Elli Sketo Posted August 19, 2014 Share Posted August 19, 2014 (edited) Όνομα Συγγραφέα: ΈλληΕίδος: (Μεθυσμένη) ΦαντασίαΒία: ΛιγουλάκιΣεξ: ΛιγουλάκιΑριθμός Λέξεων: 3,412 (Για τοοοοοσο λίγο κάτω από το όριο! )Αυτοτελής: Ναι Σχόλια: Αυτή είναι η συμμετοχή μου στο Face to face flash Write off #74. Να υπενθυμίσω πως το κάτωθι γράφτηκε μέσα σε ένα επτάωρο υπό την επήρεια αρκετών μπυρών και (σε αντίθεση με τον συναγωνιζόμενο) το ανεβάζω αυτούσιο. Εκτός από τα ορθογραφικά δηλαδή. Το Ιερό Μαντζούνι «Η αλαβάρδα του Πρώτου Ιππότη Ζούκαλι του Τιμίου» μουρμούρισε ο Βάλκολακ. «Το απελατίκι του Πρώτου Ιππότη Ζούκαλι του Τιμίου. Η βαλλίστρα της Πρώτης Αμαζόνας Σούρχα της Ανόσιας. Το δόρυ της Πρώτης Αμαζόνας Σούρχα της Ανόσιας. Το σπαθί της Πρώτης Αμαζόνας Σούρχα της Ανόσιας.» Ο σωρός από όπλα μπροστά του σάλεψε απειλητικά, αλλά ο νεαρός άντρας δε μπορούσε να κάνει κάτι, το ξόρκι ήταν δυνατό, τον εμπόδιζε να αντιδράσει. Διάβαζε το Γριμόριο με τα μάτια γουρλωμένα, βλέποντας κάθε ένα από τα όπλα που ονομάτιζε να αναδύεται από το σωρό μπροστά του κι ύστερα να βυθίζεται μέσα στο καζάνι με το φίλτρο. Κάπου πίσω από τη συνείδησή του, υπήρχε ακόμη ένα μέρος του μυαλό του που μπορούσε να σκεφτεί. «Λόφος, όχι σωρός.» «Μόνο τα επιθετικά όπλα ζητάει.» «Και τι θα γίνει όταν φτάσω στο βασιλιά;» «Και τι θα γίνει αν γίνει κάτι κι οι Ιππότες κι οι Αμαζόνες χρειαστούν τα όπλα τους;»Αλλά αυτά δε μπορούσε να τα πει. Το μόνο που μπορούσε να πει ήταν αυτά που έβλεπε γραμμένα στο γριμόριο. «Το γιαταγάνι του Δεύτερου Ιππότη Ετσεερλί Μπιν Μαχταλί. Η σφύρα του Δεύτερου Ιππότη Ετσεερλί Μπιν Μαχταλί. Το μπουκαλάκι με το δηλητήριο της Δεύτερης Αμαζόνας Τένσχα της Λυγερής.» 4 χρόνια πριν… Ο μοναχός μπροστά του συμπλήρωσε το όνομά του στον τεράστιο τόμο με εξώφυλλό «Επισκέπτες Βιβλιοθήκης» και σήκωσε το βλέμμα του βαριεστημένα. «Αδελφέ Στέφανε, αυτή είναι η τέταρτη φορά που επισκέπτεσαι την βιβλιοθήκη μέσα σε μια βδομάδα. Είσαι σίγουρος ότι δε χρειάζονται τη βοήθειά σου πουθενά στο μοναστήρι;» Ο Αδελφός Στέφανος έτριψε αμήχανα τη στρογγυλή περιοχή του κεφαλιού του που είχε ξυρίσει εκείνο το πρωί. «Ότι κάνω είναι για τη δόξα του Ουράνιου Πατέρα,» μουρμούρισε. «Το διάβασμα των Ιερών Κειμένων βοηθάει στην πνευματική μου ανάπτυξη,» συμπλήρωσε όταν πρόσεξε την καχυποψία στο βλέμμα του Αδελφού Βασίλειου του Επιμελή, ο οποίος έσπρωξε αργά το βαρύ βιβλίο προς το μέρος του. Ο Αδελφός Στέφανος σάλιωσε την ταλαιπωρημένη πένα και υπέγραψε δίπλα από το όνομά του – το μόνο όνομα που υπήρχε σε εκείνη και τις προηγούμενες δέκα σελίδες – και χαμογέλασε στον Αδελφό Βασίλειο. «Ο Θεός να σε ευλογεί, Αδελφέ,» είπε όταν τελείωσε. Ο μοναχός τράβηξε κοντά του το βιβλίο χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα του από τον Αδελφό Στέφανο τον Αναγνώστη. «Και η προσευχή βοηθάει την πνευματική ανάπτυξη, Αδελφέ,» γρύλισε με τη μονότονη του φωνή. «Να το δοκιμάσεις κάποια φορά.» «Αμήν Αδελφέ,» απάντησε ακαθόριστα ο Αδελφός Στέφανος και χώθηκε με βιαστικά βήματα στα ράφια της μακρόστενης βιβλιοθήκης. Ο Αδελφός Βασίλειος ο Επιμελής τον ακολούθησε με το βλέμμα του μέχρι που τον έχασε πίσω από τα ράφια με τις επιστολές και τον Νόμο. Κούνησε αποδοκιμαστική το κεφάλι του και αποφάσισε να ενημερώσει τον Επίσκοπο ότι ο Αδελφός Στέφανος αυνανίζεται συστηματικά στη βιβλιοθήκη. Λίγο πιο πέρα, ανάμεσα στα πολυκαιρισμένα ράφια της παλιάς βιβλιοθήκης του μοναστηριού, ο Αδελφός Στέφανος έτριβε τις ιδρωμένες από ενθουσιασμό παλάμες του στο καφετί του χιτώνα. Είχε ένα τετράωρο με τα αγαπημένα του βιβλία. Η καρδιά του πετάρισε και από τα χείλη του ξέφυγε ένα σιγανό «Ευλογημένος ο Πανάγαθος,» καθώς με τα δάχτυλά του ψηλάφιζε τις ράχες των βιβλίων του Νόμου, όταν μια δύναμη τράβηξε το μικρό του δάχτυλο. Ο Αδελφός Στέφανος ανατρίχιασε και αποτραβήχτηκε από τα Ιερά Συγγράμματα κάνοντας το σταυρό του. Η περίεργη δύναμη του τράβηξε ξανά το δάχτυλο. «Άγιε Φραγκίσκε της Ασίζης, προστάτευσέ με!» ψέλλισε ο Αδελφός Στέφανος. «Μπορείς να με φωνάζεις Βάλκολακ,» του απάντησε μια φωνή δίπλα από το αφτί του. Ο Αδελφός Στέφανος είδε τον εαυτό του να τρέχει τσιρίζοντας προς την έξοδο της βιβλιοθήκης, στην πόρτα να συναντά τον Αδελφό Βασίλειο τον Επιμελή, να προσπαθεί να τον πείσει πως ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης του τράβηξε το μικρό δάχτυλο, του ζήτησε να τον αποκαλεί Βάλκολακ και αποφάσισε να μη το κουνήσει. Για την ώρα. «Τι θα ήθελες από εμένα Πανάγιε;» τραύλισε ο Αδελφός Στέφανος προσπαθώντας να διατηρήσει την ψυχραιμία του. «Τρίψε μου την πλάτη.» Το αριστερό φρύδι – το οποίο συνδεόταν με μια αχνή γέφυρα από τριχουλες με το δεξί – του Αδελφού Στέφανου ανασηκώθηκε κάνοντας το νεαρό του μέτωπο να γεμίσει ζάρες αμφιβολίας. Η περίεργη δύναμη τράβηξε ξανά το δάχτυλό του και αυτή τη φορά ο μοναχός δεν αποτράβηξε το χέρι του που πλησίαζε αργά τα βιβλία στο ράφι που είχε αγγίξει πρότινος. Η δύναμη σταμάτησε να τον τραβά όταν άγγιξε τη ράχη ενός μαύρου βιβλίου. Ο Αδελφός Στέφανος χάιδεψε διστακτικά το παλιό δέρμα που έντυνε το βιβλίο και έψαξε με το βλέμμα του τον τίτλο του χωρίς επιτυχία. Περίεργος και χωρίς να το σκεφτεί πολύ τράβηξε το βιβλίο από το ράφι. Το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο ήταν εξίσου άδεια με τη ράχη του. Το έφερε κοντά στο παχύ γένι που φύτρωνε στο πιγούνι του και φύσηξε τη σκόνη που είχε μαζευτεί πάνω στις σελίδες. «Μη γαργαλάς ρε!» παραπονέθηκε η φωνή παιχνιδιάρικα. Ο Αδελφός Στέφανος άνοιξε περίεργος το βιβλίο στη πρώτη σελίδα όταν τον έκοψε η ίδια φωνή, πιο σοβαρή αυτή τη φορά. «Ώπα, ώπα φιλαράκι,» είπε ο Βάλκολακ και εμφανίστηκε μπροστά του. Ο Αδελφός Στέφανος ένιωσε το αίμα να εγκαταλείπει το πρόσωπό του έντρομο και τα γόνατά του να κόβονται πριν του πέσει το βιβλίο από τα χέρια. Ο Βάλκολακ, ο (πολύ άσχημος) καλικάντζαρος έμοιαζε εξίσου σαστισμένος που είχε μπροστά του ένα μοναχό. «Ποιος είσαι εσύ;» ρώτησε κατιτί εκνευρισμένος. «Αυτό δεν ήταν στο συμβόλαιο!» «Αδελφός Στέφανος ο Αναγνώστης, του Τάγματος των Φραγκισκανών,» ψέλλισε μπερδεμένος ο μοναχός καθώς έκανε το σταυρό του. Ο Βάλκολακ έτριψε την κοκκινωπή του μούρη. Περίμενε τόσους αιώνες τσάμπα; Εκείνο το δαιμόνιο τον είχε κοροϊδέψει για τα καλά. Ύψωσε το βλέμμα του στον ακόμη παγωμένο στη θέση του μοναχό και ένα σχέδιο άστραψε στο πονηρό του κεφάλι. «Δε μπυράζει, μπορεί να κάνετε και εσείς,» είπε και σκαρφάλωσε τα ράφια της βιβλιοθήκης ώστε να βρίσκετε στο ύψος του Αδελφού Στέφανου, ο οποίος έκανε το σταυρό του για άλλη μια φορά. «Αυτός ο Άγιος Φρανκεστάιν…» «Φραγκίσκος της Ασίζης.» «Ναι, αυτός. Με έστειλε να σου δώσω ένα μήνυμα.» Αυτή τη φορά και τα δύο φρύδια του μοναχού ανασηκώθηκαν με περίσσια καχυποψία. «Μη σε ξενίζει η εμφάνισή μου!» αναστέναξε αγανακτισμένος ο Βάλκολακ. «Είναι κομμάτι της δοκιμασίας… της δοκιμής…» «Της Πίστης μου;» «Αυτής!» Ο μοναχός ανασήκωσε τους ώμους του. «Ακόμα δεν καταλαβαίνω,» είπε. «Ποιο είναι το μότο του Τάγματός σου;» ρώτησε επιτακτικά ο Βάλκολακ. «Pax et bonum.» «Ακριβώς!» αναφώνησε ο καλικάντζαρος, ευγνώμων που γνώριζε μία από τις τρείς λέξεις. «Ειρήνη…» «Ειρήνη και καλοσύνη.» «Και πως θα υπάρξει ειρήνη όταν ετοιμάζεται πόλεμος;» αναστέναξε ψευτοαπεγνωσμένα ο καλικάντζαρος. «Πόλεμος; Ανάμεσα σε ποιόν;» «Ανάμεσα στους ιππότες… και στις Αμαζόνες…» Ο Αδελφός Στέφανος δεν έδειχνε να έχει πειστεί. «… και τους Κέλτες;» Καμία αντίδραση. «Και τα ξωτικά και τους δαίμονες και τις μάγισσες!» είπε ο Βάλκολακ αποφασίζοντας να τα παίξει όλα για όλα. «Ξωτικά; Δαίμονες; Μάγισσες;!;» Ο Αδελφός Στέφανος σταυροκοπήθηκε. «Αααααακριβώς. Αλλά μη φοβάσαι ταπεινό πλ.. Αδελφέ. Υπάρχει ελπίδα και η σωτηρία θα έρθει από το Τάγμα σου.» … Λίγο αργότερα, ο Αδελφός Στέφανος υπέγραφε για να δανειστεί το μαύρο βιβλίο με τίτλο: «Τα μυστικά της ζυθοποιίας – Πώς να παρασκευάσετε τη δική σας μπύρα σε 97 απλά βήματα με εικόνες.» Εκείνο το βράδυ, προτού προλάβει ο Αδελφός Βασίλειος ο Επιμελής να ενημερώσει τον Επίσκοπο ότι ο Αδελφός Στέφανος αυνανίζεται στη βιβλιοθήκη, όλοι οι μοναχοί ξύπνησαν στις 4:38π.μ. από τον ίδιο εφιάλτη. Ένας τρομερός πόλεμος ανάμεσα στους Ιππότες, τις Αμαζόνες και τους Δαίμονες απειλούσε να καταπιεί ολόκληρη την ήπειρο. Στον Νότο οι μάγισσες ξεσηκώθηκαν και έκαιγαν σε δημόσια θέα τους Ιερείς της Ιεράς Εξέτασης ενώ τα ξωτικά τα έβαλαν με τους Κέλτες που αποψίλωναν τα δάση τους. Όλα αυτά ώσπου από τα σύννεφα κατέβηκε ο Αδελφός Στέφανος ο Αναγνώστης κρατώντας ένα ποτήρι μπύρας στο χέρι, μια δερμάτινη τσάντα στον ώμο και τρία κλειδιά που κρέμονταν από τη ζώνη του. Έριξε από το περιεχόμενο του ποτηριού πάνω στους στρατούς, τις μάχες και τις φωτιές και αμέσως ο κόσμος άλλαξε. Οι άνθρωποι άρχισαν να γελούν και να αγκαλιάζονται με τις Αμαζόνες, οι δαίμονες εξαφανίστηκαν, τα ξωτικά φίλιωναν με τους δασύτριχους Κέλτες, οι μάγισσες άφησαν τους Ιερείς να ζήσουν και πετούσαν πάνω στα σκουπόξυλα τους γελώντας υστερικά στο φεγγάρι. Ο Αδελφός Στέφανος δε δίστασε να τους ενημερώσει πως το όνειρο ήταν προφητικό και πως θα μπορούσαν να αποτρέψουν τη καταστροφή αν παρασκευάσουν το Ιερό Μαντζούνι, του οποίου τη συνταγή είχε αποκαλύψει μια μορφή του Αγίου Φραγκίσκου μέσω του Ιερού Γριμορίου. Φυσικά, δεν πείστηκαν όλοι αμέσως. Όμως το όνειρο επαναλαμβανόταν για πολλές ημέρες και οι δύσπιστοι είτε πέθαιναν από ένα μυστηριώδες κρούσμα ποδάγρας, είτε χανόντουσαν στο διπλανό δασάκι όταν ήταν η σειρά τους να μαζέψουν ξύλα ή απλά έφευγαν από το μοναστήρι τρέχοντας. Τα βράδια, ο Βάλκολακ επαινούσε τον Αδελφό Στέφανο για τους κόπους και τις θυσίες του και τον προετοίμαζε. Αργά ή γρήγορα θα άνοιγε τη καρδιά του στον μικρό καλικάντζαρο και θα γινόντουσαν ένα… 2 Χρόνια και 4 μήνες πριν … Ο Αδελφός Μάρκος ο Αξύριστος παραμόνευε στους θάμνους για τη συνοδεία της Ιερής Κοτρώνας της Βαυαρίας που θα περνούσε από εκείνο το δρόμο. Οι τελευταίες πληροφορίες έλεγαν πως τη συνόδευε ο Πρώτος Ιππότης Ζούκαλι ο Τίμιος μαζί με τους στρατιώτες του. Ο μοναχός αναστέναξε, ήπιε λίγο μπύρα από το ασκί του και βολεύτηκε καλύτερα στο έδαφος. Τον τελευταίο καιρό οι απαιτήσεις του Επίσκοπου Στέφανου είχαν αρχίσει να παραξενεύουν επικίνδυνα. Στην αρχή διάβαζε συνεχώς περίεργες συνταγές για μπύρα από εκείνο το παλιό βιβλίο που αποκαλούσε «Γριμόριο». Ύστερα άρχισε να στέλνει μοναχούς να βρουν τεράστια καζάνια και τώρα αυτό; Να τον βάλει να κλέψει την αλαβάρδα και το Απελατίκι ενός ιππότη; Πως θα βοηθούσε αυτό στη παραγωγή του Ιερού Μαντζουνιού που θα έσωζε τον κόσμο; Ο μοναχός έβγαλε ένα μαντίλι από το σακίδιο του και σκούπισε τον ιδρώτα του. Δε μπορούσε, παρ’ όλα αυτά τα κουφά, να μην αναγνωρίσει την ικανότητα του επίσκοπου Στέφανου στην ηγεσία. Ενώ παλιότερα το μοναστήρι έχασκε σχεδόν εγκαταλελειμμένο, από τότε που ο Επίσκοπος άρχισε να κηρύττει το Τέλος του Κόσμου οι νέοι που αναζητούσαν να μπουν στο Τάγμα των Φραγκισκανών υπέρ-διπλασιάστηκαν, τα γύρω χωριά προσφέρουν πλέων απλόχερα τη βοήθειά και τα χρήματά τους στο μοναστήρι και ακόμη και ο Πάπας ο Αθώος ο Τρίτος έστειλε επιστολή δηλώνοντας την υποστήριξή του στην Παρασκευή του Ιερού Μαντζουνιού. Τα ποδοβολητά τον έβγαλαν από τις σκέψεις του. Ο Αδελφός Μάρκος ο Αξύριστος έριξε μια ματιά ανάμεσα από τα φύλλα του θάμνου ψιθυρίζοντας μια προσευχή στον Παντοδύναμο να είναι επιτέλους ο Πρώτος Ιππότης Ζούκαλι ο Τίμιος γιατί τον είχε πονέσει ο κώλος του να κάθετε στο έδαφος τόσες ώρες. Από τη στροφή εμφανίστηκαν τρία Χόμπιτ που προσπαθούσαν να φαίνονται όσο πιο αθώα μπορούν να φαίνονται τρία Χόμπιτ που κουβαλάνε την Ιερή Κοτρώνα της Βαυαρίας. Η πρώτη παρόρμηση του Αδελφού Μάρκου ήταν να τους ζητήσει τον λόγο μα η λογική τον σταμάτησε. Αν κατάφεραν να πάρουν την Ιερή Κοτρώνα από τα χέρια ενώ Ιππότη, ποιος ξέρει τι θα έκαναν σε έναν ανυπεράσπιστο μοναχό; Ο Αδελφός Μάρκος ζάρωσε πίσω από τον θάμνο του, ώσπου τα Χόμπιτ χάθηκαν στο βάθος του δρόμου. Έριξε χώμα στο χιτώνα του και ανακάτεψε τα μαλλιά που φύτρωναν περιμετρικά της υποχρεωτικής του φαλάκρας. Αν τον ρωτούσε, θα έλεγε στον ευγενικό Ιππότη πως πάλεψε μια άνιση μάχη με τα τρία Χόμπιτ που τους έκλεψαν την Ιερή Κοτρώνα, πως από εκεί πήγαν και πως χρειάζεται τα όπλα του για να σώσει τον κόσμο. Κατάλαβε πως αυτό το τελευταίο ήταν κάπως άστοχο και ενώ αναζητούσε κάποιο ποιο κομψό τρόπο να ζητήσει τα όπλα του Ιππότη Ζούκαλι του Τίμιου, σκόνταψε πάνω στο πρώτο πτώμα. Το επόμενο τμήμα του δρόμου ήταν γεμάτο από ότι είχε απομείνει από τους Ιερείς και τους στρατιώτες που φύλαγαν την Ιερή Κοτρώνα της Βαυαρίας. Οι πιο πολλοί κείτονταν σε περίεργες στάσεις παράκλησης, μερικοί ήταν τεμαχισμένοι και σκορπισμένοι εδώ και εκεί, ενώ κάποιοι είχαν καεί και τα κουφάρια τους κάπνιζαν, όρθια και μαύρα με τα χέρια υψωμένα. Ο μοναχός κοίταξε το μονοπάτι πίσω του. Τα υποτίμησε εκείνα τα Χόμπιτ. Στο βάθος η πανοπλία του Πρώτου Ιππότη Ζούκαλι του Τίμιου γυάλιζε ανάμεσα σε αυτό που έμοιαζε να είναι τα απομεινάρια του λευκού του αλόγου. Όταν πλησίασε, ο Αδελφός Μάρκος έχασε το μεσημεριανό του. Η αλαβάρδα του Ιππότη ήταν μπηγμένη εκεί που τίποτα δεν θα έπρεπε να μπαίνει και η άκρη της εξείχε από την κορυφή του κεφαλιού του – ενώ το απελατίκι του ήταν σφηνωμένο εκεί που κάποτε υπήρχε το πρόσωπο του, Ο Αδελφός Μάρκος ο Αξύριστος έχασε και το πρωινό και το βραδινό της προηγούμενης προσπαθώντας να ξεχωρίσει τον Ιππότη από τα όπλα του. Ο ήλιος έπεσε εκείνο το δειλινό πίσω από ένα δρόμο που τα όρνια είχαν αρχίσει να τσιμπολογάνε τα πτώματα των άτυχων ταξιδιωτών, ενώ ένας μοναχός έκανε τα πρώτα, βαριά βήματα της επιστροφής κουβαλώντας στους ώμους του τα όπλα του Πρώτου Ιππότη Ζούκαλι του Τίμιου… 2 χρόνια, 1 μήνας και 10 ημέρες πριν… Η Γιακούτ ένιωθε την καρδιά της να σφίγγει μια υποψία ενοχής ενώ φορούσε τα ρούχα της. Ο μοναχός, γυμνός ακόμα, κοιμόταν στο κρεβάτι ροχαλίζοντας ελαφρά. Από το χέρι του έπεσε το τελευταίο ποτήρι κρασιού που ήπιε προτού τον πάρει ο ύπνος και κύλησε στο ξύλινο πάτωμα. Οι τελευταίες μέρες που πέρασαν μαζί ήταν υπέροχες και, αν και δεκατεσσάρων χρονών, η Γιακούτ ήξερε πως ήθελε να περάσει την υπόλοιπη ζωή της με αυτόν τον άντρα. Ακόμη βέβαια της φαινόταν παράξενο το έθιμο του Τάγματός του που όριζε πως ο μοναχός μπορεί να απαλλαχθεί από τους όρκους του μόνο άμα φέρει τα όπλα μιας Πρώτης Αμαζόνας στον επίσκοπο. Αλλά και πάλι, τι ήξερε αυτή από θρησκείες; Μόνο που ήταν κρίμα το ότι αυτή ήταν η Δέυτερη Αμαζόνα της φυλής της. Ακόμη πιο κρίμα ήταν το ότι η Πρώτη Αμαζόνα ήταν η αδελφή της. Δεν της άρεσε πολύ η ιδέα να κλέψει όλα τα όπλα της Αρχηγού της φυλής της. Είχε κανονίσει να συναντηθεί με τη Σούρχα σε μερικές ώρες. Αυτή θα ήταν η πρώτη τους συνάντηση από τότε που Γιακούτ εγκατέλειψε τη φυλή. Φόρεσε το αγαπημένο της περιλαίμιο, μάζεψε τα μακριά, μαύρα της μαλλιά και έφυγε από το δωμάτιο κλείνοντας πίσω της τη πόρτα όσο πιο απαλά μπορούσε. Συναντήθηκαν όταν ο ήλιος ήταν πια για τα καλά στον ουρανό. Η Σούρχα έδειχνε πολύ πιο μεγάλη από όσο τη θυμόταν. Το αίσθημα της ντροπής για την απόρριψη της Φυλής της ήταν βαθιά ριζωμένο μέσα στη Γιακούτ και της δημιουργούσε έναν βαρύ κόμπο στο λαιμό μα η μικρή αμαζόνα έσφιξε τα δόντια της και μίλησε όσο πιο καθαρά μπορούσε. «Αποφάσισα να μη γυρίσω πίσω στη Φυλή,» είπε αποφασισμένα. Η Σούρχα στεκόταν κεραυνοβολημένη απέναντί της. Το στόμα της είχε μείνει ανοικτό ενώ στο πρόσωπό της είχε σχηματιστεί μια ηλίθια γκριμάτσα οργής. «Δεν έχεις επιλογή,» μουρμούρισε τελικά, κάνοντας μια προσπάθεια να συγκρατήσει τα νεύρα της. «Είσαι η διάδοχός μου. Αν μου συμβεί κάτι, ποιος θα αναλάβει τη Φυλή;» «Τότε, καλά θα κάνεις να μη πάθεις τίποτα,» είπε λίγο αδιάφορα η Γιακούτ. Η Σούρχα έσφιξε τις γροθιές της. «Εκείνος ο άντρας φταίει έ;» ρώτησε μέσα από τα δόντια της. «Γιατί δεν ορίζεις την Τένσχα ως Δεύτερη;» ρώτησε η Γιακούτ προσπαθώντας να αλλάξει θέμα. «Ήξερα πως έπρεπε να του ξηλώσω τα αρχίδια όταν τον είδα,» γρύλισε στον εαυτό της η ψηλή αμαζόνα. «Γιατί σε πειράζει τόσο πολύ;» ρώτησε πειραγμένη η Γιακούτ. «Δε σε λένε Ανόσια έτσι! Μήπως ζηλεύεις που εγώ τόλμησα αυτό που δεν μπο…» Η πρόταση της μικρής αμαζόνας κόπηκε στη μέση από ένα δυνατό χαστούκι που την ξάπλωσε στο υγρό έδαφος. Η αδελφή της γονάτισε δίπλα της και άρχισε να της φωνάζει για αξίες και παράδοση και τιμιότητα όσο η Γιακούτ ψαχούλευε κάτω από τα πεσμένα φύλλα. Τη χτύπησε με τη πέτρα μόνο μια φορά στο κεφάλι πάνω από το δεξί της αφτί. Η Σούρχα έπεσε αμέσως, βαριά στο έδαφος, κάνοντας ένα – δύο φύλλα να σηκωθούν στον αέρα και να χορέψουν για λίγο πάνω από το άψυχο σώμα της. Η Γιακούτ άφησε τη ματωμένη πέτρα να πέσει. Τώρα ήξερε πως δεν είχε καμία θέση στη φυλή της. Εκείνο το βράδυ ο Αδελφός Ιωάννης ο Ξυπόλητος δυσκολεύτηκε αρκετά να ηρεμήσει τη νεαρή αμαζόνα που του έφερε τα όπλα της Πρώτης Αμαζόνας Σούρχα της Ανόσιας. Όταν επιτέλους το κορίτσι κοιμήθηκε, ο μοναχός έβαλε τη βαλλίστρα στο σάκο του, κρέμασε το σπαθί στη ζώνη του και κρατώντας το δόρυ βγήκε από το δωμάτιο κλείνοντας πίσω του την πόρτα όσο πιο ήσυχα μπορούσε. 1 χρόνος, 10 μήνες, 3 ημέρες και 9 ώρες πριν… Ο Αδελφός Βασίλειος ο Επιμελής μάσησε μια ευφάνταστη βρισιά. Είχε κλείσει ένα χρόνο τώρα που έψαχνε τον φημισμένο Ιππότη Ετσεερλί Μπιν Μαχταλί και τα ταξίδια του τον είχαν φέρει σε ένα από τα πιο ζεστά μέρη που πρέπει να είχε δημιουργήσει ο Πανάγαθος. Έφερε το δερμάτινο του τουλούμι κοντά στο στόμα του και κατέβασε τις τελευταίες σταγόνες μαστίχας που είχε μέσα. Σκέφτηκε πολλές φορές να εγκαταλείψει αυτόν τον μάταιο αγώνα αλλά κάθε φορά που οι αμφιβολίες δηλητηρίαζαν τις σκέψεις του, τα όνειρα της καταστροφής επέστρεφαν και τον έφερναν στον ίσιο δρόμο. Εξάλλου το μοναστήρι είχε γνωρίσει τέτοια ευλογία τα τελευταία χρόνια που δε μπορεί - θα ήταν θέλημα Θεού να παρασκευάσουν το Ιερό Μαντζούνι. Ταξιδιώτες από όλα τα σημεία του ορίζοντα σταματούσαν για να δοκιμάσουν τα πρώτα σκευάσματα. Ο Πάπας είχε ζητήσει να τον ενημερώσουν όταν η διαδικασία ολοκληρωθεί, ενώ τα γύρω μοναστήρια προσπαθούσαν μάταια να τους μιμηθούν. Ο Αδελφός Βασίλειος ο Επιμελής ένοιωσε ένα φούσκωμα περηφάνιας στη καρδία του. «Φραγκισκανοί ρε!» φώναξε σηκώνοντας θριαμβευτικά τη γροθιά του στον αέρα. Κανένας στο πολυάσχολο παζάρι δεν έδειξε να συγκινείται. «Ενδιαφέρεται ο κύριος να αγοράζει από τα εξαιρετικά μας μπαχαρικά;» ρώτησε ο μελαχρινός άντρας που στεκόταν πίσω από τον παραφορτωμένο πάγκο δίπλα στον Αδελφό Βασίλειο. Ο μοναχός κατέβασε το χέρι του αργά και απομακρύνθηκε λίγο πιο κόκκινος. Το παζάρι ήταν ένα χάος. Πως μπορούσαν άνθρωποι να ψωνίζουν με τέτοια φασαρία; «Τι θα πάρει ο κύριος;» ρώτησε άλλος ένας άντρας προσπαθώντας να του κλείσει τον δρόμο. «Τίποτα,» μουρμούρισε ο Αδελφός Βασίλειος, αποφεύγοντας τον επιδέξια. «Ο ευγενικός ταξιδιώτης που ψάχνει να βρει τον εαυτό του ΠΡΕΠΕΙ να αγοράσει το ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ βιβλίο του Νικόλαου του Θαυματουργού!» ξεφώνησε ένας υπερ-ενθουσιώδης νεαρός. «Όχι…;» γρύλισε ο μοναχός και έκανε να φύγει μα άλλος ένας πωλητής του έκλεισε το δρόμο με το καροτσάκι του. «Μήπως ο κύριος θέλει…» «Ο ΚΥΡΙΟΣ ΔΕ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΕΙ ΤΙΠΟΤΑ!» φώναξε εκνευρισμένος ο Αδελφός Βασίλειος ο Επιμελής. «Καλά ντε,» είπε θλιμμένα ο άντρας και τράβηξε το ξύλινο καρότσι του πιο κει μονολογώντας. «Και εγώ που νόμιζα πως θα ενδιαφερόσουν να αγοράσεις το Γιαταγάνι και τη σφύρα του μακαρίτη του Δεύτερου Ιππότη Ετσεερλί Μπιν Μαχταλί…» Εκείνο το βράδυ ο Αδελφός Βασίλειος ο Επιμελής κοιμόταν χαμογελαστός κάτω από τα αστέρια, με το γιαταγάνι και τη σφύρα στην αγκαλιά του. Τώρα «Το μπουκαλάκι με το δηλητήριο της Δεύτερης Αμαζόνας Τένσχου της Λυγερής!» επανέλαβε ο Βάλκολακ όταν είδε πως δεν έγινε τίποτα. «Στέφανε;» ρώτησε ο καλικάντζαρος μέσα από το σώμα του Αρχιεπισκόπου Στεφάνου του Μαντζουνοποιού. «Ναι;» απάντησε ο Αρχιεπίσκοπος Στέφανος, ακόμη ζαλισμένος από το ξόρκι. Είχε μέρες να τον αφήσει να μιλήσει. «Που είναι το δηλητήριο της Δεύτερης της απ’ αυτής;» «Σου είπα χίλιες φορές,» απάντησε αγανακτισμένος στον εαυτό του ο Αρχιεπίσκοπος. «Το χρησιμοποίησε για να αυτοκτονήσει!» «Μα τον Άγιο Φρανκεστάιν της Καθίζησης!» βλασφήμησε ο Βάλκολακ ενώ ο Αρχιεπίσκοπος έκανε το σταυρό του. «Δε γίνεται να βάλουμε εκείνο το εκχύλισμα λυκίσκου που λέγαμε;» «Θα χαλάσει η γεύση ηλίθιε ρασοφόρε!» «Δε με νοιάζει τι θα κάνει!» φώναξε ο Αρχιεπίσκοπος και έκανε να πιάσει το μπουκάλι με το λυκίσκο. «Έχω τον βασιλιά έξω και θα μου πάρει το κεφάλι αν δε του δώσω να δοκιμάσει από το Ιερό Μαντζούνι.» «Αυτό το “Μαντζούνι” είναι έργο δεκατριών ζωών και μιας πολύ αποτυχημένης συμφωνίας με ένα δαίμονα! Νομίζεις ότι με νοιάζει τι θα απογίνει το κεφάλι σου;» Δαίμονα; Ο Αρχιεπίσκοπος Στέφανος σοκαρίστηκε. Είχε αρχίσει να ψυλλιάζεται πως ο Βάλκολακ μπορεί και να μην ήταν ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης αλλά αυτό παραήταν. «Νόμιζα ότι θα σώζαμε τον κόσμο από την Αποκάλυψη!» τσίριξε προδομένος ο Αρχιεπίσκοπος! «Αποκάλυψη θα γίνει αν δε μου βρεις το δηλητήριο!» «Δεν υπάρχει δηλητήριο, καθυστερημένη κοκκινωπή καταστροφή!» φώναξε ο Αρχιεπίσκοπος στον εαυτό του. «Θα σε σφάξω καταραμένε καραφλέ τραγογένη!» «Βγες έξω ρε! Βγες έξω αν είσαι καλικάντζαρος!» Το κοντό πλάσμα εμφανίστηκε δίπλα από το καζάνι που έβραζε. Ο Αρχιεπίσκοπος σήκωσε τα μανίκια του χιτώνα του και άρπαξε ένα μπουκάλι από τον πάγκο δίπλα του, τη στιγμή που ο Βάλκολακ προσγειωνόταν στο πρόσωπό του. Με μια απεγνωσμένη κίνηση, ο Αρχιεπίσκοπος Στέφανος έσπασε το μπουκάλι πάνω στο κεφάλι του καλικάντζαρου, κάνοντας τον να πέσει στην άκρη σπαρταρώντας. Τον βούτηξε από το πόδι και τον πέταξε γρήγορα μέσα στο καζάνι με τα όπλα. Εκείνο το βράδυ, με το κεφάλι του ακόμη πάνω από τους ώμους του και μόνο με μερικές γρατζουνιές στο πρόσωπο, ο Αρχιεπίσκοπος Στέφανος ο Μαντζουνοποιός τελείωνε το πρώτο ποτήρι από αυτό που αποφάσισε να αποκαλεί Franziskaner. «Φραγκισκανοί ρε!» φώναξε στο ανοιχτό παράθυρο μπροστά του, τρομάζοντας μια κουκουβάγια στο δασάκι δίπλα από το μοναστήρι.. το ιερό μαντζούνι.docx Edited August 19, 2014 by Elli Sketo 8 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
elgalla Posted August 20, 2014 Share Posted August 20, 2014 Πολύ ευχάριστη και διασκεδαστική ιστορία, καλογραμμένη και με την κατάλληλη δόση χιούμορ. Μου άρεσαν ο τίτλος και η (μεθυσμένη) πηγή έμπνευσης, αλλά το τέλος δεν με κάλυψε απόλυτα. Θα ήθελα να μαθαίναμε τι ήθελε να πετύχει ο καλικάντζαρος, αλλά και κατά πόσο οι μοναχοί συνέχισαν να χρησιμοποιούν καλικάντζαρους στην παραγωγή Franziskaner, μετά την επιτυχία της πρώτης σοδειάς. Και οι καλικάντζαροι, για αντίποινα, έφτιαξαν τη Hobgoblin, στην παραγωγή της οποίας χρησιμοποιούν Φραγκισκανούς μοναχούς. Χμ. Εντάξει, σταματάω το παραλήρημα κάπου εδώ. Μου άρεσε και μου φάνηκε εντυπωσιακά συγκροτημένη δεδομένου του περιορισμένου χρόνου και της δύσκολης εισαγωγής. Καλή τύχη στο write-off 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Cassandra Gotha Posted August 26, 2014 Share Posted August 26, 2014 Φραγκισκανοί, ρε! Ευχάριστο. Τι άλλο να πω; Η ανάλυση της Ελγκάλλα με καλύπτει. Μου άρεσε το τέλος, ήταν το πιο ζωντανό κομμάτι του διηγήματος. Τώρα φέρε μία. Ωραίος ο έμπορος μπαχαρικών και σουβενίρ. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Naroualis Posted August 27, 2014 Share Posted August 27, 2014 (edited) Σπάνιο πράγμα αυτό, αλλά αλήθεια, η Ελγκάλλα τα είπε όλα όσα θα ήθελα να πω. Α, εκτός από αυτό που πρόσθεσε η Κασσάνδρα: Φραγκισκανοί, ρε! :D :D :D Edited August 27, 2014 by Naroualis 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted August 30, 2014 Share Posted August 30, 2014 (edited) Κεφάτο και φρέσκο! Μπράβο σου! Το σχόλιό μου: ΧΕ-ΧΕ-ΧΕ! Αλήθεια....μεθυσμένη φαντασία....από τι (εκτός από το ιερό ματζούνι;;;) Edited August 30, 2014 by Ιρμάντα Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted September 2, 2014 Share Posted September 2, 2014 Ωραία ιστορία, το' χεις να γράφεις με χιούμορ, κάτι αρκετά δύσκολο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Eugenia Rose Posted May 18, 2015 Share Posted May 18, 2015 Φραγκσκανοί ρε μ....α! Το λάτρεψα σε σημείο που ψήνομαι για write off μεταξύ εμού και εσού με έμπνευση ετικέτες μπύρας. Πάντως δεν έχει δίκιο που δεν διορθώνεις όχι ότι χρειάζεσαι πολλά μόνο κάτι ψιλά ορθογραφικά και τυπογραφικά από την βιασύνη και το μεθύσι. Επίσης μου έκανε εντύπωση το πόσο ευκολοδιάβαστη είναι η γραφή σου και φεύγει νεράκι. Έκανες καλή δουλειά και με τις επιμέρους ιστορίες και κατάφερες μέσα σε λίγες σειρές να μας κάνεις να δούμε τους δευτερεύοντες χαρακτήρες ζωντανούς μπροστά μας και να μας νοιάζουνε κιόλας. Αυτό το αποκαλώ επιτυχία εγώ. Και γενικά ψήστο να γράψεις κανένα βιβλίο σε τέτοιο στυλ. Είσαι πολύ καλή με το χιουμοράκι γιατί το είδα και στο φλασάκι που έγραψες. Η σύνδεση που έκανες με την εισαγωγή στην αρχή μου φάνηκε χαλαρή αλλά τελικά το γύρισες με την ιδέα να κάνει ο καλικάντζαρος κατάληψη στο σώμα του μοναχού. Το μόνο που θα μπορούσα να προτείνω για βελτίωση θα ήταν μια νύξη του πως βρέθηκε ο καλικάντζαρος στο βιβλίο και ποιος και πώς τον ξεγέλασε. Όντως προσπαθούσε να φέρει την αποκάλυψη ή κάτι άλλο πιο σκοτεινό; Will we ever know? Δεν έχω διαβάσει την ιστορία του Στέφανου αλλά ψηφίζω εσένα! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Διγέλαδος Posted May 25, 2015 Share Posted May 25, 2015 (edited) Χαχαχαχα! :rofl2: Για μένα το πιο δυνατό κομμάτι της ιστορίας είναι τα ονόματα. Τρομερή φαντασία και ταίριασμα με το χιουμοριστικό στυλ. Ειδικά η επανάληψη ολόκληρων των τίτλων το έκανε ακόμα πιο αστείο. Χαράς το κουράγιο σου που τα ξαναέγραφες κάθε φορά. Μπορείς όμως να μου εξηγήσεις πως με τόση μπύρα κατάφερες να γράψεις τόσες διαφορετικές ιστορίες που θα συνδέονται έτσι στο τέλος; Καταπληκτικό! Ο Στέφανος μου αρέσει που του πήρε 4 χρόνια να καταλάβει τι ήταν ο άλλος. Χαχαχα. Πάντως και να το έγραφες το διήγημα στην πραγματική εποχή του μεσαίωνα μια χαρά θα έδειχνε! Γενικά όλα τα λεφτάααα Edited May 25, 2015 by Διγέλαδος 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienor Posted May 26, 2015 Share Posted May 26, 2015 Το έχω διαβάσει μέρες και σκεφτόμουνα τι σου πω να διορθώσεις (γιατί γράφεις από πάνω: μεθυσμένο και αδιόρθωτο, κι όταν τα γράφεις αυτά καταλαβαίνεις ότι ο άλλος διαβάζει και ψάχνει για να σε βοηθήσει ) Γουέλ, τίποτα. Οκ, αν πρέπει να βρω κάτι: 1. Βγάλε τα κεφαλαία (σιχαίνομαι) και βάλε στίξη και πλάγια όταν θες να τονίζουνε τις λέξεις και να φωνάζουνε, 2. σου λείπουνε κόμματα στις κλητικές προσφωνήσεις και 3. τόνοι εδώ κι εκεί. Κατά τα άλλα, πραγματικά το διασκέδασα τόσο πολύ που δεν έχω ιδέα τι θα μπορούσες να κάνεις μαζί του και να γίνει καλύτερο. Το τέλος μάλλον και για μένα είναι λίγο απότομο, ίσως να ήθελε κάτι εκεί ακόμα, αλλά δεν έχω ιδέα τι είναι αυτό και τείνω να πιστέψω (τώρα που έχουν περάσει μέρες) ότι απλά στεναχωρήθηκα που μου τελείωσε Ίσως να ήθελε λίγη πληροφορία ακόμα πριν από το τέλος, αλλά φοβάμαι πως θα σου το αποδυναμώσει. Σε κάθε περίπτωση, σίγουρα καλά θα ήτανε να το περάσεις ένα χέρι πριν να το κάνεις κάτι άλλο, ό,τι κι αν είναι αυτό, και να αποφασίσεις εσύ. Αυτό το κειμενάκι στο μυαλό μου μοιάζει με χιουμοριστικά εικονογραφημένα σε επεισόδια. Θα έπαιρνα σίγουρα την εφημερήδα που θα είχε το ένθετο κάθε εβδομάδα και θα την περίμενα με μεγάλη χαρά. Λατρεύω Ιερή Κοτρώνα Βαυαρίας, Άγιο Φραγκεστάιν, καθυστερημένη κοκκινωπή καταστροφή (γενικά λατρεύω όλες τις βρισιές σου, είναι απλά θεσπέσιες). Έλλη, πολύ σου πάει αυτό το στυλ Μπράβο. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Morfeas Posted May 26, 2015 Share Posted May 26, 2015 Λοιπόν, το έχω διαβάσει κι εγώ κάμποσες μέρες πριν (αλλά δεν είχα όρεξη για σχόλια - πόσο απαράδεκτος παίζει να είμαι και μόνο που το αναφέρω ) Τα καλά στοιχεία της γραφής σου υπάρχουν κι εδώ: ανάλαφρη, παιχνιδιάρικη και σπιρτόζα (αμέ και τα 3 ξεχωριστά το καθένα), με χιούμορ και καλή ροή. Τα κακά νέα είναι ότι δεν με κέρδισε η ιστορία. Μπορεί να φταίει η βαριά για τα δικά μου γούστα εισαγωγή (που δεν ήταν δική σου θα μου πεις, αλλά έπρεπε ως έναν βαθμό να ακολουθήσεις), μπορεί να φταίει ο πρόλογός σου για τις μπύρες που με έκανε να περιμένω κάτι δίχως συνοχή (που είχε, παραδόξως) ή ότι δεν θα κατέληγε κάπου (που κατέληξε, αλλά όχι και τόσο κεντραρισμένα όσο θα ήθελα). Μου άρεσαν τα μεσαία κομμάτια, δε μου άρεσαν και τόσο οι σκηνές με τον κάντζαρο (από την αρχή κάτι δεν μου κάθισε καλά και δεν μπορώ να βρω τι). Επίσης στο κομμάτι της υπόθεσης θα είχε περισσότερο ενδιαφέρον αν δεν έμπαινε στη φόρμουλα που μπαίνει (σιγά σιγά συλλέγουμε τα κομμάτια της εισαγωγής) αλλά επειδή έπαιξες καλά και με χιούμορ δεν έχω παράπονο. Αξιοποίησες τη φόρμουλα προς όφελός σου, το οποίο είναι καλό. Αυτό που μου έχει μείνει (επειδή πάνε μέρες που το διάβασα, ίσως και βδομάδες, απροσδιόριστος χρόνος) περισσότερο ως καλό σημείο: η σκηνή με την Αμαζόνα. Μην κοιτάς που βαράω: δεν ήταν μεσαιωνικό βασανιστήριο η ανάγνωση του κειμένου, πέρασα καλά διαβάζοντάς το. Η γραφή σου είναι απολαυστική. Αλλά επειδή υπάρχουν ήδη αρκετά καλά σχόλια, είπα να φέρω λίγη ισορροπία στο νηφάλιο κατά τα άλλα τόπικ. Άσχετο σχόλιο, αλλά μου ήρθε τώρα: Η γραφή σου μπορεί να φέρει σε ισορροπία ετερόκλητα στοιχεία με τη βοήθεια του χιούμορ. Κρίμα που σ' εκείνες τις Αλλόκοτες Περιπτύξεις (το σήκουελ) δεν κατάφερες να παίξεις, θα είχε πολύ ενδιαφέρον η συμμετοχή σου. Στις επόμενες 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest /george/ Posted June 13, 2015 Share Posted June 13, 2015 Ωραία ανάλαφρη και διασκεδαστική ιστορία. Βλέπω ότι κατέχεις καλά το προσόν του χιούμορ και αυτό είνααι μεγάλο προσόν. Συνέχισε έτσι! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.