SymphonyX13 Posted August 20, 2015 Share Posted August 20, 2015 (edited) Όνομα Συγγραφέα:SymphonyX13Είδος:Tρόμου με χιουμοριστικά στοιχείαΒία; ΝαιΣεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων:3323Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Η τελευταία ιστορία που έχω γράψει με πρωταγωνιστή τον φίλο μου τον Σπύρο (MadnJim). Mετά την χιουμοριστική "Τέλεια μέρα" είπα να τον παιδέψω με άλλου είδους τρόπους, πιο τρομακτικούς και βασιζόμενος σε μια αγαπημένη του ασχολία, σκάρωσα την "Τέλεια Νύχτα." Ελπίζω να σας διασκεδάσει. Όπως πάντα, ευπρόσδεκτα τα πολύτιμα για μένα σχόλια σας.Αρχείο : Μια τέλεια νύχτα...doc Μια τέλεια νύχτα Το ζόμπι όρμηξε μουγκρίζοντας εναντίον του, αλλά αυτός το απέφυγε και με μερικούς πυροβολισμούς, το ξεφορτώθηκε όσο μπορούσε πιο γρήγορα. Παντού ολόγυρά του στο παλιό θέατρο, ζόμπι έσπαγαν τις σανίδες που ήταν καρφωμένες πρόχειρα στα ανοίγματα ή δημιουργούσαν νέα, απλά σπάζοντας τους τοίχους. Έτρεξε γρήγορα για να αποφύγει ένα μπουλούκι από δαύτα ,που θα μπορούσαν να τον παγιδεύσουν και στρίβοντας σε μια γωνία, έπεσε μούρη με μούρη πάνω σε ένα, που του κατάφερε δυο δυνατά χτυπήματα. Οπισθοχώρησε αμέσως, το γέμισε σφαίρες και ολοκλήρωσε την δουλειά με το αγαπημένο του μαχαίρι. Συνέχισε να τρέχει στους δαιδαλώδεις διαδρόμους, σκοτώνοντας ή αποφεύγοντας όπου χρειαζόταν τις ορδές των νεκροζώντανων, που ο μοναδικός λόγος ύπαρξης που είχαν, ήταν να τον κάνουν κομματάκια. Τρεις απο αυτούς τον κύκλωσαν και του επιτέθηκαν όσο πιο γρήγορα τους επέτρεπαν τα σαπισμένα τους κουφάρια. "Τι να μου πείτε και εσείς για την απέθαντη ζωή σας" σκέφτηκε αυτός και τα γέμισε κουμπότρυπες. Ανέβηκε τρέχοντας μια σκάλα, που τα σαρακοφαγωμένα σκαλοπάτια της έτριζαν κάτω από το βάρος του και έτρεξε στο πλησιέστερο σημείο που μπορούσε να προμηθευτεί πυρομαχικά. Πήρε όσα μπορούσε να κουβαλήσει, διάλεξε αυτή τη φορά το αγαπημένο του ΜΡ40, γύρισε γρήγορα για να καταφέρει ένα εντυπωσιακό headshot σε ένα ζόμπι που τον είχε πλησιάσει επικίνδυνα και τότε ένας τσιτσιριστός ήχος ακούστηκε, ενώ μια ευωδιαστή μυρωδιά γέμισε τα ρουθούνια του. Ο Σπύρος πάτησε "παύση", μια και μπορούσε να το κάνει αφου έπαιζε offline, ακούμπησε στο τραπεζάκι το ταλαιπωρημένο, αλλά τόσο πιστό και ευτυχώς ανθεκτικό χειριστήριο του PS3 του και φώναξε στην Γιώτα: «Βρε μωρό μου, τι μαγειρεύεις και μου έχεις σπάσει την μύτη;» «Καλά, δεν κατάλαβες; Μπριζολάκια σβησμένα με κρασί, το αγαπημένο σου» του απάντησε αυτή. Πετάχτηκε πάνω σαν ελατήριο, πήγε τρέχοντας στην κουζίνα και έβαλε την μούρη του πάνω από το τηγάνι, μυρίζοντας σαν κυνηγόσκυλο που έπιασε μια μυρωδιά, απολαμβάνοντας τις οσμές που αναδύονταν. «'Ελα, φύγε από εκεί, δεν είναι έτοιμο ακόμα και μάζεψε τα σάλια σου, δεν χρειάζεται νερό το φαγητό " του είπε η Γιώτα σπρώχνοντας τον παιχνιδιάρικα. «Πήγαινε να συνεχίσεις το Kino..., έχεις ακόμα λίγη ώρα.» Αυτός την αγκάλιασε ,της έδωσε ένα γρήγορο φιλί και μετά γύρισε στον καναπέ, έκατσε αναπαυτικά και συνέχισε την εξολόθρευση των ναζί-ζόμπι, που ήταν η αγαπημένη gaming ασχολία γι' αυτόν και για την Γιώτα. Προχώρησε στον κατεστραμμένο διάδρομο που βρίσκοταν μπροστά του, γαζώνοντας τέσσερα ζόμπι που του επιτέθηκαν σπάζοντας τους τοίχους δεξιά και αριστερά του και περνώντας τα απομεινάρια μια δίφυλης πόρτας, κατέβηκε μια στριφογυριστή σκάλα και βρέθηκε σε μια αίθουσα με κουρελιασμένες σβάστικες στους τοίχους και επιστημονικό εξοπλισμό, που θα μπορούσε να ανήκει στον Δόκτωρ Φράνκεσταιν. Με το που έφτασε στο κέντρο της αίθουσας, πολλά ζόμπι με κόκκινα μάτια και φθαρμένες στολές, άρχισαν να εμφανίζονται από εισόδους παντού ολόγυρά του. Ανάμεσα τους υπήρχαν και μερικά γυμνά, τερατώδη πλάσματα που προχωρούσαν στα τέσσερα. «Τώρα θα δουν τι θα πάθουν» είπε στην Γιώτα, «όταν καθαρίσω και αυτό το επίπεδο θα κάνω ρεκόρ αφού θα φτάσω τα τριάντατρία!» «Αχ βρε μωράκι μου, τι να μου πουν τα τριάντατρία σου επίπεδα;» του απάντησε περιπαιχτικά, θυμίζοντας του ότι αυτή είχε ήδη φτάσει τα τριάνταέξι. «Χαχαχα, έχεις δίκιο Γιώτα μου» είπε ο Σπύρος μελιστάλαχτα.... και μετά μουρμούρισε χαμηλόφωνα μέσα από τα δόντια του....«Τα τριάντατρία μου επίπεδα....γρου,γρου,γρου....ξέρεις τι σου λένε τα τριάντατρία μου επίπεδα;» «Είπες κάτι;» «Εε...όχι, όχι τίποτα....ΟΧΙ ΤΩΡΑ ΒΡΕ ΓΑΜΩΤΟ!» φώναξε, αφού στην οθόνη της τηλεόρασης τα ζόμπι τον είχαν στριμώξει σε μια γωνία και έτρωγε το ένα χτύπημα μετά το άλλο. «Φύγε από εκεί βρε μα..» είπε στον χαρακτήρα του, λες και αυτός θα μπορούσε να τον ακούσει και να καταφέρει να σωθεί από μόνος του, αλλά ένα τελευταίο χτύπημα από ένα κοκκινομάτικο ζόμπι, μηδένισε και τους τελευταίους πόντους ζωής του. «ΤΟ ΚΕΡΑΤΟ ΜΟΥ ΤΟ ΤΡΑΓΙΟ!» φώναξε νευριασμένος, ενώ άκουγε τα διαβολικά, κοροιδευτικά γέλια των ζόμπι που του έριχναν αλάτι στην πληγή και έκαναν την πίεση του να φτάνει σε επικίνδυνα, για την ηλικία του επίπεδα. «Μωράκι μου πάλι έχασες;» ρώτησε η Γιώτα, « έλα μην στενοχωριέσαι, σε λιγάκι τρώμε», του είπε προσπαθώντας να του φτιάξει την διάθεση. «Τι να μην στενοχωριέμαι...» άρχισε ο Σπυρος και σταμάτησε ,κοιτάζοντας απορημένος την τηλεόραση. Η τελική εικόνα με τα στατιστικά που έλεγαν πόσους γύρους πέρασε, τους πόντους, τα kills και τα headshots, τρεμόπαιξε, μαύρισε και ξαναεμφανίστηκε χωρίς να αναφέρει τώρα καμιά πληροφορία. Αντί να είναι μια πανοραμική λήψη της αίθουσας που ο παίκτης του πέθανε, η κάμερα έκανε ένα απότομο, κοντινό ζουμάρισμα και έδειξε το πτώμα του χαρακτήρα, να το ξεσκίζουν τα ζόμπι που είχαν πέσει πάνω του και το είχαν καλύψει, κάτι που δεν είχε δει ποτέ ξανά στις εκατοντάδες, χιλιάδες ώρες που είχε παίξει "Κino Der Toten." «Γιώτα, έλα λίγο εδώ, το έχεις ξαναδεί αυτό; Τι παράξενο glitch που είναι!» Αυτή ήρθε δίπλα του, σκουπίζοντας τα χέρια της με μια πετσέτα και κοίταξε στην οθόνη. Τα ζόμπι ξέσκιζαν τον χαρακτήρα, κόβοντας μεγάλα κομμάτια σάρκας που καταβρόχθιζαν λαίμαργα. Όλο και περισότερα μαζεύονταν και σε λίγο δεν είχε απομείνει τίποτα άλλο από μια λίμνη αίματος, μερικά κουρέλια, το ΜΡ40 που είχε πέσει λίγο πιο πέρα και οι δύο καταματωμένες, στρατιωτικές αρβύλες που στην μία βρισκόταν ακόμα μέσα ένα πόδι. «'Οχι, πρώτη φορά το βλέπω,» είπε η Γιώτα, «κοίτα τι φοβερά γραφικά, λες και βλέπεις ταινία είναι!» Τα ζόμπι είχαν σηκωθεί από το πάτωμα και τριγύριζαν άσκοπα. Πραγματικά έμοιαζαν λες και ήταν σε ταινία τρόμου και όχι σε videogame. Kάθε λεπτομέρεια ήταν τόσο αληθοφανής, που ο Σπύρος και η Γιώτα είχαν απομείνει να κοιτάνε συνεπαρμένοι. Στις φθαρμένες στολές των ναζί, μπορούσαν να παρατηρήσουν από ξηλώματα στις ραφές και τρύπες από σφαίρες, μέχρι λεκέδες από αίμα, που είχαν ξεραθεί και ξεθωριάσει. Στα ίδια τα ζόμπι, έβλεπαν πράγματα που δεν είχαν ξαναδεί και κανένα δεν ήταν ίδιο με κάποιο άλλο, ενώ μέχρι τώρα οι ορδές των ζόμπι ήταν ακριβή αντίτυπα, μερικών βασικών σχεδίων. Ένα από αυτά ήταν καμμένο, με την στολή που φόραγε να έχει καρβουνιάσει και να έχει γίνει σε σημεία, ένα με την λιωμένη σάρκα του, σε ένα δεύτερο έλειπε το σαγόνι και η γλώσσα κρέμοταν, ακουμπώντας νωχελικά στον λαιμό του, ενώ ένα τρίτο προσπαθούσε να προχωρήσει, αλλά γλιστρούσε συνεχώς πάνω στα εντόσθια που κρέμοταν από την ανοιχτή κοιλιά του. Τότε ένα ζόμπι οσμίστηκε τον αέρα, γύρισε και κοίταξε κατευθείαν στην κάμερα, έμεινε για λίγο ακίνητο και μετά άρχισε να κατευθύνεται προς αυτήν. Κάθε τρεμάμενο βήμα το έφερνε όλο και πιο κοντά, μέχρι που έφτασε να έχει κολλήσει σχεδόν το πρόσωπο του στην οθόνη της τηλεόρασης που κοίταζαν ο Σπύρος και η Γιώτα. Κοίταξε προς τα πάνω, λες και εξέταζε το πλαίσιο της τηλεόρασης και το βλέμμα του διέτρεξε όλο το περιγραμμά του. «Σπύρο, τι γίνεται εδώ;» πρόλαβε να ρωτήσει η Γιώτα, πριν το ζόμπι πάρει φόρα και ρίξει μια κεφαλιά προς στην κάμερα. Η 32άρα Samsung ταρακουνήθηκε και θα είχε πέσει, αν την βάση της δεν έδεναν στο περιστρεφόμενο ξύλινο μέρος του επίπλου, δύο υφασμάτινες ειδικές λωρίδες που είχε βάλει ο Σπύρος για τον φόβο κάποιου σεισμού. Το εσωτερικό μερος της οθόνης στο σημείο που το ζόμπι έριχνε συνεχόμενες κεφαλιές, γέμισε αίματα που άρχισαν να τρέχουν προς τα κάτω, ενώ τρίχες έμειναν κολλημένες πάνω της. Ένα ακόμα χτύπημα και η οθόνη ράγισε, κάνοντας ομόκεντρους κύκλους, αλλά συνέχιζε να λειτουργεί κανονικά, ενώ ματωμένες παλάμες την γέμισαν, αφού δύο ακόμα απέθαντοι είχαν ερθει κοντά στον πρώτο και προσπαθούσαν ψάχνοντας με τα χέρια, να βρουν κάποιο άνοιγμα. Ο Σπύρος και η Γιώτα είχαν μείνει παγωμένοι, ανήμποροι να κινηθούν, μην μπορώντας να πιστέψουν αυτό που έβλεπαν, μέχρι που μετά από ένα τελευταίο χτύπημα, η οθόνη της τηλεόρασης διαλύθηκε με έναν εκκωφαντικό θόρυβο και έκαναν φοβισμένοι μερικά βήματα προς τα πίσω. Θραύσματα γυαλιού γέμισαν το πάτωμα, σπίθες πετάγονταν,κοφτοί, σύντομοι ήχοι βραχυκυκλώματος ακούγονταν και τότε ανάμεσα από τους καπνούς που στριφογύριζαν στον αέρα, δυο χέρια πετάχτηκαν, έπιασαν το πλαίσιο της τηλεόρασης και μια φρικτή μορφή εμφανίστηκε να βγαίνει από μέσα της. Έγειρε μπροστά και σωριάστηκε με θόρυβο στο πάτωμα, έμεινε για λίγο κάτω και μετά ανασηκώθηκε αργά. Κομματάκια γυαλιού είχαν κολλήσει στο διαλυμένο πρόσωπο, το μέτωπο είχε βαθουλώσει από τις κεφαλιές, και η μύτη είχε εξαφανιστεί έχοντας χωθεί σχεδόν όλόκληρη στο κρανίο. Το ένα μάτι είχε χυθεί αφήνοντας στην θέση του μια ματωμένη τρύπα, ενώ το άλλο καρφώθηκε πάνω τους. Δύο ακόμα ζόμπι είχαν στριμωχτεί και προσπαθούσαν να βγουν από την τηλεόραση μουγκρίζοντας, ενώ το πρώτο άρχισε να κατευθύνεται προς το μέρος τους. Η Γιώτα άρπαξε τον Σπύρο από τον ώμο και τον τράβηξε, οπισθοχωρώντας προς την κουζίνα. Ο Σπύρος έψαχνε απεγνωσμένα να βρει κάτι που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει σαν όπλο..."Το βάζο...όχι πολύ εύθραυστο...το τασάκι... μπα, πολύ μικρό... η βεντάλια... συγκεντρώσου ρε, αέρα θα του κάνεις να κρυολογήσει;" έκανε το μυαλό του τρελές, πανικόβλητες σκέψεις. Τελικά βούτηξε μια καρέκλα, την γύρισε ανάποδα και άρχισε να ρίχνει κλωτσιές σε ένα καρεκλοπόδαρο για να το σπάσει. Λίγο πριν τα καταφέρει, είδε ότι το ζόμπι κόντευε να τον φτάσει και τότε εμφανίστηκε η Γιώτα κρατώντας το καυτό, γεμάτο τηγάνι. Όταν ο Σπύρος κατάλαβε τι είχε σκοπό να κάνει, ένα μακρόσυρτο, απεγνωσμένο "ΜΗΗΗΗΗΗ!" βγήκε από το στόμα του και αμέσως μετά, η Γιώτα άδειασε το περιεχόμενο του τηγανιού πάνω στον νεκροζώντανο. Τα καυτά κομμάτια κρέατος κόλλησαν τσιτσιρίζοντας στο πρόσωπο του, αυτός σταμάτησε, οσμίστηκε τριγύρω, ξεκόλλησε ένα και άρχισε να το τρώει με μουγκρητά απόλαυσης. Ο Σπύρος κατάφερε να ξεριζώσει το καρεκλοπόδαρο και όρμησε στο ζόμπι ουρλιάζοντας: «Όχι τα μπριζολάκια μου ρεεεε!» Βροχή απο χτυπήματα έπεφτε στο ζόμπι που γύρισε την πλάτη, γονάτισε και συνέχισε να τρώει τα μπριζολάκια ανενόχλητο. Πριν ένα τελευταίο δυνατό χτυπημα του ανοίξει το κεφάλι, είχε προλάβει να φάει και το τελευταίο ζουμερό, καλοτηγανισμένο κομμάτι κρέατος. Με το τελευταίο χτύπημα το καρεκλοπόδαρο έσπασε και διαλύθηκε, ο Σπύρος το πέταξε και έτρεξε στην κουζίνα για να βρει κάτι άλλο. Η Γιώτα στήθηκε μπροστά του κράτωντας το άδειο τώρα, βαρύ, αγαπημένο της "Tefal" και όταν ένας απέθαντος την πλησίασε σε απόσταση βολής, το έφερε πίσω από το κεφάλι της (ντουπ!) και το τίναξε πάλι μπροστά με όλη της την δύναμη, ένα δεύτερο "ντουπ" ακούστηκε και το κεφάλι του ζόμπι διαλύθηκε με ένα ηχηρό, υγρό "σπλατς.” Απόρημένη από τον διπλό ήχο, γύρισε και είδε τον Σπύρο να κρατάει το μέτωπο του. «Πονάω, καίγομαι!" φώναζε, «πρόσεχε λίγο βρε Γιώτα!" Αυτή έτρεξε στον Σπύρο, το επόμενο ζόμπι ήταν αρκετά μακριά τους ακόμα, και του κατέβασε τα χέρια από το μέτωπο. «Έλα, άσε με να δω.» Στη μέση του κοκκινισμένου μετώπου του, ένα μεγάλο καρούμπαλο έκανε ήδη την εμφάνιση του και ένα μεγάλο ανάποδο "F" είχε αποτυπωθεί πάνω του. «Έλα, δεν έχεις τίποτα, πάρε αυτό, και άσε εμένα να βρω κάτι άλλο, την ξέρω καλυτερα την κουζίνα» του είπε η Γιώτα και έτρεξε να ανοίξει το μεγάλο συρτάρι. Ο Σπύρος ζύγιασε το βαρύ τηγάνι στα χέρια του και όρμηξε στο καμμένο ζόμπι που είχε πλησιάσει τρικλίζοντας. Το χτύπημα το βρήκε χαμηλά στο πρόσωπο και ήταν τόσο δυνατό, που ήχοι από κόκκαλα να σπάνε ακούστηκαν, το κεφάλι έκανε μια στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών και έμεινε να κοιτάει προς τα πίσω. Το ζόμπι άρχισε τότε να στριφογυρίζει συνεχώς γύρω από τον εαυτό του, σαν σκυλί που κυνηγάει την ουρά του, προσπαθώντας να βρει τον Σπύρο που το αποτελείωσε με δύο ακόμα δυνατά χτυπήματα. Η τηλεόραση ξέρναγε συνεχώς νεκρούς που οι άναρθρες κραυγές τους γέμιζαν το σαλόνι, ήταν λες και οι πύλες της κόλασης είχαν ανοίξει ακριβώς μέσα στο σπίτι. Η Γιώτα ψάχνοντας στο συρτάρι βρήκε ένα μικρό, αλλά βαρύ μπαλνταδάκι, που είχε για να τεμαχίζει συνήθως κοτόπουλα και βρήκε και άλλο ένα εργαλείο που το πέταξε στον Σπύρο. «Πιάσε!» Ο Σπύρος το έπιασε στον αέρα και έμεινε απορημένος να κοιτάει την μακριά πηρούνα με την πράσινη λαβή που κρατούσε στο χέρι του. «Ωραία, και τι θα κάνω τώρα με αυτό, θα τους δοκιμάζω να δω αν γίνανε;» πρόλαβε να πει, πριν ένας νεκρός του ορμήσει μουγκρίζοντας και αυτός αρχίσει να τον τρυπάει συνεχόμενα με την πηρούνα. Και η αχαλίνωτη φαντασία του, φυσικά έκανε τα δικά της και κάθε φορά που τρύπαγε, θυμόταν εκείνον τον ήχο που άκουγε στα κινούμενα σχέδια και έμοιαζε με ήχο ελατηρίου. Ζντόινγκ, ζντόινγκ, ζντόινγκ.."ΨΟΦΑ ΒΡΩΜΟΖΟΜΠΙ!".. ζντόινγκ, ζντόινγκ.. "ΨΟΦΑ!".. ζντόινγκ! Τελικά κατάφερε να βυθίσει την πηρούνα στα μάτια του ζόμπι, που σωριάστηκε με τρυπημένο τον εγκέφαλο και σκέφτηκε κάτι καλύτερο που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει. Παράτησε την πηρούνα καρφωμένη, σηκώθηκε, σπόρισε με το τηγάνι τα μυαλά ενός ακόμα που του επιτέθηκε και κατευθύνθηκε προς την πόρτα, όπου βρισκόταν η ομπρελοθήκη. «Μωρό μου, τι κάνεις;» του φώναξε η Γιώτα, ενώ έκοψε στεγνά το πάνω μέρος του κεφαλιού ενός νεκροζώντανου που την πλησίασε. «Μην φοβάσαι, θα έρθω αμέσως...ΠΡΟΣΕΞΕ!» Ένα ζόμπι είχε πλησιάσει την Γιώτα χωρίς αυτή να το αντιληφθεί και άπλωσε στριγγλίζοντας τα χέρια του πάνω της...που σταμάτησαν ελάχιστα εκατοστά πριν να την πιάσουν. Η Γιώτα γύρισε και κοίταξε απορημένη το πλάσμα που έτρεχε πάνω στα άντερα του, χώρις να μετακινείται ούτε πόντο προς τα εμπρός λες και βρισκόταν σε κυλιόμενο διάδρομο και με ένα δυνατό χτύπημα με τον μπαλντά, του χώρισε το κεφάλι στα δύο σαν καρπούζι. Ο Σπύρος είχε φτάσει στην ομπρελοθήκη αλλά πριν πάρει αυτό που ήθελε, έπιασε το χερούλι της πόρτας και το γύρισε, αν και κάτι μέσα του του έλεγε ότι δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα. Η πόρτα έμεινε κλειστή, μετά τρεμόπαιξε και ένα διάφανο απαγορευτικό σήμα εμφανίστηκε. Από κάτω υπήρχε μια επιγραφή που αναβόσβηνε και έγραφε: "FORBIDDEN EXIT!PLEASE FINISH THE LEVEL FIRST!" Έβρισε μέσα από τα δόντια του, έψαξε ανάμεσα στις ομπρέλες και βρήκε το μπαστούνι του γκολφ. Ο Σπύρος δεν είχε παίξει ποτέ γκολφ στην ζωή του, αλλά όταν είχε δει το μπαστούνι σε μια βιτρίνα, έπρεπε να το αποκτήσει. Δεν ήταν από εκείνα τα μικρά, λεπτά, που ήταν για κοντινές βολές ακριβείας, αλλά από εκείνα με το ογκώδες, ολόκληρη κουμούτσα ήταν, βαρύ κάτω μέρος, για πολύ μακρινές βολές. Το ζύγιασε στα χέρια του και είδε ένα από τα γυμνά πλάσματα να τον πλησιάζει στα τέσσερα. Σημάδεψε προσεκτικά, φώναξε "ΦΟΟΟΟΟΡ!" και έριξε ένα δυνατό χτύπημα με τέλειο στυλ, το αριστερό πόδι έμεινε κολλημένο στο πάτωμα, ενώ το δεξί σηκώθηκε και μόνο η μύτη του παπουτσιού ακουμπούσε κάτω. Το κεφάλι του τέρατος διαλύθηκε και η ορμή του χτυπήματος ήταν τέτοια, που έκανε το σώμα να ανασηκωθεί και να πέσει προς τα πίσω σπαρταρώντας. Απέφυγε ένα ζόμπι που του όρμηξε ουρλιάζοντας και του έριξε ένα δυνατό χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού που εξεράγη. Μυαλά και αίματα γέμισαν τον τοίχο δίπλα του. Άλλο ένα του επιτέθηκε, αλλά πρόλαβε να το χτυπήσει στο πισω μέρος του δεξιού ποδιού, χαμηλά στην φτέρνα. Αυτό έχασε την ήδη φτωχή ισσοροπία του και σωριάστηκε με την πλάτη στο πάτωμα. Η επόμενη μπαστουνιά του διέλυσε το πρόσωπο. «Με είδες μωρό μου; Πάντα ήθελα να το κάνω αυτό» είπε στην Γιώτα όταν έφτασε δίπλα της. «Ναι σε είδα, καλός είσαι, αλλά χρησιμοποιείς πολύ περίεργα μπαλάκια» του απάντησε αυτή. Κορμιά είχαν γεμίσει το πάτωμα και για κάθε νεκροζώντανο που σκότωναν, δύο, τρεις έβγαιναν από την τηλεόραση. Ο Σπύρος κατάλαβε πως δεν θα μπορούσαν να αντέξουν για πολύ ακόμα. Έριξε μια μπαστουνιά στο κεφάλι ενός ζόμπι, κάνοντας μυαλά να πεταχτούν και δόντια να κροταλίσουν στα πλακάκια του πατώματος, και τράβηξε την Γιώτα από τον ώμο. «Δεν μπορούμε να μείνουμε άλλο εδώ, στο τέλος θα μας φάνε! Πρέπει να πάμε στην σοφίτα.» Αυτή κούνησε το κεφάλι της καταφατικά και έδωσε μια δυνατή, πλάγια μπαλνταδιά στο πρόσωπο ενός ζόμπι. Στην αρχή ήταν λες και δεν το είχε πετύχει καθόλου, αλλά τότε μια κόκκινη γραμμή φάνηκε να του διατρέχει το πρόσωπο, και το πάνω μέρος αποχωρίστηκε το κάτω, γλιστρώντας αργά. Άνοιξαν δρόμο ανάμεσα από τους νεκρούς και κατάφεραν να πάνε στον διάδρομο όπου βρίσκονταν τα υπνοδωμάτια. Στο τέλος του, ψηλά στην οροφή, υπήρχε μια τετράγωνη καταπακτή. Ο Σπύρος σήκωσε την Γιώτα, που κατάφερε να τραβήξει ένα κορδόνι και να την ανοίξει. Την δεύτερη φορά που την σήκωσε, κατάφερε να ρίξει κατω την αναδιπλώμενη ξύλινη σκάλα που θα τους έδινε πρόσβαση στην σοφίτα. «Γρήγορα, ανέβα πάνω!» της είπε και όταν αυτή ξεκίνησε, την βοήθησε σπρώχνοντας την από πίσω. «Μα καλά, τι νομίζεις ότι κάνεις τέτοιες ώρες;» τον ρώτησε. «Μωρό μου με παρεξήγησες, απλώς σε βοηθάω ν' ανέβεις.» «Ναι καλά, σε πίστεψα» είπε αυτή ανεβαίνοντας στην σοφίτα και γυρίζοντας να τον κοιτάξει... «ΣΠΥΡΟ ΠΡΟΣΕΞΕ!» Ο τοίχος στα δεξιά της σκάλας διαλύθηκε με θόρυβο, ένα ζόμπι βγήκε από μέσα του, άρπαξε το δεξί χέρι του Σπύρου και βύθισε τα δόντια του στον αγκώνα. Αυτός άρχισε να το σπρώχνει και να το γρονθοκοπεί με το αριστερό χέρι, αλλά εκείνο με ένα δύο, δυνατά τινάγματα, του έσπασε το χέρι και το ξερίζωσε, κάνωντας το αίμα να πεταχτεί σαν συντριβάνι και λωρίδες μυών και τένοντες να κρέμονται. Η Γιώτα ούρλιαξε και ο Σπύρος αφού έριξε αποσβολωμένος μια τελευταία ματιά στο κολοβό μπράτσο του, σήκωσε το κεφάλι, την κοίταξε χαμογελώντας και της είπε: «Μην ανησυχείς μωράκι μου, δεν είναι τίποτα, μόνο μια γρατζουνιά.» Ένα μπουλούκι νεκροζώντανων έπεσε πάνω του, αλλά πριν τον ρίξουν κάτω, πρόλαβε με το χέρι που του είχε απομείνει, να σπρώξει πίσω την σκάλα στην σοφίτα. 'Ακουσε την σάρκα του να ξεσκίζεται, ενώ η μνήμη του έκανε ένα τελευταίο παιχνίδισμα και θυμήθηκε τον Captain Rhodes από το "Day Of The Dead" του George Romero. "Κοίτα να δεις που θα έχω το ίδιο τέλος" σκέφτηκε και άρχισε να ουρλιάζει. Το ουρλιαχτό του μάλιστα διάρκεσε ένα ακόμα δευτερόλεπτο, αφότου το κεφάλι του ξεριζώθηκε από το σώμα του. Ξύπνησε ουρλιάζοντας , με τον ιδρώτα να τον έχει λούσει και την καρδιά του να σφυροκοπά μανιασμένα στο στήθος του, κοίταξε πανικόβλητος τριγύρω, προσπαθώντας να καταλάβει που βρίσκεται και είδε την Γιώτα να ανασηκώνεται αγουροξυπνημένη, να ανάβει το πορτατίφ και να γυρίζει προς το μέρος του. «Σπύρο μου, τι έπαθες, είσαι καλά;» Άφησε το κεφάλι του να πέσει στο μουσκεμένο από τον ιδρώτα μαξιλάρι και κάλυψε τα μάτια του με τον αγκώνα του, που ήταν ακόμα στην θέση του. «Τον αλήτη...θα τον σκίσω άμα τον δω.... παίζαμε "Κino.." ....ζόμπι άρχισαν να βγαίνουν απ' την τηλεόραση.... δεν θα τον πιάσω στα χέρια μου;» «Μα με ποιον τα έχεις μωρό μου; Δεν καταλαβαίνω.» «Με τον Δημήτρη... όλα ήταν μια ιστορία του Δημήτρη...» «Μηηην ανυσηηχείςς τόοοτεεε...» άκουσε την Γιώτα να λέει με μια άχρωμη, σπαστή, συριχτή φωνή, που λες και έβγαινε από νεκρές εδώ και χρόνια φωνητικές χορδές και άρχισε να τραβάει το χέρι του από τα μάτια του. «....Οι ισστορίεεεςςς του Δημήηητρηηηη .....», τράβηξε τελείως το χέρι του και ειδε την Γιώτα να τον κοιτάει μέσα από ένα άσπρο, άδειο βλέμμα, με ένα σαπισμένο χαμόγελο που έφτανε από την μια άκρη του προσώπου της στο άλλο. «....έεεχουννν πάντααα χάαπυυυ έεεντ...» ολοκλήρωσε την πρόταση της η Γιώτα και όρμηξε με ορθάνοιχτο στόμα στον Σπύρο που άρχισε να ουρλιάζει. Ξύπνησε ουρλιάζοντας, με τον ιδρώτα να τον έχει λούσει και την καρδιά του να σφυροκοπά μανιασμένα στο στήθος του, κοίταξε πανικόβλητος τριγύρω, προσπαθώντας να καταλάβει που βρίσκεται και είδε την Γιώτα να ανασηκώνεται αγουροξυπνημένη, να ανάβει το πορτατίφ και να γυρίζει προς το μέρος του. «Σπύρο μου, τι έπαθες, είσαι καλά;» Ο Σπύρος ξαναούρλιαξε φοβισμένα, σηκώθηκε από το κρεβάτι, διπλώθηκε στα σκεπάσματα και έπεσε με τον πισινό στο πάτωμα. Σταύρωσε τους δείκτες του και τους έτεινε προς το μέρος της Γιώτας λέγοντας: «Μην πλησιάζεις ζόμπι, δεν με ξεγελάς εμένα!» «Ανθρωπέ μου, τι ζόμπι μου τσαμπουνάς, τό 'χασες τελείως;» «Δεν με ξεγελάς λέμε, μείνε μακριά!» «Καλά, καλά, μένω μακριά, μέχρι να ηρεμήσεις Σπύρο μου, δεν ξέρω τι είδες, αλλά εγώ είμαι, η Γιώτα σου!» Ο Σπύρος ανασηκώθηκε και πολύ πολύ προσεκτικά, πλησίασε με ένα τεντωμένο δάχτυλο και το πίεσε, αφού πρώτα το τράβηξε πίσω καναδυό φορές, στο μάγουλο της Γιώτας. «Το μάγουλο σου είναι σφιχτό και ζεστό...δεν είσαι ζόμπι, η Γιώτα μου είσαι» είπε και χώθηκε στην αγκαλιά της. «Σε ευχαριστώ πολύ για την πληροφορία Φωτεινέ Παντογνώστη» του είπε αυτή, «θα σε ρώταγα τι είδες, αλλά καλύτερα να κοιμηθείς και να μου τα πεις αύριο.» «Ναι, αύριο καλύτερα» είπε ο Σπύρος και κούρνιασε όσο μπορούσε καλύτερα στην αγκαλιά της γυναίκας του, που έμεινε αρκετή ώρα ξύπνια, χαιδεύοντας του, τα μουσκεμένα από τον ιδρώτα μαλλιά και σήκωσε ερωτηματικά το φρύδι της, όταν τον άκουσε να μουρμουρίζει λίγο πριν βυθιστεί σε έναν ήσυχο, δίχως όνειρα ύπνο: «Τον αλήτη .... να τους βάλει να μου φάνε τα μπριζολάκια....» SymphonyX13 Μάρτιος 2015. Edited August 20, 2015 by SymphonyX13 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted August 20, 2015 Share Posted August 20, 2015 Αυτό με τα μπριζολάκια μου που πήγανε χαμένα, στο λέω, με πονάει ακόμα... 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted August 20, 2015 Author Share Posted August 20, 2015 Αυτό με τα μπριζολάκια μου που πήγανε χαμένα, στο λέω, με πονάει ακόμα... Στο τέλος θα νομίσουν ότι η αγαπημένη ασχολία σου, που αναφέρω στα σχόλια, είναι το να τρως μπριζολάκια! :rofl: Στο zombie mode "Kino Der Totten" του Call of Duty, αναφέρομαι παιδιά! :rofl: 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Blacksword Posted October 23, 2015 Share Posted October 23, 2015 (edited) "Τα μπριζολάκια μου ρε!" χαχα Μια ακόμα -υπέροχη- διασκεδαστική ιστορία με τις περιπέτειες του Σπύρου που νομίζω είναι εξίσου καλή όσο και η "Μέρα". Πάντως συνολικά μπορώ να πω ότι μου άρεσαν πιο πολύ η "Μέρα/Νύχτα από την "Πύλη", αν και όλες ήταν αστείες. Edited October 23, 2015 by Blacksword 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted October 23, 2015 Author Share Posted October 23, 2015 "Τα μπριζολάκια μου ρε!" χαχα Μια ακόμα -υπέροχη- διασκεδαστική ιστορία με τις περιπέτειες του Σπύρου που νομίζω είναι εξίσου καλή όσο και η "Μέρα". Πάντως συνολικά μπορώ να πω ότι μου άρεσαν πιο πολύ η "Μέρα/Νύχτα από την "Πύλη", αν και όλες ήταν αστείες. Χαχαχα, διάλεξες να αναφέρεις την πιο οδυνηρή στιγμή ολόκληρης της ιστορίας για τον Σπύρο! Πραγματικά φοβάμαι μήπως του αφήσω κάποιο ψυχολογικό τραύμα με τα "μπριζολάκια!" :rofl2: Από τις πλέον αγαπημένες μου ιστορίες με πρωταγωνιστή τον Σπύρο και μαζί με την "Μέρα" αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος! Χαίρομαι που διασκέδασες και σε ευχαριστώ για άλλη μια φορά τόσο για την ανάγνωση όσο και για το σχόλιο! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted October 23, 2015 Share Posted October 23, 2015 "Τα μπριζολάκια μου ρε!" χαχα Μια ακόμα -υπέροχη- διασκεδαστική ιστορία με τις περιπέτειες του Σπύρου που νομίζω είναι εξίσου καλή όσο και η "Μέρα". Πάντως συνολικά μπορώ να πω ότι μου άρεσαν πιο πολύ η "Μέρα/Νύχτα από την "Πύλη", αν και όλες ήταν αστείες. Χαχαχα, διάλεξες να αναφέρεις την πιο οδυνηρή στιγμή ολόκληρης της ιστορίας για τον Σπύρο! Πραγματικά φοβάμαι μήπως του αφήσω κάποιο ψυχολογικό τραύμα με τα "μπριζολάκια!" :rofl2: Από τις πλέον αγαπημένες μου ιστορίες με πρωταγωνιστή τον Σπύρο και μαζί με την "Μέρα" αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος! Χαίρομαι που διασκέδασες και σε ευχαριστώ για άλλη μια φορά τόσο για την ανάγνωση όσο και για το σχόλιο! Παίζετε με τον πόνο μου... 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mournblade Posted July 1, 2016 Share Posted July 1, 2016 Κι αυτή η ιστορία ειχε πολύ γέλιο! Τα μπριζολάκια ήταν must, αλλά... τι να κάνουμε!; Γέλασα πολύ και με την "γρατσουνιά"! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted July 2, 2016 Author Share Posted July 2, 2016 Xαίρομαι που μετά την "...Μέρα" σου άρεσε και η "...Νύχτα" Γρηγόρη! Είναι η τελευταία ιστορία που έχω γράψει με πρωταγωνιστή τον Σπύρο, ένα χρόνο + πριν, και σκέφτομαι μήπως είναι καιρός να σκαρώσω και καμιά καινούργια! Αν και έχω θεματάκι να βρίσκω...θέματα! Εμένα πάντως το αγαπημένο μου σημείο της ιστορίας είναι το όνειρο μέσα στο όνειρο του τέλους! 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted July 3, 2016 Share Posted July 3, 2016 Ρε αυτήν δεν την είχα διαβάσει! Είχε πολύ γέλιο αν και η μέρα ήταν πιο φοβερή (ίσως επειδή τα όσα συνέβησαν μπορούν να μας βρουν όλους). Μη μου πεις ότι άφησε και περασε έτσι όλο αυτό και δεν τα πλήρωσες τα μπριζολάκια; 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Ιρμάντα Posted July 3, 2016 Share Posted July 3, 2016 Α παπα. Καμία σοβαρότης πλέον. Άμα είχαμε τάξη, θα κολλούσατε σημειώματα στην πλάτη του καθηγητή. (Κι εγώ τα μπριζολάκια κλαίω....) 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted July 3, 2016 Share Posted July 3, 2016 Ρε αυτήν δεν την είχα διαβάσει! Είχε πολύ γέλιο αν και η μέρα ήταν πιο φοβερή (ίσως επειδή τα όσα συνέβησαν μπορούν να μας βρουν όλους). Μη μου πεις ότι άφησε και περασε έτσι όλο αυτό και δεν τα πλήρωσες τα μπριζολάκια; Χα! Εννοείται πως τα πλήρωσε! Τον άφησα ολομόναχο στον Πλούτωνα, να μπεκροπίνει παρέα με τον Λίνο... 2 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted July 3, 2016 Share Posted July 3, 2016 Αλήθεια; Γιατί εγώ θυμάμαι ότι έβαλες τον Έντι να τον σώσει! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted July 3, 2016 Share Posted July 3, 2016 Αλήθεια; Γιατί εγώ θυμάμαι ότι έβαλες τον Έντι να τον σώσει! Ακριβώς! Τρία χρόνια απομόνωση σε ερημωμένο πλανήτη, και το πρώτο πρόσωπο που είδε ήταν του Έντι. Λίγο το 'χεις; Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
WILLIAM Posted July 3, 2016 Share Posted July 3, 2016 Σωστά και ο ένας να μιλάει στον Λίνο που δεν υπάρχει, ο άλλος να μιλάει στον Άιοου που υπάρχει μεν αλλά ο άλλος δεν τον βλέπει! Υπέροχη κατάσταση! 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.