης, ξύπνησε έναν άνθρωπο, ο οποίος τόση ώρα κοιμόταν. Ο λόγος για τον κ. Διαμαντή, που τον είχαν ξεχάσει μέσα στο σταθμαρχείο. Κοιτάζοντας από το παράθυρο, είδε το Α.Τ.Ι.Α. Χωρίς να χάσει χρόνο, έφτασε με δυσκολία το μικρόφωνο, το χτύπησε ελαφρά με τα δυο του δάκτυλα, το φύσηξε και φέρνοντάς το κοντά στο στόμα του είπε: «Ένα μεγάλο στρογγυλό όχημα, έχει παρκάρει στις γραμμές 3 και 4. Παρακαλείται ο ιδιοκτήτης του να έρθει για να το απόμ… απομ… απ… απομακρύνει.». Πέρασαν λίγες στιγμές, όπου οι στρατιώτες προσπαθούσαν να καταλάβουν από πού ήρθε το σήμα, όταν ξανακούστηκε το βουητό που έμοιαζε με ήχο από κινητήρα αεριωθούμενου. Ένα εκτυφλωτικό λευκό φως έλουσε τους στρατιώτες, που έβαλαν τα χέρια τους μπροστά στα μάτια τους για να δουν καλύτερα τι συνέβαινε. Το Α.Τ.Ι.Α. άρχισε να αιωρείται, και σε λίγα δευτερόλεπτα εξαφανίστηκε από το οπτικό πεδίο με τεράστια ταχύτητα. Τις επόμενες ώρες, η πυροσβεστική έσβηνε και τις τελευταίες εστίες φωτιάς και απομάκρυνε τα θραύσματα. Οι γιατροί προσέφεραν τις πρώτες βοήθειες στους τραυματίες και οι αστυνομικοί, μην έχοντας κάποια συγκεκριμένη αρμοδιότητα, βοηθούσαν τις άλλες δυο μονάδες εκτάκτου ανάγκης. Ο Στρατηγός εξηγούσε πως κατάφερε να διώξει τους εισβολείς, μιλώντας για παράπλευρες απώλειες, για στρατηγικές κινήσεις και άλλα τέτοια ακαταλαβίστικα. Οι δημοσιογράφοι κρέμονταν από τα χείλη του, ανέλυαν κάθε του φράση και έδιναν τις δικές τους εξηγήσεις για το συμβάν. Και ο κος Διαμαντής, κοιτάζοντας το ρολόι του για μια ακόμη φορά, μάζευε τα πράγματά του και ετοιμαζόταν να επιστρέψει σπίτι του. Είχε τελειώσει η βάρδια του και ήλπιζε να μην καταλάβαινε η γυναίκα του ότι είχε πιει λίγο παραπάνω. ****************************************************** Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Throgos Posted June 24, 2005 Share Posted June 24, 2005 (edited) H παρεμβολή Ο κύριος Ζαφείρογλου ήταν ένας φυσιολογικός άντρας, ένας κλασσικός εργένης που ζούσε μια ήσυχη ζωή στην αγαπημένη του πόλη, τη Λειβαδιά. Όλη του τη ζωή την είχε ζήσει εκεί, και ποτέ του δεν είχε ενδιαφερθεί να φύγει από κει, ούτε και είχε χρειαστεί. Τώρα, 37 ετών, δούλευε σαν υπάλληλος στον τοπικό ΟΤΕ, και διατηρούσε ένα μικρό διαμέρισμα σε μια νεόκτιστη πολυκατοικία. Το μόνο πράγμα που δεν είχε φυσιολογικό πάνω του ο κύριος Ζαφείρογλου ήταν η ακοή του: ήταν από μικρός βαρήκοος. Αλλά ποτέ του δεν είχε ενδιαφερθεί να κάνει τίποτα παραπάνω απ’ το να αγοράσει ένα ακουστικό από το τοπικό φαρμακείο, αν και δεν καλυτέρευε και δραστικά την κατάσταση. Όχι ότι ενδιαφερόταν για κάτι τέτοιο ο κύριος Ζαφείρογλου· απλά το έκανε για χάρη των συγγενών του, που τον πίεζαν να κάνει κάτι. Έτυχε λοιπόν μια μέρα να τους καλέσεις ένας ξάδελφός του από την Αθήνα σε γάμο· και μην μπορώντας να αρνηθεί, αλλά κι επειδή είχε πολλά χρόνια να δει το ξαδελφάκι του, πήρε το αμάξι του και κατέβηκε στην Αθήνα. Ήρθε ένα πρωινό Πέμπτης, και αφού επισκέφτηκε τον ξάδελφό του, θέλησε να κάνει κάτι για να σπάσει την ανία. Μην έχοντας ποτέ έρθει στην Αθήνα, αποφάσισε να πάρει τον διαβόητο «ηλεκτρικό» της και να κατέβει στο κέντρο να δει τα αξιοθέατα.Φόρεσε το λινό του άσπρο παντελόνι, και το μαύρο του πουκάμισο, και με έναν οδηγό στο χέρι μπήκε στο θορυβώδες τρένο. Οι άνθρωποι της υπαίθρου όμως έχουν μια διαφορετική θεώρηση της κοινωνικής συνύπαρξης...και συνηθίζουν να παραβλέπουν όρους όπως «διακριτικότητα» και «ατομικός χώρος». Έτσι μέσα στον θόρυβο του τρένου άρχισε να σιγοτραγουδάει για να περάσει η ώρα του. Η θεώρησή του όμως της έντασης του ήχου ήταν αρκετά διαφορετικά από των άλλων, λόγω της βαρηκοΐας, και ακουγόταν σε όλο το βαγόνι, σπέρνοντας αμηχανία στους συνεπιβάτες και χαμόγελα σε μερικούς. ****** Στο Κέντρο Ελέγχου Αθηνών, ένας υπολογιστής έβγαλε ένα μήνυμα: «Ηχητική παρεμβολή στη συμβολή των οδών Πατησίων και Αγ. Λαύρας – κίνδυνος». Ο ελεγκτής παρεμβολών αμέσως ήρθε μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή και ζήτησε πληροφορίες· αμέσως μια λίστα με συχνότητες και κύματα εμφανίστηκε. Το στόμα του ελεγκτή άνοιξε διάπλατο και τα τρεμάμενα χέρια του έπιασαν το άσπρο τηλέφωνο· «Δ-δε θα το πιστέψετε, έχουμε ηχητική παρεμβολή στη συχνότητα της Κεντρικής Μονάδας! Ενημερώστε αμέσως τον Αρχηγό! Είναι επείγον!» Αμέσως ένας πανικός απλώθηκε σε όλο το κέντρο ελέγχου. Τι ήταν αυτή η παρεμβολή; Μήπως κάποιος είχε ανακαλύψει την Παγκόσμια Συνωμοσία που προετοίμαζαν τα κέντρα της Υπερκυβέρνησης σε όλο τον κόσμο; Ή ήταν ένα τυχαίο γεγονός; Ο Αρχηγός Αθηνών, ένας από τους 200 περίπου Παγκόσμιους Βουλευτές, έμαθε σε χρόνο μηδέν το νέο, και κρύος ιδρώτας τον περιέλουσε. «Πρέπει να γίνει κάτι, και δραστικά». Εν τω μεταξύ στο Κέντρο Ελέγχου Παρεμβολών υπήρχε ένας κατακλυσμός πληροφοριών: το αντικείμενο που εξέπεμπε εκινείτο κατά μήκος των γραμμών του ηλεκτρικού προς Πειραιά, και συνεχώς πλησίαζε την Κεντρική Μονάδα, που βρισκόταν κάτω από την Ομόνοια. Αλλά και ένα άλλο Κέντρο, το Κέντρο Κατασκοπίας και Ελέγχου Ισορροπίας βομβαρδιζόταν από μηνύματα αστάθειας σε όλο το λεκανοπέδιο. ********* Ο κατάσκοπος Α-ΧΑΛ-23 καθόταν ντυμένος με πολιτικά σε ένα παγκάκι κοντά στον σταθμό μετρό Χαλανδρίου. Ήταν μια περιπολία ρουτίνας, σε μια ήσυχη και αθώα περιοχή, και όλα κυλούσαν όπως θα περίμενε κανείς: άνθρωποι έβγαιναν απ’ το σταθμό, αυτοκίνητα περνούσαν κι έφευγαν, και μπροστά στο σταθμό ένας μαύρος πουλούσε τσάντες... Στο κοντινό σκουπιδοτενεκέ μια γάτα πασπάτευτε τις σακούλες σκουπιδιών, ισορροπώντας στα δυο της πόδια... «Τι; Τι γίνεται εδώ;» σκέφτηκε ξαφνιασμένος ο κατάσκοπος και κατευθύνθηκε προς τον σκουπιδοτενεκέ. Η γάτα στεκόταν με τα μπροστινά της πόδια στον σκουπιδοτενεκέ, ενώ τα πίσω αιωρούνταν στο αέρα! Καθώς πλησίαζε ο κατάσκοπος, η γάτα άφησε τον σκουπιδοτενεκέ και άρχισε να υψώνεται! Αμέσως ο Α-ΧΑΛ-23 έπιασε τον ασύρματο: «Εδώ Α-ΧΑΛ-23, αναφέρω ανωμαλία σε σκουπιδοτενεκέ της οδού Γαρυττού». «Τι είδους ανωμαλία;» απάντησε το Κέντρο Ελέγχου. «Μια γάτα αιωρείται δυο μέτρα πάνω από το έδαφος και ολοένα υψώνεται. Τι μέτρα να λάβω;» είπε αμέσως ο ξαφνιασμένος κατάσκοπος. «Αναμείνατε στο σημείο της ανωμαλίας, ομάδα ελέγχου έρχεται». Εν τω μεταξύ η γάτα άρχισε να νιαουρίζει δυνατά και να παλεύει στον αέρα· αλλά μάταια, η πτήση της συνεχιζόταν ακάθεκτη προς τα σύννεφα...Ενώ μερικά χιλιόμετρα δυτικά το τρένο του κυρίου Ζαφείρογλου είχε φτάσει στην πλατεία Βικτωρίας ******* «Συναγερμός! Συναγερμός!» Οι υπάλληλοι της Κεντρικής Μονάδας βρίσκονταν σε απόγνωση. Η ίδια η Κεντρική Μονάδα είχε μπλοκαριστεί, και όλη η Αττική κινδύνευε άμεσα από τις επιπτώσεις της παρεμβολής. Ομάδες ελέγχου και κέντρα ελέγχου σε όλη την πόλη προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να διατηρήσουν την τάξη – αλλά μάταια. Ήδη τα κανάλια βρίσκονταν στους δρόμους και κατέγραφαν εξωπραγματικά περιστατικά. Πρώτα άρχισαν οι γάτες, που ήταν οι πρώτες που εισήχθησαν στο Σύστημα Ελέγχου. Μερικές πετούσαν, άλλες άλλαζαν χρώματα (με μια προτίμηση στο κίτρινο και στο μωβ) ενώ άλλες φούσκωναν απειλητικά. Μερικές είχαν αρχίσει να λιώνουν, ενώ οι περισσότεροι κεραμιδόγατοι είχαν μεταμορφωθεί σε σκαντζόχοιρους. Μετά ακολούθησαν διάφορα αντικείμενα – στους δρόμους τα φανάρια έβγαζαν τρίχες, ενώ μερικά ήταν καλυμμένα με σκουροπράσινα λέπια. Η ίδια η ακρόπολη είχε αρχίσει να αποκτάει τρύπες σαν σφουγγάρι, ενώ μερικά αυτοκίνητα είχαν γίνει λαστιχένια· ένα λεωφορείο είχε ήδη εξατμιστεί, αφήνοντας τους επιβάτες να πέσουν στο σκληρό οδόστρωμα (που είχε μια ροζ απόχρωση) Κανείς δεν ήξερε τι γινόταν, και τι μπορούσε να κάνει για να το σταματήσει....Ενώ ο κύριος Ζαφείρογλου – που ήξερε λιγότερο από όλους – συνέχιζε να τραγουδάει φωναχτά ενώ το τρένο περνούσε μερικά μέτρα πάνω από το Υπόγειο Εργαστήριο όπου στεγαζόταν η Κεντρική Μονάδα... **** Ο Αρχηγός Αθηνών με μια Ομάδα Ελέγχου ακολουθούσαν το τρένο με το ύποπτο φορτίο. Μόλις έφτανε στο Μοναστηράκι θα το ακινητοποιούσαν αναγκαστικά και θα εντόπιζαν τον παρεμβολέα. Όλοι οι Παγκόσμιοι Βουλευτές είχαν ενημερωθεί, και η Υπερκυβέρνηση παρακολουθούσε στενά την επιχείρηση εξουδετέρωσης της παρεμβολής. Οι κομάντος της Ομάδας Ελέγχου ήταν εξοπλισμένοι με όργανα υψηλής τεχνολογίας, και ήταν εκπαιδευμένοι για κάθε περίσταση. Δεν ήταν όμως προετοιμασμένοι γι’ αυτό που θα έβλεπαν... Το τρένο σταμάτησε με ένα ξεφύσημα στον σταθμό Μοναστηράκι, και οι επιβάτες άρχισαν να βγαίνουν από το τρένο δείχνοντας ο ένας στον άλλον την αποβάθρα, που είχε αποκτήσει ένα λαμπερό φτέρωμα από τη μια άκρη στην άλλη. Ο κύριος Ζαφείρογλου μόλις το είδε τα ‘χασε. «Τι είναι αυτό, μας κάνουν κανα αστείο οι Αθηναίοι; Ή είναι κάποιου είδους μοντέρνα τέχνη;» Εν τω μεταξύ η Ομάδα Ελέγχου έτρεχε στην αποβάθρα παραμερίζοντας τον κόσμο· φτερά και πούπουλα ανασηκώνονταν στο πέρασμά τους. Γρήγορα έφτασαν στο βαγόνι με το ύποπτο φορτίο, και άρχισαν να εκκενώνουν τον χώρο. Ο κ. Ζαφείρογλου βγήκε απορημένος και άρχισε να κοιτάει τους κομάντος που έψαχναν μετά μανίας το τρένο. Μετά από λίγα λεπτά βαρέθηκε και άρχισε να περπατάει προς τη σκάλα, σιγοτραγουδώντας πάντα. Αμέσως οι κομάντος πετάχτηκαν από το τρένο και άρχισαν να τρέχουν προς το μέρος του...Με το που άρχισε να τραγουδάει ξανά, επικράτησε ένα χάος. Τα σκαλοπάτια είχαν γίνει από ζελέ, μερικά δελφίνια είχαν εμφανιστεί μες στο τρένο, και μια φεράρι κείτονταν πάνω στις γραμμές. Ξάφνου, πριν προλάβει να κάνει τίποτα, ο κύριος Ζαφείρογλου, έχασε τις αισθήσεις του. Αλλά δεν ήταν πια ο κύριος Ζαφείρογλου...ήταν μια υγιέστατη φώκια σε μια βαθιά απόχρωση του καφέ... Edited June 24, 2005 by Throgos Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.