Jump to content

Εταιρικές Εταίρες (write-off με cleopasal)


Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Άρης Π
Είδος: ΕΦ
Βία; Όχι
Σεξ; Ναι
Αριθμός Λέξεων: 1657
Αυτοτελής; Ναι
Σχόλια: Βγήκε κάπως σύντομο, αλλά πιστεύω πετυχαίνει το σκοπό του
ΑρχείοΕταιρικές Εταίρες.docx Εταιρικές Εταίρες.doc

 

       Στην οδό Ανθέων, οι φθηνές νέον επιγραφές δίνουν τον ρυθμό του χρόνου. Το σκοτάδι διαλύεται στιγμιαία από το ζωντανό τους κόκκινο, βάφοντας ερυθρά τα στιγμιότυπα της ζωής των περιστασιακών ενοίκων. Είναι οι στιγμές όμως μεταξύ του απόλυτου μαύρου και των πορφυρών λάμψεων, που μετράνε τον χρόνο για «τα κορίτσια της Ανθέων».

        Η Αννέτα κάθισε μπροστά στην τουαλέτα, ανάβοντας το φως πάνω από τον μεγάλο καθρέφτη. Ένα βαθύ σκίσιμο ξεκινούσε από το αριστερό της μάτι και έφτανε λίγο πριν το πάνω χείλος της. Σημάδια από μια τεράστια παλάμη είχαν αποτυπωθεί στον λαιμό της, που στα σημεία επαφής είχε ξεκινήσει να μπλαβιάζει. Κοίταξε τα χέρια της πρώτα από την πάνω πλευρά και έπειτα στις παλάμες. Ήταν καλυμμένα με αίμα. Ανοιγόκλεισε τα μάτια της σχηματίζοντας τον συνδυασμό πρόσβασης στην τράπεζα μνήμης. Ήταν άδεια. Κενή όχι μόνο από την συνεύρεση της τελευταίας ώρας -όπως όφειλαν οι ίδιες να διαγράφουν μετά από κάθε ραντεβού- αλλά των τελευταίων 30 ετών, πριν ακόμη πουληθεί, από ένα κεντρικό στοκατζίδικο, ως μοντέλο ικανοποίησης στα μπουρδέλα της οδού Ανθέων . Έβγαλε το στικ επιδιόρθωσης, περνώντας το από τα σημεία που μαρτυρούσαν τον πόνο που είχε υποστεί. Κάθε φορά που το έκανε ήταν σαν να ήταν η πρώτη της φορά, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο ήξερε ότι έπρεπε να ψάξει το στικ στην τσάντα της, αφού είχε τελειώσει με το ραντεβού. Ίσως ήταν γραμμένο στον κώδικα.

        Αφού έσβησε τα σημάδια των βασανισμών από πάνω της, ντύθηκε και χωρίς να ανοίξει το φως έσπρωξε την πόρτα του ξενοδοχείου αφήνοντας ένα μπλέ θαμπό φως να περάσει στο δωμάτιο. Πάνω στο κρεβάτι μια μικρή μαύρη λίμνη στα σεντόνια πότε φωτιζόμενη από το νέον του δρόμου, πότε από το φως του διαδρόμου, της έλεγε να φύγει όσο πιο μακριά μπορούσε.

 

       Πέρασε τη ρεσεψιόν και βγήκε στο δρόμο. Κοίταξε δεξιά, μετά αριστερά. Κοντοστάθηκε.

      «Αννέτα!»

       Γύρισε για να δει μία μικροκαμωμένη κοπέλα με ασιατικά χαρακτηριστικά να την πλησιάζει χαμογελαστή. Καθώς έφτασε κοντά της, το χαμόγελο αντικατέστησε μία ανήσυχη έκφραση. «Είσαι καλά;» ρώτησε.

       Η Αννέτα την κοιτούσε με ένα απλανές βλέμμα. Ένιωσε τη φωνή της να ανεβαίνει σιγά-σιγά από το στήθος της, να κάθεται για λίγο στον λαιμό της και τέλος να βγαίνει από το στόμα της σχεδόν σα ψίθυρος. «Ποια είσαι εσύ;»

       Η κινεζούλα την κοίταξε περίεργα. «Αννέτα, η Βίβη είμαι... δε με θυμάσαι;»

       «Όχι.»

       «Πρέπει να έπαθες κάποιο πρόβλημα στο κέντρο μνήμης. Έλα μαζί μου.» Πήγε να την πάρει από το χέρι, αλλά η άλλη τραβήχτηκε.

        «Άσε με. Δε σε ξέρω.» Της γύρισε την πλάτη και άρχισε να περπατά με γοργό βήμα κατά μήκος της οδού.

        Η Βίβη έμεινε για λίγο ακίνητη, σκεπτόμενη. Μετά πήρε τη φίλη της από πίσω. Εκείνη άρχισε να περπατά όλο και πιο γρήγορα. Στο τέλος σχεδόν έτρεχε.

      Ξαφνικά, σταμάτησε. Είχε φτάσει στο τέλος της οδού... και δε μπορούσε να κάνει το επόμενο βήμα.

      «Λυπάμαι» είπε η Βίβη από πίσω της. «Δε μπορείς να πας παραπέρα.»

      «Γιατί; Θέλω να φύγω. Άσε με.»

      «Δε σε κρατάω εγώ. Είσαι φτιαγμένη με τέτοιον τρόπο. Αννέτα, είμαστε τα λουλούδια της οδού Ανθέων... και τα λουλούδια δε μπορούν να φύγουν απ' τον κήπο τους.»

      Κάθησαν για λίγο στη σιωπή.

     «Δεν είμαι λουλούδι!» φώναξε η Αννέτα. «Είμαι άνθρωπος! Έχω συναισθήματα! Δεν είναι δυνατόν να καταπατόνται τα δικαιώματά μου με αυτόν τον τρόπο!»

      «Έχεις συναισθήματα, αλλά δεν είσαι άνθρωπος. Δεν έχεις δικαιώματα. Καμία μας δεν έχει.»

       Και πάλι σιωπή. Η Αννέτα κοιτούσε το πάτωμα.

      «Έλα» είπε η Βίβη. «Πάμε στο μηχανικό. Θα φτιάξει η διαθεσή σου, στο υπόσχομαι.»

 

      «Ναι, έχει σχεδόν αχρηστέψει η τράπεζα μνήμης. Τα υπόλοιπα είναι λειτουργικά και είναι πολύ τυχερή γι αυτό.» Ο μηχανικός γύρισε και κοίταξε τη Βίβη. «Κάποιος πρέπει να τη μεταχειρίστηκε πολύ άσχημα.»

      Εκείνη απλά έγνεψε καταφατικά. Βρισκόντουσαν και οι δύο μπροστά από μία οθόνη δίπλα από την Αννέτα, η οποία ήταν ξαπλωμένη σε ένα πάγκο. Το κεφάλι της ήταν ανοιχτό από τα αυτιά και πάνω, φανερώνοντας έναν σύνθετο μηχανικό εγκέφαλο, μέσα σε μια θήκη σιλικόνης. Από μέσα του έφευγαν διάφορα καλώδια, τα οποία οδηγούσαν στο διαγνωστικό υπολογιστή.

      «Εχει back-up;»                                                        

      «Το τελευταίο που έκανε ήταν... πριν δυόμιση μήνες. Πριν απ' αυτό όμως, πρέπει να αλλάξουμε και το ίδιο το εξάρτημα. Δεν είναι φτηνή δουλειά.»

      Η Βίβη δάγκωσε το χείλος της. «Αυτά τα πληρώνει η Εταιρεία... αλλά η καημένη έχει κάνει πολλές επιδιορθώσεις τελευταία. Μπορεί να την αποσύρουν.»

       «Δεν μπορώ να κάνω καμία έκπτωση. Λυπάμαι.»

       «Πόσο κάνει;»

       Ο μηχανικός ξεφύσηξε και κοίταξε το ταβάνι. «Έχουμε και λέμε, το εξάρτημα κάνει από μόνο του 15 χιλιάρικα. Για να ανακαλέσουμε το back-up θέλουμε ένα πεντακοσάρικο, μετά είναι το θέμα της αμοιβής μου...»

      «Καλά, καλά. Τόσα λεφτά δεν έχουμε όλες μαζί.» Έμεινε για λίγο σκεπτική, αλλά δεν είπε τίποτα παραπάνω.

       «Εγώ τί να κάνω;»

       Η Βίβη κοίταξε τη σβηστή φίλη της. «Φτιάξ' την. Δεν έχει νόημα, και να μην την αποσύρουν, χωρίς τη μνήμη της δεν είναι ο εαυτός της.»

       Η μηχανικός πάτησε μερικά κουμπιά. Σηκώθηκε. «Τί τραβάτε και 'σεις οι άμοιρες...»

       Εκείνη έμεινε για λίγο να κοιτάει την οθόνη. Ο άλλος πήγε να ψάξει τον απαραίτητο εξοπλισμό στο διπλανό δωμάτιο. Μετά σηκώθηκε κι αυτή. Είχε πελάτη.

       «Για να υπάρχουμε εμείς,» του φώναξε, «σκέψου τί τραβάει ο κόσμος.» Κι έφυγε.

 

       Η Βίβη κοιτούσε μελαγχολικά έξω απ' το παράθυρο. Χωρίς η ίδια να το ξέρει, πάντα διάλεγε αυτό το δωμάτιο, καθώς είχε θέα από το κρεβάτι και μπορούσε, με προσπάθεια, να ξεχαστεί, όσο οι πελάτες της δεν κοιτούσαν το πρόσωπό της.

       «Μωρό μου, σκίσε με...» είπε με νάζι, αλλά ανέκφραστη. Ο πελάτης, ένας μεγαλόσωμος, μαλλιαρός άντρας, την έπαιρνε από πίσω. Την έπιασε από το μεταξένιο, μαύρο μαλλί της και τράβηξε το κεφάλι της με μία απότομη κίνηση.

      «Αχ!» Τί να κάνει, άραγε, η Αννέτα; Την έφτιαξε ο άλλος ο κομπογαννίτης; Της ήρθε εντολή απόσυρσης; Αυτό, για της εργαζόμενες κοπέλες, ήταν στην ουσία θανατική καταδίκη - και χειρότερα: σε αντίθεση με τους ανθρώπους, αυτές ξέρανε πολύ καλά πού θα καταλήξουν...

       Τον ειρμό της έκοψε ο μαλλιαρός άντρας, καθώς τη γύρισε ώστε να τη βλέπει. Αμέσως, απρόθυμα, οι μηχανισμοί πίσω από το απαλό δέρμα του προσώπου της μεταμόρφωσαν την έκφρασή της σε αυτήν της απόλυτης ηδονής. «Γάμα με!» φώναξε. «Γάμα με!»

       Ο άντρας ρουθούνισε και έμεινε ακίνητος μέσα της, ενώ τελείωνε. Σύμφωνα με τις προεπιλογές του, εκείνη άρχισε να τρέμει, αφήνοντας παθιασμένα βογγητά, που έμοιαζαν με κλαψούρισμα ζώου.

       Μετά από μία μικρή παύση, ο πελάτης τραβήχτηκε. Σηκώθηκε, ντύθηκε, έβγαλε ένα τσιγάρο από την τσέπη του και το άναψε. Χωρίς να πει κουβέντα, άνοιξε την πόρτα κι έφυγε.

       Η Βίβη έμεινε για λίγο ακίνητη πάνω στο κρεβάτι. Ένιωσε το στομάχι της να γουργουρίζει: ένας δειγματολήπτης ανέλυε το σπέρμα του πελάτη και εξέπεμπε τα δεδομένα στην Εταιρεία, για λόγους διαφημιστικής έρευνας.

       «Έλα...» μονολογούσε. «Έλα...»

       Το γουργούρισμα σταμάτησε. Μπορούσε, επιτέλους, να διαγράψει τη μνήμη της τελευταίας ώρας. Ανοιγόκλεισε τα μάτια με την απαραίτητη σειρά και η ανάμνηση αποτελούσε παρελθόν. Σηκώθηκε, πήγε στο μπάνιο, κοίταξε τον καθρέπτη. Επάνω του είδε το αγγελικό πρόσωπο μίας έφηβης, στην ακμή της νιότης της. Το ίδιο πρόσωπο που έβλεπε τα τελευταία 63 χρόνια. Το μισούσε.

       Μέχρι και τα σκουπίδια μπορεί να είναι καλύτερα απ' αυτό, σκέφτηκε.

 

       «Τί γίνεται, Αννέτα; Με θυμάσαι, τώρα;»

       Η Αννέτα κάθησε όρθια πάνω στον πάγκο του μηχανικού. Χάιδεψε το κεφάλι της, ανακατεύοντας τα πλούσια, κόκκινα μαλλιά της. «Ένας Θεός ξέρει τί μου έκανε αυτό το τέρας... ναι, Βίβη, σε θυμάμαι. Τί θα έκανα χωρίς εσένα;» Την αγκάλιασε. «Είσαι ο άγγελός μου. Ο άγγελος όλων μας.»

       «Σαν τη μεγαλύτερη, οφείλω να σας προσέχω. Αλλιώς, ποιος θα το κάνει;»

       Η Αννέτα την έπιασε απ’ τους ώμους και την κοίταξε στα μάτια. Οι ανάσες τους περιπλέχτηκαν. «Βίβη...»

       Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε με δύναμη. Όλοι γύρισαν.

       Δύο κοστουμάτοι τύποι είχαν μπει απρόσμενα στο δωμάτιο.

       «Μια στιγμή, τί το περάσατε εδώ μέσα;» φώναξε ο μηχανικός. «Εδώ εργάζομαι, μεταφέρω επικίνδυνες ύλες, δεν είναι να μπαίνετε όπως και όποτε γουστάρετε.»

       Οι άντρες δεν του έδωσαν σημασία. «Μοντέλο ικανοποίησης 3Χ-Αννέτα.» είπε ο ένας. «Εσύ είσαι;» κοίταξε τη Βίβη.

       «Εγώ είμαι.» είπε γρήγορα η Αννέτα και στάθηκε όρθια. «Ήρθε, λοιπόν, η ώρα μου.»

       «Όχι!» έκανε η φίλη της. «Τα πληρώσατε τα σπασμένα, τί διαφορά σας κάνει; Αφήστε τη να συνεχίσει, θα σας βγάλει πολλά λεφτά. Κοιτάξτε το στήθος της, κοιτάξτε τα πόδια της... τα μάτια της...»

       «Ο εταιρικός εγκέφαλος έκρινε πως οποιαδήποτε παραπάνω ζημιά θα είναι αντιπαραγωγική.» είπε ψυχρά ο άντρας. «Μοντέλο 3Χ. Έλα μαζί μας.»

       Η Αννέτα έσκυψε και φίλησε τη φίλη της στο κεφάλι. «Δεν πειράζει. Είμαι έτοιμη. Αντίο, Βίβη... ήσουν το μόνο λαμπερό σημείο σ' αυτή τη μίζερη ζωή. Σ' ευχαριστώ.»

       Η Βίβη ένιωσε να σχίζεται η μικρή, μεταλλική της καρδιά. «Σαδιστές...» είπε. «Γιατί μας δίνετε συναισθήματα; Γιατί δε μας φτιάχνετε άψυχες μαριονέτες;»

       «Αστείο που το ανέφερες!» πετάχτηκε ο δεύτερος άντρας. Φαινόταν πολύ νέος, όχι πάνω από 20. «Σήμερα διάβαζα στην ιστορία της ένδοξης Εταιρείας, πως, στην αρχή, έτσι ήταν. Αλλά, όσο καλά και να σας προγραμματίζαμε, οι αξιότιμοι πελάτες μας ένιωθαν πως κάτι λείπει... Βλέπεις, για τους ανθρώπους, ο έρωτας είναι μια πολύ λεπτή πράξη. Φαίνονται αυτά τα πράγματα. Με την καθιέρωση της αληθοφανούς προσωπικότητας, οι πωλήσεις της ένδοξης Εταιρείας τριπλασιάστηκαν! Στην ουσία, τότε ήταν που-»

       Ο συνάδελφός του τον έκοψε. «Τι εξηγείς στο μηχάνημα, ρε βλάκα; Θυμίσου: δε μπορεί  να σε καταλάβει πραγματικά. Μόνο να προσποιηθεί.»

       «Αφου τα ξέρω,» δικαιολογήθηκε ο νέος, «να μην τα πω;»                                

       Η Αννέτα κοιτούσε ανήσυχα τη Βίβη. Αυτή είχε κατεβασμένο κεφάλι και έπιανε σφηχτά το στήθος της με τα χέρια της.

       «Τελειώσατε;» πέταξε ο μηχανικός. «Έχουμε και δουλειές.»

       Η Αννέτα ακολούθησε τους άντρες καθώς κινήθηκαν προς την έξοδο. Γύρισε να κοιτάξει μία τελευταία φορά τη φίλη της. Εκείνη δεν ανταπέδωσε το βλέμα, μόνο κοίταγε κάτω.

       Άκουστηκε η πόρτα να κλείνει. Αμέσως η Βίβη σήκωσε το κεφάλι και την κοίταξε. Έμεινε ασάλευτη.

       «Βίβη... είσαι εντάξει;»

       «Όχι,» είπε, «αλλά θα είμαι.» Ανοιγόκλεισε κάμποσες φορές τα μάτια της σε έναν συγκεκριμένο συνδιασμό. Κοίταξε γύρω της.

       «Μπάμπη! Τί κάνω εδώ; Υπήρξε κάποιο πρόβλημα;»

       Ο μηχανικός την κοίταξε με λύπηση. «Είχες ένα μικρό θεματάκι με τη μνήμη σου, Βίβη. Τίποτε σοβαρό.»

 

       Στην οδό Ανθέων, οι φθηνές νέον επιγραφές δίνουν τον ρυθμό του χρόνου. Οι ώρες περνούν σπασμωδικά, με ενδιάμεσα κενά, όπως και το φως τους.

Edited by arjunk
Link to comment
Share on other sites

Θα μπορούσε να είναι και η αρχή μιας μεγάλης ιστορίας αλλά σίγουρα είναι ένα καλό κομμάτι και αγγίζει.

Καλή δουλειά.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Συνήθως οι ιστορίες παιχνιδιών πρέπει να συναντούν περισσότερα σχόλια, αλλά ατύχησες :p

 

Τα θετικά:

 

 

  1. Η ιστορία διαβάζεται εύκολα, σ' αυτό βοηθά η απλή αλλά ρέουσα γλώσσα και οι διάλογοι. Έχει θέματα βέβαια, αλλά διορθώνονται με λίγη επιμέλεια.
  2. Μου άρεσαν οι μικροπινελιές που έβαλες, λεπτομέρειες που ενέταξες στο κείμενό σου. Η περιγραφή των λειτουργιών των κοριτσιών κατά τη σεξουαλική πράξη (η σκηνή εκείνη είναι από τις καλύτερες), η εξήγηση της συναισθηματικής φύσης τους. Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα σημεία μου άρεσαν περισσότερο από την ίδια την ιστορία.

Και πάμε στα δύσκολα: Είδα ότι έγραψες κι ανέρτησες την ιστορία σου πολύ σύντομα, από την ανακοίνωση της εισαγωγής. Πιστεύω ότι θα έπρεπε να περίμενες λίγο, να εξέταζες καλύτερα τα στοιχεία που δίνονται και να φρόντιζες περισσότερο το τελικό αποτέλεσμα.

Τα αρντικά:

 

 

  • Η σύνδεση της ιστορίας με την εισαγωγή

Τόσο ως θέμα πλοκής όσο και ύφους και γλώσσας. Εντάξει το δεύτερο είναι δύσκολο είναι η αλήθεια, αλλά ενώ η εισαγωγή είχε noir στοιχεία, η ατμόσφαιρα του υπόλοιπου μυθιστορήματος (μ' εξαίρεση τη σκηνή σεξ) είναι περισσότερο κοινωνικού. Αυτό δεν είναι κακό. Το κακό (κατ' εμέ πάντα) είναι ότι στην εισαγωγή με προετοιμάζεις για μυστήριο, εγώ κατάλαβα ότι στο δωματιο που άφησε πίσω της βρισκόταν ένα πτώμα. Ή έστω κάτι άλλο που την ανάγκασε να φύγει όσο πιο μακρυά γινόταν. Και στο υπόλοιπο διήγημα δεν κάνεις ούτε μια αναφορά σ' αυτό ή στους τραυματισμούς της, σα να συγκράτησες μόνο τις τράπεζες μνήμης από την εισαγωγή.

Για να στο πω διαφορετικά: είναι σα να ξεκινάς μια ιστορία με ένα δυνατό μυστήριο (κι έτσι γραπώνεις το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την αρχή) και στη συνέχεια να το αγνοείς και να ασχολείσαι με τα οικογενειακά προβλήματα του ήρωα, χωρίς ούτε να αναφέρεις το μυστήριο, ούτε να στέκεσαι έστω στις συνέπειες του μυστηρίου πάνω στν ήρωα (εφόσον θες μια πιο ανθρωποκεντρική προσέγγιση).

 

  • Κάποια σημεία στους διαλόγους θέλουν πιστεύω αλλαγές.

Ενδεικτικά:

«Είμαι άνθρωπος! Έχω συναισθήματα! Δεν είναι δυνατόν να καταπατόνται τα δικαιώματά μου με αυτόν τον τρόπο!»

Δε μου ταιριάζει καθόλου τέτοια έκφραση από το στόμα του ρομπότ (ή ό,τι άλλο ήταν). Πολύ politically correct. Θα χρειαζόταν περισσότερα να σταθεί, γιατί έτσι φαίνεται ξαφνικό.

       Ο συνάδελφός του τον έκοψε. «Τι εξηγείς στο μηχάνημα, ρε βλάκα; Θυμίσου: δε μπορεί  να σε καταλάβει πραγματικά. Μόνο να προσποιηθεί.»

       «Αφου τα ξέρω,» δικαιολογήθηκε ο νέος, «να μην τα πω;» 

Εδώ καταλαβαίνω ότι προσπαθείς να εξηγήσεις γιατί εξηγεί αυτά που πρέπει να εξηγηθούν. Αλλά δε με πείθει. Μη σου πω ότι αν έλειπε δε θα μου κακοφαινόταν καθόλου που τα εξηγεί, ενώ τώρα που το αναφέρεις το παρατηρώ κι εγώ ότι δεν έχει νόημα. Γιατί η εξήγηση δε μου βγάζει και πολλή λογική. Πώς γίνεται να μην καταλαβαίνει και μόνο να προσποιείται. Αφού είπαμε ότι έχει συναισθήματα, κατανόηση δε θα έχει (που είναι άλλωστε και βασικότερο μέλημα της τεχνητής νοημοσύνης);

  • Δυστυχώς δεν μπήκα και στη θέση των χαρακτήρων. Δηλαδή δε λυπήθηκα για τις πόρνες, αν και θα έπρεπε. Υπήρχαν σημεία που θα μπορούσα να προβληματιστώ ή να μπω πιο μέσα, αλλά δεν αξιοποιήθηκε κατάλληλα νομίζω. Σ' αυτό ίσως να χρειαζόταν λίγο άπλωμα συνολικά και να έκανες τους διαλόγους κάπως πιο ρεαλιστικούς αλλά και στοχευμένους.

Ελπίζω να βοηθώ και να συνεχίσεις να γράφεις με όρεξη!

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Συνήθως οι ιστορίες παιχνιδιών πρέπει να συναντούν περισσότερα σχόλια, αλλά ατύχησες :p

 

Τα θετικά:

 

 

  1. Η ιστορία διαβάζεται εύκολα, σ' αυτό βοηθά η απλή αλλά ρέουσα γλώσσα και οι διάλογοι. Έχει θέματα βέβαια, αλλά διορθώνονται με λίγη επιμέλεια.
  2. Μου άρεσαν οι μικροπινελιές που έβαλες, λεπτομέρειες που ενέταξες στο κείμενό σου. Η περιγραφή των λειτουργιών των κοριτσιών κατά τη σεξουαλική πράξη (η σκηνή εκείνη είναι από τις καλύτερες), η εξήγηση της συναισθηματικής φύσης τους. Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα σημεία μου άρεσαν περισσότερο από την ίδια την ιστορία.

Και πάμε στα δύσκολα: Είδα ότι έγραψες κι ανέρτησες την ιστορία σου πολύ σύντομα, από την ανακοίνωση της εισαγωγής. Πιστεύω ότι θα έπρεπε να περίμενες λίγο, να εξέταζες καλύτερα τα στοιχεία που δίνονται και να φρόντιζες περισσότερο το τελικό αποτέλεσμα.

Τα αρντικά:

 

 

  • Η σύνδεση της ιστορίας με την εισαγωγή

Τόσο ως θέμα πλοκής όσο και ύφους και γλώσσας. Εντάξει το δεύτερο είναι δύσκολο είναι η αλήθεια, αλλά ενώ η εισαγωγή είχε noir στοιχεία, η ατμόσφαιρα του υπόλοιπου μυθιστορήματος (μ' εξαίρεση τη σκηνή σεξ) είναι περισσότερο κοινωνικού. Αυτό δεν είναι κακό. Το κακό (κατ' εμέ πάντα) είναι ότι στην εισαγωγή με προετοιμάζεις για μυστήριο, εγώ κατάλαβα ότι στο δωματιο που άφησε πίσω της βρισκόταν ένα πτώμα. Ή έστω κάτι άλλο που την ανάγκασε να φύγει όσο πιο μακρυά γινόταν. Και στο υπόλοιπο διήγημα δεν κάνεις ούτε μια αναφορά σ' αυτό ή στους τραυματισμούς της, σα να συγκράτησες μόνο τις τράπεζες μνήμης από την εισαγωγή.

Για να στο πω διαφορετικά: είναι σα να ξεκινάς μια ιστορία με ένα δυνατό μυστήριο (κι έτσι γραπώνεις το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την αρχή) και στη συνέχεια να το αγνοείς και να ασχολείσαι με τα οικογενειακά προβλήματα του ήρωα, χωρίς ούτε να αναφέρεις το μυστήριο, ούτε να στέκεσαι έστω στις συνέπειες του μυστηρίου πάνω στν ήρωα (εφόσον θες μια πιο ανθρωποκεντρική προσέγγιση).

 

  • Κάποια σημεία στους διαλόγους θέλουν πιστεύω αλλαγές.

Ενδεικτικά:

«Είμαι άνθρωπος! Έχω συναισθήματα! Δεν είναι δυνατόν να καταπατόνται τα δικαιώματά μου με αυτόν τον τρόπο!»

Δε μου ταιριάζει καθόλου τέτοια έκφραση από το στόμα του ρομπότ (ή ό,τι άλλο ήταν). Πολύ politically correct. Θα χρειαζόταν περισσότερα να σταθεί, γιατί έτσι φαίνεται ξαφνικό.

       Ο συνάδελφός του τον έκοψε. «Τι εξηγείς στο μηχάνημα, ρε βλάκα; Θυμίσου: δε μπορεί  να σε καταλάβει πραγματικά. Μόνο να προσποιηθεί.»

       «Αφου τα ξέρω,» δικαιολογήθηκε ο νέος, «να μην τα πω;» 

Εδώ καταλαβαίνω ότι προσπαθείς να εξηγήσεις γιατί εξηγεί αυτά που πρέπει να εξηγηθούν. Αλλά δε με πείθει. Μη σου πω ότι αν έλειπε δε θα μου κακοφαινόταν καθόλου που τα εξηγεί, ενώ τώρα που το αναφέρεις το παρατηρώ κι εγώ ότι δεν έχει νόημα. Γιατί η εξήγηση δε μου βγάζει και πολλή λογική. Πώς γίνεται να μην καταλαβαίνει και μόνο να προσποιείται. Αφού είπαμε ότι έχει συναισθήματα, κατανόηση δε θα έχει (που είναι άλλωστε και βασικότερο μέλημα της τεχνητής νοημοσύνης);

  • Δυστυχώς δεν μπήκα και στη θέση των χαρακτήρων. Δηλαδή δε λυπήθηκα για τις πόρνες, αν και θα έπρεπε. Υπήρχαν σημεία που θα μπορούσα να προβληματιστώ ή να μπω πιο μέσα, αλλά δεν αξιοποιήθηκε κατάλληλα νομίζω. Σ' αυτό ίσως να χρειαζόταν λίγο άπλωμα συνολικά και να έκανες τους διαλόγους κάπως πιο ρεαλιστικούς αλλά και στοχευμένους.

Ελπίζω να βοηθώ και να συνεχίσεις να γράφεις με όρεξη!

 

Σ' ευχαριστώ φίλε μου, εννοείται πως με βοηθάς να συνεχίσω, όπως κάθε κριτική. Έχεις δίκιο για την βεβιασμένη εξήγηση, θα το ξαναγράψω εκεί γύρω, αλλά ήθελα να προσθέσω πως, όπως το είδα εγώ, το αίμα στο κρεβάτι ήταν το δικό της, από την κακοκουχία, και έτσι το χρησιμοποίησα. Ξαναδιαβάζοντάς το συνειδητοποιώ πως μάλλον, ή τουλάχιστον κάλλιστα μπορεί να είναι κάποιου αλουνού και να είναι set up για μυστήριο. Παρ' όλα αυτά επιμένω πως δεν υπάρχει κάτι που υποχρεώνει τον αναγνώστη στο να μην είναι το δικό της (ίσως να μπορούσε να ρίξει και λίγο φως ο Dr. Ramore;), οπότε και δεν υπάρχουν άλυτα μυστήρια στο τέλος.

 

Πολύ politically correct.

Line re-written with the force of a thousand suns.

 

Αυτό που "πόνεσε" ήταν πως δεν συμμερίστηκες τον πόνο των εταίρων, που ήταν ο πρωταρχικός μου σκοπός. Μπορεί να κάνω ένα ρετουράρισμα σχετικά. Και πάλι ευχαριστώ για τον χρόνο σου, εις το επανειδήν! 

Link to comment
Share on other sites

 

 

 

Σ' ευχαριστώ φίλε μου, εννοείται πως με βοηθάς να συνεχίσω, όπως κάθε κριτική. Έχεις δίκιο για την βεβιασμένη εξήγηση, θα το ξαναγράψω εκεί γύρω, αλλά ήθελα να προσθέσω πως, όπως το είδα εγώ, το αίμα στο κρεβάτι ήταν το δικό της, από την κακοκουχία, και έτσι το χρησιμοποίησα. Ξαναδιαβάζοντάς το συνειδητοποιώ πως μάλλον, ή τουλάχιστον κάλλιστα μπορεί να είναι κάποιου αλουνού και να είναι set up για μυστήριο. Παρ' όλα αυτά επιμένω πως δεν υπάρχει κάτι που υποχρεώνει τον αναγνώστη στο να μην είναι το δικό της (ίσως να μπορούσε να ρίξει και λίγο φως ο Dr. Ramore;), οπότε και δεν υπάρχουν άλυτα μυστήρια στο τέλος.

 

 

 

Μιας και το έθιξες (αν και δεν είχα σκοπό να πω τίποτα μιας και μόλις φύγει η εισαγωγή, γίνεται κτήμα του διαγωνιζόμενου και την πάει όπου θέλει), ο Morfeas το έπιασε σωστά το θέμα:

 

 

Τόσο ως θέμα πλοκής όσο και ύφους και γλώσσας. Εντάξει το δεύτερο είναι δύσκολο είναι η αλήθεια, αλλά ενώ η εισαγωγή είχε noir στοιχεία, η ατμόσφαιρα του υπόλοιπου μυθιστορήματος (μ' εξαίρεση τη σκηνή σεξ) είναι περισσότερο κοινωνικού. Αυτό δεν είναι κακό. Το κακό (κατ' εμέ πάντα) είναι ότι στην εισαγωγή με προετοιμάζεις για μυστήριο, εγώ κατάλαβα ότι στο δωματιο που άφησε πίσω της βρισκόταν ένα πτώμα. Ή έστω κάτι άλλο που την ανάγκασε να φύγει όσο πιο μακρυά γινόταν. Και στο υπόλοιπο διήγημα δεν κάνεις ούτε μια αναφορά σ' αυτό ή στους τραυματισμούς της, σα να συγκράτησες μόνο τις τράπεζες μνήμης από την εισαγωγή.

Για να στο πω διαφορετικά: είναι σα να ξεκινάς μια ιστορία με ένα δυνατό μυστήριο (κι έτσι γραπώνεις το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την αρχή) και στη συνέχεια να το αγνοείς και να ασχολείσαι με τα οικογενειακά προβλήματα του ήρωα, χωρίς ούτε να αναφέρεις το μυστήριο, ούτε να στέκεσαι έστω στις συνέπειες του μυστηρίου πάνω στν ήρωα (εφόσον θες μια πιο ανθρωποκεντρική προσέγγιση).

 

Και σε θέμα ύφους, αλλά και σε θέμα πλοκής το έστησα από την εισαγωγή σαν ένα μέτα-sci-fi νουάρ αστυνομικό θρίλερ. Τουλάχιστον αυτό είχα στο μυαλό μου. Το ύφος του καθενός μας όμως, είναι προσωπικό και αδύνατον να συνεχιστεί από κάποιον άλλο σε όλη την διάρκεια του κειμένου. Στην πλοκή όμως θα μπορούσες να δώσεις περισσότερη προσοχή στις λεπτομέρειες. Όπως και να έχει είναι ένα μειονέκτημα τέτοιων διαγωνισμών όταν η εισαγωγή δίνεται από τρίτο πρόσωπο, αλλά ήδη συμφορουμίτες εδώ μέσα έχουν δημοσιεύσει στις συλλογές τους διηγήματα από write off, αλλάζοντας φυσικά τις εισαγωγές στο τελικό στάδιο, ώστε να ταιριάζουν με το δικό τους προσωπικό ύφος.

 

Φυσικά και η μαύρη λίμνη στο κρεβάτι μαρτυρά πτώμα. Οι λίμνες δημιουργούνται από πτώματα. Οι όποιες κακουχίες δεν δικαιολογούν τόσο αίμα. Ένα ανθρώπινο σώμα έχει γύρω στα 4-5 λίτρα αίματος. Καταλαβαίνεις ότι και το μισό να χάσει κάποιος (δηλαδή μια μικρή λίμνη 2 λίτρων πάνω στο στρώμα), είναι ήδη νεκρός.

 

Την γενική αίσθηση που μου άφησε το διήγημα σου την είπα και στο πμ. Γενικώς είσαι σε καλό δρόμο, αλλά πρέπει να βρεις τον ρυθμό σου και να αφήνεις τις ιδέες σου να ωριμάσουν πριν αρχίσεις να γράφεις.

Edited by Drake Ramore
  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

  • 3 months later...

Καλησπέρα,

Μου άρεσε η εισαγωγική φράση (επομένως και η κατακλείδα) - όπως ήδη ειπώθηκε χτίζει σε χρόνο μηδέν ένα νουάρ σκηνικό. Ως τέτοιο περίμενα να δω σκοτεινά συναισθήματα και τα είδα. Tο οτι τα είδα από ρομπότ αρχικέ με ξένισε γιατί το ΑΙ είναι πολυπαιγμένο αλλά μπορώ να πω οτι στη συνέχεια το απέδωσες όμορφα. Μου άρεσε η πινελιά όπου το ρομπότ διαμαρτύρεται για το οτι κατασκευάσθηκε ώστε να νιώθει. Αλλά αυτό δεν θα έπρεπε να είναι 'δικαιολογία' για να μην  αξιοποιήσει τα συναισθήματά της ως προς κάποιο σκοπό που συχνά είναι δρα ως driving force πίσω απο AI novels. Σε αυτήν την προσπάθεια η ηρωίδα έμεινε σε διαπιστώσεις - υπάρχει χώρος για συνέχεια.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..