SymphonyX13 Posted November 30, 2015 Share Posted November 30, 2015 (edited) Όνομα Συγγραφέα:SymphonyX13Είδος: Τρόμου Βία:Λίγη Σεξ; ΌχιΑριθμός Λέξεων:996Αυτοτελής; ΝαιΣχόλια: Αυτη είναι μόλις η τρίτη ιστορία που έγραψα και την εμπνεύστηκα λέγοντας στον Σπύρο (MadnJim) μετά από κάποια ιστορία του:«Σπύρο, φαντάζεσαι τους ήρωες των ιστοριών σου να ζωντάνευαν;Τι καλά λόγια θα είχαν να σου πουν για αυτά που έχουν τραβήξει!» Δεν την ανέβαζα γιατί αναφέρεται σε πολλές ιστορίες του, που αν δεν τις έχετε διαβάσει, δεν θα καταλάβετε και πολλά. Πλέον οι περισσότερες από αυτές βρίσκονται στην Βιβλιοθήκη του Sff. Επίσης, ένα μοτίβο του το ξαναχρησιμοποίησα, πολύ αναλυτικότερα, στην "Τέλεια Νύχτα". Την ανεβάζω τελικά, γιατί είναι στην ουσία η πρώτη με πρωταγωνιστή τον Σπύρο, αφού στην "Αγέλη" απλώς ονομάτισα τον ήρωα έτσι.Τα πιο πολλά στοιχεία τα έχω δανειστεί απο τις παρακάτω ιστορίες... "ΚΙΝΟ DER TOTEN", "Πείνα", "Στο Πάρκο", "Θρίλερ", "Η Πύλη,τα Άστρα και η Τρέλλα της Αλήθειας", "Νέμεσις", "Το παράδοξο", "Τελευταίες σκέψεις και μια κατσαρίδα", "Το μυστικό του υπογείου"...By Μadnjim. Happy End Ο Σπύρος ακούμπησε στο τραπεζάκι με το λάπτοπ την φραπεδιά με το λίγο νερό και τα πάρα πολλά παγάκια. Δεν ήξερε πόσο μεγάλη θα έβγαινε η ιστορία και πόσο χρόνο θα του έπαιρνε. Όταν το μυαλό του γεννούσε μια ιδέα, αυτή αποκτούσε αμέσως την δικιά της ζωή, την δικιά της προσωπικότητα και μπορούσε να τραβήξει έναν δρόμο τελείως διαφορετικό από αυτό που είχε σκεφτεί στην αρχή. Κάθισε αναπαυτικά, έχοντας όλη την δομή της ιστορίας έτοιμη. Χθες είχε δει άλλο ένα επεισόδιο της σειράς “Ancient Aliens” και η ιδέα του είχε έρθει απόλυτα φυσιολογικά. Διαστρική εισβολή από κθουλόμορφα πλάσματα, με σημείο εισόδου την πύλη πάνω από τον Ταΰγετο. “Χε χε, ο Δημήτρης θα παρανοήσει με αυτήν την ιστορία!”σκέφτηκε και ετοιμάστηκε να αρχίσει,συλλογιζόμενος πόσο πολύ τον είχε βολέψει τελικά το Open Office. Εκείνη την στιγμή άκουσε κάποια χτυπήματα στην πόρτα. Αφουγκράστηκε και τα άκουσε να επαναλαμβάνονται, “Παράξενο” σκέφτηκε, δεν περίμενε κανένα και η Γιώτα είχε φύγει πριν δέκα λεπτά περίπου. “Να ξέχασε κάτι; Και αν ναι, γιατί δεν ανοίγει η ίδια; Μήπως ξέχασε και τα κλειδιά της; Γιατί τότε δεν χτύπαγε το κουδούνι;”Αυτές οι σκέψεις πέρασαν απ’ το μυαλό του ενώ ο Σπύρος σηκώθηκε και κατευθύνθηκε στην πόρτα – ακόμα ακούγονταν οι ήχοι – ανοίγοντας την. Ένα ζόμπι στεκόταν στην είσοδο και τον κοίταζε. Η σαπισμένη μορφή του είχε μια παράξενα γερτή στάση και ήταν γεμάτη φρέσκες πληγές. Μία τρύπα στο στήθος του έμοιαζε λες και είχε γίνει από δίκαννο και το κεφάλι του ήταν σπασμένο σε τόσα σημεία, που πολύ λίγος εγκέφαλος είχε μείνει ακόμα μέσα. Ο Σπύρος έκλεισε την πόρτα απότομα και ακούμπησε την πλάτη του πάνω της. Ενώ το μυαλό του έπρεπε να είχε παραλύσει από το σοκ, αντιθέτως δούλευε πυρετωδώς.” Η "Πείνα"…”σκέφτηκε “Αυτό είναι το ζόμπι της "Πείνας"… Ο τύπος όμως που το σκότωσε φωνάζοντας: «Ψόφα γαμημένο ζόμπι, ψόφα!» που ήταν;” Πήγε στο παράθυρο και έριξε μια ματιά τραβώντας την κουρτίνα στο πλάι. Δεκάδες ζόμπι πλησίαζαν με αργά αλλά σταθερά βήματα το σπίτι του. Μερικά φορούσαν απλά καθημερινά ρούχα σε καλή κατάσταση, που τα χάλαγαν τρύπες από σφαίρες και λεκέδες από αίμα, αλλά τα πιο πολλά φόραγαν ναζιστικές στολές φθαρμένες από τον χρόνο και τα γνωστά Γερμανικά κράνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Την ματιά του τράβηξε μια ομάδα από μερικά ζόμπι που ήταν γεμάτα χώμα και λάσπη, λες και μόλις είχαν βγει από φρεσκοανοιγμένους τάφους. Περπατούσαν με έναν περίεργο, ρυθμικό τρόπο όλα μαζί και πίσω τους ακολουθούσε ένας περίεργος, αδύνατος, λιπόσαρκος τύπος με Βικτωριανά ρούχα, μαύρο ημίψηλο καπέλο και ένα φτυάρι στα χέρια.”Μου κάνουν πλάκα, κάποιος μου κάνει πλάκα!” σκέφτηκε προσπαθώντας να βρει μια λογική εξήγηση σε αυτό που συνέβαινε. “Ναι, κάποιοι μου κάνουν μια καλοστημένη, αλλά αρρωστημένη φάρσα” ξανασκέφτηκε ενώ τα ζόμπι άρχισαν να μαζεύονται στα παράθυρα μουγκρίζοντας. Ένας άλλος ήχος ακούστηκε ξαφνικά να έρχεται από την κουζίνα. Ένα γέλιο, ένα συνεχόμενο υστερικό γέλιο. Ο Σπύρος με αργά, προσεχτικά βήματα, κατευθύνθηκε στην κουζίνα και αυτό που είδε έφερε σε οριακό σημείο την λογική του. Ένας άνδρας με τρελαμένο βλέμμα στεκόταν γελώντας και άπλωνε προς το μέρος του αντί για χέρια, πλοκάμια. «Χαχαχαχα! Γύρισα!» φώναξε, «Χαχαχα, Σπύρο γύρισα!». «Δημήτρη;» ψέλλισε ο Σπύρος και χωρίς σκέψη έφυγε τρέχοντας για την κρεβατοκάμαρα που είχε μια καραμπίνα. Έπεσε πάνω στην πόρτα ανοίγοντας την και έμεινε στήλη άλατος να κοιτάζει την σκηνή που διαδραματιζόταν πάνω στο κρεβάτι, που μοιράζονταν χρόνια τώρα μαζί με την Γιώτα. Ένα ζευγάρι βρισκόταν πάνω του, ένα καρβουνιασμένο ζευγάρι βγάζοντας αναστεναγμούς (απόλαυσης; πόνου; δεν μπορούσε να καταλάβει ) και τον κοίταζε μέσα από κόγχες που τα μάτια είχαν λιώσει και χυθεί, προσκαλώντας τον: «Έλα και`σύ Σπύρο!» Παράθυρα ακούστηκαν να σπάνε και γδούποι ενώ σώματα έπεφταν το ένα πάνω στο άλλο στο πάτωμα. Αμέσως σκέφτηκε ότι έπρεπε να κρυφτεί σε ένα δωμάτιο που να μην έχει αλλά σημεία εισόδου (ή διαφυγής)… το υπόγειο. Έτρεξε γρήγορα, μπήκε μέσα και μένοντας στο πλατύσκαλο έκλεισε και κλείδωσε την πόρτα. Μετά γυρίζοντας, πάτησε τον διακόπτη της λάμπας του υπογείου, ενώ συγχρόνως κατέβαινε το πρώτο σκαλί. Τότε συνειδητοποίησε ότι δεν είχε αλλάξει την εδώ και μέρες καμένη λάμπα, το πόδι του βρήκε αέρα και έπεσε κουτρουβαλώντας στο πάτωμα. “Τουλάχιστον στάθηκα πιο τυχερός απ’ τον τύπο με την κατσαρίδα” σκέφτηκε τρίβοντας το κεφάλι του. Περίμενε λίγο τα μάτια του να συνηθίσουν το σκοτάδι και μετά περιεργάστηκε τον χώρο παρατηρώντας αμέσως κάτι που δεν έπρεπε να υπάρχει. Στην μέση ακριβώς του πατώματος, υπήρχε μία οριζόντια, πέτρινη κατασκευή σαν τραπέζι γύρω στα δύο μέτρα και κάτι μήκος και περίπου ένα μέτρο φαρδύ, που το πάνω μέρος ήταν σαν καπάκι. «Δεν είναι δυνατόν…» ψιθύρισε, ενώ κάτι από μέσα άρχισε να σπρώχνει το καπάκι σιγά σιγά. Ένα κλαψούρισμα ακούστηκε ξαφνικά και ο Σπύρος πρόσεξε στην γωνία του υπογείου, ένα ασπρουλιάρικο, κουλουριασμένο πλάσμα, που κρατούσε το κεφάλι του με τα δυο του χέρια και κουνιόταν ρυθμικά μπρος πίσω ασταμάτητα.Απόγνωση, τρέλα άρχισαν να τον κυριεύουν και έκανε τρεκλίζοντας μερικά βήματα προς τα πίσω. Δύο χέρια τον αγκάλιασαν απαλά στους ώμους και μια φωνή του ψιθύρισε αισθησιακά: «Ήρθες πάνω στην ώρα Σπύρο, δεν μπορείς να φανταστείς την δίψα μου!» «Νατάσα;;» είπε αυτός ενώ δύο μακροί κάτασπροι κυνόδοντες του ξέσκιζαν την σφαγίτιδα φλέβα... «Ξύπνα...»Aίμα πετάχτηκε και του έβαψε το πρόσωπο, ενώ η πόρτα του υπογείου έσπαγε ... «Ξύπνα…»... και μια ορδή από ανίερα πλάσματα έπεσε πάνω του.Τον άρπαξαν στα χέρια τους, τραβώντας και ξεσκίζοντας ...«Θα ξυπνήσεις;»... θέλοντας όλα να πάρουν ένα κομμάτι του Δημιουργού και ο Σπύρος ούρλιαζε και... «ΞΥΠΝΑ ΒΡΕ!» Ο Σπύρος ξύπνησε και αντίκρισε το αγουροξυπνημένο πρόσωπο της γυναίκας του που τον κοίταζε άγρια. «Τι θα γίνει επιτέλους με σένα και τους εφιάλτες σου;» του φώναξε. «Θα με αφήσεις να κοιμηθώ ένα βράδυ ήσυχη, χωρίς να ουρλιάζεις σαν να σε σφάζουν; Αλήθεια τι έβλεπες πάλι, ζόμπι να σε κυνηγάνε; Αμ, έχεις μουρλαθεί με αυτό το "Dying Light", αφού σε χαλάει τι το παίζεις; Αυτό ήταν, κομμένο το gaming για ένα μήνα! ΚΑΙ ΤΟ "KINO DER TOTEN"! » είπε και γύρισε φουρκισμένη στο πλάι. Ο Σπύρος σκούπισε τον ιδρώτα από το μέτωπο του και γυρνώντας στο πλάι, ψέλλισε: «Ότι πεις γλυκιά μου…» SymphonyX13 Aύγουστος 2013 Edited November 30, 2015 by SymphonyX13 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
MadnJim Posted November 30, 2015 Share Posted November 30, 2015 Αφού δεν έβαλες τον Ν'Γκάρα να με κυνηγάει αγριεμένος, δεν ανησυχώ καθόλου... 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
SymphonyX13 Posted November 30, 2015 Author Share Posted November 30, 2015 Αφού δεν έβαλες τον Ν'Γκάρα να με κυνηγάει αγριεμένος, δεν ανησυχώ καθόλου... E όχι και τον Ν'Γκάρα! Μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνο το γομάρι! :rofl2: Ενώ η Νατάσα, ένα (αιχμηρό) φιλάκι σου έδωσε...τυχερούλη! :rofl2: 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.