MadnJim Posted December 11, 2014 Share Posted December 11, 2014 (edited) Όνομα Συγγραφέα: MADnJIM Είδος: Χριστουγεννιάτικη ιστορία Βία; Όχι Σεξ; Όχι Αριθμός Λέξεων: Περίπου 1850 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Είπα μιας κι έρχονται γιορτές να ανεβάσω μία κατά κάποιο τρόπο "ταιριαστή" ιστορία. Ελπίζω να σας αρέσει. Από πραγματικό γεγονός που συνέβη πέρυσι τον Νοέμβριο στην Πολωνία και το είχαν πει στις ειδήσεις. Καλές γιορτές σε όλους.. ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΟΤΑΝ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΗ ΑΓΑΠΗ.. Παραμονή Χριστουγέννων. Ολόκληρον τον μήνα έβρεχε ασταμάτητα, πότε δυνατά και με τον αέρα να μαστιγώνει τα γκρίζα κτίρια της μεγαλούπολης, και πότε σιγανά και εκνευριστικά, εκείνη η ψιχάλα που τρυπάει μέχρι το κόκκαλο και ευνοεί μόνο την μελαγχολία. Έτσι εκείνο το απόγευμα που για πρώτη φορά ο ουρανός άνοιξε ο ήρωάς μας δεν έχασε την ευκαιρία να κάνει έναν περίπατο στις στολισμένες γειτονιές. Ήθελε πολύ να περπατήσει λίγο για να ξεμουδιάσει, αλλά ταυτόχρονα είχε και την ελπίδα ότι ίσως έβρισκε και κάτι να φάει. Ήταν άστεγος, δεν είχε γνωρίσει ποτέ του την ζεστασιά ενός σπιτιού, μιας οικογένειας που να τον αγαπούν και να τον φροντίζουν, τη σιγουριά του καθημερινού φαγητού, τον στεγνό ύπνο χωρίς να τουρτουρίζει μέσα στο σκοτάδι. Ζούσε κάτω από μια γέφυρα, ανάμεσα σε κάτι παλιά χαρτοκούτια γεμάτα σαβούρα που κάποιος ασυνείδητος είχε πετάξει εκεί αντί σε κάποιον κάδο. Η ασυνειδησία του αγνώστου έγινε το σπίτι του, κι εκεί προσπαθούσε απ' όταν μπήκε ο χειμώνας να προφυλαχτεί από τη βροχή και το κρύο. Το χειρότερο ήταν η μόνιμη πείνα του. Έψαχνε καθημερινά στα σκουπίδια έξω από τα σπίτια μήπως και βρει κάτι που να μπορεί να το μεταμορφώσει στο μυαλό του σε ένα πλούσιο γεύμα και να ξεγελάσει έτσι το άδειο του στομάχι, και τώρα στις γιορτές όλο και έβρισκε κάτι παραπάνω από τις υπόλοιπες μέρες. Είχε αδυνατίσει πάρα πολύ, το δέρμα του κόλλαγε πάνω στα κόκαλά του και τα πλευρά του διαγράφονταν πεντακάθαρα λες και δεν τα κάλυπτε τίποτα. Δεν τον πείραζε όμως, έτσι ήταν η ζωή του και είχε μάθει να μην παραπονιέται, παρά να ζει την κάθε μέρα ξεχωριστά και να είναι ευχαριστημένος που ακόμα είναι καλά. Από μωρό τον είχαν παρατήσει γιατί δεν τον ήθελαν, δεν ήξερε τι είναι μάνα, ή ζεστή αγκαλιά και γάλα. Κι όμως τα κατάφερε, επέζησε, μεγάλωσε, ενηλικιώθηκε, και ζει κάτω από την αγαπημένη του γέφυρα όπου σπάνια ερχόταν και τον ενοχλούσε κανένας ναρκομανής. Μόλις έκοψε η βροχή και βγήκε για λίγο ο ήλιος δεν έχασε καθόλου χρόνο, παρά άρχισε να περιδιαβαίνει τα ήσυχα προάστια. Ήξερε την περιοχή απ' έξω κι ανακατωτά, μπορούσε να βρει το δρόμο για το καταφύγιό του και με κλειστά τα μάτια. Ήξερε όμως και πόσο σκληροί μπορούν να γίνουν οι άνθρωποι μερικές φορές, ειδικά όταν αυτό που βλέπουν τους θυμίζει ότι υπάρχει και η άλλη πλευρά της ζωής, και τους απέφευγε συστηματικά. Προτιμούσε μόνος του, γι' αυτό και δεν είχε καθόλου φίλους. Σταμάτησε σε έναν κάδο που είχε βρει αρκετές φορές κάτι να φάει και ψαχούλεψε για λίγο μισοχωμένος μέσα στις βρώμικες σακούλες. Ήταν τυχερός, βρήκε τα απομεινάρια από ένα κοτόπουλο, και τα τίμησε αμέσως, επιτόπου. Κάτι ήταν κι αυτό, για λίγο τουλάχιστον η κοιλιά του δεν θα γουργούριζε. Κόντευε να νυχτώσει όταν άρχισε να χιονίζει. Το κρύο άρχισε να γίνεται πολύ τσουχτερό ακόμα και γι' αυτόν που ήταν μαθημένος στις κακουχίες. Πήρε το δρόμο του γυρισμού με γρήγορο βήμα, δεν ήθελε να τον πιάσει η επιδείνωση έξω απροφύλακτο. Στους δρόμους δεν κυκλοφορούσε ψυχή, όλοι είχαν μαζευτεί στα σπίτια τους, και πίσω από σφαλιστά παράθυρα απολάμβαναν τη ζεστασιά τους. Πολύχρωμα φωτάκια άρχισαν να αναβοσβήνουν σε κάθε σπίτι. Ξαφνικά μια πόρτα άνοιξε, και ένα μικρό κοριτσάκι, όχι πάνω από τριων, το πολύ τεσσάρων χρονών, βγήκε σκουντουφλώντας στην αυλή και άρχισε να παίζει με τις χιονονιφάδες που έπεφταν αργά. Οι γονείς του προφανώς ήταν πολύ απασχολημένοι για να αντιληφθούν ότι το αγγελούδι τους βγήκε έξω, ή πολύ αδιάφοροι, όμως όπως και να είχε το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Σταμάτησε και το παρακολούθησε με περιέργεια να στριφογυρνά και να κυνηγάει τις λευκές νιφάδες, και αναρωτήθηκε πως είναι δυνατόν να θέλει να είναι έξω μια τέτοια βραδιά ενώ είχε ένα ζεστό και ασφαλές σπίτι. Το είδε να βγαίνει από την αυλή στο δρόμο και κατάλαβε πως κάτι άσχημο θα συνέβαινε σίγουρα. Κοίταξε το κοριτσάκι που έτρεξε στο απέναντι πεζοδρόμιο και κούνησε ένα από τα μικρά δέντρα που βάζει ο Δήμος για διακοσμητικά. Είχε ήδη σκεπαστεί από το χιόνι, και του άρεσε τόσο που μόλις το κούνησε έπεσε πάνω του που έτρεξε αμέσως γελώντας στο επόμενο, κι από κει στο επόμενο, και στο επόμενο, μέχρι που έστριψε στη γωνία. Μέχρι εκείνη τη στιγμή καθόταν σε απόσταση και το παρακολουθούσε, αλλά τώρα γύρισε το βλέμμα του στο σπίτι και σκέφτηκε πως ένα τόσο μικρό παιδί δεν θα μπορούσε να ξαναβρεί το δρόμο του για να γυρίσει. Έτσι ξεκίνησε αμέσως πίσω του, κρατώντας πάντα την απόστασή του, γιατί ήξερε πως αν κάποιος τον έβλεπε δεν θα καταλάβαινε ότι ανησυχούσε για το κοριτσάκι, αλλά θα τον θεωρούσε επικίνδυνο και θα έβρισκε σίγουρα τον μπελά του. Το ακολούθησε για λίγη ώρα, όταν σταματούσε για να παίξει με κάτι που του έκανε εντύπωση σταματούσε κι αυτός και περίμενε υπομονετικά μέχρι που ξαναξεκινούσε. Έτσι σιγά σιγά απομακρύνθηκαν πολύ από το σπίτι και φτάσανε σχεδόν στη γέφυρά του. Τότε ήταν που το κοριτσάκι κουράστηκε με το παιχνίδι του και κοίταξε γύρω του για να συνειδητοποιήσει ότι είχε χαθεί. Έβαλε αμέσως τα κλάματα και ζητούσε τη μαμά του, αλλά δεν υπήρχε κανείς να το ακούσει εκεί έξω. Και το χιόνι άρχισε να πέφτει πιο πυκνό, και σύντομα κάλυψε σαν άσπρο πέπλο όλη την περιοχή. Κάθισε κάτω αποκαμωμένο και συνέχισε να κλαίει, ενώ το χιόνι άρχισε να το καλύπτει όλο και περισσότερο. Το έβλεπε από κει που είχε σταματήσει και κατάλαβε πως αν δεν έκανε κάτι το κοριτσάκι δεν είχε καμία ελπίδα να βγάλει τη νύχτα. Το λυπήθηκε. Ράγισε η καρδιά του, αν ήξερε πως να κλάψει θα το έκανε κι αυτός. Αποφάσισε να το βοηθήσει όπως μπορούσε. Να το γυρίσει πίσω στο σπίτι του πια δεν γινόταν, η κακοκαιρία γινόταν όλο και χειρότερη, έτσι επέλεξε να το πάει στο δικό του καταφύγιο κάτω από τη γέφυρα που ήταν δυο βήματα από κει, κι εκεί να προσπαθήσει να το κρατήσει ζεστό μέχρι να το αναζητήσουν. Πήγε κοντά του και στάθηκε μερικά μέτρα πιο πέρα για να μην το τρομάξει. Το κοριτσάκι τον κοίταξε και σταμάτησε να κλαίει, ρούφηξε απλά τη μυτούλα του τρέμοντας από το κρύο. Δεν χρειαζόταν να πουν κάτι, η επικοινωνία έγινε με την καρδιά. Σηκώθηκε και πήγε κοντά του, διστακτικά στην αρχή, αλλά μόλις είδε πως δεν κινδυνεύει κόλλησε πάνω του από ένστικτο ψάχνοντας λίγη ζέστη. Κι από ζέστη η καρδιά του ξεχείλιζε. Τον ακολούθησε μέχρι τη γέφυρα, κι όταν τον είδε να κατεβαίνει τον μικρό όχτο και να χώνεται από κάτω έτρεξε ξοπίσω του αμέσως. Στριμώχτηκαν ανάμεσα στα χαρτοκούτια του όσο πιο κολλητά γινόταν. Η μικρή χώθηκε κυριολεκτικά στην αγκαλιά του, και σε λίγο σταμάτησε να τουρτουρίζει. Δεν πέρασε πολύ ώρα και τα ματάκια του έκλεισαν κι αποκοιμήθηκε. Έγειρε πάνω της όσο πιο πολύ γινόταν, και έκανε το αδύνατο κορμί του μια ασπίδα απέναντι στη χειμωνιάτικη νύχτα. Έπειτα έμεινε ακίνητος για να μην την ξυπνήσει, και κάθισε έτσι μέχρι το πρωί παρακολουθώντας την ήσυχη ανάσα της μικρής να σχηματίζει μικρά συννεφάκια σε κάθε εκπνοή της. Δεν κοιμήθηκε δευτερόλεπτο, όλο το βράδυ την πρόσεχε, και ευχόταν μέσα του να την ψάξουν οι δικοί της το πρωί για να σωθεί. Είχαν ξημερώσει Χριστούγεννα από πολύ ώρα, και στον ουρανό είχε βγει ένας διστακτικός ήλιος που δεν κατάφερνε να πάρει το κρύο, παρά μόνο έκανε το χιόνι να λαμπυρίζει κατάλευκο. Άκουσε τις φωνές από μακρυά και κατάλαβε ότι ψάχνανε το κοριτσάκι. Σκέφτηκε να το ξυπνήσει, αλλά κοιμόταν τόσο ήσυχα στην αγκαλιά του που δεν του έκανε η καρδιά να το σκουντήσει. Έτσι παρέμεινε εκεί ακίνητος κι ας είχε πιαστεί ολόκληρος. Ήταν χαρούμενος όμως, γιατί κατάφερε να το κρατήσει ζεστό όλο το βράδυ, και το γαλήνιο προσωπάκι της ήταν η καλύτερή του ανταμοιβή. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωθε έτσι, δεν είχε ποτέ ξανά στη ζωή του γνωρίσει πως είναι να σε εμπιστεύονται, πάντα όπου κι αν πήγαινε τον έδιωχναν με τους χειρότερους τρόπους. Όμως να που το ένστικτο της μικρής της έδειξε ότι δεν κινδυνεύει μαζί του, αντίθετα θα είναι ασφαλής και ζεστή. Πάλι αν μπορούσε να κλάψει θα έκλαιγε. Είχε άλλο ένα πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπίσει όμως. Για να προφυλάξει τη μικρή άφησε το δικό του κορμί εκτεθειμένο και ακίνητο όλη νύχτα, και τώρα ένιωθε τα πνευμόνια του να ζορίζονται όλο και περισσότερο σε κάθε του ανάσα. Το κρύο τον είχε νικήσει, αλλά ο πυρετός του ήταν ευλογία για το κοριτσάκι. Δεν τον ένοιαζε καθόλου γι' αυτόν, απλά ευχόταν να τους βρουν σύντομα, γιατί αν πέθαινε εκεί κάτω από τη γέφυρα το παιδί δεν θα επιζούσε μόνο του. Μάζεψε όλη του τη θέληση και συνέχισε να περιμένει ακίνητος ελπίζοντας. Όταν τους βρήκαν κόντευε μεσημέρι, και η μικρή είχε ξυπνήσει. Άκουσε τις φωνές τριγύρω και άρχισε να φωνάζει τη μαμά του. Έτσι την άκουσαν, και δύο άντρες κατέβηκαν τη μικρή πλαγιά προς το ποτάμι και τους είδαν κάτω από τη γέφυρα. Δεν είχε πια άλλες δυνάμεις, κι όταν τους είδε χάρηκε γιατί πρόλαβαν. Το κοριτσάκι σηκώθηκε και τον τράβηξε χαρούμενα να σηκωθεί κι αυτός, αλλά δεν μπορούσε. Απλά την κοίταξε κι έκλεισε ανήμπορος τα μάτια του τουρτουρίζοντας. Οι δυο άντρες, ο πατέρας της μικρής κι ένας αστυνομικός, είδαν τη σκηνή και έμειναν ακίνητοι ξαφνιασμένοι. Δεν περίμεναν αυτό που έβλεπαν, και για μερικά λεπτά στάθηκαν και παρακολούθησαν αμίλητοι. Η μικρή τον ξανατράβηξε για να σηκωθεί, κι αυτός βόγκηξε σιγανά. Τότε έπεσε αμέσως πάνω του κλαίγοντας και τον αγκάλιασε σφιχτά, τόσο που τα αδύναμα πλευρά του τον πόνεσαν, αλλά του άρεσε γιατί ένιωθε την αθώα αγάπη που του έδινε. Πρώτη του φορά ένιωσε αγάπη. Ο πατέρας της μικρής την πήρε στην αγκαλιά του και προσπάθησε να την καθησυχάσει, εκείνη όμως συνέχιζε να κλαίει και να χτυπιέται στα χέρια του. Ο αστυνομικός έβγαλε το τζάκετ του και το έριξε πάνω του προσπαθώντας να τον ζεστάνει. Είχε συγκινηθεί πάρα πολύ, και με δυσκολία κρατούσε τα μάτια του να μην αρχίσουν να τρέχουν δάκρυα. Έσκυψε, τον πήρε στα χέρια του και τον σήκωσε. Έτρεξε όσο γρήγορα μπορούσε μέσα στο χιόνι, και τον έβαλε στο πίσω κάθισμα του περιπολικού του. Μέσα στο αυτοκίνητο το καλοριφέρ δούλευε στο φουλ και η γλυκιά θαλπωρή τον τύλιξε αμέσως. Αφέθηκε να τον πάρει ο ύπνος ξέροντας πως πια η ζωή του ήταν στα χέρια τους. Ήταν χαρούμενος όμως γιατί είχε καταφέρει να σώσει το κοριτσάκι, κι αυτό του ήταν αρκετό, δεν τον ένοιαζε τι θα γινόταν πια ο ίδιος. Όταν ξύπνησε ήταν μπροστά σε ένα αναμμένο τζάκι δίπλα από ένα φορτωμένο στολίδια χριστουγεννιάτικο δέντρο, στο σπίτι της μικρής, τυλιγμένος με κουβέρτες. Δίπλα του ήταν ένα μπολ με φαγητό κι άλλο ένα με καθαρό νερό. Το κοριτσάκι τον είδε που συνήλθε κι έτρεξε αμέσως και τον αγκάλιασε, και πίσω του στάθηκαν η μαμά του κι ο μπαμπάς του χαμογελαστοί. Δεν φοβήθηκε που τους είδε, ένιωσε την αγάπη τους, την ευγνωμοσύνη τους, κι αισθάνθηκε για πρώτη φορά στη ζωή του ασφάλεια. Γρύλισε σιγανά και έγλειψε αδύναμα το χέρι της μικρής, μετά αποκαμωμένος ακούμπησε τη μουσούδα του στο χαλί και άφησε τη ζέστη να τον γεμίσει. Η μοίρα του είχε αλλάξει, δεν θα ήταν πια ένα ακόμα αδέσποτο σκυλί που όλοι το κλωτσάνε να φύγει, θα είχε ένα σπίτι και ανθρώπους να τον αγαπάνε και να τον φροντίζουν. Αναστέναξε κι αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά της μικρής και καλύτερής του φίλης. Αυτά τα Χριστούγεννα είχε κι αυτός οικογένεια..- By MADnJIM Edited December 11, 2014 by MadnJim 6 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted January 21, 2016 Share Posted January 21, 2016 (edited) Μετά το ψυχοπλάκωμα του "Τελευταίου φιλιού" σου Σπύρο, έπρεπε να έρθω λίγο στα ίσα μου και ποιος καλύτερος τρόπος από το να διαβάσω αυτήν την ιστορία. Είδες που μπορείς να γράφεις και εσύ χάπυ εντ; Δεν είναι τόσο δύσκολο! Την λατρεύω αυτή σου την ιστορία, το έχεις εμπεδώσει αυτό φαντάζομαι, έτσι; Υπέροχη, συγκινητική και με μια νότα αισιοδοξίας, κάτι που χρειαζόμαστε όσο τίποτα νομίζω. Να γράψεις και άλλες τέτοιες! Και ας με έκανε να χαλάσω ένα πακέτο χαρτομάντηλα....ξανά! Α ναι, και το αρχικό τέλος που είχες σκεφτεί, να το αφήσεις εκεί που το έχεις θάψει, μια χαρά είναι εκεί! Edited January 21, 2016 by SymphonyX13 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ballerond Posted January 24, 2016 Share Posted January 24, 2016 (edited) Αρκετά συγκινητική ιστορία και σίγουρα στο κλίμα των Χριστουγέννων (μην δίνεις σημασία που την πήρα χαμπάρι τώρα, τα κάνω εγώ αυτά ).Πέρα από μερικά γραμματικά/συντακτικά λαθάκια τα οποία δε θα επισημάνω γιατί τα κάνω κι εγώ και δε θέλω να το παίξω ξερόλας, το μοναδικό που με "χάλασε" λίγο είναι η αφέλεια της ιστορίας σε κάποια πράγματα.Καταλαβαίνω ότι ήθελες να την κάνεις πιο αγαπησιάρικη αλλά σε μερικά σημεία χάνει από ρεαλισμό.Δεν είναι κακό αυτό απαραίτητα απλά εμένα προσωπικά με κάνει να αποκόβομαι από τον χαρακτήρα αν κάτι δεν με πείθει πολύ σαν εξέλιξη. Συγκεκριμένα στα σημεία: - Η μικρή βγήκε έξω αλλά πολύ δύσκολα θα ακολουθούσε το παιχνίδι της για τόσο πολύ. Τα παιδιά ηλικίας 3-4 χρονών πάντα αναζητούν τους γονείς τους όταν βρεθούν σε κρύο ή μόνα στον δρόμο. Το να πάει τόσο μακριά μόνο και μόνο από ένα παιχνίδι με το χιόνι είναι υπερβολή. Αν την παρέσυρε κάποιος άλλος το δέχομαι περισσότερο.- Εμπιστεύτηκε τον άστεγο αλλά κι αυτό είναι λίγο υπερβολή. Έπρεπε ίσως να τον κάνεις να την πείσει λίγο περισσότερο και όχι απλάμε την καρδιά. Καταλαβαίνω γιατί το έκανες έτσι, "μαγεία" των Χριστουγέννων κτλ, απλά δεν είναι ρεαλιστικό ;)- Μου άρεσε η εικόνα της αυτοθυσίας του άστεγου για την μικρή και ίσως όντως να μην ταίριαζε πολύ το χάπυ εντ στο τέλος. Αυτά από εμένα. Γενικά ωραία ιστορία που δίνει ωραία μηνύματα για τον κόσμο μας Edited January 24, 2016 by Ballerond 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Old man & SiFi Posted January 24, 2016 Share Posted January 24, 2016 Δεν είναι βέβαια Χριστούγεννα, αλλά το τσουχτερό κρύο έξω κάνει την ιστορία σου πολύ επίκαιρη. Να συμφωνήσω ότι είναι πολύ συγκινητική και η μεγάλη επιτυχία της είναι ότι δεν είναι μελό. Καταφέρνεις να ακροβατήσεις ανάμεσα στα δύο βάζοντας αρκετό αλλά όχι υπερβολικό δράμα. Καταφέρνεις να επίσης μας δώσεις πού καλά την μοναξιά, την φτώχεια και την μιζέρια ενώ ταυτόχρονα καλύπτεις πολύ έντεχνα την πραγματική ταυτότητα του ήρωα. Δεν νομίζω ότι έχω να δώσω μια συμβουλή για το πώς θα γινόταν καλύτερη. Γράφεις πολύ καλά και δίνεις όμορφες εικόνες. Έχουμε τόσο συμπαθήσει τον ήρωα που νομίζω ότι κανείς δεν θα άντεχε ένα μη ευτυχισμένο τέλος. Να παρατηρήσω (σε σχέση με το παραπάνω σχόλιο) ότι τα παιδιά καταλαβαίνουν και εμπιστεύονται τα ζώα βασιζόμενα στο ένστικτο τους, που ακόμα δεν τους έχουν καταστρέψει οι μεγάλοι. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted January 24, 2016 Author Share Posted January 24, 2016 Χαίρομαι που σας άρεσε και σας συγκίνησε. Όπως έγραφα και στα σχόλια του προλόγου, πρόκειται για πραγματικό γεγονός που είχε συμβεί στην Πολωνία, και το είχαν πει στις ειδήσεις. Φίλε Γιάννη (Ballerond), φαντάζομαι ότι κατάλαβες τι ήταν ο "άστεγος", ε; Να είστε καλά όλοι! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ballerond Posted January 24, 2016 Share Posted January 24, 2016 Να παρατηρήσω (σε σχέση με το παραπάνω σχόλιο) ότι τα παιδιά καταλαβαίνουν και εμπιστεύονται τα ζώα βασιζόμενα στο ένστικτο τους, που ακόμα δεν τους έχουν καταστρέψει οι μεγάλοι. Δεν διαφωνώ αλλά επειδή έχω έναν γιο 4,5 ετών και βλέπω πως αντιδράει και αυτός και οι συνομήλικοι του, δύσκολα εμπιστεύονται μία τέτοια κατάσταση πόσο μάλλον σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον. Αλλά όπως είπαμε, είναι θέμα δικής μου απόδοσης του ρεαλισμού σε μία ιστορία ;) Φίλε Γιάννη (Ballerond), φαντάζομαι ότι κατάλαβες τι ήταν ο "άστεγος", ε; Κατάλαβα απλά ήθελα να δεις και μία άλλη οπτική πλευρά ;) Ίσως με λίγη περισσότερη ανάπτυξη, 200 λέξεις παραπάνω όχι πολύ, να μην άφηνες καμία "αφέλεια" να μπει στο μυαλό μου και να τα έβλεπα όπως έπρεπε ;) 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.