SymphonyX13 Posted July 30, 2015 Share Posted July 30, 2015 (edited) Όνομα Συγγραφέα:SymphonyX13Είδος: ΦαντασίαςΒία; ΠολύΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων:2392Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια:Όταν μου είχε έρθει η εικόνα που ήθελα να περιγράψω και γύρω της χτίστηκε η ιστορία ως συνήθως, σκέφτηκα ότι ένα καλό θέμα θα ήταν η εκδίκηση. Εκδίκηση γιατί όμως; Η απάντηση που μου ήρθε εν μέρει ακούγωντας το "Ride for Vengeance" των Amon Amarth, κατέληξε να με αρρωστήσει ενώ έγραφα την ιστορία. Ακόμα και τώρα είναι για μένα η πιο "στενάχωρη" ιστορία που έχω γράψει. Επική δεν θα την έλεγα, ούτε ηρωική, Sword ...μάλλον axe έχει, sorcery όχι...χρονική περίοδος ή τόπος δεν προσδιορίζεται, γι αυτό, "φαντασίας" σκέτο.Αρχείο:Η Λέξη.doc Η Λέξη Οι πρώτες σκόρπιες νιφάδες χιονιού άρχισαν να πέφτουν αργά από έναν βαρύ, μελανιασμένο ουρανό, στριφογυρίζοντας σαν ψυχές που ψάχνουν τον δρόμο για τον παράδεισο, προμηνύοντας την χιονοθύελλα που δεν θα αργούσε να έρθει. Μερικές έπεσαν στο πρόσωπο του άντρα που προχωρούσε ανάμεσα στα δέντρα προσέχοντας τα βήματα του. Η προηγούμενη χιονόπτωση ήταν τόσο έντονη, που το χιόνι έφτανε σχεδόν τα γόνατα του και δεν ήθελε με τίποτα να διακινδυνέψει έναν σπασμένο αστράγαλο, πατώντας σε κάποιο κενό κάτω από αυτό. Το σκυλί που προπορευόνταν όπως πάντα σε κάθε κυνήγι, σταμάτησε, τον κοίταξε με αυτά τα καταγάλανα μάτια που χαρακτηρίζουν την ράτσα του, βγάζοντας ένα ανυπόμονο γρύλισμα, σαν να του έλεγε ότι έπρεπε να βιαστούν. Η άλκη που ακολουθούσαν τα ίχνη της, τους είχε απομακρύνει αρκετά από το σπίτι και ο χρόνος τους λιγόστευε. Όταν οι θεοί έριχναν την μανία τους άλλη μια φορά πάνω τους, θα έπρεπε ήδη να έχουν γυρίσει. Το αγόρι κατέβασε με δύναμη το τσεκούρι και το κούτσουρο σχίστηκε στα δύο πετάγοντας σκλήθρες. Μάζεψε τα κομμάτια από το έδαφος γεμίζοντας την αγκαλιά του και ετοιμάστηκε να γυρίσει στο σπίτι. Η φωτιά έπρεπε να είναι δυνατή όταν θα γύριζε ο πατέρας από το κυνήγι. Πόσο θα ήθελε να είχε πάει και αυτός, ο πατέρας όμως του είπε πως ο καιρός γρήγορα θα χάλαγε και δεν ήθελε να τον βρει η χιονοθύελλα έξω μαζί του. Έμεινε λοιπόν πίσω περιμένοντας, ελπίζοντας πως θα επέστρεφε σύντομα. Στρίβοντας την γωνία του σπιτιού βρέθηκε να κοιτάει κάποιους άγνωστους άντρες, που του ανταπόδωσαν το βλέμμα με χαιρέκακα χαμόγελα. Ένας έβγαινε μέσα από το σπίτι μασουλώντας ένα κομμάτι καπνιστού κρέατος που είχε βρει, ενώ ένας άλλος έκοβε με τα χέρια και έτρωγε μεγάλες μπουκιές από το ψωμί που το αγόρι είχε ψήσει το πρωί. Ο σκύλος προχωρούσε με την μουσούδα κολλημένη στο έδαφος ακολουθώντας τα ίχνη της άλκης, όταν σταμάτησε απότομα και έμεινε ακίνητος κοιτώντας μπροστά. Ο άντρας τον πλησίασε, προσπαθώντας να είναι όσο πιο αθόρυβος γίνεται, ξεκρεμώντας το τόξο από τον ώμο του. Η άλκη βρισκόταν γύρω στα είκοσι μέτρα σε ένα ξέφωτο μπροστά τους, ένα περήφανο αρσενικό στην ακμή του, όπως μαρτυρούσε η κορμοστασιά του και τα μεγάλα κέρατα που στεφάνωναν το κεφάλι του. Ο κυνηγός χαμογέλασε ευχαριστημένος, ένα τέτοιο ζώο θα τους πρόσφερε κρέας για αρκετό καιρό. Τράβηξε ένα βέλος από την φαρέτρα, το πέρασε στην χορδή του τόξου, την τέντωσε και σημάδεψε προσεκτικά κρατώντας την ανάσα του. Οι άντρες περικύκλωσαν το αγόρι όπως οι λύκοι ένα μικρό ελάφι που έχει αποκοπεί από το κοπάδι. «Γειά σου μικρέ, δεν πιστεύω να είσαι ολομόναχος εδώ» είπε ένας από αυτούς πλησιάζοντας, με ένα χαμόγελο που αν και προσπάθησε να είναι φιλικό, θύμησε πιο πολύ μορφασμό αρπακτικού που μυρίστηκε εύκολη λεία.«Η μάνα σου που είναι; Δεν την φωνάζεις; Και αυτή και τις αδερφές σου αν έχεις...όχι ότι θα έχουν κάποια σημαντική διαφορά!" Οι άντρες ολόγυρα ξέσπασαν σε τρανταχτά γέλια και το αγόρι άφησε τα κούτσουρα που είχε ακόμα στην αγκαλιά του να πέσουν και έπιασε την λαβή του τσεκουριού του και με τα δύο χέρια. «Χαχα, κοιτάξτε εδώ», είπε ο άντρας γυρίζοντας λίγο για να δει τους συντρόφους του, «κινδυνεύουμε να μας σκοτώσει αυτό το...» Δεν ολοκλήρωσε τη πρόταση του όμως αφού πρόσεξε τα πρόσωπα τους να σφίγγονται. 'Ενας σφυριχτός ήχος ακούστηκε από το τσεκούρι που έσχισε τον αέρα και καρφώθηκε στον λαιμό του. Γύρισε παραπατώντας με μάτια γουρλωμένα από την έκπληξη, μην μπορώντας να πιστέψει αυτό που είχε συμβεί και έβαλε τα χέρια του στον λαιμό του προσπαθώντας να εμποδίσει το αίμα που ξεπηδούσε και μαζί την ζωή του, που χάνονταν ανάμεσα από τα δαχτυλά του. Σωριάστηκε βαριά στο έδαφος την ίδια στιγμή που οι συντρόφοι του τραβούσαν τα σπαθιά τους. Ο άντρας τεμάχιζε την άλκη διαλέγοντας τα καλύτερα κομμάτια κρέατος, όταν το στήθος του σφίχτηκε λες και παγωμένα χέρια μόλις είχαν πιάσει την καρδιά του. Σήκωσε το κεφάλι και αφουγκράστηκε, σαν να περίμενε κάποιον να του εξηγήσει τον λόγο αυτής της ξαφνικής ανυσηχίας που τον κυρίεψε. Πήρε μερικές βαθιές ανάσες, αλλά αντί η δυσοίωνη αίσθηση να υποχωρήσει, γιγαντώθηκε. Κάτι είχε συμβεί, κάτι πολύ άσχημο. Το σκυλί τον κοίταξε, έβγαλε ένα λυπημένο γρύλισμα και μετά στράφηκε προς την μεριά που είχαν έρθει, προς την μεριά που βρισκόταν το σπίτι. Η αίσθηση έγινε βεβαιότητα, ένα απίστευτο βάρος που τον εμπόδιζε να πάρει ανάσα και ήταν έτοιμο να τον συνθλίψει. Καταφέρνοντας να σπάσει την παράλυση που τον είχε παγώσει, βρέθηκε να τρέχει πίσω προς το σπίτι, με τον σκύλο μπροστά του. Κρύος ιδρώτας τον είχε λούσει, η καρδιά του σφυροκοπούσε στο στήθος του και το μυαλό του γέμισε η εικόνα του γιού του. Έτρεχε όσο μπορούσε πιο γρήγορα μην δίνοντας καμιά σημασία στο χιόνι που τώρα έπεφτε πιο έντονο και τον δυσκόλευε, έπεφτε αλλά σηκωνόταν αμέσως χωρίς να σταματήσει και έκανε ξανά και ξανά την ίδια σκέψη, λες και θα την ανάγκαζε να πραγματοποιηθεί μόνο με την δύναμη της θέλησης... δεν γίνεται η μοίρα να είναι τόσο σκληρή, δεν γίνεται. Πρώτα μύρισε τον καπνό και πλησιάζοντας είδε την φωτιά που έκαιγε το σπίτι του, φλόγες το είχαν ζώσει τριζοβολόντας, κάνοντας ήδη μερικά δοκάρια να είναι έτοιμα να καταρρεύσουν, ενώ πυκνός καπνός σηκωνόταν μαυρίζοντας τον ήδη σκοτεινό ουρανό. 'Ετρεξε έτοιμος να χωθεί μέσα στο σπίτι που καιγόταν, όταν πρόσεξε μια πεσμένη φιγούρα, πλησίασε έντρομος και είδε έναν άνδρα να κοίτεται νεκρός, κρατώντας τον λαιμό του και λίγο πιο πέρα.. Ο ήχος της πυρκαγιάς που κατέτρωγε το σπίτι εξαφανίστηκε, δεν μπορούσε να ακούσει τίποτα, ούτε καν τους χτύπους της καρδιάς του που μέχρι πριν λίγο βροντοχτυπούσε στο στήθος του, κάνοντας το να είναι έτοιμο να εκραγεί. Τα χρώματα ξεθώριασαν στα μάτια του, το μόνο που έβλεπε ήταν το βαθύ κόκκινο πάνω στο λευκό του χιονιού, το κόκκινο του αίματος. Τόσο αίμα, μα πως είναι δυνατόν ένα τόσο μικρό πλάσμα να έχει τόσο αίμα; Κοιτόταν σε μια λίμνη αίματος που είχε ποτίσει το χιόνι ολόγυρά του...κόκκινο στο λευκό. Έπεσε στα γόνατα και χάιδεψε το αγαπημένο πρόσωπο όπως είχε κάνει τόσες φορές, μεριάζοντας τα κολλημένα από το αίμα μαλλιά, απαλά, προσεκτικά, φοβούμενος μην τον ξυπνήσει. Αλλά μετά πρόσεξε τα μάτια που ήταν ακόμα ανοιχτά...και τα έκλεισε. Αγκάλιασε τον γιο του και ένας λυγμός συντάραξε το κορμί του, τα μάτια του θόλωσαν, αλλά δεν άφησε τα δάκρυα του να κυλήσουν. Δεν υπήρχε τώρα καιρός για θρήνο, η παγωνιά που τον είχε κυριεύσει είχε δώσει την θέση της σε μια φωτιά που είχε αρχίσει να τον καίει. Τον άφησε μαλακά στο χιονισμένο έδαφος, κοίταξε τις παλάμες του που ήταν γεμάτες από το αίμα του γιου του, έκλεισε το πρόσωπο του μέσα τους και το έβαψε με αυτό. Μετά σηκώθηκε και μπήκε στο σπίτι που φλέγονταν. Ο σκύλος πλησίασε το αγόρι, το έσπρωξε με την μουσούδα του και έβγαλε ένα σιγανό γάβγισμα προσπαθώντας να τον ξυπνήσει. Μετά του έγλειψε το πρόσωπο, το αγόρι πάντα ξεκαρδιζόταν στα γέλια όταν το έκανε αυτό, προσπαθώντας παράλληλα να τον σπρώξει μακριά, αλλά τώρα έμεινε ακίνητο ,παγωμένο. Κλαψουρίζοντας ξάπλωσε βάζοντας το κεφάλι του πάνω στο στήθος του αγοριού. Ο άντρας βγήκε από το σπίτι την ώρα που ένα μέρος της σκεπής κατέρεε με θόρυβο, κρατώντας κάτι στην αγκαλιά του. Ήταν μακρύ, ογκώδες, τυλιγμένο με δέρματα που ήταν γεμάτα σκόνες και ιστούς από αράχνες λες και ήταν κρυμένο σε κάποιο ανήλιαγο μέρος για πολύ καιρό. Το ακούμπησε στο έδαφος - το σκυλί σήκωθηκε και το μύρισε με ενδιαφέρον - το ξετύλιξε και κοίταξε τα όπλα που είχε να δει από την μέρα που γεννήθηκε ο γιός του και είχε αποφασίσει να αφήσει την παλιά ζωή του πίσω. Τα μικρά τσεκούρια με την γυριστή λάμα, το κοντό στιλέτο και ο μεγάλος διπλός πέλεκυς, ήταν ακριβώς στην κατάσταση που τα είχε αφήσει, ούτε ένα ψεγάδι δεν είχαν αφήσει πάνω τους τα χρόνια που είχαν περάσει. Πέρασε τα τσεκούρια και το στιλέτο στην ζώνη του, που εδώ και χρόνια χρησιμοποιούσε μόνο για το κυνήγι και άδραξε τον πέλεκυ, ζυγιάζοντας το τόσο γνώριμο βάρος του.Τον άφησε στο έδαφος και σκέπασε το σώμα του γιού του με τα δέρματα, και αυτά τα κάλυψε με χιόνι. Έλπιζε να το προστατεύσει έτσι από τυχόν ζώα, γιατί η νεκρική πυρά έπρεπε να περιμένει. Σήκωσε πάλι τον πέλεκυ και πήγε στο πτώμα του άνδρα. Ο σκύλος κοίταξε τον κύριο του που ήταν σκυμένος πάνω από το σώμα και κατάλαβε πως είχαν άλλο ένα κυνήγι να κάνουν σήμερα. Πλησίασε και μύρισε, έπιασε αμέσως την μυρωδιά και απομακρύνθηκε τρέχοντας, σταματώντας κάθε τόσο για να δει αν τον ακολουθούσε. Αν και το χιόνι έπεφτε πυκνό δεν είχε καλύψει τελείως τα ίχνη των αντρών αφού ήταν αρκετοί και το μονοπάτι που είχαν δημιουργήσει στο χιόνι ήταν ακόμα ορατό, το να το ακολουθήσουν ήταν αρκετά εύκολο. Οδηγούσε βόρεια από το σπίτι, δείχνοντας ότι ήθελαν να βρούν το μονοπάτι που θα τους οδηγούσε έξω από το δάσος, αλλά ή ένταση της χιονοθύελλας που πλέον μαστίγωνε την περιοχή σίγουρα θα τους ανάγκαζε να αναζητήσουν καταφύγιο. Ο άντρας ήξερε πως το πιο πιθανό μέρος ήταν η σπηλιά και τα ίχνη κατευθύνονταν ακριβώς προς τα εκεί. Πλησίασαν προσεκτικά το άνοιγμα της σπηλιάς, χωρίς να αντιληφθούν κάποιον φρουρό, οι ληστές μάλλον ήταν σίγουροι πως κανένας δεν θα τους ακολουθούσε μέσα στη χιονοθύελλα. Μπήκαν μέσα και λίγα μέτρα πιο πέρα είδαν κάποιον που είχε στηρίξει την πλάτη του στον τοίχο της σπηλιάς και είχε αποκοιμηθεί. Ο άντρας τράβηξε το στιλέτο από την ζώνη του, τον πλησίασε αθόρυβα και του κάλυψε το στόμα με την παλάμη του. Όταν ο άλλος ξύπνησε με τα μάτια διάπλατα από τον τρόμο, τον κοίταξε για λίγο και μετά του κάρφωσε το στιλέτο στον λαιμό.Όταν έπαψε η λίγη αντίσταση, ο άντρας πήρε τον πέλεκυ και.. Οι ληστές είχαν προχωρήσει λίγο βαθύτερα στην σπηλιά, είχαν ανάψει μια μικρή φωτιά και είχαν ξαπλώσει γύρω της, όταν κάτι έπεσε μέσα της με θόρυβο σηκώνοντας σπίθες στον αέρα. Πετάχτηκαν όρθιοι και είδαν δύο γνώριμα πρόσωπα . Τα κεφάλια του φρουρού που είχε μείνει στην είσοδο της σπηλιάς και του συντόφου τους που το αγόρι σκότωσε στο σπίτι, τους κοίταζαν με άδεια βλέμματα. Και λίγο πιο πέρα στέκοταν ένας μεγαλόσωμος άντρας με κόκκινο σαν δαίμονα πρόσωπο, κρατώντας έναν τεράστιο διπλό πέλεκυ. Όπλα τραβήχτηκαν,κατάρες και απειλές γέμισαν τον χώρο, ο άντρας όμως έμεινε ακίνητος, αμίλητος, παρατηρώντας. Ένας από τους ληστές, ίσως πιο θαραλέος από τους υπόλοιπους ή τελείως τρομοκρατημένος για να σκεφτεί λογικά, έβγαλε μια κραυγή και όρμησε τρέχοντας κατά μέτωπο, σηκώνοντας το σπαθί πάνω από το κεφάλι του. Ο άντρας τίναξε το χέρι του, ένα τσεκούρι έσχισε τον αέρα στριφογυρνώντας και καρφώθηκε στο μέτωπο του ληστή που σταμάτησε απότομα λες και έπεσε σε έναν αόρατο τοίχο, τα πόδια του σηκώθηκαν μπροστά και έπεσε με την πλάτη στο έδαφος. Δύο επιτέθηκαν ταυτόχρονα και ο άντρας βρέθηκε σε θέση άμυνας να αποκρούει και να αποφεύγει χτυπήματα και σε λίγο ο ένας βρέθηκε από πίσω του έτοιμος να χτυπήσει, όταν ο σκύλος όρμησε με ένα άγριο γρύλισμα και τον ανάγκασε να στρέψει πάνω του την προσοχή του. Αυτή η στιγμή ήταν το μόνο που χρειάστηκε για να ρίξει μια δυνατή κλωτσιά στο γόνατο του δεύτερου ληστή, κάνοντάς τον να πέσει βρίζοντας προς τα πίσω και μετά να κατεβάσει τον πέλεκυ στον λαιμό του πρώτου. Το χτύπημα δεν ήταν καθαρό, όπως το ήθελε, αφού τον βρήκε στην βάση του λαιμού, συντρίβοντας την κλείδα και τα πρώτα κόκκαλα του θώρακα. Όταν τον τράβηξε, έμεινε μια ορθάνοιχτη πληγή που έχασκε αιμοραγώντας. Ο κακοποιός σωριάστηκε στο έδαφος και λίγο πριν πνιγεί από το ίδιο του το αίμα, το τελευταίο πράγμα που είδε και ένιωσε ήταν τα σαγόνια του σκύλου να κλείνουν στο προσωπό του. Ο άντρας αφού απόκρουσε εύκολα μια σπαθιά του δεύτερου ληστή που είχε ξανασηκωθεί, του κατάφερε ένα δυνατό χτύπημα με την βάση του πέλεκυ του στο πρόσωπο. Η μύτη διαλύθηκε και χώθηκε σχεδόν ολόκληρη στο κρανίο, δόντια πετάχτηκαν και ο ληστής έπεσε στα γόνατα ουρλιάζοντας κρατώντας το κατεστραμένο προσωπό του. Το επόμενο χτύπημα αποχώρισε το κεφάλι αλλά και τα χέρια που το κρατούσαν. Κατευθύνθηκε στον επόμενο κακοποιό, που τον περίμενε χτυπώντας με το τσεκούρι του την ασπίδα του και μετά όρμησε ρίχνωντας μια δυνατή ανάποδη τσεκουριά που ο άντρας απέφυγε και έτσι τον άφησε ακάλυπτο. Ο πέλεκυς έκανε μια ολόκληρη στροφή γύρω από το σώμα του άντρα που τον κατέβασε με δύναμη. Τόσο τρομακτικό ήταν το χτύπημα που η ασπίδα κοματιάστηκε, ο αλυσιδωτός θώρακας που ο ληστής φορούσε από μέσα διαπεράστηκε, τα πλευρά τσακίστηκαν σαν κλαδάκια, η καρδιά διαλύθηκε και ο ληστής ήταν νεκρός πριν καν πέσει στο έδαφος. Ένας μόνο ληστής είχε μείνει ζωντανός , ήταν ψηλός και γεροδεμένος, είχε από ένα κοντό σπαθί σε κάθε χέρι και τον περίμενε σε αμυντική στάση. Προχώρησε προς το μέρος του και τότε πρόσεξε το μενταγιόν που φορούσε στον λαιμό του, το μενταγιόν με τον λύκο που ανήκε στον γιό του και του το είχε φτιάξει ο ίδιος. Η οργή φούντωσε μέσα του και θόλωσε την κρίση του, η επίθεση του ήταν άστοχη και άφησε την δεξιά πλευρά του ακάλυπτη. Το σπαθί τον βρήκε χαμηλά στα πλευρά και ο πόνος τον δάγκωσε αλλά συγχρόνως του καθάρισε το μυαλό. Απέφυγε το επόμενο χτύπημα και ανταπόδωσε με ένα δικό του που βρήκε τον αντίπαλο του πίσω από το δεξί γόνατο, το πόδι πετάχτηκε στον αέρα στριφογυρνώντας και ο ληστής έπεσε κάτω ουρλιάζοντας. Την επόμενη φορά που κατέβηκε ο πέλεκυς αποχώρισε το δεξί χέρι λίγο κάτω από τον ώμο. Στάθηκε πάνω από τον άντρα που σφάδαζε και ακόμα κρατούσε ένα σπαθί στο χέρι που του είχε απομείνει και το πέταξε μακριά κλωτσώντας το. Μετά έπεσε πάνω του και τύλιξε τα χέρια του στον λαιμό του. Εκείνος προσπάθησε να αντισταθεί χτυπώντας τον στον πρόσωπο αλλά αυτό δεν τον ενόχλησε ιδιαίτερα. Έσφιγγε όλο και πιο πολύ κάνοντας το πρόσωπο του άντρα να μελανιάσει και τις φλέβες να πεταχτούν, τα μάτια του γούρλωσαν και αυτός τα κοιτούσε προσεκτικά. Όταν είδε το τελευταίο ίχνος ζωής να κοντεύει να στραγγίσει από μέσα τους, του ψιθύρισε στο αυτί μόνο μια λέξη...« Έρικ»...και μετά τράβηξε το μενταγιόν από το λαιμό του. Οι φλόγες της νεκρικής πυράς του αγοριού το τύλιξαν τριζοβολώντας, εξαγνίζοντάς το, όπως έλεγαν οι σοφοί. Ο άντρας προσπάθησε να σκεφτεί κάτι που είχε κάνει ο γιός του και θα έπρεπε να εξαγνιστεί για αυτό, αλλά δεν βρήκε κάτι. Ήξερε ότι ο Έρικ αναπαύοταν ήσυχος ότι οι φονιάδες του είχαν πληρώσει. Τα κεφάλια τους βρισκόταν στα πόδια του, έξω από την νεκρική πυρά, κανένας εξαγνισμός για αυτούς. Έβαλε το χέρι στην πληγή που είχε ανοίξει, έκατσε καταγής και με τον σκύλο δίπλα του παρακολούθησαν τον καπνό της νεκρικής πυράς να υψώνεται στον ουρανό. SymphonyX13 Σεπτέμβρης 2014 Edited July 30, 2015 by SymphonyX13 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
elgalla Posted July 30, 2015 Share Posted July 30, 2015 Καταρχήν, αν δεν το γνωρίζεις ήδη, ρίξε μια ματιά σ' ένα platform παιχνιδάκι που λέγεται Never Alone, αν σου αρέσει αυτό το στυλ είμαι βέβαιη πως θα απολαύσεις την εκπληκτική και πολύ συγκινητική ιστορία του γιατί το διήγημά σου κάπως μου το έφερε στο νου. Τώρα, στα του κειμένου σου: (1) Ο τίτλος μου έδωσε την αίσθηση πως απλά δεν μπορούσες να βρεις κάτι καλύτερο και έδωσες το πρώτο όνομα που σου ήρθε στο διήγημα. Πιστεύω πως, αν θες οπωσδήποτε να τον κρατήσεις, τότε χρειάζεται πολύ περισσότερη δύναμη και ένταση στη σκηνή της εκδίκησης. (2) Πρέπει (πρέπει) να κόψεις όλα τα θαυμαστικά από το κείμενό σου. Δεν ταιριάζουν σε καμία από τις περιπτώσεις που τα έχεις χρησιμοποιήσει. Για να σε βοηθήσω, θαυμαστικά (όπως και ερωτηματικά) βάζε μόνο όταν υπάρχει κάποιος για να θαυμάζει (ή να ρωτάει), δηλαδή κάποιος χαρακτήρας που μιλάει ή σκέφτεται και βλέπουμε τις σκέψεις του ή ο αφηγητής της ιστορίας. Έτσι στο άσχετο μέσα στο κείμενο δίνουν ένα αποτέλεσμα κάπως... πώς να το πω, λυκειακό. (3) Θα ήθελα περισσότερες λέξεις σ' αυτό το διήγημα για να δουλέψει όπως χρειάζεται. Περισσότερες λέξεις για τον πιτσιρικά που πεθαίνει, περισσότερες λέξεις για τον πατέρα που τον μεγαλώνει μόνος (;) του και γιατί, γιατί ζουν μόνοι τους και όχι σε οικισμό, περισσότερο χτίσιμο χαρακτήρων που θα μας κάνει να καταλάβουμε τις πράξεις τους και να πονέσουμε με το θάνατο του μικρού (όχι, το ότι είναι παιδί δεν πιάνει από μόνο του), αλλά και να μη θεωρήσουμε τον πατέρα ανόητο που πάει μόνος του μέσα στη θύελλα να τα βάλει με μια συμμορία για να εκδικηθεί, αντί να ζητήσει βοήθεια από άλλους. Επίσης, η ίδια η σκηνή της εκδίκησης έρχεται πολύ γρήγορα, θα ήθελα να τον δυσκόλευες λίγο στο να τους βρει. Γενικά, περισσότερο background και περισσότερο characterization θα κάνουν θεαματική διαφορά σ' αυτό το διηγηματάκι, του οποίου η βάση είναι έτσι κι αλλιώς καλή. Η γραφή σου είναι στρωτή και τρέχει, πράγμα καλό, και, εμπιστέψου με, θα φαίνεται πολύ πιο ώριμη κόβοντας όλα αυτά τα θαυμαστικά. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted July 30, 2015 Author Share Posted July 30, 2015 (edited) Σε ευχαριστώ πολύ Αταλάντη για τις μια ακόμα φορά πολύτιμες παρατηρήσεις και συμβουλές σου. Αυτό που είναι εύκολο να διορθώσω, ήδη το έκανα, δεν υπάρχουν πλέον θαυμαστικά! Ωπ, ούτε αυτό που μόλις έβαλα ταιριάζει, έτσι; :rofl: Τώρα όσο για τα υπόλοιπα, ο τίτλος μου φάνηκε ταιριαστός με την σκηνή του τέλους και δεν έψαξα και πολύ για κάτι καλύτερο, να σου πω την αλήθεια. Στην αρχική εκδοχή της ιστορίας είχα μάλιστα δώσει άλλα δύο ονόματα, στο σκύλο και στο πρώτο ληστή, αλλά μετά από πολύ σωστή παρατήρηση του Σπύρου τα αφαίρεσα, δίνοντας έτσι μεγαλύτερη έμφαση στην "λέξη". Πιο πολύ background και ανάπτυξη χαρακτήρων δεν ήθελα να δώσω, θέλοντας να είναι γρήγορη, άμεση και να εστιάσω στα βασικά γεγονότα. Σίγουρα αν είχε μεγαλύτερη έκταση θα ήταν απαραίτητα και τα δύο. Eπίσης από τις πρώτες μου ιστορίες, που ήταν στην ουσία περιγραφή γεγονότων, χωρίς ιδιαίτερη ανάπτυξη χαρακτήρων, ίσως από την μία γιατί θεώρησα ότι δεν χρειαζόταν η ιστορία ή από την άλλη επειδή δεν ημουν σε θέση να κάνω ακόμα.Κάτι που προσπάθησα να διορθώσω σε αυτές που ακολούθησαν από την αμέσως επόμενη μάλιστα. Και πάλι σε ευχαριστώ πολύ για την ανάγνωση και τα σχόλια. Υ.Γ. Ακουστά το έχω το "Never Alone"(και μάλιστα έχω ακούσει πολύ καλά πράγματα) αλλά δεν το έχω παίξει... Edited July 30, 2015 by SymphonyX13 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
elgalla Posted July 30, 2015 Share Posted July 30, 2015 Επίσης, ήθελα να στο πω, μου θύμισε και το ποίημα του Frost που έχεις σαν υπογραφή η αρχή του και μάλιστα το σκέφτηκα προτού προσέξω πως το είχες σαν υπογραφή, which is totally weird Τώρα, για τα υπόλοιπα που λες, τα κατανοώ και συμφωνώ εν μέρει γιατί μπορώ να καταλάβω το να νιώθει κάποιος αγάπη για ένα κείμενο και να το αγαπάει όπως είναι και να μην του πάει καρδιά να το πειράξει. Και, βέβαια, είναι σημαντικό να κρατάμε αρχείο της εξέλιξής μας. Από την άλλη, αν αγαπάμε πολύ μια ιστορία, γιατί να μην την επισκεφτούμε ξανά όταν είμαστε μεγαλύτεροι και πιο έμπειροι και καλύτεροι σ' αυτό που κάνουμε και μπορούμε να την αποδώσουμε με όλο το οπλοστάσιο που πλέον διαθέτουμε; Δεν σου λέω, εννοείται, πως το ένα είναι σωστό και το άλλο λάθος, έχει να κάνει καθαρά με το πώς νιώθεις. Απλά σκέψου το. Και το Never Alone να το παίξεις 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Blacksword Posted October 18, 2015 Share Posted October 18, 2015 Ο μανιακός δολοφόνος με το... τσεκούρι. Πολύ αίμα λέμε!! χαχα Σοβαρά όμως, είναι ωραία ιστοριούλα, γρήγορη και με μπόλικη δράση. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted October 18, 2015 Author Share Posted October 18, 2015 Όντως είναι αιματηρή ιστορία! Νομίζω όμως, πως περισότερο αίμα έχει χυθεί στον "Κλέφτη..." και στην "Τέλεια Νύχτα" αν και είναι τελείως διαφορετικές ιστορίες, τόσο αναμεταξύ τους, όσο και με την "Λέξη". Σε ευχαριστώ πολύ για την ανάγνωση και το σχόλιο, για άλλη μια φορά! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Solonor Posted October 20, 2015 Share Posted October 20, 2015 (edited) Ξεκινάει με τη χειρότερη πρόταση του διηγήματος:Πρώτες σκόρπιες, βαρύ μελανιασμένο και στριφογυρίζοντας σαν ψυχές. Το ξεκίνημα μιας ιστορίας είναι η διαφήμισή της. Δεν θες να πάρει ο αναγνώστης αμυντική στάση απέναντί της. Ένας καλός μπούσουλας είναι στη διόρθωση να κόβεις όλες τις βαρύγδουπες φράσεις από το ξεκίνημα. Αφού το κάνεις αυτό, μπορείς να τις κόψεις κι από το υπόλοιπο κείμενο –το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει πολλές. Η γραφή είναι αμήχανη στην αρχή αλλά στρώνει κάπως στη συνέχεια. Με σειρά του τι θα ήθελα να βελτιώσεις περισσότερο, έχει κλισέ, προτάσεις με ίδιο ρυθμό στη σειρά, κάποιες μπερδεμένες στιγμές και αγγλισμούς. Και ο ένας μονόλογος ήθελε λίγη περιποίηση. Ωστόσο μου άρεσε ότι έχει μια γενική αίσθηση του ρυθμού στην πρόζα, πού πρέπει να είναι γρήγορες οι προτάσεις, πού μεγάλες. Γενικά η πρόζα ταίριαζε στο κλίμα. Η δράση λειτουργεί και δεν με κούρασε. Η αντίδραση του παιδιού ήταν ωραία σκηνή, όπως και το γεγονός πως ο τύπος δεν έκαψε τα κεφάλια. Συμπαθητική ιστορία, έχει αρχή, μέση και τέλος. Της λείπει μια έκπληξη. Edited October 20, 2015 by Solonor 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted October 20, 2015 Author Share Posted October 20, 2015 Σε ευχαριστώ πολύ για την ανάγνωση, καθώς και τα σχόλια, που σίγουρα θα μου είναι χρήσιμα. Ομολογώ ότι δεν είχα σκεφτεί ποτέ αυτό που αναφέρεις για την αρχή μιας ιστορίας και σίγουρα θα το λάβω υπόψιν σε προσεχείς προσπαθειές μου. Και πάλι σε ευχαριστώ τόσο για την επισήμανση των θετικών σημείων της ιστορίας, αλλά πολύ περισσότερο των αρνητικών. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.