notis58 Posted September 24, 2014 Share Posted September 24, 2014 Όνομα Συγγραφέα: notis58Είδος: τρόμοςΒία; ΝαιΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων: Περίπου 900Αυτοτελής; ΝαίΣχόλια: Κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει, αν είναι γραμμένος στον κατάλογο.... Ο άνθρωπος στην ασφάλεια εισόδου, της εταιρείας τηλεπικοινωνειών και διαδικτύου, μόλις πρίν 5 λεπτά, είχε αντικαταστήσει τον συνάδελφό του, που εκτελούσε την νυχτερινή βάρδια. Τα γραφεία είχαν ανοίξει και μερικοί αργοπορημένοι υπάλληλοι, τον καλημέριζαν λαχανιασμένοι, δείχνοντάς του τις κάρτες τους. Όταν και ο τελευταίος πέρασε την είσοδο, φάνηκε να χαλαρώνει και σηκώνοντας απ’ το σκαμνάκι τον καφέ του, ήπιε μιά γερή γουλιά, κοιτάζοντας πάντα προς την πλευρά του δρόμου. Ήταν ψηλός και γεροδεμένος άντρας, με κάποια παραπανίσια κιλά, που όμως δεν τον έδειχναν παχύ, μα θηριώδη, σαν μπράβο νυχτερινού κέντρου. Τα μάγουλά του, ήταν λίγο φουσκωμένα και κόκκινα, χαρίζοντάς του λίγη αθωότητα και ισορροπώντας τις δύο εικόνες. Σταύρωσε τα χέρια πίσω του και τέντωσε την πλάτη του, σηκώνοντας ταυτόχρονα και το κεφάλι ψηλά.Το σκουριασμένο μαχαίρι, που του έκοψε την καρωτίδα, δεν θα εύρισκε καλύτερη ευκαιρία ν’ αποδείξει τις δυνατότητές του. Πέρασε απαλά, από τ’ αριστερά πρός τα δεξιά, κόβοντας κάθε κεντρική αρτηρία που έβρισκε στο διάβα του. Καθώς το σκοτάδι τύλιγε τα μάτια του, το στόμα του γέμιζε αίμα, που κυλούσε από τα μισανοιγμένα χείλη. Έπεσε στα γόνατα και αμέσως μετά στο πλάϊ, με την γλώσσα του να κοροϊδεύει τους ζωντανούς. Ο δραπέτης των φυλακών Κώστας Κόλιας, μπορούσε τώρα να μπεί στο κτήριο, χωρίς να δείξει κάρτα. Πέρασε το μαχαίρι στην ζώνη του, χωρίς να το σκουπίσει, φροντίζοντας όμως να το καλύψει με το μαύρο αμπέχωνο που φορούσε. Χωρίς να μιλήσει στην δεσποινίδα της υποδοχής, κατευθύνθηκε προς τον ανελκυστήρα. Απ’ έξω, ακούγονταν ήδη οι σειρήνες των περιπολικών και των μοτοσυκλετών που τον κυνηγούσαν, να πλησιάζουν. Ο Κόλιας μπήκε στον ανελκυστήρα και πάτησε τον αριθμό 16, τελευταίο όροφο του Μεγάρου της εταιρίας. Στους δύο κυρίους που θέλησαν να μπούν μαζί του είπε: «Έξω γρήγορα»! Και τους αγριοκοίταξε, έτοιμος να τραβήξει το μαχαίρι. Εκείνοι πισωπάτησαν τρομαγμένοι και η συρόμενη πόρτα έκλεισε. Οι άνδρες της Αστυνομίας, εισέβαλαν στο κτήριο, κρατώντας τα περίστροφά τους τεντωμένα μπροστά, ενώ αμέσως μετά εμφανίστηκαν οι άνδρες των ειδικών δυνάμεων, οπλισμένοι σαν αστακοί, με κράνη και αυτόματα όπλα. Στην στιγμή σκορπίστηκαν δεξιά κι αριστερά, πιάνοντας τους τοίχους και τις τζαμαρίες, τρομάζοντας τους υπαλλήλους, που αλλόφρονες έτρεχαν να κρυφτούν πίσω από τα γραφεία. Αυτός που φαινόταν αρχηγός της επιχείρησης και φορούσε πολιτικά, έδωσε εντολή στην κατατρομαγμένη δεσποινίδα της υποδοχής, να ανακοινώσει την εγκατάλειψη του κτηρίου, ενώ κάποιος άλλος την ρωτούσε, που πήγε ο δραπέτης. Η κοπέλα έδειξε τρέμοντας τον ανελκυστήρα και σήκωσε το μικρόφωνο. Της ήταν αδύνατο ωστόσο, να αρθρώσει λέξη. Την στιγμή που οι άλλοι αστυνομικοί έτρεχαν προς τον ανελκυστήρα, ο τύπος που την ρώτησε, της άρπαξε το μικρόφωνο από τα χέρια και άρχισε να μιλάει: «Προσοχή, προς όλο το προσωπικό, σας μιλάει η Αστυνομία. Επικίνδυνος άνδρας, δραπέτης των φυλακών οπλισμένος, κυκλοφορεί στο κτήριο. Παρακαλείσθε, να εγκαταλείψετε τις θέσεις σας, χωρίς πανικό και να κατεβείτε στο ισόγειο, από τις κλίμακες. Εδώ θα σας δωθούν οδηγίες.» Και συνέχισε: « Η Αστυνομία έχει τον πλήρη έλεγχο της κατάστασης και το Μέγαρο είναι περικυκλωμένο. Ο ύποπτος, φοράει μπλέ παντελόνι και μαύρο ημίπαλτο σακάκι, είναι περίπου ένα και ογδόντα ύψος και έχει ξυρισμένο κεφάλι. Ξαναλέω, μήν χρησιμοποιήσετε τους ανελκηστήρες» Λίγο πρίν τον 16ο όροφο, ό Κόλιας πάτησε το στοπ και ακινητοποίησε τον ανελκυστήρα. Έσπρωξε με τα δυό του χέρια την οροφή και την έβαλε στην άκρη. Στην συνέχεια κρεμάστηκε σαν να έκανε μονόζυγο και με μια δυνατή ώθηση, σηκώθηκε ψηλά. Μόλις κατάφερε να στηρίξει τους αγκώνες του, πέρασε επάνω το αριστερό του πόδι. Όλα τώρα ήταν πιό εύκολα. Μιά δυνατή λάμψη κι ένα βουητό, ήταν αρκετά για να φορτώσουν τον δραπέτη, με χιλιάδες βόλτ και να τον στείλουν απ’ ευθείας στον θάνατο. Καπνός και μυρωδιά καμένης σάρκας, γέμισε τον θάλαμο του ανελκυστήρα. Οι ασφάλειες κάηκαν στον κεντρικό πίνακα και το κεραυνοβολημένο κορμί του Κόλια, έπεσε με δύναμη άψυχο, στην εξωτερική πλευρά της οροφής, ενώ το κεφάλι και το αριστερό του χέρι, κρεμάστηκαν μέσα στον θάλαμο. Ο καπνός και η μυρωδιά σάρκας, σε συνδυασμό με την εικόνα του νεκρού που κρεμόταν, δημιουργούσαν μια απόκοσμη εικόνα, σαν κι αυτές που περιγράφει ο Δάντης για την κόλαση. Η πινακίδα στην συρόμενη πόρτα του ανελκυστήρα, προειδοποιούσε: «Εκτός λειτουργίας, γίνονται εργασίες». Σε κάθε όροφο υπήρχε και μια τέτοια πινακίδα. Το συνεργείο της εταιρείας συντήρησης, είχε πιάσει δουλειά από νωρίς. Οι εργαζόμενοι ανέβαιναν και κατέβαιναν από τις σκάλες, ακόμα και ο διευθυντής αναγκάστηκε ν’ ανέβει τους 16 ορόφους μέχρι το γραφείο του, αγκομαχώντας σαν το τραινάκι του Πηλίου. Το περιστατικό με τον δραπέτη, ήταν για όλους μια κακιά ανάμνηση, αλλά και ένα γεγονός που έσπασε την ρουτίνα της καθημερινότητας. Η Αστυνομία βρήκε το πτώμα και το πέρασε σκεπασμένο από μπροστά τους. Όλοι περίμεναν έξω από το κτήριο με αγωνία, για την έκβαση αυτού του ασυνήθιστου περιστατικού, όταν είδαν το φορείο με τον μεγαλόσωμο άντρα, που όμως το δεξί χέρι του, κρεμόταν στο πλάϊ, να κατευθύνεται πρός το ασθενοφόρο. Εκείνη την ημέρα, έφυγαν όλοι για τα σπίτια τους, η Αστυνομία έπρεπε να διεξάγει έρευνες, το κτήριο θα έκλεινε. Σήμερα, τρείς μέρες μετά, όλοι βρίσκονταν στις θέσεις τους και το συνεργείο πήρε την άδεια, ν’ αποκαταστήσει τις βλάβες. Ο ευκίνητος νεαρός τεχνικός που είχε ανέβει στην οροφή του ανελκυστήρα, για να εξετάσει τις εξωτερικές καλωδιώσεις, φώναξε στον μεγαλύτερο συνάδελφό του, που εκείνη τη στιγμή άπλωνε τα εργαλεία στο πάτωμα του διαδρόμου: «Κύρ’ Νίκο, κάτι περίεργο συμβαίνει εδώ πάνω». Εκείνος, σηκώθηκε βαριεστημένα και προχώρησε προς τον θάλαμο. Την στιγμή που έμπαινε στο εσωτερικό, η συρόμενη πόρτα, έκλεισε με ορμή, συνθλίβοντας το στήθος και το κεφάλι τού άτυχου ανθρώπου, πρίν προλάβει ν’ αντιδράσει. Έπειτα ξαναγύρισε στην προηγούμενη θέση της και έμεινε ακίνητη. Ο νεαρός που άκουσε το χτύπημα και το βογκητό από ψηλά, έβαλε το κεφάλι του στο άνογμα τρομαγμένος. Είδε τον συνάδελφό του στο πάτωμα, με το κεφάλι ανοιγμένο και τα μυαλά του χυμένα κάτω και ανακατεμένα με αίματα. Πριν προλάβει να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συνέβη, ένα σκουριασμένο μαχαίρι διαπέρασε κάθετα τον λαιμό του, κάνοντάς τον να παραλύσει και να πέσει από ψηλά με το κεφάλι στο εσωτερικό του ανελκυστήρα. Ακούστηκε ένα «κρακ» και μετά ησυχία. Η πόρτα του ανελκυστήρα, άρχισε τότε ν’ ανοιγοκλείνει χαλαρά, σταματώντας κάθε φορά που ακουμπούσε στα πόδια, αυτού που πρίν είχε λιώσει και γύριζε πίσω στην τρύπα της. Οι έρυνες της Αστυνομίας απέβησαν άκαρπες. Κανείς δεν μπόρεσε να εξηγήσει, τί συνέθλιψε τον εργάτη και ποιός μαχαίρωσε τον νεαρό, καθώς το φονικό μαχαίρι δεν βρέθηκε πουθενά. Όλοι γνώριζαν ότι οι πόρτες σταματούν αυτόματα, μόλις έρθουν σ’ επαφή με κάποιο αντικείμενο ή άνθρωπο, η δύναμη όμως της πίεσης που δέχτηκε ο άνθρωπος αυτός, πρέπει να ξεπερνούσε τους δέκα τόνους και καθώς η πόρτα εξακολουθούσε να ανοιγοκλείνει αθώα, οι ειδικοί ερευνητές της Αστυνομίας και οι εμπειρογνώμονες τεχνικοί, έξυναν το κεφάλι τους από αμηχανία. Αρκετές ημέρες μετά και αφού είχαν αποκατασταθεί όλες οι βλάβες, μιά κυρία μπήκε στον ανελκυστήρα, βαστώντας από το χέρι ένα μικρό κοριτσάκι. Μαζί τους μπήκαν και δύο υπάλληλοι, που κρατούσαν ογκώδεις φακέλλους.«Σε ποιόν όροφο πάτε;» Ρώτησε την κυρία ο ένας υπάλληλος.«Στον 16ο, ευχαριστώ»«Ωραία, κι εμείς εκεί πηγαίνουμε», είπε και πάτησε το κουμπί με τον αριθμό 16.«Μαμά, εμείς πηγαίνουμε στον 15ο» είπε το κοριτσάκι και πάτησε το αντίστοιχο κουμπί.«Μα είσαι σίγουρη γλυκειά μου;»«Ναί μαμά, και την προηγούμενη φορά, εκεί πήγαμε»Ο ανελκυστήρας, μετά από μερικές ενδιάμεσες στάσεις, σταμάτησε στον 15ο όροφο και η κυρία με το κοριτσάκι βγήκαν. Κοιτάχτηκαν για λίγο στο καθρέφτη του απέναντι τοίχου και η μικρή, τράβηξε το φόρεμά της. Ξαφνικά, ένα δυνατό βουητό ακούστηκε πίσω από την κλειστή πόρτα του ανελκυστήρα. Γύρισαν τρομαγμένες και είδαν τα νούμερα του ηλεκτρονικού πίνακα να αλλάζουν με ηλιγγιώδη ταχύτητα. 8-7-6-5-4......Ακολούθησε ένας τρομακτικός θόρυβος πρόσκρουσης, που ανέβηκε μέσα από το φρεάτιο και διασκορπίστηκε από τους φωταγωγούς της οροφής. Η γυναίκα πήρε το κοριτσάκι στην αγκαλιά της και τό ‘σφιξε τρομοκρατημένη. Αν..... Τόση ήταν η αναστάτωση, με το τρίτο αυτό περιστατικό, που η εταιρεία αποφάσισε ν’ αλλάξει κτήριο για τις υπηρεσίες της. Κανείς, όπως ήταν φυσικό, δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει τον ανελκυστήρα, ήταν όμως και αδύνατο να πηγαίνουν από τις σκάλες καθημερινά και για τις αναρίθμητες μετακινήσεις των υπαλλήλων και των πελατών. Όταν η μεταφορά ολοκληρώθηκε, το γιγαντιαίο κτήριο ερήμωσε και σε τίποτα δεν θύμιζε το προηγούμενο μελίσσι, με το συνεχές πήγαιν’ έλα των υπαλλήλων, τα τηλέφωνα που χτυπούσαν ασταμάτητα, τους πυρακτωμένους υπολογιστές, αλλά και τα σαλιαρίσματα των αρσενικών υπαλλήλων προς τις συναδέλφους τους. Μερικά ποντίκια, βγήκαν για αναγνώριση, αράχνες έβρισκαν γωνιές και ύφαιναν, ενώ μια ησυχία νεκροταφείου αιωρείτο μαζί με την σκόνη. Μερικοί δημοσιογράφοι, είναι περισσότερο περίεργοι από τους υπόλοιπους, που βρίσκουν τις ειδήσεις στο διαδίκτυο. Ο Ηλίας Σ. ήταν ένας απ’ αυτούς. Εργαζόταν σε μεγάλη απογευματινή εφημερίδα και ήταν συνεργάτης σε τηλεοπτική εκπομπή, αναζήτησης χαμένων ανθρώπων. Είχε κάνει όλα τα ρεπορτάζ των ατυχημάτων στον ανελκυστήρα. Τώρα ήθελε απαντήσεις, καθώς η Αστυνομία είχε σχεδόν κλείσει τον φάκελλο, αφού τα στοιχεία ήταν μηδαμινά.Με την άδεια του ιδιοκτήτη, ξεκλείδωσε την μεγάλη κεντρική πόρτα και πέρασε στον άδειο χώρο του ισογείου. Τα ποντίκια ατάραχα, ούτε που γύρισαν να τον κοιτάξουν, μόνο μερικές κατσαρίδες επιτάχυναν για λίγο, έπειτα σταμάτησαν κι αυτές. Κατευθύνθηκε προς τον ανελκυστήρα. Στάθηκε μπροστά στην πόρτα σκεφτικός και αναποφάσιστος. Από κάπου έπρεπε ν’ αρχίσει. Ήξερε βέβαια, ότι δεν υπήρχε ρεύμα, αλλά παρ’ όλ’ αυτά, πάτησε την κλήση. Η πόρτα άνοιξε προς μεγάλη του έκπληξη. «Τί σημαίνει αυτό;» σκέφτηκε. Είχε περάσει πολλά ρίσκα στην καριέρα του, διακινδυνεύοντας ακόμα και την ζωή του, εδώ όμως ο κίνδυνος ήταν αόρατος. Τον μύριζε στην ατμόσφαιρα, διαπερνούσε το κορμί του σαν ηλεκτρικό ρεύμα και τον έκανε ν’ ανατριχιάζει. Με πολλή προσοχή, πέρασε το δεξί του πόδι μέσα στον θάλαμο. Σ’ αυτήν την θέση κοντοστάθηκε κοιτάζοντας τριγύρω. Τίποτα το περίεργο δεν συνέβη και αποφάσισε να μπεί επιτέλους μέσα. Η πόρτα έκλεισε μόνη της πίσω του και τα φώτα του θαλάμου άναψαν. Ένας ακαθόριστος φόβος τον κατέβαλε και παρ’ ότι έκανε κρύο εκεί μέσα, ένιωσε το μέτωπό του ιδρωμένο. Πάτησε τον αριθμό 1, ευχόμενος να βγεί γρήγορα από ‘κεί μέσα. Το ξεκίνημα του ανελκυστήρα ήταν τόσο απότομο, που έμοιαζε με εκτόξευση πυραύλου. Ένιωσε να του κόβεται η ανάσα και άπλωσε τα χέρια του, για να κρατηθεί από τα τοιχώματα. Πρίν συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συμβαίνει, το απότομο σταμάτημα τον πέταξε στο πάτωμα. Είδε τον αριθμό 16 ν’ αναβοσβήνει. Ήξερε ότι ο αριθμός 16, είχε κάποια σχέση με τους φόνους, αυτός είχε κάνει τα ρεπορτάζ και έβριζε τον εαυτό του για την αποκοτιά και το παράτολμο θάρρος του. Πάτησε το κουμπί ανοίγματος της πόρτας. Τίποτα, η πόρτα παρέμενε σφραγισμένη. Η ησυχία ήταν εκωφαντική γύρω του, μόνο το 16 συνέχισε να αναβοσβήνει. Τα φώτα του θαλάμου έσβησαν απότομα. Τρόμαξε και πανικοβλήθηκε. Έπεσε με δύναμη πάνω στην μεταλλική συρόμενη πόρτα και την χτύπησε δυνατά με τα δυό του χέρια, φωνάζοντας: «Βοήθεια, βοήθεια!» Αλίμονο, ήξερε πόσο άσκοπο ήταν. Έτσι βυθισμένος στο σκοτάδι, προσπαθούσε να βρεί κάποια διέξοδο, όταν ξαφνικά παρατήρησε ένα μικρό φώς που ερχόταν από το πάτωμα. Ταυτόχρονα ένιωσε μια δύναμη υποπίεσης, να ρουφάει τον αέρα του θαλάμου πρός τα κάτω. Κατάλαβε ότι σε ένα λεπτό, δεν θα είχε οξυγόνο. Άφησε δύο δάκρυα να κυλήσουν ελεύθερα και η σκέψη του πήγε στον τρίχρονο γυιό του. Όταν οι αστυνομικοί άνοιξαν με λοστούς την πόρτα του ανελκυστήρα, που τώρα είχε μιά χαραμάδα τριών εκατοστών, καμιά τριανταριά ποντίκια, ξεχύθηκαν έξω τρομαγμένα. Το θέαμα που αντίκρισαν, ήταν φριχτό. Τα οστά του κρανίου φαίνονταν καθαρά, αν και γεμάτο αίμα. Τα ρούχα του ήταν σχισμένα και το στομάχι έχασκε ανοιχτό. Ανάμεσα στα πόδια του, βρέθηκε και ένα σκουριασμένο μαχαίρι. Ήταν κι αυτό γεμάτο αίματα που είχαν ξεραθεί.Ο Ιατροδικαστής κατέληξε σε θάνατο από ασφυξία, το πτώμα φαγώθηκε από τρωκτικά στην διάρκεια των δεκατριών ημερών που έμεινε εκτεθειμένο, το μαχαίρι έφερε μόνο τα δακτυλικά αποτυπώματα του Κόλια. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted September 24, 2014 Share Posted September 24, 2014 Κατάφερες να με ανατριχιάσεις φίλε Παναγιώτη! Ίσως επειδή έχω μια γενικότερη απέχθεια στα ασανσέρ και τα αποφεύγω όσο μπορώ. Είχε όμως αρκετές αδυναμίες το κείμενό σου, που αν τις στρώσεις θα γίνει μια πρώτης τάξης ιστορία τρόμου. Γενικά με έχεις φίλε μου, μου αρέσουν οι ιστορίες σου, και θέλω κι άλλες.. Υ.Γ.: Έχω παιδικό φίλο που τον λένε όπως και τον κακοποιό σου! Μας ρούφηξε η ζωή και χαθήκαμε για πολλά χρόνια, πάνω από δεκαετία, και κάποια στιγμή είχα μάθει με μεγάλη μου λύπη πως είχε χάσει τη ζωή του σε κάποιο ατύχημα με τη μηχανή του. Όταν εντελώς τυχαία πέσαμε ο ένας πάνω στον άλλο ένα απόγευμα φαντάζεσαι θαρρώ πως μου ήρθε!! Εκείνη η πληροφορία αφορούσε κάποιον άλλον άγνωστο σ' εμένα, αλλά το σύνηθες "σπασμένο τηλέφωνο" είχε κάνει το θαύμα του.. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
notis58 Posted September 24, 2014 Author Share Posted September 24, 2014 Κάνε έναν μικρό κόπο και επισήμανε τις αδυναμίες. Ευχαριστώ πάντως για την προσοχή σου. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted September 24, 2014 Share Posted September 24, 2014 Πολύ ευχαρίστως. Θα έχεις pm σε πολύ λίγο φίλε μου.. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.