Jump to content

Μάτι ενός τυφλού θεού


KELAINO

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Γεωργία
Είδος: φάνταζυ
Βία: νιξ
Σεξ: μπα
Αριθμός Λέξεων: περί τις 2900
Αυτοτελής: εντελώς
Σχόλια: για τον 37ο φαντασοδιαγωνισμό με θέμα «Άβαταρ»

 

 

 

 

 

 

Μάτι ενός τυφλού θεού

 

Κάθε μου βήμα κι ένας σπογγώδης ρουφηχτός ήχος. Το μονοπάτι κάνει τα ζιγκ ζαγκ του ανάμεσα στους γλιτσιασμένους κορμούς, μαλακό χώμα σκεπασμένο με σάπια φύλλα. Επικρατεί σιωπή. Έχει χαράξει αλλά πουλιά δεν ακούγονται. Μόνο η υγρασία, που στάζει από τα γυμνά κλαδιά, και τα βήματά μου. Η ομίχλη είναι ακόμα πήχτρα. Προχωράω σχεδόν στα τυφλά, σ’ αυτόν το δρόμο που δε γνωρίζω και που έζησα μια ζωή ελπίζοντας να μη διαβώ ποτέ, αλλά ξέρω πως αν συνεχίσω να σκουντουφλάω, στο τέρμα θα βρω το μαντείο του Ντεηνούν και τη Σανγκίλ.

Δεν θέλω να σκέφτομαι το μαντείο, αλλά τη Σανγκίλ δεν μπορώ να μη τη σκέφτομαι. Ο τρόπος που ανασηκώνει το φρύδι της κάθε φορά που βρίζω την αδικία του κόσμου με κράτησε όρθια όλη νύχτα, η αστραπή στα μάτια της όταν παίρνει μια απόφαση με έσπρωχνε να προχωρήσω. Ο τρόπος που σταυρώνει τα χέρια στο στήθος κάθε φορά που οι στρατιώτες μπαίνουν έφιπποι στο Καις Κερμίν απαιτώντας πότε ζωοτροφές, πότε σακιά με γογγύλια, πότε όλα τα αγόρια από οχτώ χρονών και πάνω, αυτό είναι που γεμίζει τα πνευμόνια μου αέρα μέσα σ’ αυτήν την αδιαπέραστη, αποπνιχτική γκριζάδα. Και δεν λέω για την ομίχλη, λέω για την αποπνιχτική γκριζάδα που είναι η ζωή στο Καις Κερμίν, μόνο το φως που ανάβει στα μάτια της μπορεί να τη διαπεράσει, μόνο αυτό.

Μόνο αυτό, τι άλλο θα μπορούσε να με φέρει σε αυτόν το δρόμο; Γιατί όταν γύρισα από το τελευταίο αγώι κι έμαθα από τους συγχωριανούς τι είχε κάνει, κατάλαβα ότι μου έλεγαν, κοίτα να δεις, Μανσή, η ζωή σου και το φως σου έχουνε φύγει, ψόφα τώρα. Και μου είπαν πού είχε πάει κι εγώ κατάλαβα ότι μου λέγαν ε, Μανσή, άνοιξε το στήθος σου και βγάλε τα σωθικά σου να τα τσαλαπατήσουμε. Κι εγώ τους είπα ότι δεν πρόκειται, δεν υπάρχει περίπτωση να επιτρέψω κάτι τέτοιο, το είπα με φωνή βραχνή και κουρελιασμένη, όταν σταμάτησα να ουρλιάζω, κι εκείνοι με κοιτούσαν με τα ανόητα, βοϊδίσια μάτια τους και χαχάνιζαν. Δεν προσπάθησαν να με σταματήσουν. Όλοι ξέρουν ότι όποιος πάει στο μαντείο να γίνει κόρη είναι ξεγραμμένος από τον κόσμο. Όλοι ξέρουν ότι κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτα γι’ αυτό.

Αλλά η Σανγκίλ είναι ο κόσμος μου. Και το έκανε γι’ αυτούς, γι’ αυτούς. Έχουν δίκιο που δεν προσπάθησαν να με σταματήσουν και που χαχάνιζαν, αλλά δεν μπορώ να αφήσω τον κόσμο μου να χαθεί έτσι. Ας είναι να τη δω έστω από μακριά. Να τη ρωτήσω, γιατί.

 

Ο ιδρώτας κυλάει στο πρόσωπό μου σε χοντρές σταγόνες, ανακατεμένος με την υγρασία. Τα ρούχα κολλάνε επάνω μου. Δεν έχω σταματήσει καθόλου να ξαποστάσω. Ακολουθώ τα βήματά της, το πέρασμά της σαν φωτεινές κλωστίτσες  στο έδαφος και τα χαμόκλαδα, πάνω σε αυτό το μονοπάτι που φτιάχτηκε για μας, τα σώματα που ντύνεται ο θεός, πάντα αχόρταγος, πάντα να ζητάει καινούργια. Ναι, δεν με νοιάζει αν βλέπει τα πάντα, αν βλέπει τις σκέψεις μου, είναι ένα παράσιτο, μια βδέλλα που έχει αγκιστρωθεί στα χώματά μας κι όλο ρουφάει, ορίστε, το λέω και δυνατά:
– Ντεηνούν! Είσαι μια βδέλλα!

Γι’ αυτό δεν ακούγεται ούτε ένα πουλί, θα τα ρούφηξε κι αυτά, η βδέλλα.

Τα μάτια μου είναι καρφωμένα ίσια μπροστά κι ας μη βλέπουν σχεδόν τίποτα. Η ομίχλη έχει χωθεί στο στήθος μου. Με αγκαλιάζει η υγρή μυρουδιά του δάσους, αυτή η γλυκιά, μεστή σαπίλα, αλλά δεν θέλω την παρηγοριά της τώρα. Η ανάσα μου βγαίνει σε λυγμούς, ανάθεμά σε, Ντεηνούν.

Σταματάω για λίγο να σκουπίσω τα μάτια μου με το μανίκι και συνεχίζω. Το μονοπάτι είναι στενό και ακανόνιστο. Mόλις που διακρίνεται. Μαλακό και μαύρο και στις άκρες του φυτρώνουν καχεκτικά λουλούδια και χλωμά μανιτάρια. Ο δρόμος που φτιάχτηκε για μας. Οι τρανοί του κόσμου τούτου έρχονται λένε από τον καλό το δρόμο, τον μεγάλο, τον πλακόστρωτο, δεν τους τραβολογάν στρατιώτες μέσα από παραμορφωμένους κορμούς. Έρχονται στο Μάτι και λένε στην κόρη να δει σημαντικά πράγματα για λογαριασμό τους, ρωτάνε για πολέμους και στόλους με χιλιάδες πλοία και ποιος θα διαδεχτεί τον αυτοκράτορα, όχι αν θα πάει καλά η σοδειά και τέτοια που απασχολούν εμάς. Η κόρη βλέπει κι εκείνοι αφήνουν προσφορές στους ιερείς. Κι οι ιερείς παριστάνουν τους σπουδαίους, που μιλάνε με στρατηγούς και βασιλιάδες, και ξεχνάνε ότι ζουν εδώ ξεκομμένοι και υπηρετούν ένα παράσιτο. Και στέλνουν τους στρατιώτες κάθε τόσο στα χωριά και μας λένε, δώστε μας σάρκα, δώστε μας τα κορμιά σας κι απαλλάσσεστε από φόρους όσο εκείνα ζουν, αλλά πόσο ζουν; Πόσο, ε Ντεηνούν, βδέλλα; Σε μερικά φεγγάρια ξανάρχονται και ζητάνε ξανά, και ξανά.

 

Δεν ξέρω τι βλέπω, όλα είναι θολά. Δεν ξέρω αν είναι ακόμα μακριά, δεν ξέρω πόσο δρόμο έχω κάνει ήδη. Πρέπει να σταματήσω, να πιω λίγο νερό. Το ασκί κρέμεται ακόμα από τη ζώνη μου. Έχει μερικές γουλιές στον πάτο, δεν το γέμισα πριν ξεκινήσω. Δεν έκανα τίποτα πριν ξεκινήσω. Μόλις οι χωριανοί μου είπαν ότι έχασα τη ζωή μου, δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτε άλλο. Το ήξεραν; Το ήξεραν ότι έχασα τη ζωή μου για χάρη τους; Επειδή δεν τους άκουσα να λένε ε, Μανσή, πονάς; Πιες μια κούπα μαζί μας. Αχ Μανσή, αχ κακό μας βρήκε, χάσαμε το κοριτσάκι μας. Μπήκε μπροστά, η ψυχούλα μας, μπήκε μπροστά όταν ήρθαν πάλι αυτοί και είπε όχι, έχει πέσει αβροχιά τρία χρόνια τώρα, τι να μας πάρετε; Κι είπε, θα πάω. Είπε, θα πάω, να γίνω κόρη, να βλέπω για τους σπουδαίους του κόσμου τούτου, αλλά μην παίρνετε το φαΐ απ’ τα κουτσούβελα μωρέ, πώς θα βγάλουν το χειμώνα, δεν τα βλέπετε που έχουν ρέψει; Και πήγε η ηλιαχτίδα μας, Μανσή, αχ πήγε το κοπελούδι μας.

Δεν το είπαν έτσι. Δεν είπαν, μη κλαις μονάχη σου, Μανσή, που ορφάνεψε το χωριό μας. Είπαν, ποια; Η Σανγκίλ; Ουού, τώρα αυτή, πάει, έχει ένα φεγγάρι πού ’φυγε. Και χαχάνιζαν.

Το νερό είναι γλυφό αλλά μια γουλιά με ανακουφίζει. Χύνω το υπόλοιπο στη χούφτα και ξεπλένω το πρόσωπό μου. Σκουπίζομαι με τη μαντήλα. Δεν υπάρχει λόγος να εμφανιστώ στο Μάτι σαν την τρελή, πασαλειμμένη με δάκρυα και μύξες και ιδρώτα.

Παίρνω μερικές ανάσες και κοιτάζω ίσια μπροστά. Νομίζω ότι τα δέντρα αραιώνουν. Προχωράω λίγο ακόμα και πραγματικά, το δάσος ανοίγει και με φτύνει σε ένα ξέφωτο. Το βλέπω, τυλιγμένο σε πορτοκαλιά σεντόνια ομίχλης, ανάμεσα στους τετράγωνους όγκους των κτιρίων που ζουν οι ιερείς και σε μακρουλές σκιές από κυπαρίσσια,  το Μάτι. Θολωτό και ροδαλό σαν μπιμπίκι, ψηλό τρία μπόγια, μεγάλο όσο τρία αλώνια. Όπως το περιγράφουν οι ιστορίες. Η καρδιά μου κλωτσάει το στήθος, να το σπάσει. Κάνω μερικά βήματα. Πρέπει να μπω μέσα. Δεν ακούγεται τίποτα, δε φαίνεται ψυχή. Να κοιμούνται ακόμα, παρ’ όλο που η μέρα έχει ήδη χαράξει, τα παράσιτα;

Βγαίνω στο ξέφωτο. Ξεκρεμάω από τη ζώνη μου τη σφεντόνα, να βρίσκεται. Το Μάτι λαγοκοιμάται στη θολούρα. Προχωρώ προς τα δεξιά, παράλληλα με τον τοίχο, μέχρι που διακρίνω το σκοτεινό σχήμα μιας πόρτας πάνω στον κρεατί τοίχο. Την πλησιάζω με ακόμα μεγαλύτερη προσοχή και τα αυτιά τσιτωμένα. Σε κάθε μου βήμα το περίγραμμά της γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο. Δεν είναι τίποτα το εντυπωσιακό, μια απλή, ξύλινη πόρτα, σαν πόρτα στάβλου. Ακουμπάω την παλάμη μου στην επιφάνειά της, είναι τραχιά και μυρίζει πίσσα. Ακριβώς σαν πόρτα στάβλου. Αυτό είναι το φοβερά σημαντικό μέρος όπου μαζεύονται οι σπουδαίοι και αποφασίζουν για την μοίρα λαών ολόκληρων; Το μέρος που ήρθε να ακουμπήσει τη ζωή της η ψυχούλα μου; Με αντάλλαγμα να κρατήσουν δυο σακιά γογγύλια παραπάνω μερικοί ηλίθιοι χωριάτες;

 

Ένα ελαφρύ σπρώξιμο και η πόρτα υποχωρεί χωρίς θόρυβο. Έτσι απλά. Δεν είναι περίεργο αυτό τώρα; Το μόνο που βλέπω από το άνοιγμα είναι σκοτάδι. Ρίχνω μια τελευταία ματιά πάνω από τον ώμο μου. Το φως έχει δυναμώσει κι η ομίχλη παίρνει να διαλύεται. Εξακολουθεί να μη φαίνεται κανένα ίχνος ζωής. Σπρώχνω να ανοίξει κι άλλο και δρασκελίζω το κατώφλι, αφήνω το σκοτάδι να με καταπιεί. Η πόρτα κλείνει πίσω μου. Επικρατεί σιωπή. Το πάτωμα μοιάζει πέτρινο αλλά δεν μπορώ να το δω. Προσπαθώ να φωνάξω τη Σανγκίλ αλλά η γλώσσα μου δεν κουνιέται. Ξεροκαταπίνω μια-δυο φορές και καταφέρνω να βγάλω μια τρεμουλιαστή, ψιλή φωνούλα.

– Σανγκίλ;

Τίποτα. Ούτε ηχώ, ούτε τίποτα.

Δεν μπορώ να στέκομαι έτσι. Πρέπει να προχωρήσω και τα μάτια μου θα συνηθίσουν σιγά-σιγά.

Κάνω μερικά βήματα. Είναι εντελώς αθόρυβα. Κάθε ήχος έχει χαθεί και το σκοτάδι είναι περίεργο, γκριζοκόκκινο, όχι μαύρο, σέρνεται γύρω μου και προσπαθεί να χωθεί στα ρουθούνια μου και τα αυτιά μου. Είναι υγρό, κρύο και υγρό, κολλάει στο δέρμα μου κι ανατριχιάζω. Τα γόνατά μου χτυπάνε μεταξύ τους. Πρέπει να προχωρήσω. Προσπαθώ να φέρω στο νου μου τη Σανγκίλ, τα μάτια της, πως με κοιτούσαν κάθε φορά που έφευγα για το αγώι, γεμάτα οργή για το φευγιό μου και προσμονή για την επιστροφή μου. Λαδοπράσινα. Σαν τα βότσαλα του βάλτου είναι τα μάτια σου της είχα πει κι εκείνη γελούσε και μου πετούσε άχυρα. Θέλω να την ξαναδώ, η σκέψη ότι είναι κάπου εδώ μέσα με κάνει να προχωρήσω, με σπρώχνει να βγάλω ακόμα μια φωνή, πιο δυνατή αυτήν τη φορά.

– Σανγκίλ!

Το σκοτάδι γύρω μου με χλευάζει. Δεν ξέρω πως, αλλά είναι κακόβουλο και με κοροϊδεύει. Το νιώθω πως τραντάζεται από κοροϊδευτικά χάχανα, όπως οι χωρικοί του Καις Κερμίν. Το πάτωμα κάτω από τα πόδια μου γελάει μαζί μου.

Κρατάω ακόμα τη σφεντόνα στο χέρι μου. Σφιχτά, είναι ζεστή μέσα σε αυτό το κρύο σκοτάδι, ζεστή μέσα στη χούφτα μου. Βγάζω μια πέτρα από το σακούλι, αλλά μου πέφτει, το χέρι μου τρέμει τόσο πολύ που πέφτει. Δεν κάνει κανέναν θόρυβο. Πέφτει κάτω στο πάτωμα και δεν ακούγεται τίποτα. Δεν τολμάω να προχωρήσω άλλο. Τι μέρος είναι αυτό; Γιατί δεν έχει φως, γιατί δεν έχει ήχους;

 

μπήκες απροετοίμαστη μανσή

 

Συνειδητοποιώ ότι τα δόντια μου κροταλίζουν. Γιατί να σκεφτώ τώρα εγώ κάτι τέτοιο; Από πού ήρθε αυτή η σκέψη;

 

σου έχω ετοιμάσει ελιξίριο μη προχωράς άλλο

 

– Ποιος;

Κάνω μερικά αβέβαια βηματάκια με το χέρι τεντωμένο μπροστά. Τα δάχτυλά μου συναντούν μόνο κενό, γλοιώδες, ψυχρό κενό. Το νιώθω να βελονιάζει τα μάγουλά μου και να γαντζώνεται στη φούστα μου. Κουνάω το χέρι μου με δύναμη να το διώξω, αλλά δεν φεύγει.

 

δεν μπορείς να διώξεις αυτό από το οποίο είσαι φτιαγμένη μη το παλεύεις αν είχες ανοιχτά τα μάτια σου θα έβλεπες αν είχες ανοιχτά τα αυτιά σου

 

Τα μάτια μου είναι ορθάνοιχτα, τσούζουν σαν ανοιχτές πληγές, δεν βλέπω τίποτα. Αυτές οι αλλόκοτες ανόητες λέξεις γρατζουνάνε το μυαλό μου.

 

θα άκουγες

 

Ακόμα μια φορά ανοίγω το στόμα μου για να φωνάξω αλλά δεν μπορώ να βγάλω φωνή, δεν μπορώ, δεν έχω. Ένα πλοκάμι σκοτεινιάς έχει τυλιχτεί στο λαιμό μου κι άλλο ένα χώνεται στο λαρύγγι μου κι εγώ το μόνο που θέλω είναι να δω τη Σανγκίλ, ανάθεμά σε Ντεηνούν.

 

δική σου ιδέα ήταν να έρθεις εδώ

 

Προσπαθώ να βγάλω το σκοτάδι από το στόμα μου, αλλά γλιστράει και δεν μπορώ να το πιάσω. Τα δάχτυλά μου είναι κούτσουρα. Νομίζω ότι έχω πέσει κάτω, αλλά δεν είμαι σίγουρη, δεν ξέρω πού είναι το επάνω και πού το κάτω. Το σώμα μου είναι παγωμένο, σκληρό σαν κοτρόνα, αυτό ήταν όλο; Δεν μπορεί να τελειώσω έτσι, δεν ήρθα εδώ να γίνω ένα κομμάτι βράχου, ήρθα εδώ για να τη δω, να τη δω.

 

πιες

 

Κάτι σα χάδι στο μέτωπό μου. Τινάζομαι, προσπαθώ να το πιάσω, δεν ελέγχω πλέον το σώμα μου, όμως. Τα μέλη μου συσπώνται ανεξέλεγκτα. Κάτι απαλό με αγγίζει στο μέτωπο. Μένει για λίγο εκεί, μετά γλιστράει, κατεβαίνει στο μάγουλό μου, χώνεται κάτω από το σβέρκο μου και μου ανασηκώνει το κεφάλι. Νομίζω ότι αιωρούμαι.

 

σε είδα να έρχεσαι δεν έπρεπε να έρθεις

 

– Ούτε... εσύ.

Η φωνή μου είναι βραχνή και ξένη. Κάτι μεταλλικό ακουμπάει στα χείλη μου κι ένα υγρό χύνεται στο στόμα μου γεμίζοντάς του πίκρα. Καταπίνω και πνίγομαι. Βήχω. Έρχεται κι άλλο, αναγκάζομαι να το πιω.

Το μεταλλικό κύπελο απομακρύνεται από τα χείλη μου. Το σκοτάδι αναδεύεται μπροστά μου, σχηματίζει σχέδια που κανένα σκοτάδι δεν θα έπρεπε να γνωρίζει, το σχήμα της κερασιάς έξω από το σπίτι μου, το σχήμα των δοκαριών του αχυρώνα, προσπαθώ να το σταματήσω αλλά εκείνο συστρέφεται και συμπυκνώνεται για να με χλευάσει ξανά. Παίρνει ένα σχήμα που κανένα σκοτάδι δεν έχει δικαίωμα να πάρει. Τα χέρια μου απλώνονται προς το μέρος του σχήματος αλλά δεν θέλω να δω, κλείνω τα μάτια μου σφιχτά κι ακόμα βλέπω, γυρίζω το κεφάλι μου πότε από τη μία και πότε από την άλλη κι ακόμα βλέπω.

– Δεν είσαι η Σανγκίλ.

 

όχι

 

Βλέπω το σχήμα της μπροστά μου, θολό πολύ. Δεν υπάρχει πιο οικείο σχήμα σε ολόκληρο τον κόσμο αλλά δεν είναι εκείνη, δεν είναι εκείνη. Τα χέρια που απλώνει προς το μέρος μου είναι τα δικά της, το σώμα που αγγίζουν τα δάχτυλά μου όταν απλώνονται τρεμουλιαστά προς το μέρος της είναι το δικό της αλλά δεν είναι εκείνη. Χαμηλώνω το βλέμμα, δεν θέλω να την κοιτάξω στο πρόσωπο, νομίζω ότι θα είναι μια άμορφη τρύπα.

Προσπαθώ να τη σπρώξω, αυτό το πράγμα που κάθεται ανακούρκουδα μπροστά μου αλλά τα χέρια μου δεν μπορούν, την αγγίζουν και παραλύουν, την ακουμπάν και μαραίνονται.

 

ή είμαι περισσότερο από ποτέ

 

Το πράγμα με κλείνει στην αγκαλιά του, η παγωνιά φεύγει, γύρω μου γίνονται τα πάντα μαβιά και μυρίζουν ελαφρά τριφύλλι. Το σκοτάδι δεν είναι πλέον πηχτό ούτε γλοιώδες. Βρίσκομαι καθιστή σε ένα πέτρινο σκονισμένο πάτωμα. Δεν σκοπεύω να σηκώσω το βλέμμα και να κοιτάξω εκείνη που με κρατάει στην αγκαλιά της. Τα μπράτσα της γύρω από τους ώμους μου κι οι παλάμες της ακτινοβολούν ζεστασιά όπου με ακουμπούν. Δεν θέλω να κοιτάξω, κοιτάζω το πάτωμα, τα περίεργα σημάδια στη σκόνη, σα να έχουν συρθεί εκεί χιλιάδες σκουλήκια.

 

δεν έπρεπε να μπεις έτσι χωρίς την τελετή θα μπορούσες να είχες

 

– Δεν είσαι η Σανγκίλ.

 

πεθάνει είμαι η κόρη του ντεηνούν τώρα μανσή

 

– Του θεού που είναι μάτι αλλά δεν βλέπει.

Θέλω να φτύσω γιατί το στόμα μου είναι φαρμάκι. Η ερώτηση καίει τη γλώσσα μου. Ο πόθος να την κοιτάξω μου καίει τα σωθικά. Τι κι αν δεν είναι εκείνη.

 

αν μείνεις κι άλλο εδώ θα χάσεις τη ζωή σου μανσή

 

– Γιατί Σανγκίλ; Λέω κι η φωνή μου είναι σαν παρατημένου γατιού.

Η ανάσα της κάνει ένα τσουλούφι στον κρόταφό μου να τρεμουλιάζει. Μου γαργαλάει το αυτί. Η ανάσα της μυρίζει φρεσκοπλυμένη μάλλινη σκούφια, όπως πάντα. Δίνω μια σπρωξιά και ξεφεύγω από την αγκαλιά της, σαν να ξερίζωσα την καρδιά μου είναι, σαν να έμπηξα έναν πάσσαλο στο στήθος μου με τα ίδια μου τα χέρια. Ο πόνος μου κόβει την ανάσα.

 

πρέπει να φύγεις

 

Απλώνει το χέρι ξανά προς το μέρος μου αλλά τραβιέμαι. Δεν ξέρω τι ήταν εκείνο που με πότισε, αλλά μου φαίνεται πως η επίδρασή του έχει αρχίσει να περνάει. Το σκοτάδι με πλησιάζει πάλι. Το μυαλό μου θολώνει. Να φύγω.

– Να πάω που;

Ακόμα δεν έχω βρει το κουράγιο να την κοιτάξω στα μάτια. Νιώθω το βλέμμα της αλλά ξένο, να με διαπερνάει σε κύματα, σαν το ρυθμικό χτύπο ενός μεγάλου ταμπούρλου. Έδωσε τη ζωή της για να μπορεί ένας τυφλός θεός να με διαπερνάει με το βλέμμα του.

Ένα γέλιο αναβρύζει ξαφνικά από το στήθος μου. Δεν μπορώ να το συγκρατήσω. Ακούγεται σαν γάβγισμα. Μια σταγόνα σάλιο ξεφεύγει από τα χείλη μου και σκάει στο πάτωμα.

 

οι θεοί πρέπει να μπορούν να βλέπουν φύγε μανσή

 

Συνεχίζω να γελάω, ή μπορεί και να κλαίω τώρα, δεν ξέρω και δεν νομίζω ότι με νοιάζει. Σκουπίζω τα μάτια μου με το μανίκι. Δεν φοβάμαι πια. Θέλω να δω αυτό που κάποτε ήταν το σύμπαν μου και τώρα έγινε η κόρη του ματιού μιας ηλίθιας βδέλλας για λόγους αδιάφορους.

– Τι να βλέπουν; Γιατί; Είμαστε ασήμαντα πλάσματα, τι θέλουν;

Σηκώνω αργά το βλέμμα. Ξεχωρίζω κάθε γνώριμη γραμμή του κορμιού της κάτω από το σταχτί ρούχο. Ο λαιμός της λάμπει σαν φρέσκο βούτυρο. Τα μαλλιά της πέφτουν μπροστά στο πρόσωπό της και το σκεπάζουν, φαίνονται αραιά και μπερδεμένα και γκρίζα.

 

δεν είναι τα παράσιτα είναι οι καλλιεργητές

 

Σκουπίζω ξανά τα μάτια μου με το μανίκι να ξεθολώσουν, αλλά του κάκου. Το μέτωπο και οι κρόταφοί μου είναι παγωμένα. Το πλάσμα που κάθεται απέναντί μου χαμογελάει, το στόμα του διευρύνεται σε ένα χαμόγελο που φαίνεται να μην έχει τελειωμό, φαίνεται να επεκτείνεται στις δύο πλευρές του προσώπου του και να κόβει το χώρο στα δύο.

 

θα είστε πάντα η σοδειά

 

Αρπάζω το πράγμα από το λαιμό. Τα δάχτυλά μου βρίσκουν μια δύναμη από κάπου και σφίγγουν. Το κεφάλι του τινάζεται προς τα πίσω, τα τσουλούφια παραμερίζουν και βλέπω μόνο λείο χλωμό δέρμα στη θέση των ματιών. Το στήθος μου πλημμυρίζει ξανά από γέλιο, αλλά δεν έχω άλλο κουράγιο. Το μόνο που βγαίνει από τα χείλη μου είναι ένα άψυχο θρόισμα.

 

Το πάτωμα ανυψώνεται και με χτυπάει στον ώμο και το πλάι του κεφαλιού. Το τερατώδες χαμόγελο έχει αρχίσει να τυλίγεται σε σπείρες γύρω μου. Το κρανίο μου έχει γεμίσει ιστούς αράχνης, σαν εκείνους που κρέμονταν από τα δοκάρια όταν ξαπλώναμε στον αχυρώνα η Σανγκίλ μου κι εγώ, κι έξω ήταν μαζεμένο όλο το Καις Κερμίν να γιορτάσει την καινούργια κόρη και σε κάθε χτύπο του ταμπούρλου κόκκοι σκόνης ξεκολλούσαν από το ταβάνι κι έπεφταν στα μαλλάκια της, έτσι όπως ήταν χυμένα στον ώμο μου κι ήταν τόσο ηλίθιοι εκείνοι εκεί έξω, τόσο ηλίθιοι. Τα χέρια μου δεν σφίγγουν τίποτα.

– Δεν είμαστε η σοδειά.

Η φωνή μου βγαίνει σαν χαρχάλεμα ποντικιών.

– Είμαστε η αποθήκη. Δεν το ξέρεις;

Η ζεστασιά της είναι ακόμα στα μπράτσα μου. Ίσως και να μην έφυγε ποτέ. Το τυφλό πλάσμα έχει διαλυθεί, υπάρχει μόνο ένα τρυφερό σκοτάδι που μυρίζει τριφύλλι και βυθίζομαι μέσα του.

 

  • Like 5
Link to comment
Share on other sites

Το διάβασα. Δεν θα σου τα πω τώρα αναλυτικά, όχι ακόμα, απλά ήθελα να σου πω ότι μου άρεσε πολύ. Και πως, όλο και περισσότερο, η γραφή σου χαρίζει ζεστασιά και σκληρότητα χωρίς κόπο, ούτε επιτήδευση.

 

 

Edit: Ξανά εδώ, για να σου τα πω με το πάσο μου, μετά τη δεύτερη ανάγνωση.

 

Κομματάκι-κομματάκι, να μην τα χάσω:

 

Αυτό εδώ,

Δεν το είπαν έτσι. Δεν είπαν, μη κλαις μονάχη σου, Μανσή, που ορφάνεψε το χωριό μας. Είπαν, ποια; Η Σανγκίλ; Ουού, τώρα αυτή, πάει, έχει ένα φεγγάρι πού ’φυγε. Και χαχάνιζαν.

 

αυτό το πράγμα που γράφεις, όπως το γράφεις, περικλείει όλη τη σκληρότητα του κόσμου, για 'μένα. Όχι, δεν τό 'παν έτσι, ποτέ δεν το λένε έτσι ρε Γιωργία.

 

Αυτό πάλι,

Θολωτό και ροδαλό σαν μπιμπίκι, ψηλό τρία μπόγια, μεγάλο όσο τρία αλώνια. Όπως το περιγράφουν οι ιστορίες.

 

εκτός από μεγαλειωδώς λειτουργικό σαν εικόνα, περικλείει και όλη την τρυφερότητα που μπορείς να δείξεις γι' αυτούς τους ανθρώπους. Το πώς σκέφτονται, πώς μιλούν. Προσκυνώ.

 

Γενικά, η γλώσσα που χρησιμοποιείς, η κάθε μικρή λεξούλα και ακόμη κι η σειρά που μπαίνει, (όπως εδώ για παράδειγμα, που  έβαλες το επίρρημα μετά το επίθετο), δίνει στο κείμενο αυτό το κάτι που ψάχνω πάντα: ψυχή.

Βλέπω το σχήμα της μπροστά μου, θολό πολύ.

 

Και, εντάξει, :worshippy:

Η ανάσα της μυρίζει φρεσκοπλυμένη μάλλινη σκούφια, όπως πάντα.

 

Ο λαιμός της λάμπει σαν φρέσκο βούτυρο.

 

πάλι καλά που είμαι σκληρή σαν χουλκ :aggressive:  και δεν βάζω εύκολα τα κλάμματα... ( :crybaby: )

 

Κάτι ψιλά:

 

να φέρω στο νου μου τη Σανγκίλ, τα μάτια της, πως με κοιτούσαν

 

Το πώς εδώ θέλει τόνο.

 

 

Βγάζω μια πέτρα από το σακούλι,

 

Δεν αναφέρεις (νωρίτερα) κανένα σακούλι, ούτε ότι μάζευε πέτρες. Δεν ξέρω, σκάλωσα λίγο εδώ.

 

γεμίζοντάς του πίκρα.

 

"Το".

 

 

ή είμαι περισσότερο από ποτέ

 

Ξέχασες τα πλάγια εδώ.

 

 

Νιώθω το βλέμμα της αλλά ξένο,

 

Εδώ, ή κάτι λείπει, ή είναι στη θέση του και είναι πολύ απλό κι ωμό και δύσκολο στην κατάποση.

 

Και, για το τέλος,

αυτό το "είμαστε η αποθήκη, δεν ξέρω. Δεν ξέρω αν κατάλαβα, νομίζω πως όχι, αλλά ακόμα περισσότερο δεν έχω ιδέα αν πρέπει να το βασανίσω. Όταν ο συγγραφέας έχει κάτι τόσο συγκεκριμένα στο νου του και το γράφει έτσι, χωρίς επεξηγήσεις, όποιος το πιάνει, το πιάνει.

 

 

Α, και κάτι ακόμα: λάτρεψα, εκτός των άλλων, τον τρόπο που κυριολεκτείς.  ;-)  Απίστευτη!

 

 

Ένα μικρό, τόσο δα παράπονο, όχι για την εκτέλεση,α λλά για την ιδέα, ένα παράπονο που, επειδή γνωριζόμαστε, ξέρω ότι μπορώ να το εκφράσω κι ότι θα καταλάβεις: Οι γυναίκες (α) δεν έχουμε άλλο όπλο από την ίδια μας την υπόσταση, το σώμα, το μυαλό, την ίδια μας τη ζωή; Δεν έχουμε άλλο όπλο από την προσωπική θυσία; Και, (β), δεν έχουμε να διαχειριστούμε κάτι άλλο εκτός από τα συναισθήματα (και τις απώλειες) μας; Αυτό είναι το μεγάλο μας θέμα στη ζωή; :sorry:

 

 

Γιωργία, (σε περίπτωση που δεν τό 'χεις καταλάβει ακόμα :8): ), το λάτρεψα, με άγγιξε αληθινά, χωμάτινα, πώς να σου το πω; Είναι από τα πιο ώριμα πράγματα που μπορεί -να γράψει και- να διαβάσει κανείς.

Edited by Cassandra Gotha
  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Δύσκολη ιστορία αυτή.

Στα θετικά της η γλώσσα, πολύ ζεστή, όμορφη, προσωπική. Γενικά δημιουργεί ατμόσφαιρα ονείρου, φαίνεται αυθόρμητη και ταιριάζει με την κατάσταση του ήρωα-αφηγητή.

Ελάχιστα σημεία που δε μου κάθισαν καλά υπάρχουν. Ενδεικτικά το παρακάτω:

 

 

Το μονοπάτι κάνει τα ζιγκ ζαγκ του ανάμεσα στους γλιτσιασμένους κορμούς, μαλακό χώμα σκεπασμένο με σάπια φύλλα.

Η 2η πρόταση υποθέτω προσδιορίζει το μονοπάτι, αλλά και πάλι φαίνεται παράταιρο. Ίσως αν δεν ήταν στις πρώτες γραμμές του κειμένου να μην το πρόσεχα τόσο, αλλά τόσο νωρίς νομίζω ότι χτυπάει.

 

 

Όσον αφορά την ιστορία, δεν ξέρω αν μου άρεσε ή όχι. Θα σου πω τι με προβλημάτισε:

 

 

Σε πολλά σημεία του κειμένου αφαιρούμουν, προσπαθούσα να συγκεντρωθώ για να καταλάβω την ιστορία. Τα συναισθήματα της Μανσή τα καταλάβαινα, δε μου ήταν βέβαια πάντα ξεκάθαρο γιατί είχε τα συναισθήματα που είχε. Δεν ξέρω αν έφταιγε η αυθόρμητη γραφή που άφηνε πολλά πράγματα ασαφή και πηδούσε ξαφνικά από σκέψη στο δάσος κι από τα δέντρα στις αναμνήσεις, ή η ίδια η επιλογή σου να εστιάσεις στα συναισθήματα και η ιστορία να βρίσκεται στο παρασκήνιο.

 

Άργησα να καταλάβω το φύλο του αφηγητή. Αρχικά νόμιζα ότι λεγόταν Μανσής (μου ταιριάζει περισσότερο :p), αλλά κάτι "να γίνει κόρη" μου άλλαξαν γνώμη.

 

Δεν κατάλαβα μέχρι τέλους τι σχέση είχε με τη Σανγκίλ, ερωτική, αδελφική; Δε μου έγινε ποτέ ξεκάθαρο. Κι εφόσον αυτό ακριβώς επιλέγεις να είναι το επίκεντρο του διηγήματος, μου φαίνεται λειψό. Μπορεί να υπάρχει κάπου και να αναφέρεται ρητά, αλλά εγώ δεν το πρόσεξα (το διάβασα 2 φορές, ξεκούραστος και συγκεντρωμένος, και δεν τα κατάφερα, αν αναφέρεται κάπου ρητά, ας απαντήσει κάποιο μέλος που το παρατήρησε).

 

 

Μου άρεσαν ασαφώς πράγματα κι από την ιστορία, από το σημείο που μπήκε στο μαντείο και μετά. Οι περιγραφές σου στο δάσος ήταν υπέροχες. Μπορεί να με έκαναν να χάνω την πλοκή, αλλά ήταν απολαυστικότατες.

 

 

Συνεπώς, η ιστορία σου είχε δυνατά στοιχεία, ίσως την καλύτερη γλώσσα στο διαγωνισμό, αλλά συνολικά με άφησε με μια περίεργη αίσθηση. Ενδεχομένως αν ήταν μια "κανονική" ιστορία χωρίς fantasy στοιχεία, στο δικό μας κόσμο κι όχι σε κάποιον κόσμο άγνωστο, όπου οι άνθρωποι σκέφτονται διαφορετικά από εμένα, έχουν άλλα έθιμα και συνήθειες, να την απολάμβανα περισσότερο. Εδώ προσπαθούσα να αποκρυπτογραφήσω τι συμβαίνει και κάπου το έχανα.

 

Καλή επιτυχία στον διαγωνισμό! :)

Link to comment
Share on other sites

Ο λόγος καθαυτός, αυτό το ελεύθερο στυλ γραφής, το ανυπάκουο σε αυστηρούς συντακτικούς κανόνες (αλλά όχι άτακτο, καθώς διαθέτει μια τονικότητα κι έναν εσωτερικό ρυθμό) προσθέτει, κατά την άποψή μου, μια διάσταση στην ιστορία, αυξάνοντας τη "φέρουσα δυνατότητα" του κειμένου σε ψυχο-συναισθηματικά φορτία.

 

Η ιστορία (βασισμένη στο υπόβαθρο μιας ιδέας που έχει ομοιότητες με κάποιες άλλες εκδοχές που έχουν αναπτυχθεί σε διηγήματα τρόμου και  sf) είναι ιδωμένη μέσα από τη συγκεκριμένη οπτική της αφηγήτριας. Κατά συνέπεια οφείλει να πάρει υπόσταση και αποχρώσεις μέσα από τα προσωπικά φίλτρα εκείνης. Συμβαίνει αυτό;

 

Νομίζω ναι. Ο τρόπος γραφής, η ιδιαιτερότητα της έκφρασης και η ρευστότητα του κειμένου (ισοδύναμη με ροή προφορικού λόγου) εξυπηρετούν, θεωρώ, με συνέπεια αυτόν τον όρο, μεταφέροντας πειστικά τη νοητική και ψυχολογική της ένταση και αποδίδοντας με παραστατικό τρόπο αυτή την προσωπική χροιά.

 

Εξαιρετικές είναι και οι περιγραφές - λογοτεχνήματα.  

 

Τα σχόλιά μου δεν αναφέρονται ποτέ στις λεπτομέρειες. Απλά, πιθανολογώ ότι μια μικρή τελική επιμέλεια θα απάλλασσε το κείμενο από κάποια στοιχεία βιασύνης.

Πάρα πολύ καλό, ευχαριστώ, Κελαινώ.

 

Υ.Γ. :  Τα ονόματά σου είναι συνθέσεις Αγγλικών λέξεων; (Day-noon, Sun-gill, Man-sea) Αν είναι, θα ήθελα να ακούσω τη λογική των συνδυασμών (αν υπάρχει λογική).

Link to comment
Share on other sites

 

Και την πρώτη και τη δεύτερη φορά που τη διάβασα την ιστορία, με άφησε το στυλ σου με μια πολύ γνώριμη αίσθηση, τελικά νομίζω πως βρήκα τι μου θύμιζε η γραφή σου: το The Unshadowed Land της C.J. Cherryh, μάλλον λόγω αυτού του συνειρμικού στοιχείου που είχε ο λόγος σου. Υπέροχη γλώσσα, πραγματικά υπέροχη, με ρούφηξε κυριολεκτικά. Από την άλλη, σαν πλοκή καθαρά δεν μπορώ να πω ότι με άγγιξε. Αλλά πόνταρες στο δυνατό σου σημείο, τη γλώσσα δηλαδή, και πολύ καλά έκανες. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι που θα ήθελα διαφορετικό στην ιστορία σου, ούτε κάποια απορία με την οποία να με άφησε, γενικά μου άρεσε πάρα πολύ, αλλά αναγνωρίζω ότι αυτό είναι εκατό τοις εκατό θέμα γραφής και όχι θέμα γραφής και πλοκής. Γράφεις θαυμάσια, πάντως, είναι απόλαυση να σε διαβάζει κανείς. 

 

 

Καλή επιτυχία!

Link to comment
Share on other sites

Πάντα με βάση τη δική μου αντίληψη - γούστο, και εντελώς φιλικά.. :)

 

Τι κατάλαβα:

Ομολογώ πως όχι πολλά. Σε κάποιον απροσδιόριστο χρόνο υπάρχει ένα χωριό, απ' όπου κάθε λίγο οι στρατιώτες του τοπικού μάλλον άρχοντα απομυζούν είτε τα υλικά αγαθά τους, είτε τους ίδιους τους κατοίκους για διάφορους λόγους. Στην ίδια περιοχή υπάρχει κάποιο πολύ γνωστό μαντείο όπου έρχονται για να πάρουν χρησμούς άρχοντες και άλλοι πολύ σημαντικοί άνθρωποι. Το μαντείο ελέγχεται από κάποια θεότητα, που η "γήινη" μορφή της είναι ένα περίεργο και τεράστιο ζωντανό μάτι. Η επικοινωνία με την θεότητα γίνεται μέσα από τις Κόρες, κάτι ανάλογο δηλαδή με την δική μας Πυθία, που λένε τους χρησμούς στους ιερείς κι αυτοί τους μεταφέρουν στους ενδιαφερόμενους. Αυτές οι Κόρες είναι κοπέλες από το χωριό, που είτε με τη βία, είτε εθελοντικά, εισέρχονται στα ενδότερα του μαντείου και έρχονται σε κάποιο είδος υπερφυσικής επαφής με την θεότητα, έτσι που να χάνεται εντελώς η δική τους υπόσταση και να μετατρέπονται σε κάτι σαν πνεύμα. Αυτή η "μετατροπή" όμως τις φθείρει πολύ γρήγορα, με αποτέλεσμα να χρειάζονται συνεχώς νέες Κόρες. Στο χωριό ζούσαν και δύο κοπέλες, με κάποια ιδιαίτερη σχέση μεταξύ τους, μάλλον ερωτική. Η μία αποφασίζει να πάει να αφιερωθεί στη θεότητα προκειμένου να μην ζητηθούν φόροι από το χωριό της, μία ανιδιοτελής θυσία κατά κάποιον τρόπο. Βέβαια οι συγχωριανοί της δεν το βλέπουν έτσι και κοροϊδεύουν αυτήν την επιλογή της. Η φίλη της και ηρωίδα της ιστορίας αγανακτεί με αυτή τη συμπεριφορά και αποφασίζει συντετριμμένη να πάει να τη βρει. Διασχίζει ένα δάσος που λόγω της θεότητας και της ενέργειας που διαχέει γύρω της είναι  καχεκτικό και σχεδόν νεκρό, και φτάνει στην πόρτα υπηρεσίας του μαντείου. Εισέρχεται, κι εκεί μέσα από ψυχεδελικές εμπειρίες βρίσκει τη φίλη της, που τη συμβουλεύει να φύγει πριν να είναι πια αργά. Αλλά η ηρωίδα μάλλον δεν την άκουσε, και η "μετατροπή" άρχισε και γι' αυτήν.

 

Τι μου άρεσε:

Οι πρώτες δύο φράσεις, που μου θύμισαν το χωριό μου και τους ήχους που έκαναν τα βήματά μου όταν μικρός τσαλαβουτούσα στο βούρκο δίπλα στο ποτάμι, κάτω από τα πλατάνια όταν πήγαινα για ψάρεμα. Ήταν ακριβώς αυτός ο ήχος που ακουγόταν όταν πατούσα πάνω στα πεσμένα μισοσάπια φύλλα.

 

Τι δεν μου άρεσε:

-Το γενικότερο στυλ, που δεν ταιριάζει καθόλου με τα γούστα μου. Αυτό φυσικά έχει να κάνει με μένα κι όχι με την ιστορία.

-Το τέλος που δεν το κατάλαβα, και κατά συνέπεια με άφησε με cliffhanger.

-Οι απορίες που δεν μου εξηγήθηκαν. Πχ, τελικά ήταν ερωτική η σχέση των δύο κοριτσιών, ή όχι. Αν όχι γιατί κάπου αναφέρει το κείμενο "Ξεχωρίζω κάθε γνώριμη γραμμή του κορμιού της κάτω από το ρούχο", που παραπέμπει αμέσως σε εραστές;

-Γιατί οι συγχωριανοί "χαχάνιζαν" αφού οι επιλογές των κοριτσιών ήταν καθαρά για δικό τους όφελος;

-Τι χρώμα είναι το "κρεατί" που ήταν ο τοίχος; Λευκό Καυκάσιο; Μαύρο αφρικάνικο; Μελαμψό; Κίτρινο; Εννοώ πως αν ήμουν ένας μετανάστης από την Αφρική θα "έβλεπα" τον τοίχο μαύρο αφού μαύρο θα ήταν το χρώμα μου. Δεν φτιάχνει δηλαδή εικόνα σταθερή, αλλά καθαρά υποκειμενική ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε αναγνώστη.

-Η παρομοίωση του ματιού με μπιμπίκι ήταν για μένα πολύ άστοχη! Το μόνο που πέτυχε σε μένα ήταν να με κάνει ξαφνικά να γελάσω, και με έβγαλε φυσικά από την όποια ατμόσφαιρα είχε δημιουργηθεί ως τότε. Μα μπιμπίκι; Αυτό το άσπρο εξογκωματάκι στο δέρμα, που είναι ελαφρώς κόκκινο τριγύρω, γεμάτο με κάτι "μπλιαχ", κι αν μάλιστα είναι μεγάλο και το πατήσει κανείς κάνει "σπλας" και βγάζει κάτι που σε όλους προκαλεί αποστροφή; Καταλαβαίνω την προσπάθεια να φανεί πως και το μάτι ήταν κάτι εξίσου "μπλιαχ", αλλά με αυτή την παρομοίωση εμένα με έβγαλες έξω με τις κλωτσιές!

-Περίεργες διαστάσεις είχε το μάτι. Τρία μπόγια ύψος, αν "μπόγια" είναι το ανθρώπινο ύψος τότε μιλάμε για το πολύ έξι μέτρα ύψος. Τα αλώνια είναι τουλάχιστον δέκα μέτρα διάμετρος, οπότε έχει φάρδος τουλάχιστον τριάντα μέτρα. Άρα είναι κάτι μακρόστενο, που αν ήταν κάθετο θα θύμιζε κάτι γατίσιο, αλλά οριζόντια μου φτιάχνει μία περίεργη εικόνα. Πιστεύω πως εδώ η ποιητικότητα υπερίσχυσε.

-Μία από τις γενικότερες εντυπώσεις που μου άφηνε το κείμενο ήταν πως κάθε ήχος χανόταν. Κάπου όμως μία σταγόνα σάλιο φεύγει από το στόμα της ηρωίδας και σκάει στο πάτωμα. Το "σκάει" με προδιαθέτει αμέσως για κάποιο ηχητικό αποτέλεσμα, οπότε και μου χαλάει αυτομάτως την εικόνα.

-Οι περιγραφές ειδικά προς το τέλος που δεν με άφηναν να φτιάξω τις αντίστοιχες εικόνες, αντίθετα με κάνανε να γλιστρώ συνέχεια και να πιέζω τον εαυτό μου να συγκεντρωθεί για να συνεχίσω.

-Μόνο από το δικό τους χωριό παίρνανε κορίτσια;

-Αν οι στρατιώτες έπαιρναν τα αρσενικά άνω των οχτώ ετών από το χωριό, μιλάμε για μία φθίνουσα με γεωμετρικό ρυθμό κατάσταση. Απλό το σκεπτικό. Πίσω θα μένανε τα μικρότερα αγόρια, άρα η αναπαραγωγή θα σταματούσε μέχρι να φτάσουν σε μία κατάλληλη ηλικία. Αν προλάβαιναν όμως, αφού πατώντας τα οχτώ θα τα παίρνανε κι αυτά. Ας υποθέσουμε πως θα φτάνανε. Δεν θα γεννούσανε μόνο αγόρια, και επίσης για χάρη του σκεπτικού ας πούμε πως οι πιθανότητες ήταν πενήντα πενήντα. Πολύ σύντομα θα φτάνανε να είναι ένα χωριό γεμάτο γυναίκες, και μάλιστα ανικανοποίητες, και έναν εκπρόσωπο του αρσενικού γένους. Αυτόν τον τύπο πραγματικά τον λυπάμαι!! Θα ήταν καταδικασμένος από τη στιγμή της γέννησής του να γίνει σκλάβος ανικανοποίητων ορέξεων ενός ολόκληρου χωριού μοναχικών γυναικών!! Μπρρρρ..

-Δεν κατάφερα να δω τη σύνδεση με το θέμα του διαγωνισμού.

 

Γενικά:

Είναι μία ιστορία που αν δεν ήμουν υποχρεωμένος όπως τώρα να τη διαβάσω θα την προσπέρναγα σίγουρα. Όχι επειδή δεν είναι καλή, πιθανότατα να είναι και διαμάντι, απλά εγώ είμαι πολύ πεζός τύπος και δεν την καταλαβαίνω αυτή τη γραφή. Για μένα λοιπόν ήταν η δυσκολότερη με διαφορά ιστορία του διαγωνισμού, δεν μπορούσε σχεδόν πουθενά, αν εξαιρέσω την αρχή, να μου φτιάξει εικόνες, έκανα συνειδητή προσπάθεια να συγκεντρωθώ ώστε να συνεχίσω παρακάτω κι αυτό είναι το χειρότερό μου. Προφανώς και όλα αυτά είναι καθαρά λόγω της δικής μου αντίληψης. Λυπάμαι αλλά δεν μου άρεσε, και συγνώμη που το λέω τόσο ωμά, αλλά πρέπει να είμαι ειλικρινής.

 

 

Καλή επιτυχία..

Edited by MadnJim
Link to comment
Share on other sites

Μου άρεσε αυτή η ιστορία γιατί ολοκληρώνεται μέσα από την ανάδειξη μίας σχέσης και μόνο: της πρωταγωνίστριας με την άλλη κοπέλα. Η σχέση αυτήν είναι που δίνει νόημα σε ότι λέγεται και ξεδιπλώνεται καθώς ακολουθούμε μία πορεία αγωνιώδους αναζήτησης. Ο τρόπος με τον οποίο η γλώσσα σου μας εξιστορεί τα πράγματα είναι αυτός που συνδέει δυνατά και αδιαμφισβήτητα τα στοιχεία, με μια πολύ προσωπική και ιδιαίτερη έκφραση που έφτασε σε μένα αβίαστα και δημιούργησε αισθαντικές εικόνες. Βήμα, βήμα, από το δάσος ως το μαντείο, αντιλαμβανόμαστε γιατί η πρωταγωνίστρια οδηγείται αναπόφευκτα στο τέλος.

 

Δεν θα κρύψω πως ο κόσμος που περιβάλλει αυτήν την σχέση δεν έχει κάτι ιδιαίτερο να μου πει, αλλά κατάφερες για μένα αυτό να μην έχει σημασία. Χμ, ίσως αυτή να είναι και η παρατήρησή μου επί του κειμένου: μια αποδυνάμωση της ισχυρής αντικειμενοποίησης που προκαλεί στον αναγνώστη η επώνυμη χαρτογράφηση της κοινωνίας για την οποία διαβάζει. Ναι, δημιουργεί χειροπιαστά κίνητρα για την πρωταγωνίστρια. Πιστεύω όμως πως δεν είναι, εν τέλη, απαραίτητα. Ο τρόπος που μας βάζεις στην ψυχολογία της είναι το ισχυρότερο κίνητρο όλων. Νιώθω πως "στρίμωξες" κάτι μεγαλύτερο και ελαστικότερο στα περιορισμένα -ας μου επιτραπεί η λέξη- όρια ενός κλασσικού φάνταζυ. 

 

Τι μου άρεσε περισσότερο: επαναλαμβάνεις για τα γέλια των συγχωριανών και την απαξίωση που τρέφει γι' αυτούς η ηρωίδα. Για μένα δεν ήταν απλά ένας επιφανειακός χαρακτηρισμός του ταξικού-μορφωτικού επιπέδου. Αλλά το ηχοποίητο περιτύλιγμα μιας ερωτικής σχέσης που βγαίνει έξω απ' τα όρια του "αποδεκτού" με μια ένταση που καθορίζει την προσωπικότητα της ηρωίδας. 

 

Γράφεις πάρα πολύ καλά, όμορφα όταν θες και σκληρά όταν το επιλέγεις, αλλά άμεσα και απλά. Δύσκολος συνδυασμός για μένα. Μπράβο σου κι ευχαριστώ.

Edited by Σουσαμένια Άνοιξη
Link to comment
Share on other sites

 

 

-Τι χρώμα είναι το "κρεατί" που ήταν ο τοίχος; Λευκό Καυκάσιο; Μαύρο αφρικάνικο; Μελαμψό; Κίτρινο; Εννοώ πως αν ήμουν ένας μετανάστης από την Αφρική θα "έβλεπα" τον τοίχο μαύρο αφού μαύρο θα ήταν το χρώμα μου. Δεν φτιάχνει δηλαδή εικόνα σταθερή, αλλά καθαρά υποκειμενική ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε αναγνώστη.

 

 

 

Διαφοροποιείται το χρώμα του δέρματος. Το κρέας όλων έχει τις αποχρώσεις του κόκκινου.

Edited by Σουσαμένια Άνοιξη
  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Άτυπα και πιθανόν καταχρηστικά, αλλά μάλλον δικαιολογημένα, ερασιτέχνες ζωγράφοι αποκαλούν “κρεατί” το Naples yellow, ένα χρώμα που αποτελεί τη βάση για αποχρώσεις επιδερμίδας (οποιασδήποτε φυλής). Μήπως αυτό εννοείται στην περιγραφή από την Κελαινώ;  

Link to comment
Share on other sites

Όχι παιδιά, δεν καταλάβατε, και φταίω εγώ γι' αυτό που δεν ήμουν όσο σαφής έπρεπε. Δεν έχει καμία σημασία τι χρώμα ήταν τελικά ο τοίχος, τι χρώμα είναι δηλαδή αυτό το "κρεατί". Θα μπορούσε να μην εννοεί καν χρώμα, αλλά υφή. Αυτό που εννοούσα, απευθυνόμενος πάντα και μόνο στην συγγραφέα, ήταν γιατί να χρησιμοποιηθεί μία λέξη τόσο κακόηχη που στα δικά μου μάτια "χτύπαγε" σαν μύγα στο γάλα σε σχέση με το στυλ του κειμένου, αφού δεν εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο τοποθετήθηκε εκεί, κι όχι μία πιο εύηχη που θα έδινε και πιο σταθερή εικόνα. Αυτό προσπαθούσα να πω. Το γεγονός ότι ήδη δύο αναφέρατε διαφορετικά χρώματα ως εξήγηση, ενισχύει απλώς την άποψή μου. Θα μπορούσα να γίνω ένας τρίτος λέγοντας ότι για μένα το κρεατί είναι ας πούμε κρεμ-ροζέ προς την ώχρα. Φαντάζομαι πως καταλαβαίνετε τι θέλω να πω. Δικό μου το λάθος, και ζητώ συγνώμη που σας μπέρδεψα στο προηγούμενο ποστ μου.. :blush:

 

 

(Αστειευόμενος) Αχ βρε Ερμή με τα moonwalk σου.. :)

Edited by MadnJim
Link to comment
Share on other sites

Όχι παιδιά, δεν καταλάβατε, και φταίω εγώ γι' αυτό που δεν ήμουν όσο σαφής έπρεπε. Δεν έχει καμία σημασία τι χρώμα ήταν τελικά ο τοίχος, τι χρώμα είναι δηλαδή αυτό το "κρεατί". Θα μπορούσε να μην εννοεί καν χρώμα, αλλά υφή. Αυτό που εννοούσα, απευθυνόμενος πάντα και μόνο στην συγγραφέα, ήταν γιατί να χρησιμοποιηθεί μία λέξη τόσο κακόηχη που στα δικά μου μάτια "χτύπαγε" σαν μύγα στο γάλα σε σχέση με το στυλ του κειμένου, αφού δεν εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο τοποθετήθηκε εκεί, κι όχι μία πιο εύηχη που θα έδινε και πιο σταθερή εικόνα. Αυτό προσπαθούσα να πω. Το γεγονός ότι ήδη δύο αναφέρατε διαφορετικά χρώματα ως εξήγηση, ενισχύει απλώς την άποψή μου. Θα μπορούσα να γίνω ένας τρίτος λέγοντας ότι για μένα το κρεατί είναι ας πούμε κρεμ-ροζέ προς την ώχρα. Φαντάζομαι πως καταλαβαίνετε τι θέλω να πω. Δικό μου το λάθος, και ζητώ συγνώμη που σας μπέρδεψα στο προηγούμενο ποστ μου.. :blush:

 

 

(Αστειευόμενος) Αχ βρε Ερμή με τα moonwalk σου.. :)

Πιστεύω πως η λέξη "κρεατί", καταρχήν, δεν διαφοροποιείται από από το στυλ του διηγήματος. Ας μην φοβόμαστε κάποιες λέξεις. Και, το κυριότερο, εκεί που μπήκε, εξυπηρετεί ακριβώς το σκοπό για τον οποίο επιλέχθηκε.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Άνισο κείμενο. 

Από τη μία έχει πολλά και εμφανή θετικά χαρακτηριστικά:

+Σωστή επιλογή χρόνου (Ενεστώτας) που δίνει στην αφήγηση έναν ταιριαστά γρήγορο ρυθμό.

+Σπάνια φυσικότητα, σήμα κατετεθέν της Γεωργίας.

+Χαλιναγώγηση του ρέοντος λόγου. Αυτό είναι για μένα το σημαντικότερο πλεονέκτημα. Αντίθετα με άλλα κείμενά σου, εδώ καταφέρνεις να βάλεις ένα φρένο στον χείμαρρο των λέξεων. Νομίζω έχει βρει τη σωστή ισορροπία μεταξύ προφορικής υφής και γραπτού λόγου, κάτι που εξυπηρετεί θαυμάσια τη φυσικότητας που στοχεύεις, χωρίς να βλάπτει τη λογοτεχνικότητα του κειμένου.

+Ειδικά το πρώτο μέρος, εκεί που περιγράφει την αντίδραση των χωρικών είναι ιδανικά δοσμένο.

Γενικά, είναι με διαφορά η πιο μεστή γραφή του διαγωνισμού.

 

Από την άλλη το διήγημα πάσχει από έλλειψη πληροφορίας. Άλλους μπορεί να μην τους ενοχλεί, εγώ όμως, σκέφτομαι, κρίμα τόσο καλό γράψιμο και να μην πιάνω την ιστορία που θέλει να μου πει.

[-Το σκηνικό και το περιβάλλον είναι τετριμμένα.]

-Η σχέση των δύο γυναικών δεν είναι σαφής. Σε όλη τη διάρκεια του διηγήματος νόμιζα ότι είναι ερωμένες, στο τέλος όμως αναφέρεις τον αχυρώνα και μου φέρνει στον νου σκηνικό γέννας ("καινούρια κόρη", "μαλλάκια"), οπότε με μπερδεύεις.

-Το τέλος είναι πολύ ασαφές. Ακόμα κι αν το ήθελες έτσι, νομίζω ότι το έχεις παρακάνει. Η σοδειά και η αποθήκη είναι καλές, αλλά πρέπει να γίνουν λίγο πιο λιανά, ώστε να καταλάβουμε γιατί είναι τόσο σημαντικά.

Σίγουρα είχες πρόβλημα με το όριο λέξεων (το οποίο είναι πολύ περιοριστικό, κύριοι mods, πάμε πίσω στις 3500 τώρα που οι συμμετοχές στους διαγωνισμούς έχουν πέσει). Εννοείται ότι το καλό γράψιμο θέλει την άπλα του και αυτό λειτουργεί συχνά σε βάρος της τροφοδοσίας του αναγνώστη με πληροφορία.

Εξήγησέ μου τι έγινε και γιατί. Αλλιώς θα έχω χάσει ένα υπέροχα ειπωμένο παραμύθι.

Link to comment
Share on other sites

Με την πρώτη ματιά: Όμορφη ιστορία, τόσο για την αδικία της ζωής, όσο και για τις ομορφιές και τις αξίες της. Νομίζω ότι λες αυτά που ακριβώς θέλεις να πεις και το πετυχαίνεις πολύ καλά.

 

 

 

Τι μου άρεσε:

1. Πολύ όμορφη η γλώσσα, πλούσια και με εκφράσεις που σου μένουν, στα σημεία ακριβώς που χρειάζονται. Πολύ καλή δουλειά σε αυτόν τον τομέα. Δείχνει το πόσο καλά μπορείς να χειριστείς τις λέξεις.

 

2. Η σχέση Μανσή-Σανγκίλ. Απλή, δυνατή, ολοκληρωτική, χωρίς να δίνει σημασία σ’ αυτά που λέγονται. Σε δένει μαζί τους.

 

3. Το εσωτερικό του ματιού και όσα συνέβησαν εκεί.

 

4. Ο μινιμαλισμός της μυθοπλασίας. Ίσως θα μπορούσα να το βάλω, εν μέρει, και στα αρνητικά, επειδή θα ήθελα να δω κι άλλα από άποψη μύθου, αλλά δούλεψε και θετικά. Μου άρεσε, πάντως, που με λίγα λόγια μπόρεσες να με βάλεις στον κόσμο σου.

 

Τι δεν δούλεψε τόσο καλά:

1. Αν και η γλώσσα και οι περιγραφές είναι πολύ όμορφες, σε αρκετά σημεία ένιωθα ότι φόρτωναν πολύ το κείμενο και έπνιγαν την ιστορία. Δηλαδή, εκεί που πήγαινε να εξελιχθεί κάπως η υπόθεση ξεκινούσε άλλη μια περιγραφή που διέκοπτε κάπως της ροή.

 

2. Λίγο αδύναμη η πλοκή, αν και σίγουρα δεν βασιζόταν εκεί η ιστορία. Σίγουρα, όμως, κάποιες εξηγήσεις παραπάνω τις χρειαζόταν.

 

3. Δεν πολυκατάλαβα το τέλος με την αποθήκη.

 

Αποτίμηση: Σχετικά καλές οι εντυπώσεις από αυτήν την ιστορία. Περισσότερο θετικό το πρόσημο στην αφήγηση, λίγο λιγότερο στην πλοκή.

 

Καλή επιτυχία!

Link to comment
Share on other sites

Αν περιμένεις σχόλια στο διήγημα, Γεωργία, την πάτησες.

Κι αυτό γιατί, με έχει προλάβει η Άννα σε όλα τα θετικά.

Αρνητικά; Δεν ξέρω. Ελάχιστα. Αυτή τη στιγμή δε θέλω να δω αν υπάρχουν αρνητικά. Με άγγιξε τόσο πολύ η ιστορία, οι περιγραφές, το συναίσθημα, που δε θέλω να καθίσω να το αναλύσω.

 

Από μένα αυτό. :rose:

Θέλω να πιστεύω ότι κατάλαβα τι είναι

 

 

η αποθήκη. Η ενσάρκωση του θεού είναι κάθε φορά η κόρη.

 

 

Αλλά κι αν δεν είναι έτσι, ε λοιπόν, δε με πειράζει καθόλου. (Και δε μου συμβαίνει συχνά αυτό)

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Τώρα μάλιστα. Δεν ξέρω ακριβώς τι να πω. Η γραφή είναι από τα πιο ζεστά πράγματα που έχω διαβάσει τον τελευταίο καιρό. Πολλά μπράβο γι' αυτό, πραγματικά με άγγιξε. Όχι, ούτε εγώ είμαι βέβαιος τι εννοείς με το τέλος. Ναι, η πλοκή είναι μάλλον υποτυπώδης. Αλλά, ρε γαμώτο, είναι τόσο υπέροχα γραμμένο, που δεν μπορώ να σταθώ εκεί. Μπράβο, Γεωργία, ειλικρινά.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

:eek: Πάααααρα πολύ ωραία γραμμένο, μου θύμισε διήγημα του aScannerDarkly, πού ήσουν κρυμμένη τόσον καιρό και γιατί δε γράφεις πιο συχνάααα; (τράβηγμα κοτσίδας εδώ συνοδευτικό) Εντάξει, σε μερικά σημεία όπως το "μπιμπίκι" σαν να παραπροσπαθείς να γίνεις πρωτότυπη στις περιγραφές σου και νομίζω ότι ένα ασκί είναι πολύ μεγάλο για να το κουβαλάει κανείς δεμένο στη μέση του, αλλά υπάρχουν και ένα σωρό υπέροχες φράσεις. Επίσης ήταν ξεκουραστικό για μένα να διαβάζω κάτι σε τόσο ελληνικό ύφος, που δε μοιάζει καθόλου, μα καθόλου, μα καθόλου, με μετάφραση και δεν πλησιάζει τους αγγλισμούς ούτε στα εκατό χιλιόμετρα, γιατί ελάχιστοι το καταφέρνουν αυτό εδώ στο φόρουμ και πολύ λίγοι το προσπαθούν καν, μη σου πω...

 

Ως προς το περιεχόμενο: είμαι η μόνη που κατάλαβα ότι η Σανγκίλ πάει να γίνει κόρη

ΤΟΥ ΜΑΤΙΟΥ, αγγλιστί "pupil", να βλέπει, δηλαδή, για λογαριασμό του θεού και όχι κόρη, αγγλιστί "daughter", as in "μάνα και κόρη";

Εκτός αν το ερμηνεύω λάθος.

Δε με πειράζει που το σκηνικό είναι συνηθισμένο, ένα φτωχό χωριό όπου οι άνθρωποι πεθαίνουν της πείνας και έχουν και από πάνω τους πλουσίους να τους λεηλατούν στο όνομα της θρησκοληψίας. Κάτι τέτοια πρέπει να συμβαίνουν και στην πραγματικότητα, σήμερα, σε πολύ φτωχές χώρες.

Δε με πειράζει που είναι ασαφής η σχέση των δύο γυναικών, γιατί

αν υπήρχε ανάμεσά τους είτε το σεξ είτε η βιολογική συγγένεια, θα υπεισέρχονταν και άλλοι παράγοντες που θα πρόσθεταν το στοιχείο κάποιας καταπίεσης. Π.χ. η μάνα θα είχε προσδοκίες από την κόρη και θα τη φόρτωνε υποχρεώσεις ή οι δυο ερωμένες θα ζήλευαν και θα ανταγωνίζονταν η μια την άλλη ή η Μανσή θα είχε κίνητρο την έλλειψη του σεξ για να πάει να βρει τη Σανγκίλ.

Εγώ το πήρα απλώς ότι είναι φίλες και συντρόφισσες, άντε ότι η Μανσή έχει μεγαλώσει τη Σανγκίλ από ένα σημείο και ύστερα, χωρίς να είναι όμως βιολογική της μάνα, οπότε τα πράγματα μεταξύ τους έχουν το περιθώριο να είναι μόνο συναισθηματικά, δεν έχουν άλλα συμφέροντα και απωθημένα η μια από την άλλη. Εσύ θα μας πεις.

Δε με πειράζει που συμβαίνουν ελάχιστα γεγονότα, άλλωστε ήταν και μικρό το όριο λέξεων και αν έβαζες κι άλλα θα έπρεπε να στριμώξεις τις περιγραφές και θα ήταν κρίμα.

Αλλά με πειράζει που δεν κατάλαβα ούτε εγώ το τέλος. Τι της συμβαίνει αφού συναντιέται με τη Σανγκίλ στο ναό; Τι σημαίνει η σοδειά και τι η αποθήκη; Ακούγονται ωραία, αλλά μπορώ να σκεφτώ υπερβολικά πολλές ερμηνείες.

 

Εν πάση περιπτώσει συγχαρητήρια, είσαι φοβερή συγγραφέας :hi:

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Wordsmith, πόσα Like μπορώ να σου βάλω; Μόνο ένα, ε; Που κατάλαβες, λέω. Δεν ξέρω αν κατάλαβαν κι άλλοι, μέχρι στιγμής το εξέφρασα μόνο εγώ, αν και διακριτικά, γιατί δεν ήθελα να σποϊλεριάσω.

Εκεί που της λέω ότι λάτρεψα τον τρόπο που κυριολεκτεί.

Και τρωγόμουν, τρωγόμουν, μα κανείς; 

*αναστεναγμός ανακούφισης*

 

 

Δε με πειράζει που το σκηνικό είναι συνηθισμένο, ένα φτωχό χωριό όπου οι άνθρωποι πεθαίνουν της πείνας και έχουν και από πάνω τους πλουσίους να τους λεηλατούν στο όνομα της θρησκοληψίας. Κάτι τέτοια πρέπει να συμβαίνουν και στην πραγματικότητα, σήμερα, σε πολύ φτωχές χώρες

 

Ινδία, κάστες. Έτσι πρόχειρα. :hi:

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Holla ολίγον καθυστερημένα βέβαια...

 

Αυτό ήταν ένα κείμενο που με άφησε κουρασμένο. Η γραφή ήταν καλή ναι, αλλά, εμένα, προσωπικά, μου φάνηκε αρκετά δύσκολο να κρατήσω την προσοχή μου στο κείμενο. Αρκετά φορτωμένο σε περιγραφές (που πάντοτε με κουράζουν) και απότομες μετακινήσεις από τις σκέψεις της Ηρωίδας στο τώρα.Γενικά,με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν τον προτιμώ τον  ενεστώτα σε αφήγηση πρώτου προσώπου. Μου φαίνεται κάπως γρήγορος, ταχύς, εν αντιθέσει με τον αόριστο. Τώρα, όσον αφορά την ιστορία γίνεται πολύ νωρίς σαφές ότι δεν είναι το κεντρικό στοιχείο της ιστορία, οπότε, ό,τι ασάφειες υπάρχουν(που υπάρχουν προς το τέλος!) δεν  επηρεάζουν τόσο την κρίση μου.

 

Ξέρω  είναι μακράν τα πιο άχρηστα σχόλια με διαφορά στο thread, αλλά είμαι μάλλον ο πλέον ανίκανος να κρίνω αυτή την ιστορία.

 

Καλή επιτυχία!

Edited by jjohn
Link to comment
Share on other sites

:give_rose:  Ευχαριστώ πάρα πολύ που διαβάσατε και σχολιάσατε.

Συγνώμη, εσείς που υποφέρατε όσο τη διαβάζατε. Την ανέβασα με πλήρη επίγνωση ότι ως κείμενο δεν είναι και ό,τι πιο, εχμ, κατανοητό. You are my heroes.

 

Θα επανέλθω με διευκρινίσεις, αλλά προς το παρόν ας διαλευκάνω αυτό το σκοτεινό σημείο:

 

 

Δεν κατάλαβα μέχρι τέλους τι σχέση είχε με τη Σανγκίλ, ερωτική, αδελφική;

 

 

τελικά ήταν ερωτική η σχέση των δύο κοριτσιών, ή όχι.

 

 

 

Η σχέση των δύο γυναικών δεν είναι σαφής.

 

 

Συγνώμη, κύριοι, αλλά

 

 

 

 

 

post-2190-0-49460900-1414064853_thumb.jpg

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Eπίσης, Σκάννερ!!! ΟΜΓΟΜΓΟΜΓ!!! Πόσο γαμάτο είναι ΑΥΤΟ που έγραψες εδώ;

 

 Ναι, η πλοκή είναι μάλλον υποτυπώδης.

 

 

 Είχα αποφασίσει από την αρχή ότι πλοκή γενικά δεν θα υπάρχει. Και κοίτα να δεις τι έγινε τώρα.

 

Πριν πολλά χρόνια, όταν δούλευα βοηθός σκηνογράφου, σε φάση πρόβας λέει ο σκηνοθετης

-- Όχι παιδιά, πιο αργά, πολύ πιο αργά. Τόσο αργά, που αν έρθει εδώ ο Αγγελόπουλος να πει «αυτή η σκηνή είναι πολύ αργή»

 

Όταν έγραφα λοιπόν, θυμήθηκα αυτήν τη φάση και σκέφτηκα «θα έχει τόσο λίγη πλοκή, που αν έρθει ο Σκάννερ να πει, Γιωργία, η πλοκή σου είναι υποτυπώδης».
 

Πόσο και γαμώ!;!;!

  • Like 4
Link to comment
Share on other sites

Eπίσης, Σκάννερ!!! ΟΜΓΟΜΓΟΜΓ!!! Πόσο γαμάτο είναι ΑΥΤΟ που έγραψες εδώ;

 

 Ναι, η πλοκή είναι μάλλον υποτυπώδης.

 

 

 Είχα αποφασίσει από την αρχή ότι πλοκή γενικά δεν θα υπάρχει. Και κοίτα να δεις τι έγινε τώρα.

 

Πριν πολλά χρόνια, όταν δούλευα βοηθός σκηνογράφου, σε φάση πρόβας λέει ο σκηνοθετης

-- Όχι παιδιά, πιο αργά, πολύ πιο αργά. Τόσο αργά, που αν έρθει εδώ ο Αγγελόπουλος να πει «αυτή η σκηνή είναι πολύ αργή»

 

Όταν έγραφα λοιπόν, θυμήθηκα αυτήν τη φάση και σκέφτηκα «θα έχει τόσο λίγη πλοκή, που αν έρθει ο Σκάννερ να πει, Γιωργία, η πλοκή σου είναι υποτυπώδης».

 

Πόσο και γαμώ!;!;!

 

AAAAAAAXAXAXAXAXOYXOYXOY! Κάποιος μόλις έβγαλε και επισήμως όνομα ως Αγγελόπουλος του φόρουμ...ως προς τις πλοκές, τουλάχιστον.

 

Κατά τα άλλα, θεωρώ ότι η φύση της σχέσης των δύο εικονιζόμενων στο spoiler ήταν τόσο ασαφής όσο και η σχέση των δικών σου ηρωίδων. Μόνο που, απ' ό,τι έχω διαβάσει, στην εν λόγω σειρά το έκαναν επίτηδες να τα αφήνουν όλα νεφελώδη σχετικά με αυτό το ζήτημα. Έτσι έλεγαν οι ίδιοι, τουλάχιστον.

 

Και ξανά AAAAAAAXAXAXAXAXOYXOYXOY για το από πάνω :rofl2:

Link to comment
Share on other sites

:give_rose:  Ευχαριστώ πάρα πολύ που διαβάσατε και σχολιάσατε.

Συγνώμη, εσείς που υποφέρατε όσο τη διαβάζατε. Την ανέβασα με πλήρη επίγνωση ότι ως κείμενο δεν είναι και ό,τι πιο, εχμ, κατανοητό. You are my heroes.

 

Θα επανέλθω με διευκρινίσεις, αλλά προς το παρόν ας διαλευκάνω αυτό το σκοτεινό σημείο:

 

 

Δεν κατάλαβα μέχρι τέλους τι σχέση είχε με τη Σανγκίλ, ερωτική, αδελφική;

 

 

τελικά ήταν ερωτική η σχέση των δύο κοριτσιών, ή όχι.

 

 

 

Η σχέση των δύο γυναικών δεν είναι σαφής.

 

 

Συγνώμη, κύριοι, αλλά

 

 

 

 

 

 

 

 

Eπίσης, Σκάννερ!!! ΟΜΓΟΜΓΟΜΓ!!! Πόσο γαμάτο είναι ΑΥΤΟ που έγραψες εδώ;

 

 Ναι, η πλοκή είναι μάλλον υποτυπώδης.

 

 

 Είχα αποφασίσει από την αρχή ότι πλοκή γενικά δεν θα υπάρχει. Και κοίτα να δεις τι έγινε τώρα.

 

Πριν πολλά χρόνια, όταν δούλευα βοηθός σκηνογράφου, σε φάση πρόβας λέει ο σκηνοθετης

-- Όχι παιδιά, πιο αργά, πολύ πιο αργά. Τόσο αργά, που αν έρθει εδώ ο Αγγελόπουλος να πει «αυτή η σκηνή είναι πολύ αργή»

 

Όταν έγραφα λοιπόν, θυμήθηκα αυτήν τη φάση και σκέφτηκα «θα έχει τόσο λίγη πλοκή, που αν έρθει ο Σκάννερ να πει, Γιωργία, η πλοκή σου είναι υποτυπώδης».

 

Πόσο και γαμώ!;!;!

 

 

 

Eπίσης, Σκάννερ!!! ΟΜΓΟΜΓΟΜΓ!!! Πόσο γαμάτο είναι ΑΥΤΟ που έγραψες εδώ;

 

 Ναι, η πλοκή είναι μάλλον υποτυπώδης.

 

 

 Είχα αποφασίσει από την αρχή ότι πλοκή γενικά δεν θα υπάρχει. Και κοίτα να δεις τι έγινε τώρα.

 

Πριν πολλά χρόνια, όταν δούλευα βοηθός σκηνογράφου, σε φάση πρόβας λέει ο σκηνοθετης

-- Όχι παιδιά, πιο αργά, πολύ πιο αργά. Τόσο αργά, που αν έρθει εδώ ο Αγγελόπουλος να πει «αυτή η σκηνή είναι πολύ αργή»

 

Όταν έγραφα λοιπόν, θυμήθηκα αυτήν τη φάση και σκέφτηκα «θα έχει τόσο λίγη πλοκή, που αν έρθει ο Σκάννερ να πει, Γιωργία, η πλοκή σου είναι υποτυπώδης».

 

Πόσο και γαμώ!;!;!

 

AAAAAAAXAXAXAXAXOYXOYXOY! Κάποιος μόλις έβγαλε και επισήμως όνομα ως Αγγελόπουλος του φόρουμ...ως προς τις πλοκές, τουλάχιστον.

 

Κατά τα άλλα, θεωρώ ότι η φύση της σχέσης των δύο εικονιζόμενων στο spoiler ήταν τόσο ασαφής όσο και η σχέση των δικών σου ηρωίδων. Μόνο που, απ' ό,τι έχω διαβάσει, στην εν λόγω σειρά το έκαναν επίτηδες να τα αφήνουν όλα νεφελώδη σχετικά με αυτό το ζήτημα. Έτσι έλεγαν οι ίδιοι, τουλάχιστον.

 

Και ξανά AAAAAAAXAXAXAXAXOYXOYXOY για το από πάνω :rofl2:

 

 

 

Δεν χρονομέτρησα πόση ώρα γελούσα (δυνατά κακαρίσματα, όχι χάχανα). :lol:

(Επίσης, η σχέση των δύο γυναικών ήταν για 'μένα ξεκάθαρη, δεν καταλαβαίνω πού ήταν το θολό της υπόθεσης).

Edited by Cassandra Gotha
Link to comment
Share on other sites

Κι εμένα μου άρεσε πάρα πολύ τούτο δω, πέρασα πολύ ωραία μαζί του. Κι επειδή έτσι άμα αργείς έχεις την κατάρα του να γράφεις τελευταίος και να έχουν ειπωθεί τα πάντα, να σου πω για τα στατιστικά σου ότι ούτε έγω έπιασα το κόρη, ούτε την αποθήκη. Αλλά και για μένα η σχέση των κοπελούδων ήτανε ξεκάθαρη, τόσό μάλιστα που διαβάζοντας τα σχόλια γύρισα πίσω στο κείμενο κι έψαξα καλά καλά να δω, γιατί νόμιζα πως το είχα διαβάσει και κάπου ξεκάθαρα. Μάλλον δεν ήταν αλήθεια, αλλά όπως κι αν δούλεψε αυτό για μένα δούλεψε. Ναι, η πλοκή είναι υποτυπώδης (είπε και η άλλη από τους χειρότερους εδώ :p) αλλά δεν με ενδιαφέρει, ρε, το αγαπώ.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Άφησα την παραλία του χαβαλεδοσόρντ εντ σόρσερι, όπου κάθομαι συνήθως και παίζω με τα κουβαδάκια μου, και βούτηξα στα εντελώς άγνωστα νερά του εσωτερικού μονολόγου σε ενεστώτα και του ανοιχτού τέλους και άλλων τέτοιων ανοίκειων πραγμάτων.

 

Σας ευχαριστώ που το διαβάσατε. Ακολουθούν εξηγήσεις.

 

 

 

 

Κατ' αρχάς, δεν μπορούσα να αποφασίσω με τίποτα τι φύλο θα είναι οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες, οπότε αποφάσισα να το αφήσω στην τύχη. Στο πρώτο ντραφτ ήταν και οι δύο ουδέτεροι και άφυλοι και μετά έστριψα νόμισμα για τον καθένα τους. Αυτό είχε ως παρενέργεια να έχουμε μια ακόμα ιστορία όπου, όπως πολύ σωστά παρατηρεί η Άννα

 

 Οι γυναίκες (α) δεν έχουμε άλλο όπλο από την ίδια μας την υπόσταση, το σώμα, το μυαλό, την ίδια μας τη ζωή; Δεν έχουμε άλλο όπλο από την προσωπική θυσία; Και, (β), δεν έχουμε να διαχειριστούμε κάτι άλλο εκτός από τα συναισθήματα (και τις απώλειες) μας; Αυτό είναι το μεγάλο μας θέμα στη ζωή; :sorry:

 

Φυσικά έχεις απόλυτο δίκιο, δεν το είχα προσέξει.

 

 

Η ασάφεια της σχέσης τους είναι ένα τρίμπιουτ, ακα ξεδιάντροπο κλέψιμο, σε μια από τις πιο αγαπημένες μου ταινίες έβερ, αυτήν:

http://www.imdb.com/title/tt0492835/

Γαμάτη, δείτε την.

 

 

 

 

 

Βγάζω μια πέτρα από το σακούλι,

 

Δεν αναφέρεις (νωρίτερα) κανένα σακούλι, ούτε ότι μάζευε πέτρες. Δεν ξέρω, σκάλωσα λίγο εδώ.

 

 

Ε βασικά, άμα έχεις σφεντόνα, δεν εννοείται όχι έχεις και το σακουλάκι με τις πέτρες; Όπως όταν έχεις τόξο εννοείται ότι έχεις και φαρέτρα με βέλη, αλλιώς τι να το κάνεις το εκήβολο; Δεν ξέρω...

 

 

 

 

 Τα ονόματά σου είναι συνθέσεις Αγγλικών λέξεων; (Day-noon, Sun-gill, Man-sea) Αν είναι, θα ήθελα να ακούσω τη λογική των συνδυασμών (αν υπάρχει λογική).

 

Χα, για δες, όντως. Πρόκειται περί σατανικής συμπτώσεως, όμως. Βασικά, είχα ήδη αποφασίσει να μιμηθώ αισχρά την ταινία που προανέφερα, οπότε το ότι τα ονόματα θα είναι συνθέσεις κορεάτικων λέξεων προέκυψε αβίαστα. Σαν γκιλ = ορεινός δρόμος (ήθελα οπωσδήποτε να χρησιμποιήσω το γκιλ, που έχει διάφορες σημασίες, μεταξύ των οποίων και «τύχη») ντέη = μεγάλο, σπουδαίο (ίδιο με το ντάε στο «νταεγού», αλλά δεν προφέρεται ντάε, ούτε ακριβώς ντέη), νουν = μάτι, αν και ο συνδυασμός ντεϊνούν δεν σημαίνει μεγάλο μάτι, τέσπα. Για το πρωταγωνιστικό όνομα έριξα το στυλό στην πρώτη εκτύπωση, πήρα τις τυχαίες λέξεις «μόνο όταν» και τις μετέφρασα: μαν σι, προφέρεται shi.

 

 

 νομίζω πως βρήκα τι μου θύμιζε η γραφή σου: το The Unshadowed Land της C.J. Cherryh, μάλλον λόγω αυτού του συνειρμικού στοιχείου που είχε ο λόγος σου.

 

Δεν το έχω καν ακουστά. Αφού το έγραψα, σκέφτηκα ότι ίσως και να είχα επηρεαστεί κατά κάποιον τρόπο από το Μαύρο Νερό της Τζόυς Κάρολ Όουτς.

 

 

 

 

 

 

Γιατί οι συγχωριανοί "χαχάνιζαν" αφού οι επιλογές των κοριτσιών ήταν καθαρά για δικό τους όφελος;

 

 

Επειδή homo sapiens sapiens, φίλε μου.

 

 


Τι χρώμα είναι το "κρεατί" που ήταν ο τοίχος;

 

Εννοούσα, όπως λέει κι ο Πυθαρίων, αυτό που, κάπως ευρωκεντρικά είναι η αλήθεια, λέγεται στη ζωγραφική «κρεατί». Έβαλα κι ένα «ροδαλό» παραδίπλα.

Τώρα, είχα την εντύπωση ότι όλος ο κόσμος δεν εννοεί ακριβώς το ίδιο πράγμα, ούτε με το ροδαλό, ούτε με το κρεατί. Αλλά δεν με πείραζε, όπως και να το αντιλαμβανόσουν θα λειτουργούσε.

 

 

Η παρομοίωση του ματιού με μπιμπίκι ήταν για μένα πολύ άστοχη!

 

Ναι, το έχω αυτό. Αν πειστώ ότι μια λέξη είναι ακριβώς αυτή που θέλω στη συγκεκριμένη θέση, θα τη χρησιμοποιήσω αδίστακτα. Αλλά αυτό έχει πολλές φορές το αποτέλεσμα που περιγράφεις.

 

 

Περίεργες διαστάσεις είχε το μάτι. Τρία μπόγια ύψος, αν "μπόγια" είναι το ανθρώπινο ύψος τότε μιλάμε για το πολύ έξι μέτρα ύψος. Τα αλώνια είναι τουλάχιστον δέκα μέτρα διάμετρος, οπότε έχει φάρδος τουλάχιστον τριάντα μέτρα. Άρα είναι κάτι μακρόστενο, που αν ήταν κάθετο θα θύμιζε κάτι γατίσιο, αλλά οριζόντια μου φτιάχνει μία περίεργη εικόνα. Πιστεύω πως εδώ η ποιητικότητα υπερίσχυσε.

 

Ώπα, κάτσε. Εγώ τριτοδεσμίτισσα βέβαια, αλλά νομίζω και διορθώστε με οι μαθηματικοί, ότι άμα λέμε πως ένας κύκλος είναι όσο άλλοι τρεις κύκλοι, τότε εννοούμε ότι το εμβαδόν του ισούται με το άρθροισμα των εμδαδών των τριών. Γιατί έβαλες τα αλώνια στη σειρά;

Το αλώνι σαν μέτρο εμβαδού είναι κάτι που το χρησιμοποιώ συχνά. Βασίζομαι σε ένα συγκεκριμένο αλώνι που μέτρησα με τα χεράκια μου, διαμέτρου 8,5 μέτρων περίπου (δεν έχει ξεκάθαρα όρια). Οπότε χοντρικά (δεν πρόκειται για υπολογισμούς ακριβείας αλλά «με το μάτι»), ένα αλώνι = καμιά πενηνταριά/εξηνταριά τμ.

Το μπόι το υπολογίζω γύρω στα ένα εβδομήντα - ένα ογδόντα.

Οπότε, το μάτι είναι περίπου 170 τμ και ύψος περίπου 5,5 μ, με επιφύλαξη για εντελώς λάθος υπολογισμούς, δεν το έχω ρε παιδιά με τα μαθηματικά, μη βαράτε. Έχω κάνει και το σχεδιάγραμμά του και όλα, μόνο μακέτα που δεν το έκανα. Δεν θα πετούσα ποτέ λέξεις στην τύχη, μόνο και μόνο για την ποιητικότητα του πράγματος.

 

 

Μόνο από το δικό τους χωριό παίρνανε κορίτσια;

 

Όχι. Και όχι μόνο κορίτσια.

 

 

Αν οι στρατιώτες έπαιρναν τα αρσενικά άνω των οχτώ ετών από το χωριό, μιλάμε για μία φθίνουσα με γεωμετρικό ρυθμό κατάσταση. Απλό το σκεπτικό. Πίσω θα μένανε τα μικρότερα αγόρια, άρα η αναπαραγωγή θα σταματούσε μέχρι να φτάσουν σε μία κατάλληλη ηλικία. Αν προλάβαιναν όμως, αφού πατώντας τα οχτώ θα τα παίρνανε κι αυτά. Ας υποθέσουμε πως θα φτάνανε. Δεν θα γεννούσανε μόνο αγόρια, και επίσης για χάρη του σκεπτικού ας πούμε πως οι πιθανότητες ήταν πενήντα πενήντα. Πολύ σύντομα θα φτάνανε να είναι ένα χωριό γεμάτο γυναίκες, και μάλιστα ανικανοποίητες, και έναν εκπρόσωπο του αρσενικού γένους. Αυτόν τον τύπο πραγματικά τον λυπάμαι!! Θα ήταν καταδικασμένος από τη στιγμή της γέννησής του να γίνει σκλάβος ανικανοποίητων ορέξεων ενός ολόκληρου χωριού μοναχικών γυναικών!! Μπρρρρ..

 

Γούγλαρε «παιδομάζωμα». Ή δείξε με λίγη εμπιστοσύνη.

 

Από την άλλη το διήγημα πάσχει από έλλειψη πληροφορίας. (...)

Το τέλος είναι πολύ ασαφές. Ακόμα κι αν το ήθελες έτσι, νομίζω ότι το έχεις παρακάνει.

 

Συμφωνώ εντελώς. Ναι, πάσχει, ναι, το έχω παρακάνει. Τι να πω, έχεις απόλυτο δίκιο.

 

 

 

 αναφέρεις τον αχυρώνα και μου φέρνει στον νου σκηνικό γέννας

 

Εδώ σηκώνω τα χέρια ψηλά. Πώς από τον αχυρώνα πάει το μυαλό σου στη γέννα αντί για το σεξ;

 

 

 

 

Και ξανά ευχαριστώ που μπήκατε στον κόπο. Καρδούλες.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Γιατί, το σεξ τι σχέση έχει με τον αχυρώνα; Στη γέννα ως συνειρμό μπορούμε να φανταστούμε ότι οδηγεί η βιβλική φάτνη, αν και δεν ξέρω αν όντως αυτό εννοούσε ο προλαλήσας.

Link to comment
Share on other sites

Ε νόμισα ότι 1. δύο άτομα 2. σε έναν αχυρώνα 3. με τα μαλλιά του ενός χυμένα στον ώμο του άλλου. θα είναι επαρκούντως τι κάνει νιάου στα κεραμίδια.

 

Εμπάση περιπτώσει, από τη στιγμή που αποφάσισα συνειδητά να αφήσω το θέμα φλου, ολόκληρη η ευθύνη της μη κατανόησης βαραίνει αποκλειστικά εμένα.

 

Απλά δεν φαντάστηκα ότι κάποιο μυαλό θα πήγαινε στη γέννα. Που, καλά έκανε, μυαλό είναι, όπου θέλει πάει δηλαδή, μια έκπληξη εκφράζω μόνο.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..