Jump to content

Το παράδοξο


MadnJim

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: MADnJIM
Είδος: Μυστηρίου, νομίζω..
Βία; Λίγη, αμελητέα..
Σεξ; Όχι
Αριθμός Λέξεων: Περίπου 3600
Αυτοτελής; Ναι
Σχόλια: Μία ταινία, μία σειρά, και δύο βιβλία, είναι οι πηγές της ιδέας μου. Στο τέλος θα σημειώσω και τα ονόματά τους για να ξέρουμε όλοι από που "δανείστηκα" έμπνευση αυτή τη φορά. Ελπίζω να σας αρέσει.. :)

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

 

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ..
                                                                         
          Κοίταξε γύρω του προσπαθώντας να διακρίνει οτιδήποτε μέσα στο σκοτάδι. Το λίγο φως που έμπαινε στην υπόγεια αίθουσα από την τρύπα που έπεσε μέσα δεν έφτανε για να φανερώσει το χώρο γύρω του, αν και σιγά σιγά τα μάτια του άρχισαν να προσαρμόζονται. Ψηλαφιστά ανασηκώθηκε στα γόνατα και με το κεφάλι του να τον σφυροκοπεί στο σημείο που χτύπησε στο πέτρινο πάτωμα δοκίμασε να κινηθεί διστακτικά. Ένιωθε φόβο, όχι για το πού έπεσε, αλλά για το αν και πώς θα βγει από κει μέσα. Έψαξε ασυναίσθητα στην τσέπη του για τον αναπτήρα του και έβρισε σιγανά που είχε κόψει πρόσφατα το κάπνισμα. Σηκώθηκε όρθιος και ζαλίστηκε για μια στιγμή, αλλά γρήγορα ανέκτησε την ισορροπία του και ξανακοίταξε πιο προσεκτικά γύρω του φέρνοντας στο νου του όλα όσα τον έφεραν σ' αυτήν τη θέση.

 

          Είχε κληρονομήσει το παλιό σπίτι από έναν θείο του που ούτε θυμόταν ότι υπάρχει. Οι γονείς του δεν μίλαγαν ποτέ γι' αυτόν, ούτε ερχόταν τα Χριστούγεννα στον παππού του όπως έκανε όλο το συγγενολόι κάθε χρόνο. Μια φορά που ο Νίκος μικρός ακόμα είχε βρει μια παλιά φωτογραφία με τον θείο του και είχε ρωτήσει την μητέρα του ποιός είναι αυτός, εκείνη εμφανώς ταραγμένη του πήρε τη φωτογραφία και την έσκισε αποφεύγοντας να του απαντήσει. Τα λίγα πράγματα που ήξερε τελικά γι' αυτόν τα έμαθε από τους συγχωριανούς του όταν μεγαλώνοντας αντιλήφθηκε πως κάτι δεν πήγαινε και τόσο καλά με την ιστορία της οικογένειάς του. Άλλοι τον λέγανε ναρκομανή χίππυ, άλλοι μισότρελο συγγραφέα ανίερων βιβλίων, άλλοι τον παρουσίασαν ως τεμπέλη κηφήνα που γλεντούσε στην πρωτεύουσα τρώγοντας από την περιουσία του παππού, και μόνο ένας παιδικός του φίλος του είπε ένα απόγευμα χαμηλόφωνα πως ο θείος του ήταν ένας ευφυής ερευνητής του παράδοξου που αναγκάστηκε να φύγει από το χωριό λόγω της προκατάλειψης των αμόρφωτων κατά κανόνα συγχωριανών του που τον βλέπανε σαν βλάσφημο σχεδόν μάγο. Δεν έτυχε να ασχοληθεί ξανά μαζί του, και όπως ήταν φυσικό ξέχασε περνώντας τα χρόνια εντελώς την περίπτωσή του, μέχρι που το ταχυδρομείο του έφερε την ειδοποίηση από τον συμβολαιογράφο που του ανακοίνωνε την κληρονομιά.
          Ο Νίκος δεν ήταν στην καλύτερή του περίοδο. Στα τριανταπέντε του είχε ήδη ένα μεγάλο δάνειο στην τράπεζα που δεν μπορούσε να πληρώνει τις δόσεις του. Το μαγαζί που είχε ανοίξει με τα βιολογικά τρόφιμα δεν έπιασε, και βρισκόταν πραγματικά σε μια ιδιαίτερα δύσκολη θέση οικονομικά. Με την κρίση μάλιστα που μάστιζε τα τελευταία  χρόνια ολόκληρη τη χώρα να διογκώνεται έβλεπε πως ήταν θέμα χρόνου να χάσει και τα τελευταία ψήγματα της περιουσίας που του είχε αφήσει πεθαίνοντας ο παππούς του. Έτσι όταν διάβασε στα νομικά έγγραφα για την μεγάλη μονοκατοικία της κληρονομιάς χάρηκε, σκέφτηκε αμέσως πως αν μη τι άλλο θα έπαιρνε μια μικρή ανάσα. Ο θείος του είχε εγκατασταθεί σε ένα μικρό χωριουδάκι της Ηπείρου, ένα ορεινό οικισμό που ούτε σαν κουκίδα στον χάρτη δεν εμφανιζόταν. Χρειάστηκε να ρωτήσει για να καταφέρει να το εντοπίσει ψηλά στο βουνό ανάμεσα στα υπεραιωνόβια πεύκα, κι όταν τελικά έφτασε εκεί ανακάλυψε πως επρόκειτο για ένα χωριό φάντασμα, ένα εγκαταλειμμένο δηλαδή από πολλά χρόνια χωριό που έστεκε έρημο σαν σιωπηλός μάρτυρας μιας άλλης εποχής.
          Το σπίτι ήταν σε πολύ καλή κατάσταση σε αντίθεση με τα υπόλοιπα σπίτια του οικισμού που ο χρόνος είχε αφήσει πάνω τους τα σημάδια του. Πετρόχτιστο, δίπατο, με μεγάλη αυλή πνιγμένη στα αγριόχορτα και τα βάτα, με σιδερένια κάγκελα στα παράθυρα και μαύρη πλάκα στη στέγη αντί για κεραμίδια όπως συνηθιζόταν παραδοσιακά στην περιοχή. Το μεγάλο κλειδί που του παραδόθηκε με την αποδοχή της κληρονομιάς άνοιξε εύκολα την εξώπορτα, και όταν μπήκε για πρώτη φορά μέσα έμεινε άναυδος με την πλούσια επίπλωση και διακόσμηση. Η έλλειψη σκόνης έδειχνε πως αν και το υπόλοιπο χωριό είχε ερημωθεί, ο θείος του παρέμεινε εκεί μέχρι το τέλος του. Στην πραγματικότητα δεν βρέθηκε ποτέ το σώμα του, είχε αποστείλει ταχυδρομικά την διαθήκη του δυο χρόνια πριν στο συμβολαιογραφείο που είχε αναλάβει τις υποχρεώσεις του, και μετά δεν ξανάκουσε κανείς γι' αυτόν. Θεωρήθηκε νεκρός αφού πρώτα έμεινε για καιρό ως αγνοούμενος, μάλιστα τις πρώτες μέρες η ΕΜΑΚ είχε ψάξει όλη τη γύρω περιοχή μήπως και λόγω του περασμένου της ηλικίας του είχε πέσει κάπου στο δάσος όπου του άρεσε να κάνει καθημερινά τον περίπατό του, αλλά αποσύρθηκαν στο τέλος της τρίτης μέρας χωρίς να έχουν βρει το παραμικρό που θα μπορούσε να δώσει κάποιο φως στην περίεργη υπόθεση.
          Είχε μια πλούσια βιβλιοθήκη ο θείος του. Το γραφείο του βρισκόταν στον επάνω όροφο και έπιανε τον περισσότερο χώρο, αφήνοντας περιθώριο ίσα ίσα για την κρεβατοκάμαρά του και μία μικρή τουαλέτα. Οι τοίχοι είχαν ράφια γύρω γύρω, γεμάτα με βαριά μαύρα βιβλία, πολλά απ' αυτά σε άλλες γλώσσες, άλλα με σκληρά πολυτελή εξώφυλλα, άλλα δερματόδετα, και μερικά που έδειχναν πραγματικά παλιά και είχαν παράξενους τίτλους σαν τα δύο που είχε ανοιχτά πάνω στο δρύινο έπιπλο γραφείο. Necronomicon, έγραφε με ξεθωριασμένα γράμματα το ένα, Malleus Maleficarum το άλλο. Είχε ανατριχιάσει όταν τα πρωτοείδε, αλλά η γλώσσα στην οποία ήταν γραμμένα αυτά τα βιβλία δεμένα πολύ πριν ο Γουτεμβέργιος ανακαλύψει την τυπογραφία του ήταν εντελώς άγνωστη, έτσι τα άφησε εκεί και δεν ασχολήθηκε άλλο μαζί τους. Σε μια από τις πλευρές του δωματίου υπήρχε ένας μεγάλος πάγκος, γεμάτος με κάθε λογής μπουκαλάκια με αλλόκοτα σχήματα και ακόμα πιο αλλόκοτα περιεχόμενα, ενώ μερικοί δοκιμαστικοί σωλήνες, καμινέτα γκαζιού, λαβίδες και διάφορα άλλα γυάλινα σκεύη έδειχναν ότι ο θείος του είχε κι άλλα ενδιαφέροντα που δύσκολα θα καταλάβαινε κάποιος χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις. Μέχρι και οι προσωπικές του σημειώσεις, κάποια χειρόγραφά του που ο Νίκος βρήκε ανάκατα πάνω στον πάγκο, ήταν γραμμένα στην ίδια αυτήν παράξενη γλώσσα, λες κι ο θείος του δεν ήθελε να διαβαστούν από περίεργα μάτια.
          Αυτό που του τράβηξε πιο πολύ την προσοχή όμως ήταν το υπόγειο. Χρησίμευε προφανώς για αποθήκη. Εργαλεία για τον κήπο βρίσκονταν αραδιασμένα στο πέτρινο πάτωμα, σκονισμένη σαβούρα που βρίσκονταν εκεί από ποιός ξέρει πότε, λίγα ράφια όπου κάποια αποξηραμένα φυτά περίμεναν το παραμικρό άγγιγμα για να διαλυθούν, ένας χώρος εν ολίγοις όπου όλα έδειχναν πως πολύ σπάνια κάποιος έμπαινε. Το περίεργο που τράβηξε την προσοχή του Νίκου ήταν ένα σημείο στο πάτωμα κοντά στον ανατολικό τοίχο, όπου αντί για πέτρα ήταν από τσιμέντο. Ήταν ένας κύκλος με διάμετρο λίγο λιγότερο από δυο μέτρα, και ήταν προσεκτικά καλυμμένος με διάφορες λινάτσες κι από πάνω μια βαριά ξύλινη ντουλάπα με παλιά σκωροφαγωμένα ρούχα. Τον ανακάλυψε όταν δοκίμασε να καθαρίσει το χώρο. Βέβαια αυτή ήταν η δικαιολογία στον εαυτό του, γιατί στην πραγματικότητα απλά ψαχούλευε τριγύρω ελπίζοντας μέσα του πως ίσως έβρισκε κάτι που θα μπορούσε να πουλήσει ακριβά σε κάποιον συλλέκτη. Τράβηξε την ντουλάπα με κόπο για να δει αν υπήρχε κάτι πίσω της και τότε είδε στο μισοσκόταδο του υπογείου την παραφωνία στο πέτρινο πάτωμα.
          Ξανασχολήθηκε με τον παράξενο τσιμεντένιο κύκλο πολλές μέρες μετά, αφού πρώτα έφερε συνεργεία που σταδιακά πακετάρισαν και άδειασαν όλο το σπίτι. Η περίεργη αυτή αντίθεση του είχε καρφωθεί στο μυαλό και η περιέργειά του είχε κεντριστεί πολύ. Τη συγκεκριμένη μέρα οι εργάτες είχαν μόλις αδειάσει και το υπόγειο, και είχαν φύγει με το φορτηγάκι τους γεμάτο με τη παλιατζούρα, όταν ο Νίκος αποφάσισε να κατέβει με ένα βαρύ σφυρί αποφασισμένος να σπάσει το τσιμέντο και να δει τι θα μπορούσε να υπάρχει από κάτω. Χτυπούσε για ώρα με δύναμη, μέχρι που ράγισε. Τότε έκανε το λάθος. Στάθηκε όρθιος πάνω του κι άρχισε αγανακτισμένος να το χτυπάει με το πόδι του βρίζοντας δυνατά. Ξαφνικά εντελώς το τσιμέντο υποχώρησε αποκαλύπτοντας μια τρύπα σαν πηγάδι, μέσα στην οποία ο Νίκος έπεσε πριν προλάβει να κρατηθεί από κάπου. Πέφτοντας χτύπησε το κεφάλι του κι έμεινε αναίσθητος πάνω σε ένα παμπάλαιο πέτρινο πάτωμα, μέσα σε ένα δωμάτιο αρκετά κάτω από το υπόγειο του σπιτιού, για να ξυπνήσει τελικά με έναν δυνατό πονοκέφαλο μέσα στο σχεδόν απόλυτο σκοτάδι.
          Σε λίγο τα μάτια του είχαν προσαρμοστεί αρκετά ώστε να δει τον χώρο γύρω του. Πάνω του στο ταβάνι ανοίγονταν η τρύπα από την οποία είχε πέσει, και κρίνοντας από το πόσο μικρός φαινόταν ο φωτεινός κύκλος κατάλαβε πως βρίσκονταν πολλά μέτρα κάτω από το σπίτι. Ο αέρας είχε μια βαριά μυρωδιά κλεισούρας που τον δυσκόλευε στην αναπνοή αρχικά μέχρι που σιγά σιγά ανανεώθηκε από το στενό άνοιγμα. Στον δυτικό τοίχο υπήρχε μια οριζόντια πέτρινη κατασκευή σαν τραπέζι, γύρω στα δύο μέτρα και κάτι μήκος, και περίπου ένα μέτρο φαρδύ. Όταν πήγε κοντά είδε πως το πάνω μέρος ήταν σαν καπάκι. Το έσπρωξε με πολύ κόπο, και μόλις κατάφερε να το ανοίξει ανακάλυψε έκπληκτος πως μέσα υπήρχε ένας πανάρχαιος σκελετός, τυλιγμένος στα απομεινάρια από παράξενα ρούχα που κάτι αχνά του θύμιζαν αλλά δεν μπορούσε να το κάνει συγκεκριμένο. Το ανατριχιαστικό της υπόθεσης ήταν η στάση του σκελετού που υποδείκνυε πως όποιος κι αν ήταν αυτός ο φουκαράς εκεί μέσα, ήταν ζωντανός όταν έκλεισε πάνω του το βαρύ πέτρινο καπάκι. Ένιωσε αποστροφή στη σκέψη και γύρισε να εξετάσει και τον υπόλοιπο χώρο. Όλο το υπόλοιπο δωμάτιο ήταν άδειο, εκτός από μια άλλη περίεργη κατασκευή, μεταλλική αυτή τη φορά, στον ανατολικό τοίχο. Ήταν κι αυτή σαν πάγκος, από κάποιο μέταλλο που δεν αναγνώριζε. Δεν ήταν απλά στερεωμένη στον τοίχο, αλλά φαινόταν σαν να έβγαινε από μέσα του, σαν εντοιχισμένο χαμηλό ερμάρι. Πάνω του είχε ένα παχύ στρώμα σκόνης, λες και βρίσκονταν εκεί όχι χρόνια αλλά αιώνες ολόκληρους. Στο κέντρο φαινόταν κάτι να εξέχει, καθάρισε πρόχειρα τη σκόνη και είδε ότι ήταν ένα τρίγωνο μεταλλικό κομμάτι γύρω στα δέκα εκατοστά πλάτος κι άλλα τόσα ύψος. Το πασπάτεψε για λίγο με περιέργεια, μέχρι που τελικά το πάτησε. Ένα τετράγωνο φως άναψε κάτω από τη σκόνη, κι ένας ήχος σαν σφύριγμα ακούστηκε. Ο Νίκος πισωπάτησε ξαφνιασμένος, αλλά η περιέργειά του υπερίσχυσε και ξαναέσκυψε πάνω από την κατασκευή. Τίναξε την σκόνη και είδε έκπληκτος πως μια οθόνη είχε ανάψει, με κάποια παράξενα σύμβολα που τα αναγνώρισε αμέσως σαν τη γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο θείος του στα χειρόγραφά του. Δεν καταλάβαινε τίποτα κι έκανε πάλι πίσω σκεφτικός κι απορημένος. Τότε ξαφνικά μια λάμψη βγήκε από την κατασκευή και τον τύλιξε.

          Βρέθηκε ψηλά σε έναν λόφο, όρθιος ανάμεσα στα δέντρα και το παχύ καταπράσινο χορτάρι! Κοίταξε γύρω του αλαφιασμένος, τρομαγμένος, προσπαθώντας να καταλάβει τι συμβαίνει. Στο βάθος, κάτω στην πεδιάδα, όχι περισσότερο από ένα χιλιόμετρο μακρυά του βρίσκονταν ένα τεράστιο μεταλλικό αντικείμενο που γυάλιζε στο δυνατό φως του ήλιου. Το μέγεθός του ήταν εξωπραγματικό, όπως και το σχήμα του. Ήταν ίσα με μια μικρή πόλη, και έμοιαζε με.. διαστημόπλοιο;..!! Όχι, αυτό δεν μπορούσε να συμβαίνει! Μια κίνηση ανάμεσα στα δέντρα λίγο πιο πέρα από το παράξενο αντικείμενο του τράβηξε την προσοχή. Ένα μεγάλο κεφάλι ακολουθούμενο από ένα μακρύ λαιμό ξεπρόβαλλε πάνω από τις κορφές των δέντρων, και στη θέα του πισωπάτησε και σκοντάφτοντας κάθησε άγαρμπα κάτω.Ένας Βροντόσαυρος!! Ο Νίκος άρχισε να τρέμει χωρίς να το θέλει. Κοίταξε για κάμποση ώρα αποσβωλομένος το τεράστιο προϊστορικό ζώο να κόβει μεγάλα κλαδιά και να τα μασουλάει αργά. Προσπαθούσε να καταλάβει τι συνέβαινε, που βρισκόταν, μάλιστα κάποια στιγμή τσίμπησε το μπράτσο του δυνατά για να σιγουρευτεί ότι είναι ξύπνιος, και ο οξύς πόνος αντί να τον συνεφέρει τον σόκαρε ακόμα περισσότερο.
          Κρύφτηκε σε μια κουφάλα ενός δέντρου και έμεινε εκεί μέχρι που έδυσε ο ήλιος. Τότε με το φως να λιγοστεύει όλο και περισσότερο αποφάσισε να βγει και να δει που βρίσκεται. Άρχισε να κατεβαίνει με προσοχή το λόφο, μέχρι που στα ριζά του συνάντησε ένα μικρό ποτάμι. Έσκυψε και ήπιε λαίμαργα συνειδητοποιώντας ότι δίψαγε σαν τρελός. Εκεί ακριβώς τον βρήκαν τα πλάσματα και τον έπιασαν με ένα αλλόκοτο σαν από ηλεκτρισμό φτιαγμένο δίχτυ! Χτυπήθηκε και προσπάθησε να ελευθερωθεί αλλά μάταια. Τα πλάσματα τον σύρανε και τον απίθωσαν σαν τσουβάλι στο πίσω μέρος ενός οχήματος, που μόλις επιβιβάστηκαν κι αυτά υψώθηκε, γύρισε προς το μεγάλο σκάφος, και με μεγάλη ταχύτητα ξεκίνησε προς την κατεύθυνσή του. Κοίταξε τους άρπαγές του και μαζεύτηκε με τον πανικό να γεμίζει το μυαλό του. Φορούσαν γκρι στολές που τους σκέπαζαν ολόκληρους, και κάσκες στα κεφάλια τους που δεν του επέτρεπαν να διακρίνει τα χαρακτηριστικά τους. Ο Νίκος όσο κι αν ευχόταν για κάτι άλλο, έπρεπε να αντιμετωπίσει την αλήθεια μπροστά του. Το μεγάλο μεταλλικό σκάφος, το ιπτάμενο όχημα, οι παράξενοι απαγωγείς του.. Στο μυαλό του ήρθαν αμέσως εικόνες από ταινίες με εξωγήινους που είχε δει κατά καιρούς στον κινηματογράφο. Πόσο έξω είχε πέσει θα το ανακάλυπτε όταν τελικά μπήκαν στο μεγάλο σκάφος και τον παρουσίασαν στον κυβερνήτη του.
          Παρά τα παράξενα ρούχα τους ήταν άνθρωποι σαν κι αυτόν. Στην αρχή δεν καταλάβαινε τη γλώσσα τους, αλλά ένας από τον κύκλο του κυβερνήτη ήρθε και του πίεσε ένα μεταλλικό πράγμα στο μέτωπο που τον έτσουξε ελαφρά, και ξαφνικά άρχισε να ξεκαθαρίζει αυτά που του λέγανε. Τον ρωτούσαν ποιός είναι και πώς βρέθηκε εκεί. Τους εξήγησε τρέμοντας πως δεν είχε την παραμικρή ιδέα για το που βρίσκεται αποφεύγοντας ακόμη να τους μιλήσει για την υπόγεια μηχανή που τώρα συνειδητοποιούσε πως πρέπει να ήταν κάποιο είδος .. χρονομηχανής;..! Ο κυβερνήτης βλέποντας πως δεν αποτελεί κίνδυνο διέταξε να τον λύσουν από το ηλεκτρικό δίχτυ. Με λίγα λόγια του εξήγησε πως είναι ερευνητική αποστολή από το 2725 μ.Χ. που είχε σταλεί πίσω στο χρόνο για να μελετήσουν και να προσπαθήσουν να κατανοήσουν καλύτερα την νεότητα του πλανήτη, γιατί στην εποχή τους η Γη ήταν μια ανάσα πριν το τέλος της και η μόνη τους ελπίδα ήταν μια αποικία στο απώτερο παρελθόν. Έτσι οι επιστήμονες είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν μια συσκευή που κύρτωνε το χρόνο δίνοντάς τους την δυνατότητα να ταξιδέψουν εκατομμύρια χρόνια πίσω, αλλά επειδή ήταν σε πολύ πρώιμο στάδιο το όλο εγχείρημα δεν μπορούσαν να επιλέξουν κατά βούληση τον χρονικό προορισμό τους, παρά να προσπαθήσουν εδώ, στη μόνη περίοδο που μπορούσαν να ανοίξουν. Το συγκεκριμένο σκάφος ήταν η μόλις πρώτη δοκιμαστική αποστολή, και αντικείμενό τους ήταν η χαρτογράφηση της περιοχής, η εξέταση των συνθηκών, και αν θα μπορούσε τελικά η εποχή αυτή να φιλοξενήσει για πάντα μια αποικία που θα άρχιζε από το μηδέν. Ο Νίκος δεν καταλάβαινε πολλά από αυτά που άκουγε. Είχε ήδη μεγάλο πρόβλημα στο να πιστέψει όλα αυτά που του συνέβαιναν, πόσο μάλλον και να τα κατανοήσει! Το σοκ ήταν ακόμα πολύ έντονο για να του επιτρέψει να εστιάσει σε όσα άκουγε. Το μόνο που σκεφτόταν ήταν αν και πώς θα κατάφερνε να ξεφύγει και να επιστρέψει σπίτι του, στο δικό του σπίτι, κι ας πάει στο διάολο η κληρονομιά!
          Οι άνθρωποι από το μέλλον, οι άποικοι, ήταν ιδιαίτερα ευγενικοί μαζί του, αν και σε κάθε περίπτωση δεν έπαυαν να τον προσέχουν σε κάθε του βήμα. Ήταν αιχμάλωτός τους και το ήξερε, το ένιωθε όσο κι αν δεν το άφηναν να φανεί. Του παραχώρησαν ένα δωμάτιο μέσα στο σκάφος για να κοιμηθεί το βράδυ, αλλά όταν έκλεισε η συρόμενη πόρτα εξαφανίστηκαν οι αρμοί της στον τοίχο λες και δεν υπήρξε, κλειδώνοντάς τον ουσιαστικά μέσα στην κρεβατοκάμαρα. Δεν είχε καμία έλλειψη, υπήρχε εκτός από το κρεβάτι και ένα μπάνιο, που όσο μπροστά κι αν ήταν από την εποχή του δεν του πήρε πολύ ώρα να βρει πως λειτουργεί, ενώ πάνω σε ένα επίπεδο ράφι υπήρχε ένας δίσκος με φαγητό, που όταν δοκίμασε του θύμισε αρκετά τη γεύση του κοτόπουλου. Έφαγε και ξάπλωσε, και πολύ γρήγορα αποκοιμήθηκε εξαντλημένος από τα απανωτά σοκ της ημέρας.
          Το πρωί τον ξύπνησε το βουητό της πόρτας, που ως δια μαγείας εμφανίστηκε ξανά στον τοίχο και άνοιξε για να μπουν δύο φρουροί. Τον οδήγησαν ξανά στον κυβερνήτη, που τον κάλεσε να πάει μαζί τους στην καθημερινή εξόρμηση που κάνανε για τη χαρτογράφηση της περιοχής. Είχαν ανακαλύψει πως στην κοιλάδα πίσω από ένα ψηλό βουνό μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα υπήρχε ένας καταυλισμός ανθρώπων αυτής της εποχής, και θέλανε να τους μελετήσουν καλύτερα. Στο μυαλό του Νίκου μπήκε αμέσως η ιδέα της απόδρασης, αν κατάφερνε και το έσκαγε όταν θα βγαίνανε από το σκάφος ίσως μπορούσε να επιστρέψει στον λόφο που πρωτοεμφανίστηκε, κι από κει ίσως έβρισκε έναν τρόπο να γυρίσει στην εποχή του. Δέχτηκε αμέσως, και τους ακολούθησε υπάκουα μη θέλοντας να τους δώσει κάποιο στοιχείο που θα καταλάβαιναν το σχέδιό του. Φόρεσε πάνω από τα ρούχα του τη στολή και την κάσκα που του δώσανε και επιβιβάστηκε στο μικρό ιπτάμενο όχημα μαζί με τρεις ακόμη άποικους που εκτός από τα όπλα στη ζώνη τους κουβαλούσαν και μερικές συσκευές που όπως υπέθεσε ήταν για την χαρτογράφηση της κοιλάδας και την παρατήρηση των προϊστορικών προγόνων τους.
          Η διαδρομή δεν ήταν μικρή, αλλά το όχημα ήταν ταχύτατο, και λίγα λεπτά αργότερα είχαν περάσει το βουνό και είχαν σταματήσει καμιά πεντακοσαριά μέτρα από τον προϊστορικό οικισμό. Κρύψανε το όχημα ρίχνοντάς του ένα γυαλιστερό κάλυμμα που αμέσως μιμήθηκε τη γύρω βλάστηση και το εξαφάνισε εντελώς μπροστά στα έκπληκτα μάτια του. Ακολούθησε τους άποικους μέχρι που φτάσανε έξω ακριβώς από το μικρό χωριό, κι εκεί κρύφτηκαν κι άρχισαν να ελέγχουν τους ντόπιους κατοίκους μέσα από τις οθόνες των συσκευών τους. Σύντομα είχαν αφοσιωθεί στη μελέτη τους κι ο Νίκος βρήκε την ευκαιρία που ζητούσε να το σκάσει. Αθόρυβα πισωπάτησε και κρύφτηκε στους πρώτους θάμνους, μετά με την καρδιά του να χτυπάει σαν τρελή από την αδρεναλίνη που τον κατέκλυσε απομακρύνθηκε έρποντας μέχρι που πείστηκε ότι μπορούσε να σηκωθεί χωρίς να τον δούνε. Άρχισε να τρέχει με όλη του τη δύναμη, και σχεδόν κατάφερε να ξεφύγει, αλλά ξαφνικά πάτησε σε κενό κι έπεσε σε ένα βαθύ λάκκο ανάμεσα σε ψηλά μυτερά παλούκια μπηγμένα στο χώμα στον πάτο. Σάπιες σάρκες και μεγάλα οστά τον έκαναν να καταλάβει πως είχε πέσει σε μια παγίδα των ντόπιων ανθρώπων, που προφανώς στήνανε για τα μεγαλύτερα ζώα που δεν μπορούσαν να σκοτώσουν με τα πρωτόγονα όπλα τους. Προσπάθησε να σκαρφαλώσει αλλά μάταια, τα τοιχώματα ήταν πολύ ψηλά, πάνω από πέντε μέτρα, και το χώμα έφευγε αμέσως κάτω από το βάρος του όπου προσπαθούσε να πατήσει για να ανέβει. Απελπισμένος κάθισε κάτω ψάχνοντας να σκεφτεί κάποια λύση, κι έτσι ακριβώς τον βρήκαν οι ντόπιοι λίγη ώρα αργότερα.
          Τον σύρανε δεμένο στον οικισμό τους και τον πήγανε μπροστά σε μια καλύβα από κορμούς δέντρων, κάτι που διέφερε πολύ από τις υπόλοιπες καλύβες που κατά κανόνα ήταν από καλάμια και ψάθες. Ένας ψηλός πάσσαλος έστεκε εκεί, πάνω στον οποίο τον δέσανε σφιχτά. Όταν το δέρμα που χρησίμευε για πόρτα στην ξύλινη καλύβα τραβήχτηκε όλοι πέσανε στα γόνατα, δίνοντας στον Νίκο να καταλάβει πως αυτός που έβγαινε ήταν ο αρχηγός της φυλής τους. Ήταν τεράστια η έκπληξή του όταν τον είδε. Σε πλήρη αντίθεση με τους τριχωτούς σχεδόν πιθηκόμορφους ντόπιους ο αρχηγός τους ήταν λευκός και άτριχος στο κορμί, αν και είχε πολύ μακρυά μαλλιά και γένια, γκρίζα, σχεδόν άσπρα λόγω της ηλικίας του. Δυσκολεύτηκε στην αρχή αλλά τον αναγνώρισε, ήταν ο χαμένος θείος του που όλοι πίστευαν πως είχε πεθάνει αλλά ποτέ δεν βρήκαν το σώμα του! Τον αναγνώρισε κι ο θείος του και έδωσε αμέσως εντολή να τον λύσουν. Είχε πολλές απορίες που ήθελε να τον ρωτήσει, δεν πρόλαβαν όμως να μιλήσουν για τίποτα. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή οι άποικοι επιτέθηκαν για να τον ελευθερώσουν και με τα προηγμένα λέιζερ όπλα τους διέλυσαν τους ντόπιους σκοτώνοντας μερικούς και τρέποντας τους υπόλοιπους σε φυγή. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν δυστυχώς κι ο θείος του Νίκου.
          Του ρίξανε πάλι το ηλεκτρικό δίχτυ τους και τον έβαλαν με το ζόρι στο όχημα. Λίγη ώρα μετά είχαν επιστρέψει στο σκάφος, μόνο που τώρα ήταν φανερά πλέον αιχμάλωτός τους. Τον οδήγησαν σχεδόν σερνάμενο στον κυβερνήτη κι εκεί τον βγάλανε από το δίχτυ, αλλά δεν πάψανε στιγμή να έχουν στραμμένα τα όπλα τους πάνω του. Ο κυβερνήτης αφού άκουσε τις αναφορές των αντρών του τους διέταξε να τον απομονώσουν στο δωμάτιό του μέχρι να σκεφτεί τι θα κάνει μαζί του. Ο Νίκος συνειδητοποίησε τότε πως όσο παραξενεμένος ήταν αυτός βλέποντάς τους, άλλο τόσο είχαν σαστίσει κι αυτοί με την εμφάνισή του και δεν ξέρανε τι να τον κάνουν . Είχε μια ευκαιρία ακόμη, σκέφτηκε, για να το σκάσει όσο ακόμα δεν ήτανε σίγουροι ποιός ήταν και τι μπορούσε να κάνει. Στο διάδρομο για το δωμάτιό του επιτέθηκε ξαφνικά στους δύο φρουρούς του, πέταξε τον έναν κάτω και κατάφερε να αρπάξει το ακτινοπίστολο του δεύτερου. Μ' αυτό τους σκότωσε και τους δύο, κι έτρεξε προς την αίθουσα του κυβερνήτη. Αν κατάφερνε να τον πάρει όμηρο θα είχε ελπίδες να ξεφύγει. Μόνο που εκεί πέσανε πάνω του περισσότεροι από μια ντουζίνα φρουροί, που τον αφόπλισαν και τον ακινητοποίησαν.
          Η τιμωρία του ήταν φυσικά ο θάνατος. Είχε σκοτώσει δύο φρουρούς και έκανε απόπειρα να επιτεθεί στον κυβερνήτη, δεν τον γλύτωνε πια τίποτα. Με το ηλεκτρικό δίχτυ να τον κρατάει δεμένο τον επιβίβασαν σε ένα όχημα και τον οδήγησαν στους πρόποδες του λόφου που είχε πρωτοεμφανιστεί. Εκεί μπήκανε σε ένα μακρύ τούνελ που οδηγούσε σε μια αίθουσα με πέτρινους τοίχους και πάτωμα, όπου στην μια πλευρά μια αστραφτερή μεταλλική συσκευή με οθόνες και πολλά πλήκτρα, μεταξύ των οποίων και ένα μεγάλο τρίγωνο στο κέντρο της, βρίσκονταν στερεωμένη με τρόπο που έμοιαζε σαν να έβγαινε από τον τοίχο. Ήταν η χρονομηχανή, που όταν έφτασαν σ' αυτή την εποχή φρόντισαν να φτιάξουν αυτήν την υπόγεια αίθουσα και να την κρύψουν εκεί για την περίπτωση που δέχονταν κάποια επίθεση από τον ντόπιο πληθυσμό. Στην απέναντι πλευρά φέρανε και στήσανε μια πέτρινη σαρκοφάγο, που μόλις την είδε ο Νίκος πάγωσε. Τον βγάλανε από το δίχτυ, τον γδύσανε από την στολή, και τον άφησαν με τα δικά του ρούχα, το τζιν του και το μπλουζάκι του.
          Γέλαγε τρελά όταν τον σπρώξανε και τον ανάγκασαν να ξαπλώσει στη σαρκοφάγο. Γέλαγε ακόμα όταν σύρανε το βαρύ επίσης πέτρινο καπάκι από πάνω και τον κλείσανε μέσα. Δεν γέλαγε πια  όταν τους άκουσε να φεύγουν κι άρχισε μέσα στον τρελό πανικό να προσπαθεί να ανοίξει το καπάκι χωρίς όμως αποτέλεσμα.
          Πέθανε λίγη ώρα αργότερα ξέροντας μέσα στο σαλεμένο του μυαλό πως πολλές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια μετά, εκατομμύρια ίσως, θα είναι αυτός ο ίδιος που θα ανοίξει ξανά τον πέτρινο τάφο του..-
                                                             By MADnJIM

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Όπως είπα στον πρόλογο, πήρα ιδέες από μία ταινία, "Timeline", μία σειρά, "Terranova", και δύο βιβλία, "Ο Κόσμος Που Χάθηκε" - Άρθουρ Κ. Ντόυλ και "Επτά Βήματα Για Το Σατανά" - Άμπρααμ Μέριτ. Αναγνωρίσατε τα σημεία που τα χρησιμοποίησα;.. :)

Edited by MadnJim
Link to comment
Share on other sites

  • 4 months later...

Τι έγινε παιδιά; Θέλω κι εγώ τέτοια βιβλιοθήκη! (Τέτοιο θείο, τέτοιο σπίτι κ.λπ) Ας μην βιάζομαι όμως, όπως θα ξέρεις γράφω ενώ διαβάζω, μπορεί μετά να μετανιώσει ο ήρωας.

Με σφυρί μπορεί να σπάσει τσιμέντο; Ίσως καλύτερα με τρυπάνι; (Αλλά πάλι εγώ με τα μαστορέματα είμαι σαν τη φέτα με το ψάρι)

Ένα λεπτό όταν υπήρχαν βροντόσαυροι δεν υπήρχαν άνθρωποι. Τους χωρίζουν κάτι εκατομμύρια χρόνια για την ακρίβεια.

Να παρατηρήσω ότι είναι λίγο παράξενο να θεώρησε ότι είναι ασφαλέστερο να κόβει βόλτες μέσα στη νύχτα σε ένα τόσο εξωπραγματικά άγνωστο μέρος.

Νομίζω πως, εφόσον είναι ξεκάθαρο ότι δεν τον θεωρούσαν απειλή, θα έπρεπε να τους ζητήσει να τον βοηθήσουν να επιστρέψει στην εποχή του.

Έπεσε από πέντε μέτρα ανάμεσα σε μπηγμένα παλούκια -τυχερός που δεν έσπασε κανα κόκαλο, ε;-

 

Α το τέλος ήταν θαυμάσιο!

 

Λοιπόν γενικά: ξεκινάει σαν κθούλου και τελειώνει σαν εφ. Αυτό είναι ενδιαφέρον. Δείχνει όμως από τις πιο πρώιμές σου. Προσπαθείς να έχεις γρήγορους ρυθμούς και κάποτε-κάποτε χάνονται σημαντικά πράγματα. Στο τσακ μπαμ αυτός ούτε να προσπαθήσει να ζητήσει βοήθεια ουτε τίποτα, πάει να το σκάσει. Πέφτει στην παγίδα, και δεν περιγράφεις ότι κάνει κάποια προσπάθεια να ξεφύγει, να σκαρφαλώσει, παρά κάθεται και σκέφτεται μήπως βρει κάποια λύση ενώ το πιο φυσιολογικό θα ήταν να προσπαθήσει να σκαρφαλώσει, να δει ότι δεν γίνεται και μετά να κάτσει και να σκεφτεί εναλλακτική λύση. Αλλά μου άρεσε πολύ το χρονικό παράδοξο -και ότι δεν δίνονται ακριβώς εξηγήσεις, επειδή ο θείος πεθαίνει.

Το σημαντικότερο σχόλιο είναι ότι κάθε είδος δεινοσαύρου είχε εξαφανιστεί κάποια εκατομμύρια χρόνια πριν εμφανιστεί ο άνθρωπος. Τα υπόλοιπα είναι λίγο ως πολύ ζήτημα γούστου που λέμε.

 

Τελικά δεν θέλω ούτε τέτοια βιβλιοθήκη, ούτε τέτοια κληρονομιά, ούτε τέτοιο θείο, ούτε τέτοιο σπίτι! :nonono: :nonono: :nonono:

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Ειρήνη για άλλη μια φορά σ' ευχαριστώ που διαβάζεις και σχολιάζεις τις ιστορίες μου. :)

 

Φαντάζεσαι για πόσο ψαχούλεμα μιλάμε μέσα σε μια τέτοια βιβλιοθήκη; Τέλεια! :)

 

Δεν είναι ιδιαίτερα παλιά ιστορία μου, δύο τρία χρόνια πριν την έγραψα. Με τον δικό σου τρόπο να τονίσεις το κείμενο παρακάτω και θα δεις και τις απαντήσεις μου στα σχόλιά σου. :)

 

Δύσκολο να σπάσει με το σφυρί το τσιμέντο, αλλά γίνεται. Εξαρτάται βέβαια κι από το πάχος του τσιμέντου. Εδώ φαντάσου το σαν τσιμεντένιο καπάκι πάνω από τρύπα.

 

Η χρήση των δεινοσαύρων γενικότερα είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα τρυκ όταν κάποιος θέλει στα γρήγορα να προσδιορίσει χρονικά μια ιδιαίτερα παλιά περίοδο. Ποιητική αδεία, ή μάλλον συγγραφική αδεία, αν και τώρα που το σκέφτομαι έχει βρεθεί ένα ανθρώπινο αποτύπωμα πέλματος μαζί με το αποτύπωμα ενός δεινοσαύρου. Δυστυχώς δεν θυμάμαι λεπτομέρειες τώρα.

 

Δεν έκοβε βόλτες! Κρύφτηκε μέχρι να νυχτώσει, και μετά ξεμύτισε προσεκτικά να δει τι υπάρχει τριγύρω.

 

Αντίθετα, δεν είχαν ιδέα και οι άποικοι για το πως να τον αντιμετωπίσουν, ήταν κι αυτοί εξίσου σαστισμένοι μ' αυτόν. Όμως από την πρώτη στιγμή τον αιχμαλώτισαν, τον πήγαν με το ζόρι στο σκάφος δεμένο, εκεί τον κράτησαν σ' ένα δωμάτιο χωρίς πόρτες, ένιωθε και ήταν αιχμάλωτός τους. Έτσι το μόνο που σκέφτεται είναι να το σκάσει.

 

Πρόκειται για παγίδα για μεγάλα ζώα, βαθιά και φαρδιά τρύπα με μυτερά παλούκια μπηγμένα στον πάτο της. Φαντάσου ξύλινα παλούκια χοντρά, μεγάλα, ικανά να σουβλίσουν έναν δεινόσαυρο και να τον σκοτώσουν. Δεν χρειάζεται να είναι πολλά, ούτε πυκνά, έτσι πέφτει ανάμεσά τους πάνω σε απομεινάρια παλιότερων θηραμάτων που λόγω του μεγέθους τους οι κυνηγοί που φτιάξανε την παγίδα τα τεμάχιζαν επιτόπου και πέρνανε μόνο ότι τους ήταν χρήσιμο παρατώντας τα υπόλοιπα εκεί στον λάκκο για.. ανακύκλωση. Προσπαθεί να σκαρφαλώσει έξω, και τελικά απελπισμένος κάθεται κάτω.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..